Language of document :

Προσφυγή της 17ης Δεκεμβρίου 2008 - Slovenská pošta κατά Επιτροπής

(Υπόθεση T-556/08)

Γλώσσα διαδικασίας: η αγγλική

Διάδικοι

Προσφεύγουσα: Slovenská pošta a.s. (Banská Bystrica, Σλοβακική Δημοκρατία) (εκπρόσωποι: O. Brouwer, C. Schillemans, M. Knapen, δικηγόροι)

Καθής: Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων

Αιτήματα της προσφεύγουσας

Η προσφεύγουσα ζητεί από το Πρωτοδικείο:

να ακυρώσει την προσβαλλόμενη απόφαση·

να καταδικάσει την Επιτροπή στα δικαστικά έξοδα.

Ισχυρισμοί και κύρια επιχειρήματα

Η προσφεύγουσα ζητεί με την προσφυγή της και βάσει του άρθρου 230 ΕΚ την ακύρωση της αποφάσεως της Επιτροπής C (2008) 5912 τελικό, της 7ης Οκτωβρίου 2008 (Υπόθεση COMP/39.532 - σλοβακική νομοθεσία περί ταχυδρομείου) με την οποία η Επιτροπή έκρινε ότι η σλοβακική νομοθεσία περί ταχυδρομείων σχετικά με τις υβριδικές υπηρεσίες ταχυδρομείου αντιβαίνει στο άρθρο 86, παράγραφος 1, σε συνδυασμό με το άρθρο 82 ΕΚ, στο μέτρο που επιφυλάσσει στην προσφεύγουσα τη διανομή αντικειμένων υβριδικού ταχυδρομείου.

Η προσφεύγουσα προβάλλει τέσσερις λόγους ακυρώσεως προς στήριξη της προσφυγής της.

Πρώτον, υποστηρίζει ότι η Επιτροπή παραβίασε την κοινοτική αρχή της χρηστής διοίκησης διότι παρέλειψε να εξετάσει δεόντως όλα τα στοιχεία και τα εμπλεκόμενα συμφέροντα δεδομένου ότι, κατά την άποψη της προσφεύγουσας, η προσβαλλόμενη απόφαση στηρίζεται σε πολλές υποθέσεις βάσει τεκμηρίων. Η προσφεύγουσα υποστηρίζει περαιτέρω ότι η Επιτροπή παρέβη την κατά το άρθρο 253 ΕΚ υποχρέωση αιτιολογίας.

Δεύτερον, η προσφεύγουσα υποστηρίζει ότι η Επιτροπή προσέβαλε το δικαίωμα ακροάσεως της προσφεύγουσας.

Τρίτον, υποστηρίζει ότι η Επιτροπή υπέπεσε σε πρόδηλες πλάνες εκτιμήσεως και ερμηνείας και επί πραγματικών και επί νομικών ζητημάτων, της νομιμότητας της χορήγησης αποκλειστικών δικαιωμάτων στον ταχυδρομικό τομέα που την οδήγησαν σε κακή εφαρμογή των άρθρων 86 ΕΚ και 82 ΕΚ.

Τέταρτον, η προσφεύγουσα υποστηρίζει ότι η Επιτροπή, υιοθετώντας ριζικά διαφορετική και άνευ προηγουμένου προσέγγιση για την οριοθέτηση της σχετικής αγοράς, παραβίασε τις αρχές της ασφάλειας δικαίου και της δικαιολογημένης εμπιστοσύνης.

____________