Language of document : ECLI:EU:F:2016:65

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ
ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ

(δεύτερο τμήμα)

της 18ης Μαρτίου 2016

Υπόθεση F‑23/15

Petrus Kerstens

κατά

Ευρωπαϊκής Επιτροπής

«Υπαλληλική υπόθεση – Υπάλληλοι – Υποχρεώσεις – Πράξεις αντίθετες προς το κύρος της δημόσιας διοικήσεως – Διάδοση υβριστικών σχολίων σχετικά με άλλον υπάλληλο – Άρθρο 12 του ΚΥΚ – Πειθαρχική διαδικασία – Έρευνα υπό τη μορφή εξετάσεως των πραγματικών περιστατικών – Επίπληξη – Άρθρο 9, παράγραφος 1, στοιχείο βʹ, του παραρτήματος IX του ΚΥΚ – Γενικές εκτελεστικές διατάξεις – Διαδικαστική πλημμέλεια – Συνέπειες της πλημμέλειας»

Αντικείμενο:      Προσφυγή ασκηθείσα δυνάμει του άρθρου 270 ΣΛΕΕ, το οποίο έχει εφαρμογή στη Συνθήκη ΕΚΑΕ βάσει του άρθρου 106α της Συνθήκης αυτής, με την οποία ο P. Kerstens ζητεί, κατ’ ουσίαν, την ακύρωση της αποφάσεως της Ευρωπαϊκής Επιτροπής της 15ης Απριλίου 2014, με την οποία του επιβλήθηκε η πειθαρχική ποινή της επιπλήξεως.

Απόφαση:      Η προσφυγή απορρίπτεται. Ο P. Kerstens φέρει τα δικαστικά του έξοδα και καταδικάζεται στα έξοδα της Ευρωπαϊκής Επιτροπής.

Περίληψη

1.      Υπάλληλοι – Πειθαρχικό καθεστώς – Καθεστώς που εφαρμόζεται στην Επιτροπή – Έρευνα πριν από την κίνηση της πειθαρχικής διαδικασίας – Υποχρέωση διενέργειας έρευνας πριν από την κίνηση της πειθαρχικής διαδικασίας – Περιεχόμενο

(Κανονισμός Υπηρεσιακής Καταστάσεως των υπαλλήλων, άρθρο 110 και παράρτημα IX, άρθρο 2)

2.      Υπάλληλοι – Υποχρέωση αρωγής που βαρύνει τη Διοίκηση – Περιεχόμενο

(Κανονισμός Υπηρεσιακής Καταστάσεως των υπαλλήλων, άρθρο 24 και παράρτημα IX, άρθρο 10)

3.      Υπάλληλοι – Δικαιώματα και υποχρεώσεις – Πράξεις δυνάμενες να θίξουν το κύρος του λειτουργήματος – Ύβρεις – Έννοια

(Κανονισμός Υπηρεσιακής Καταστάσεως των υπαλλήλων, άρθρο 12)

4.      Υπάλληλοι – Πειθαρχικό καθεστώς – Ποινή – Αρχή της αναλογικότητας – Έννοια – Εξουσία εκτιμήσεως της αρμόδιας για τους διορισμούς αρχής – Δικαστικός έλεγχος – Όρια

(Κανονισμός Υπηρεσιακής Καταστάσεως των υπαλλήλων, άρθρο 86)

5.      Υπάλληλοι – Δικαιώματα και υποχρεώσεις – Πράξεις δυνάμενες να θίξουν το κύρος του λειτουργήματος – Ύβρεις – Βαθμός δημοσιότητας – Δεν ασκεί επιρροή

(Κανονισμός Υπηρεσιακής Καταστάσεως των υπαλλήλων, άρθρο 86)

6.      Υπάλληλοι – Πειθαρχικό καθεστώς – Πειθαρχική διαδικασία – Προθεσμίες – Υποχρέωση της Διοικήσεως να ενεργήσει εντός εύλογης προθεσμίας – Μη τήρηση – Συνέπειες

(Κανονισμός Υπηρεσιακής Καταστάσεως των υπαλλήλων, παράρτημα IX, τμήμα 5)

1.      Στο πλαίσιο της διαδικασίας επί πειθαρχικών ζητημάτων που εφαρμόζεται στην Επιτροπή, η απαίτηση διενέργειας διοικητικής έρευνας πριν από την κίνηση πειθαρχικής διαδικασίας απορρέει από τις γενικές εκτελεστικές διατάξεις σχετικά με τη διεξαγωγή διοικητικών ερευνών και πειθαρχικών διαδικασιών που έχει θεσπίσει η ίδια η Επιτροπή. Κατά συνέπεια, όταν η Επιτροπή κινεί πειθαρχική διαδικασία χωρίς να έχει διενεργήσει διοικητική έρευνα προς εξέταση ενοχοποιητικών ή απαλλακτικών περιστάσεων και συνάγει συμπεράσματα που αφορούν τον ενδιαφερόμενο χωρίς να του έχει παράσχει τη δυνατότητα να εκφράσει την άποψή του, παραβαίνει τις υποχρεώσεις που υπέχει δυνάμει του άρθρου 3, παράγραφος 2, και του άρθρου 4, παράγραφος 4, των εν λόγω γενικών εκτελεστικών διατάξεων.

(βλ. σκέψεις 65 και 82)

2.      Για τη διασφάλιση της πρακτικής αποτελεσματικότητας του άρθρου 10 του παραρτήματος ΙΧ του ΚΥΚ, η απαίτηση η αυστηρότητα της επιβαλλόμενης πειθαρχικής ποινής να είναι ανάλογη προς τη βαρύτητα του παραπτώματος δεν αποτελεί μόνο προστασία για τον υπάλληλο που παρέβη τις υποχρεώσεις του, αλλά συνιστά επίσης υποχρέωση της αρμόδιας για τους διορισμούς αρχής να επιβάλει κύρωση που να αντανακλά προσηκόντως τη βαρύτητα του διαπραχθέντος πταίσματος. Ωστόσο, δυνάμει του άρθρου 24 του ΚΥΚ, κάθε θεσμικό όργανο υποχρεούται να προστατεύει τους υπαλλήλους του έναντι απειλών, προσβολών, εξυβρίσεων, δυσφημίσεων ή αποπειρών εις βάρος τους, όπως επίσης και σε περιπτώσεις επιθέσεων εναντίον τους από άλλους υπαλλήλους, εφόσον αποδεικνύονται τα επίμαχα γεγονότα. Η υποχρέωση αυτή περιλαμβάνει όχι μόνον το καθήκον ενέργειας όταν διαπιστώνεται τέτοια συμπεριφορά, αλλά επίσης την υποχρέωση αποτροπής, στο μέτρο του δυνατού, τέτοιων συμπεριφορών στο μέλλον, στο πλαίσιο του καθήκοντος μέριμνας που διέπει τις σχέσεις μεταξύ των θεσμικών οργάνων και του προσωπικού τους.

(βλ. σκέψη 105)

Παραπομπή:

ΔΕΕ: απόφαση της 26ης Ιανουαρίου 1989, Koutchoumoff κατά Επιτροπής, 224/87, EU:C:1989:38, σκέψη 14

ΔΔΔΕΕ: απόφαση της 12ης Μαΐου 2011, Missir Mamachi di Lusignano κατά Επιτροπής, F‑50/09, EU:F:2011:55, σκέψη 220

3.      Ως ύβρεις μπορούν να θεωρηθούν οι ισχυρισμοί που θίγουν την τιμή, τόσο προσωπική όσο και επαγγελματική, των προσώπων κατά των οποίων στρέφονται, η δε μορφή των εν λόγω ισχυρισμών είναι άνευ σημασίας, καθόσον η έννοια αυτή καλύπτει τόσο τις ευθείες επιθέσεις όσο και τους ισχυρισμούς που εκφράζονται διστακτικά, έμμεσα, συγκαλυμμένα ή μέσω υπαινιγμών.

(βλ. σκέψη 107)

Παραπομπή:

ΓΔΕΕ: απόφαση της 12ης Σεπτεμβρίου 2000, Teixeira Neves κατά Δικαστηρίου, T‑259/97, EU:T:2000:208, σκέψεις 29 και 30

4.      Προκειμένου να εκτιμήσει την αναλογικότητα της πειθαρχικής ποινής σε σχέση με τη βαρύτητα των πειθαρχικών παραπτωμάτων, ο δικαστής της Ένωσης πρέπει να λαμβάνει υπόψη του ότι η επιλογή της ποινής βασίζεται σε συνολική εκτίμηση από την αρμόδια για τους διορισμούς αρχή όλων των συγκεκριμένων πραγματικών περιστατικών και των ιδιαιτέρων περιστάσεων κάθε περιπτώσεως, υπενθυμιζομένου ότι ο ΚΥΚ δεν προβλέπει σταθερή σχέση μεταξύ των προβλεπομένων πειθαρχικών ποινών και των διαφόρων ειδών παραβάσεων που διαπράττουν οι υπάλληλοι και δεν διευκρινίζει σε ποιο βαθμό η ύπαρξη επιβαρυντικών ή ελαφρυντικών περιστάσεων μπορεί να επηρεάσει την επιλογή της ποινής. Ως εκ τούτου, ο έλεγχος του δικαστή περιορίζεται στο κατά πόσον η στάθμιση των επιβαρυντικών ή ελαφρυντικών περιστάσεων, στην οποία προέβη η αρμόδια για τους διορισμούς αρχή, πραγματοποιήθηκε κατά τρόπο αναλογικό, διευκρινιζομένου ότι, κατά την εξέταση αυτή, ο δικαστής δεν μπορεί να υποκαταστήσει την εν λόγω αρχή στις σχετικές αξιολογικές κρίσεις της.

(βλ. σκέψη 109)

Παραπομπή:

ΓΔΕΕ: απόφαση της 22ας Μαΐου 2014, BG κατά Διαμεσολαβητή, T‑406/12 P, EU:T:2014:273, σκέψη 64 και εκεί παρατιθέμενη νομολογία

5.      Η προσβολή του κύρους του λειτουργήματος η οποία προσάπτεται σε υπάλληλο δεν εξαρτάται από τον βαθμό δημοσιότητας που έλαβαν τα υβριστικά σχόλια του υπαλλήλου αυτού.

(βλ. σκέψη 116)

Παραπομπή:

ΓΔΕΕ: απόφαση της 26ης Νοεμβρίου 1991, Williams κατά Ελεγκτικού Συνεδρίου, T‑146/89, EU:T:1991:61, σκέψη 76

6.      Απόρροια της αρχής της χρηστής διοικήσεως είναι ότι οι πειθαρχικές αρχές υποχρεούνται να διεξάγουν με επιμέλεια την πειθαρχική διαδικασία και να ενεργούν κατά τρόπον ώστε κάθε πράξη σχετική με την πειθαρχική δίωξη να τελείται εντός εύλογης προθεσμίας σε σχέση με την προηγούμενη πράξη.

Εντούτοις, η παραβίαση της αρχής της τηρήσεως της εύλογης προθεσμίας δεν δικαιολογεί, γενικώς, την ακύρωση αποφάσεως ληφθείσας κατά το πέρας πειθαρχικής διαδικασίας. Συγκεκριμένα, μόνο σε εξαιρετικές περιπτώσεις κατά τις οποίες η παρέλευση υπερβολικά μεγάλου χρονικού διαστήματος ενδέχεται να έχει συνέπειες στο ίδιο το περιεχόμενο της αποφάσεως που λαμβάνεται μετά την περάτωση της πειθαρχικής διαδικασίας, η παραβίαση της αρχής της τηρήσεως εύλογης προθεσμίας μπορεί να θίγει το κύρος της πειθαρχικής διαδικασίας. Τούτο μπορεί να συμβαίνει όταν η παρέλευση υπερβολικά μεγάλου χρονικού διαστήματος επηρεάζει τη δυνατότητα αποτελεσματικής άμυνας των εμπλεκομένων προσώπων ή όταν η υπέρβαση τέτοιας προθεσμίας δημιουργεί στον ενδιαφερόμενο δικαιολογημένη εμπιστοσύνη ότι δεν θα του επιβληθεί πειθαρχική ποινή.

(βλ. σκέψεις 131 και 132)

Παραπομπή:

ΔΕΕ: απόφαση της 27ης Νοεμβρίου 2001, Z κατά Κοινοβουλίου, C‑270/99 P, EU:C:2001:639, σκέψη 43

ΓΔΕΕ: απόφαση της 1ης Απριλίου 2004, N κατά Επιτροπής, T‑198/02, EU:T:2004:101, σκέψη 125 και εκεί παρατιθέμενη νομολογία

ΔΔΔΕΕ: αποφάσεις της 13ης Ιανουαρίου 2011, Nijs κατά Ελεγκτικού Συνεδρίου, F‑77/09, EU:F:2011:2, σκέψη 146, και της 8ης Μαρτίου 2012, Kerstens κατά Επιτροπής, F‑12/10, EU:F:2012:29, σκέψη 124