Language of document : ECLI:EU:C:2017:434

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (δεύτερο τμήμα)

της 8ης Ιουνίου 2017 (*)

«Προδικαστική παραπομπή – Διανοητική ιδιοκτησία – Σήμα της Ευρωπαϊκής Ένωσης – Κανονισμός (ΕΚ) 207/2009 – Άρθρα 9 και 15 – Κατάθεση του σημείου άνθος βάμβακος από σωματείο – Καταχώριση ως ατομικού σήματος – Παραχώρηση αδειών χρήσεως του σήματος αυτού στους κατασκευαστές προϊόντων κλωστοϋφαντουργίας από βαμβάκι οι οποίοι είναι μέλη του σωματείου – Αίτηση κηρύξεως ακυρότητας ή εκπτώσεως – Έννοια της “ουσιαστικής χρήσης” – Βασική λειτουργία δηλωτική της προελεύσεως»

Στην υπόθεση C‑689/15,

με αντικείμενο αίτηση προδικαστικής αποφάσεως δυνάμει του άρθρου 267 ΣΛΕΕ, που υπέβαλε το Oberlandesgericht Düsseldorf (εφετείο Ντύσελντορφ, Γερμανία) με απόφαση της 15ης Δεκεμβρίου 2015, η οποία περιήλθε στο Δικαστήριο στις 21 Δεκεμβρίου 2015, στο πλαίσιο της δίκης

W. F. Gözze Frottierweberei GmbH,

Wolfgang Gözze

κατά

Verein Bremer Baumwollbörse,

ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ (δεύτερο τμήμα),

συγκείμενο από τους M. Ilešič (εισηγητή), πρόεδρο τμήματος, A. Prechal, A. Rosas, C. Toader και E. Jarašiūnas, δικαστές,

γενικός εισαγγελέας: M. Wathelet

γραμματέας: X. Lopez Bancalari, διοικητικός υπάλληλος,

έχοντας υπόψη την έγγραφη διαδικασία και κατόπιν της επ’ ακροατηρίου συζητήσεως της 19ης Οκτωβρίου 2016,

λαμβάνοντας υπόψη τις παρατηρήσεις που υπέβαλαν:

–        η W. F. Gözze Frottierweberei GmbH και ο W. Gözze, εκπροσωπούμενοι από τις M. Hermans και I. Heß, Rechtsanwältinnen,

–        το Verein Bremer Baumwollbörse, εκπροσωπούμενο από τον C. Opatz, Rechtsanwalt,

–        η Γερμανική Κυβέρνηση, εκπροσωπούμενη από τους M. Hellmann, T. Henze και J. Techert,

–        η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, εκπροσωπούμενη από τον T. Scharf και την J. Samnadda,

αφού άκουσε τον γενικό εισαγγελέα που ανέπτυξε τις προτάσεις του κατά τη συνεδρίαση της 1ης Δεκεμβρίου 2016,

εκδίδει την ακόλουθη

Απόφαση

1        Η αίτηση προδικαστικής αποφάσεως αφορά την ερμηνεία του κανονισμού (ΕΚ) 207/2009 του Συμβουλίου, της 26ης Φεβρουαρίου 2009, για το σήμα της ΕΕ (ΕΕ 2009, L 78, σ. 1).

2        Η αίτηση αυτή υποβλήθηκε στο πλαίσιο ένδικης διαφοράς μεταξύ, αφενός, των W. F. Gözze Frottierweberei GmbH (στο εξής: Gözze) και Wolfgang Gözze και, αφετέρου, του Verein Bremer Baumwollbörse (στο εξής: VBB) με αντικείμενο τη χρήση από την Gözze ενός σημείου παρόμοιου προς σήμα της Ευρωπαϊκής Ένωσης δικαιούχος του οποίου είναι το VBB και το κατά πόσον υφίσταται ουσιαστική χρήση του σήματος αυτού.

 Το νομικό πλαίσιο

3        Ο κανονισμός 207/2009 τροποποιήθηκε από τον κανονισμό (ΕΕ) 2015/2424 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 16ης Δεκεμβρίου 2015 (ΕΕ 2015, L 341, σ. 21), ο οποίος τέθηκε σε ισχύ στις 23 Μαρτίου 2016. Λαμβανομένου όμως υπόψη του χρονικού σημείου κατά το οποίο έλαβαν χώρα τα πραγματικά περιστατικά της διαφοράς της κύριας δίκης, η υπό κρίση αίτηση προδικαστικής αποφάσεως εξετάζεται βάσει του κανονισμού 207/2009 όπως ίσχυε πριν από την τροποποίηση αυτή.

4        Το άρθρο 4 του κανονισμού 207/2009 έχει ως εξής:

«Μπορεί να αποτελέσει […] σήμα [της Ευρωπαϊκής Ένωσης] οποιοδήποτε σημείο επιδεκτικό γραφικής παράστασης, ιδίως λέξεις, συμπεριλαμβανομένων των ονομάτων των προσώπων, σχέδια, γράμματα, αριθμοί, το σχήμα προϊόντος ή της συσκευασίας του, υπό την προϋπόθεση ότι τα σημεία αυτά είναι ικανά, από τη φύση τους, να διακρίνουν τα προϊόντα ή τις υπηρεσίες μιας επιχείρησης από τα προϊόντα ή τις υπηρεσίες άλλων επιχειρήσεων.».

5        Το άρθρο 7, παράγραφος 1, του εν λόγω κανονισμού ορίζει τα εξής:

«Δεν γίνονται δεκτά για καταχώριση:

α)      τα σημεία που δεν πληρούν τους όρους του άρθρου 4·

β)      τα σήματα που στερούνται διακριτικού χαρακτήρα·

γ)      τα σήματα που αποτελούνται αποκλειστικά από σημεία ή ενδείξεις που μπορούν να χρησιμεύσουν, στο εμπόριο, προς δήλωση του είδους, της ποιότητας, της ποσότητας, του προορισμού, της αξίας, της γεωγραφικής προέλευσης ή του χρόνου παραγωγής του προϊόντος ή της παροχής της υπηρεσίας ή άλλων χαρακτηριστικών του προϊόντος ή της υπηρεσίας·

δ)      τα σήματα που συνίστανται αποκλειστικά από σημεία ή ενδείξεις τα οποία έχουν καταστεί συνήθη στην καθημερινή γλώσσα ή στη θεμιτή και πάγια πρακτική του εμπορίου·

[…]

ζ)      τα σήματα που θα μπορούσαν να παραπλανήσουν το κοινό, για παράδειγμα ως προς τη φύση, την ποιότητα ή τη γεωγραφική προέλευση του προϊόντος ή της υπηρεσίας·

[…]».

6        Το άρθρο 9, παράγραφος 1, του ίδιου κανονισμού έχει ως εξής:

«Το […] σήμα [της Ευρωπαϊκής Ένωσης] παρέχει στον δικαιούχο αποκλειστικό δικαίωμα. Ο δικαιούχος δικαιούται να απαγορεύει σε κάθε τρίτο να χρησιμοποιεί στις συναλλαγές, χωρίς τη συγκατάθεσή του:

α)      κάθε σημείο που ταυτίζεται με το […] σήμα [της Ευρωπαϊκής Ένωσης] για προϊόντα ή υπηρεσίες που ταυτίζονται με εκείνες για τις οποίες το σήμα έχει καταχωρισθεί·

β)      κάθε σημείο για το οποίο, λόγω του ταυτοσήμου ή της ομοιότητάς του με το […] σήμα [της Ευρωπαϊκής Ένωσης] και του ταυτοσήμου ή της ομοιότητας των προϊόντων ή υπηρεσιών οι οποίες καλύπτονται από το […] σήμα [της Ευρωπαϊκής Ένωσης] και το σημείο, υπάρχει κίνδυνος σύγχυσης από μέρους του κοινού· ο κίνδυνος σύγχυσης περιλαμβάνει και τον κίνδυνο συσχέτισης μεταξύ σημείου και σήματος·

[…]».

7        Το άρθρο 15 του κανονισμού 207/2009 έχει ως εξής:

«1.      Εάν, εντός προθεσμίας πέντε ετών από την καταχώριση, ο δικαιούχος δεν έχει κάνει ουσιαστική χρήση του […] σήματος [της Ευρωπαϊκής Ένωσης] μέσα στην [Ένωση] για τα προϊόντα ή τις υπηρεσίες για τις οποίες αυτό έχει καταχωρισθεί, ή εάν έχει αναστείλει τη χρήση του επί μια συνεχή πενταετία, το […] σήμα [της Ευρωπαϊκής Ένωσης] υπόκειται στις κυρώσεις που προβλέπονται στον παρόντα κανονισμό, εκτός εάν υπάρχει εύλογος αιτία για τη μη χρήση.

[…]

2.      Η χρήση του […] σήματος [της Ευρωπαϊκής Ένωσης] με τη συγκατάθεση του δικαιούχου θεωρείται ότι γίνεται από τον δικαιούχο.»

8        Το άρθρο 22, παράγραφος 1, του κανονισμού ορίζει τα εξής:

«Είναι δυνατόν να παραχωρηθούν άδειες χρήσης […] σήματος [της Ευρωπαϊκής Ένωσης] για το σύνολο ή μέρος των προϊόντων ή υπηρεσιών για τα οποία έχει καταχωρισθεί και για το σύνολο ή τμήμα της [Ένωσης]. […]»

9        Το άρθρο 51, παράγραφος 1, του εν λόγω κανονισμού έχει ως εξής:

«Ο δικαιούχος του […] σήματος [της Ευρωπαϊκής Ένωσης] κηρύσσεται έκπτωτος των δικαιωμάτων του, μετά από αίτηση που υποβάλλεται στο [Γραφείο Διανοητικής Ιδιοκτησίας της Ευρωπαϊκής Ένωσης (EUIPO)] ή μετά από ανταγωγή στα πλαίσια αγωγής για παραποίηση/απομίμηση:

α)      εάν, επί διάστημα πέντε συνεχών ετών, δεν έχει γίνει ουσιαστική χρήση του σήματος στην [Ένωση] για τα προϊόντα ή τις υπηρεσίες για τις οποίες έχει καταχωρισθεί και δεν υπάρχει εύλογη αιτία για τη μη χρήση […]·

β)      εάν το σήμα, συνεπεία ενεργειών ή αδράνειας του δικαιούχου, έχει καταστεί συνήθης εμπορική ονομασία προϊόντος ή υπηρεσίας για την οποία έχει καταχωρισθεί·

γ)      εάν το σήμα, λόγω της χρήσης που γίνεται από τον δικαιούχο, ή με τη συγκατάθεσή του, για τα προϊόντα ή τις υπηρεσίες για τις οποίες έχει καταχωρισθεί, ενδέχεται να παραπλανήσει το κοινό, ιδίως ως προς τη φύση, την ποιότητα ή τη γεωγραφική προέλευση των προϊόντων ή υπηρεσιών αυτών.»

10      Το άρθρο 52, παράγραφος 1, του ίδιου κανονισμού έχει ως εξής:

«Ένα […] σήμα [της Ευρωπαϊκής Ένωσης] κηρύσσεται άκυρο, μετά από αίτηση που υποβάλλεται στο [EUIPO] ή μετά από άσκηση ανταγωγής στα πλαίσια αγωγής για παραποίηση/απομίμηση:

α)      εάν το […] σήμα [της Ευρωπαϊκής Ένωσης] δεν καταχωρίσθηκε σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 7·

[…]».

11      Το άρθρο 66 του κανονισμού 207/2009 ορίζει τα εξής:

«1.      Συλλογικά […] σήματα [της Ευρωπαϊκής Ένωσης] δύνανται να αποτελέσουν τα […] σήματα [της Ευρωπαϊκής Ένωσης] που προσδιορίζονται ως συλλογικά κατά την κατάθεση και είναι ικανά να διακρίνουν τα προϊόντα ή τις υπηρεσίες των μελών της δικαιούχου οργάνωσης του σήματος από εκείνα άλλων επιχειρήσεων. […]

2.      Κατά παρέκκλιση από το άρθρο 7 παράγραφος 1 στοιχείο γ), συλλογικά […] σήματα [της Ευρωπαϊκής Ένωσης] κατά την έννοια της παραγράφου 1 μπορούν να αποτελέσουν σημεία ή ενδείξεις που δύνανται να χρησιμεύσουν στο εμπόριο για δήλωση της γεωγραφικής προέλευσης των προϊόντων ή των υπηρεσιών. Το συλλογικό σήμα δεν επιτρέπει στον δικαιούχο να απαγορεύει στους τρίτους τη χρήση στις συναλλαγές τέτοιων σημείων ή ενδείξεων, εφόσον αυτή η χρήση γίνεται σύμφωνα με τα χρηστά συναλλακτικά ήθη που ισχύουν στη βιομηχανία ή το εμπόριο· ειδικότερα, αυτό το σήμα δεν μπορεί να αντιταχθεί σε τρίτο που έχει δικαίωμα να χρησιμοποιεί γεωγραφική ονομασία.

3.      Ο παρών κανονισμός εφαρμόζεται στα συλλογικά […] σήματα [της Ευρωπαϊκής Ένωσης], εκτός αν τα άρθρα 67 έως 74 προβλέπουν άλλως.»

12      Το άρθρο 67 του κανονισμού έχει ως εξής:

«1.      Ο καταθέτης συλλογικού […] σήματος [της Ευρωπαϊκής Ένωσης] πρέπει να υποβάλει κανονισμό χρήσης του σήματος εντός της ταχθείσας προθεσμίας.

2.      Ο κανονισμός χρήσης αναφέρει τα πρόσωπα που δικαιούνται να χρησιμοποιούν τα σήμα, τους όρους συμμετοχής στην οργάνωση, καθώς και τις προϋποθέσεις χρήσης του σήματος, εφόσον υπάρχουν, συμπεριλαμβανομένων των σχετικών κυρώσεων. Ο κανονισμός χρήσης σήματος που αναφέρεται στο άρθρο 66 παράγραφος 2 πρέπει να επιτρέπει σε κάθε πρόσωπο τα προϊόντα ή οι υπηρεσίες του οποίου προέρχονται από την εν λόγω γεωγραφική ζώνη να καθίσταται μέλος της οργάνωσης που είναι δικαιούχος του σήματος.

[…]»

13      Το άρθρο 71 του εν λόγω κανονισμού ορίζει τα εξής:

«1.      Ο δικαιούχος του συλλογικού […] σήματος [της Ευρωπαϊκής Ένωσης] πρέπει να υποβάλει στο [EUIPO] κάθε τροποποιημένο κανονισμό χρήσης.

2.      Η τροποποίηση δεν σημειώνεται στο μητρώο, εάν ο τροποποιημένος κανονισμός χρήσης δεν πληροί τις προϋποθέσεις του άρθρου 67 ή συντρέχει ένας από τους λόγους απόρριψης […]

[…]».

14      Το άρθρο 73 του ίδιου κανονισμού έχει ως εξής:

«Εκτός από τους λόγους έκπτωσης που προβλέπονται στο άρθρο 51, ο δικαιούχος συλλογικού […] σήματος [της Ευρωπαϊκής Ένωσης] κηρύσσεται έκπτωτος των δικαιωμάτων του μετά από αίτηση που υποβάλλεται στο [EUIPO] ή κατόπιν ανταγωγής που ασκείται στα πλαίσια αγωγής για παραποίηση/απομίμηση, εάν:

α)      ο δικαιούχος δεν λαμβάνει εύλογα μέτρα για να αποτρέψει χρήση του σήματος η οποία δεν συμβιβάζεται με τους όρους χρήσης που προβλέπει ο κανονισμός χρήσης, η τροποποίηση του οποίου έχει, ενδεχομένως, σημειωθεί στο μητρώο·

[…]

γ)      η τροποποίηση του κανονισμού χρήσης σημειώθηκε στο μητρώο αντίθετα προς το άρθρο 71 παράγραφος 2, εκτός αν ο δικαιούχος του σήματος, μετά από νέα τροποποίηση του κανονισμού χρήσης, συμμορφωθεί με τις απαιτήσεις των διατάξεων αυτών.»

15      Ο κανονισμός 207/2009, όπως τροποποιήθηκε από τον κανονισμό 2015/2424, περιλαμβάνει νέο τμήμα με τίτλο «Σήματα πιστοποίησης της ΕΕ», το οποίο αποτελείται από τα άρθρα 74α έως 74ια του κανονισμού 207/2009.

16      Το άρθρο 74α έχει ως εξής:

«1.      Σήμα πιστοποίησης της ΕΕ είναι το σήμα της ΕΕ που προσδιορίζεται κατ’ αυτόν τον τρόπο κατά την κατάθεση της αίτησης του σήματος και είναι ικανό να διακρίνει τα προϊόντα ή τις υπηρεσίες που πιστοποιούνται από τον δικαιούχο του σήματος όσον αφορά το υλικό, τον τρόπο παρασκευής των προϊόντων ή παροχής των υπηρεσιών, την ποιότητα, την ακρίβεια ή άλλα χαρακτηριστικά, εξαιρέσει της γεωγραφικής προέλευσης, από προϊόντα και υπηρεσίες που δεν έχουν την ανωτέρω πιστοποίηση.

2.      Κάθε φυσικό ή νομικό πρόσωπο, συμπεριλαμβανομένων των οργανισμών, αρχών και φορέων δημοσίου δικαίου, μπορεί να υποβάλει αίτηση για σήματα πιστοποίησης της ΕΕ υπό την προϋπόθεση ότι το εν λόγω πρόσωπο δεν ασκεί επιχειρηματική δραστηριότητα που περιλαμβάνει την παροχή του είδους των προϊόντων ή υπηρεσιών που πιστοποιούνται.

[…]»

17      Κατά το άρθρο 4 του κανονισμού 2015/2424, οι διατάξεις που διαλαμβάνονται στις σκέψεις 15 και 16 της παρούσας αποφάσεως θα εφαρμόζονται κατά τα ουσιώδη σημεία τους από 1ης Οκτωβρίου 2017.

 Η διαφορά της κύριας δίκης και τα προδικαστικά ερωτήματα

18      Το VBB είναι σωματείο το οποίο ασκεί διάφορες δραστηριότητες σχετικές με το βαμβάκι. Είναι δικαιούχος του ακόλουθου εικονιστικού σήματος της Ευρωπαϊκής Ένωσης, καταχωρισθέντος στις 22 Μαΐου 2008 για προϊόντα ιδίως κλωστοϋφαντουργίας (στο εξής: σήμα άνθος βάμβακος):

Image not found

19      Από την υποβληθείσα στο Δικαστήριο δικογραφία και από τις εξηγήσεις που παρασχέθηκαν κατά την ενώπιόν του επ’ ακροατηρίου συζήτηση προκύπτει ότι, επί πολλές δεκαετίες πριν από την καταχώριση αυτή, το ως άνω εικονιστικό σημείο (στο εξής: σημείο άνθος βάμβακος) χρησιμοποιήθηκε από τους κατασκευαστές προϊόντων κλωστοϋφαντουργίας από ίνες βάμβακος για να πιστοποιεί τη σύνθεση και την ποιότητα των προϊόντων τους.

20      Από την εν λόγω καταχώριση και εφεξής, το VBB έχει συνάψει συμβάσεις παραχωρήσεως άδειας χρήσεως του σήματός του άνθος βάμβακος με τις επιχειρήσεις που είναι μέλη του. Οι επιχειρήσεις αυτές δεσμεύονται να χρησιμοποιούν το σήμα μόνο για προϊόντα από καλής ποιότητας ίνες βάμβακος. Το VBB μπορεί να ελέγχει την τήρηση της δεσμεύσεως αυτής.

21      Η Gözze, της οποίας διαχειριστής είναι ο W. Gözze, δεν είναι μέλος του VBB και δεν έχει συνάψει σύμβαση παραχωρήσεως άδειας χρήσεως με το σωματείο αυτό, κατασκευάζει δε προϊόντα κλωστοϋφαντουργίας από ίνες βάμβακος και θέτει επί των προϊόντων αυτών το σημείο άνθος βάμβακος εδώ και πολλές δεκαετίες.

22      Στις 11 Φεβρουαρίου 2014, το VBB άσκησε κατά της Gözze και του W. Gözze αγωγή για παραποίηση/απομίμηση ενώπιον του αρμόδιου δικαστηρίου σημάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, του Landgericht Düsseldorf (πρωτοδικείου Ντύσελντορφ, Γερμανία), λόγω της εκ μέρους της Gözze διαθέσεως προς πώληση πετσετών επί των οποίων έχουν τεθεί κρεμαστές ετικέτες το οπίσθιο μέρος των οποίων αναπαρίσταται κατωτέρω:

Image not found

23      Στο πλαίσιο της δίκης αυτής, η Gözze άσκησε στις 14 Απριλίου 2014 ανταγωγή με αίτημα να κηρυχθεί η ακυρότητα του σήματος άνθος βάμβακος από τις 22 Μαΐου 2008 ή, επικουρικώς, να κηρυχθεί ο δικαιούχος του σήματος έκπτωτος των δικαιωμάτων του από τις 23 Μαΐου 2013.

24      Κατά την Gözze, το σημείο άνθος βάμβακος είναι αμιγώς περιγραφικό και ως εκ τούτου στερείται διακριτικού χαρακτήρα. Το σημείο αυτό δεν μπορεί να χρησιμεύσει ως ένδειξη προελεύσεως, δεν αποτέλεσε αντικείμενο, εντός της κατά το άρθρο 15 του κανονισμού 207/2009 προθεσμίας, ουσιαστικής χρήσεως από το VBB ή από τις επιχειρήσεις στις οποίες αυτό έχει παραχωρήσει σχετική άδεια, εν πάση δε περιπτώσει δεν έπρεπε να έχει καταχωρισθεί ως σήμα.

25      Με απόφαση της 19ης Νοεμβρίου 2014, το Landgericht Düsseldorf (πρωτοδικείο Ντύσελντορφ) δέχθηκε την αγωγή του VBB και απέρριψε την ανταγωγή της Gözze.

26      Το Landgericht Düsseldorf εκτίμησε ότι το εν λόγω σημείο δύναται να χρησιμεύσει ως ένδειξη προελεύσεως. Εξάλλου, δεδομένου του μεγάλου βαθμού ομοιότητας μεταξύ του σημείου άνθος βάμβακος το οποίο χρησιμοποιείται στις ετικέτες της Gözze και του σήματος άνθος βάμβακος του VBB, υπάρχει κίνδυνος συγχύσεως κατά την έννοια του άρθρου 9, παράγραφος 1, στοιχείο βʹ, του κανονισμού 207/2009.

27      Κατά της εν λόγω αποφάσεως η Gözze άσκησε έφεση ενώπιον του Oberlandesgericht Düsseldorf (εφετείου Ντύσελντορφ, Γερμανία).

28      Το Oberlandesgericht Düsseldorf (εφετείο Ντύσελντορφ) συμφωνεί μεν με τη διαπίστωση του πρωτοβάθμιου δικαστηρίου ότι το σημείο άνθος βάμβακος το οποίο θέτει η Gözze επί των προϊόντων της είναι σε μεγάλο βαθμό όμοιο με το σήμα άνθος βάμβακος του VBB, δεδομένου ότι διαφέρει από το σήμα αυτό μόνο ως προς το χρώμα στο οποίο εκτυπώνεται συνήθως από την Gözze.

29      Το τελευταίο αυτό δικαστήριο εκτιμά όμως ότι η χρήση από την Gözze του σημείου άνθος βάμβακος για πανομοιότυπα προϊόντα δεν σημαίνει οπωσδήποτε ότι η αγωγή για παραποίηση/απομίμηση την οποία άσκησε το VBB είναι βάσιμη. Ειδικότερα, το κοινό εκλαμβάνει πρωτίστως το σημείο αυτό καθώς και το σήμα άνθος βάμβακος ως «σήμα ποιότητας». Υπ’ αυτές τις συνθήκες, θα μπορούσε να θεωρηθεί ότι η χρήση του επίμαχου σημείου και του επίμαχου σήματος δεν μεταδίδει κάποιο μήνυμα όσον αφορά την προέλευση των οικείων προϊόντων. Τούτο θα μπορούσε να επάγεται, αφενός, ότι το VBB πρέπει να εκπέσει από τα δικαιώματά του επί του σήματος άνθος βάμβακος λόγω απουσίας «ουσιαστικής χρήσης» κατά την έννοια του άρθρου 15, παράγραφος 1, του κανονισμού 207/2009 και, αφετέρου, ότι η Gözze δεν έχει προβεί σε παραποίηση/απομίμηση.

30      Το Oberlandesgericht Düsseldorf (εφετείο Ντύσελντορφ) διερωτάται εξάλλου αν, υπό περιστάσεις όπως οι επίδικες στην κύρια δίκη, πρέπει να θεωρείται ότι το σήμα θα μπορούσε να παραπλανήσει το κοινό, κατά την έννοια του άρθρου 7, παράγραφος 1, στοιχείο ζʹ, του ως άνω κανονισμού. Ειδικότερα, εν προκειμένω, το VBB μόνο κατ’ εξαίρεση ελέγχει την ποιότητα των προϊόντων που διαθέτουν προς πώληση οι κάτοχοι αδείας χρήσεως του σήματός του.

31      Το δικαστήριο αυτό εκτιμά, τέλος, ότι θα μπορούσε ίσως να εξεταστεί το ενδεχόμενο να εξομοιωθεί η χρήση ενός ατομικού σήματος της Ευρωπαϊκής Ένωσης όπως είναι το σήμα άνθος βάμβακος προς τη χρήση συλλογικού σήματος της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Έτσι θα μπορούσε να θεωρηθεί, βάσει των αρχών που ισχύουν για τα συλλογικά σήματα, ότι η επίθεση τέτοιου σήματος σε προϊόντα χρησιμεύει ως ένδειξη προελεύσεως όταν το κοινό τη συνδέει με την προσδοκία διενέργειας ποιοτικών ελέγχων εκ μέρους του δικαιούχου του σήματος. Αν η συλλογιστική αυτή γινόταν δεκτή από το Δικαστήριο, θα ήταν ενδεχομένως δυνατό να εφαρμοσθεί εν συνεχεία αναλογικώς το άρθρο 73, στοιχείο αʹ, του κανονισμού 207/2009, κατά το οποίο ο δικαιούχος ενός τέτοιου σήματος πρέπει να κηρυχθεί έκπτωτος των δικαιωμάτων του αν δεν λαμβάνει τα μέτρα που είναι εύλογα για την αποτροπή χρήσεως του σήματος η οποία δεν συμβιβάζεται με τους όρους χρήσεως τους οποίους προβλέπει ο κανονισμός χρήσεως.

32      Υπ’ αυτές τις συνθήκες, το Oberlandesgericht Düsseldorf (εφετείο Ντύσελντορφ) αποφάσισε να αναστείλει τη διαδικασία και να υποβάλει στο Δικαστήριο τα ακόλουθα προδικαστικά ερωτήματα:

«1)      Μπορεί η χρήση ατομικού σήματος ως σήματος ποιότητας να αποτελεί χρήση του ως σήματος, κατά την έννοια του άρθρου 9, παράγραφος 1, και του άρθρου 15, παράγραφος 1, του κανονισμού 207/2009, όσον αφορά τα προϊόντα για τα οποία χρησιμοποιείται το σήμα ποιότητας;

2)      Σε περίπτωση καταφατικής απαντήσεως στο πρώτο ερώτημα: Πρέπει ένα τέτοιο σήμα να κηρυχθεί άκυρο, βάσει του άρθρου 52, παράγραφος 1, στοιχείο αʹ, σε συνδυασμό με το άρθρο 7, παράγραφος 1, στοιχείο ζʹ, του κανονισμού 207/2009 ή ο δικαιούχος του να κηρυχθεί έκπτωτος των δικαιωμάτων του, κατ' ανάλογη εφαρμογή του άρθρου 73, στοιχείο γʹ, του ίδιου κανονισμού, σε περίπτωση που ο εν λόγω δικαιούχος του σήματος δεν διασφαλίζει την τήρηση των, κατά την αντίληψη των συναλλαγών, προσδοκώμενων σε σχέση με το εν λόγω σημείο προδιαγραφών ποιότητας μέσω της διεξαγωγής τακτικών ποιοτικών ελέγχων στους κατόχους αδείας χρήσεως του σήματός του;»

 Επί των προδικαστικών ερωτημάτων

 Επί του πρώτου ερωτήματος

33      Με το πρώτο ερώτημά του, το αιτούν δικαστήριο ζητεί, κατ’ ουσίαν, να διευκρινισθεί αν το άρθρο 15, παράγραφος 1, του κανονισμού 207/2009 πρέπει να ερμηνευθεί υπό την έννοια ότι η επίθεση, από τον δικαιούχο ή με τη συγκατάθεσή του, ατομικού σήματος της Ευρωπαϊκής Ένωσης σε προϊόντα ως σήματος ποιότητας συνιστά χρήση του ως σήματος η οποία εμπίπτει στην κατά τη διάταξη αυτή έννοια της «ουσιαστικής χρήσης», κατά τρόπον ώστε ο δικαιούχος του σήματος αυτού να εξακολουθεί να έχει την εξουσία να απαγορεύσει, δυνάμει του άρθρου 9, παράγραφος 1, στοιχείο βʹ, του ως άνω κανονισμού, την επίθεση από τρίτον παρόμοιου σημείου σε πανομοιότυπα προϊόντα εφόσον υπάρχει ο κατά την τελευταία αυτή διάταξη κίνδυνος συγχύσεως.

34      Από το άρθρο 9, παράγραφος 1, στοιχείο βʹ, του κανονισμού 207/2009 προκύπτει σαφώς ότι, σε περίπτωση όπως αυτή της κύριας δίκης, στην οποία είναι αναμφισβήτητο ότι τρίτος, δηλαδή η Gözze, χρησιμοποιεί στις συναλλαγές, χωρίς τη συγκατάθεση του δικαιούχου του σήματος, σημείο που εμφανίζει ομοιότητα προς το σήμα αυτό για πανομοιότυπα προϊόντα, ο ως άνω δικαιούχος έχει εξουσία να απαγορεύσει τη χρήση αυτή αν δημιουργεί κίνδυνο συγχύσεως του κοινού.

35      Τούτο συμβαίνει όταν υπάρχει κίνδυνος να πιστέψει το κοινό ότι τα προϊόντα ή οι υπηρεσίες που προσδιορίζονται από το σημείο το οποίο χρησιμοποιεί ο τρίτος και τα προϊόντα ή οι υπηρεσίες που προσδιορίζονται από το σήμα προέρχονται από την ίδια επιχείρηση ή, ενδεχομένως, από οικονομικώς συνδεόμενες μεταξύ τους επιχειρήσεις (βλ., μεταξύ άλλων, αποφάσεις της 6ης Οκτωβρίου 2005, Medion, C‑120/04, EU:C:2005:594, σκέψη 26· της 10ης Απριλίου 2008, adidas και adidas Benelux, C‑102/07, EU:C:2008:217, σκέψη 28, και της 25ης Μαρτίου 2010, BergSpechte, C‑278/08, EU:C:2010:163, σκέψη 38).

36      Δεδομένου του υψηλού βαθμού ομοιότητας μεταξύ του σημείου άνθος βάμβακος που τίθεται επί των προϊόντων κλωστοϋφαντουργίας από βαμβάκι που διατίθενται προς πώληση από την Gözze και του σήματος άνθος βάμβακος που τίθεται επί τέτοιων προϊόντων τα οποία διαθέτουν προς πώληση οι κάτοχοι αδείας του VBB, το αιτούν δικαστήριο διαπιστώνει ευθύς εξαρχής, στην αίτησή του προδικαστικής αποφάσεως, ότι υπάρχει κίνδυνος συγχύσεως μεταξύ του σημείου και του σήματος. Διερωτάται όμως μήπως, λόγω ελλείψεως «ουσιαστικής χρήσης» κατά την έννοια του άρθρου 15, παράγραφος 1, του κανονισμού 207/2009, το VBB δεν μπορεί πλέον να επικαλεσθεί το εν λόγω σήμα. Ειδικότερα, σε μια τέτοια περίπτωση, το αιτούν δικαστήριο προτίθεται να δεχτεί την ανταγωγή της Gözze με την οποία ζητείται να κηρυχθεί ο δικαιούχος του σήματος άνθος βάμβακος έκπτωτος των δικαιωμάτων του.

37      Σε ό,τι αφορά το εν λόγω άρθρο 15, παράγραφος 1, κατά πάγια νομολογία το σήμα αποτελεί αντικείμενο «ουσιαστικής χρήσης», κατά την έννοια της διατάξεως αυτής, όταν χρησιμοποιείται, σύμφωνα με τη βασική του λειτουργία, που είναι η εγγύηση της ταυτότητας προελεύσεως των προϊόντων ή υπηρεσιών για τα οποία καταχωρίστηκε, με σκοπό την εξεύρεση ή διατήρηση δυνατοτήτων πωλήσεως των εν λόγω προϊόντων και υπηρεσιών, αποκλειομένης της συμβολικής χρήσεως που έχει ως μόνο σκοπό τη διατήρηση των δικαιωμάτων που παρέχει το σήμα (βλ., μεταξύ άλλων, αποφάσεις της 11ης Μαρτίου 2003, Ansul, C‑40/01, EU:C:2003:145, σκέψη 43· της 13ης Σεπτεμβρίου 2007, Il Ponte Finanziaria κατά ΓΕΕΑ, C‑234/06 P, EU:C:2007:514, σκέψη 72, και της 19ης Δεκεμβρίου 2012, Leno Merken, C‑149/11, EU:C:2012:816, σκέψη 29).

38      Εν προκειμένω, δεν αμφισβητείται ότι οι κάτοχοι αδείας του VBB θέτουν το σήμα άνθος βάμβακος στα προϊόντα τους με σκοπό την εξεύρεση ή διατήρηση δυνατοτήτων πωλήσεως των προϊόντων αυτών.

39      Το γεγονός όμως ότι το σήμα χρησιμοποιείται με σκοπό την εξεύρεση ή διατήρηση δυνατοτήτων πωλήσεως των προϊόντων ή υπηρεσιών για τα οποία καταχωρίστηκε, και όχι με μοναδικό σκοπό τη διατήρηση των δικαιωμάτων που παρέχει το σήμα, δεν αρκεί ώστε να διαπιστωθεί η ύπαρξη «ουσιαστικής χρήσης» κατά την έννοια του άρθρου 15, παράγραφος 1, του κανονισμού 207/2009.

40      Ειδικότερα, όπως εξέθεσε το Δικαστήριο στη νομολογία που υπενθυμίζεται στη σκέψη 37 της παρούσας αποφάσεως, είναι επίσης απαραίτητο η χρήση αυτή του σήματος να πραγματοποιείται σύμφωνα με τη βασική του λειτουργία.

41      Για τα ατομικά σήματα, η βασική αυτή λειτουργία συνίσταται στο να εγγυώνται στον καταναλωτή ή στον τελικό χρήστη την ταυτότητα προελεύσεως του προϊόντος ή της υπηρεσίας που προσδιορίζονται από το σήμα, παρέχοντάς του τη δυνατότητα να διακρίνει, χωρίς πιθανότητα συγχύσεως, το εν λόγω προϊόν ή υπηρεσία από εκείνα που έχουν άλλη καταγωγή. Ειδικότερα, για να μπορεί το σήμα να επιτελεί τη λειτουργία του ως ουσιώδες στοιχείο του συστήματος ανόθευτου ανταγωνισμού που η Συνθήκη επιδιώκει να καθιερώσει και να διατηρήσει, πρέπει να αποτελεί την εγγύηση ότι όλα τα προϊόντα ή οι υπηρεσίες που προσδιορίζει έχουν κατασκευαστεί ή παρασχεθεί υπό τον έλεγχο μίας και μόνον επιχειρήσεως, η οποία φέρει την ευθύνη για την ποιότητά τους (βλ., μεταξύ άλλων, αποφάσεις της 29ης Σεπτεμβρίου 1998, Canon, C‑39/97, EU:C:1998:442, σκέψη 28· της 12ης Νοεμβρίου 2002, Arsenal Football Club, C‑206/01, EU:C:2002:651, σκέψη 48, και της 6ης Μαρτίου 2014, Backaldrin Österreich The Kornspitz Company, C‑409/12, EU:C:2014:130, σκέψη 20).

42      Το γεγονός ότι, στο πλαίσιο της εφαρμογής του άρθρου 15, παράγραφος 1, του κανονισμού 207/2009, είναι απαραίτητη χρήση συνάδουσα προς τη βασική, δηλωτική της προελεύσεως λειτουργία αντανακλά το γεγονός ότι το σήμα μπορεί βεβαίως να αποτελέσει αντικείμενο χρήσεων που προσιδιάζουν σε άλλες λειτουργίες, όπως η λειτουργία που συνίσταται στην εγγύηση της ποιότητας ή η επικοινωνιακή, η επενδυτική ή η διαφημιστική λειτουργία (βλ. ιδίως, συναφώς, αποφάσεις της 18ης Ιουνίου 2009, L’Oréal κ.λπ., C‑487/07, EU:C:2009:378, σκέψη 58, και της 22ας Σεπτεμβρίου 2011, Interflora και Interflora British Unit, C‑323/09, EU:C:2011:604, σκέψη 38), πλην όμως υπόκειται στις προβλεπόμενες από τον κανονισμό κυρώσεις όταν, επί πέντε συναπτά έτη, δεν έχει χρησιμοποιηθεί σύμφωνα με τη βασική του λειτουργία. Στην περίπτωση αυτή, ο δικαιούχος του σήματος κηρύσσεται έκπτωτος των δικαιωμάτων του, σύμφωνα με τους όρους του άρθρου 51, παράγραφος 1, στοιχείο αʹ, του κανονισμού 207/2009, εκτός αν δύναται να επικαλεσθεί εύλογη αιτία για την εκ μέρους του μη έναρξη χρήσεως που να καθιστά δυνατή την εκπλήρωση της βασικής λειτουργίας του σήματος.

43      Βάσει των προεκτεθεισών αρχών πρέπει να εξετασθεί τώρα αν η χρήση ατομικού σήματος όπως το επίδικο στην κύρια δίκη ως σήματος ποιότητας μπορεί να θεωρηθεί ως χρήση σύμφωνη με τη βασική λειτουργία του σήματος.

44      Συναφώς, δεν πρέπει να γίνεται σύγχυση μεταξύ της βασικής λειτουργίας του σήματος και των άλλων λειτουργιών που υπενθυμίζονται στη σκέψη 42 της παρούσας αποφάσεως και τις οποίες μπορεί να επιτελεί ενδεχομένως το σήμα, όπως η λειτουργία που συνίσταται στην εγγύηση της ποιότητας.

45      Όταν η χρήση ατομικού σήματος πιστοποιεί μεν τη σύνθεση ή την ποιότητα των προϊόντων ή των υπηρεσιών, αλλά δεν εγγυάται στους καταναλωτές ότι τα προϊόντα ή οι υπηρεσίες προέρχονται από μία και μόνον επιχείρηση υπό τον έλεγχο της οποίας κατασκευάζονται ή παρέχονται και η οποία φέρει, κατά συνέπεια, την ευθύνη για την ποιότητα των εν λόγω προϊόντων ή υπηρεσιών, η χρήση αυτή δεν πραγματοποιείται σύμφωνα με τη δηλωτική της προελεύσεως λειτουργία.

46      Συνεπώς, όπως επισήμανε ο γενικός εισαγγελέας στα σημεία 47 και 56 των προτάσεών του, δεν υφίσταται χρήση σύμφωνη με τη βασική λειτουργία του ατομικού σήματος όταν η επίθεση του σήματος σε προϊόντα έχει ως μόνη λειτουργία το να αποτελέσει σήμα ποιότητας για τα προϊόντα αυτά και όχι να εγγυηθεί επιπροσθέτως ότι τα προϊόντα προέρχονται από μία και μόνον επιχείρηση υπό τον έλεγχο της οποίας κατασκευάζονται και η οποία φέρει την ευθύνη για την ποιότητά τους.

47      Στην υπόθεση της κύριας δίκης, το VBB εξέθεσε, κατά την επ’ ακροατηρίου συζήτηση ενώπιον του Δικαστηρίου, ότι συνιστά οργάνωση εγκεκριμένη από κράτος (kraft staatlicher Verleihung), ότι επενδύει τα κεφάλαια που αντλεί από την παραχώρηση των αδειών χρήσεως του σήματός του σε δραστηριότητες προωθήσεως του βάμβακος, ότι εκδίδει εκπαιδευτικό υλικό για το βαμβάκι και διοργανώνει σεμινάρια επί του θέματος αυτού, ότι λειτουργεί περαιτέρω ως διαιτητικό δικαστήριο και επιπλέον ασκεί δημόσιο λειτούργημα μετέχοντας στον καθορισμό της «τιμής CIF Bremen», μιας τιμής αναφοράς του βάμβακος στην αγορά.

48      Από τον σκοπό του σωματείου, όπως εκτέθηκε από το VBB ενώπιον του Δικαστηρίου, συνάγεται ότι το σωματείο αυτό δεν συνδέεται με την κατασκευή των προϊόντων των κατόχων αδείας χρήσεως του σήματός του ούτε είναι υπεύθυνο για τα προϊόντα αυτά.

49      Εναπόκειται πάντως στο αιτούν δικαστήριο να ελέγξει, βάσει του συνόλου των στοιχείων που υποβάλλονται ενώπιόν του από τους διαδίκους της κύριας δίκης, αν μπορεί να θεωρηθεί, βάσει λυσιτελών και συγκλινόντων στοιχείων, ότι η εκ μέρους των κατόχων αδείας του VBB επίθεση του σήματός του άνθος βάμβακος στα προϊόντα τους εγγυάται στους καταναλωτές ότι τα προϊόντα αυτά προέρχονται από μία και μόνον επιχείρηση, δηλαδή το VBB αποτελούμενο από τα μέλη του, υπό τον έλεγχο του οποίου κατασκευάζονται τα εν λόγω προϊόντα και το οποίο φέρει την ευθύνη για την ποιότητά τους.

50      Σε καμία περίπτωση δεν μπορεί να αποτελέσει τέτοιο στοιχείο το γεγονός ότι οι συμβάσεις παραχωρήσεως άδειας χρήσεως παρέχουν στο VBB την εξουσία να επαληθεύει ότι οι κάτοχοι της εν λόγω αδείας χρησιμοποιούν αποκλειστικώς καλής ποιότητας ίνες βάμβακος. Αυτό σημαίνει, το πολύ, ότι το VBB πιστοποιεί την ποιότητα της χρησιμοποιούμενης πρώτης ύλης. Όπως προκύπτει από το άρθρο 66 του κανονισμού 207/2009 και από το προστεθέν με τον κανονισμό 2015/2424 άρθρο του 74α, μια τέτοια πιστοποίηση μπορεί πιθανώς να αρκέσει ώστε να θεωρηθεί ότι σήμα διαφορετικό από το ατομικό πληροί τη δηλωτική της προελεύσεως λειτουργία του. Ειδικότερα, το άρθρο 66 διευκρινίζει ότι το συλλογικό σήμα εκπληρώνει τη δηλωτική της προελεύσεως λειτουργία του όταν διακρίνει «τα προϊόντα ή τις υπηρεσίες των μελών της δικαιούχου οργάνωσης του σήματος από εκείνα άλλων επιχειρήσεων» και το άρθρο 74α ορίζει ότι σήμα πιστοποίησης εκπληρώνει την εν λόγω λειτουργία όταν διακρίνει «τα προϊόντα ή τις υπηρεσίες που πιστοποιούνται από τον δικαιούχο του σήματος όσον αφορά το υλικό, τον τρόπο παρασκευής των προϊόντων ή παροχής των υπηρεσιών, την ποιότητα, την ακρίβεια ή άλλα χαρακτηριστικά, […] από προϊόντα και υπηρεσίες που δεν έχουν την ανωτέρω πιστοποίηση». Η διαφορά όμως της κύριας δίκης αφορά ατομικό σήμα το οποίο έχει καταχωρισθεί για προϊόντα. Όπως εκτέθηκε στη σκέψη 41 της παρούσας αποφάσεως, ένα τέτοιο σήμα εκπληρώνει τη δηλωτική της προελεύσεως λειτουργία του όταν η χρήση του παρέχει στους καταναλωτές την εγγύηση ότι τα προϊόντα τα οποία προσδιορίζει προέρχονται από μία και μόνον επιχείρηση υπό τον έλεγχο της οποίας κατασκευάζονται τα προϊόντα αυτά και η οποία φέρει την ευθύνη για την ποιότητά τους, στην τελική τους μορφή κατόπιν της διαδικασίας παρασκευής.

51      Βάσει του συνόλου των ανωτέρω σκέψεων, στο πρώτο ερώτημα πρέπει να δοθεί η απάντηση ότι το άρθρο 15, παράγραφος 1, του κανονισμού 207/2009 πρέπει να ερμηνευθεί υπό την έννοια ότι η επίθεση, από τον δικαιούχο ή με τη συγκατάθεσή του, ατομικού σήματος της Ευρωπαϊκής Ένωσης σε προϊόντα ως σήματος ποιότητας δεν συνιστά χρήση του ως σήματος η οποία εμπίπτει στην κατά τη διάταξη αυτή έννοια της «ουσιαστικής χρήσης». Η επίθεση του εν λόγω σήματος συνιστά πάντως τέτοια ουσιαστική χρήση στην περίπτωση που συγχρόνως παρέχει επίσης στους καταναλωτές την εγγύηση ότι τα προϊόντα αυτά προέρχονται από μία και μόνον επιχείρηση υπό τον έλεγχο της οποίας κατασκευάζονται και η οποία φέρει την ευθύνη για την ποιότητά τους. Στην τελευταία αυτή περίπτωση, ο δικαιούχος του ως άνω σήματος έχει την εξουσία να απαγορεύσει, δυνάμει του άρθρου 9, παράγραφος 1, στοιχείο βʹ, του κανονισμού, την επίθεση από τρίτον παρόμοιου σημείου σε πανομοιότυπα προϊόντα αν αυτή δημιουργεί κίνδυνο συγχύσεως του κοινού.

 Επί του δευτέρου ερωτήματος

52      Με το δεύτερο ερώτημα, το αιτούν δικαστήριο ζητεί να διευκρινιστεί πρώτον, κατ’ ουσίαν, αν το άρθρο 52, παράγραφος 1, στοιχείο αʹ, και το άρθρο 7, παράγραφος 1, στοιχείο ζʹ, του κανονισμού 207/2009 πρέπει να ερμηνευθούν υπό την έννοια ότι το ατομικό σήμα μπορεί να κηρυχθεί άκυρο όταν ο δικαιούχος του σήματος δεν εγγυάται, μέσω της διεξαγωγής τακτικών ποιοτικών ελέγχων στους κατόχους αδείας χρήσεως του σήματός του, την τήρηση των προσδοκώμενων προδιαγραφών ποιότητας τις οποίες συνδέει το κοινό με το σήμα αυτό.

53      Συναφώς, επισημαίνεται εξαρχής ότι το άρθρο 52, παράγραφος 1, στοιχείο αʹ, του κανονισμού 207/2009 προβλέπει ότι το σήμα κηρύσσεται άκυρο όχι μόνο στην περίπτωση που αυτό θα μπορούσε να παραπλανήσει το κοινό κατά την έννοια του άρθρου 7, παράγραφος 1, στοιχείο ζʹ, του ως άνω κανονισμού, αλλά, γενικώς, εάν το σήμα δεν έχει καταχωρισθεί σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 7 του εν λόγω κανονισμού. Κατά συνέπεια, σε περίπτωση που δεν υφίσταται ο κατά την έννοια του ως άνω στοιχείου ζʹ κίνδυνος παραπλανήσεως, το σήμα πρέπει καταρχήν να κηρυχθεί παρ’ όλα αυτά άκυρο, εφόσον αποδεικνύεται ότι η καταχώρισή του πραγματοποιήθηκε κατά παράβαση κάποιου από τους λοιπούς λόγους απαραδέκτου του άρθρου 7.

54      Σχετικά με τη συγκεκριμένη περίπτωση που αφορά τον κίνδυνο παραπλανήσεως, υπενθυμίζεται ότι προϋπόθεση ενός τέτοιου πραγματικού είναι το να γίνει δεκτή η ύπαρξη παραπλανήσεως ή αρκούντως σοβαρού κινδύνου παραπλανήσεως του καταναλωτή (αποφάσεις της 4ης Μαρτίου 1999, Consorzio per la tutela del formaggio Gorgonzola, C‑87/97, EU:C:1999:115, σκέψη 41, και της 30ής Μαρτίου 2006, Emanuel, C‑259/04, EU:C:2006:215, σκέψη 47).

55      Εξάλλου, προκειμένου να διαπιστωθεί ότι το σήμα καταχωρίσθηκε κατά παράβαση του σχετικού με τον κίνδυνο παραπλανήσεως λόγου απαραδέκτου, πρέπει να αποδειχθεί ότι το σημείο που κατατέθηκε με σκοπό την καταχώρισή του ως σήματος δημιουργούσε αφ’ εαυτού τέτοιον κίνδυνο (βλ., υπ’ αυτήν την έννοια, απόφαση της 4ης Μαρτίου 1999, Consorzio per la tutela del formaggio Gorgonzola, C‑87/97, EU:C:1999:115, σκέψεις 42 και 43).

56      Εν προκειμένω, προκειμένου να κριθεί αν το σήμα άνθος βάμβακος καταχωρίσθηκε στις 22 Μαΐου 2008 κατά παράβαση του διαλαμβανόμενου στο άρθρο 7, παράγραφος 1, στοιχείο ζʹ, του κανονισμού 207/2009 λόγου απαραδέκτου, εναπόκειται στο αιτούν δικαστήριο να εξετάσει αν το κατατεθέν από το VBB σημείο άνθος βάμβακος θα μπορούσε αφ’ εαυτού να παραπλανήσει τον καταναλωτή. Συναφώς, δεν ασκεί επιρροή ο τρόπος με τον οποίο το VBB διαχειρίστηκε εν συνεχεία το σήμα του και τις άδειες χρήσεώς του.

57      Επομένως, στο πρώτο σκέλος του δευτέρου προδικαστικού ερωτήματος πρέπει να δοθεί η απάντηση ότι το άρθρο 52, παράγραφος 1, στοιχείο αʹ, και το άρθρο 7, παράγραφος 1, στοιχείο ζʹ, του κανονισμού 207/2009 πρέπει να ερμηνευθούν υπό την έννοια ότι το ατομικό σήμα δεν μπορεί να κηρυχθεί άκυρο κατά συνδυασμένη εφαρμογή των διατάξεων αυτών, εξαιτίας του γεγονότος ότι ο δικαιούχος του σήματος δεν εγγυάται, μέσω της διεξαγωγής τακτικών ποιοτικών ελέγχων στους κατόχους αδείας χρήσεως του σήματός του, την τήρηση των προσδοκώμενων προδιαγραφών ποιότητας τις οποίες συνδέει το κοινό με το σήμα αυτό.

58      Το δεύτερο προδικαστικό ερώτημα σκοπεί, δεύτερον, στο να διευκρινιστεί, κατ’ ουσίαν, αν ο κανονισμός 207/2009 πρέπει να ερμηνευθεί υπό την έννοια ότι οι διατάξεις του σχετικά με τα συλλογικά σήματα της Ευρωπαϊκής Ένωσης μπορούν να εφαρμοσθούν mutatis mutandis στα ατομικά σήματα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

59      Συναφώς, επισημαίνεται ότι το πεδίο εφαρμογής των άρθρων 66 έως 74 του κανονισμού 207/2009, σχετικά με τα συλλογικά σήματα της Ευρωπαϊκής Ένωσης, περιορίζεται ρητώς, κατά το γράμμα του άρθρου 66, παράγραφος 1, του κανονισμού αυτού, στα σήματα που προσδιορίζονται ως συλλογικά κατά την κατάθεση.

60      Η ως άνω οριοθέτηση ως προς τη δυνατότητα εφαρμογής των εν λόγω άρθρων πρέπει να τηρείται απαρέγκλιτα, καθόσον μάλιστα οι κανόνες που θεσπίζονται με τα άρθρα αυτά, όπως είναι οι κανόνες του άρθρου 67 του εν λόγω κανονισμού για τον κανονισμό χρήσεως του σήματος, συναρτώνται προς τον εν λόγω ρητό προσδιορισμό, από της υποβολής της αιτήσεως καταχωρίσεως, του αιτούμενου σήματος ως συλλογικού. Κατά συνέπεια, αποκλείεται η κατ’ αναλογίαν εφαρμογή των κανόνων αυτών στα ατομικά σήματα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

61      Επομένως, στο δεύτερο σκέλος του δευτέρου ερωτήματος πρέπει να δοθεί η απάντηση ότι ο κανονισμός 207/2009 πρέπει να ερμηνευθεί υπό την έννοια ότι οι διατάξεις του σχετικά με τα συλλογικά σήματα της Ευρωπαϊκής Ένωσης δεν μπορούν να εφαρμοσθούν mutatis mutandis στα ατομικά σήματα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

 Επί των δικαστικών εξόδων

62      Δεδομένου ότι η παρούσα διαδικασία έχει ως προς τους διαδίκους της κύριας δίκης τον χαρακτήρα παρεμπίπτοντος που ανέκυψε ενώπιον του εθνικού δικαστηρίου, σ’ αυτό εναπόκειται να αποφανθεί επί των δικαστικών εξόδων. Τα έξοδα στα οποία υποβλήθηκαν όσοι υπέβαλαν παρατηρήσεις στο Δικαστήριο, πλην των ως άνω διαδίκων, δεν αποδίδονται.

Για τους λόγους αυτούς, το Δικαστήριο (δεύτερο τμήμα) αποφαίνεται:

1)      Το άρθρο 15, παράγραφος 1, του κανονισμού (ΕΚ) 207/2009 του Συμβουλίου, της 26ης Φεβρουαρίου 2009, για το σήμα της ΕΕ, πρέπει να ερμηνευθεί υπό την έννοια ότι η επίθεση, από τον δικαιούχο ή με τη συγκατάθεσή του, ατομικού σήματος της Ευρωπαϊκής Ένωσης σε προϊόντα ως σήματος ποιότητας δεν συνιστά χρήση του ως σήματος η οποία εμπίπτει στην κατά τη διάταξη αυτή έννοια της «ουσιαστικής χρήσης». Η επίθεση του εν λόγω σήματος συνιστά πάντως τέτοια ουσιαστική χρήση στην περίπτωση που συγχρόνως παρέχει επίσης στους καταναλωτές την εγγύηση ότι τα προϊόντα αυτά προέρχονται από μία και μόνον επιχείρηση υπό τον έλεγχο της οποίας κατασκευάζονται και η οποία φέρει την ευθύνη για την ποιότητά τους. Στην τελευταία αυτή περίπτωση, ο δικαιούχος του ως άνω σήματος έχει την εξουσία να απαγορεύσει, δυνάμει του άρθρου 9, παράγραφος 1, στοιχείο βʹ, του κανονισμού, την επίθεση από τρίτον παρόμοιου σημείου σε πανομοιότυπα προϊόντα αν αυτή δημιουργεί κίνδυνο συγχύσεως του κοινού.

2)      Το άρθρο 52, παράγραφος 1, στοιχείο αʹ, και το άρθρο 7, παράγραφος 1, στοιχείο ζʹ, του κανονισμού 207/2009 πρέπει να ερμηνευθούν υπό την έννοια ότι το ατομικό σήμα δεν μπορεί να κηρυχθεί άκυρο κατά συνδυασμένη εφαρμογή των διατάξεων αυτών, εξαιτίας του γεγονότος ότι ο δικαιούχος του σήματος δεν εγγυάται, μέσω της διεξαγωγής τακτικών ποιοτικών ελέγχων στους κατόχους αδείας χρήσεως του σήματός του, την τήρηση των προσδοκώμενων προδιαγραφών ποιότητας τις οποίες συνδέει το κοινό με το σήμα αυτό.

3)      Ο κανονισμός 207/2009 πρέπει να ερμηνευθεί υπό την έννοια ότι οι διατάξεις του σχετικά με τα συλλογικά σήματα της Ευρωπαϊκής Ένωσης δεν μπορούν να εφαρμοσθούν mutatismutandis στα ατομικά σήματα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

(υπογραφές)


* Γλώσσα διαδικασίας: η γερμανική.