Language of document : ECLI:EU:T:2014:781

Υπόθεση T‑168/12

Aguy Clement Georgias κ.λπ.

κατά

Συμβουλίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης

και

Ευρωπαϊκής Επιτροπής

«Κοινή εξωτερική πολιτική και πολιτική ασφάλειας — Περιοριστικά μέτρα κατά ορισμένων προσώπων και οντοτήτων λόγω της καταστάσεως στη Ζιμπάμπουε — Δέσμευση κεφαλαίων — Εξωσυμβατική ευθύνη — Αιτιώδης σύνδεσμος — Κατάφωρη παράβαση κανόνα δικαίου που απονέμει δικαιώματα σε ιδιώτες — Πρόδηλη πλάνη εκτιμήσεως — Υποχρέωση αιτιολογήσεως»

Περίληψη — Απόφαση του Γενικού Δικαστηρίου (όγδοο τμήμα)
της 18ης Σεπτεμβρίου 2014

1.      Εξωσυμβατική ευθύνη — Προϋποθέσεις — Έλλειψη νομιμότητας — Ζημία — Αιτιώδης σύνδεσμος — Βάρος αποδείξεως — Μη συνδρομή μίας εκ των προϋποθέσεων — Απόρριψη της αγωγής αποζημιώσεως στο σύνολό της

(Άρθρο 340, εδ. 2, ΣΛΕΕ)

2.      Αγωγή αποζημιώσεως — Προθεσμία παραγραφής — Έναρξη — Ευθύνη από πράξη που θέτει κανόνες δικαίου — Ημερομηνία εμφανίσεως των ζημιογόνων αποτελεσμάτων της πράξεως — Ημερομηνία εκδόσεως της πράξεως περί καταχωρίσεως του ονοματεπωνύμου του ενάγοντος

(Άρθρο 340, εδ. 2, ΣΛΕΕ· Οργανισμός του Δικαστηρίου, άρθρα 46 και 53, εδ. 1· κανονισμός 314/2004 του Συμβουλίου, όπως τροποποιήθηκε με τον κανονισμό 412/2007)

3.      Ένσταση ελλείψεως νομιμότητας — Παρεμπίπτων χαρακτήρας — Περιοριστικά μέτρα δεσμεύσεως κεφαλαίων — Αγωγή αποζημιώσεως ασκηθείσα εντός της προθεσμίας παραγραφής χωρίς να ασκηθεί προσφυγή ακυρώσεως — Επιτρέπεται

(Άρθρα 263 ΣΛΕΕ και 277 ΣΛΕΕ· Οργανισμός του Δικαστηρίου, άρθρα 46 και 53, εδ. 1)

4.      Εξωσυμβατική ευθύνη — Προϋποθέσεις — Έλλειψη νομιμότητας — Ζημία — Αιτιώδης σύνδεσμος — Κανονισμός που προβλέπει περιοριστικά μέτρα πλην διατάξεων που απαγορεύουν την είσοδο σε κράτος μέλος ή τη διέλευση από το έδαφος του κράτους αυτού — Απόρριψη αιτήματος προσβάσεως στην εθνική επικράτεια και διελεύσεως κατ’ ενάσκηση των εθνικών κυριαρχικών αρμοδιοτήτων όσον αφορά τον έλεγχο της προσβάσεως πολιτών τρίτων χωρών — Έλλειψη αιτιώδους συνδέσμου

(Άρθρο 340, εδ. 2, ΣΛΕΕ· κανονισμός 314/2004 του Συμβουλίου, όπως τροποποιήθηκε με τον κανονισμό 412/2007)

5.      Εξωσυμβατική ευθύνη — Προϋποθέσεις — Έλλειψη νομιμότητας — Εκτίμηση της νομιμότητας της συμπεριφοράς των θεσμικών οργάνων — Ελλιπής ή ανεπαρκής αιτιολογία — Ζήτημα που διαφέρει από εκείνο της ουσιαστικής νομιμότητας

(Άρθρα 296 ΣΛΕΕ και 340, εδ. 2, ΣΛΕΕ)

6.      Ευρωπαϊκή Ένωση — Δικαστικός έλεγχος της νομιμότητας των πράξεων των θεσμικών οργάνων — Περιοριστικά μέτρα κατά της Ζιμπάμπουε — Δέσμευση κεφαλαίων ορισμένων προσώπων και οντοτήτων λόγω της καταστάσεως στη Ζιμπάμπουε — Έκταση του ελέγχου — Περιορισμένος έλεγχος για τους γενικούς κανόνες — Έλεγχος εκτεινόμενος στην εκτίμηση των πραγματικών περιστατικών και στην επαλήθευση των αποδεικτικών στοιχείων για τις πράξεις που εφαρμόζονται επί συγκεκριμένων φορέων

(Άρθρα 60 EΚ και 301 EΚ· κανονισμός 314/2004 του Συμβουλίου, όπως τροποποιήθηκε με τον κανονισμό 412/2007)

7.      Δίκαιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης — Αρχές — Δικαιώματα άμυνας — Περιοριστικά μέτρα έναντι ορισμένων προσώπων και οντοτήτων λόγω της καταστάσεως στη Ζιμπάμπουε — Υποχρέωση των θεσμικών οργάνων της Ένωσης προς τακτική επανεξέταση τόσο της καταστάσεως που δικαιολόγησε την έκδοση πράξεως περί επιβολής περιοριστικών μέτρων όσο και τη σκοπιμότητα της παρατάσεώς τους — Περιεχόμενο — Εξάρτηση της παρανομίας της πράξεως από την απόδειξη τυχόν δικονομικής συνέπειας απορρέουσας από την αθέτηση της εν λόγω υποχρεώσεως

(Κανονισμός 314/2004 του Συμβουλίου, όπως τροποποιήθηκε με τον κανονισμό 412/2007)

1.      Βλ. το κείμενο της αποφάσεως.

(βλ. σκέψεις 24-26)

2.      Βλ. το κείμενο της αποφάσεως.

(βλ. σκέψεις 29-31)

3.      Βλ. το κείμενο της αποφάσεως.

(βλ. σκέψεις 34, 35)

4.      Βλ. το κείμενο της αποφάσεως.

(βλ. σκέψεις 43, 45, 46)

5.      Βλ. το κείμενο της αποφάσεως.

(βλ. σκέψεις 69, 71)

6.      Όσον αφορά τους γενικούς κανόνες που καθορίζουν τις λεπτομέρειες εφαρμογής των περιοριστικών μέτρων, το Συμβούλιο διαθέτει ευρεία εξουσία εκτιμήσεως όσον αφορά τα στοιχεία που πρέπει να λαμβάνονται υπόψη για τη λήψη μέτρων οικονομικών και χρηματοοικονομικών κυρώσεων βάσει των άρθρων 60 ΕΚ και 301 ΕΚ, σύμφωνα με κοινή θέση εκδοθείσα στο πλαίσιο της κοινής εξωτερικής πολιτικής και πολιτικής ασφαλείας (ΚΕΠΠΑ). Σχετικά με την ένταση του δικαστικού ελέγχου, το Συμβούλιο, όσον αφορά τους γενικούς κανόνες που καθορίζουν τις λεπτομέρειες εφαρμογής περιοριστικών μέτρων, διαθέτει ευρεία εξουσία εκτιμήσεως σε σχέση με τα στοιχεία που πρέπει να συνεκτιμώνται ενόψει της λήψεως μέτρων οικονομικών και χρηματοοικονομικών κυρώσεων βάσει των άρθρων 60 ΕΚ και 301 ΕΚ, σύμφωνα με κοινή θέση εκδοθείσα στο πλαίσιο της κοινής εξωτερικής πολιτικής και πολιτικής ασφάλειας (ΚΕΠΠΑ). Δεδομένου ότι τα δικαιοδοτικά όργανα της Ένωσης δεν μπορούν ιδίως να υποκαθιστούν το Συμβούλιο όσον αφορά την εκτίμηση των αποδείξεων, των γεγονότων και των περιστάσεων που δικαιολογούν τη λήψη τέτοιων μέτρων, ο έλεγχος που ασκεί το Γενικό Δικαστήριο πρέπει να περιορίζεται στην εξακρίβωση της τηρήσεως των διαδικαστικών κανόνων και των κανόνων περί αιτιολογίας, του υποστατού των πραγματικών περιστατικών, καθώς και της απουσίας, αφενός, πρόδηλης πλάνης εκτιμήσεως σχετικά με τα πραγματικά περιστατικά και, αφετέρου, καταχρήσεως εξουσίας. Ο περιορισμένος αυτός έλεγχος ισχύει ιδίως για την εκτίμηση των λόγων σκοπιμότητας επί των οποίων στηρίζονται τέτοια μέτρα.

Πρέπει πάντως, στο πλαίσιο αυτό, να λαμβάνεται υπόψη η νομολογία σχετικά με την έννοια «τρίτη χώρα» κατά τα άρθρα 60 ΕΚ και 301 ΕΚ, κατά την οποία η έννοια αυτή περικλείει τόσο τους ιθύνοντες μιας τέτοιας χώρας όσο και τα άτομα και τις οντότητες που συνδέονται με τους ιθύνοντες αυτούς ή υπόκεινται στον άμεσο ή έμμεσο έλεγχό τους. Επομένως, στο πλαίσιο της ασκήσεως της ευρείας εξουσίας εκτιμήσεως που διαθέτει στον τομέα αυτό, το Συμβούλιο, οσάκις προτίθεται να λάβει, βάσει των προαναφερθέντων άρθρων, περιοριστικά μέτρα κατά των ιθυνόντων μιας τέτοιας χώρας καθώς και κατά ατόμων και οντοτήτων που συνδέονται με τους ιθύνοντες αυτούς ή υπόκεινται στον άμεσο ή έμμεσο έλεγχό τους, μπορεί, ασφαλώς, να καθορίζει κατά τρόπο περισσότερο ή λιγότερο ευρύ τον κύκλο των ιθυνόντων και των συνδεόμενων με αυτούς προσώπων έναντι των οποίων θα ληφθούν τα επικείμενα μέτρα, αλλά δεν μπορεί να επεκτείνει το πεδίο εφαρμογής των εν λόγω μέτρων σε πρόσωπα ή σε οντότητες που δεν εμπίπτουν σε καμία από τις ανωτέρω κατηγορίες.

Επιπλέον, στην περίπτωση κατά την οποία το Συμβούλιο καθορίζει με τρόπο αφηρημένο τα κριτήρια βάσει των οποίων το όνομα ενός προσώπου ή μιας οντότητας μπορεί να εγγράφεται στον κατάλογο προσώπων και οντοτήτων έναντι των οποίων εφαρμόζονται τα μέτρα που λαμβάνονται βάσει των δύο προαναφερθέντων άρθρων, εναπόκειται στο Γενικό Δικαστήριο να ελέγξει, λαμβάνοντας υπόψη τους ισχυρισμούς ή λόγους που έχει προβάλει το ενδιαφερόμενο πρόσωπο ή η ενδιαφερόμενη οντότητα ή, ενδεχομένως, τους αυτεπαγγέλτως εξεταζόμενους ισχυρισμούς ή λόγους, αν η περίπτωσή του/της πληροί τα αφηρημένα κριτήρια που έχει καθορίσει το Συμβούλιο. Ο έλεγχος αυτός περιλαμβάνει την εκτίμηση των πραγματικών περιστατικών και των συνθηκών που έχουν προβληθεί ως δικαιολογητική βάση της εγγραφής του ονόματος του ενδιαφερόμενου προσώπου ή της ενδιαφερόμενης οντότητας στον κατάλογο προσώπων και οντοτήτων έναντι των οποίων λαμβάνονται τα περιοριστικά μέτρα καθώς και την εξέταση των αποδεικτικών και πληροφοριακών στοιχείων επί των οποίων στηρίζεται η εκτίμηση αυτή. Το Γενικό Δικαστήριο πρέπει επίσης να ελέγχει συναφώς τον σεβασμό των δικαιωμάτων άμυνας και την τήρηση της υποχρεώσεως αιτιολογήσεως καθώς και, ενδεχομένως, το βάσιμο των επιτακτικών λόγων που κατ’ εξαίρεση έχει επικαλεστεί το Συμβούλιο για να μην τηρήσει τις υποχρεώσεις αυτές.

(βλ. σκέψεις 52, 72-74)

7.      Ο σεβασμός των δικαιωμάτων άμυνας σε κάθε διαδικασία που κινείται κατά ενός προσώπου και είναι δυνατόν να καταλήξει στην έκδοση βλαπτικής πράξεως συνιστά θεμελιώδη αρχή του δικαίου της Ένωσης και πρέπει να εξασφαλίζεται ακόμα και αν δεν υπάρχει ρύθμιση που να διέπει την εν λόγω διαδικασία. Η αρχή αυτή απαιτεί να είναι σε θέση ο ενδιαφερόμενος να διατυπώσει λυσιτελώς την άποψή του σχετικά με τα στοιχεία που μπορεί να γίνουν δεκτά σε βάρος του στην επικείμενη πράξη.

Συναφώς, όσον αφορά την καταχώριση του ενάγοντος βάσει του κανονισμού 412/2007, που τροποποιεί τον κανονισμό 314/2004 στο πλαίσιο ορισμένων περιοριστικών μέτρων σχετικά με τη Ζιμπάμπουε, τα θεσμικά όργανα της Ένωσης είχαν την υποχρέωση να επανεξετάζουν σε τακτική βάση την κατάσταση που δικαιολογούσε την εφαρμογή των επίμαχων περιοριστικών μέτρων και τη σκοπιμότητα της παρατάσεώς τους, ιδίως όσον αφορά τον πρώτο ενάγοντα. Η υποχρέωση αυτή ήταν ιδιαιτέρως έντονη στον βαθμό που τα ως άνω μέτρα συνεπάγονταν τον περιορισμό της ασκήσεως του δικαιώματος ιδιοκτησίας των εμπλεκόμενων προσώπων, περιορισμός που πρέπει επιπλέον να χαρακτηριστεί ως σημαντικός, λαμβανομένου υπόψη του γενικού χαρακτήρα της επίμαχης δεσμεύσεως περιουσιακών στοιχείων.

Εντούτοις, στο πλαίσιο προσφυγής ακυρώσεως, για να συνεπάγεται η προσβολή των δικαιωμάτων άμυνας την ακύρωση της επίμαχης πράξεως, πρέπει η οικεία διαδικασία να μπορούσε να καταλήξει σε διαφορετικό αποτέλεσμα αν δεν υφίστατο η πλημμέλεια αυτή. Ειδικότερα, στην περίπτωση κατά την οποία ο ενάγων, με την άσκηση αγωγής αποζημιώσεως, επιδιώκει την αποκατάσταση της ζημίας που φέρεται να υπέστη λόγω της εκδόσεως ορισμένης πράξεως ή λόγω της παρατάσεως της ισχύος της πράξεως αυτής, κατά τρόπο θίγοντα τα δικαιώματα του άμυνας, και δεν έχει ασκήσει προσφυγή ακυρώσεως κατά της επίμαχης πράξεως, η επίκληση και μόνο της προσβολής των δικαιωμάτων άμυνας δεν αρκεί για να αποδειχθεί το βάσιμο της αγωγής αποζημιώσεως. Ο ενάγων οφείλει επιπροσθέτως να εξηγήσει ποια επιχειρήματα και ποια στοιχεία θα προέβαλε αν τα δικαιώματά του άμυνας είχαν τηρηθεί και να αποδείξει, ενδεχομένως, ότι βάσει των επιχειρημάτων και των στοιχείων αυτών θα μπορούσε, στην περίπτωσή του, να προκύψει διαφορετικό αποτέλεσμα, και συγκεκριμένα η μη παράταση της έναντί του εφαρμογής του επίμαχου περιοριστικού μέτρου της δεσμεύσεως περιουσιακών στοιχείων.

(βλ. σκέψεις 100, 105-107)