Language of document :

Προσφυγή ασκηθείσα στις 12 Μαΐου 2006 - Γαλλία κατά Επιτροπής

(Υπόθεση T-139/06)

Γλώσσα διαδικασίας: η γαλλική

Διάδικοι

Προσφεύγουσα: Γαλλική Δημοκρατία (Παρίσι Γαλλίας) (εκπρόσωποι: E. Belliard, G. de Bergues και S. Gasri)

Καθής: Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων

Αιτήματα της προσφεύγουσας

ως κύριο αίτημα, η ακύρωση της επίδικης αποφάσεως λόγω ελλείψεως αρμοδιότητας της Επιτροπής·

επικουρικώς, η ακύρωση της επίδικης αποφάσεως λόγω διαδικαστικής πλημμέλειας εκ της προσβολής των δικαιωμάτων άμυνας·

επικουρικότερον, η ακύρωση της επίδικης αποφάσεως, ως εκ του ότι εκτιμώνται πεπλανημένως μέτρα που έλαβε η Γαλλία για την στο ακέραιο εκτέλεση της αποφάσεως της 12ης Ιουλίου 2005·

έτι επικουρικότερον, η ακύρωση της επίδικης αποφάσεως, καθότι θα έπρεπε να επιβληθεί χαμηλότερη χρηματική ποινή·

όλως επικουρικώς, η μείωση του ύψους της χρηματικής ποινής·

η καταδίκη της Επιτροπής στα δικαστικά έξοδα ή, σε περίπτωση μειώσεως εκ μέρους του Πρωτοδικείου του ύψους της χρηματικής ποινής, η καταδίκη κάθε διαδίκου στα δικαστικά έξοδα.

Λόγοι ακυρώσεως και κύρια επιχειρήματα:

Με απόφαση της 11ης Ιουνίου 1991 1, το Δικαστήριο των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων αναγνώρισε ότι η προσφεύγουσα είχε παραβεί τις επιβαλλόμενες στα κράτη μέλη με την κοινοτική νομοθεσία σε θέματα αλιευτικής πολιτικής υποχρεώσεις. Ελλείψει εκτελέσεως της ανωτέρω αποφάσεως, η Επιτροπή προσέφυγε βάσει του άρθρου 228 ΕΚ ενώπιον του Δικαστηρίου, το οποίο, με απόφαση της 12ης Ιουλίου 2005 2, υποχρέωσε την προσφεύγουσα να καταβάλει στην Επιτροπή χρηματικό ποσό ως ποινή ανά εξάμηνο από της δημοσιεύσεως της αποφάσεως, καθώς και κατ' αποκοπήν ποσό. Κατόπιν της ανωτέρω αποφάσεως, η Επιτροπή συνέχισε να διερευνά την κατάσταση από απόψεως εφαρμογής της αποφάσεως του Δικαστηρίου της 11ης Ιουνίου 1991 εκ μέρους της προσφεύγουσας και, διαπιστώνοντας ότι η προσφεύγουσα δεν την είχε εκτελέσει στο ακέραιο, η Επιτροπή της απηύθυνε απόφαση αξιώνοντας την καταβολή των χρηματικών κυρώσεων που της επέβαλε το Δικαστήριο με την απόφαση της 12ης Ιουλίου 2005. Πρόκειται για την αμφισβητούμενη απόφαση.

Προς στήριξη της προσφυγής της, η προσφεύγουσα επικαλείται πλείονες λόγους ακυρώσεως.

Κατά κύριο λόγο, προβάλλει το γεγονός ότι η επίδικη απόφαση θα έπρεπε να ακυρωθεί λόγω ελλείψεως αρμοδιότητας της Επιτροπής υπό την έννοια ότι δεν μπορεί να εκδίδει απόφαση που επιβάλλει σε κράτος μέλος την είσπραξη χρηματικής ποινής που επέβαλε το Δικαστήριο στο πλαίσιο του άρθρου 228 ΕΚ. Ισχυρίζεται ότι, δυνάμει του άρθρου 228, αποκλειστικά αρμόδιο να απαιτήσει σχετική πληρωμή είναι το Δικαστήριο υπό την έννοια ότι τούτο προϋποθέτει τη διαπίστωση ότι η παράβαση εξακολουθεί να διαπράττεται.

Επικουρικώς, η προσφεύγουσα επικαλείται τη διαδικαστική πλημμέλεια της εκδοθείσας από την Επιτροπή αποφάσεως λόγω της προσβολής των δικαιωμάτων άμυνας, στον βαθμό που οι γαλλικές αρχές δεν είχαν τη δυνατότητα να υποβάλουν λυσιτελώς τις παρατηρήσεις τους πριν από την έκδοση της επίδικης αποφάσεως.

Επικουρικότερον, η προσφεύγουσα επικαλείται λόγο αντλούμενο από την πεπλανημένη εκτίμηση εκ μέρους της Επιτροπής των ληφθέντων από τη Γαλλία μέτρων προς εκτέλεση στο ακέραιο της αποφάσεως του Δικαστηρίου.

Έτι επικουρικότερον, προβάλλει ότι, λαμβάνοντας υπόψη τα εκτελεστικά μέτρα που εφάρμοσε κατόπιν της αποφάσεως του Δικαστηρίου, η προσφεύγουσα, η Επιτροπή θα όφειλε να καθορίσει χαμηλότερο ύψος της χρηματικής ποινής.

Τέλος, όλως επικουρικώς, η προσφεύγουσα εκτιμά ότι, σε περίπτωση κατά την οποία το Πρωτοδικείο εκτιμήσει ότι η Επιτροπή δεν είχε την ευχέρεια να μειώσει η ίδια το ύψος της επιβληθείσας με την απόφαση του Δικαστηρίου χρηματικής ποινής, εναπόκειται στο Πρωτοδικείο να προβεί το ίδιο στη μείωση στο πλαίσιο της πλήρους δικαιοδοσίας του.

____________

1 - Επί της υποθέσεως C-64/88, Επιτροπή κατά Γαλλίας (Συλλογή 1991, σ. I-2727).

2 - Επί της υποθέσεως C-304/02, Επιτροπή κατά Γαλλίας (Συλλογή 2005, σ. I-6263).