Language of document : ECLI:EU:T:2014:932

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΓΕΝΙΚΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (πέμπτο τμήμα)

της 6ης Νοεμβρίου 2014 (*)

«Κοινοτικό σήμα — Αίτηση καταχωρίσεως κοινοτικού εικονιστικού σήματος το οποίο αναπαριστά μια κυματοειδή γραμμή — Απόλυτος λόγος απαραδέκτου — Έλλειψη διακριτικού χαρακτήρα — Άρθρο 7, παράγραφος 1, στοιχείο β΄, του κανονισμού (ΕΚ) 207/2009 — Δεν έχει αποκτηθεί διακριτικός χαρακτήρας με τη χρήση — Άρθρο 7, παράγραφος 3, του κανονισμού 207/2009 — Άρθρο 76 του κανονισμού 207/2009 — Άρθρο 75 του κανονισμού 207/2009»

Στην υπόθεση T‑53/13,

Vans, Inc., με έδρα το Cypress, Καλιφόρνια (Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής), εκπροσωπούμενη από τον M. Hirsch, δικηγόρο,

προσφεύγουσα,

κατά

Γραφείου Εναρμονίσεως στο πλαίσιο της Εσωτερικής Αγοράς (εμπορικά σήματα, σχέδια και υποδείγματα) (ΓΕΕΑ), εκπροσωπούμενου από τον Ó. Mondéjar Ortuño,

καθού,

με αντικείμενο προσφυγή κατά της αποφάσεως του πέμπτου τμήματος προσφυγών του ΓΕΕΑ της 14ης Νοεμβρίου 2012 (υπόθεση R 860/2012‑5), σχετικά με την αίτηση καταχωρίσεως εικονιστικού σημείου που αναπαριστά μια κυματοειδή γραμμή ως κοινοτικού σήματος,

ΤΟ ΓΕΝΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ (πέμπτο τμήμα),

συγκείμενο από τους A. Dittrich, πρόεδρο, J. Schwarcz και V. Tomljenović (εισηγήτρια), δικαστές,

γραμματέας: E. Coulon

έχοντας υπόψη το δικόγραφο της προσφυγής που κατατέθηκε στη Γραμματεία του Γενικού Δικαστηρίου στις 31 Ιανουαρίου 2013,

έχοντας υπόψη το υπόμνημα αντικρούσεως του ΓΕΕΑ, το οποίο κατατέθηκε στη Γραμματεία του Γενικού Δικαστηρίου στις 7 Μαΐου 2013,

έχοντας υπόψη ότι οι διάδικοι δεν υπέβαλαν εντός μηνός από την κοινοποίηση της περατώσεως της έγγραφης διαδικασίας αίτημα καθορισμού ημερομηνίας για τη διεξαγωγή επ’ ακροατηρίου συζητήσεως και κρίνοντας επομένως, κατόπιν εκθέσεως της εισηγήτριας δικαστή και κατ’ εφαρμογήν του άρθρου 135α του Κανονισμού Διαδικασίας του Γενικού Δικαστηρίου, ότι πρέπει να αποφανθεί χωρίς προφορική διαδικασία,

εκδίδει την ακόλουθη

Απόφαση (1)

[παραλειπόμενα]

 Αιτήματα των διαδίκων

7        Η προσφεύγουσα ζητεί από το Γενικό Δικαστήριο:

–        να ακυρώσει την προσβαλλόμενη απόφαση στο σύνολό της και να αναπέμψει την υπόθεση ενώπιον του τμήματος προσφυγών·

–        να καταδικάσει το ΓΕΕΑ στα δικαστικά έξοδα.

8        Το ΓΕΕΑ ζητεί από το Γενικό Δικαστήριο:

–        να απορρίψει την προσφυγή·

–        να καταδικάσει την προσφεύγουσα στα δικαστικά έξοδα.

 Σκεπτικό

[παραλειπόμενα]

 Επί του πρώτου λόγου ακυρώσεως, ο οποίος αφορά συγκεκριμένα παράβαση του άρθρου 76, παράγραφος 1, του κανονισμού 207/2009

[παραλειπόμενα]

12      Υπενθυμίζεται ότι, κατά τη νομολογία, το άρθρο 76, παράγραφος 1, του κανονισμού 207/2009 επιβάλλει στους εξεταστές και στα τμήματα προσφυγών την υποχρέωση να εξετάζουν αυτεπαγγέλτως τα πραγματικά περιστατικά. Κατά συνέπεια, ενδέχεται το αρμόδιο όργανο του ΓΕΕΑ να στηρίξει την απόφασή του σε πραγματικά περιστατικά τα οποία δεν έχει επικαλεστεί ο αιτών [απόφαση της 23ης Ιανουαρίου 2014, Novartis κατά ΓΕΕΑ (CARE TO CARE), T‑68/13, EU:T:2014:29, σκέψη 22· βλ. επίσης, υπ’ αυτή την έννοια, απόφαση της 22ας Ιουνίου 2006, Storck κατά ΓΕΕΑ, C‑25/05 P, Συλλογή, EU:C:2006:422, σκέψεις 50, 51 και 54]. Επιπλέον, από πάγια νομολογία προκύπτει ότι το ΓΕΕΑ παραβαίνει το άρθρο 76 του κανονισμού 207/2009 αν αρνηθεί να λάβει υπόψη επιχειρήματα ή αποδεικτικά στοιχεία τα οποία έχουν προβληθεί εμπροθέσμως από τους διαδίκους [βλ., υπ’ αυτή την έννοια, αποφάσεις της 9ης Νοεμβρίου 2005, Focus Magazin Verlag κατά ΓΕΕΑ — ECI Telecom (Hi-FOCuS), T‑275/03, Συλλογή, EU:T:2005:385, σκέψη 43, και της 10ης Ιουλίου 2006, La Baronia de Turis κατά ΓΕΕΑ — Baron Philippe de Rothschild (LA BARONNIE), T‑323/03, Συλλογή, EU:T:2006:197, σκέψη 68].

13      Εν προκειμένω, η προσφεύγουσα προβάλλει κατ’ ουσίαν με την επιχειρηματολογία της δύο αιτιάσεις, ήτοι, πρώτον, ότι δεν εξετάστηκαν δεόντως τα αποδεικτικά στοιχεία τα οποία προαναφέρθηκαν στην ανωτέρω σκέψη 10 και, δεύτερον, ότι η προσβαλλόμενη απόφαση δεν αιτιολογήθηκε επαρκώς.

14      Ως προς την πρώτη αιτίαση, ότι δηλαδή δεν εξετάστηκαν δεόντως τα αποδεικτικά στοιχεία τα οποία προαναφέρθηκαν στην ανωτέρω σκέψη 10, επισημαίνεται, πρώτον, ότι σε καμία περίπτωση δεν συνάγεται από την προσβαλλόμενη απόφαση ότι το τμήμα προσφυγών αρνήθηκε να λάβει υπόψη οποιοδήποτε από τα επιχειρήματα ή τα αποδεικτικά στοιχεία που προέβαλε η προσφεύγουσα.

15      Σημειώνεται, δεύτερον, ως προς τα έγγραφα που επισύναψε η προσφεύγουσα στα παραρτήματα 5 και 6 των παρατηρήσεων τις οποίες κατέθεσε στις 27 Ιανουαρίου 2012, ότι, όπως καθίσταται σαφές από τα σημεία 14 έως 16 της προσβαλλομένης αποφάσεως, το τμήμα προσφυγών έλαβε υπόψη τα έγγραφα αυτά και τα απέρριψε. Ειδικότερα, από το σημείο 16 της προσβαλλομένης αποφάσεως προκύπτει ότι το τμήμα προσφυγών χρησιμοποίησε τα κριτήρια της σχετικής νομολογίας (βλ. κατωτέρω σκέψη 84), τα εφάρμοσε σε σχέση με τις κοινοτικές καταχωρίσεις που επικαλέστηκε η προσφεύγουσα και κατέληξε ότι δεν έπρεπε να βασιστεί σε αυτές, στο μέτρο που δεν δεσμευόταν από τυχόν προγενέστερες ή εσφαλμένες αποφάσεις του ΓΕΕΑ. Εξάλλου, στο πλαίσιο αυτής ακριβώς της αναλύσεως το τμήμα προσφυγών προέβη, ως εκ περισσού όπως καταδεικνύεται και από τη χρήση του όρου «de plus» [«επιπροσθέτως»], στην εσφαλμένη διαπίστωση ότι οι οικείες καταχωρίσεις θα μπορούσαν να έχουν στηριχθεί στο άρθρο 7, παράγραφος 3, του κανονισμού 207/2009.

16      Ομολογουμένως, κατά την ανάλυση των εγγράφων αυτών, το τμήμα προσφυγών υπέπεσε σε σφάλμα διαπιστώνοντας, στο σημείο 16 της προσβαλλομένης αποφάσεως, ότι οι κοινοτικές καταχωρίσεις θα μπορούσαν να έχουν στηριχθεί στην απόκτηση διακριτικού χαρακτήρα με τη χρήση, κατά την έννοια του άρθρου 7, παράγραφος 3, του κανονισμού 207/2009. Το σφάλμα όμως αυτό, το οποίο αφορούσε άλλωστε ένα συλλογισμό που αναπτύχθηκε εκ περισσού στο πλαίσιο της αναλύσεως εγγράφων προσκομισθέντων από την προσφεύγουσα, δεν είναι δυνατό να στοιχειοθετήσει παράβαση του άρθρου 76 του κανονισμού 207/2009, αλλά πρέπει να θεωρηθεί ότι οφείλεται σε παραδρομή της οποίας οι ενδεχόμενες συνέπειες θα εξεταστούν στις κατωτέρω σκέψεις 84 έως 88.

17      Συγκεκριμένα, ακόμη και αν υποτεθεί ότι πράγματι έγινε μια επιφανειακή εξέταση των αποδεικτικών στοιχείων, όπως αυτή την οποία η προσφεύγουσα προσάπτει εν προκειμένω στο τμήμα προσφυγών, τούτο δεν σημαίνει ότι συντρέχει παράβαση της διαδικαστικής διατάξεως του άρθρου 76 του κανονισμού 207/2009. Τυχόν εσφαλμένη εκτίμηση των αποδεικτικών στοιχείων που έχει προσκομίσει διάδικος μπορεί να στοιχειοθετήσει παράβαση της εκάστοτε εφαρμοστέας ουσιαστικής διατάξεως.

18      Υπογραμμίζεται, τρίτον, ως προς το παράρτημα 10 του δικογράφου που κατατέθηκε ενώπιον του τμήματος προσφυγών, ότι το συγκεκριμένο έγγραφο περιέχει, ειδικότερα, ενδεικτικά στοιχεία σχετικά τον όγκο των πωλήσεων της προσφεύγουσας κατά τα έτη 2010 και 2011 σε ορισμένα κράτη μέλη, όπως στην Μπενελούξ, την Τσεχική Δημοκρατία, τη Δανία και τη Σουηδία ως τμήματα της σκανδιναβικής αγοράς, τη Γερμανία, την Ελλάδα, την Ισπανία, τη Γαλλία, την Ιταλία, την Πολωνία και το Ηνωμένο Βασίλειο. Περιέχει επίσης μια πρόβλεψη ως προς τις πωλήσεις για το έτος 2012 στα ίδια αυτά κράτη μέλη. Ως εκ τούτου, το συγκεκριμένο έγγραφο λειτουργεί συμπληρωματικώς προς την προσκομισθείσα ενώπιον του εξεταστή υπεύθυνη δήλωση διευθυντικού στελέχους της προσφεύγουσας, η οποία όμως, όπως έκρινε το τμήμα προσφυγών στο σημείο 23 της προσβαλλομένης αποφάσεως επιβεβαιώνοντας τις σχετικές διαπιστώσεις του εξεταστή, περιείχε νούμερα σχετικά με τον όγκο των πωλήσεων χωρίς να τα κατατάσσει ανά χώρα, ούτε να παρέχει συνολικά στοιχεία για ολόκληρη την Ένωση, ούτε να τα θεμελιώνει σε άλλα έγγραφα, όπως τιμολόγια.

19      Από την προσβαλλόμενη απόφαση προκύπτει όντως, όπως ισχυρίζεται η προσφεύγουσα, ότι το τμήμα προσφυγών δεν αποφάνθηκε επί του συγκεκριμένου εγγράφου. Πράγματι, αυτό δεν μνημονεύεται στο σημείο 21 της προσβαλλομένης αποφάσεως μεταξύ των συμπληρωματικών εγγράφων που κατέθεσε η προσφεύγουσα ενώπιον του τμήματος προσφυγών, το οποίο άλλωστε δεν αναφέρθηκε στο εν λόγω έγγραφο ούτε στο πλαίσιο της εκτιμήσεως των προσκομισθέντων από την προσφεύγουσα αποδεικτικών στοιχείων.

20      Πρέπει να υπομνησθεί ωστόσο ότι το γεγονός ότι το τμήμα προσφυγών δεν επανέλαβε ένα προς ένα όλα τα επιχειρήματα και τα αποδεικτικά στοιχεία που προέβαλε ο διάδικος ούτε απάντησε σε καθένα από αυτά χωριστά δεν δικαιολογεί, από μόνο του, το συμπέρασμα ότι το τμήμα προσφυγών αρνήθηκε να τα λάβει υπόψη [απόφαση της 9ης Δεκεμβρίου 2010, Tresplain Investments κατά ΓΕΕΑ — Hoo Hing (Golden Elephant Brand), T‑303/08, Συλλογή, EU:T:2010:505, σκέψη 46].

21      Εν προκειμένω, επ’ ουδενί συνάγεται από την προσβαλλόμενη απόφαση ότι το τμήμα προσφυγών αρνήθηκε να λάβει υπόψη το έγγραφο το οποίο επισυνάφθηκε στο παράρτημα 10 του δικογράφου που κατατέθηκε ενώπιόν του. Ειδικότερα, το τμήμα προσφυγών δεν προσήψε στην προσφεύγουσα ότι το προσκόμισε εκπροθέσμως, ούτε και το απέρριψε ως απαράδεκτο. Είναι πιθανό να διέλαθε της προσοχής του τμήματος προσφυγών ότι το παράρτημα 10 του δικογράφου που κατατέθηκε ενώπιόν του περιείχε ενδεικτικά στοιχεία σχετικά με τον όγκο των πωλήσεων της προσφεύγουσας σε ορισμένα κράτη μέλη.

22      Το γεγονός πάντως αυτό δεν στοιχειοθετεί από μόνο του παράβαση της διαδικαστικής διατάξεως του άρθρου 76 του κανονισμού 207/2009. Πρόκειται για εσφαλμένη εκτίμηση των προσκομισθέντων από την προσφεύγουσα αποδεικτικών στοιχείων, η οποία θα μπορούσε ενδεχομένως να στοιχειοθετήσει παράβαση ουσιαστικής διατάξεως. Οι πιθανές συνέπειες της συγκεκριμένης εσφαλμένης εκτιμήσεως θα εξεταστούν στο πλαίσιο της αναλύσεως του λόγου ακυρώσεως ο οποίος αφορά παράβαση του άρθρου 7, παράγραφος 3, του κανονισμού 207/2009 (βλ. κατωτέρω σκέψη 107).

23      Τέταρτον, ως προς το αποδεικτικό στοιχείο το οποίο, κατά την προσφεύγουσα, προερχόταν από ανεξάρτητη πηγή και περιλήφθηκε στο παράρτημα 2 των από 27 Ιανουαρίου 2012 παρατηρήσεών της, τονίζεται ότι επρόκειτο για μια σελίδα του περιοδικού μόδας Elle. Στη σελίδα αυτή υπήρχε η φωτογραφία ενός μοντέλου που φορούσε υποδήματα τα οποία είχαν κατασκευαστεί από την προσφεύγουσα και έφεραν το εικονιστικό σημείο του οποίου ζητήθηκε η καταχώριση.

24      Συναφώς, πρέπει να γίνει δεκτό ότι, αντιθέτως προς τα όσα υποστηρίζει η προσφεύγουσα, δεν πρόκειται μεν για διαφημιστική καταχώριση με τη στενή έννοια, πλην όμως αποτελεί υλικό σχετικό με την προώθησή της, το οποίο δημοσιεύτηκε σε περιοδικό μόδας, ώστε αυτή να παρουσιάσει τα προϊόντα της στο κοινό. Δεδομένου ότι το τμήμα προσφυγών εξέτασε στα σημεία 26 και 27 της προσβαλλομένης αποφάσεως το σύνολο του οικείου διαφημιστικού υλικού, δεν πρέπει να του προσαφθεί ότι παρέλειψε να λάβει υπόψη το εν λόγω στοιχείο. Επομένως, το τμήμα δεν παρέβη τη διαδικαστική διάταξη του άρθρου 76 του κανονισμού 207/2009.

25      Εν πάση περιπτώσει, ακόμη και αν υποτεθεί ότι, όπως διατείνεται η προσφεύγουσα, το έγγραφο αυτό πρέπει να θεωρηθεί ως αποδεικτικό στοιχείο από ανεξάρτητη πηγή, σημειώνεται ότι, όπως ισχύει και για το παράρτημα 10 του δικογράφου που κατατέθηκε ενώπιον του τμήματος προσφυγών, επ’ ουδενί συνάγεται από την προσβαλλόμενη απόφαση ότι το τμήμα αρνήθηκε να το λάβει υπόψη. Συγκεκριμένα, το τμήμα προσφυγών ούτε προσήψε στην προσφεύγουσα ότι το προσκόμισε εκπροθέσμως ούτε και το απέρριψε ως απαράδεκτο. Ως εκ τούτου, ακόμη και αν το τμήμα προσφυγών δεν του έδωσε ενδεχομένως τη δέουσα σημασία, το γεγονός αυτό καθ’ εαυτό δεν στοιχειοθετεί, όπως επισημάνθηκε ήδη στην ανωτέρω σκέψη 22, παράβαση της διαδικαστικής διατάξεως του άρθρου 76 του κανονισμού 207/2009. Θα μπορούσε να θεωρηθεί ότι συνιστά εσφαλμένη εκτίμηση των προσκομισθέντων από την προσφεύγουσα αποδεικτικών στοιχείων, της οποίας οι ενδεχόμενες συνέπειες θα εξεταστούν στο πλαίσιο της αναλύσεως του λόγου ακυρώσεως που αφορά παράβαση του άρθρου 7, παράγραφος 3, του κανονισμού 207/2009 (βλ. κατωτέρω σκέψη 107).

26      Επομένως, επιβάλλεται το συμπέρασμα ότι κακώς η προσφεύγουσα προσάπτει στο τμήμα προσφυγών ότι παρέβη τη διαδικαστική διάταξη του άρθρου 76 του κανονισμού 207/2009. Κατά συνέπεια, τα σχετικά επιχειρήματα της προσφεύγουσας είναι απορριπτέα.

[παραλειπόμενα]

Για τους λόγους αυτούς,

ΤΟ ΓΕΝΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ (πέμπτο τμήμα)

αποφασίζει:

1)      Απορρίπτει την προσφυγή.

2)      Καταδικάζει τη Vans, Inc. στα δικαστικά έξοδα.

Dittrich

Schwarcz

Tomljenović

Δημοσιεύθηκε σε δημόσια συνεδρίαση στο Λουξεμβούργο στις 6 Νοεμβρίου 2014.

(υπογραφές)


* Γλώσσα διαδικασίας: η αγγλική.


1 — Παρατίθενται μόνον οι σκέψεις των οποίων η δημοσίευση κρίνεται σκόπιμη από το Γενικό Δικαστήριο.