Language of document : ECLI:EU:T:2015:51

Υπόθεση T‑341/12

Evonik Degussa GmbH

κατά

Ευρωπαϊκής Επιτροπής

«Ανταγωνισμός — Διοικητική διαδικασία — Ευρωπαϊκή αγορά του υπεροξειδίου του υδρογόνου και του υπερβορικού άλατος — Δημοσίευση αποφάσεως διαπιστώνουσας παράβαση του άρθρου 81 ΕΚ — Απόρριψη αιτήσεως εμπιστευτικής μεταχειρίσεως πληροφοριών που έχουν παρασχεθεί στην Επιτροπή κατ’ εφαρμογήν της ανακοινώσεως περί συνεργασίας — Υποχρέωση αιτιολογήσεως — Εμπιστευτική φύση — Επαγγελματικό απόρρητο — Δικαιολογημένη εμπιστοσύνη»

Περίληψη – Απόφαση του Γενικού Δικαστηρίου (τρίτο τμήμα)
της 28ης Ιανουαρίου 2015

1.      Ανταγωνισμός – Διοικητική διαδικασία – Επαγγελματικό απόρρητο – Απόφαση του συμβούλου ακροάσεων σχετικά με τη δημοσιοποίηση αποφάσεως της Επιτροπής με την οποία επιβάλλονται κυρώσεις για παράβαση των κανόνων του ανταγωνισμού – Υποχρεώσεις του συμβούλου ακροάσεων – Έκταση και όρια

(Άρθρο 81 ΕΚ· κανονισμός 1/2003 του Συμβουλίου, άρθρο 28 § 2· απόφαση 2011/695 της Επιτροπής, άρθρο 8)

2.      Πράξεις των οργάνων – Αιτιολογία – Υποχρέωση αιτιολογήσεως – Περιεχόμενο – Απόφαση του συμβούλου ακροάσεων, απορρίπτουσα, στο πλαίσιο διαδικασίας εφαρμογής των κανόνων του ανταγωνισμού, αίτηση εμπιστευτικής μεταχειρίσεως πληροφοριών

(Άρθρο 81 ΕΚ· άρθρο 296 ΣΛΕΕ· απόφαση 2011/695 της Επιτροπής, άρθρο 8)

3.      Ανταγωνισμός – Διοικητική διαδικασία – Επαγγελματικό απόρρητο – Καθορισμός των πληροφοριών που καλύπτονται από το επιχειρηματικό απόρρητο – Παρωχημένες πληροφορίες – Δεν καλύπτονται – Πληροφορίες δυνάμενες να χαρακτηριστούν ως απόρρητες ή εμπιστευτικές

(Άρθρο 81 ΕΚ· άρθρο 339 ΣΛΕΕ· κανονισμός 1/2003 του Συμβουλίου, άρθρο 30 § 2)

4.      Πράξεις των οργάνων – Δημοσιότητα – Τήρηση της αρχής της διαφάνειας – Περιεχόμενο – Ευχέρεια δημοσιεύσεως πράξεως χωρίς να υφίσταται ρητώς σχετική υποχρέωση

(Άρθρο 1, εδ. 2, ΣΕΕ· άρθρο 15 ΣΛΕΕ)

5.      Ανταγωνισμός – Διοικητική διαδικασία – Επαγγελματικό απόρρητο – Καθορισμός των πληροφοριών που καλύπτονται από το επιχειρηματικό απόρρητο – Κριτήρια

(Άρθρο 81 ΕΚ· άρθρο 339 ΣΛΕΕ· κανονισμός 1/2003 του Συμβουλίου, άρθρα 28 και 30)

6.      Ανταγωνισμός – Διοικητική διαδικασία – Επαγγελματικό απόρρητο – Περιεχόμενο – Διαφορετική μεταχείριση των εχόντων δικαίωμα ακροάσεως και του κοινού εν γένει

(Άρθρο 81 ΕΚ· άρθρο 339 ΣΛΕΕ· κανονισμός 1/2003 του Συμβουλίου, άρθρα 27 § 2 και 28 § 2)

7.      Ανταγωνισμός – Διοικητική διαδικασία – Επαγγελματικό απόρρητο – Καθορισμός των πληροφοριών που καλύπτονται από το επιχειρηματικό απόρρητο – Κριτήρια – Δημοσιοποίηση δυνάμενη να προξενήσει σοβαρή ζημία – Πληροφορίες που συνίστανται στην περιγραφή στοιχείων συστατικών της παραβάσεως των κανόνων του ανταγωνισμού – Δημοσιοποίηση των εν λόγω πληροφοριών που καθιστά ευχερέστερη την στοιχειοθέτηση της αστικής ευθύνης των εμπλεκομένων επιχειρήσεων

(Άρθρο 81 ΕΚ· άρθρο 339 ΣΛΕΕ· κανονισμός 1/2003 του Συμβουλίου, άρθρα 28 και 30)

8.      Ανταγωνισμός – Διοικητική διαδικασία – Επαγγελματικό απόρρητο – Καθορισμός των πληροφοριών που καλύπτονται από το επιχειρηματικό απόρρητο – Κριτήρια – Συμφέροντα που ενδέχεται να θιγούν λόγω της δημοσιοποιήσεως πληροφοριών οι οποίες χρήζουν προστασίας – Στάθμιση του γενικού συμφέροντος της διαφάνειας της δράσεως της Ένωσης και των θεμιτών συμφερόντων που δικαιολογούν τη μη δημοσιοποίηση – Συμφέρον της επιχειρήσεως να μην αποκαλυφθούν πληροφορίες σχετικές με τη συμπεριφορά της – Συμφέρον που δεν χρήζει ειδικής προστασίας προκειμένου περί επιχειρήσεως οι οποίες έχουν μετάσχει σε παράβαση των κανόνων του ανταγωνισμού της Ένωσης

(Άρθρο 81 ΕΚ· άρθρο 339 ΣΛΕΕ· Χάρτης των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, άρθρο 41· κανονισμός 1/2003 του Συμβουλίου, άρθρα 28 και 30)

9.      Ανταγωνισμός – Διοικητική διαδικασία – Επαγγελματικό απόρρητο – Καθορισμός των πληροφοριών που καλύπτονται από το επιχειρηματικό απόρρητο – Στάθμιση του γενικού συμφέροντος της διαφάνειας της δράσεως της Ένωσης και των θεμιτών συμφερόντων που δικαιολογούν τη μη δημοσιοποίηση – Δημοσιοποίηση πληροφοριών που έχουν προσκομισθεί οικειοθελώς στην Επιτροπή με σκοπό την εφαρμογή του προγράμματος επιείκειας – Στάθμιση των συμφερόντων που δικαιολογούν τη γνωστοποίηση των εν λόγω πληροφοριών και την προστασία τους

(Άρθρο 81 ΕΚ· άρθρο 339 ΣΛΕΕ· κανονισμός 1/2003 του Συμβουλίου, άρθρο 30 § 2· ανακοίνωση 2002/C 45/03 της Επιτροπής)

10.    Ανταγωνισμός – Διοικητική διαδικασία – Απόφαση της Επιτροπής διαπιστώνουσα παράβαση – Δημοσιοποίηση πληροφοριών τις οποίες έχει οικειοθελώς προσκομίσει στην Επιτροπή μετέχουσα στην παράβαση επιχείρηση, προκειμένου να επωφεληθεί του προγράμματος επιείκειας – Προσβολή του δικαιώματος προστασίας της ιδιωτικής ζωής της εν λόγω επιχειρήσεως – Δεν υφίσταται

(Άρθρο 81 ΕΚ· κανονισμός 1/2003 του Συμβουλίου, άρθρα 23 και 30)

11.    Ανταγωνισμός – Διοικητική διαδικασία – Απόφαση της Επιτροπής διαπιστώνουσα παράβαση – Δημοσιοποίηση πληροφοριών τις οποίες έχει οικειοθελώς προσκομίσει στην Επιτροπή μετέχουσα στην παράβαση επιχείρηση, προκειμένου να επωφεληθεί του προγράμματος επιείκειας – Εξουσία εκτιμήσεως της Επιτροπής – Ανακοινώσεις περί συνεργασίας – Αυτοπεριορισμός της διακριτικής ευχέρειάς της – Περιεχόμενο – Απαγόρευση δημοσιοποιήσεως πληροφοριών που περιλαμβάνονται σε αιτήσεις επιείκειας – Δεν υφίσταται

(Άρθρο 81 ΕΚ· κανονισμός 1/2003 του Συμβουλίου, άρθρο 30· ανακοινώσεις της Επιτροπής 2002/C 45/03 και 2006/C 298/11)

12.    Ανταγωνισμός – Διοικητική διαδικασία – Απόφαση της Επιτροπής διαπιστώνουσα παράβαση – Δημοσιοποίηση πληροφοριών τις οποίες έχει οικειοθελώς προσκομίσει στην Επιτροπή μετέχουσα στην παράβαση επιχείρηση, προκειμένου να επωφεληθεί του προγράμματος επιείκειας – Εξουσία εκτιμήσεως της Επιτροπής – Περιεχόμενο – Μεταβολή προγενέστερης πρακτικής – Παραβίαση της αρχής της δικαιολογημένης εμπιστοσύνης – Δεν υφίσταται

(Άρθρο 81 ΕΚ· κανονισμός 1/2003 του Συμβουλίου, άρθρο 30 § 2·)

13.    Ανταγωνισμός – Διοικητική διαδικασία – Απόφαση της Επιτροπής διαπιστώνουσα παράβαση – Δημοσιοποίηση μη εμπιστευτικού κειμένου το οποίο περιέχει πληροφορίες που έχουν προσκομισθεί οικειοθελώς στην Επιτροπή με σκοπό την εφαρμογή του προγράμματος επιείκειας – Παραβίαση της αρχής της αρχής της σκοπιμότητας όπως αυτή διατυπώνεται στο άρθρο 28 του κανονισμού 1/2003 – Δεν υφίσταται

(Άρθρο 81 ΕΚ· κανονισμός 1/2003 του Συμβουλίου, άρθρα 23, 28 και 1 § 30)

1.      Το άρθρο 8 της αποφάσεως 2011/695, σχετικά με τις αρμοδιότητες και τα καθήκοντα του συμβούλου ακροάσεων, αποσκοπεί στην εφαρμογή, σε επίπεδο διαδικασίας, της προστασίας που προβλέπει το άρθρο 28, παράγραφος 2, του κανονισμού 1/2003, διευκρινιζομένου ότι, με την επιφύλαξη της συνεργασίας μεταξύ Επιτροπής και αρμοδίων για τον ανταγωνισμό αρχών των κρατών μελών, καθώς και της δυνατότητας των αποδεκτών ανακοινώσεως αιτιάσεων να μελετήσουν τον φάκελο της έρευνας, η Επιτροπή και οι ως άνω αρχές, οι υπάλληλοί τους, το λοιπό προσωπικό τους και τα άλλα πρόσωπα που εργάζονται υπό την εποπτεία των εν λόγω αρχών, καθώς και οι υπάλληλοι και το λοιπό προσωπικό άλλων αρχών των κρατών μελών οφείλουν να μη δημοσιοποιούν τα στοιχεία που συγκεντρώνουν ή ανταλλάσσουν κατ’ εφαρμογήν του κανονισμού και τα οποία, ως εκ της φύσεώς τους, καλύπτονται από το επαγγελματικό απόρρητο.

Επομένως, το εν λόγω άρθρο 8 γίνεται διάκριση μεταξύ της προστασίας της εμπιστευτικότητας των πληροφοριών έναντι τρίτων που έχουν δικαίωμα ακροάσεως στο πλαίσιο διαδικασίας εφαρμογής των κανόνων ανταγωνισμού και της ευρύτερης προστασίας που πρέπει να παρέχεται ενόψει δημοσιεύσεως στην Επίσημη Εφημερίδα.

Κατά συνέπεια, όταν ο σύμβουλος ακροάσεων αποφασίζει τη δημοσιοποίηση, δια δημοσιεύσεως στην Επίσημη Εφημερίδα, αποφάσεως περί επιβολής κυρώσεων για παράβαση του άρθρου 81 ΕΚ, δεν πρέπει μόνο να εξετάζει εάν το κείμενο αποφάσεως περί επιβολής κυρώσεων για παράβαση του άρθρου 81 ΕΚ, το οποίο καλείται να εξετάσει, περιλαμβάνει στοιχεία που εμπίπτουν στο επιχειρηματικό απόρρητο ή άλλες εμπιστευτικές πληροφορίες, αλλά και να εξακριβώνει εάν το κείμενο αυτό περιλαμβάνει άλλες πληροφορίες μη δυνάμενες να δημοσιοποιηθούν στο κοινό, είτε λόγω κανόνων του κοινοτικού δικαίου που τις προστατεύουν ειδικώς, είτε λόγω του ότι οι πληροφορίες αυτές καλύπτονται εκ φύσεως από το επαγγελματικό απόρρητο

Ωστόσο, οι αρχές της δικαιολογημένης εμπιστοσύνης και της ίσης μεταχειρίσεως δεν αποτελούν κανόνες που σκοπούν την παροχή ειδικής προστασίας από τη δημοσιοποίηση πληροφοριών, οι οποίες έχουν προσκομισθεί οικειοθελώς στην Επιτροπή προς εφαρμογή του προγράμματος επιείκειας. Συγκεκριμένα, κατ’ αντίθεση προς τους κανόνες του κανονισμού 45/2001, σχετικά με την προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα από τα όργανα και τους οργανισμούς της Κοινότητας και σχετικά με την ελεύθερη κυκλοφορία των δεδομένων αυτών, ή ακόμη του άρθρου 4 του κανονισμού 1049/2001, για την πρόσβαση του κοινού στα έγγραφα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, του Συμβουλίου και της Επιτροπής, οι αρχές αυτές δεν αποσκοπούν ειδικά στην προστασία του απορρήτου πληροφοριών ή εγγράφων. Δεδομένου, συνεπώς, ότι οι αρχές αυτές δεν εντάσσονται, αυτές καθεαυτές, στην προστασία που προβλέπει το δίκαιο της Ένωσης για τις πληροφορίες που περιέρχονται σε γνώση της Επιτροπής στο πλαίσιο διαδικασιών εφαρμογής των κανόνων ανταγωνισμού, υπερβαίνουν το πλαίσιο των καθηκόντων που έχουν ανατεθεί στον σύμβουλο ακροάσεων δυνάμει του άρθρου 8 της αποφάσεως σχετικά με τις αρμοδιότητες και τα καθήκοντα του συμβούλου ακροάσεων

(βλ. σκέψεις 33, 41-43)

2.      Βλ. το κείμενο της αποφάσεως.

(βλ. σκέψεις 54-67)

3.      Βλ. το κείμενο της αποφάσεως.

(βλ. σκέψεις 84, 86, 162)

4.      Βλ. το κείμενο της αποφάσεως.

(βλ. σκέψη 89)

5.      Βλ. το κείμενο της αποφάσεως.

(βλ. σκέψεις 90, 94)

6.      Βλ. το κείμενο της αποφάσεως.

(βλ. σκέψεις 96-98)

7.      Προκειμένου οι πληροφορίες να καλύπτονται εκ φύσεως από το επαγγελματικό απόρρητο και, συνεπώς, από την προστασία έναντι της δημοσιοποιήσεως στο κοινό, πρέπει η δημοσιοποίηση των πληροφοριών αυτών να ενδέχεται να προκαλέσει σοβαρή ζημία στο πρόσωπο που τις προσκόμισε ή σε τρίτους.

Προκειμένου περί πληροφοριών που συνίστανται στην περιγραφή των συστατικών στοιχείων παραβάσεως του άρθρου 81 ΕΚ, η δημοσιοποίηση τέτοιων πληροφοριών ενδέχεται να προκαλέσει σοβαρή ζημία σε επιχείρηση που μετέσχε στην παράβαση αυτή, εφόσον, αφενός, η εν λόγω δημοσιοποίηση ενδέχεται να πλήξει τη φήμη της και να επηρεάσει τη θέση της στις επιχειρηματικές σχέσεις της, εμφαίνοντας τον σημαντικό ρόλο της κατά την έναρξη και κατά τη διάρκεια της παραβάσεως του άρθρου 81 ΕΚ και, αφετέρου, οι πληροφορίες αυτές διευκολύνουν τη στοιχειοθέτηση, από φυσικά ή νομικά πρόσωπα που φέρονται ως θύματα της παραβάσεως, της αστικής ευθύνης της επιχειρήσεως.

(βλ. σκέψεις 101-103, 105)

8.      Προκειμένου οι πληροφορίες να καλύπτονται εκ φύσεως από το επαγγελματικό απόρρητο και, συνεπώς, από την προστασία έναντι της δημοσιοποιήσεως στο κοινό, πρέπει τα συμφέρονται που ενδέχεται να θιγούν λόγω της δημοσιεύσεως χρήζουν αντικειμενικά προστασίας. Η προϋπόθεση αυτή συνεπάγεται ότι η εκτίμηση του απορρήτου χαρακτήρα μιας πληροφορίας απαιτεί τη στάθμιση μεταξύ των εύλογων συμφερόντων που αντιτίθενται στη δημοσίευσή της και του γενικού συμφέροντος να έχουν οι δραστηριότητες των θεσμικών οργάνων τη μεγαλύτερη δυνατή διαφάνεια

Συναφώς, το συμφέρον μιας επιχειρήσεως, στην οποία η Επιτροπή επέβαλε πρόστιμο για παράβαση του δικαίου του ανταγωνισμού, να μη δημοσιοποιηθούν στο κοινό λεπτομέρειες της προσαπτομένης παραβάσεως δεν χρήζει ιδιαίτερης προστασίας, λαμβανομένου υπόψη του συμφέροντος του κοινού να γνωρίζει όσο το δυνατόν πληρέστερα τους λόγους κάθε πράξεως της Επιτροπής, του συμφέροντος των επιχειρηματιών να γνωρίζουν ποια συμπεριφορά ενδέχεται να επισύρει την επιβολή κυρώσεων και του συμφέροντος των προσώπων που θίγονται από την παράβαση να γνωρίζουν τις λεπτομέρειές της προκειμένου να επικαλεσθούν, ενδεχομένως, τα δικαιώματά τους κατά των επιχειρήσεων στις οποίες επιβάλλονται κυρώσεις και ενόψει της δυνατότητας που έχει η εν λόγω επιχείρηση να υποβάλει την απόφαση αυτή σε δικαστικό έλεγχο. Ομοίως, το συμφέρον επιχειρήσεως που μετέσχε σε παράβαση του άρθρου 81 ΕΚ να αποφύγει αγωγές αποζημιώσεως δεν αποτελεί συμφέρον που χρήζει προστασίας, λαμβανομένου ιδίως υπόψη του δικαιώματος εκάστου προσώπου να ασκήσει, ενώπιον των εθνικών δικαστηρίων, αγωγή αποζημιώσεως για ζημία που υπέστη εξαιτίας συμπεριφοράς δυνάμενης να περιορίσει ή να νοθεύσει τον ανταγωνισμό. Επομένως, είναι επίσης αβάσιμες και απορριπτέες οι αιτιάσεις σχετικά με ενδεχόμενη παραβίαση της αρχής της αμεροληψίας, όπως αυτή κατοχυρώνεται στο άρθρο 41 του Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, καθώς και της αρχής της ισότητας των όπλων στο πλαίσιο εθνικών διαδικασιών.

(βλ. σκέψεις 106, 107, 110, 111)

9.      Η αποτελεσματικότητα των προγραμμάτων επιείκειας μπορεί να επηρεαστεί από τη γνωστοποίηση εγγράφων σχετικών με διαδικασία επιείκειας σε πρόσωπα που επιθυμούν να ασκήσουν αγωγή αποζημιώσεως, έστω και αν οι αρμόδιες για τον ανταγωνισμό εθνικές αρχές ή η Επιτροπή χορηγήσουν στον αιτούντα επιείκεια πλήρη ή μερική απαλλαγή από το πρόστιμο που θα μπορούσαν να του επιβάλουν. Συγκεκριμένα, πρόσωπο που έχει εμπλακεί σε προσβολή του δικαίου του ανταγωνισμού μπορεί, ενόψει του ενδεχομένου μιας τέτοιας γνωστοποιήσεως, να αποθαρρυνθεί από το να κάνει χρήση της παρεχόμενης από τέτοια προγράμματα δυνατότητας, δεδομένου ιδίως ότι τα έγγραφα που κοινοποιούνται στην Επιτροπή ή οι δηλώσεις ενώπιόν της στο πλαίσιο αυτό ενδέχεται να είναι αυτοενοχοποιητικά

Ωστόσο, το δικαίωμα αποζημιώσεως για ζημία που έχει προκληθεί εξαιτίας συμβάσεως ή συμπεριφοράς δυνάμενης να περιορίσει ή να νοθεύσει τον ανταγωνισμό συμβάλλει ουσιωδώς στη διατήρηση του αποτελεσματικού ανταγωνισμού εντός της Ένωσης, καθώς και στην επίτευξη σκοπού γενικού συμφέροντος

Κατ’ εφαρμογήν των αρχών αυτών, στο πλαίσιο προδικαστικών διαφορών με αντικείμενο αιτήσεις προσβάσεως σε φακέλους έρευνας τηρούμενους από αρμόδιες για τον ανταγωνισμό εθνικές αρχές, υποβληθείσες από επιχειρήσεις οι οποίες διατείνονταν ότι είχαν υποστεί ζημία από παραβάσεις του δικαίου του ανταγωνισμού, το Δικαστήριο έχει αποφανθεί ότι τα εθνικά δικαστήρια που επιλαμβάνονται των σχετικών διαφορών πρέπει να σταθμίζουν τα συμφέροντα τα οποία δικαιολογούν, αφενός, τη δημοσιοποίηση των πληροφοριών που έχουν οικειοθελώς παρασχεθεί από τους αιτούντες επιείκεια και, αφετέρου, την προστασία των πληροφοριών αυτών.

Πάντως, σε υπόθεση η οποία, αφενός, δεν έχει ως αντικείμενο την αμφισβήτηση αρνήσεως προσβάσεως σε έγγραφα σχετικά με διαδικασία στον τομέα του ανταγωνισμού, αλλά τη σκοπούμενη από την Επιτροπή δημοσίευση ορισμένων πληροφοριών που περιλαμβάνονται σε έγγραφα τα οποία προσκόμισε ή σε δηλώσεις τις οποίες πραγματοποίησε οικειοθελώς επιχείρηση εμπλεκόμενη σε παράβαση του δικαίου του ανταγωνισμού, προκειμένου να επωφεληθεί από το πρόγραμμα επιείκειας, και, αφετέρου, στο πλαίσιο της οποίας υποστηρίχθηκε ότι η δημοσιοποίηση των πληροφοριών που παρέσχε οικειοθελώς κατά την έρευνα, με την προσδοκία ότι θα επωφεληθεί από το πρόγραμμα επιείκειας βλάπτει τον σκοπό των ερευνών που διενεργεί η Επιτροπή, από τη θέση αυτή δεν προκύπτει ότι η Επιτροπή έχει παραβεί κανόνα δικαίου, επειδή η σκοπούμενη δημοσίευση πληροφοριών που έχουν παρασχεθεί στο πλαίσιο προγράμματος επιείκειας ενδέχεται να επηρεάσει την εφαρμογή του εν λόγω προγράμματος στο πλαίσιο μελλοντικών ερευνών.

Επιπλέον, το ειδικό αυτό επιχείρημα στηρίζεται στο συμφέρον του κοινού να γνωρίζει όσο το δυνατόν πληρέστερα τους λόγους οποιασδήποτε ενέργειας της Επιτροπής, στο συμφέρον των επιχειρηματιών να γνωρίζουν ποια συμπεριφορά επισύρει ενδεχομένως την επιβολή κυρώσεων και, τέλος, στο συμφέρον της Επιτροπής να διασφαλίζει την πρακτική αποτελεσματικότητα του προγράμματος επιείκειας. Ωστόσο, η επιχείρηση δεν μπορεί να επικαλεστεί τα ειδικά αυτά συμφέροντα, καθώς εναπόκειται αποκλειστικά στην Επιτροπή να σταθμίσει, υπό τις περιστάσεις της συγκεκριμένης υποθέσεως, αφενός, την αποτελεσματικότητα του προγράμματος επιείκειας και, αφετέρου, το συμφέρον του κοινού και των επιχειρηματιών να πληροφορηθούν το περιεχόμενο της αποφάσεώς τους και να ενεργήσουν για την προστασία των δικαιωμάτων τους.

Το συμπέρασμα αυτό δεν αναιρείται από το επιχείρημα ότι, κατ’ ουσίαν, οι πληροφορίες των οποίων η επιχείρηση ζητεί την εμπιστευτική μεταχείριση δεν έχουν ουσιώδη σημασία για την κατανόηση του διατακτικού της αποφάσεως με την οποία η Επιτροπή διαπιστώνει παράβαση του δικαίου του ανταγωνισμού της Ένωσης και, συνεπώς, δεν καλύπτονται από την υποχρέωση δημοσιότητας που υπέχει η Επιτροπή δυνάμει του άρθρου 30, παράγραφος 2, του κανονισμού 1/2003. Συγκεκριμένα, σκοπός της εν λόγω διατάξεως δεν είναι να περιοριστεί η ευχέρεια της Επιτροπής να δημοσιεύει κατά βούληση κείμενο της αποφάσεώς της πληρέστερο από το κατ’ ελάχιστον απαιτούμενο και να περιλαμβάνει σε αυτό και πληροφορίες των οποίων η δημοσίευση δεν είναι απαραίτητη, εφόσον η γνωστοποίησή τους δεν είναι ασύμβατη με την προστασία του επαγγελματικού απορρήτου.

(βλ. σκέψεις 113-115, 117-120)

10.    Μολονότι η Επιτροπή υποχρεούται, καταρχήν, να τηρεί τις διατάξεις του άρθρου 8 της Ευρωπαϊκής Συμβάσεως για την Προάσπιση των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου και όταν συλλέγει πληροφορίες από επιχειρήσεις στο πλαίσιο έρευνας για παράβαση του δικαίου της Ένωσης στον τομέα των συμπράξεων, εντούτοις, κατά πάγια νομολογία του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου, δεν μπορεί κανείς να προβάλει, επικαλούμενος το εν λόγω άρθρο 8, ότι εθίγη η φήμη του, κάτι το οποίο μπορούσε να προβλεφθεί ως συνέπεια δικών του ενεργειών, όπως είναι η παράβαση της ποινικής νομοθεσίας

Κατά συνέπεια, το κατοχυρωμένο με το άρθρο 8 της ως άνω Συμβάσεως δικαίωμα προστασίας της ιδιωτικής ζωής δεν μπορεί να εμποδίσει τη δημοσιοποίηση πληροφοριών οι οποίες έχουν οικειοθελώς προσκομιστεί στην Επιτροπή προς εφαρμογή του προγράμματος επιείκειας και αφορούν τη συμμετοχή επιχειρήσεως σε παράβαση του δικαίου της Ένωσης στον τομέα των συμπράξεων, παράβαση η οποία διαπιστώθηκε με απόφαση της Επιτροπής εκδοθείσα βάσει του άρθρου 23 του κανονισμού 1/2003 και προοριζόμενη να δημοσιευθεί σύμφωνα με το άρθρο 30 του ίδιου κανονισμού.

(βλ. σκέψεις 125, 126)

11.    Η Επιτροπή, θεσπίζοντας κανόνες συμπεριφοράς όπως αυτοί που περιλαμβάνονται στις ανακοινώσεις σχετικά με τη μη επιβολή και τη μείωση των προστίμων σε περιπτώσεις συμπράξεων και αναγγέλλοντας με τη δημοσίευσή τους ότι θα τους εφαρμόζει πλέον στις περιπτώσεις τις οποίες αφορούν οι κανόνες αυτοί, αυτοπεριορίζεται κατά την άσκηση της διακριτικής ευχέρειάς της και δεν μπορεί να αποκλίνει άνευ λόγου από τους κανόνες αυτούς, διότι άλλως η απόφασή της ενδέχεται να ακυρωθεί λόγω παραβιάσεως γενικών αρχών του δικαίου, όπως η ίση μεταχείριση ή η προστασία της δικαιολογημένης εμπιστοσύνης. Ωστόσο, από τις ανακοινώσεις αυτές δεν προκύπτει ότι απαγορεύεται η Επιτροπή να δημοσιοποιεί υπό οποιεσδήποτε περιστάσεις πληροφορίες που περιλαμβάνονται σε αιτήσεις επιείκειας ή σε δηλώσεις πραγματοποιηθείσες στο πλαίσιο του προγράμματος επιείκειας. Συγκεκριμένα, οι δεσμεύσεις αυτές αφορούν μόνον τη δημοσιοποίηση εγγράφων οικειοθελώς προσκομισθέντων από τις επιχειρήσεις που επιθυμούν να επωφεληθούν από το πρόγραμμα επιείκειας, καθώς και τη δημοσιοποίηση δηλώσεων που έχουν πραγματοποιηθεί στο πλαίσιο αυτό από τις ίδιες επιχειρήσεις.

(βλ. σκέψεις 134, 136, 138)

12.    Μολονότι η τήρηση της αρχής της δικαιολογημένης εμπιστοσύνης συγκαταλέγεται στα θεμελιώδη δικαιώματα του δικαίου της Ένωσης, οι επιχειρηματίες δεν μπορούν δικαιολογημένα να τρέφουν προσδοκίες για διατήρηση μιας υφισταμένης καταστάσεως, η οποία μπορεί να μεταβληθεί στο πλαίσιο της ασκήσεως της εξουσίας εκτιμήσεως που διαθέτουν τα όργανα της Ένωσης.

Συναφώς, επιχείρηση που μετέσχε σε παράβαση των κανόνων του ανταγωνισμού της Ένωσης δεν μπορεί προσδοκά δικαιολογημένα ότι θα διατηρηθεί η προγενέστερη πρακτική της Επιτροπής, η οποία συνίστατο στη μη δημοσιοποίηση πληροφοριών τις οποίες προσκόμιζαν οικειοθελώς οι επιχειρήσεις στο πλαίσιο αιτήσεως επιείκειας, ζητώντας την εμπιστευτική μεταχείρισή τους.

Συγκεκριμένα, η Επιτροπή διαθέτει ευρεία διακριτική ευχέρεια όσον αφορά το αν θα δημοσιεύσει ή όχι τέτοιες πληροφορίες. Το άρθρο 30, παράγραφος 2, του κανονισμού 1/2003 έχει την έννοια ότι περιορίζει την υποχρέωση δημοσιεύσεως που υπέχει η Επιτροπή αποκλειστικά στην αναφορά των ονομάτων ενδιαφερομένων και των ουσιωδών στοιχείων των αποφάσεων που διαλαμβάνονται στην πρώτη παράγραφο της διατάξεως αυτής, προς διευκόλυνση του καθήκοντος της Επιτροπής να πληροφορεί το κοινό για τις αποφάσεις της, λαμβανομένων υπόψη ιδίως των γλωσσικών δυσχερειών που συνδέονται με τη δημοσίευση στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Αντιθέτως, η διάταξη αυτή δεν περιορίζει τη δυνατότητα της Επιτροπής, αν το κρίνει σκόπιμο και αν οι πόροι της το επιτρέπουν, να δημοσιεύσει το πλήρες κείμενο των εν λόγω αποφάσεων, ή τουλάχιστον ιδιαίτερα λεπτομερούς κειμένου της αποφάσεως αυτής, με την επιφύλαξη της προστασίας των επιχειρηματικών απορρήτων και των λοιπών εμπιστευτικής φύσεως πληροφοριών.

Επομένως, μολονότι η Επιτροπή υπέχει γενική υποχρέωση να δημοσιεύει μόνον τα μη εμπιστευτικά κείμενα των αποφάσεών της, δεν είναι αναγκαίο, για τη διασφάλιση της τηρήσεως της υποχρεώσεως αυτής, να ερμηνευθεί το άρθρο 30, παράγραφος 2, του κανονισμού 1/2003 υπό την έννοια ότι παρέχει συγκεκριμένο δικαίωμα στους αποδέκτες των αποφάσεων που εκδίδονται βάσει των άρθρων 7 έως 10 και των άρθρων 23 και 24 αυτού να αντιτάσσονται στη δημοσίευση εκ μέρους της Επιτροπής στην Επίσημη Εφημερίδα και, ενδεχομένως, στον διαδικτυακό τόπο του εν λόγω θεσμικού οργάνου πληροφοριών οι οποίες, αν και δεν είναι εμπιστευτικού χαρακτήρα, εντούτοις δεν είναι «ουσιώδεις» για την κατανόηση του διατακτικού των εν λόγω αποφάσεων. Συνεπώς, το άρθρο 30, παράγραφος 2, του κανονισμού 1/2003 δεν σκοπεί να περιορίσει την ελευθερία της Επιτροπής να δημοσιεύει εκουσίως πληρέστερο κείμενο της αποφάσεώς της σε σχέση με το κείμενο που τουλάχιστον απαιτείται και να περιλαμβάνει στο κείμενο αυτό και πληροφοριακά στοιχεία των οποίων δεν απαιτείται η δημοσίευση, καθόσον η δημοσίευση των στοιχείων αυτών δεν είναι ασυμβίβαστη με την προστασία του επαγγελματικού απορρήτου.

(βλ. σκέψεις 153, 155-157)

13.    Η δημοσίευση αποφάσεων που έχουν εκδοθεί από την Επιτροπή κατ’ εφαρμογήν του άρθρου 23 του κανονισμού 1/2003 συνιστά, κατ’ αρχήν, όπως επιβεβαιώνεται από το άρθρο 30 του εν λόγω κανονισμού, το τελευταίο στάδιο της διοικητικής διαδικασίας στο πλαίσιο της οποίας η Επιτροπή διαπιστώνει τις παραβάσεις του άρθρου 81 ΕΚ και επιβάλλει κυρώσεις γι’ αυτές. Κατά συνέπεια, με την επιφύλαξη της προστασίας των εμπιστευτικού χαρακτήρα πληροφοριών που περιλαμβάνονται στους φακέλους έρευνας της Επιτροπής, η δημοσίευση από το εν λόγω θεσμικό όργανο μη εμπιστευτικού κειμένου τέτοιων αποφάσεων που περιέχουν πληροφορίες τις οποίες έχουν κοινοποιήσει οικειοθελώς οι επιχειρήσεις που επιθυμούν να επωφεληθούν από το πρόγραμμα επιείκειας δεν μπορεί να χαρακτηριστεί ως μη σχετιζόμενη με τον σκοπό για τον οποίο συγκεντρώθηκαν οι πληροφορίες αυτές κατά την έννοια του άρθρου 28, § 1, του προαναφερθέντος κανονισμού.

(βλ. σκέψεις 170, 172, 173)