Language of document : ECLI:EU:C:2024:356

Προσωρινό κείμενο

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (τρίτο τμήμα)

της 25ης Απριλίου 2024 (*)

«Προδικαστική παραπομπή – Προσέγγιση των νομοθεσιών – Κανονισμός (ΕΚ) 1107/2009 – Άδεια για διάθεση φυτοπροστατευτικών προϊόντων στην αγορά – Εξέταση για αδειοδότηση – Άρθρο 4 – Άρθρο 29 – Προϋποθέσεις – Ανυπαρξία επιβλαβούς επιδράσεως – Κριτήρια – Ιδιότητες ενδοκρινικής διαταραχής – Κανονισμός (ΕE) 2018/605 – Αρχή της προφύλαξης – Σύγχρονες επιστημονικές και τεχνικές γνώσεις»

Στις συνεκδικαζόμενες υποθέσεις C‑309/22 και C‑310/22,

με αντικείμενο αιτήσεις προδικαστικής αποφάσεως δυνάμει του άρθρου 267 ΣΛΕΕ, που υπέβαλε το College van Beroep voor het bedrijfsleven (διοικητικό εφετείο αρμόδιο επί οικονομικών υποθέσεων, Κάτω Χώρες) με αποφάσεις της 3ης Μαΐου 2022, οι οποίες περιήλθαν στο Δικαστήριο στις 11 Μαΐου 2022, στο πλαίσιο των δικών

Pesticide Action Network Europe (PAN Europe)

κατά

College voor de toelating van gewasbeschermingsmiddelen en biociden,

παρισταμένων των:

Adama Registrations BV (Adama) (C‑309/22),

BASF Nederland BV (C‑310/22),

ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ (τρίτο τμήμα),

συγκείμενο από τους K. Jürimäe, πρόεδρο τμήματος, N. Piçarra και M. Gavalec (εισηγητή), δικαστές,

γενική εισαγγελέας: L. Medina

γραμματέας: A. Calot Escobar

έχοντας υπόψη την έγγραφη διαδικασία,

λαμβάνοντας υπόψη τις παρατηρήσεις που υπέβαλαν:

–        η Pesticide Action Network Europe (PAN Europe), εκπροσωπούμενη από τους H. Muilerman και G. Simon, εμπειρογνώμονες, καθώς και από τον M. R. J. Baneke, advocaat,

–        η Adama Registrations BV (Adama), εκπροσωπούμενη από τις E. Broeren και A. Freriks, advocaten,

–        η BASF Nederland BV, εκπροσωπούμενη από τις E. Broeren και A. Freriks, advocaten,

–        η Ολλανδική Κυβέρνηση, εκπροσωπούμενη από την M. K. Bulterman και τον J. M. Hoogveld,

–        η Τσεχική Κυβέρνηση, εκπροσωπούμενη από την S. Šindelková, τον M. Smolek και τον J. Vláčil,

–        η Ελληνική Κυβέρνηση, εκπροσωπούμενη από τις Κ. Κώνστα, Ε.‑Ε. Κρόμπα, Ε. Λευθεριώτου και Μ. Τασσοπούλου,

–        η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, εκπροσωπούμενη από την A. C. Becker και τον M. ter Haar,

αφού άκουσε τη γενική εισαγγελέα που ανέπτυξε τις προτάσεις της κατά τη συνεδρίαση της 28ης Σεπτεμβρίου 2022,

εκδίδει την ακόλουθη

Απόφαση

1        Οι αιτήσεις προδικαστικής αποφάσεως αφορούν την ερμηνεία του άρθρου 4, παράγραφοι 1 και 3, καθώς και του άρθρου 29, παράγραφος 1, στοιχεία αʹ και εʹ, του κανονισμού (ΕΚ) 1107/2009 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 21ης Οκτωβρίου 2009, σχετικά με τη διάθεση φυτοπροστατευτικών προϊόντων στην αγορά και την κατάργηση των οδηγιών 79/117/ΕΟΚ και 91/414/ΕΟΚ του Συμβουλίου (ΕΕ 2009, L 309, σ. 1), όπως τροποποιήθηκε με τον κανονισμό (ΕΕ) 2018/605 της Επιτροπής, της 19ης Απριλίου 2018, για την τροποποίηση του παραρτήματος II του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1107/2009 με τον καθορισμό επιστημονικών κριτηρίων για τον προσδιορισμό των ιδιοτήτων ενδοκρινικής διαταραχής (ΕΕ 2018, L 101, σ. 33, και διορθωτικό ΕΕ 2018, L 111, σ. 10) (στο εξής: κανονισμός 1107/2009), ερμηνευόμενων σε συνδυασμό με το σημείο 3.6.5 του παραρτήματος ΙΙ του εν λόγω κανονισμού, καθώς και του άρθρου 47 του Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης και του άρθρου 2 του κανονισμού 2018/605.

2        Οι αιτήσεις αυτές υποβλήθηκαν στο πλαίσιο δύο ένδικων διαφορών μεταξύ της Pesticide Action Network Europe (PAN Europe) και του College voor de toelating van gewasbeschermingsmiddelen en biociden (Συμβουλίου για την Έγκριση Φυτοπροστατευτικών Προϊόντων και Βιοκτόνων, Κάτω Χώρες) (στο εξής: CTGB) με αντικείμενο την απόρριψη, εκ μέρους του CTGB, αντιστοίχως, αφενός, της ένστασης την οποία υπέβαλε η PAN Europe κατά της αποφάσεώς του να εγκρίνει τη διάθεση στην ολλανδική αγορά του φυτοπροστατευτικού προϊόντος Pitcher, το οποίο περιέχει τη δραστική ουσία fludioxonil, και, αφετέρου, της ένστασης την οποία υπέβαλε η PAN Europe κατά της αποφάσεώς του να εγκρίνει τη διάθεση στην ολλανδική αγορά του φυτοπροστατευτικού προϊόντος Dagonis, το οποίο περιέχει τη δραστική ουσία difenoconazole.

 Το νομικό πλαίσιο

 Ο κανονισμός 1107/2009

3        Οι αιτιολογικές σκέψεις 8, 24 και 29 του κανονισμού 1107/2009 αναφέρουν τα εξής:

«(8)      Σκοπός του παρόντος κανονισμού είναι η εξασφάλιση υψηλού επιπέδου προστασίας τόσο της υγείας των ανθρώπων και των ζώων όσο και του περιβάλλοντος, και ταυτόχρονα η εξασφάλιση της ανταγωνιστικότητας της γεωργίας της Κοινότητας. Ιδιαίτερη προσοχή θα πρέπει να δοθεί στην προστασία των ευπαθών ομάδων του πληθυσμού, συμπεριλαμβανομένων των εγκύων, των βρεφών και των παιδιών. Θα πρέπει να τηρείται η αρχή της προφύλαξης και να εξασφαλίζεται μέσω του παρόντος κανονισμού ότι η βιομηχανία θα αποδεικνύει ότι οι ουσίες ή τα προϊόντα που παράγονται ή διατίθενται στην αγορά δεν έχουν επιβλαβείς επιδράσεις στην υγεία των ανθρώπων ή των ζώων ή μη αποδεκτές επιδράσεις στο περιβάλλον.

[...]

(24)      Οι διατάξεις που διέπουν την αδειοδότηση πρέπει να εξασφαλίζουν υψηλά επίπεδα προστασίας. Ειδικότερα, κατά την αδειοδότηση για φυτοπροστατευτικά προϊόντα, θα πρέπει να δίνεται προτεραιότητα στην προστασία της υγείας των ανθρώπων και των ζώων και του περιβάλλοντος σε σχέση με τη βελτίωση της φυτικής παραγωγής. Συνεπώς, θα πρέπει να αποδεικνύεται, πριν από τη διάθεση των φυτοπροστατευτικών προϊόντων στην αγορά, ότι ωφελούν σαφώς τη φυτική παραγωγή και ότι δεν έχουν επιβλαβείς επιδράσεις στην υγεία των ανθρώπων ή των ζώων, συμπεριλαμβανομένων των ευπαθών ομάδων, ή μη αποδεκτές επιδράσεις στο περιβάλλον.

[...]

(29)      Η αρχή της αμοιβαίας αναγνώρισης είναι ένα από τα μέσα εξασφάλισης της ελεύθερης κυκλοφορίας των εμπορευμάτων εντός της Κοινότητας. Προκειμένου να αποφευχθεί η αλληλεπικάλυψη των εργασιών, να μειωθεί ο διοικητικός φόρτος για τη βιομηχανία και για τα κράτη μέλη και να υπάρξει πιο εναρμονισμένη διαθεσιμότητα των φυτοπροστατευτικών προϊόντων, οι άδειες που χορηγούνται από ένα κράτος μέλος θα πρέπει να γίνονται δεκτές από άλλα κράτη μέλη, όταν οι γεωργικές, φυτοϋγειονομικές και περιβαλλοντικές (καθώς και κλιματικές) συνθήκες είναι συγκρίσιμες. Επομένως, η Κοινότητα θα πρέπει να χωρισθεί σε ζώνες στις οποίες επικρατούν αυτές οι συγκρίσιμες συνθήκες προκειμένου να διευκολυνθεί αυτή η αμοιβαία αναγνώριση. Ωστόσο, οι ιδιάζουσες περιβαλλοντικές ή γεωργικές συνθήκες του εδάφους ενός ή περισσότερων κρατών μελών ενδέχεται να επιβάλλουν ώστε, κατ’ αίτηση, τα κράτη μέλη να αναγνωρίζουν ή να τροποποιούν την άδεια που έχει εκδώσει άλλο κράτος μέλος, ή να μην αδειοδοτούν το φυτοπροστατευτικό προϊόν στο έδαφός τους, εάν αυτό δικαιολογείται λόγω ειδικών περιβαλλοντικών ή γεωργικών συνθηκών ή εάν δεν είναι δυνατόν να επιτευχθεί το υψηλό επίπεδο προστασίας, τόσο της υγείας των ανθρώπων και των ζώων όσο και του περιβάλλοντος, που προβλέπεται στον παρόντα κανονισμό. Θα πρέπει επίσης να είναι δυνατό να επιβάλλονται κατάλληλες προϋποθέσεις σε σχέση με τους στόχους που καθορίζονται στο εθνικό σχέδιο δράσης που εγκρίνεται σύμφωνα με την οδηγία 2009/128/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 21ης Οκτωβρίου 2009, [σχετικά με] τον καθορισμό πλαισίου κοινοτικής δράσης με σκοπό την επίτευξη [ορθολογικής χρήσης των γεωργικών φαρμάκων (ΕΕ 2009, L 309, σ. 71)].»

4        Το άρθρο 1 του κανονισμού, το οποίο φέρει τον τίτλο «Αντικείμενο και σκοπός», προβλέπει στις παραγράφους 3 και 4 τα εξής:

«3.      Σκοπός του παρόντος κανονισμού είναι η εξασφάλιση υψηλού επιπέδου προστασίας της υγείας τόσο των ανθρώπων όσο και των ζώων καθώς και του περιβάλλοντος και η βελτίωση της λειτουργίας της εσωτερικής αγοράς, μέσω της εναρμόνισης των κανόνων σχετικά με τη διάθεση στην αγορά φυτοπροστατευτικών προϊόντων με παράλληλη βελτίωση της γεωργικής παραγωγής.

4.      Οι διατάξεις του παρόντος κανονισμού βασίζονται στην αρχή της προφύλαξης, προκειμένου να διασφαλίζεται ότι οι δραστικές ουσίες ή τα προϊόντα που διατίθενται στη αγορά δεν έχουν αρνητικές επιπτώσεις στην υγεία των ανθρώπων ή των ζώων [ή] στο περιβάλλον. Συγκεκριμένα, δεν επιτρέπεται να εμποδίζεται η εφαρμογή εκ μέρους των κρατών μελών της αρχής της προφύλαξης όταν υπάρχει επιστημονική αβεβαιότητα ως προς τους κινδύνους σε σχέση με την υγεία των ανθρώπων, την υγεία των ζώων ή το περιβάλλον που ενέχουν τα φυτοπροστατευτικά προϊόντα που πρόκειται να εγκριθούν στην επικράτειά τους.»

5        Το άρθρο 4 του κανονισμού, το οποίο επιγράφεται «Κριτήρια για την έγκριση δραστικών ουσιών» και περιλαμβάνεται στο τιτλοφορούμενο «Δραστικές ουσίες, αντιφυτοτοξικά, συνεργιστικά και βοηθητικά» κεφάλαιο ΙΙ του κανονισμού, προβλέπει στις παραγράφους 1 και 3 τα εξής:

«1.      Μια δραστική ουσία εγκρίνεται σύμφωνα με το παράρτημα ΙΙ όταν είναι δυνατόν να αναμένεται, με βάση τις σύγχρονες επιστημονικές και τεχνικές γνώσεις, ότι, σύμφωνα με τα κριτήρια για την έγκριση που ορίζονται στα σημεία 2 και 3 του εν λόγω παραρτήματος, τα φυτοπροστατευτικά προϊόντα που περιέχουν την εν λόγω δραστική ουσία πληρούν τις απαιτήσεις που προβλέπονται στις παραγράφους 2 και 3.

Από την αξιολόγηση της δραστικής ουσίας καθορίζεται καταρχάς εάν πληρούνται τα κριτήρια έγκρισης που προβλέπονται στα σημεία 3.6.2 έως 3.6.4 και 3.7 του παραρτήματος ΙΙ. Εφόσον πληρούνται αυτά τα κριτήρια, η αξιολόγηση καθορίζει στη συνέχεια εάν πληρούνται και τα λοιπά κριτήρια έγκρισης που προβλέπονται στα σημεία 2 και 3 του παραρτήματος ΙΙ.

[...]

3.      Το φυτοπροστατευτικό προϊόν, εφόσον χρησιμοποιείται σύμφωνα με την ορθή πρακτική φυτοπροστασίας και σε ρεαλιστικές συνθήκες χρήσης, πληροί τις ακόλουθες απαιτήσεις:

α)      είναι επαρκώς αποτελεσματικό·

β)      δεν έχει άμεσες ή με καθυστέρηση επιβλαβείς επιδράσεις ή μελλοντική βλαβερή επίδραση στην υγεία των ανθρώπων, περιλαμβανομένων των ευπαθών ομάδων, ή την υγεία των ζώων, άμεσα ή μέσω του πόσιμου νερού (λαμβάνοντας υπόψη τις ουσίες που δημιουργούνται από την επεξεργασία του ύδατος), των τροφίμων, των ζωοτροφών ή του αέρα, ή συνέπειες στο χώρο εργασίας ή άλλες έμμεσες επιδράσεις, λαμβάνοντας υπόψη γνωστές συσσωρευτικές και συνεργιστικές επιδράσεις όταν υπάρχουν επιστημονικές, αποδεκτές από την [Ευρωπαϊκή Αρχή για την Ασφάλεια των Τροφίμων (EFSA)], μέθοδοι αξιολόγησης των επιδράσεων αυτών, ή στα υπόγεια ύδατα·

γ)      δεν έχει μη αποδεκτή επίδραση στα φυτά ή τα φυτικά προϊόντα·

δ)      δεν προκαλεί αδικαιολόγητους πόνους και ταλαιπωρίες στα σπονδυλωτά που πρέπει να ελεγχθούν·

ε)      δεν έχει μη αποδεκτές επιδράσεις στο περιβάλλον, λαμβάνοντας ιδίως υπόψη τους ακόλουθους παράγοντες, όταν υπάρχουν επιστημονικές μέθοδοι, αποδεκτές από την [EFSA] για την αξιολόγηση των επιδράσεων αυτών […]:

[...]».

6        Στο κεφάλαιο ΙΙΙ του κανονισμού 1107/2009, το οποίο τιτλοφορείται «Φυτοπροστατευτικά προϊόντα», συγκαταλέγεται το τμήμα 1, σχετικά με την άδεια, η δε επιγραφόμενη «Απαιτήσεις και περιεχόμενα» ενότητα 1 του τμήματος αυτού περιλαμβάνει τα άρθρα 28 έως 32 του κανονισμού.

7        Το άρθρο 29 του κανονισμού, το οποίο φέρει τον τίτλο «Απαιτήσεις για την άδεια διάθεσης στην αγορά», προβλέπει τα εξής:

«1.      Με την επιφύλαξη του άρθρου 50, χορηγείται άδεια σε φυτοπροστατευτικό προϊόν μόνον όταν, σύμφωνα με τις ενιαίες αρχές που αναφέρονται στην παράγραφο 6, συμμορφώνεται με τις ακόλουθες απαιτήσεις:

α)      οι δραστικές ουσίες, τα αντιφυτοτοξικά και τα συνεργιστικά που περιέχει έχουν εγκριθεί·

[...]

ε)      βάσει των σύγχρονων επιστημονικών και τεχνικών γνώσεων, συμμορφώνεται με τις απαιτήσεις του άρθρου 4 παράγραφος 3·

[...]

6.      Οι ενιαίες αρχές για την αξιολόγηση και την αδειοδότηση των φυτοπροστατευτικών προϊόντων περιέχουν τις απαιτήσεις του παραρτήματος VI της οδηγίας 91/414/ΕΟΚ [του Συμβουλίου, της 15ης Ιουλίου 1991, σχετικά με τη διάθεση στην αγορά φυτοπροστατευτικών προϊόντων (ΕΕ 1991, L 230, σ. 1)], και ορίζονται στους κανονισμούς που εκδίδονται σύμφωνα με τη συμβουλευτική διαδικασία του άρθρου 79 παράγραφος 2, χωρίς ουσιαστικές τροποποιήσεις. Οι επόμενες τροποποιήσεις των εν λόγω κανονισμών θεσπίζονται σύμφωνα με το άρθρο 78 παράγραφος 1 στοιχείο γ).

Με βάση αυτές τις αρχές, κατά την αξιολόγηση των φυτοπροστατευτικών προϊόντων λαμβάνεται υπόψη η αλληλεπίδραση μεταξύ της δραστικής ουσίας, των αντιφυτοτοξικών, των συνεργιστικών και των βοηθητικών.»

8        Η επιγραφόμενη «Διαδικασία» ενότητα 2, η οποία περιλαμβάνεται στο τμήμα 1, σχετικά με την άδεια, του κεφαλαίου ΙΙΙ του κανονισμού 1107/2009, περιλαμβάνει τα άρθρα 33 έως 39.

9        Κατά το άρθρο 36 του κανονισμού, το οποίο φέρει τον τίτλο «Εξέταση για αδειοδότηση»:

«1.      Το κράτος μέλος που εξετάζει την αίτηση διενεργεί ανεξάρτητη, αντικειμενική και διαφανή αξιολόγηση, με βάση τις τελευταίες επιστημονικές και τεχνικές γνώσεις χρησιμοποιώντας κατευθυντήρια έγγραφα που είναι διαθέσιμα κατά το χρόνο υποβολής της αίτησης. Παρέχει σε όλα τα κράτη μέλη στην ίδια ζώνη τη δυνατότητα να υποβάλουν παρατηρήσεις οι οποίες εξετάζονται κατά την αξιολόγηση.

Εφαρμόζει τις ενιαίες αρχές για την αξιολόγηση και την αδειοδότηση φυτοπροστατευτικών προϊόντων, οι οποίες αναφέρονται στο άρθρο 29 παράγραφος 6, προκειμένου, κατά το δυνατόν, να διαπιστωθεί κατά πόσον το φυτοπροστατευτικό προϊόν πληροί τις απαιτήσεις του άρθρου 29 στην ίδια ζώνη, όταν χρησιμοποιείται σύμφωνα με το άρθρο 55 και σε ρεαλιστικές συνθήκες χρήσης.

Το κράτος μέλος που εξετάζει την αίτηση καθιστά διαθέσιμη την αξιολόγησή του στα άλλα κράτη μέλη της ίδιας ζώνης. Η μορφή της έκθεσης αξιολόγησης καθορίζεται με τη συμβουλευτική διαδικασία του άρθρου 79 παράγραφος 2.

2.      Τα ενδιαφερόμενα κράτη μέλη χορηγούν ή αρνούνται να χορηγήσουν άδειες βάσει των συμπερασμάτων της αξιολόγησης του κράτους μέλους που εξέτασε την αίτηση, όπως προβλέπεται στα άρθρα 31 και 32.

3.      Κατά παρέκκλιση από την παράγραφο 2 και με την επιφύλαξη του κοινοτικού δικαίου, είναι δυνατόν να επιβάλλονται κατάλληλοι όροι όσον αφορά τις απαιτήσεις του άρθρου 31 παράγραφοι 3 και 4 και τα λοιπά μέτρα άμβλυνσης του κινδύνου που απορρέουν από ειδικές συνθήκες χρήσης.

Όταν οι ανησυχίες ενός κράτους μέλους όσον αφορά την υγεία των ανθρώπων, των ζώων ή το περιβάλλον δεν μπορούν να αντιμετωπισθούν με τη θέσπιση των εθνικών μέτρων άμβλυνσης του κινδύνου που αναφέρονται στο πρώτο εδάφιο, το κράτος μέλος δύναται να αρνηθεί να χορηγήσει άδεια στο φυτοπροστατευτικό προϊόν στο έδαφός του εάν, λόγω των ειδικών περιβαλλοντικών ή γεωργικών συνθηκών του, έχει αιτιολογημένους λόγους να πιστεύει ότι το υπό εξέταση προϊόν εξακολουθεί να παρουσιάζει απαράδεκτους κινδύνους για την υγεία των ανθρώπων και των ζώων ή για το περιβάλλον.

Το εν λόγω κράτος μέλος ενημερώνει αμέσως τον αιτούντα και την [Ευρωπαϊκή] Επιτροπή για την απόφασή του και παρέχει σχετική τεχνική ή επιστημονική αιτιολόγηση.

Τα κράτη μέλη προβλέπουν τη δυνατότητα προσβολής απόφασης απόρριψης της αδειοδότησης του προϊόντος ενώπιον των εθνικών δικαστηρίων ή άλλων οργάνων προσφυγής.»

10      Η επιγραφόμενη «Ανανέωση, [ανάκληση και τροποποίηση]» ενότητα 4, η οποία περιλαμβάνεται στο τμήμα 1, σχετικά με την άδεια, του κεφαλαίου ΙΙΙ του κανονισμού 1107/2009, περιλαμβάνει τα άρθρα 43 έως 46.

11      Το κεφάλαιο IX του κανονισμού, το οποίο επιγράφεται «Καταστάσεις έκτακτης ανάγκης», περιλαμβάνει τα άρθρα 69 έως 71.

12      Το άρθρο 69 του κανονισμού, το οποίο φέρει τον τίτλο «Έκτακτα μέτρα», έχει ως εξής:

«Εάν είναι σαφές ότι μια εγκεκριμένη δραστική ουσία, αντιφυτοτοξικό, συνεργιστικό ή βοηθητικό, ή ένα φυτοπροστατευτικό προϊόν που έχει αδειοδοτηθεί σύμφωνα με τον παρόντα κανονισμό είναι πιθανό να συνιστά σοβαρό κίνδυνο για την υγεία των ανθρώπων ή των ζώων ή για το περιβάλλον και ότι αυτός ο κίνδυνος δεν μπορεί να αντιμετωπιστεί ικανοποιητικά με τα μέτρα που λαμβάνουν το ή τα οικεία κράτη μέλη, λαμβάνονται αμέσως μέτρα για τον περιορισμό ή την απαγόρευση της χρήσης ή/και της πώλησης της εν λόγω ουσίας ή του προϊόντος, σύμφωνα με την κανονιστική διαδικασία του άρθρου 79 παράγραφος 3, είτε με πρωτοβουλία της Επιτροπής είτε κατόπιν αιτήματος κράτους μέλους. Πριν από τη λήψη αυτών των μέτρων, η Επιτροπή εξετάζει τα διαθέσιμα στοιχεία και μπορεί να ζητεί τη γνώμη της [EFSA]. Η Επιτροπή μπορεί να καθορίζει προθεσμία εντός της οποίας πρέπει να χορηγείται η εν λόγω γνώμη.»

13      Το παράρτημα Ι του κανονισμού 1107/2009 καθορίζει τρεις ζώνες για την αδειοδότηση φυτοπροστατευτικών προϊόντων (τη Βόρεια Ζώνη A, την Κεντρική Ζώνη Β και τη Νότια Ζώνη Γ) και ορίζει τα κράτη μέλη που ανήκουν σε καθεμία από τις ζώνες αυτές.

14      Το παράρτημα ΙΙ του κανονισμού αφορά τη διαδικασία και τα κριτήρια για την έγκριση δραστικών ουσιών, αντιφυτοτοξικών και συνεργιστικών σύμφωνα με το κεφάλαιο II. Στο παράρτημα ΙΙ περιλαμβάνεται ο επιγραφόμενος «Κριτήρια για την έγκριση μιας δραστικής ουσίας» τίτλος 3, του οποίου το σημείο 3.6 φέρει τον τίτλο «Επιπτώσεις στην υγεία του ανθρώπου».

15      Το σημείο 3.6.5 του παραρτήματος ΙΙ προβλέπει, με ισχύ από τις 10 Νοεμβρίου 2018, τα ειδικά κριτήρια με βάση τα οποία μια δραστική ουσία, ένα αντιφυτοτοξικό ή ένα συνεργιστικό θεωρούνται ότι έχουν ιδιότητες ενδοκρινικής διαταραχής οι οποίες μπορεί να προκαλέσουν δυσμενείς επιδράσεις στον άνθρωπο.

16      Το σημείο 3.8.2 του παραρτήματος ΙΙ προβλέπει, με ισχύ από τις 10 Νοεμβρίου 2018, τα ειδικά κριτήρια με βάση τα οποία μια δραστική ουσία, ένα αντιφυτοτοξικό ή ένα συνεργιστικό θεωρούνται ότι έχουν ιδιότητες ενδοκρινικής διαταραχής οι οποίες μπορεί να προκαλέσουν δυσμενείς επιδράσεις σε οργανισμούς-μη στόχους.

 Ο κανονισμός (ΕΕ) 546/2011

17      Κατά το άρθρο 1 του κανονισμού (ΕΕ) 546/2011 της Επιτροπής, της 10ης Ιουνίου 2011, για την εφαρμογή του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1107/2009 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου όσον αφορά τις ενιαίες αρχές για την αξιολόγηση και την αδειοδότηση των φυτοπροστατευτικών προϊόντων (ΕΕ 2011, L 155, σ. 127), ο οποίος εκδόθηκε επί τη βάσει του άρθρου 29, παράγραφος 6, και του άρθρου 84 του κανονισμού 1107/2009:

«Οι ενιαίες αρχές για την αξιολόγηση και αδειοδότηση των φυτοπροστατευτικών προϊόντων που προβλέπονται στο άρθρο 29 παράγραφος 6 του κανονισμού [1107/2009] καθορίζονται στο παράρτημα του παρόντος κανονισμού.»

18      Το μέρος Ι του παραρτήματος του κανονισμού 546/2011, σχετικά με τις «[ε]νιαίες αρχές για την αξιολόγηση και την αδειοδότηση χημικών φυτοπροστατευτικών προϊόντων», περιλαμβάνει τον επιγραφόμενο «Εισαγωγή» τίτλο Α, του οποίου το σημείο 2 έχει ως ακολούθως:

«Κατά την αξιολόγηση των αιτήσεων και τη χορήγηση αδειών, τα κράτη μέλη:

[...]

γ)      λαμβάνουν υπόψη και άλλες τεχνικές ή επιστημονικές πληροφορίες που μπορούν ευλόγως να έχουν στη διάθεσή τους όσον αφορά την επίδοση του φυτοπροστατευτικού προϊόντος ή τις πιθανές δυσμενείς επιδράσεις του, των συστατικών του ή των υπολειμμάτων του.»

19      Το μέρος Ι περιλαμβάνει επίσης τον επιγραφόμενο «Αξιολόγηση» τίτλο Β, του οποίου το σημείο 1.1 ορίζει τα εξής:

«Λαμβάνοντας υπόψη την εξέλιξη των επιστημονικών και τεχνικών γνώσεων, τα κράτη μέλη αξιολογούν τις πληροφορίες που αναφέρονται [στον τίτλο Α,] σημείο 2, και ειδικότερα:

α)      αξιολογούν την αποτελεσματικότητα και τη φυτοτοξικότητα του φυτοπροστατευτικού προϊόντος για κάθε χρήση για την οποία ζητείται έγκριση, και

β)      εντοπίζουν τους κινδύνους, αξιολογούν τη σημασία τους και καταλήγουν σε εκτίμηση του πιθανού κινδύνου για τον άνθρωπο, τα ζώα ή το περιβάλλον.»

 Ο κανονισμός 2018/605

20      Οι αιτιολογικές σκέψεις 1, 2, 5 και 8 του κανονισμού 2018/605 διαλαμβάνουν τα εξής:

«(1)      Θα πρέπει να αναπτυχθούν επιστημονικά κριτήρια για τον προσδιορισμό των ιδιοτήτων ενδοκρινικής διαταραχής των δραστικών ουσιών, των αντιφυτοτοξικών και των συνεργιστικών προϊόντων, λαμβανομένων υπόψη των στόχων του κανονισμού [1107/2009]. Οι στόχοι αυτοί είναι: η εξασφάλιση υψηλού επιπέδου προστασίας της υγείας τόσο των ανθρώπων όσο και των ζώων καθώς και του περιβάλλοντος, ιδίως με τη διασφάλιση ότι οι ουσίες ή τα προϊόντα που διατίθενται στη αγορά δεν έχουν αρνητικές επιπτώσεις στην υγεία των ανθρώπων ή των ζώων ή μη αποδεκτές επιδράσεις στο περιβάλλον, και η βελτίωση της λειτουργίας της εσωτερικής αγοράς με παράλληλη βελτίωση της γεωργικής παραγωγής.

(2)      Ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας (ΠΟΥ), μέσω του Διεθνούς Προγράμματος για την Ασφάλεια των Χημικών Προϊόντων, πρότεινε το 2002 έναν ορισμό των ενδοκρινικών διαταρακτών [...] και το 2009 έναν ορισμό των δυσμενών επιδράσεων [...]. Για τους ορισμούς αυτούς έχει εν τω μεταξύ επιτευχθεί ευρύτατη συναίνεση μεταξύ των επιστημόνων. Η [EFSA] ενέκρινε τους εν λόγω ορισμούς στην επιστημονική γνώμη της για τους ενδοκρινικούς διαταράκτες, η οποία εκδόθηκε στις 28 Φεβρουαρίου 2013 [...]. Η επιστημονική επιτροπή για την ασφάλεια των καταναλωτών επίσης συμφωνεί με τη θέση αυτή [...]. Ως εκ τούτου, είναι σκόπιμο τα κριτήρια για τον προσδιορισμό των ιδιοτήτων ενδοκρινικής διαταραχής να βασιστούν στους εν λόγω ορισμούς του ΠΟΥ.

[...]

(5)      Επειδή τα ειδικά επιστημονικά κριτήρια που προβλέπονται στον παρόντα κανονισμό αντικατοπτρίζουν τις σημερινές επιστημονικές και τεχνικές γνώσεις και θα πρέπει να εφαρμόζονται αντί των κριτηρίων που ορίζονται επί του παρόντος στο σημείο 3.6.5 του παραρτήματος ΙΙ του κανονισμού [1107/2009], συνάγεται ότι τα εν λόγω ειδικά επιστημονικά κριτήρια θα πρέπει να συμπεριληφθούν στο ως άνω παράρτημα.

[...]

(8)      Τα κριτήρια για τον καθορισμό των ιδιοτήτων ενδοκρινικής διαταραχής αντικατοπτρίζουν τις σημερινές επιστημονικές και τεχνικές γνώσεις και καθιστούν δυνατό τον ακριβέστερο προσδιορισμό των δραστικών ουσιών με ιδιότητες ενδοκρινικής διαταραχής. Επομένως, τα νέα κριτήρια θα πρέπει να τεθούν σε εφαρμογή το συντομότερο δυνατόν, παράλληλα όμως θα πρέπει να παρασχεθεί στα κράτη μέλη και την [EFSA] ο χρόνος που χρειάζονται για να προετοιμαστούν για την εφαρμογή των εν λόγω κριτηρίων. Ως εκ τούτου, από τις 10 Νοεμβρίου 2018 τα κριτήρια αυτά θα πρέπει να εφαρμόζονται, εκτός εάν η αρμόδια επιτροπή έχει ψηφίσει σχέδιο κανονισμού έως τις 10 Νοεμβρίου 2018. Η Επιτροπή θα εξετάσει τις συνέπειες για κάθε διαδικασία που εκκρεμεί βάσει του κανονισμού [1107/2009] και, όπου χρειαστεί, θα λάβει κατάλληλα μέτρα με τον δέοντα σεβασμό των δικαιωμάτων των αιτούντων. Στο πλαίσιο αυτό, μπορεί να ζητηθεί η υποβολή πρόσθετων πληροφοριών από τον αιτούντα και/ή πρόσθετων επιστημονικών στοιχείων από το κράτος μέλος-εισηγητή και την [EFSA].»

21      Το άρθρο 2 του κανονισμού ορίζει τα ακόλουθα:

«Το σημείο 3.6.5 και το σημείο 3.8.2 του παραρτήματος II του κανονισμού [1107/2009], όπως τροποποιούνται με τον παρόντα κανονισμό, εφαρμόζονται από τις 10 Νοεμβρίου 2018, με εξαίρεση τις διαδικασίες στις οποίες η επιτροπή έχει ψηφίσει σχέδιο κανονισμού έως τις 10 Νοεμβρίου 2018.»

 Οι διαφορές των κύριων δικών, τα προδικαστικά ερωτήματα και η διαδικασία ενώπιον του Δικαστηρίου

 Η υπόθεση C309/22

22      Το Pitcher είναι ένα φυτοπροστατευτικό προϊόν, πιο συγκεκριμένα ένα μυκητοκτόνο για επαγγελματική χρήση το οποίο προορίζεται για αγωγή δι’ εμβαπτίσεως ορισμένων καλλιεργειών ανθοφόρων βολβών και κονδυλωδών φυτών και για αγωγή ορισμένων πολυετών και ανθοκομικών καλλιεργειών. Παρασκευάζεται από μείγμα των δραστικών ουσιών fludioxonil και φολπέτ και από επτά βοηθητικά.

23      Η ισχύς της έγκρισης του fludioxonil ως δραστικής ουσίας, βάσει του κανονισμού 1107/2009, παρατάθηκε στην Ευρωπαϊκή Ένωση έως την 31η Οκτωβρίου 2022 με τον εκτελεστικό κανονισμό (ΕΕ) 2021/1449 της Επιτροπής, της 3ης Σεπτεμβρίου 2021, για την τροποποίηση του εκτελεστικού κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 540/2011 όσον αφορά την παράταση των περιόδων έγκρισης των δραστικών ουσιών 2‑phenylphenol (συμπεριλαμβανομένων των αλάτων της, όπως του άλατος νατρίου), 8‑hydroxyquinoline, amidosulfuron, bifenox, chlormequat, chlorotoluron, clofentezine, clomazone, cypermethrin, daminozide, deltamethrin, dicamba, difenoconazole, diflufenican, dimethachlor, etofenprox, fenoxaprop‑P, fenpropidin, fludioxonil, flufenacet, fosthiazate, indoxacarb, lenacil, MCPA, MCPB, nicosulfuron, παραφινέλαια, παραφινέλαιο, penconazole, picloram, propaquizafop, prosulfocarb, quizalofop‑P‑ethyl, quizalofo‑P‑tefuryl, sulphur, tetraconazole, tri‑allate, triflusulfuron και tritosulfuron (ΕΕ 2021, L 313, σ. 20).

24      Η ισχύς της έγκρισης του φολπέτ ως δραστικής ουσίας, βάσει του κανονισμού 1107/2009, παρατάθηκε στην Ένωση έως την 31η Ιουλίου 2022 με τον εκτελεστικό κανονισμό (ΕΕ) 2021/745 της Επιτροπής, της 6ης Μαΐου 2021, για την τροποποίηση του εκτελεστικού κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 540/2011 όσον αφορά την παράταση των περιόδων έγκρισης των δραστικών ουσιών θειικό αργιλιοαμμώνιο, πυριτικό αργίλιο, beflubutamid, benthiavalicarb, bifenazate, boscalid, ανθρακικό ασβέστιο, καπτάν, διοξείδιο του άνθρακα, cymoxanil, dimethomorph, ethephon, εκχύλισμα τεϊόδεντρου, famoxadone, υπολείμματα απόσταξης λίπους, λιπαρά οξέα C7 έως C20, flumioxazine, fluoxastrobin, flurochloridone, φολπέτ, φορμετανάτη, γιββερελλικό οξύ, γιβερελίνες, heptamaloxyloglucan, υδρολυμένες πρωτεΐνες, θειικός σίδηρος, metazachlor, metribuzin, milbemectin, Paecilomyces lilacinus στέλεχος 251, phemmedipham, phosmet, pirimiphos‑methyl, φυτικά έλαια/κραμβέλαιο, όξινο ανθρακικό κάλιο, propamocarb, prothioconazole, χαλαζιακή άμμος, ιχθυέλαιο, απωθητικά (λόγω οσμής) ζωικής ή φυτικής προέλευσης/λίπος προβάτου, S‑metolachlor, φερομόνες λεπιδοπτέρων ευθείας αλύσου, tebuconazole και ουρία (ΕΕ 2021, L 160, σ. 89).

25      Υποβλήθηκαν αιτήσεις για την ανανέωση της έγκρισης των εν λόγω ουσιών στις οποίες, κατά την ημερομηνία της αιτήσεως προδικαστικής αποφάσεως, δεν είχε ακόμη δοθεί απάντηση.

26      Στις 15 Σεπτεμβρίου 2015 η Adama Registrations BV (Adama) υπέβαλε στις Κάτω Χώρες αίτηση για τη χορήγηση της πρώτης άδειας διάθεσης του Pitcher στην αγορά.

27      Με απόφαση της 4ης Οκτωβρίου 2019, το CTGB χορήγησε τη ζητηθείσα άδεια διάρκειας έως την 31η Ιουλίου 2021.

28      Η PAN Europe υπέβαλε ένσταση κατά της εν λόγω αποφάσεως. Με απόφαση της 2ας Σεπτεμβρίου 2020, το CTGB απέρριψε την υποβληθείσα ένσταση ως αβάσιμη.

29      Κατόπιν τούτου, η PAN Europe άσκησε προσφυγή με αίτημα την ακύρωση της αποφάσεως της 2ας Σεπτεμβρίου 2020 ενώπιον του College van Beroep voor het bedrijfsleven (διοικητικού εφετείου αρμόδιου επί οικονομικών υποθέσεων, Κάτω Χώρες), ήτοι του αιτούντος δικαστηρίου.

30      Ενώπιον του αιτούντος δικαστηρίου, η PAN Europe ισχυρίζεται ότι το CTGB δεν αξιολόγησε τις ιδιότητες ενδοκρινικής διαταραχής της δραστικής ουσίας fludioxonil. Όμως, η ουσία αυτή, την οποία περιέχει το προϊόν Pitcher, έχει τέτοιες ιδιότητες, γεγονός που θα έπρεπε να οδηγήσει το CTGB στο να αρνηθεί να χορηγήσει άδεια για τη διάθεση του Pitcher στην ολλανδική αγορά. Κατά την PAN Europe, το CTGB οφείλει να αξιολογεί τις ιδιότητες ενδοκρινικής διαταραχής ενός φυτοπροστατευτικού προϊόντος στο πλαίσιο της εξέτασης αιτήσεως αδειοδότησής του για τη διάθεσή του στην αγορά, υπό το πρίσμα των επιστημονικών και τεχνικών γνώσεων που υφίστανται κατά την ημερομηνία εκδόσεως της αποφάσεως επί της σχετικής αιτήσεως.

31      Το CTGB προβάλλει, ενώπιον του αιτούντος δικαστηρίου, ότι οι ιδιότητες ενδοκρινικής διαταραχής δεν πρέπει να επαναξιολογούνται στο πλαίσιο της εξέτασης αιτήσεως αδειοδότησης του επίμαχου φυτοπροστατευτικού προϊόντος, ένα από τα συστατικά του οποίου είναι η εγκεκριμένη δραστική ουσία. Κατά το CTGB, τα νέα επιστημονικά κριτήρια για τον προσδιορισμό των ιδιοτήτων ενδοκρινικής διαταραχής, όπως απορρέουν από τον κανονισμό 2018/605, αφορούν μόνον την έγκριση της δραστικής ουσίας fludioxonil ή την επανεξέταση της έγκρισης της δραστικής αυτής ουσίας στο επίπεδο της Ένωσης. Επιπλέον, αποφασιστικής σημασίας για την αξιολόγηση των κινδύνων που σχετίζονται με το προϊόν αυτό είναι οι επιστημονικές και τεχνικές γνώσεις καθώς και τα κατευθυντήρια έγγραφα που είναι διαθέσιμα κατά τον χρόνο υποβολής της αιτήσεως αδειοδότησης για τη διάθεση του φυτοπροστατευτικού προϊόντος στην αγορά.

32      Εκκινώντας από την παραδοχή ότι οι ιδιότητες ενδοκρινικής διαταραχής πρέπει να αξιολογούνται κατά την εξέταση, σε εθνικό επίπεδο, μιας αιτήσεως αδειοδότησης για τη διάθεση φυτοπροστατευτικού προϊόντος στην αγορά, το αιτούν δικαστήριο ζητεί να διευκρινιστεί, κατ’ αρχάς, εάν το άρθρο 2 του κανονισμού 2018/605 συνεπάγεται ότι η αρμόδια εθνική αρχή οφείλει να εφαρμόσει τα νέα κριτήρια για τον προσδιορισμό των ιδιοτήτων ενδοκρινικής διαταραχής, τα οποία ορίζονται στον εν λόγω κανονισμό, ακόμη και στο πλαίσιο διαδικασιών οι οποίες έχουν κινηθεί πριν από τις 10 Νοεμβρίου 2018, ήτοι πριν από την ημερομηνία εφαρμογής των νέων αυτών κριτηρίων, και οι οποίες είναι ακόμη εκκρεμείς κατά την ημερομηνία αυτή.

33      Επισημαίνει συναφώς ότι η αίτηση αδειοδότησης για τη διάθεση του Pitcher στην αγορά υπεβλήθη πριν από τις 10 Νοεμβρίου 2018, και συγκεκριμένα στις 15 Σεπτεμβρίου 2015, και ότι το CTGB έλαβε απόφαση επί της αιτήσεως αυτής μετά τις 10 Νοεμβρίου 2018, και συγκεκριμένα στις 4 Οκτωβρίου 2019. Επομένως, ο κανονισμός 2018/605 τέθηκε σε ισχύ ενώ εκκρεμούσε η εξέταση της εν λόγω αιτήσεως.

34      Ακολούθως, για την περίπτωση που γίνει δεκτό ότι τα νέα κριτήρια για τον προσδιορισμό των ιδιοτήτων ενδοκρινικής διαταραχής δεν εφαρμόζονται στο πλαίσιο των διαδικασιών που έχουν κινηθεί πριν από τις 10 Νοεμβρίου 2018 και είναι ακόμη εκκρεμείς κατά την ημερομηνία αυτή, το αιτούν δικαστήριο διερωτάται εάν οι διαδικασίες αυτές πρέπει να ανασταλούν εν αναμονή των πορισμάτων της Επιτροπής επί των συνεπειών του κανονισμού 2018/605, λαμβανομένης υπόψη της αιτιολογικής σκέψης 8 αυτού.

35      Τέλος, εάν δεν συντρέχει λόγος αναστολής των εν λόγω διαδικασιών, το αιτούν δικαστήριο διερωτάται εάν αρκεί η αρμόδια εθνική αρχή να διενεργήσει αξιολόγηση των ιδιοτήτων ενδοκρινικής διαταραχής του επίμαχου φυτοπροστατευτικού προϊόντος μόνο με βάση τα στοιχεία που ήταν γνωστά κατά τον χρόνο υποβολής της αιτήσεως αδειοδότησης του συγκεκριμένου προϊόντος στην αγορά, ακόμη και αν οι επιστημονικές και τεχνικές γνώσεις που αναφέρονται στην αίτηση δεν είναι πλέον επίκαιρες κατά τον χρόνο εκδόσεως της αποφάσεως επί της σχετικής αιτήσεως.

36      Υπό τις συνθήκες αυτές, το College van Beroep voor het bedrijfsleven (διοικητικό εφετείο αρμόδιο επί οικονομικών υποθέσεων) αποφάσισε να αναστείλει την ενώπιόν του διαδικασία και να υποβάλει στο Δικαστήριο τα ακόλουθα προδικαστικά ερωτήματα:

«1)      Συνεπάγεται το άρθρο 2 του κανονισμού 2018/605, λαμβανομένου, επίσης, υπόψη του άρθρου 29, παράγραφος 1, στοιχείο εʹ, του κανονισμού 1107/2009, σε συνδυασμό με το άρθρο 4, παράγραφος 3, του ιδίου, ότι η αρμόδια αρχή οφείλει να εφαρμόσει τα νέα κριτήρια για τον προσδιορισμό των ιδιοτήτων ενδοκρινικής διαταραχής ακόμη και σε διαδικασίες αξιολόγησης και λήψης αποφάσεως επί αιτήσεων αδειοδότησης για τις οποίες δεν είχε ακόμη ληφθεί απόφαση στις 10 Νοεμβρίου 2018;

2)      Σε περίπτωση αρνητικής απαντήσεως στο πρώτο ερώτημα: Είναι υποχρεωμένη η αρμόδια αρχή, υπό το πρίσμα της όγδοης αιτιολογικής σκέψης του κανονισμού 2018/605, να αναστέλλει τις διαδικασίες αξιολόγησης και λήψης αποφάσεως επί αιτήσεων αδειοδότησης, μέχρι να εκδοθούν τα πορίσματα της [Επιτροπής] αναφορικά με τις συνέπειες του κανονισμού 2018/605 για κάθε διαδικασία που εκκρεμεί βάσει του κανονισμού 1107/2009;

3)      Σε περίπτωση αρνητικής απαντήσεως στο δεύτερο ερώτημα: Επιτρέπεται η αρμόδια αρχή να περιοριστεί σε αξιολόγηση μόνο με βάση τα στοιχεία που ήταν γνωστά κατά τον χρόνο υποβολής της αιτήσεως, ακόμη και όταν, κατά τον χρόνο έκδοσης της προσβαλλόμενης αποφάσεως, οι επιστημονικές και τεχνικές γνώσεις που ελήφθησαν υπόψη συναφώς είναι πλέον παρωχημένες;»

 Η υπόθεση C310/22

37      Το Dagonis είναι φυτοπροστατευτικό προϊόν, πιο συγκεκριμένα ένα μυκητοκτόνο το οποίο προορίζεται, μεταξύ άλλων, για την καταπολέμηση της ερυσίβης και της μελάνωσης των φύλλων. Περιέχει τις δραστικές ουσίες difenoconazole και fluxapyroxad.

38      Η δραστική ουσία difenoconazole καταχωρίστηκε στο παράρτημα I της οδηγίας 91/414/ΕΟΚ με την οδηγία 2008/69/ΕΚ της Επιτροπής, της 1ης Ιουλίου 2008, για τροποποίηση της οδηγίας 91/414/ΕΟΚ του Συμβουλίου για την καταχώριση των ουσιών clofentezine, dicamba, difenoconazole, diflubenzuron, imazaquin, lenacil, oxadiazon, picloram και pyriproxyfen ως δραστικών ουσιών (ΕΕ 2008, L 172, σ. 9), ως δραστική ουσία της οποίας επιτρέπεται η ενσωμάτωση στα φυτοπροστατευτικά προϊόντα, με ισχύ από την 1η Ιανουαρίου 2009.

39      Μετά τη θέση σε ισχύ του κανονισμού 1107/2009, η καταχώριση του difenoconazole μετατράπηκε σε έγκρισή του, ως δραστικής ουσίας, βάσει του εν λόγω κανονισμού, με τον εκτελεστικό κανονισμό (ΕΕ) 540/2011 της Επιτροπής, της 25ης Μαΐου 2011, σχετικά με την εφαρμογή του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1107/2009 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου όσον αφορά τον κατάλογο των εγκεκριμένων δραστικών ουσιών (ΕΕ 2011, L 153, σ. 1).

40      Η ισχύς της εγκρίσεως του difenoconazole παρατάθηκε επανειλημμένως, μεταξύ άλλων με τον εκτελεστικό κανονισμό (ΕΕ) 2021/1449, έως την 31η Δεκεμβρίου 2022.

41      Το αιτούν δικαστήριο επισημαίνει ότι ο εκτελεστικός κανονισμός (ΕΕ) 2015/408 της Επιτροπής, της 11ης Μαρτίου 2015, για την εφαρμογή του άρθρου 80 παράγραφος 7 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1107/2009 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου σχετικά με τη διάθεση φυτοπροστατευτικών προϊόντων στην αγορά και τον καθορισμό καταλόγου υποψηφίων προς υποκατάσταση (ΕΕ 2015, L 67, σ. 18), ορίζει το difenoconazole ως ουσία υποψήφια προς υποκατάσταση.

42      Το fluxapyroxad εγκρίθηκε ως δραστική ουσία με τον εκτελεστικό κανονισμό (ΕΕ) 589/2012 της Επιτροπής, της 4ης Ιουλίου 2012, για την έγκριση της δραστικής ουσίας fluxapyroxad, σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1107/2009 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου σχετικά με τη διάθεση φυτοπροστατευτικών προϊόντων στην αγορά, και την τροποποίηση του παραρτήματος του εκτελεστικού κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 540/2011 (ΕΕ 2012, L 175, σ. 7), με ισχύ από την 1η Ιανουαρίου 2013 και προβλεπόμενη λήξη την 31η Δεκεμβρίου 2022.

43      Η BASF Nederland BV υπέβαλε, σε πλείονα κράτη μέλη, αίτηση αδειοδότησης για τη διάθεση του Dagonis στην αγορά.

44      Όσον αφορά το Βασίλειο των Κάτω Χωρών, η σχετική αίτηση υπεβλήθη στις 22 Ιανουαρίου 2016, οπότε το συγκεκριμένο κράτος μέλος όφειλε να αποφασίσει για τη χορήγηση άδειας στο προϊόν αυτό, ως ενδιαφερόμενο κράτος μέλος κατά την έννοια του άρθρου 36, παράγραφος 2, του κανονισμού 1107/2009.

45      Για την Κεντρική Ζώνη Β, στην οποία περιλαμβάνεται το Βασίλειο των Κάτω Χωρών, το Ηνωμένο Βασίλειο της Μεγάλης Βρετανίας και της Βόρειας Ιρλανδίας διενήργησε επιστημονική αξιολόγηση των κινδύνων που σχετίζονται με το Dagonis, ως κράτος μέλος που εξετάζει την αίτηση βάσει του άρθρου 36, παράγραφος 1, του κανονισμού αυτού.

46      Με απόφαση της 3ης Μαΐου 2019, το CTGB χορήγησε άδεια διάθεσης του Dagonis στην ολλανδική αγορά έως την 31η Δεκεμβρίου 2020 για την αγωγή καλλιεργειών πατάτας, φράουλας και διαφόρων λαχανικών, βοτάνων και ανθέων.

47      Η PAN Europe υπέβαλε ένσταση κατά της αποφάσεως αυτής ενώπιον του CTGB, το οποίο, με απόφαση της 13ης Νοεμβρίου 2019, απέρριψε εν μέρει την υποβληθείσα ένσταση και επικύρωσε την απόφαση της 3ης Μαΐου 2019, πλην όμως τροποποίησε την αιτιολογία της.

48      Κατόπιν τούτου, η PAN Europe άσκησε προσφυγή με αίτημα την ακύρωση της αποφάσεως της 13ης Νοεμβρίου 2019 ενώπιον του αιτούντος δικαστηρίου.

49      Ενώπιον του αιτούντος δικαστηρίου, η PAN Europe ισχυρίζεται ότι το CTGB δεν αξιολόγησε τις ιδιότητες ενδοκρινικής διαταραχής του Dagonis και ότι, συνεπώς, δεν έπρεπε να επιτρέψει τη διάθεσή του στην ολλανδική αγορά. Συναφώς, από τον φάκελο που προσκόμισε η BASF Nederland και από τις έξι μελέτες που υπέβαλε η PAN Europe προκύπτει ότι η δραστική ουσία difenoconazole έχει τέτοιες ιδιότητες. Κατά την PAN Europe, από το άρθρο 29, παράγραφος 1, στοιχείο εʹ, ερμηνευόμενο σε συνδυασμό με το άρθρο 4, παράγραφος 3, του κανονισμού 1107/2009, καθώς και από την απόφαση της 1ης Οκτωβρίου 2019, Blaise κ.λπ. (C‑616/17, EU:C:2019:800), προκύπτει ότι το CTGB οφείλει να αξιολογεί τις ιδιότητες ενδοκρινικής διαταραχής ενός φυτοπροστατευτικού προϊόντος στο πλαίσιο της εξέτασης αιτήσεως αδειοδότησής του, υπό το πρίσμα των επιστημονικών και τεχνικών γνώσεων που υφίστανται κατά τον χρόνο εκδόσεως της αποφάσεως επί της σχετικής αιτήσεως. Η PAN Europe υποστηρίζει ότι από τον κανονισμό 2018/605 καθώς και από το έγγραφο «Guidance for the Identification of endocrine disruptors in the context of Regulations (EU) No 528/2012 and (EC) No 1107/2009» [κατευθυντήριες γραμμές για τον προσδιορισμό των ενδοκρινικών διαταρακτών στο πλαίσιο των κανονισμών (ΕΕ) 528/2012 και (ΕΚ) 1107/2009], το οποίο κατάρτισε η EFSA, προκύπτουν νέα κριτήρια αξιολόγησης των ιδιοτήτων ενδοκρινικής διαταραχής, με τα οποία δεν συμμορφώνεται το Dagonis.

50      Το CTGB προβάλλει, ενώπιον του αιτούντος δικαστηρίου, ότι οι ιδιότητες ενδοκρινικής διαταραχής δεν πρέπει να επαναξιολογούνται στο πλαίσιο της εξέτασης αιτήσεως αδειοδότησης για τη διάθεση ενός φυτοπροστατευτικού προϊόντος στην αγορά, ένα από τα συστατικά του οποίου είναι η εγκεκριμένη δραστική ουσία. Κατά το CTGB, μεταξύ άλλων από το σημείο 3.6.5 του παραρτήματος ΙΙ του κανονισμού 1107/2009, από τον κανονισμό 2018/605 και από το έγγραφο της EFSA που μνημονεύθηκε στην προηγούμενη σκέψη της παρούσας αποφάσεως, προκύπτει ότι τα νέα κριτήρια για τον προσδιορισμό των ιδιοτήτων ενδοκρινικής διαταραχής αφορούν μόνον την έγκριση της δραστικής ουσίας ή την επανεξέταση της έγκρισης της δραστικής αυτής ουσίας στο επίπεδο της Ένωσης. Το CTGB διατείνεται ότι, για τη χορήγηση άδειας διάθεσης στην αγορά, αρκεί να πληρούται η προϋπόθεση που προβλέπεται στο άρθρο 29, παράγραφος 1, στοιχείο αʹ, του κανονισμού 1107/2009, δηλαδή η δραστική ουσία πρέπει να έχει εγκριθεί. Εξάλλου, ο κανονισμός 2018/605 εφαρμόζεται μόνο στις αποφάσεις περί εγκρίσεως που ελήφθησαν μετά τις 10 Νοεμβρίου 2018. Η δε απόφαση περί εγκρίσεως της δραστικής ουσίας difenoconazole ελήφθη την 1η Ιουλίου 2008.

51      Η BASF Nederland, η οποία υποστηρίζει τη θέση του CTGB ενώπιον του αιτούντος δικαστηρίου, προβάλλει ότι, κατά την εξέταση της αιτήσεως για την αδειοδότηση του Dagonis, ελήφθησαν υπόψη οι ιδιότητες ενδοκρινικής διαταραχής της δραστικής ουσίας difenoconazole, όπως προκύπτει από τη βασική αξιολόγηση (Core Assessment) την οποία διενήργησε το Ηνωμένο Βασίλειο, από την οποία συνάγεται ότι εξετάστηκε η έκθεση ζεβρόψαρων στο difenoconazole προκειμένου να εντοπιστούν τυχόν επιδράσεις ενδοκρινικής διαταραχής.

52      Το αιτούν δικαστήριο διερωτάται, πρώτον, ως προς την ορθότητα της προσέγγισης, σύμφωνα με την οποία από το άρθρο 4, παράγραφος 1, δεύτερο εδάφιο, ερμηνευόμενο σε συνδυασμό με το σημείο 3.6.5 του παραρτήματος ΙΙ του κανονισμού 1107/2009, προκύπτει ότι οι ιδιότητες ενδοκρινικής διαταραχής δεν αξιολογούνται κατά την εξέταση, σε εθνικό επίπεδο, αιτήσεως αδειοδότησης για τη διάθεση φυτοπροστατευτικού προϊόντος στην αγορά.

53      Δεύτερον, επισημαίνει ότι, σε περίπτωση που η προσέγγιση αυτή κριθεί ορθή, δεν θα συντρέχει λόγος να ληφθούν υπόψη οι επιστημονικές γνώσεις σχετικά με τις ιδιότητες ενδοκρινικής διαταραχής στο πλαίσιο της εξετάσεως της αιτήσεως αδειοδότησης για τη διάθεση του Dagonis στην αγορά, δηλαδή εκείνες επί των οποίων στηρίζεται ο κανονισμός 283/2013 της Επιτροπής, της 1ης Μαρτίου 2013, για τον καθορισμό των απαιτήσεων υποβολής στοιχείων για τις δραστικές ουσίες, σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1107/2009 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου σχετικά με τη διάθεση φυτοπροστατευτικών προϊόντων στην αγορά (ΕΕ 2013, L 93, σ. 1), καθώς και ο κανονισμός 2018/605. Όμως, από το άρθρο 29, παράγραφος 1, στοιχείο εʹ, του κανονισμού 1107/2009 συνάγεται ότι η εξέταση αυτή πρέπει να διενεργείται βάσει των σύγχρονων επιστημονικών και τεχνικών γνώσεων.

54      Τρίτον, κατά το αιτούν δικαστήριο, σε περίπτωση που οι αντιρρήσεις όσον αφορά τις ιδιότητες ενδοκρινικής διαταραχής μιας δραστικής ουσίας μπορούν να προβληθούν μόνο στο πλαίσιο μιας διαδικασίας για την έγκριση τέτοιας ουσίας, τίθεται το ερώτημα εάν μια μη κυβερνητική οργάνωση όπως η PAN Europe δικαιούται να προβάλει τέτοιου είδους αντιρρήσεις. Συναφώς, από τη διάταξη της 28ης Σεπτεμβρίου 2016, PAN Europe κ.λπ. κατά Επιτροπής (T‑600/15, EU:T:2016:601), και ιδίως από τη σκέψη 62 της διατάξεως αυτής, προκύπτει ότι μια τέτοια οργάνωση δεν δύναται να προσβάλει ευθέως ενώπιον δικαστηρίου την έγκριση μιας δραστικής ουσίας και, επομένως, δεν διαθέτει αποτελεσματικό ένδικο βοήθημα όσον αφορά τις ιδιότητες ενδοκρινικής διαταραχής των εγκεκριμένων δραστικών ουσιών που ενσωματώνονται στα φυτοπροστατευτικά προϊόντα των οποίων ζητείται η διάθεση στην αγορά.

55      Τέταρτον, στο μέτρο που, λαμβανομένου υπόψη του άρθρου 29, παράγραφος 1, στοιχείο εʹ, του κανονισμού 1107/2009, οι ιδιότητες ενδοκρινικής διαταραχής μπορούν να αξιολογούνται στο πλαίσιο της εξετάσεως αιτήσεως αδειοδότησης για τη διάθεση φυτοπροστατευτικού προϊόντος που περιέχει την επίμαχη δραστική ουσία στην εθνική αγορά, τίθεται το ζήτημα εάν οι εθνικές αρχές και τα εθνικά δικαστήρια οφείλουν να αξιολογούν τα επιχειρήματα που προβλήθηκαν κατά της έγκρισης της δραστικής ουσίας με βάση τις επιστημονικές και τεχνικές γνώσεις που υφίστανται κατά το χρονικό σημείο της λήψεως αποφάσεως επί της αιτήσεως αδειοδότησης σε εθνικό επίπεδο ή κατά το χρονικό σημείο εγκρίσεως της δραστικής ουσίας.

56      Υπό τις συνθήκες αυτές, το College van Beroep voor het bedrijfsleven (διοικητικό εφετείο αρμόδιο επί οικονομικών υποθέσεων) αποφάσισε να αναστείλει την ενώπιόν του διαδικασία και να υποβάλει στο Δικαστήριο τα ακόλουθα προδικαστικά ερωτήματα:

«1)      Προκύπτει από το άρθρο 4, παράγραφος 1, δεύτερο εδάφιο, του κανονισμού 1107/2009, σε συνδυασμό με το παράρτημα II, σημείο 3.6.5, του ίδιου κανονισμού ότι οι ιδιότητες ενδοκρινικής διαταραχής τις οποίες ενδέχεται να διαθέτει μια δραστική ουσία δεν εξετάζονται πλέον κατά την εκτίμηση αίτησης χορήγησης αδείας για φυτοπροστατευτικό προϊόν σε εθνικό επίπεδο;

2)      Σε περίπτωση καταφατικής απάντησης στο πρώτο προδικαστικό ερώτημα: Σημαίνει τούτο ότι οι επιστημονικές και τεχνικές γνώσεις σχετικά με τις ιδιότητες ενδοκρινικής διαταραχής, στις οποίες έχουν στηριχθεί, για παράδειγμα, οι κανονισμοί 283/2013 και 2018/605, δεν περιλαμβάνονται στην εκτίμηση της χορήγησης άδειας για φυτοπροστατευτικό προϊόν; Συνάδει τούτο με την απαίτηση του άρθρου 29, παράγραφος 1, στοιχείο εʹ, του κανονισμού 1107/2009, κατά την οποία η εν λόγω εκτίμηση πρέπει να πραγματοποιείται με βάση τις πλέον σύγχρονες επιστημονικές και τεχνικές γνώσεις;

3)      Σε περίπτωση καταφατικής απάντησης στο πρώτο προδικαστικό ερώτημα: Με ποιον τρόπο δύναται τότε μια μη κυβερνητική οργάνωση, όπως η προσφεύγουσα, να ασκήσει πραγματική προσφυγή κατά την έννοια του άρθρου 47 του Χάρτη για να προσβάλει δικαστικώς την έγκριση δραστικής ουσίας;

4)      Σε περίπτωση αρνητικής απάντησης στο πρώτο προδικαστικό ερώτημα: Σημαίνει τούτο ότι, κατά την εκτίμηση αίτησης χορήγησης αδείας, κρίσιμες είναι οι πλέον σύγχρονες –κατά το χρονικό σημείο αυτό– επιστημονικές και τεχνικές γνώσεις σχετικά με τις εν λόγω ιδιότητες ενδοκρινικής διαταραχής;»

57      Με απόφαση της 10ης Μαΐου 2023, αποφασίστηκε η συνεκδίκαση των υποθέσεων C‑309/22 και C‑310/22 προς διευκόλυνση της προφορικής διαδικασίας και προς έκδοση κοινής αποφάσεως.

 Επί των αιτημάτων επανάληψης της προφορικής διαδικασίας

58      Κατόπιν της αναπτύξεως των προτάσεων της γενικής εισαγγελέα κατά την επ’ ακροατηρίου συζήτηση της 28ης Σεπτεμβρίου 2023, η Adama και η BASF Nederland, με δικόγραφο που κατέθεσαν στη Γραμματεία του Δικαστηρίου στις 23 Οκτωβρίου 2023, ζήτησαν την επανάληψη της προφορικής διαδικασίας, κατ’ εφαρμογήν του άρθρου 83 του Κανονισμού Διαδικασίας του Δικαστηρίου.

59      Δυνάμει της διατάξεως αυτής, το Δικαστήριο μπορεί οποτεδήποτε, αφού ακούσει τον γενικό εισαγγελέα, να διατάξει τη διεξαγωγή προφορικής διαδικασίας ή την επανάληψή της, ιδίως αν κρίνει ότι δεν έχει διαφωτιστεί επαρκώς, ή όταν ένας διάδικος, μετά τη λήξη της διαδικασίας αυτής, επικαλείται νέο πραγματικό περιστατικό δυνάμενο να ασκήσει αποφασιστική επιρροή επί της αποφάσεως του Δικαστηρίου, ή ακόμη όταν, προς επίλυση της διαφοράς, το Δικαστήριο χρειάζεται να στηριχθεί σε επιχείρημα επί του οποίου δεν διεξήχθη συζήτηση μεταξύ των διαδίκων ή των κατά το άρθρο 23 του Οργανισμού του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης ενδιαφερομένων.

60      Στην αίτησή τους, η Adama και η BASF Nederland ισχυρίζονται ότι το Δικαστήριο δεν διαθέτει επαρκείς πληροφορίες προκειμένου να εκδώσει απόφαση στις συνεκδικαζόμενες υποθέσεις C‑309/22 και C‑310/22, ότι οι γραπτές παρατηρήσεις τις οποίες υπέβαλαν δεν ελήφθησαν επαρκώς υπόψη στο πλαίσιο των προτάσεων της γενικής εισαγγελέα και ότι οι προτάσεις της περιέχουν στοιχεία επί των οποίων η Adama και η BASF Nederland δεν είχαν τη δυνατότητα να τοποθετηθούν.

61      Συναφώς, υπενθυμίζεται ότι, κατά το άρθρο 252, δεύτερο εδάφιο, ΣΛΕΕ, ο γενικός εισαγγελέας διατυπώνει δημοσία, με πλήρη αμεροληψία και ανεξαρτησία, αιτιολογημένες προτάσεις επί των υποθέσεων οι οποίες, σύμφωνα με τον Οργανισμό του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης, απαιτούν την παρέμβασή του, προκειμένου να συνδράμει το Δικαστήριο στην εκπλήρωση του έργου του, το οποίο συνίσταται στη διασφάλιση της τηρήσεως του δικαίου κατά την ερμηνεία και την εφαρμογή των Συνθηκών.

62      Το Δικαστήριο δεν δεσμεύεται ούτε από τις προτάσεις του γενικού εισαγγελέα ούτε από την αιτιολογία βάσει της οποίας αυτός καταλήγει στις εν λόγω προτάσεις. Περαιτέρω, ούτε ο Οργανισμός του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης ούτε ο Κανονισμός Διαδικασίας του προβλέπουν ότι οι διάδικοι έχουν τη δυνατότητα να διατυπώνουν παρατηρήσεις σε απάντηση των προτάσεων του γενικού εισαγγελέα. Επομένως, η διαφωνία οποιουδήποτε από τους ενδιαφερομένους με τις προτάσεις του γενικού εισαγγελέα δεν συνιστά per se επαρκή λόγο για την επανάληψη της προφορικής διαδικασίας (απόφαση της 28ης Σεπτεμβρίου 2023, LACD, C‑133/22, EU:C:2023:710, σκέψη 22 και εκεί μνημονευόμενη νομολογία).

63      Εν προκειμένω, αφ’ ης στιγμής, αφενός, η Adama και η BASF Nederland απλώς αμφισβητούν, κατ’ ουσίαν, ορισμένα σημεία των προτάσεων της γενικής εισαγγελέα και απλώς διατυπώνουν παρατηρήσεις επί του περιεχομένου τους και, αφετέρου, το Δικαστήριο δεν δεσμεύεται από την περιγραφή των νομικών επιχειρημάτων που διαλαμβάνεται στις προτάσεις, δεν συντρέχει λόγος να διαταχθεί η επανάληψη της προφορικής διαδικασίας.

 Επί των προδικαστικών ερωτημάτων

 Επί του πρώτου προδικαστικού ερωτήματος στην υπόθεση C309/22 καθώς και επί του πρώτου και του τετάρτου προδικαστικού ερωτήματος στην υπόθεση C310/22

64      Προκαταρκτικώς, επισημαίνεται ότι το πρώτο προδικαστικό ερώτημα στην υπόθεση C‑309/22 αφορά, μεταξύ άλλων, το άρθρο 2 του κανονισμού 2018/605. Κατά το άρθρο αυτό, το σημείο 3.6.5 του παραρτήματος ΙΙ του κανονισμού 1107/2009, όπως τροποποιήθηκε με τον κανονισμό 2018/605, εφαρμόζεται από τις 10 Νοεμβρίου 2018, με εξαίρεση τις διαδικασίες στις οποίες η επιτροπή που μνημονεύεται στο άρθρο 79, παράγραφος 1, του κανονισμού 1107/2009 έχει ψηφίσει σχέδιο κανονισμού έως τις 10 Νοεμβρίου 2018. Ναι μεν το άρθρο 2 του κανονισμού 2018/605 αποτελεί μέρος του κανονιστικού πλαισίου στο οποίο εντάσσονται το πρώτο προδικαστικό ερώτημα στην υπόθεση C‑309/22 καθώς και το πρώτο και το τέταρτο προδικαστικό ερώτημα στην υπόθεση C‑310/22, πλην όμως η διάταξη αυτή δεν έχει εφαρμογή στη διαφορά της κύριας δίκης στην υπόθεση C‑309/22.

65      Συγκεκριμένα, αφενός, το εν λόγω άρθρο καθορίζει την ημερομηνία ενάρξεως της ισχύος των κριτηρίων που καθιστούν δυνατό τον προσδιορισμό των δραστικών ουσιών οι οποίες έχουν ιδιότητες ενδοκρινικής διαταραχής για τους σκοπούς της εγκρίσεως μιας δραστικής ουσίας. Δεν διέπει τη συνεκτίμηση, εκ μέρους κράτους μέλους, κατά την εξέταση μιας αιτήσεως αδειοδότησης για τη διάθεση φυτοπροστατευτικού προϊόντος που περιέχει μια τέτοια ουσία στην αγορά, των επιβλαβών επιδράσεων που ενδέχεται να προκαλέσει το εν λόγω προϊόν.

66      Αφετέρου, η εξαίρεση την οποία περιέχει το εν λόγω άρθρο εφαρμόζεται μόνο στις διαδικασίες στις οποίες η επιτροπή που μνημονεύεται στο άρθρο 79, παράγραφος 1, του κανονισμού 1107/2009 έχει ψηφίσει σχέδιο κανονισμού έως τις 10 Νοεμβρίου 2018, όπερ δεν συμβαίνει εν προκειμένω.

67      Περαιτέρω, ακόμη και αν γινόταν δεκτό ότι η εξάμηνη προθεσμία την οποία χορήγησε ο νομοθέτης της Ένωσης στα κράτη μέλη και στην EFSA προκειμένου να προετοιμαστούν για την εφαρμογή των νέων κριτηρίων που ορίζονται στο σημείο 3.6.5 του παραρτήματος ΙΙ του κανονισμού 1107/2009 δέον να εφαρμοστεί, κατ’ αναλογία, στις διαδικασίες αδειοδότησης για τη διάθεση των φυτοπροστατευτικών προϊόντων στην αγορά, επιβάλλεται η διαπίστωση ότι, στο πλαίσιο των υποθέσεων των κύριων δικών, το CTGB χορήγησε άδεια για τη διάθεση στην αγορά, αντιστοίχως, του Dagonis και του Pitcher μετά την πάροδο του εν λόγω χρονικού διαστήματος.

68      Υπό τις συνθήκες αυτές, πρέπει να γίνει δεκτό ότι, με το πρώτο ερώτημά του στην υπόθεση C‑309/22 και με το πρώτο και το τέταρτο ερώτημά του στην υπόθεση C‑310/22, το αιτούν δικαστήριο ζητεί, κατ’ ουσίαν, να διευκρινιστεί εάν το άρθρο 29, παράγραφος 1, στοιχεία αʹ και εʹ, καθώς και το άρθρο 4, παράγραφος 1, δεύτερο εδάφιο, και παράγραφος 3, του κανονισμού 1107/2009, ερμηνευόμενα σε συνδυασμό με το σημείο 3.6.5 του παραρτήματος ΙΙ του κανονισμού, έχουν την έννοια ότι η αρμόδια αρχή κράτους μέλους που είναι επιφορτισμένη με την αξιολόγηση αιτήσεως αδειοδότησης για τη διάθεση φυτοπροστατευτικού προϊόντος στην αγορά οφείλει, κατά την εξέταση της αιτήσεως αυτής, να συνεκτιμά τις δυσμενείς επιδράσεις τις οποίες ενδέχεται να προκαλέσουν στον άνθρωπο οι ιδιότητες ενδοκρινικής διαταραχής μιας δραστικής ουσίας την οποία περιέχει το προϊόν αυτό, λαμβανομένων υπόψη των σχετικών και αξιόπιστων επιστημονικών ή τεχνικών γνώσεων που είναι διαθέσιμες κατά το χρονικό σημείο της εξέτασης αυτής και που επαναλαμβάνονται, μεταξύ άλλων, στο πλαίσιο των κριτηρίων που ορίζονται στο εν λόγω σημείο 3.6.5.

69      Κατά πρώτον, όσον αφορά το γράμμα του άρθρου 29 του κανονισμού 1107/2009, υπενθυμίζεται ότι η διάταξη αυτή, η οποία αφορά τις απαιτήσεις για την άδεια διάθεσης φυτοπροστατευτικών προϊόντων στην αγορά, προβλέπει στην παράγραφο 1 ότι, με την επιφύλαξη του άρθρου 50 του κανονισμού, χορηγείται άδεια σε φυτοπροστατευτικό προϊόν μόνον όταν συμμορφώνεται με τις διάφορες απαιτήσεις τις οποίες ορίζει η διάταξη.

70      Συνακόλουθα, από το άρθρο 29, παράγραφος 1, στοιχεία αʹ και εʹ, του κανονισμού 1107/2009 προκύπτει ότι χορηγείται άδεια σε ένα τέτοιο προϊόν μόνον όταν οι δραστικές ουσίες που περιέχει έχουν εγκριθεί και όταν, βάσει των σύγχρονων επιστημονικών και τεχνικών γνώσεων, συμμορφώνεται με τις απαιτήσεις του άρθρου 4, παράγραφος 3, του ιδίου κανονισμού.

71      Πάντως, κατά την τελευταία ως άνω διάταξη, ένα φυτοπροστατευτικό προϊόν πρέπει, εφόσον χρησιμοποιείται σύμφωνα με την ορθή πρακτική φυτοπροστασίας και σε ρεαλιστικές συνθήκες χρήσης, να πληροί, μεταξύ άλλων, την προϋπόθεση, η οποία αναφέρεται στο στοιχείο βʹ, και η οποία συνίσταται στο να μην έχει άμεσες επιβλαβείς επιδράσεις ή μελλοντική βλαβερή επίδραση στην υγεία των ανθρώπων.

72      Επομένως, από το γράμμα του άρθρου 29, παράγραφος 1, στοιχεία αʹ και εʹ, καθώς και του άρθρου 4, παράγραφος 3, στοιχείο βʹ, του κανονισμού 1107/2009, προκύπτει ότι χορηγείται άδεια σε φυτοπροστατευτικό προϊόν από την αρμόδια εθνική αρχή όταν, μεταξύ άλλων, όλες οι δραστικές ουσίες που το προϊόν αυτό περιέχει έχουν εγκριθεί και το εν λόγω προϊόν δεν έχει, βάσει των σύγχρονων επιστημονικών και τεχνικών γνώσεων, άμεσες επιβλαβείς επιδράσεις ή μελλοντική βλαβερή επίδραση στην υγεία των ανθρώπων.

73      Όσον αφορά το σημείο 3.6.5 του παραρτήματος ΙΙ του κανονισμού 1107/2009, υπενθυμίζεται ότι το σημείο αυτό προβλέπει, με ισχύ από τις 10 Νοεμβρίου 2018, τα ειδικά κριτήρια βάσει των οποίων καθορίζεται, μεταξύ άλλων, εάν μια δραστική ουσία πρέπει να θεωρείται ότι έχει ιδιότητες ενδοκρινικής διαταραχής οι οποίες μπορεί να προκαλέσουν δυσμενείς επιδράσεις στον άνθρωπο.

74      Στις υποθέσεις των κύριων δικών τίθεται, επομένως, το ζήτημα εάν η αρμόδια αρχή κράτους μέλους η οποία επιλαμβάνεται αιτήσεως αδειοδότησης για τη διάθεση φυτοπροστατευτικού προϊόντος στην αγορά οφείλει να λαμβάνει υπόψη τα εν λόγω κριτήρια στο πλαίσιο της εκτιμήσεως των πιθανών επιδράσεων του προϊόντος αυτού στην υγεία των ανθρώπων.

75      Κατά την Adama, την BASF Nederland, την Ολλανδική και την Ελληνική Κυβέρνηση καθώς και την Επιτροπή, οι ιδιότητες ενδοκρινικής διαταραχής τις οποίες θα μπορούσε να εμφανίσει μια δραστική ουσία δεν πρέπει να αξιολογούνται στο πλαίσιο της εξετάσεως, σε εθνικό επίπεδο, αιτήσεως αδειοδότησης για τη διάθεση φυτοπροστατευτικού προϊόντος το οποίο περιέχει τη δραστική αυτή ουσία στην αγορά. Συγκεκριμένα, κατ’ αυτές, μια τέτοια εξέταση δεν θα ελάμβανε υπόψη την οικονομία του κανονισμού 1107/2009, τη διάκριση μεταξύ της εκτιμήσεως, σε ενωσιακό επίπεδο, των εγγενών ιδιοτήτων των δραστικών ουσιών και της εξετάσεως, σε επίπεδο κρατών μελών, των αιτήσεων αδειοδότησης για τη διάθεση φυτοπροστατευτικών προϊόντων στην αγορά καθώς και την κατανομή των αρμοδιοτήτων μεταξύ της Ένωσης και των κρατών μελών την οποία θεσπίζει ο κανονισμός αυτός.

76      Στον αντίποδα, η PAN Europe και η Τσεχική Κυβέρνηση εκτιμούν ότι, οσάκις η εκάστοτε αρμόδια εθνική αρχή, η οποία αποφαίνεται επί αιτήσεως αδειοδότησης για τη διάθεση φυτοπροστατευτικού προϊόντος στην αγορά, έχει στη διάθεσή της σύγχρονες και σχετικές επιστημονικές και τεχνικές γνώσεις οι οποίες καταδεικνύουν ότι ελλοχεύει ο κίνδυνος ένα φυτοπροστατευτικό προϊόν να έχει δυσμενείς επιδράσεις στον άνθρωπο λόγω των ιδιοτήτων ενδοκρινικής διαταραχής μιας δραστικής ουσίας την οποία περιέχει, η εν λόγω αρχή υποχρεούται να αξιολογήσει έναν τέτοιο κίνδυνο και να αντλήσει τα προσήκοντα συμπεράσματα.

77      Συναφώς, επισημαίνεται ότι ούτε από το γράμμα του άρθρου 29, παράγραφος 1, στοιχεία αʹ και εʹ, ούτε από το γράμμα του άρθρου 4, παράγραφος 3, στοιχείο βʹ, του κανονισμού 1107/2009, περί του οποίου έγινε λόγος στις σκέψεις 69 έως 71 της παρούσας αποφάσεως, προκύπτει ότι, οσάκις πρόκειται να ληφθεί απόφαση σχετική με τη χορήγηση άδειας για τη διάθεση φυτοπροστατευτικού προϊόντος στην αγορά, οι αρμόδιες αρχές του ενδιαφερόμενου κράτους μέλους οφείλουν να λαμβάνουν υπόψη μόνον ορισμένες κατηγορίες επιστημονικών ή τεχνικών γνώσεων, ανάλογα με την πηγή τους ή ανάλογα με το χρονικό σημείο κατά το οποίο οι γνώσεις αυτές κατέστησαν προσβάσιμες.

78      Εκ των ανωτέρω συνάγεται ότι, βάσει γραμματικής ερμηνείας των ανωτέρω διατάξεων, τίποτε δεν εμποδίζει τις αρμόδιες εθνικές αρχές να εξακριβώνουν, κατά την εξέταση αιτήσεως αδειοδότησης για τη διάθεση φυτοπροστατευτικού προϊόντος στην αγορά, δυνάμει του άρθρου 29 του κανονισμού 1107/2009, εάν, βάσει των σύγχρονων επιστημονικών και τεχνικών γνώσεων, το εν λόγω προϊόν δεν έχει άμεσες επιβλαβείς επιδράσεις ή μελλοντική βλαβερή επίδραση στην υγεία των ανθρώπων, κατά την έννοια του άρθρου 4, παράγραφος 3, στοιχείο βʹ, του κανονισμού, λαμβανομένων υπόψη των κριτηρίων που περιλαμβάνονται, μεταξύ άλλων, στο σημείο 3.6.5 του παραρτήματος ΙΙ του κανονισμού και των ιδιοτήτων ενδοκρινικής διαταραχής μιας δραστικής ουσίας την οποία περιέχει το προϊόν αυτό.

79      Κατά δεύτερον, η ανωτέρω γραμματική ερμηνεία επιρρωννύεται από το πλαίσιο στο οποίο εντάσσονται οι συγκεκριμένες διατάξεις.

80      Πρώτον, πρέπει να παρατηρηθεί ότι ο κανονισμός 1107/2009 διακρίνει μεταξύ της εγκρίσεως δραστικών ουσιών σε επίπεδο Ένωσης και της χορήγησης αδειών για τη διάθεση στην αγορά και για τη χρήση φυτοπροστατευτικών προϊόντων. Ενώ η εν λόγω έγκριση των δραστικών ουσιών διέπεται από τις διατάξεις του κεφαλαίου ΙΙ του κανονισμού, μεταξύ των οποίων συγκαταλέγεται το άρθρο 4 του κανονισμού, και εμπίπτει στην αρμοδιότητα της Επιτροπής, οι άδειες για τη διάθεση στην αγορά και για τη χρήση των φυτοπροστατευτικών προϊόντων αναφέρονται στο κεφάλαιο ΙΙΙ του κανονισμού και οι σχετικές αποφάσεις λαμβάνονται από τα κράτη μέλη.

81      Ωστόσο, διαπιστώνεται ότι, στο πλαίσιο των αιτήσεων αδειοδότησης για τη διάθεση φυτοπροστατευτικών προϊόντων στην αγορά, το άρθρο 29, παράγραφος 1, στοιχείο εʹ, του κανονισμού 1107/2009 επιβάλλει στα κράτη μέλη να εξακριβώνουν ότι πληρούνται οι προϋποθέσεις που προβλέπονται στο άρθρο 4, παράγραφος 3, του κανονισμού. Το Δικαστήριο είχε την ευκαιρία να διευκρινίσει ότι, κατά το άρθρο 29, παράγραφος 1, στοιχείο εʹ, του κανονισμού, μεταξύ των απαιτήσεων που προβλέπονται προκειμένου να χορηγηθεί άδεια για τη διάθεση φυτοπροστατευτικού προϊόντος στην αγορά περιλαμβάνεται και η απαίτηση το προϊόν αυτό να ικανοποιεί, βάσει των σύγχρονων επιστημονικών και τεχνικών γνώσεων, τις προϋποθέσεις που προβλέπονται στο άρθρο 4, παράγραφος 3, του κανονισμού. Κατά τις διατάξεις αυτές, τέτοια προϊόντα μπορούν να εγκρίνονται μόνον αν αποδεικνύεται ότι δεν έχουν άμεσες ή όψιμες επιβλαβείς επιδράσεις στην υγεία των ανθρώπων (πρβλ. απόφαση της 1ης Οκτωβρίου 2019, Blaise κ.λπ., C‑616/17, EU:C:2019:800, σκέψεις 71 και 114).

82      Επομένως, η έγκριση, από την Επιτροπή, της δραστικής ουσίας δεν μπορεί μεν να επανεξετάζεται από τα κράτη μέλη κατά την εξέταση αιτήσεως αδειοδότησης για τη διάθεση φυτοπροστατευτικού προϊόντος που περιέχει την ουσία αυτή στην αγορά, πλην όμως η αδειοδότηση ενός τέτοιου προϊόντος δεν πρέπει να θεωρείται ως συνιστώσα απλώς και μόνον αυτόματη εφαρμογή της εγκρίσεως, από την Επιτροπή, δραστικής ουσίας η οποία περιέχεται στο συγκεκριμένο προϊόν (πρβλ. απόφαση της 28ης Οκτωβρίου 2020, Associazione GranoSalus κατά Επιτροπής, C‑313/19 P, EU:C:2020:869, σκέψεις 55 και 58).

83      Ως εκ τούτου, όπως επισήμανε η γενική εισαγγελέας στο σημείο 58 των προτάσεών της, μολονότι ο κανονισμός 1107/2009 εμποδίζει κράτος μέλος να χορηγήσει άδεια για τη διάθεση φυτοπροστατευτικού προϊόντος που περιέχει μια μη εγκεκριμένη δραστική ουσία στην αγορά, το κράτος μέλος δεν υποχρεούται να χορηγήσει άδεια να διατεθεί στην αγορά φυτοπροστατευτικό προϊόν το οποίο περιέχει δραστικές ουσίες που έχουν, στο σύνολό τους, εγκριθεί, εάν υπάρχουν επιστημονικές ή τεχνικές γνώσεις που προσδιορίζουν μη αποδεκτό κίνδυνο για την υγεία των ανθρώπων ή των ζώων ή για το περιβάλλον ο οποίος σχετίζεται με το προϊόν αυτό.

84      Δεύτερον, πρέπει επίσης να λαμβάνονται υπόψη οι ενιαίες αρχές για την αξιολόγηση και την αδειοδότηση των φυτοπροστατευτικών προϊόντων στις οποίες παραπέμπει το άρθρο 29, παράγραφος 1, του κανονισμού 1107/2009 και οι οποίες καθορίζονται στο παράρτημα του κανονισμού 546/ 2011.

85      Συνακόλουθα, σύμφωνα με το σημείο 2, στοιχείο γʹ, το οποίο περιέχεται στον τίτλο Α του μέρους Ι του εν λόγω παραρτήματος, κατά την εξέταση των αιτήσεων αδειοδότησης και τη χορήγηση αδειών, τα κράτη μέλη λαμβάνουν υπόψη και άλλες τεχνικές ή επιστημονικές πληροφορίες που μπορούν ευλόγως να έχουν στη διάθεσή τους όσον αφορά τις πιθανές δυσμενείς επιδράσεις του φυτοπροστατευτικού προϊόντος ή των συστατικών του. Πλην όμως, δεν υπάρχει αμφιβολία ότι τα κριτήρια που ορίζονται στο σημείο 3.6.5 του παραρτήματος ΙΙ του κανονισμού 1107/2009 αποτελούν τέτοια πληροφοριακά στοιχεία επιστημονικής φύσεως.

86      Αφενός, από την αιτιολογική σκέψη 2 του κανονισμού 2018/605 προκύπτει ότι τα κριτήρια αυτά στηρίζονται στους προταθέντες από τον ΠΟΥ ορισμούς των ενδοκρινικών διαταρακτών και των δυσμενών τους επιδράσεων, ορισμούς για τους οποίους έχει επιτευχθεί ευρύτατη συναίνεση μεταξύ των επιστημόνων και οι οποίοι έχουν εγκριθεί από την EFSA στην από 28 Φεβρουαρίου 2013 επιστημονική γνώμη της για τους ενδοκρινικούς διαταράκτες.

87      Αφετέρου, ο προσδιορισμός μιας δραστικής ουσίας που έχει ιδιότητες ενδοκρινικής διαταραχής οι οποίες μπορεί να προκαλέσουν δυσμενείς επιδράσεις στον άνθρωπο μπορεί, μεταξύ άλλων, να στηριχθεί, σύμφωνα με το έκτο εδάφιο του σημείου 3.6.5 του παραρτήματος ΙΙ του κανονισμού 1107/2009, σε όλα τα διαθέσιμα συναφή επιστημονικά στοιχεία και σε μια αξιολόγηση των στοιχείων αυτών στη βάση καθορισμού της αποδεικτικής τους ισχύος.

88      Από τις προεκτεθείσες εκτιμήσεις προκύπτει ότι το πλαίσιο του άρθρου 29, παράγραφος 1, και του άρθρου 4, παράγραφος 1, δεύτερο εδάφιο, και παράγραφος 3, καθώς και του σημείου 3.6.5 του παραρτήματος ΙΙ του κανονισμού 1107/2009 επιβεβαιώνουν τη γραμματική ερμηνεία των διατάξεων αυτών η οποία εκτίθεται στη σκέψη 78 της παρούσας αποφάσεως.

89      Κατά τρίτον, η ερμηνεία αυτή ενισχύεται και από τον σκοπό τον οποίο επιδιώκει ο κανονισμός 1107/2009 και ο οποίος, όπως διευκρινίζεται στο άρθρο 1, παράγραφος 3, του κανονισμού και όπως εκτίθεται στην αιτιολογική σκέψη 8 αυτού, έγκειται, μεταξύ άλλων, στην εξασφάλιση υψηλού επιπέδου προστασίας της υγείας τόσο των ανθρώπων όσο και των ζώων καθώς και του περιβάλλοντος (απόφαση της 19ης Ιανουαρίου 2023, Pesticide Action Network Europe κ.λπ., C‑162/21, EU:C:2023:30, σκέψη 46).

90      Συναφώς, παραπέμποντας στην αιτιολογική σκέψη 24 του εν λόγω κανονισμού, το Δικαστήριο έχει κρίνει ότι, οι διατάξεις που διέπουν την αδειοδότηση για τη διάθεση φυτοπροστατευτικών προϊόντων στην αγορά πρέπει να εξασφαλίζουν υψηλά επίπεδα προστασίας και ότι, ειδικότερα, κατά τη χορήγηση τέτοιων αδειών, «θα πρέπει να δίνεται προτεραιότητα» στην προστασία της υγείας των ανθρώπων και των ζώων καθώς και του περιβάλλοντος σε σχέση με τη βελτίωση της φυτικής παραγωγής (απόφαση της 19ης Ιανουαρίου 2023, Pesticide Action Network Europe κ.λπ., C‑162/21, EU:C:2023:30, σκέψη 48 και εκεί μνημονευόμενη νομολογία).

91      Ομοίως, η αιτιολογική σκέψη 29 του κανονισμού 1107/2009, ενώ τονίζει την ανάγκη να υπάρξει περισσότερο εναρμονισμένη διαθεσιμότητα των φυτοπροστατευτικών προϊόντων, αναγνωρίζει συγχρόνως ότι οι ιδιάζουσες περιβαλλοντικές ή γεωργικές συνθήκες του εδάφους ενός ή περισσότερων κρατών μελών ενδέχεται να δικαιολογούν την άρνηση αδειοδότησης, εκ μέρους του οικείου κράτους μέλους ή των οικείων κρατών μελών, του φυτοπροστατευτικού προϊόντος στο έδαφός τους, οσάκις αυτό δικαιολογείται λόγω ειδικών περιβαλλοντικών ή γεωργικών συνθηκών ή εάν δεν είναι δυνατόν να επιτευχθεί το υψηλό επίπεδο προστασίας, τόσο της υγείας των ανθρώπων και των ζώων όσο και του περιβάλλοντος.

92      Περαιτέρω, δέον να υπομνησθεί ότι οι διατάξεις του κανονισμού αυτού βασίζονται, σύμφωνα με το άρθρο 1, παράγραφος 4, του κανονισμού, ερμηνευόμενο υπό το πρίσμα της αιτιολογικής σκέψης 8 του κανονισμού, στην αρχή της προφύλαξης, προκειμένου να διασφαλίζεται ότι οι δραστικές ουσίες ή τα προϊόντα που διατίθενται στη αγορά δεν έχουν αρνητικές επιπτώσεις στην υγεία των ανθρώπων.

93      Η συνεκτίμηση, κατά την αξιολόγηση των πιθανών δυσμενών επιδράσεων φυτοπροστατευτικού προϊόντος για τη διάθεση του οποίου στην αγορά ζητείται άδεια, των επιστημονικών κριτηρίων που περιλαμβάνονται στο σημείο 3.6.5 του παραρτήματος ΙΙ του κανονισμού 1107/2009 συμβάλλει, τηρουμένης της αρχής της προφύλαξης, στην υλοποίηση του σκοπού που υπομνήσθηκε στη σκέψη 89 της παρούσας αποφάσεως.

94      Δέον να προστεθεί ότι η επιταγή περί τηρήσεως της αρχής της ασφάλειας δικαίου δεν θέτει εν αμφιβόλω τις εκτιμήσεις που εξετέθησαν στις προεκτεθείσες σκέψεις.

95      Στις γραπτές παρατηρήσεις τους, η Adama και η Ελληνική Κυβέρνηση προβάλλουν, κατ’ ουσίαν, ότι η εν λόγω αρχή επιτάσσει η εξέταση αιτήσεως αδειοδότησης για τη διάθεση φυτοπροστατευτικού προϊόντος στην αγορά να διενεργείται με γνώμονα τις επιστημονικές ή τεχνικές γνώσεις που είναι διαθέσιμες κατά τον χρόνο υποβολής της σχετικής αιτήσεως.

96      Κατά πάγια νομολογία, η αρχή της ασφάλειας δικαίου απαιτεί οι κανόνες δικαίου να είναι σαφείς και ακριβείς, τα δε αποτελέσματά τους να μπορούν να προβλεφθούν, για να μπορούν οι ενδιαφερόμενοι να καθορίζουν αναλόγως τη συμπεριφορά τους στις έννομες καταστάσεις και σχέσεις που καλύπτονται από την έννομη τάξη της Ένωσης (απόφαση της 6ης Μαΐου 2021, Bayer CropScience και Bayer κατά Επιτροπής, C‑499/18 P, EU:C:2021:367, σκέψη 101).

97      Στον συγκεκριμένο τομέα των αδειών για τη χορήγηση των φυτοπροστατευτικών προϊόντων στην αγορά, η αρχή αυτή πρέπει, εντούτοις, να σταθμίζεται με την αρχή της προφύλαξης επί της οποίας βασίζεται ο κανονισμός 1107/2009 και η οποία αποσκοπεί, όπως υπομνήσθηκε στις σκέψεις 68 και 89 της παρούσας αποφάσεως, στην εξασφάλιση υψηλού επιπέδου προστασίας τόσο της υγείας των ανθρώπων και των ζώων όσο και του περιβάλλοντος. Συνακόλουθα, εάν ανακύψουν στοιχεία αποδεικνύοντα ότι μια δραστική ουσία ή ένα φυτοπροστατευτικό προϊόν έχουν επιβλαβείς επιδράσεις στην υγεία των ανθρώπων ή στην υγεία των ζώων, ή έχουν μη αποδεκτή επίδραση στο περιβάλλον, είναι δυνατόν η Επιτροπή και/ή τα κράτη μέλη να υποχρεωθούν να αποσύρουν την έγκριση της συγκεκριμένης δραστικής ουσίας ή να ανακαλέσουν την άδεια για τη διάθεση του συγκεκριμένου φυτοπροστατευτικού προϊόντος στην αγορά καθώς και, κατά περίπτωση, να λάβουν έκτακτα μέτρα.

98      Επομένως, στο πλαίσιο του κανονισμού αυτού, ο εκάστοτε αιτών που επιθυμεί να διαθέσει φυτοπροστατευτικό προϊόν στην αγορά μπορεί να αναμένει ως πιθανή τη μεταβολή της εξέλιξης των επιστημονικών και τεχνικών γνώσεων καθ’ ο χρόνο διαρκεί η διαδικασία αδειοδότησης ή κατά τη διάρκεια του χρονικού διαστήματος για το οποίο έχει εγκριθεί μια δραστική ουσία ή έχει αδειοδοτηθεί ένα φυτοπροστατευτικό προϊόν. Επιπροσθέτως, από τα άρθρα 46 και 69 έως 71 του κανονισμού προκύπτει ότι είναι δυνατόν η ανάκληση μιας άδειας ή η λήψη εκτάκτων μέτρων να παραγάγουν τα αποτελέσματά τους αμέσως, ούτως ώστε να μην επιτρέπεται πλέον η διάθεση στην αγορά καθώς και η χρήση των υφιστάμενων αποθεμάτων του επίμαχου προϊόντος.

99      Επομένως, η συνεκτίμηση μιας σχετικής και αξιόπιστης επιστημονικής ή τεχνικής γνώσης η οποία δεν ήταν ακόμη προσβάσιμη κατά τον χρόνο υποβολής της αιτήσεως αδειοδότησης για τη διάθεση φυτοπροστατευτικού προϊόντος στην αγορά δεν πρέπει να θεωρηθεί ως αντίθετη προς την αρχή της ασφάλειας δικαίου.

100    Λαμβανομένων υπόψη των προεκτεθέντων, στο πρώτο προδικαστικό ερώτημα στην υπόθεση C‑309/22 και στο πρώτο και στο τέταρτο προδικαστικό ερώτημα στην υπόθεση C‑310/22 πρέπει να δοθεί η απάντηση ότι το άρθρο 29, παράγραφος 1, στοιχεία αʹ και εʹ, καθώς και το άρθρο 4, παράγραφος 1, δεύτερο εδάφιο, και παράγραφος 3, του κανονισμού 1107/2009, ερμηνευόμενα σε συνδυασμό με το σημείο 3.6.5 του παραρτήματος ΙΙ του κανονισμού, έχουν την έννοια ότι η αρμόδια αρχή κράτους μέλους που είναι επιφορτισμένη με την αξιολόγηση αιτήσεως αδειοδότησης για τη διάθεση φυτοπροστατευτικού προϊόντος στην αγορά οφείλει, κατά την εξέταση της αιτήσεως αυτής, να συνεκτιμά τις δυσμενείς επιδράσεις τις οποίες ενδέχεται να προκαλέσουν στον άνθρωπο οι ιδιότητες ενδοκρινικής διαταραχής μιας δραστικής ουσίας την οποία περιέχει το προϊόν αυτό, λαμβανομένων υπόψη των σχετικών και αξιόπιστων επιστημονικών ή τεχνικών γνώσεων που είναι διαθέσιμες κατά το χρονικό σημείο της εξέτασης αυτής και που επαναλαμβάνονται, μεταξύ άλλων, στο πλαίσιο των κριτηρίων που ορίζονται στο εν λόγω σημείο 3.6.5.

 Επί του δευτέρου και του τρίτου προδικαστικού ερωτήματος στην υπόθεση C309/22 καθώς και επί του δευτέρου και του τρίτου προδικαστικού ερωτήματος στην υπόθεση C310/22

101    Κατόπιν της απαντήσεως που δόθηκε στο πρώτο προδικαστικό ερώτημα στην υπόθεση C‑309/22 καθώς και στο πρώτο και στο τέταρτο προδικαστικό ερώτημα στην υπόθεση C‑310/22, παρέλκει η απάντηση στο δεύτερο και στο τρίτο προδικαστικό ερώτημα στην υπόθεση C‑309/22 καθώς και στο δεύτερο και στο τρίτο προδικαστικό ερώτημα στην υπόθεση C‑310/22.

 Επί των δικαστικών εξόδων

102    Δεδομένου ότι η παρούσα διαδικασία έχει ως προς τους διαδίκους της κύριας δίκης τον χαρακτήρα παρεμπίπτοντος που ανέκυψε ενώπιον του αιτούντος δικαστηρίου, σ’ αυτό εναπόκειται να αποφανθεί επί των δικαστικών εξόδων. Τα έξοδα στα οποία υποβλήθηκαν όσοι υπέβαλαν παρατηρήσεις στο Δικαστήριο, πλην των ως άνω διαδίκων, δεν αποδίδονται.

Για τους λόγους αυτούς, το Δικαστήριο (τρίτο τμήμα) αποφαίνεται:

Το άρθρο 29, παράγραφος 1, στοιχεία αʹ και εʹ, καθώς και το άρθρο 4, παράγραφος 1, δεύτερο εδάφιο, και παράγραφος 3, του κανονισμού (ΕΚ) 1107/2009 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 21ης Οκτωβρίου 2009, σχετικά με τη διάθεση φυτοπροστατευτικών προϊόντων στην αγορά και την κατάργηση των οδηγιών 79/117/ΕΟΚ και 91/414/ΕΟΚ του Συμβουλίου, όπως τροποποιήθηκε με τον κανονισμό (ΕΕ) 2018/605 της Επιτροπής, της 19ης Απριλίου 2018, για την τροποποίηση του παραρτήματος II του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1107/2009 με τον καθορισμό επιστημονικών κριτηρίων για τον προσδιορισμό των ιδιοτήτων ενδοκρινικής διαταραχής, ερμηνευόμενα σε συνδυασμό με το σημείο 3.6.5 του παραρτήματος ΙΙ του κανονισμού 1107/2009, όπως τροποποιήθηκε,

έχουν την έννοια ότι:

η αρμόδια αρχή κράτους μέλους που είναι επιφορτισμένη με την αξιολόγηση αιτήσεως αδειοδότησης για τη διάθεση φυτοπροστατευτικού προϊόντος στην αγορά οφείλει, κατά την εξέταση της αιτήσεως αυτής, να συνεκτιμά τις δυσμενείς επιδράσεις τις οποίες ενδέχεται να προκαλέσουν στον άνθρωπο οι ιδιότητες ενδοκρινικής διαταραχής μιας δραστικής ουσίας την οποία περιέχει το προϊόν αυτό, λαμβανομένων υπόψη των σχετικών και αξιόπιστων επιστημονικών ή τεχνικών γνώσεων που είναι διαθέσιμες κατά το χρονικό σημείο της εξέτασης αυτής και που επαναλαμβάνονται, μεταξύ άλλων, στο πλαίσιο των κριτηρίων που ορίζονται στο εν λόγω σημείο 3.6.5.

(υπογραφές)


*      Γλώσσα διαδικασίας: η ολλανδική.