Language of document : ECLI:EU:T:2021:700

Υπόθεση T712/20

Škoda Investment κ.λπ.

κατά

Γραφείου Διανοητικής Ιδιοκτησίας της Ευρωπαϊκής Ένωσης

 Απόφαση του Γενικού Δικαστηρίου (δέκατο τμήμα) της 13ης Οκτωβρίου 2021

«Σήμα της Ευρωπαϊκής Ένωσης – Διαδικασία ανακοπής – Αίτηση καταχωρίσεως εικονιστικού σήματος της Ευρωπαϊκής Ένωσης που απεικονίζει φτερωτό βέλος – Προγενέστερο εικονιστικό σήμα της Ευρωπαϊκής Ένωσης που απεικονίζει φτερωτό βέλος – Σχετικός λόγος απαραδέκτου – Μερική απόρριψη της ανακοπής – Περιορισμός του αντικειμένου της ανακοπής στο πλαίσιο της προσφυγής ενώπιον του τμήματος προσφυγών – Μερική παραίτηση από την ανακοπή – Λόγος αυτεπαγγέλτως εξετασθείς από το τμήμα προσφυγών – Απαγόρευση αποφάνσεως ultra petita»

1.      Σήμα της Ευρωπαϊκής Ένωσης – Διαδικασία προσφυγής – Προσφυγή κατά αποφάσεως του τμήματος ανακοπών του EUIPO – Απόφαση του τμήματος προσφυγών βαίνουσα πέραν του αντικειμένου της ανακοπής – Έλλειψη νομιμότητας

(Κανονισμός 2017/1001 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, άρθρα 47 § 5, πρώτη περίοδος, 68 § 1, 71 § 1, πρώτη περίοδος, και 95 § 1· κανονισμός 2018/625 της Επιτροπής, άρθρο 21 § 1, στοιχείο εʹ)

(βλ. σκέψεις 22, 23)

2.      Σήμα της Ευρωπαϊκής Ένωσης – Διαδικασία προσφυγής – Προσφυγή κατά αποφάσεως του τμήματος ανακοπών του EUIPO – Εξέτασή της από το τμήμα προσφυγών – Περιεχόμενο – Αυτεπάγγελτη εξέταση των λόγων που αφορούν παράβαση ουσιώδους τύπου – Επιτρέπεται – Όρια – Απαγορεύεται στο τμήμα προσφυγών να αποφασίσει ακύρωση βαίνουσα πέραν της ζητηθείσας

(Κανονισμός 2017/1001 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, άρθρο 95 § 1· κανονισμός 2018/625 της Επιτροπής, άρθρο 27 § 2)

(βλ. σκέψεις 24-27)

Σύνοψη


Η Škoda Auto a.s. ζήτησε από το Γραφείο Διανοητικής Ιδιοκτησίας της Ευρωπαϊκής Ένωσης (EUIPO) την καταχώριση εικονιστικού σήματος της Ευρωπαϊκής Ένωσης που απεικονίζει φτερωτό βέλος. Η προσφεύγουσα, Škoda Investment a.s., άσκησε ανακοπή κατά της καταχωρίσεως του σήματος αυτού για το σύνολο των προϊόντων και υπηρεσιών που αφορά το εν λόγω σήμα.

Το τμήμα ανακοπών του EUIPO απέρριψε την ανακοπή ως απαράδεκτη. Η προσφεύγουσα άσκησε προσφυγή κατά της εν λόγω αποφάσεως και ζήτησε, με το υπόμνημα στο οποίο εκτίθενται οι λόγοι της προσφυγής ενώπιον του EUIPO, τη μερική ακύρωσή της στο μέτρο που αυτή αφορούσε ορισμένα μόνον προϊόντα και υπηρεσίες.

Το τμήμα προσφυγών του EUIPO συνήγαγε εξ αυτού ότι η προσφεύγουσα ανακάλεσε την προσφυγή της για τα λοιπά προϊόντα και υπηρεσίες που προσδιορίζει το επίμαχο σήμα. Η ως άνω μερική ανάκληση είχε ως αποτέλεσμα ότι τα προϊόντα και οι υπηρεσίες που δεν αναφέρονταν στο ως άνω υπόμνημα δεν αποτελούσαν πλέον μέρος της διαδικασίας ανακοπής, η δε απόρριψη της ανακοπής ως προς αυτά είχε καταστεί απρόσβλητη. Κατά συνέπεια, το τμήμα προσφυγών ακύρωσε εν μέρει την απόφαση του τμήματος ανακοπών για τα προϊόντα και τις υπηρεσίες κατά των οποίων στρεφόταν η ανακοπή και ανέπεμψε την υπόθεση ενώπιον του τμήματος ανακοπών προκειμένου να συνεχιστεί η σχετική με τα εν λόγω προϊόντα και υπηρεσίες εξέταση.

Με την απόφασή του, το Γενικό Δικαστήριο απορρίπτει την προσφυγή της προσφεύγουσας και διασαφηνίζει το περιεχόμενο της εξετάσεως εκ μέρους των τμημάτων προσφυγών του EUIPO σε διαδικασία ανακοπής. Στο πλαίσιο αυτό, εφαρμόζει την πάγια νομολογία στο πλαίσιο διαδικασίας ενώπιον των δικαστηρίων της Ένωσης η οποία αφορά τη σχέση μεταξύ των λόγων που λαμβάνονται υπόψη αυτεπαγγέλτως και των αιτημάτων της προσφυγής (1).

Εκτίμηση του Γενικού Δικαστηρίου

Κατ’ αρχάς, το Γενικό Δικαστήριο υπενθυμίζει ότι, στο πλαίσιο προσφυγής αφορώσας σχετικό λόγο απαραδέκτου καταχωρίσεως σήματος που ασκήθηκε κατά αποφάσεως του τμήματος ανακοπών, το τμήμα προσφυγών δεν μπορεί να αποφανθεί πέραν του αντικειμένου της ενώπιόν του ασκηθείσας προσφυγής (2). Πράγματι, το τμήμα προσφυγών, όπως και ο δικαστής της Ένωσης στο πλαίσιο του συστήματος των ένδικων διαδικασιών που έχουν ως αντικείμενο τον έλεγχο νομιμότητας, μπορεί να ακυρώσει την απόφαση του τμήματος ανακοπών μόνον εντός των ορίων των αιτημάτων που προέβαλε ο προσφεύγων με την προσφυγή του.

Στη συνέχεια, το Γενικό Δικαστήριο επισημαίνει ότι το τμήμα προσφυγών πρέπει να εξετάζει αυτεπαγγέλτως τους λόγους ακυρώσεως που αφορούν νομικά ζητήματα τα οποία δεν προβλήθηκαν μεν από τους διαδίκους, πλην όμως αφορούν παράβαση ουσιώδους τύπου, όπως είναι η παράβαση των κανόνων περί παραδεκτού ανακοπής (3). Εντούτοις, η αρμοδιότητα αυτή ουδόλως συνεπάγεται ότι το τμήμα προσφυγών είναι αρμόδιο να τροποποιήσει αυτεπαγγέλτως τα αιτήματα που προέβαλε ο προσφεύγων στο πλαίσιο της ενώπιόν του ασκηθείσας προσφυγής, δεδομένου ότι η προσέγγιση αυτή δεν λαμβάνει υπόψη τη διάκριση μεταξύ των λόγων ακυρώσεως και των αιτημάτων της προσφυγής, τα δε αιτήματα οριοθετούν την προσφυγή. Επομένως, εξετάζοντας λόγο που αφορά παράβαση ουσιώδους τύπου, το τμήμα προσφυγών δεν βαίνει πέραν του πλαισίου της διαφοράς της οποίας επιλήφθηκε και ουδόλως παραβαίνει τους διαδικαστικούς κανόνες που επιβάλλουν να εκτίθεται το αντικείμενο της διαφοράς στο δικόγραφο της προσφυγής. Ωστόσο, αυτό δεν ισχύει εάν, κατόπιν της εξετάσεως της αποφάσεως που αποτελεί το αντικείμενο της προσφυγής, το τμήμα προσφυγών αποφασίσει, βάσει λόγου που εξέτασε αυτεπαγγέλτως, ακύρωση πέραν των όσων ζητήθηκαν με τα αιτήματα των οποίων έχει συννόμως επιληφθεί, με το αιτιολογικό ότι η ακύρωση αυτή είναι αναγκαία προκειμένου να θεραπευθεί η έλλειψη νομιμότητας που διαπιστώθηκε αυτεπαγγέλτως στο πλαίσιο της εν λόγω αναλύσεως.

Τέλος, το Γενικό Δικαστήριο κρίνει ότι, εν προκειμένω, η προσφεύγουσα αβασίμως υποστηρίζει ότι το τμήμα προσφυγών όφειλε να ακυρώσει την απόφαση του τμήματος ανακοπών στο σύνολό της, διότι τούτο θα είχε ως αποτέλεσμα να αποφανθεί το τμήμα προσφυγών πέραν του αντικειμένου της διαφοράς, όπως αυτό προσδιορίστηκε από την ίδια την προσφεύγουσα.


1      Απόφαση της 14ης Νοεμβρίου 2017, British Airways κατά Επιτροπής (C‑122/16 P, EU:C:2017:861, σκέψεις 89 και 90).


2      Βλ., μεταξύ άλλων, άρθρο 47, παράγραφος 5, άρθρο 71, παράγραφος 1, πρώτη περίοδος, και άρθρο 95, παράγραφος 1, του κανονισμού (ΕΕ) 2017/1001 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 14ης Ιουνίου 2017 για το σήμα της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΕΕ 2017, L 154, σ. 1).


3      Άρθρο 27, παράγραφος 2, του κατ’ εξουσιοδότηση κανονισμού (ΕΕ) 2018/625 της Επιτροπής, της 5ης Μαρτίου 2018, για τη συμπλήρωση του κανονισμού (ΕΕ) 2017/1001 και για την κατάργηση του κατ’ εξουσιοδότηση κανονισμού (ΕΕ) 2017/1430 (ΕΕ 2018, L 104, σ. 1).