Language of document : ECLI:EU:T:2007:203

Υπόθεση T-282/06

Sun Chemical Group BV κ.λπ.

κατά

Επιτροπής των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων

«Ανταγωνισμός – Συγκεντρώσεις – Ευρωπαϊκή αγορά ρητινών κολοφωνίου προοριζομένων για εφαρμογές στον τομέα των μελανών εκτυπώσεως – Απόφαση κηρύσσουσα μια συγκέντρωση συμβατή με την κοινή αγορά – Κατευθυντήριες γραμμές για την αξιολόγηση των οριζοντίων συγκεντρώσεων – Μερίδια αγοράς και επίπεδα συγκεντρώσεως – Μη συντονισμένα αποτελέσματα – Συντονισμένα αποτελέσματα – Υποχρέωση αιτιολογήσεως»

Περίληψη της αποφάσεως

1.      Ανταγωνισμός – Συγκεντρώσεις – Εξέτασή τους από την Επιτροπή – Εκτίμηση του συμβατού με την κοινή αγορά – Τήρηση των κατευθυντηρίων γραμμών που έχει εκδώσει η Επιτροπή

(Κανονισμός 139/2004 του Συμβουλίου, άρθρο 2· ανακοίνωση 2004/C 31/03 της Επιτροπής)

2.      Ανταγωνισμός – Συγκεντρώσεις – Εκτίμηση του συμβατού με την κοινή αγορά – Κίνδυνος δημιουργίας συλλογικής δεσπόζουσας θέσης – Κριτήρια εκτιμήσεως

(Κανονισμός 139/2004 του Συμβουλίου, άρθρο 2· ανακοίνωση 2004/C 31/03 της Επιτροπής, σημεία 19 έως 21)

3.      Ανταγωνισμός – Συγκεντρώσεις – Εκτίμηση του συμβατού με την κοινή αγορά

(Κανονισμός 139/2004 του Συμβουλίου, άρθρο 2)

4.      Ανταγωνισμός – Συγκεντρώσεις – Εκτίμηση του συμβατού με την κοινή αγορά

1.      Η Επιτροπή δεσμεύεται από τις κατευθυντήριες γραμμές που εκδίδει στον τομέα του ελέγχου των συγκεντρώσεων εφόσον δεν αποκλίνουν από τους κανόνες της Συνθήκης και του κανονισμού περί συγκεντρώσεων.

Οι κατευθυντήριες γραμμές δεν επιβάλλουν εξέταση σε όλες τις περιπτώσεις όλων των στοιχείων που μνημονεύουν, δεδομένου ότι η Επιτροπή διαθέτει εξουσία εκτιμήσεως που της επιτρέπει να λαμβάνει ή να μη λαμβάνει υπόψη ορισμένα στοιχεία και δεν υποχρεούται να παραθέσει συγκεκριμένη αιτιολογία όσον αφορά την εκτίμηση ορισμένου αριθμού πτυχών της συγκέντρωσης που θεωρεί προφανώς άσχετες, στερούμενες σημασίας ή σαφώς δευτερεύουσες για την εκτίμηση της συγκεντρώσεως.

Ο έλεγχος που ασκεί ο κοινοτικός δικαστής όσον αφορά τις περίπλοκες εκτιμήσεις οικονομικής φύσεως που διατυπώνει η Επιτροπή κατά την άσκηση της εξουσίας εκτιμήσεως που της παρέχει ο κανονισμός περί συγκεντρώσεων περιορίζεται στην εξακρίβωση της τηρήσεως των κανόνων διαδικασίας και αιτιολογίας καθώς και της ουσιαστικής ακρίβειας των πραγματικών περιστατικών, της ελλείψεως πρόδηλης πλάνης εκτιμήσεως και κατάχρησης εξουσίας. Συναφώς, ο κοινοτικός δικαστής οφείλει να εξετάσει όχι μόνον την ουσιαστική ακρίβεια των προβαλλομένων αποδεικτικών στοιχείων, την αξιοπιστία και τη συνοχή τους, αλλά και να ελέγξει αν τα στοιχεία αυτά αποτελούν το σύνολο των κρισίμων δεδομένων που πρέπει να ληφθούν υπόψη για να αξιολογηθεί μια περίπλοκη κατάσταση και το αν μπορούν να στηρίξουν τα συμπεράσματα που συνήχθησαν βάσει αυτών. Συγκεκριμένα, ο δικαστικός έλεγχος του Πρωτοδικείου δεν μπορεί να περιοριστεί μόνο στην εξέταση του ζητήματος αν η Επιτροπή έλαβε υπόψη ή αγνόησε στοιχεία που στις κατευθυντήριες γραμμές αναφέρονται ως κρίσιμα για την εκτίμηση των αποτελεσμάτων μιας συγκέντρωσης επί του ανταγωνισμού. Το Πρωτοδικείο οφείλει επίσης να εξετάσει στο πλαίσιο του ελέγχου αυτού αν οι ενδεχόμενες παραλείψεις της Επιτροπής μπορούν να θέσουν εν αμφιβόλω το συμπέρασμά της.

(βλ. σκέψεις 55, 57-58, 60-61)

2.      Ναι μεν για να αποδειχθεί ο κίνδυνος δημιουργίας συλλογικής δεσπόζουσας θέσης πρέπει να αποδειχθεί η ύπαρξη σημαντικού συλλογικού μεριδίου αγοράς, πλην όμως αυτό δεν αρκεί άνευ ετέρου για να αποδειχθεί η ύπαρξη συλλογικής δεσπόζουσας θέσης, δεδομένου ότι πρέπει και οι συνθήκες αγοράς να είναι ευνοϊκές για τη δημιουργία της. Συνεπώς, η ύπαρξη δεσπόζουσας θέσης πρέπει να κρίνεται κατά περίπτωση αναλόγως των περιστάσεων κάθε υπόθεσης. Εξάλλου, η δεύτερη περίοδος του σημείου 21 των κατευθυντηρίων γραμμών για την εκτίμηση των οριζοντίων συγκεντρώσεων που εξέδωσε η Επιτροπή τονίζει ότι η υπέρβαση των ορίων συγκεντρώσεως που προβλέπουν τα σημεία 19 έως 21 των κατευθυντηρίων γραμμών δεν δημιουργεί τεκμήριο για την ύπαρξη προβλημάτων ανταγωνισμού. Ωστόσο, όσο μεγαλύτερη είναι η υπέρβαση τόσο περισσότερο οι τιμές μαρτυρούν προβλήματα ανταγωνισμού.

(βλ. σκέψεις 126, 136, 138)

3.      Δεν είναι απαραίτητο, για να αποτραπούν ενδεχόμενες συμπεριφορές κατά του ανταγωνισμού της επιχείρησης που θα προκύψει από τη συγκέντρωση, να μπορούν όλοι οι πελάτες της να διοχετεύουν όλες τις παραγγελίες τους σε άλλους προμηθευτές. Πράγματι, η δυνατότητά τους να διοχετεύουν ένα σημαντικό μέρος της ζητήσεώς τους σε άλλους προμηθευτές μπορεί να θεωρηθεί ως απειλή αρκετά μεγάλων απωλειών για την επιχείρηση αυτή, ικανή να την αποτρέψει από τη συνέχιση αυτής της στρατηγικής.

(βλ. σκέψεις 171, 214)

4.      Δεδομένου ότι το ζήτημα αν υπάρχει ή δεν υπάρχει γενικώς διαθέσιμη πρώτη ύλη επηρεάζει κατά τον ίδιο τρόπο όλους τους παραγωγούς του συγκεκριμένου προϊόντος, περιλαμβανομένης και της επιχείρησης που προκύπτει από τη συγκέντρωση, μόνον η προτιμησιακή πρόσβαση των μετεχόντων στη συγκέντρωση σε σχέση με τους ανταγωνιστές τους θα μπορούσε να έχει επιπτώσεις επί του ανταγωνισμού.

(βλ. σκέψεις 182-183)