Language of document : ECLI:EU:T:2002:44

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟΥ (τέταρτο τμήμα)

της 27ης Φεβρουαρίου 2002 (1)

«Κοινοτικό σήμα - Λεκτικό σήμα ELLOS - Απόλυτος λόγος απαραδέκτου - Περιγραφικός χαρακτήρας - .ρθρο 7, παράγραφος 1, στοιχείο γ´, του κανονισμού (ΕΚ) 40/94»

Στην υπόθεση T-219/00,

Ellos AB, με έδρα στη Borεs (Σουηδία), εκπροσωπούμενη από τον G. Bergqvist, δικηγόρο,

προσφεύγουσα,

κατά

Γραφείου Εναρμονίσεως στο πλαίσιο της Εσωτερικής Αγοράς (εμπορικά σήματα, σχέδια και υποδείγματα) (ΓΕΕΑ), εκπροσωπούμενου από τους F. López de Rego και J. F. Crespo Carrillo,

καθού,

που έχει ως αντικείμενο προσφυγή κατά της αποφάσεως του τετάρτου τμήματος προσφυγών του Γραφείου Εναρμονίσεως στο πλαίσιο της Εσωτερικής Αγοράς (σήματα, σχέδια και υποδείγματα) της 15ης Ιουνίου 2000 (υπόθεση R 385/1999-1), περί αρνήσεως καταχωρίσεως της λέξεως ELLOS ως κοινοτικού σήματος,

ΤΟ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑ.ΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ (τέταρτο τμήμα),

συγκείμενο από τον P. Mengozzi, Πρόεδρο, την V. Tiili και τον R. M. Moura Ramos, δικαστές,

γραμματέας: D. Christensen, υπάλληλος διοικήσεως,

έχοντας υπόψη την προσφυγή που κατατέθηκε στη Γραμματεία του Πρωτοδικείου στις 18 Αυγούστου 2000,

έχοντας υπόψη το υπόμνημα αντικρούσεως που κατατέθηκε στη Γραμματεία του Πρωτοδικείου στις 9 Νοεμβρίου 2000,

κατόπιν της επ' ακροατηρίου συζητήσεως της 20ής Ιουνίου 2001,

εκδίδει την ακόλουθη

Απόφαση

Τα πραγματικά περιστατικά της διαφοράς

1.
    Την 1η Απριλίου 1996, η προσφεύγουσα υπέβαλε, δυνάμει του κανονισμού (ΕΚ) 40/94 του Συμβουλίου, της 20ής Δεκεμβρίου 1993, για το κοινοτικό σήμα (ΕΕ 1994, L 11, σ. 1), όπως τροποποιήθηκε, αίτηση κοινοτικού σήματος στο Γραφείο Εναρμονίσεως στο πλαίσιο της Εσωτερικής Αγοράς (σήματα, σχέδια και υποδείγματα) (στο εξής: Γραφείο).

2.
    Το σήμα του οποίου ζητήθηκε η καταχώριση είναι η λέξη ELLOS.

3.
    Τα προϊόντα και οι υπηρεσίες για τα οποία ζητήθηκε η καταχώριση εμπίπτουν στις κλάσεις 24, 25 και 35, κατά την έννοια του Διακανονισμού της Νίκαιας σχετικά με τη διεθνή κατάταξη των προϊόντων και των υπηρεσιών για την καταχώριση σημάτων, της 15ης Ιουνίου 1957, όπως αναθεωρήθηκε και τροποποιήθηκε, και αντιστοιχούν, για κάθε μία από τις κλάσεις αυτές, στην ακόλουθη περιγραφή:

κλάση 24:    «Υφάσματα και είδη υφαντουργίας, μη περιλαμβανόμενα σε άλλες κλάσεις· κλινοσκεπάσματα και τραπεζομάντηλα»·

κλάση 25:    «Ενδύματα, υποδήματα, είδη πιλοποιίας»·

κλάση 35:    «Εξυπηρέτηση πελατών σε πωλήσεις μέσω ταχυδρομικών παραγγελιών».

4.
    Με απόφαση της 8ης Ιουνίου 1999, ο εξεταστής απέρριψε μερικώς την αίτηση βάσει του άρθρου 38 του κανονισμού 40/94, για τον λόγο ότι το λεκτικό σήμα του οποίου ζητείται η καταχώριση στερείται διακριτικού χαρακτήρα και είναι αποκλειστικά περιγραφικό όσον αφορά τα προϊόντα και υπηρεσίες που εμπίπτουν στις κλάσεις 25 και 35 της κατατάξεως της Νίκαιας.

5.
    Στις 9 Ιουλίου 1999, η προσφεύγουσα άσκησε, ενώπιον του Γραφείου, προσφυγή κατά της αποφάσεως του εξεταστή, σύμφωνα με το άρθρο 59 του κανονισμού 40/94.

6.
    Η προσφυγή απορρίφθηκε με απόφαση της 15ης Ιουνίου 2000 (στο εξής: προσβαλλομένη απόφαση), σύμφωνα με το άρθρο 7, παράγραφοι 1, στοιχείο γ´, και 2, του κανονισμού 40/94.

7.
    Το τμήμα προσφυγών έκρινε κατ' ουσίαν ότι το λεκτικό σήμα ELLOS είναι αποκλειστικά περιγραφικό στην Ισπανία, δεδομένου ότι ο όρος ELLOS είναι το τρίτο πρόσωπο πληθυντικού της προσωπικής αντωνυμίας στην ισπανική γλώσσα και χρησιμοποιείται συχνά ως όρος για τον συλλήβδην προσδιορισμό των μελών του ανδρικού φύλου. Το τμήμα προσφυγών συνήγαγε από αυτό ότι η λέξη ELLOS δεν μπορεί να καταχωριστεί ως σήμα για να προσδιορίζει «ενδύματα, υποδήματα και είδη πιλοποιίας», εμπίπτοντα στην κλάση 25 της κατατάξεως της Νίκαιας, καθότι προσδιορίζει το είδος ή τον προορισμό των προϊόντων αυτών. .σον αφορά τις υπηρεσίες που παρέχονται στην πελατεία στον τομέα των πωλήσεων μέσω ταχυδρομικών παραγγελιών, που εμπίπτουν στην κλάση 35 της κατατάξεως της Νίκαιας, αυτές μπορεί να αφορούν την πώληση ενδυμάτων και, συνεπώς, η καταχώριση του σήματος πρέπει επίσης να απορριφθεί για τους λόγους που προβλήθηκαν όσον αφορά τα προϊόντα που εμπίπτουν στην κλάση 25 της κατατάξεως της Νίκαιας.

Αιτήματα των διαδίκων

8.
    Η προσφεύγουσα ζητεί από το Πρωτοδικείο:

-    να ακυρώσει την προσβαλλόμενη απόφαση και να υποχρεώσει το Γραφείο να καταχωρίσει το σήμα ELLOS για όλα τα προϊόντα και υπηρεσίες στα οποία αναφέρεται η αίτηση·

-    επικουρικώς, να υποχρεώσει το Γραφείο να καταχωρίσει το σήμα ELLOS για τα προϊόντα και υπηρεσίες που εμπίπτουν στις κλάσεις 24 και 35 της κατατάξεως της Νίκαιας·

-    να λάβει κάθε άλλο μέτρο που κρίνει αναγκαίο·

-    να καταδικάσει το Γραφείο στα δικαστικά έξοδα.

9.
    Το Γραφείο ζητεί από το Πρωτοδικείο:

-    να απορρίψει την προσφυγή·

-    να καταδικάσει την προσφεύγουσα στα δικαστικά έξοδα.

Σκεπτικό

Επί του αιτήματος να υποχρεωθεί το Γραφείο να καταχωρίσει το σήμα ELLOS για όλα τα προϊόντα και υπηρεσίες στα οποία αναφέρεται η αίτηση καταχωρίσεως σήματος και, επικουρικώς, για όλα τα προϊόντα και υπηρεσίες που εμπίπτουν στις κλάσεις 24 και 35 της κατατάξεως της Νίκαιας

Επιχειρήματα των διαδίκων

10.
    Η προσφεύγουσα ζητεί από το Πρωτοδικείο να απευθύνει διαταγή στο Γραφείο να καταχωρίσει το σήμα ELLOS για όλα τα προϊόντα και υπηρεσίες στα οποία αναφέρεται η αίτηση καταχωρίσεως σήματος και, επικουρικώς, για όλα τα προϊόντα και υπηρεσίες που εμπίπτουν στις κλάσεις 24 και 35 της κατατάξεως της Νίκαιας.

11.
    Το Γραφείο προβάλλει ότι η προσφυγή είναι απαράδεκτη όσον αφορά τα αιτήματα αυτά καθόσον ο κανονισμός 40/94 προβλέπει διαδικασία καταχωρίσεως η οποία πρέπει να τηρείται. Συγκεκριμένα, κατά το Γραφείο, έστω και αν η προσβαλλόμενη απόφαση ακυρωθεί από το Πρωτοδικείο, το σήμα δεν μπορεί να καταχωριστεί εφόσον δεν περατωθούν οι διαδικασίες που προβλέπονται στα άρθρα 40, 41 και 42 του κανονισμού 40/94.

12.
    Επιπλέον, το Γραφείο υπενθυμίζει ότι το Πρωτοδικείο έκρινε ήδη ότι δεν μπορεί να δίνει εντολές στο Γραφείο [απόφαση του Πρωτοδικείου της 8ης Ιουλίου 1999, T-163/98, Procter & Gamble κατά ΓΕΕΑ (BABY-DRY), Συλλογή 1999, σ. II-2383, σκέψη 53].

13.
    Τέλος, το Γραφείο εκτιμά ότι η προσφυγή είναι επίσης απαράδεκτη διότι το τμήμα προσφυγών δεν αποφάνθηκε αναφορικά με τα προϊόντα της κλάσεως 24, για τα οποία ο εξεταστής ουδεμία αντίρρηση διατύπωσε.

Εκτίμηση του Πρωτοδικείου

14.
    Σύμφωνα με το άρθρο 63, παράγραφος 6, του κανονισμού 40/94, το Γραφείο υποχρεούται να λαμβάνει τα αναγκαία μέτρα για την εκτέλεση της αποφάσεως του κοινοτικού δικαστή. Κατά συνέπεια, το Πρωτοδικείο δεν μπορεί να απευθύνει διαταγή στο Γραφείο. Συγκεκριμένα, στο Γραφείο απόκειται να συμμορφωθεί προς το διατακτικό και το σκεπτικό της παρούσας αποφάσεως [απόφαση του Πρωτοδικείου της 31ης Ιανουαρίου 2001, T-331/99, Mitsubishi HiTec Paper Bielefeld κατά ΓΕΕΑ (Giroform), Συλλογή 2001, σ. II-433, σκέψη 33]. Το υπό εξέταση αίτημα είναι συνεπώς απαράδεκτο.

15.
    Εν πάση περιπτώσει, όπως ορθά επισημαίνει το Γραφείο, ένα σήμα μπορεί να καταχωριστεί μόνο μετά το πέρας της διαδικασίας καταχωρίσεως, η οποία δεν περατώνεται με την εξέταση των απολύτων λόγων απαραδέκτου.

16.
    Επιπλέον, όσον αφορά τα «υφάσματα και είδη υφαντουργίας, μη περιλαμβανόμενα σε άλλες κλάσεις· κλινοσκεπάσματα και τραπεζομάντηλα» τα οποία εμπίπτουν στην κλάση 24 της κατατάξεως της Νίκαιας, το αίτημα του προσφεύγοντος στερείται αντικειμένου διότι η απόφαση του εξεταστή περί μερικής απορρίψεως της αιτήσεως καταχωρίσεως ως κοινοτικού σήματος της λέξεως ELLOS δεν αφορά τα εν λόγω προϊόντα και, κατά συνέπεια, αυτά δεν αποτελούν αντικείμενο της προσβαλλομένης αποφάσεως.

Επί του αιτήματος ακυρώσεως της προσβαλλομένης αποφάσεως

17.
    Η προσφεύγουσα προβάλλει τρεις λόγους ακυρώσεως: ο πρώτος λόγος αντλείται από την παράβαση του άρθρου 7, παράγραφος 1, στοιχείο γ´, του κανονισμού 40/94: ο δεύτερος αντλείται από την παράβαση της υποχρεώσεως του Γραφείου να εναρμονίσει, εντός της Κοινότητας, το δίκαιο των σημάτων, καθόσον παρέλειψε να λάβει υπόψη προηγούμενες καταχωρίσεις στην Ισπανία, και ο τρίτος λόγος αντλείται από την παράβαση της υποχρεώσεως του Γραφείου να δεχθεί τον περιορισμό των προϊόντων και υπηρεσιών για τα οποία ζητείται η καταχώριση.

Επί του πρώτου λόγου ακυρώσεως, ο οποίος αντλείται από την παράβαση του άρθρου 7, παράγραφος 1, στοιχείο γ´, του κανονισμού 40/94

Επιχειρήματα των διαδίκων

18.
    Η προσφεύγουσα υποστηρίζει ότι το λεκτικό σήμα ELLOS έχει επαρκώς «διακριτικό» χαρακτήρα ώστε να καταστεί κοινοτικό σήμα. Κατά την προσφεύγουσα, έστω και αν η λέξη «ellos» είναι το τρίτο πρόσωπο πληθυντικού της προσωπικής αντωνυμίας στην ισπανική γλώσσα, δεν στερείται, καθεαυτή, κάθε «διακριτικού» χαρακτήρα.

19.
    Η προσφεύγουσα ισχυρίζεται ότι από το σκεπτικό της προσβαλλομένης αποφάσεως προκύπτει σαφώς ότι το λεκτικό σήμα ELLOS δεν αποτελεί όρο χρησιμοποιούμενο στο εμπόριο ενδυμάτων ή στις πωλήσεις δι' αλληλογραφίας. Η προσφεύγουσα ισχυρίζεται ότι δημιούργησε το σήμα αυτό ειδικά για τον εν λόγω τομέα και ότι, ακόμη και για τον ισπανόφωνο καταναλωτή, το σήμα αυτό δεν μπορεί να έχει παρά αόριστη εννοιολογική σύνδεση.

20.
    Επιπλέον, η προσφεύγουσα υποστηρίζει ότι, έστω και αν το Πρωτοδικείο κρίνει ότι το εν λόγω σήμα στερείται «διακριτικού» χαρακτήρα για τα προϊόντα τα οποία εμπίπτουν στην κλάση 25 της κατατάξεως της Νίκαιας, η ανάλυση αυτή δεν μπορεί να ισχύει για την «εξυπηρέτηση πελατών σε πωλήσεις μέσω ταχυδρομικών παραγγελιών» η οποία εμπίπτει στην κλάση 35 της κατατάξεως της Νίκαιας, διότι το τρίτο πρόσωπο πληθυντικού της προσωπικής αντωνυμίας στην ισπανική γλώσσα ουδεμία έννοια έχει για τις υπηρεσίες αυτές. Τέλος, η προσφεύγουσα προβάλλει ότι η αίτηση, καθ' ο μέτρο αναφέρεται στις προσδιοριζόμενες σε αυτή υπηρεσίες της κλάσεως 35 της κατατάξεως της Νίκαιας, πρέπει να εξεταστεί χωριστά από την αίτηση που αναφέρεται σε προϊόντα της κλάσεως 25 της κατατάξεως της Νίκαιας.

21.
    Το Γραφείο παρατηρεί ότι, για τα προϊόντα και τις υπηρεσίες στα οποία αναφέρεται η αίτηση, το λεκτικό σήμα ELLOS θα εκληφθεί άμεσα από τους ισπανόφωνους καταναλωτές ως αναφερόμενο στα «ενδύματα, υποδήματα και είδη πιλοποιίας» και στην «εξυπηρέτηση πελατών σε πωλήσεις μέσω ταχυδρομικών παραγγελιών» που προορίζονται για ανδρική πελατεία.

22.
    Το Γραφείο ισχυρίζεται ότι ο «διακριτικός» χαρακτήρας πρέπει να εκτιμάται κατά τον ίδιο τρόπο για προϊόντα και υπηρεσίες που εμπίπτουν στον ίδιο τομέα και ότι η άποψη αυτή επιβεβαιώθηκε από το Πρωτοδικείο με την απόφαση της 26ης Οκτωβρίου 2000, Τ-345/99, Harbinger κατά ΓΕΕΑ (TRUSTEDLINK) (Συλλογή 2000, σ. II-3525, σκέψη 39).

23.
    Επιπλέον, κατά την άποψη του Γραφείου, ο διακριτικός χαρακτήρας ενός σήματος δεν εξαρτάται μόνον από το κατά πόσον ο όρος που αποτελεί το σήμα του οποίου ζητείται η καταχώριση έχει μία ή περισσότερες σημασίες.

24.
    Το Γραφείο υποστηρίζει ότι το λεκτικό σήμα ELLOS, όταν χρησιμοποιείται σε σχέση με τα προϊόντα και τις υπηρεσίες που προσδιορίζονται από την προσφεύγουσα στην αίτησή της, ενημερώνει τους ισπανόφωνους καταναλωτές, αμέσως και χωρίς να απαιτείται περαιτέρω σκέψη ή συλλογισμός, ότι τα εν λόγω προϊόντα και υπηρεσίες προορίζονται ειδικά για άνδρες.

Εκτίμηση του Πρωτοδικείου

25.
    Εκ προοιμίου, πρέπει να υπομνησθεί ότι, στην προσβαλλόμενη απόφαση, η άρνηση καταχωρίσεως του λεκτικού σήματος στηρίζεται μόνο στον περιγραφικό χαρακτήρα του. Επομένως, παρά το ότι η προσφεύγουσα χρησιμοποιεί τον όρο «διακριτικός», πρέπει να θεωρηθεί ότι ο λόγος ακυρώσεως αναφέρεται στον περιγραφικό χαρακτήρα του λεκτικού σήματος του οποίου ζητείται η καταχώριση.

26.
    Σύμφωνα με το άρθρο 7, παράγραφος 1, στοιχείο γ´, του κανονισμού 40/94, δεν γίνονται δεκτά για καταχώριση «τα σήματα που αποτελούνται αποκλειστικώς από σημεία ή ενδείξεις που μπορούν να χρησιμεύσουν στις συναλλαγές για τη δήλωση του είδους, της ποιότητας, της ποσότητας, του προορισμού, της αξίας, της γεωγραφικής προέλευσης ή του χρόνου παραγωγής του προϊόντος ή της παροχής της υπηρεσίας ή άλλων χαρακτηριστικών αυτών». Επιπλέον, κατά το άρθρο 7, παράγραφος 2, του κανονισμού 40/94, «[η] παράγραφος 1 εφαρμόζεται ακόμη και αν οι λόγοι απαραδέκτου υφίστανται μόνο σε τμήμα της Κοινότητας».

27.
    Το άρθρο 7, παράγραφος 1, στοιχείο γ´, του κανονισμού 40/94 δεν επιτρέπει να εξασφαλίζεται αποκλειστικά υπέρ μιας επιχειρήσεως η χρήση των σημείων ή ενδείξεων στα οποία αναφέρεται η εν λόγω διάταξη λόγω της καταχωρίσεώς τους ως σημάτων. Με τη διάταξη αυτή επιδιώκεται επομένως στόχος γενικού συμφέροντος, ο οποίος επιβάλλει να μπορούν να χρησιμοποιούνται ελεύθερα από όλους τέτοια σημεία ή ενδείξεις (βλ., υπό την έννοια αυτή, την απόφαση του Δικαστηρίου της 4ης Μα.ου 1999, C-108/97 και C-109/97, Windsurfing Chiemsee, Συλλογή 1999, σ. I-2779, σκέψη 25).

28.
    Επιπλέον, τα σημεία στα οποία αναφέρεται το άρθρο 7, παράγραφος 1, στοιχείο γ´, του κανονισμού 40/94 αποτελούν σημεία θεωρούμενα μη ικανά να εξασφαλίσουν την ουσιώδη λειτουργία του σήματος, ήτοι τον προσδιορισμό της εμπορικής προελεύσεως του προϊόντος ή της υπηρεσίας, ώστε να επιτραπεί κατά τον τρόπο αυτό στον καταναλωτή ο οποίος αποκτά το προϊόν ή είναι αποδέκτης της υπηρεσίας, που προσδιορίζονται από το σήμα, να προβεί στο μέλλον στην ίδια επιλογή, αν η εμπειρία αποδειχθεί θετική, ή να προβεί σε άλλη επιλογή, αν η εμπειρία αποδειχθεί αρνητική.

29.
    Ο περιγραφικός χαρακτήρας ενός σήματος πρέπει να εκτιμάται, αφενός, σε σχέση με τα προϊόντα ή τις υπηρεσίες για τις οποίες ζητείται η καταχώριση του σημείου [βλ. αποφάσεις του Πρωτοδικείου της 31ης Ιανουαρίου 2001, T-135/99, Taurus-Film κατά ΓΕΕΑ (Cine Action), Συλλογή 2001, σ. II-379, σκέψη 25, και T-136/99, Taurus-Film κατά ΓΕΕΑ (Cine Comedy), Συλλογή 2001, σ. II-397, σκέψη 25] και, αφετέρου, σε σχέση με την αντίληψη ενός συγκεκριμένου κοινού, που αποτελείται από τους καταναλωτές αυτών των προϊόντων ή υπηρεσιών.

30.
    Εν προκειμένω, το συγκεκριμένο κοινό θεωρείται ότι είναι ο μέσος καταναλωτής, ο οποίος έχει τη συνήθη πληροφόρηση και είναι ευλόγως προσεκτικός και ενημερωμένος (βλ., υπό την έννοια αυτή, την απόφαση του Δικαστηρίου της 22ας Ιουνίου 1999, C-342/97, Lloyd Schuhfabrik Meyer, Συλλογή 1999, σ. Ι-3819, σκέψη 26, και την απόφαση του Πρωτοδικείου της 7ης Ιουνίου 2001, T-359/99, DKV κατά ΓΕΕΑ (EuroHealth), Συλλογή 2001, σ. II-1645, σκέψη 27]. Συγκεκριμένα, λαμβανομένης υπόψη της φύσεώς τους, τα εν λόγω προϊόντα και υπηρεσίες (είδη ενδύσεως και υπηρεσίες στον τομέα των πωλήσεων δι' αλληλογραφίας) προορίζονται για γενική κατανάλωση.

31.
    Επιπλέον, δεν αμφισβητείται ότι ο απόλυτος λόγος απαραδέκτου υφίσταται εν προκειμένω αναφορικά με τμήμα μόνον της Κοινότητας, ήτοι την Ισπανία (σημείο 18 της προσβαλλομένης αποφάσεως). Επομένως, κατ' εφαρμογήν του άρθρου 7, παράγραφος 2, του κανονισμού 40/94, το συγκεκριμένο κοινό σε σχέση με το οποίο πρέπει να εκτιμηθεί ο απόλυτος λόγος απαραδέκτου είναι ο ισπανόφωνος καταναλωτής.

32.
    Υπό τις συνθήκες αυτές, πρέπει να καθοριστεί, στο πλαίσιο της εφαρμογής του απολύτου λόγου απαραδέκτου που προβλέπεται στο άρθρο 7, παράγραφος 1, στοιχείο γ´, του κανονισμού 40/94, αν υφίσταται για το εν λόγω κοινό μια άμεση και συγκεκριμένη σχέση μεταξύ του λεκτικού σήματος ELLOS και των «ενδυμάτων, υποδημάτων και ειδών πιλοποιίας» ή της «εξυπηρετήσεως πελατών σε πωλήσεις μέσω ταχυδρομικών παραγγελιών».

33.
    .σον αφορά το κατά πόσον υφίσταται για το εν λόγω κοινό μια άμεση και συγκεκριμένη σχέση μεταξύ του υπό εξέταση σημείου και των «ενδυμάτων, υποδημάτων και ειδών πιλοποιίας», διαπιστώνεται ότι το τμήμα προσφυγών έκρινε ορθά ότι το λεκτικό σήμα ELLOS, ως τρίτο πρόσωπο πληθυντικού της προσωπικής αντωνυμίας στην ισπανική γλώσσα, μπορεί να χρησιμεύει, στην ισπανόφωνη γλωσσική ζώνη της Κοινότητας, για την υπόδειξη του προορισμού των προϊόντων αυτών, ήτοι των «ενδυμάτων, υποδημάτων και ειδών πιλοποιίας» για ανδρική πελατεία.

34.
    Λαμβανομένων υπόψη των διαφορών που υφίστανται συνήθως μεταξύ των ειδών ενδύσεως για τους άνδρες και των ιδίων προϊόντων για τις γυναίκες, η ενημέρωση ότι τα προϊόντα ενδύσεως προορίζονται για ανδρική πελατεία αποτελεί ουσιώδες χαρακτηριστικό των εν λόγω προϊόντων που λαμβάνεται υπόψη από το συγκεκριμένο ενδιαφερόμενο κοινό.

35.
    Κατά συνέπεια, το λεκτικό σήμα ELLOS επιτρέπει στο εν λόγω κοινό να συνάγει αμέσως και χωρίς περαιτέρω σκέψη μια άμεση και συγκεκριμένη σχέση μεταξύ του σήματος αυτού και των «ενδυμάτων, υποδημάτων και ειδών πιλοποιίας» για ανδρική πελατεία, τα οποία περιλαμβάνονται στην κατηγορία «ενδύματα, υποδήματα, είδη πιλοποιίας» στην οποία αναφέρεται η επίδικη αίτηση καταχωρίσεως.

36.
    Δεδομένου ότι η προσφεύγουσα ζήτησε την καταχώριση του εν λόγω σημείου για το σύνολο της κατηγορίας «ενδύματα, υποδήματα, είδη πιλοποιίας» χωρίς διαφοροποιήσεις, κρίνεται ορθή η εκτίμηση του τμήματος προσφυγών σχετικά με το σύνολο της κατηγορίας αυτής (βλ., υπό την έννοια αυτή, την προμνημονευθείσα απόφαση EuroHealth, σκέψη 33).

37.
    Υπό τις συνθήκες αυτές, η σχέση που υφίσταται μεταξύ της εννοίας του λεκτικού σήματος ELLOS, αφενός, και των «ενδυμάτων, υποδημάτων, ειδών πιλοποιίας», αφετέρου, φαίνεται αρκούντως στενή ώστε να εμπίπτει στην απαγόρευση την οποία προβλέπει το άρθρο 7, παράγραφος 1, στοιχείο γ´, και παράγραφος 2, του κανονισμού 40/94 [βλ. απόφαση του Πρωτοδικείου της 31ης Ιανουαρίου 2001, Τ-24/00, Sunrider κατά ΓΕΕΑ (VITALITE), Συλλογή 2001, σ. II-449, σκέψη 24].

38.
    .σον αφορά το κατά πόσον υφίσταται για το εν προκειμένω ενδιαφερόμενο κοινό μια άμεση και συγκεκριμένη σχέση μεταξύ του εν λόγω σημείου και της «εξυπηρέτησης πελατών σε πωλήσεις μέσω ταχυδρομικών παραγγελιών», το τμήμα προσφυγών έκρινε ότι οι υπηρεσίες στον εν λόγω τομέα δεν αποκλείουν ρητώς την πώληση ενδυμάτων και ότι, επομένως, πρέπει να υποτεθεί ότι μπορούν να έχουν σχέση με την πώληση αυτών. Επομένως, κατά την άποψη του τμήματος προσφυγών, οι λόγοι που δικαιολογούν την άρνηση καταχωρίσεως για ενδύματα εμπίπτοντα στην κλάση 25 της κατατάξεως της Νίκαιας ισχύουν επίσης για την «εξυπηρέτηση πελατών σε πωλήσεις μέσω ταχυδρομικών παραγγελιών» που εμπίπτει στην κλάση 35 της κατατάξεως της Νίκαιας (σημείο 20 της προσβαλλομένης αποφάσεως).

39.
    Επομένως, το τμήμα προσφυγών συνήγαγε κατ' ουσίαν τον περιγραφικό χαρακτήρα του λεκτικού σήματος ELLOS για τις εμπίπτουσες στην κλάση 35 της κατατάξεως της Νίκαιας υπηρεσίες εκ του ότι το λεκτικό σήμα είναι περιγραφικό για τα προϊόντα που εμπίπτουν στην κλάση 25 της κατατάξεως της Νίκαιας. Ομοίως, από το υπόμνημα αντικρούσεως του Γραφείου, καθώς και από τις διευκρινίσεις στις οποίες προέβη κατά την επ' ακροατηρίου συζήτηση, προκύπτει ότι θεωρεί ότι οι υπηρεσίες αυτές έχουν παρεπόμενο χαρακτήρα σε σχέση με τα εν λόγω προϊόντα.

40.
    Πρέπει κατ' αρχάς να διευκρινιστεί ότι το ζήτημα του περιγραφικού χαρακτήρα του λεκτικού σήματος σε σχέση με την «εξυπηρέτηση πελατών σε πωλήσεις μέσω ταχυδρομικών παραγγελιών» που προσδιορίζεται στην αίτηση πρέπει να εξεταστεί χωριστά από το ζήτημα αυτό αναφορικά με τα «ενδύματα, υποδήματα, είδη πιλοποιίας».

41.
    Συγκεκριμένα, στα πλαίσια της εξετάσεως αιτήσεως για την καταχώριση κοινοτικού σήματος, δεν υφίστανται κατηγορίες προϊόντων ή υπηρεσιών δευτερεύουσες ή παρεπόμενες έναντι άλλων. Συναφώς, το γεγονός ότι η αίτηση καταχωρίσεως κοινοτικού σήματος μπορεί να περιοριστεί εκ των υστέρων, όσον αφορά τον κατάλογο των προϊόντων ή υπηρεσιών στα οποία αναφέρεται, δυνάμει του άρθρου 44 του κανονισμού 40/94, ή ότι ένα σήμα μπορεί να μεταβιβαστεί για μέρος των προϊόντων ή υπηρεσιών δυνάμει του άρθρου 17 του ίδιου κανονισμού, επιβεβαιώνει ότι πρέπει να εξετάζεται κατά τρόπο αυτόνομο κάθε προϊόν ή υπηρεσία ή κατηγορία αυτών.

42.
    Διαπιστώνεται κατόπιν ότι το εν προκειμένω ενδιαφερόμενο κοινό δεν θα διακρίνει αμέσως και χωρίς περαιτέρω σκέψη μια συγκεκριμένη και άμεση σχέση μεταξύ της «εξυπηρέτησης πελατών σε πωλήσεις μέσω ταχυδρομικών παραγγελιών» και του λεκτικού σήματος «ELLOS». Συγκεκριμένα, όσον αφορά τις εν λόγω υπηρεσίες στις οποίες αναφέρεται η αίτηση καταχωρίσεως του σήματος, το φύλο της πελατείας στο οποίο απευθύνονται οι υπηρεσίες αυτές δεν αποτελεί σημαντικό στοιχείο ή ουσιώδες χαρακτηριστικό αυτών.

43.
    Η αναφορά επομένως στην «εξυπηρέτηση πελατών σε πωλήσεις μέσω ταχυδρομικών παραγγελιών», ή σε ένα από τα χαρακτηριστικά της, που θα μπορούσε να δημιουργεί το εν λόγω σημείο στην αντίληψη του εν προκειμένω ενδιαφερόμενου κοινού είναι στην καλύτερη περίπτωση έμμεση και δεν επιτρέπει στο κοινό αυτό να συλλαμβάνει αμέσως, και χωρίς περαιτέρω σκέψη, μια περιγραφή των εν λόγω υπηρεσιών ή ενός από τα χαρακτηριστικά τους, ιδίως του προορισμού τους.

44.
    Κατά συνέπεια, η σχέση μεταξύ του λεκτικού σήματς ELLOS και της «εξυπηρέτησης πελατών σε πωλήσεις μέσω ταχυδρομικών παραγγελιών», όπως παρουσιάζεται από το τμήμα προσφυγών στην προσβαλλόμενη απόφαση, είναι υπερβολικά ασαφής και αόριστη για να εμπίπτει στην απαγόρευση που προβλέπει το άρθρο 7, παράγραφος 1, στοιχείο γ´, του κανονισμού 40/94.

45.
    Από τα ανωτέρω προκύπτει ότι το τμήμα προσφυγών έκρινε εσφαλμένα ότι το λεκτικό σήμα ELLOS είναι αποκλειστικά περιγραφικό όσον αφορά την «εξυπηρέτηση πελατών σε πωλήσεις μέσω ταχυδρομικών παραγγελιών» και πρέπει κατά συνέπεια να γίνει δεκτός, όσον αφορά το ζήτημα αυτό, ο υπό εξέταση λόγος ακυρώσεως.

Επί του δευτέρου λόγου ακυρώσεως, που αντλείται από την παράβαση της υποχρεώσεως του Γραφείου να εναρμονίσει εντός της Κοινότητας το δίκαιο των σημάτων, καθόσον παρέλειψε να λάβει υπόψη προηγούμενες καταχωρίσεις στην Ισπανία

Επιχειρήματα των διαδίκων

46.
    Κατά την προσφεύγουσα, το Γραφείο παρέλειψε να λάβει υπόψη το γεγονός ότι υφίστανται σήματα καταχωρισμένα στην Ισπανία, τα οποία αποτελούνται από τον όρο «ellos» ή περιλαμβάνουν τον όρο αυτό και, επομένως, παρέβη την υποχρέωσή του να εναρμονίσει εντός της Κοινότητας το δίκαιο των σημάτων. Συναφώς, η προσφεύγουσα επικαλείται δύο καταχωρίσεις στην Ισπανία: του σήματος αριθ. 728769, ELLOS, για προϊόντα εμπίπτοντα στην κλάση 25 της κατατάξεως της Νίκαιας, και του σήματος αριθ. 1617871, Q-ELLOS, για υπηρεσίες εμπίπτουσες στην κλάση 35 της κατατάξεως της Νίκαιας.

47.
    Η προσφεύγουσα υποστηρίζει ότι ο εξεταστής όφειλε ιδιαιτέρως να λάβει υπόψη τα εθνικά σήματα που είναι καταχωρισμένα στα κράτη μέλη τα οποία εφαρμόζουν σύστημα εξετάσεως βασιζόμενο σε απόλυτους λόγους απαραδέκτου ανάλογους προς εκείνους του κανονισμού 40/94. Η προσφεύγουσα προβάλλει ότι ο ley de marcas 32/1988, της 10ης Νοεμβρίου 1988 (ισπανικός νόμος περί σημάτων), περιλαμβάνει απόλυτους λόγους απαραδέκτου ανάλογους προς εκείνους του κανονισμού 40/94. Επιπλέον, η προσφεύγουσα υποστηρίζει ότι τα επιχειρήματα που προέβαλε το τμήμα προσφυγών για να μη λάβει υπόψη τα ανωτέρω σήματα είναι παντελώς αβάσιμα.

48.
    Τέλος, η προσφεύγουσα υπενθυμίζει ότι, σύμφωνα με την απόφαση του πρώτου τμήματος προσφυγών της 2ας Δεκεμβρίου 1998, LEICHT (R 120/1998-1), το Γραφείο οφείλει να λαμβάνει υπόψη τις αποφάσεις των εθνικών γραφείων σημάτων, αν έχει αμφιβολίες περί του αν αίτηση καταχωρίσεως κοινοτικού σήματος μπορεί να γίνει δεκτή διότι το σήμα αυτό έχει συγκεκριμένη έννοια στη γλώσσα που χρησιμοποιείται στην επικράτεια στην οποία είναι καταχωρισμένο το εθνικό σήμα.

49.
    Το Γραφείο υποστηρίζει ότι οι καταχωρίσεις εντός των κρατών μελών είναι απλώς ενδεικτικές όσον αφορά τη δυνατότητα καταχωρίσεως μιας αιτήσεως κοινοτικού σήματος και ότι δεν αποτελούν αποφασιστικό παράγοντα για τον εξεταστή.

50.
    .σον αφορά τα ισπανικά σήματα στα οποία αναφέρεται η προσφεύγουσα, το Γραφείο διατυπώνει τις ακόλουθες παρατηρήσεις:

-    όσον αφορά το ισπανικό σήμα αριθ. 728769, ELLOS, το Γραφείο παρατηρεί ότι καταχωρίστηκε το 1977, πριν από τη θέσπιση του ley de marcas 32/1988, βάσει της κανονιστικής ρυθμίσεως Estatuto sobre Propiedad Industrial, της 26ης Ιουλίου 1929, texto refundido της 30ής Απριλίου 1930 (ισπανικής κανονιστικής ρυθμίσεως περί βιομηχανικής ιδιοκτησίας), η οποία δεν προέβλεπε κριτήρια απολύτων λόγων απαραδέκτου ανάλογα προς τα προβλεπόμενα από τον κανονισμό 40/94. Επιπλέον, πρόκειται για μικτό σήμα (παραστατικό και λεκτικό), καταχωρισμένο μόνο για τα «υποδήματα»·

-    όσον αφορά το ισπανικό σήμα αριθ. 1617871, Q-ELLOS, το Γραφείο προβάλλει ότι καταχωρίστηκε το 1993 για υπηρεσίες προς τις επιχειρήσεις και υπηρεσίες διαφημίσεως εμπίπτουσες στην κλάση 35 της κατατάξεως της Νίκαιας, ότι αποτελεί μικτό σήμα (παραστατικό και λεκτικό) και ότι συνιστά πρωτότυπο τρόπο γραφής της ισπανικής λέξεως «cuellos» («cous»).

51.
    Τέλος, το Γραφείο προβάλλει ότι η προσβαλλόμενη απόφαση συμφωνεί απολύτως με την απόφαση του τμήματος προσφυγών της 2ας Δεκεμβρίου 1998, LEICHT, διότι, στην προκειμένη περίπτωση, δεν υφίσταται απόφαση ληφθείσα από όργανο εκδικάσεως προσφυγών του ισπανικού Γραφείου διπλωμάτων ευρεσιτεχνίας και σημάτων ούτε λεπτομερής αιτιολογία που να δικαιολογούν την απόφαση καταχωρίσεως των εν λόγω ισπανικών σημάτων, το δε τμήμα προσφυγών έλαβε σοβαρά υπόψη αυτές τις δύο προηγούμενες εθνικές καταχωρίσεις.

Εκτίμηση του Πρωτοδικείου

52.
    Κατ' αρχάς, επισημαίνεται ότι το τμήμα προσφυγών έλαβε υπόψη τις προηγούμενες εθνικές καταχωρίσεις, διαπιστώνοντας ότι τα δύο ισπανικά σήματα τα οποία προβάλλονται ως προηγούμενο δεν συμπίπτουν με το σήμα το οποίο αφορά η επίμαχη αίτηση καταχωρίσεως κοινοτικού σήματος (σημείο 19 της προσβαλλομένης αποφάσεως).

53.
    Πρέπει κατόπιν να υπομνησθεί ότι, λόγω του ενιαίου χαρακτήρα του κοινοτικού σήματος, το κοινοτικό καθεστώς σημάτων συνιστά αυτόνομο σύστημα το οποίο αποτελείται από σύνολο κανόνων και επιδιώκει ειδικούς στόχους, η δε εφαρμογή του είναι ανεξάρτητη από κάθε εθνικό σύστημα [βλ., υπό την έννοια αυτή, την απόφαση του Πρωτοδικείου της 5ης Δεκεμβρίου 200, Τ-32/00, Messe München κατά ΓΕΕΑ (electronica), Συλλογή 2000, σ. II-3829, σκέψη 47]. Επομένως, το κύρος των αποφάσεων των τμημάτων προσφυγών πρέπει να εξετάζεται μόνο βάσει της εφαρμοστέας κοινοτικής ρυθμίσεως.

54.
    Κατά συνέπεια, τα εθνικά σήματα τα οποία επικαλείται η προσφεύγουσα, έστω και αν είναι καταχωρισμένα στη γλωσσική ζώνη στην οποία αναφέρεται η προσβαλλόμενη απόφαση, αποτελούν στοιχεία τα οποία δεν δεσμεύουν το Γραφείο. Εν πάση περιπτώσει, όπως προέβαλε το Γραφείο στο υπόμνημα αντικρούσεως, τα σήματα αυτά παρουσιάζουν χαρακτηριστικά διαφέροντα από εκείνα του κοινοτικού σήματος του οποίου ζητείται εν προκειμένω η καταχώριση.

55.
    .σον αφορά τον ισχυρισμό της προσφεύγουσας σχετικά με την παράβαση της υποχρεώσεως του Γραφείου να εναρμονίσει εντός της Κοινότητας το δίκαιο των σημάτων, καθόσον το Γραφείο δεν έλαβε υπόψη τα εθνικά σήματα των οποίων έγινε επίκληση, επισημαίνεται ότι το κοινοτικό δίκαιο των σημάτων δεν πρέπει να εναρμονιστεί διά της εκ μέρους του Γραφείου αποδοχής των εθνικών καταχωρίσεων που υφίστανται σε κάθε κράτος μέλος.

56.
    Τέλος, όσον αφορά τους ισχυρισμούς της προσφεύγουσας περί του ότι η προσβαλλόμενη απόφαση δεν είναι σύμφωνη με την απόφαση του πρώτου τμήματος προσφυγών της 2ας Δεκεμβρίου 1998, LEICHT, αρκεί η διαπίστωση ότι η προσφεύγουσα δεν απέδειξε ότι επρόκειτο, στην τελευταία αυτή απόφαση, για κατάσταση δυνάμενη να παραβληθεί προς εκείνη της προκειμένης περιπτώσεως (προμνημονευθείσα απόφαση TRUSTEDLINK, σκέψη 40). Εν πάση περιπτώσει, σημειωτέον ότι το Γραφείο δεν δεσμεύεται από τις εσωτερικές αποφάσεις του, καθόσον κάθε ατομική περίπτωση πρέπει να εκτιμάται αναλόγως των συνθηκών και των χαρακτηριστικών της.

57.
    Κατά συνέπεια, ο παρών λόγος ακυρώσεως είναι απορριπτέος.

Επί του τρίτου λόγου ακυρώσεως, που αντλείται από την παράβαση της υποχρεώσεως του Γραφείου να δέχεται τον περιορισμό των προϊόντων και υπηρεσιών

Επιχειρήματα των διαδίκων

58.
    Η προσφεύγουσα ισχυρίζεται ότι πρότεινε να αποσυρθεί η κλάση 25 από την αίτηση καταχωρίσεως, αλλά το τμήμα προσφυγών δεν έλαβε υπόψη την πρόταση αυτή, κατά παράβαση του άρθρου 44, παράγραφος 1, του κανονισμού 40/94.

59.
    Κατά το Γραφείο, ο κανονισμός 40/94 δεν επιβάλλει καμία υποχρέωση να λαμβάνονται υπόψη οι υπό όρους προτάσεις περιορισμού των προϊόντων ή υπηρεσιών, όπως ισχυρίζεται η προσφεύγουσα, και, συνεπώς, αυτές οι υπό όρους προτάσεις ανακλήσεως δεν μπορούν να γίνουν δεκτές, καθόσον δεν πρόκειται για πραγματική ανάκληση.

Εκτίμηση του Πρωτοδικείου

60.
    Σύμφωνα με το άρθρο 44, παράγραφος 1, του κανονισμού 40/94, ο καταθέτης μπορεί ανά πάσα στιγμή να ανακαλέσει την αίτηση κοινοτικού σήματος ή να περιορίσει τον κατάλογο προϊόντων ή υπηρεσιών που περιλαμβάνει.

61.
    Επομένως, η ευχέρεια περιορισμού του καταλόγου προϊόντων και υπηρεσιών ανήκει αποκλειστικά στον αιτούντα την καταχώριση κοινοτικού σήματος ο οποίος μπορεί, ανά πάσα στιγμή, να απευθύνει σχετικό αίτημα στο Γραφείο. Στο πλαίσιο αυτό, η ολική ή μερική ανάκληση αιτήσεως κοινοτικού σήματος πρέπει να είναι ρητή και χωρίς όρους.

62.
    Εν προκειμένω, η προσφεύγουσα πρότεινε να αποσυρθούν τα προϊόντα της κλάσεως 25 από την αίτηση να καταχωριστεί ως κοινοτικό σήμα η λέξη ELLOS, αν το τμήμα προσφυγών είχε την πρόθεση να απορρίψει την αίτηση αυτή (σημείο 13 της προσβαλλομένης αποφάσεως). Η προσφεύγουσα δεν προέβη εντούτοις στην ανάκληση κατά τρόπο ρητό και χωρίς όρους. Επομένως, δεν μπορεί να θεωρηθεί ότι η προσφεύγουσα προέβη σε μερική ανάκληση της επίμαχης αιτήσεως καταχωρίσεως κοινοτικού σήματος.

63.
    Κατά συνέπεια, ο παρών λόγος ακυρώσεως είναι απορριπτέος.

64.
    Βάσει του συνόλου των ανωτέρω εκτιμήσεων, πρέπει να ακυρωθεί η προσβαλλόμενη απόφαση καθ' ο μέτρο αφορά την «εξυπηρέτηση πελατών σε πωλήσεις μέσω ταχυδρομικών παραγγελιών» (κλάση 35 της κατατάξεως της Νίκαιας), η δε προσφυγή να απορριφθεί κατά τα λοιπά.

Επί των δικαστικών εξόδων

65.
    Σύμφωνα με το άρθρο 87, παράγραφος 3, του Κανονισμού Διαδικασίας του Πρωτοδικείου, το Πρωτοδικείο μπορεί να αποφασίσει ότι κάθε διάδικος φέρει τα δικαστικά του έξοδα σε περίπτωση μερικής ήττας των διαδίκων. Εν προκειμένω, δεδομένου ότι η προσβαλλόμενη απόφαση είναι μερικώς απορριπτέα, το Πρωτοδικείο αποφασίζει ότι κάθε διάδικος θα φέρει τα δικαστικά του έξοδα.

Για τους λόγους αυτούς,

ΤΟ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ (τέταρτο τμήμα)

αποφασίζει:

1)    Ακυρώνει την απόφαση του πρώτου τμήματος προσφυγών του Γραφείου Εναρμονίσεως στο πλαίσιο της Εσωτερικής Αγοράς (σήματα, σχέδια και υποδείγματα) της 15ης Ιουνίου 2000 (υπόθεση R 385/1999-1), καθ'0 ο μέτρο αφορά υπηρεσίες που εμπίπτουν στην κλάση 35 του Διακανονισμού της Νίκαιας και αντιστοιχούν στην ακόλουθη περιγραφή: «εξυπηρέτηση πελατών σε πωλήσεις μέσω ταχυδρομικών παραγγελιών».

2)    Απορρίπτει κατά τα λοιπά την προσφυγή.

3)    Κάθε διάδικος φέρει τα δικαστικά του έξοδα.

Mengozzi

Tiili
Moura Ramos

Δημοσιεύθηκε σε δημόσια συνεδρίαση στο Λουξεμβούργο στις 27 Φεβρουαρίου 2002.

Ο Γραμματέας

Ο Πρόεδρος

H. Jung

P. Mengozzi


1: Γλώσσα διαδικασίας: η αγγλική.