Language of document : ECLI:EU:C:2016:889

Υπόθεση C673/13 P

Ευρωπαϊκή Επιτροπή

κατά

Stichting Greenpeace NederlandκαιPesticide Action Network Europe (PAN Europe)

«Αίτηση αναιρέσεως – Πρόσβαση στα έγγραφα των θεσμικών οργάνων – Κανονισμός (ΕΚ) 1049/2001 – Περιβάλλον – Σύμβαση του Århus – Κανονισμός (ΕΚ) 1367/2006 – Άρθρο 6, παράγραφος 1 – Κίνδυνος προσβολής των εμπορικών συμφερόντων φυσικού ή νομικού προσώπου – Έννοια του όρου “πληροφορίες που αφορούν εκπομπές στο περιβάλλον” – Έγγραφα που αφορούν τη διαδικασία εγκρίσεως δραστικής ουσίας φυτοπροστατευτικών προϊόντων – Δραστική ουσία γλυφοσάτη»

Περίληψη – Απόφαση του Δικαστηρίου (πέμπτο τμήμα) της 23ης Νοεμβρίου 2016

1.        Θεσμικά όργανα της Ευρωπαϊκής Ένωσης – Δικαίωμα προσβάσεως του κοινού στα έγγραφα – Αίτηση προσβάσεως σε περιβαλλοντικές πληροφορίες – Κανονισμός 1367/2006 – Πληροφορίες που αφορούν εκπομπές στο περιβάλλον – Έννοια – Ευρεία ερμηνεία

(Κανονισμοί του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου 1049/2001, άρθρα 1 και 4, και 1367/2006, αιτιολογική σκέψη 15 και άρθρο 6 § 1)

2.        Διεθνείς συμφωνίες – Συμφωνίες της Κοινότητας – Σύμβαση για την πρόσβαση σε πληροφορίες, τη συμμετοχή του κοινού στη λήψη αποφάσεων και την πρόσβαση στη δικαιοσύνη σε θέματα περιβάλλοντος (Σύμβαση του Århus) – Κατευθυντήριες γραμμές για την εφαρμογή της εν λόγω συμβάσεως – Δεσμευτική ισχύς – Δεν υφίσταται

(Σύμβαση του Århus· απόφαση 2005/370 του Συμβουλίου)

3.        Θεσμικά όργανα της Ευρωπαϊκής Ένωσης – Δικαίωμα προσβάσεως του κοινού στα έγγραφα – Αίτηση προσβάσεως σε περιβαλλοντικές πληροφορίες – Κανονισμός 1367/2006 – Πληροφορίες που αφορούν εκπομπές στο περιβάλλον – Έννοια – Περιορισμός στις εκπομπές οι οποίες προέρχονται από ορισμένες βιομηχανικές εγκαταστάσεις – Δεν επιτρέπεται

(Σύμβαση του Århus, άρθρα 1 και 4 § 4, εδ. 1, στοιχείο δʹ· κανονισμός 1367/2006 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, άρθρα 2 § 1, στοιχείο δʹ, σημείο ii, και 6 § 1)

4.        Θεσμικά όργανα της Ευρωπαϊκής Ένωσης – Δικαίωμα προσβάσεως του κοινού στα έγγραφα – Αίτηση προσβάσεως σε περιβαλλοντικές πληροφορίες – Κανονισμός 1367/2006 – Πληροφορίες που αφορούν εκπομπές στο περιβάλλον – Έννοια – Πληροφορίες σχετικά με πραγματικές ή δυνάμενες να προβλεφθούν εκπομπές στο περιβάλλον – Εμπίπτουν

(Κανονισμός 1367/2006 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, άρθρο 6 § 1)

5.        Θεσμικά όργανα της Ευρωπαϊκής Ένωσης – Δικαίωμα προσβάσεως του κοινού στα έγγραφα – Αίτηση προσβάσεως σε περιβαλλοντικές πληροφορίες – Κανονισμός 1367/2006 – Πληροφορίες που αφορούν εκπομπές στο περιβάλλον – Έννοια – Αρκεί ο άμεσος σύνδεσμος μεταξύ των πληροφοριών και των οικείων εκπομπών – Όχι

(Σύμβαση του Århus, άρθρο 4 § 4, εδ. 1, στοιχείο δʹ· κανονισμός 1367/2006 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, αιτιολογική σκέψη 2 και άρθρο 6 § 1)

1.      Η έννοια των πληροφοριών που αφορούν εκπομπές στο περιβάλλον, κατά το άρθρο 6, παράγραφος 1, πρώτη περίοδος, του κανονισμού 1367/2006, για την εφαρμογή στα όργανα και τους οργανισμούς της Κοινότητας των διατάξεων της σύμβασης του Århus σχετικά με την πρόσβαση στις πληροφορίες, τη συμμετοχή του κοινού στη λήψη αποφάσεων και την πρόσβαση στη δικαιοσύνη για περιβαλλοντικά θέματα, δεν πρέπει να ερμηνεύεται στενά. Ειδικότερα, σκοπός του κανονισμού 1049/2001, για την πρόσβαση του κοινού στα έγγραφα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, του Συμβουλίου και της Επιτροπής, είναι, όπως αναφέρεται στην αιτιολογική σκέψη 4 και στο άρθρο 1, να απονείμει στο κοινό το ευρύτερο δυνατό δικαίωμα προσβάσεως στα έγγραφα των θεσμικών οργάνων. Ομοίως, ο κανονισμός 1367/2006 έχει ως σκοπό, όπως προβλέπει το άρθρο 1, να εξασφαλίσει την ευρύτερη δυνατή συστηματική διάθεση και διάδοση των περιβαλλοντικών πληροφοριών που κατέχονται από τα όργανα και τους οργανισμούς της Ένωσης.

Επομένως, μόνο στο μέτρο κατά το οποίο παρεκκλίνουν από την αρχή της ευρύτερης δυνατής προσβάσεως στα έγγραφα των θεσμικών οργάνων πρέπει οι εξαιρέσεις από την ως άνω αρχή, μεταξύ άλλων οι προβλεπόμενες στο άρθρο 4 του κανονισμού 1049/2001, να ερμηνεύονται και να εφαρμόζονται στενά. Η αναγκαιότητα μιας τέτοιας στενής ερμηνείας επιβεβαιώνεται εξάλλου από την αιτιολογική σκέψη 15 του κανονισμού 1367/2006. Αντιθέτως, εισάγοντας τεκμήριο σύμφωνα με το οποίο η δημοσιοποίηση των πληροφοριών που αφορούν εκπομπές στο περιβάλλον, εξαιρέσει των πληροφοριών που είναι σχετικές με έρευνες, θεωρείται ότι αντιπροσωπεύει δημόσιο συμφέρον που υπερισχύει έναντι του συμφέροντος στην προστασία των εμπορικών συμφερόντων ορισμένου φυσικού ή νομικού προσώπου, οπότε δεν χωρεί επίκληση της προστασίας των εν λόγω εμπορικών συμφερόντων κατά της δημοσιοποιήσεως των πληροφοριών αυτών, το άρθρο 6, παράγραφος 1, πρώτη περίοδος, του κανονισμού 1367/2006 παρεκκλίνει βεβαίως από τον προβλεπόμενο στο άρθρο 4, παράγραφος 2, του κανονισμού 1049/2001 κανόνα της σταθμίσεως των συμφερόντων. Ωστόσο, το εν λόγω άρθρο 6, παράγραφος 1, πρώτη περίοδος, επιτρέπει, κατ’ αυτόν τον τρόπο, την in concreto εφαρμογή της αρχής της ευρύτερης δυνατής προσβάσεως στις πληροφορίες που κατέχονται από τα όργανα και τους οργανισμούς της Ένωσης, με συνέπεια να μη δικαιολογείται στενή ερμηνεία της διατάξεως αυτής.

(βλ. σκέψεις 51-54)

2.      Βλ. το κείμενο της αποφάσεως.

(βλ. σκέψη 59)

3.      Από κανένα στοιχείο του κανονισμού 1367/2006, για την εφαρμογή στα όργανα και τους οργανισμούς της Κοινότητας των διατάξεων της σύμβασης του Århus σχετικά με την πρόσβαση στις πληροφορίες, τη συμμετοχή του κοινού στη λήψη αποφάσεων και την πρόσβαση στη δικαιοσύνη για περιβαλλοντικά θέματα, δεν μπορεί να συναχθεί ότι η κατά το άρθρο 6, παράγραφος 1, πρώτη περίοδος, του ως άνω κανονισμού έννοια των εκπομπών στο περιβάλλον πρέπει να περιορίζεται στις εκπομπές εκείνες οι οποίες προέρχονται από ορισμένες βιομηχανικές εγκαταστάσεις, όπως εργοστάσια και σταθμοί ηλεκτροπαραγωγής. Ο περιορισμός αυτός δεν συνάγεται ούτε από τη Σύμβαση του Århus, η οποία πρέπει να λαμβάνεται υπόψη για τους σκοπούς της ερμηνείας του κανονισμού 1367/2006, εφόσον, όπως προβλέπεται στο άρθρο του 1, στόχος του κανονισμού αυτού είναι να συμβάλλει στην εφαρμογή των υποχρεώσεων που απορρέουν από τη Σύμβαση αυτή θεσπίζοντας κανόνες για την εφαρμογή των διατάξεων της Συμβάσεως στα όργανα και τους οργανισμούς της Ένωσης. Εξάλλου, ο περιορισμός της κατά το άρθρο 6, παράγραφος 1, πρώτη περίοδος, του κανονισμού 1367/2006 έννοιας των εκπομπών στο περιβάλλον στις εκπομπές εκείνες οι οποίες προέρχονται από ορισμένες βιομηχανικές εγκαταστάσεις όπως εργοστάσια και σταθμοί ηλεκτροπαραγωγής δεν ανταποκρίνεται στον σκοπό του κανονισμού αυτού που έγκειται στην ευρύτερη δυνατή δημοσιοποίηση των περιβαλλοντικών πληροφοριών.

Τέλος, ένας τέτοιος περιορισμός δεν βρίσκει έρεισμα ούτε στο άρθρο 2, παράγραφος 1, στοιχείο δʹ, σημείο ii, του κανονισμού 1367/2006. Ασφαλώς, η διάταξη αυτή, η οποία απαριθμεί τους παράγοντες που δύνανται να εμπίπτουν στην έννοια της περιβαλλοντικής πληροφορίας, φαίνεται, εκ πρώτης όψεως, να διακρίνει μεταξύ της έννοιας των εκπομπών και εκείνης των απορρίψεων και των εκλύσεων στο περιβάλλον. Εντούτοις, αφενός, η Σύμβαση του Århus αγνοεί τη διάκριση μεταξύ των εννοιών αυτών, καθόσον απλώς προβλέπει, στο άρθρο 4, παράγραφος 4, πρώτο εδάφιο, στοιχείο δʹ, ότι η προστασία του εμπιστευτικού χαρακτήρα των εμπορικών και βιομηχανικών πληροφοριών δεν μπορεί να προβληθεί κατά της δημοσιοποιήσεως των πληροφοριών σχετικά με εκπομπές οι οποίες είναι σημαντικές για την προστασία του περιβάλλοντος. Αφετέρου, μια τέτοια διάκριση είναι άτοπη δεδομένου του επιδιωκόμενου από τον κανονισμό 1367/2006 σκοπού της δημοσιοποιήσεως των περιβαλλοντικών πληροφοριών, έχει δε τεχνητό χαρακτήρα. Εξάλλου, οι όροι αυτοί σε μεγάλο βαθμό αλληλοεπικαλύπτονται, όπως πιστοποιεί η χρήση της διατυπώσεως «άλλες εκλύσεις» στο άρθρο 2, παράγραφος 1, στοιχείο δʹ, σημείο ii, του κανονισμού αυτού από την οποία προκύπτει ότι οι εκπομπές και οι απορρίψεις συνιστούν ταυτοχρόνως και εκλύσεις στο περιβάλλον.

(βλ. σκέψεις 60, 61, 63, 65-68)

4.      Η έννοια των πληροφοριών που αφορούν εκπομπές στο περιβάλλον, κατά το άρθρο 6, παράγραφος 1, πρώτη περίοδος, του κανονισμού 1367/2006, για την εφαρμογή στα όργανα και τους οργανισμούς της Κοινότητας των διατάξεων της σύμβασης του Århus σχετικά με την πρόσβαση στις πληροφορίες, τη συμμετοχή του κοινού στη λήψη αποφάσεων και την πρόσβαση στη δικαιοσύνη για περιβαλλοντικά θέματα, δεν μπορεί να περιορίζεται αποκλειστικώς στις πληροφορίες σχετικά με τις εκπομπές που πράγματι απελευθερώνονται στο περιβάλλον κατά την εφαρμογή του επίμαχου φυτοπροστατευτικού προϊόντος ή της επίμαχης δραστικής ουσίας στα φυτά ή στο έδαφος, και οι οποίες εξαρτώνται μεταξύ άλλων από τις ποσότητες του προϊόντος που χρησιμοποιούνται στην πράξη από τους γεωργούς καθώς και από την ακριβή σύνθεση του τελικού προϊόντος που διατίθεται στο εμπόριο.

Επομένως, στην εν λόγω έννοια εμπίπτουν και οι πληροφορίες σχετικά με τις δυνάμενες να προβλεφθούν εκπομπές του επίμαχου φυτοπροστατευτικού προϊόντος ή της επίμαχης δραστικής ουσίας στο περιβάλλον, υπό φυσιολογικές ή ρεαλιστικές συνθήκες χρήσεως του προϊόντος ή της ουσίας αυτής αντιστοιχούσες σε εκείνες για τις οποίες χορηγείται η άδεια κυκλοφορίας στην αγορά και επικρατούσες στη ζώνη στην οποία προορίζεται να χρησιμοποιηθεί το προϊόν ή η ουσία αυτή. Πράγματι, μολονότι η διάθεση ενός προϊόντος ή μιας ουσίας στην αγορά γενικώς δεν αρκεί ώστε να θεωρηθεί ότι το προϊόν αυτό ή η ουσία αυτή θα απορριφθεί οπωσδήποτε στο περιβάλλον και ότι οι σχετικές με το προϊόν αυτό ή την ουσία αυτή πληροφορίες αφορούν εκπομπές στο περιβάλλον, τα πράγματα έχουν διαφορετικά σε σχέση με ένα προϊόν, όπως τα φυτοπροστατευτικά προϊόντα, και τις ουσίες που το προϊόν αυτό περιέχει, οι οποίες, στο πλαίσιο φυσιολογικής χρήσεως, προορίζονται να απελευθερωθούν στο περιβάλλον λόγω αυτής καθαυτήν της λειτουργίας τους. Στην περίπτωση αυτή, οι δυνάμενες να προβλεφθούν, υπό φυσιολογικές ή ρεαλιστικές συνθήκες χρήσεως, εκπομπές του επίμαχου προϊόντος ή των ουσιών που το προϊόν αυτό περιέχει στο περιβάλλον δεν έχουν υποθετικό χαρακτήρα και εμπίπτουν στην κατά το άρθρο 6, παράγραφος 1, πρώτη περίοδος, του κανονισμού 1367/2006 έννοια των εκπομπών στο περιβάλλον.

(βλ. σκέψεις 73-75)

5.      Δεν αρκεί μια πληροφορία να εμφανίζει αρκούντως άμεσο σύνδεσμο με τις εκπομπές στο περιβάλλον για να εμπίπτει στον όρο πληροφορίες που αφορούν εκπομπές στο περιβάλλον, κατά την έννοια του άρθρου 6, παράγραφος 1, πρώτη περίοδος, του κανονισμού 1367/2006, για την εφαρμογή στα όργανα και τους οργανισμούς της Κοινότητας των διατάξεων της σύμβασης του Århus σχετικά με την πρόσβαση στις πληροφορίες, τη συμμετοχή του κοινού στη λήψη αποφάσεων και την πρόσβαση στη δικαιοσύνη για περιβαλλοντικά θέματα. Ειδικότερα, από το γράμμα της διατάξεως προκύπτει ότι αυτή αναφέρεται στις πληροφορίες που αφορούν εκπομπές στο περιβάλλον, δηλαδή στις πληροφορίες εκείνες που έχουν ως αντικείμενο ή είναι σχετικές με τέτοιες εκπομπές, και όχι στις πληροφορίες οι οποίες παρουσιάζουν άμεσο ή έμμεσο σύνδεσμο με τις εκπομπές στο περιβάλλον. Η ερμηνεία αυτή επιβεβαιώνεται από το άρθρο 4, παράγραφος 4, πρώτο εδάφιο, στοιχείο δʹ, της Συμβάσεως του Århus που αναφέρεται στις πληροφορίες σχετικά με εκπομπές.

Δεδομένου του επιδιωκόμενου από το άρθρο 6, παράγραφος 1, πρώτη περίοδος, του κανονισμού 1367/2006 σκοπού διασφαλίσεως της καταρχήν προσβάσεως στις πληροφορίες που αφορούν εκπομπές στο περιβάλλον, ο όρος αυτός πρέπει να νοείται υπό την έννοια ότι καλύπτει ιδίως τα δεδομένα που παρέχουν στο κοινό τη δυνατότητα να γνωρίζει τι απορρίπτεται πράγματι στο περιβάλλον, ή είναι προβλέψιμο ότι θα απορριφθεί στο περιβάλλον υπό φυσιολογικές ή ρεαλιστικές συνθήκες χρήσεως του επίμαχου προϊόντος ή ουσίας, αντιστοιχούσες σε εκείνες για τις οποίες χορηγείται η άδεια κυκλοφορίας του προϊόντος ή της ουσίας αυτής στην αγορά και επικρατούσες στη ζώνη στην οποία προορίζεται να χρησιμοποιηθεί το εν λόγω προϊόν ή ουσία. Επομένως, ο εν λόγω όρος πρέπει να ερμηνεύεται υπό την έννοια ότι εμπερικλείει μεταξύ άλλων τα στοιχεία που αφορούν τη φύση, τη σύνθεση, την ποσότητα, την ημερομηνία και τον τόπο πραγματοποιήσεως των, πραγματικών ή δυνάμενων υπό τις ως άνω συνθήκες να προβλεφθούν, εκπομπών του εν λόγω προϊόντος ή της εν λόγω ουσίας.

Στον όρο πληροφορίες που αφορούν εκπομπές στο περιβάλλον πρέπει επίσης να συμπεριληφθούν οι πληροφορίες που παρέχουν τη δυνατότητα στο κοινό να ελέγξει κατά πόσον η αξιολόγηση των πραγματικών ή δυνάμενων να προβλεφθούν εκπομπών, βάσει της οποίας η αρμόδια αρχή ενέκρινε το επίμαχο προϊόν ή η επίμαχη ουσία, είναι ορθή, καθώς και τα δεδομένα που αφορούν τις επιπτώσεις των εκπομπών αυτών στο περιβάλλον. Ειδικότερα, από την αιτιολογική σκέψη 2 του κανονισμού 1367/2006 προκύπτει κατ’ ουσίαν ότι η κατοχυρούμενη από τον ως άνω κανονισμό πρόσβαση στις περιβαλλοντικές πληροφορίες αποσκοπεί ιδίως στο να ενθαρρύνει την ουσιαστικότερη συμμετοχή του κοινού στη διαδικασία λήψεως αποφάσεων, ούτως ώστε να εντείνει την υποχρέωση λογοδοσίας των αρμόδιων αρχών όσον αφορά τη λήψη αποφάσεων ενώ παράλληλα συμβάλλει στην ευαισθητοποίηση του κοινού και τη στήριξη των λαμβανομένων αποφάσεων. Για να μπορεί όμως να ελέγχει κατά πόσον οι αποφάσεις των αρμοδίων αρχών σε περιβαλλοντικά θέματα είναι θεμελιωμένες και να μετέχει αποτελεσματικά στη διαδικασία λήψεως αποφάσεων σε περιβαλλοντικά θέματα, το κοινό πρέπει να έχει πρόσβαση στις πληροφορίες που του επιτρέπουν να επαληθεύει κατά πόσον οι εκπομπές αξιολογήθηκαν ορθώς και να έχει λογικά τη δυνατότητα να αντιληφθεί τον τρόπο με τον οποίο το περιβάλλον κινδυνεύει να επηρεασθεί από τις εν λόγω εκπομπές.

(βλ. σκέψεις 78-80, 82)