Language of document : ECLI:EU:T:2021:420

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΓΕΝΙΚΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (πέμπτο πενταμελές τμήμα)

της 7ης Ιουλίου 2021 (*)

«Σήμα της Ευρωπαϊκής Ένωσης – Αίτηση καταχωρίσεως σήματος της Ευρωπαϊκής Ένωσης συνιστάμενου σε συνδυασμό ήχων οι οποίοι παράγονται με το άνοιγμα μεταλλικού κουτιού ανθρακούχου ποτού – Απόλυτος λόγος απαραδέκτου – Έλλειψη διακριτικού χαρακτήρα – Άρθρο 7, παράγραφος 1, στοιχείο βʹ, του κανονισμού (ΕΕ) 2017/1001 – Άρθρο 95, παράγραφος 1, του κανονισμού 2017/1001»

Στην υπόθεση T‑668/19,

Ardagh Metal Beverage Holdings GmbH & Co. KG, με έδρα τη Βόννη (Γερμανία), εκπροσωπούμενη από τον S. Abrar, δικηγόρο,

προσφεύγουσα,

κατά

Γραφείου Διανοητικής Ιδιοκτησίας της Ευρωπαϊκής Ένωσης (EUIPO), εκπροσωπούμενου από τους M. Fischer, D. Hanf και την D. Walicka,

καθού,

με αντικείμενο προσφυγή κατά της αποφάσεως του δευτέρου τμήματος προσφυγών του EUIPO, της 24ης Ιουλίου 2019 (υπόθεση R 530/2019‑2), σχετικά με αίτηση καταχωρίσεως ως σήματος της Ευρωπαϊκής Ένωσης ενός συνδυασμού ήχων που παράγονται με το άνοιγμα μεταλλικού κουτιού ανθρακούχου ποτού,

ΤΟ ΓΕΝΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ (πέμπτο πενταμελές τμήμα),

συγκείμενο από τους Σ. Παπασάββα, πρόεδρο, D. Spielmann, U. Öberg (εισηγητή), O. Spineanu-Matei και R. Norkus, δικαστές,

γραμματέας: R. Ūkelytė, διοικητική υπάλληλος,

έχοντας υπόψη το δικόγραφο της προσφυγής που κατατέθηκε στη Γραμματεία του Γενικού Δικαστηρίου την 1η Οκτωβρίου 2019,

έχοντας υπόψη το υπόμνημα αντικρούσεως που κατατέθηκε στη Γραμματεία του Γενικού Δικαστηρίου στις 19 Δεκεμβρίου 2019,

έχοντας υπόψη τα μέτρα οργανώσεως της διαδικασίας της 28ης Απριλίου και της 30ής Οκτωβρίου 2020,

έχοντας υπόψη την παραπομπή της υπό κρίση υποθέσεως ενώπιον του πέμπτου πενταμελούς τμήματος του Γενικού Δικαστηρίου,

κατόπιν της συνεδριάσεως της 10ης Φεβρουαρίου 2021,

εκδίδει την ακόλουθη

Απόφαση

 Ιστορικό της διαφοράς

1        Στις 6 Ιουνίου 2018, η προσφεύγουσα, Ardagh Metal Beverage Holdings GmbH & Co. KG, υπέβαλε στο Γραφείο Διανοητικής Ιδιοκτησίας της Ευρωπαϊκής Ένωσης (EUIPO) αίτηση καταχωρίσεως σήματος της Ευρωπαϊκής Ένωσης, δυνάμει του κανονισμού (ΕΕ) 2017/1001 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 14ης Ιουνίου 2017, για το σήμα της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΕΕ 2017, L 154, σ. 1).

2        Το σήμα του οποίου ζητείται η καταχώριση είναι ηχητικό σημείο το οποίο θυμίζει τον ήχο που παράγεται με το άνοιγμα μεταλλικού κουτιού ανθρακούχου ποτού, τον οποίο ακολουθεί σιγή περίπου ενός δευτερολέπτου και ο ήχος των παραγόμενων φυσαλίδων, διάρκειας περίπου εννέα δευτερολέπτων. Η προσφεύγουσα υπέβαλε ηχητικό αρχείο κατά την κατάθεση της αιτήσεως καταχωρίσεως.

3        Τα προϊόντα για τα οποία ζητείται η καταχώριση εμπίπτουν στις κλάσεις 6, 29, 30, 32 και 33, κατά την έννοια του Διακανονισμού της Νίκαιας για τη διεθνή ταξινόμηση προϊόντων και υπηρεσιών ενόψει της καταχώρισης σημάτων, της 15ης Ιουνίου 1957, όπως αυτός έχει αναθεωρηθεί και τροποποιηθεί, και αντιστοιχούν, για καθεμιά από τις κλάσεις αυτές, στην ακόλουθη περιγραφή:

–        κλάση 6: «Δοχεία από μέταλλο για αποθήκευση και μεταφορά, ιδίως μεταλλικά εμπορευματοκιβώτια, μεταλλικά κουτιά [μεταλλικά δοχεία], δοχεία από μέταλλο, μεταλλικά δοχεία για χημικές ουσίες, πεπιεσμένα αέρια και υγρά»·

–        κλάση 29: «Γαλακτοκομικά προϊόντα, ιδίως γιαούρτια [σε πόσιμη μορφή], γάλα καρύδας [σε πόσιμη μορφή], ροφήματα από γιαούρτι, ροφήματα από γάλα ή περιέχοντα γάλα, ροφήματα με βάση το γιαούρτι, ροφήματα από συμπυκνωμένο γάλα [γιαούρτι], ροφήματα γάλακτος, ροφήματα με βάση γαλακτοκομικά προϊόντα, ροφήματα που παρασκευάζονται με γιαούρτι, ροφήματα με βάση το γιαούρτι, ροφήματα με βάση το γάλα καρύδας, ροφήματα με βάση το γάλα αραχίδας, ροφήματα με βάση το γάλα αμυγδάλου· ροφήματα με βάση τη σόγια που χρησιμοποιούνται ως υποκατάστατα γάλακτος»·

–        κλάση 30: «Καφές, ιδίως ροφήματα με βάση υποκατάστατα του καφέ, ροφήματα από καφέ, ροφήματα που παρασκευάζονται από καφέ, ροφήματα αποτελούμενα κυρίως από καφέ· τσάι, ιδίως ροφήματα με βάση το τσάι, ροφήματα με βάση το τσάι με γεύση φρούτων, μη φαρμακευτικά ροφήματα με βάση το τσάι· κακάο, ιδίως ροφήματα με κακάο, ροφήματα από κακάο, ροφήματα που παρασκευάζονται με κακάο, ροφήματα αποτελούμενα κυρίως από κακάο, ροφήματα έτοιμα προς κατανάλωση με κακάο και ροφήματα με βάση το κακάο· ανθρακούχα ποτά με βάση τον καφέ, το κακάο ή τη σοκολάτα, ροφήματα με σοκολάτα, ροφήματα από σοκολάτα, ροφήματα με άρωμα σοκολάτας, ροφήματα με γεύση σοκολάτας, ροφήματα αποτελούμενα κυρίως από σοκολάτα, ροφήματα σοκολάτας με γάλα»·

–        κλάση 32: «Ζύθος, ιδίως ποτά με βάση τον ζύθο· μεταλλικά νερά, ιδίως νερά [ποτά], εμπλουτισμένο μεταλλικό νερό [ποτά], μεταλλικό νερό εμπλουτισμένο με βιταμίνες [ποτά], ποτά με βάση το νερό που περιέχουν εκχυλίσματα τσαγιού· ανθρακούχα νερά, ιδίως μεταλλικά νερά [ποτά], τόνικ (είδος μεταλλικού ανθρακούχου νερού) [μη φαρμακευτικά ποτά]· μη οινοπνευματώδη ποτά, ιδίως ισοτονικά ποτά, μη αλκοολούχα ποτά, μη οινοπνευματώδη ποτά, ανθρακούχα μη οινοπνευματώδη ποτά, μη αλκοολούχα ποτά με καφεΐνη, παγωμένα ανθρακούχα ποτά, ποτά με κόλα [μη αλκοολούχα ποτά], μη αλκοολούχα ποτά που περιέχουν χυμούς λαχανικών, αρωματισμένα ανθρακούχα ποτά, μη αλκοολούχα ποτά από αλόη· μη οινοπνευματώδη ποτά, μη αλκοολούχα ποτά με γεύση ζύθου, μη αλκοολούχα ποτά με άρωμα τσαγιού, μη αλκοολούχα ποτά με γεύση τσαγιού· μη οινοπνευματώδη ποτά με καφεΐνη, μη οινοπνευματώδη ποτά με γεύση καφέ, μη οινοπνευματώδη ποτά με άρωμα καφέ, μη ανθρακούχα αναψυκτικά, μη οινοπνευματώδη ανθρακούχα ποτά με διάφορες γεύσεις, ποτά εμπλουτισμένα με θρεπτικά στοιχεία, μη αλκοολούχα ροφήματα εμπλουτισμένα με βιταμίνες, αναψυκτικά με βάση τα φρούτα και με γεύση τσαγιού, μη οινοπνευματώδη ποτά χωρίς βύνη [όχι για ιατρική χρήση]· ποτά φρούτων, ιδίως γρανίτες [ποτά], ποτά με γεύση φρούτων, ποτά που παρασκευάζονται με φρούτα, ποτά από καπνιστά δαμάσκηνα, παγωμένα ποτά με βάση τα φρούτα, ποτά με βάση τα φρούτα· χυμοί φρούτων, ιδίως χυμοί λαχανικών [ποτά], χυμοί ντομάτας [ποτά], ποτά από χυμούς λαχανικών, μη οινοπνευματώδη ποτά που περιέχουν χυμούς φρούτων, ποτά αποτελούμενα κυρίως από χυμούς φρούτων, συμπυκνωμένοι χυμοί φρούτων [μη οινοπνευματώδη ποτά], ποτά αποτελούμενα από μείγμα χυμών φρούτων και λαχανικών· ποτά με βάση τους ξηρούς καρπούς και τη σόγια· ισοτονικά ποτά [όχι για ιατρική χρήση]· ποτά που περιέχουν βιταμίνες (όχι για ιατρική χρήση)· ποτά από καστανό ρύζι εκτός από υποκατάστατα γάλακτος»·

–        κλάση 33: «Αλκοολούχα ποτά [εκτός ζύθου], ιδίως αποσταγμένα ποτά, οινοπνευματώδη [ποτά], ποτά με χαμηλή περιεκτικότητα σε οινόπνευμα και με χυμούς φρούτων, ποτά που περιέχουν οίνο, οινοπνευματώδη ποτά από κοκτέιλ φρούτων, ποτά με βάση το ρούμι, ποτά με χαμηλή περιεκτικότητα σε οινόπνευμα, οινοπνευματώδη ποτά από φρούτα, οινοπνευματώδη ποτά με βάση τον καφέ, οινοπνευματώδη ποτά με βάση το τσάι, αλκοολούχα ανθρακούχα ποτά εκτός ζύθου».

4        Στις 2 Ιουλίου 2018, ο εξεταστής ενημέρωσε την προσφεύγουσα ότι δεν είναι δυνατή η καταχώριση του σήματος που αποτελεί το αντικείμενο της αίτησής της. Ο εξεταστής επισήμανε, ειδικότερα, ότι το σήμα αυτό, το οποίο συνίσταται σε ήχο που παράγεται με το άνοιγμα μεταλλικού κουτιού ποτών, τον οποίο ακολουθεί παύση και στη συνέχεια παρατεταμένος ήχος των παραγόμενων φυσαλίδων, δεν μπορεί να γίνει αντιληπτό ως ένδειξη της εμπορικής προελεύσεως των προϊόντων.

5        Με έγγραφο της 8ης Ιανουαρίου 2019, ο εξεταστής απέρριψε την αίτηση καταχωρίσεως, εκτιμώντας ότι το σήμα του οποίου ζητείται η καταχώριση στερείται οιουδήποτε διακριτικού χαρακτήρα κατά την έννοια του άρθρου 7, παράγραφος 1, στοιχείο βʹ, του κανονισμού 2017/1001.

6        Με απόφαση της 24ης Ιουλίου 2019 (στο εξής: προσβαλλόμενη απόφαση), το δεύτερο τμήμα προσφυγών του EUIPO απέρριψε την προσφυγή που είχε ασκήσει η προσφεύγουσα κατά της αποφάσεως του εξεταστή. Κατ’ αρχάς, διαπίστωσε ότι το ενδιαφερόμενο κοινό αποτελείται, όσον αφορά τα προϊόντα των κλάσεων 29, 30, 32 και 33, από το ευρύ κοινό με μέσο βαθμό προσοχής και, όσον αφορά τα προϊόντα της κλάσεως 6, κυρίως από επαγγελματίες με υψηλό βαθμό προσοχής. Στη συνέχεια, αφού υπενθύμισε ότι τα κριτήρια εκτιμήσεως του διακριτικού χαρακτήρα των ηχητικών σημάτων δεν διαφέρουν από εκείνα που εφαρμόζονται σε άλλες κατηγορίες σημάτων, το τμήμα προσφυγών επισήμανε ότι το ευρύ κοινό δεν έχει κατ’ ανάγκην συνηθίσει να εκλαμβάνει ήχους ως ένδειξη της εμπορικής προελεύσεως κλειστών συσκευασιών ποτών και συσκευασμένων ποτών. Προσέθεσε δε ότι, για να μπορεί να καταχωριστεί ως σήμα, ένας ήχος πρέπει να έχει ορισμένη απήχηση ή την ικανότητα να αναγνωρίζεται, ώστε να μπορεί να δηλώνει στους καταναλωτές την εμπορική προέλευση των οικείων προϊόντων ή υπηρεσιών. Τέλος, το τμήμα προσφυγών έκρινε ότι το σήμα του οποίου ζητείται η καταχώριση συνίσταται σε ήχο ο οποίος είναι σύμφυτος με τη χρήση των επίμαχων προϊόντων και, επομένως, το ενδιαφερόμενο κοινό εκλαμβάνει το εν λόγω σήμα ως λειτουργικό στοιχείο και ένδειξη των ιδιοτήτων των επίμαχων προϊόντων και όχι ως ένδειξη της εμπορικής προελεύσεώς τους. Το τμήμα προσφυγών κατέληξε στο συμπέρασμα ότι το σήμα του οποίου ζητείται η καταχώριση στερείται διακριτικού χαρακτήρα.

 Αιτήματα των διαδίκων

7        Η προσφεύγουσα ζητεί από το Γενικό Δικαστήριο:

–        να ακυρώσει την προσβαλλόμενη απόφαση·

–        να καταδικάσει το EUIPO στα δικαστικά έξοδα, περιλαμβανομένων των εξόδων που αφορούν τη διαδικασία ενώπιον του τμήματος προσφυγών.

8        Το EUIPO ζητεί από το Γενικό Δικαστήριο:

–        να απορρίψει την προσφυγή·

–        να καταδικάσει την προσφεύγουσα στα δικαστικά έξοδα.

 Σκεπτικό

 Επί του αντικειμένου της διαφοράς

9        Προκαταρκτικώς, επισημαίνεται ότι, όσον αφορά την έκταση της διαφοράς, η προσφεύγουσα δεν αμφισβητεί ότι το σήμα του οποίου ζητείται η καταχώριση δεν έχει διακριτικό χαρακτήρα για τα προϊόντα της κλάσεως 6 και ότι, ως εκ τούτου, δεν βάλλει κατά της προσβαλλόμενης αποφάσεως για τα προϊόντα που εμπίπτουν στην κλάση αυτή.

 Επί της ουσίας

10      Προς στήριξη της προσφυγής της, η προσφεύγουσα προβάλλει, κατ’ ουσίαν, έξι λόγους ακυρώσεως. Ο πρώτος λόγος αφορά παράβαση του άρθρου 72, παράγραφος 2, και του άρθρου 95, παράγραφος 1, του κανονισμού 2017/1001, καθόσον το τμήμα προσφυγών υπέπεσε σε σφάλματα εκτιμήσεως. Ο δεύτερος λόγος αφορά παράβαση του άρθρου 72, παράγραφος 2, του κανονισμού 2017/1001, καθόσον το τμήμα προσφυγών παρέβη την υποχρέωση αιτιολογήσεως που υπέχει. Ο τρίτος λόγος αφορά, κατ’ ουσίαν, πλάνη περί το δίκαιο, καθόσον το τμήμα προσφυγών εφάρμοσε εσφαλμένο κριτήριο για να εκτιμήσει τον διακριτικό χαρακτήρα του σήματος του οποίου ζητείται η καταχώριση. Ο τέταρτος λόγος αφορά παράβαση του άρθρου 72, παράγραφος 2, και του άρθρου 7, παράγραφος 1, στοιχείο βʹ, του κανονισμού 2017/1001, καθόσον το τμήμα προσφυγών κακώς κατέληξε στο συμπέρασμα ότι το σήμα του οποίου ζητείται η καταχώριση στερείται διακριτικού χαρακτήρα. Ο πέμπτος λόγος αφορά παράβαση του άρθρου 72, παράγραφος 2, και του άρθρου 95, παράγραφος 1, του κανονισμού 2017/1001, καθόσον το τμήμα προσφυγών εκτίμησε εσφαλμένα ορισμένα πραγματικά περιστατικά. Ο έκτος λόγος αφορά παράβαση του άρθρου 72, παράγραφος 2, του κανονισμού 2017/1001, καθόσον το τμήμα προσφυγών προσέβαλε το δικαίωμα ακροάσεως της προσφεύγουσας.

11      Πρέπει να εξεταστούν, πρώτον, ο τρίτος και ο τέταρτος λόγος ακυρώσεως, που αφορούν, κατ’ ουσίαν, την εκτίμηση του διακριτικού χαρακτήρα του σήματος του οποίου ζητείται η καταχώριση, δεύτερον, ο πρώτος και ο πέμπτος λόγος ακυρώσεως, καθόσον αφορούν, κατ’ ουσίαν, την προβαλλόμενη πλάνη εκτιμήσεως, τρίτον, ο δεύτερος λόγος ακυρώσεως, καθόσον αφορά παράβαση της υποχρεώσεως αιτιολογήσεως και, τέταρτον, ο έκτος λόγος ακυρώσεως, που αφορά προσβολή του δικαιώματος ακροάσεως.

 Επί της εκτιμήσεως του διακριτικού χαρακτήρα του σήματος του οποίου ζητείται η καταχώριση

12      Η προσφεύγουσα υποστηρίζει κατ’ ουσίαν ότι το τμήμα προσφυγών, στο πλαίσιο της αναλύσεως του διακριτικού χαρακτήρα του σήματος του οποίου ζητείται η καταχώριση, εφάρμοσε κριτήρια τα οποία δεν «καλύπτονται» από το άρθρο 7, παράγραφος 1, στοιχείο βʹ, του κανονισμού 2017/1001. Το τμήμα προσφυγών στηρίχθηκε στην παραδοχή ότι το σήμα του οποίου ζητείται η καταχώριση πρέπει να αποκλίνει σημαντικά από τα γενικώς ή συνήθως ισχύοντα στον οικείο τομέα για να επιτελέσει τη λειτουργία του ως ένδειξη της εμπορικής προελεύσεως των επίμαχων προϊόντων. Όμως, το κριτήριο αυτό, το οποίο ισχύει για τα τρισδιάστατα σήματα, δεν μπορεί να εφαρμοστεί εν προκειμένω.

13      Κατά την προσφεύγουσα, ο ήχος που αναπαρίσταται από το σήμα του οποίου ζητείται η καταχώριση είναι ασυνήθης για τα μη ανθρακούχα προϊόντα που εμπίπτουν στις κλάσεις 29, 30, 32 και 33 και, επομένως, τούτο ενισχύει τον ήδη υφιστάμενο διακριτικό χαρακτήρα του εν λόγω σήματος. Το ίδιο ισχύει και για τα ανθρακούχα προϊόντα που εμπίπτουν στις κλάσεις 29, 30, 32 και 33, διότι τα διαφορετικά ηχητικά στοιχεία που συνθέτουν το σήμα του οποίου ζητείται η καταχώριση διακρίνονται από τον ήχο που παράγεται με το άνοιγμα των συνηθισμένων μεταλλικών κουτιών ανθρακούχων ποτών που διατίθενται στην αγορά και, επομένως, το ενδιαφερόμενο κοινό τα εκλαμβάνει ως ένδειξη της εμπορικής προελεύσεως των εν λόγω προϊόντων.

14      Με την απάντησή της στις ερωτήσεις του Γενικού Δικαστηρίου, η προσφεύγουσα, μολονότι υποστηρίζει ότι η απόφαση της 13ης Σεπτεμβρίου 2016, Globo Comunicação e Participações κατά EUIPO (ηχητικό σήμα) (T‑408/15, EU:T:2016:468), δεν μπορεί να εφαρμοστεί στην υπό κρίση υπόθεση διότι πρόκειται για διαφορετικά προϊόντα και υπηρεσίες, υποστηρίζει ότι το Γενικό Δικαστήριο διευκρίνισε με την απόφαση αυτή ότι μια ελάχιστη διακριτική ικανότητα επαρκεί προκειμένου να καμφθεί το απόλυτο απαράδεκτο της καταχωρίσεως σήματος κατά την έννοια του άρθρου 7, παράγραφος 1, στοιχείο βʹ, του κανονισμού 2017/1001, ακόμη και στην περίπτωση των ηχητικών σημάτων.

15      Το EUIPO αμφισβητεί τα επιχειρήματα της προσφεύγουσας.

16      Κατά το άρθρο 7, παράγραφος 1, στοιχείο βʹ, του κανονισμού 2017/1001, δεν γίνονται δεκτά για καταχώριση τα σήματα που στερούνται διακριτικού χαρακτήρα.

17      Ο διακριτικός χαρακτήρας ενός σήματος κατά την έννοια του άρθρου 7, παράγραφος 1, στοιχείο βʹ, του κανονισμού 2017/1001 σημαίνει ότι το σήμα αυτό καθιστά δυνατή την εξατομίκευση του προϊόντος ή της υπηρεσίας ως προς τα οποία ζητείται η καταχώριση ως προερχόμενων από συγκεκριμένη επιχείρηση και, επομένως, τη διάκριση του προϊόντος αυτού ή της υπηρεσίας αυτής από αντίστοιχα προϊόντα ή υπηρεσίες άλλων επιχειρήσεων (βλ. αποφάσεις της 21ης Ιανουαρίου 2010, Audi κατά ΓΕΕΑ, C‑398/08 P, EU:C:2010:29, σκέψη 33 και εκεί μνημονευόμενη νομολογία, και της 20ής Οκτωβρίου 2011, Freixenet κατά ΓΕΕΑ, C‑344/10 P και C‑345/10 P, EU:C:2011:680, σκέψη 42 και εκεί μνημονευόμενη νομολογία).

18      Τα στερούμενα διακριτικού χαρακτήρα σημεία, κατά την έννοια του άρθρου 7, παράγραφος 1, στοιχείο βʹ, του κανονισμού 2017/1001, θεωρούνται ακατάλληλα να επιτελέσουν την ουσιώδη λειτουργία του σήματος, δηλαδή να προσδιορίσουν την προέλευση του προϊόντος ή της υπηρεσίας, προκειμένου να παράσχουν τη δυνατότητα στον καταναλωτή ο οποίος αποκτά το προϊόν ή λαμβάνει την υπηρεσία που προσδιορίζει το σήμα να προβεί, σε μεταγενέστερη αγορά, στην ίδια επιλογή, αν η εμπειρία αποβεί θετική, ή σε διαφορετική επιλογή, αν η εμπειρία αποβεί αρνητική (πρβλ. απόφαση της 16ης Σεπτεμβρίου 2004, SAT.1 κατά ΓΕΕΑ, C‑329/02 P, EU:C:2004:532, σκέψη 23).

19      Ο διακριτικός χαρακτήρας ενός σήματος πρέπει να εκτιμάται σε σχέση, αφενός, με τα προϊόντα ή τις υπηρεσίες για τα οποία ζητείται η καταχώριση και, αφετέρου, με τον τρόπο με τον οποίο το ενδιαφερόμενο κοινό αντιλαμβάνεται το σήμα αυτό (βλ. απόφαση της 12ης Φεβρουαρίου 2004, Henkel, C‑218/01, EU:C:2004:88, σκέψη 50 και εκεί μνημονευόμενη νομολογία). Το επίπεδο της προσοχής του μέσου καταναλωτή, ο οποίος θεωρείται ότι έχει τη συνήθη πληροφόρηση και είναι ευλόγως προσεκτικός και ενημερωμένος, είναι δυνατόν να μεταβάλλεται αναλόγως της κατηγορίας των επίμαχων προϊόντων ή υπηρεσιών [απόφαση της 10ης Οκτωβρίου 2007, Bang & Olufsen κατά ΓΕΕΑ (Σχήμα μεγαφώνου), T‑460/05, EU:T:2007:304, σκέψη 32].

20      Εν προκειμένω, το σήμα του οποίου ζητείται η καταχώριση είναι το ηχητικό σημείο που αντιστοιχεί στη διαδοχή του ήχου που παράγεται με το άνοιγμα μεταλλικού κουτιού από σιγή περίπου ενός δευτερολέπτου και τον ήχο των παραγόμενων φυσαλίδων, διάρκειας περίπου εννέα δευτερολέπτων.

21      Πρώτον, διαπιστώνεται ότι οι διάδικοι δεν αμφισβητούν τον ορισμό του ενδιαφερόμενου κοινού, στο σημείο 10 της προσβαλλομένης αποφάσεως, κατά τον οποίο τα προϊόντα των κλάσεων 29, 30, 32 και 33 απευθύνονται στο ευρύ κοινό που επιδεικνύει μέτριο επίπεδο προσοχής.

22      Δεύτερον, όσον αφορά το επιχείρημα της προσφεύγουσας ότι το τμήμα προσφυγών χρησιμοποίησε εσφαλμένα κριτήρια, κατά την ανάλυση του διακριτικού χαρακτήρα του σήματος του οποίου ζητείται η καταχώριση για τα προϊόντα των κλάσεων 29, 30, 32 και 33, διαπιστώνεται ότι το τμήμα προσφυγών, στο σημείο 17 της προσβαλλομένης αποφάσεως, επισήμανε ότι, όταν το σήμα του οποίου ζητείται η καταχώριση αναπαριστά ήχο που είναι συμφυής με τα προϊόντα ή τη χρήση τους, το εν λόγω σήμα πρέπει, για να έχει τον απαιτούμενο διακριτικό χαρακτήρα, να αποκλίνει σημαντικά από τα γενικώς ή συνήθως ισχύοντα στον οικείο τομέα, όπως ακριβώς ένα τρισδιάστατο σήμα που αναπαριστά την όψη ενός προϊόντος ή της συσκευασίας του.

23      Συναφώς, πρέπει να υπομνησθεί ότι τα κριτήρια εκτιμήσεως του διακριτικού χαρακτήρα είναι τα ίδια για όλες τις κατηγορίες σημάτων, δεδομένου ότι το άρθρο 7, παράγραφος 1, του κανονισμού 2017/1001 δεν διακρίνει μεταξύ των διαφόρων αυτών κατηγοριών. Επομένως, τα κριτήρια εκτιμήσεως του διακριτικού χαρακτήρα των ηχητικών σημάτων δεν διαφέρουν από εκείνα που εφαρμόζονται στις λοιπές κατηγορίες σημάτων (πρβλ. απόφαση της 13ης Σεπτεμβρίου 2016, ηχητικό σήμα, T‑408/15, EU:T:2016:468, σκέψη 41 και εκεί μνημονευόμενη νομολογία).

24      Από τη νομολογία προκύπτει, επίσης, ότι είναι αναγκαίο το ηχητικό σημείο του οποίου ζητείται η καταχώριση να έχει ορισμένη απήχηση, ώστε να μπορεί ο καταναλωτής να το αντιληφθεί και να το εκλάβει ως σήμα, και όχι απλώς ως λειτουργικό στοιχείο ή ως ένδειξη χωρίς ίδια εγγενή χαρακτηριστικά. Επομένως, ο εν λόγω καταναλωτής πρέπει να θεωρήσει ότι το ηχητικό σημείο έχει προσδιοριστική ικανότητα, υπό την έννοια ότι είναι αναγνωρίσιμο ως σήμα (απόφαση της 13ης Σεπτεμβρίου 2016, ηχητικό σήμα, T‑408/15, EU:T:2016:468, σκέψη 45).

25      Το κοινό αντιλαμβάνεται μεν συνήθως τα λεκτικά ή εικονιστικά σήματα ως σημεία που προσδιορίζουν την εμπορική προέλευση των προϊόντων ή των υπηρεσιών, δεν ισχύει όμως κατ’ ανάγκην το ίδιο όταν το σημείο συνίσταται μόνο σε ηχητικό στοιχείο. Συγκεκριμένα, ο καταναλωτής των επίμαχων προϊόντων ή υπηρεσιών πρέπει, αντιλαμβανόμενος απλώς και μόνον το σήμα, χωρίς να το συνδυάζει με άλλα στοιχεία όπως, μεταξύ άλλων, λεκτικά ή εικονιστικά στοιχεία, ή ακόμη και με ένα άλλο σήμα, να είναι σε θέση να το συσχετίσει με την εμπορική προέλευση των επίμαχων προϊόντων ή υπηρεσιών.

26      Συναφώς, το EUIPO ορθώς υπογράμμισε, απαντώντας σε ερώτηση του Γενικού Δικαστηρίου, ότι οι συνήθειες που επικρατούν σε έναν οικονομικό τομέα δεν είναι σταθερές, αλλά ενδέχεται να μεταβληθούν με την πάροδο του χρόνου, υπό ορισμένες περιστάσεις, ακόμη και με ιδιαίτερα δυναμικό τρόπο. Συγκεκριμένα, είναι παγκοίνως γνωστό ότι οι επιχειρηματίες που δραστηριοποιούνται στην αγορά τροφίμων, η οποία χαρακτηρίζεται από έντονο ανταγωνισμό, αντιμετωπίζουν την επιτακτική ανάγκη συσκευασίας των προϊόντων τους για τη διάθεσή τους στην αγορά και έχουν ισχυρό κίνητρο να καταστήσουν τα προϊόντα τους αναγνωρίσιμα, προκειμένου να προσελκύσουν την προσοχή των καταναλωτών, ακόμη και με τη χρήση ηχητικών σημάτων και τη λήψη μέτρων εμπορικής προωθήσεως και διαφημίσεως.

27      Η αλληλουχία μουσικών νοτών, της οποίας η καταχώριση ως ηχητικού σήματος ζητείτο στην υπόθεση που μνημονεύεται στη σκέψη 24, κρίθηκε ότι δεν έχει την απαιτούμενη απήχηση και δεν είναι κατάλληλη για να προσελκύσει την προσοχή του ενδιαφερόμενου κοινού και να επιτελέσει τη λειτουργία προσδιορισμού της εμπορικής προελεύσεως των επίμαχων προϊόντων και υπηρεσιών λόγω της «υπεραπλούστευσης» και της «κοινοτοπίας» της. Εν προκειμένω, όμως, για να αρνηθεί την καταχώριση του επίμαχου σήματος, το τμήμα προσφυγών δεν στηρίχθηκε στα κριτήρια και στους λόγους απαραδέκτου της καταχωρίσεως που εφάρμοσε το Γενικό Δικαστήριο σε προγενέστερη υπόθεση η οποία αφορούσε ηχητικό σήμα.

28      Αντιθέτως, όπως επισημάνθηκε στη σκέψη 22, το τμήμα προσφυγών εφάρμοσε, για την εκτίμηση του διακριτικού χαρακτήρα του επίμαχου ηχητικού σήματος, το κριτήριο που συνάγεται από τη νομολογία σχετικά με τα τρισδιάστατα σήματα που συνίστανται στην εμφάνιση του ίδιου του προϊόντος ή της συσκευασίας του.

29      Κατά τη νομολογία σχετικά με τα τρισδιάστατα σήματα που συνίστανται στην εμφάνιση του ίδιου του προϊόντος ή της συσκευασίας του, όσο περισσότερο ομοιάζει το σχήμα το οποίο ζητείται να καταχωριστεί ως σήμα με το πλέον πιθανό σχήμα που θα λάβει το επίμαχο προϊόν τόσο πιθανότερο είναι το εν λόγω σχήμα να στερείται διακριτικού χαρακτήρα, κατά την έννοια του άρθρου 7, παράγραφος 1, στοιχείο βʹ, του κανονισμού 2017/1001. Υπό τις συνθήκες αυτές, μόνον το σήμα το οποίο αποκλίνει σημαντικά από τα γενικώς ή συνήθως ισχύοντα στον οικείο τομέα και, ως εκ τούτου, μπορεί να επιτελεί τη βασική του λειτουργία προσδιορισμού της προελεύσεως δεν στερείται διακριτικού χαρακτήρα κατά την έννοια της εν λόγω διατάξεως (απόφαση της 7ης Οκτωβρίου 2004, Mag Instrument κατά ΓΕΕΑ, C‑136/02 P, EU:C:2004:592, σκέψη 31).

30      Πρέπει πάντως να επισημανθεί ότι η νομολογία αυτή διαμορφώθηκε λαμβανομένης υπόψη της ιδιαίτερης περιπτώσεως κατά την οποία το σήμα του οποίου ζητείται η καταχώριση συνίσταται στο σχήμα του ίδιου του προϊόντος ή της συσκευασίας του, μολονότι υφίστανται γενικώς ή συνήθως ισχύοντα στον οικείο τομέα όσον αφορά το σχήμα αυτό. Στην περίπτωση αυτή, ο ενδιαφερόμενος καταναλωτής, που έχει συνηθίσει να βλέπει ένα ή περισσότερα σχήματα τα οποία αντιστοιχούν στα γενικώς ή συνήθως ισχύοντα στον οικείο τομέα, δεν θα εκλάβει το σήμα του οποίου ζητείται η καταχώριση ως ένδειξη της εμπορικής προελεύσεως των προϊόντων που αφορά η αίτηση καταχωρίσεως σήματος, αν το σχήμα που αποτελεί το εν λόγω σήμα είναι πανομοιότυπο ή παρόμοιο με το σύνηθες σχήμα ή τα συνήθη σχήματα.

31      Η νομολογία αυτή δεν θεσπίζει νέα κριτήρια εκτιμήσεως του διακριτικού χαρακτήρα ενός σήματος, αλλά διευκρινίζει απλώς ότι, στο πλαίσιο της εφαρμογής των κριτηρίων αυτών, η αντίληψη του ενδιαφερόμενου κοινού μπορεί να επηρεαστεί από τη φύση του σημείου του οποίου ζητείται η καταχώριση. Πράγματι, η αντίληψη του μέσου καταναλωτή δεν είναι κατ’ ανάγκην η ίδια στην περίπτωση τρισδιάστατου σήματος συνιστάμενου στην εμφάνιση του ίδιου του προϊόντος ή της συσκευασίας του και, στην περίπτωση λεκτικού, εικονιστικού ή ηχητικού σήματος, συνιστάμενου σε σημείο ανεξάρτητο της όψεως ή του σχήματος των προϊόντων που προσδιορίζει (πρβλ. απόφαση της 12ης Δεκεμβρίου 2019, EUIPO κατά Wajos, C‑783/18 P, μη δημοσιευθείσα, EU:C:2019:1073, σκέψη 24 και εκεί μνημονευόμενη νομολογία).

32      Αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο η νομολογία που υπομνήσθηκε στη σκέψη 29 δεν μπορεί, κατ’ αρχήν, να εφαρμοστεί στα ηχητικά σήματα.

33      Εν προκειμένω, δεδομένου ότι το σήμα του οποίου ζητείται η καταχώριση δεν αναπαριστά ούτε το σχήμα των επίμαχων προϊόντων ούτε το σχήμα της συσκευασίας τους, το τμήμα προσφυγών εσφαλμένα έκρινε ότι η νομολογία που υπομνήσθηκε στη σκέψη 29 εφαρμόζεται κατ’ αναλογία και εφάρμοσε το κριτήριο βάσει του οποίου καθορίζεται αν το σήμα του οποίου ζητείται η καταχώριση διαφέρει «σημαντικά» από τα γενικώς ή συνήθως ισχύοντα στον οικείο τομέα.

34      Εντούτοις, αυτή η πλάνη περί το δίκαιο όσον αφορά το εφαρμοστέο νομικό κριτήριο για την εκτίμηση του διακριτικού χαρακτήρα του σήματος του οποίου ζητείται η καταχώριση δεν είναι ικανή να πλήξει τη συλλογιστική που παρατίθεται στην προσβαλλόμενη απόφαση, διότι από την ανάγνωση του συνόλου των αιτιολογικών σκέψεων της εν λόγω αποφάσεως προκύπτει σαφώς ότι το τμήμα προσφυγών δεν στηρίχθηκε αποκλειστικά στη νομολογία που αφορά τα τρισδιάστατα σήματα.

35      Κατά πάγια νομολογία, εφόσον, υπό τις συγκεκριμένες περιστάσεις της υπό κρίση υποθέσεως, το αποτέλεσμα δεν επηρεάστηκε καθοριστικά από ένα σφάλμα, η στηριζόμενη στο σφάλμα αυτό επιχειρηματολογία είναι αλυσιτελής και, επομένως, δεν αποτελεί στοιχείο δυνάμενο να δικαιολογήσει την ακύρωση της προσβαλλομένης αποφάσεως [πρβλ. απόφαση της 7ης Σεπτεμβρίου 2017, VM/EUIPO – DAT Vermögensmanagement (Vermögensmanufaktur), T‑374/15, EU:T:2017:589, σκέψη 143 και εκεί μνημονευόμενη νομολογία]. Επομένως, αν το τμήμα προσφυγών εσφαλμένα εφάρμοσε το κριτήριο των γενικώς και συνήθως ισχυόντων στον οικείο τομέα σε σχέση με την εμφάνιση των προϊόντων για τα οποία ζητείται η καταχώριση και των συσκευασιών τους, πρέπει να εξεταστεί αν αυτή η πλάνη περί το δίκαιο επηρέασε το περιεχόμενο της προσβαλλομένης αποφάσεως, εφόσον η απόφαση αυτή στηρίζεται και σε άλλη αιτιολογία.

36      Πράγματι, το τμήμα προσφυγών υπενθύμισε επίσης, στα σημεία 12 έως 16, 21 και 22 της προσβαλλομένης αποφάσεως, την απόφαση της 13ης Σεπτεμβρίου 2016, ηχητικό σήμα (T‑408/15, EU:T:2016:468) και την εφάρμοσε στην υπό κρίση υπόθεση. Συγκεκριμένα, το τμήμα προσφυγών επισήμανε ότι, για να μπορεί ένας ήχος να καταχωριστεί ως σήμα, πρέπει να έχει ορισμένη απήχηση ή την ικανότητα να αναγνωρίζεται, ώστε να μπορούν οι καταναλωτές στους οποίους απευθύνεται να τον εκλάβουν «ως ένδειξη της προελεύσεως και όχι απλώς ως λειτουργικό στοιχείο ή ένδειξη που δεν μεταφέρει κάποιο μήνυμα». Προσέθεσε δε, κατ’ ουσίαν, ότι ο εξεταστής ορθώς εξέθεσε ότι ο ήχος που συνιστά το σήμα του οποίου ζητείται η καταχώριση έχει άμεση σχέση με τα προϊόντα για τα οποία ζητείται η καταχώριση και είναι συμφυής με τη χρήση των προϊόντων αυτών. Το τμήμα προσφυγών συνήγαγε εκ των ανωτέρω το συμπέρασμα ότι το σήμα του οποίου ζητείται η καταχώριση θα γινόταν αντιληπτό από το ενδιαφερόμενο κοινό ως λειτουργικό στοιχείο των επίμαχων προϊόντων, δεδομένου ότι ο ήχος των παραγόμενων φυσαλίδων αποτελεί ένδειξη των ιδιοτήτων των εν λόγω προϊόντων και όχι ένδειξη της εμπορικής προελεύσεώς τους και ότι, επομένως, το εν λόγω σήμα στερείται διακριτικού χαρακτήρα.

37      Τρίτον, πρέπει επομένως να διαπιστωθεί αν είναι βάσιμος ο άλλος λόγος, κατά τον οποίο το ενδιαφερόμενο κοινό αντιλαμβάνεται το σήμα του οποίου ζητείται η καταχώριση ως λειτουργικό στοιχείο, ο οποίος και μπορεί να δικαιολογήσει την έλλειψη διακριτικού χαρακτήρα του εν λόγω σήματος.

38      Συναφώς, επισημαίνεται ότι, αντιθέτως προς όσα υποστηρίζει το τμήμα προσφυγών στο σημείο 18 της προσβαλλομένης αποφάσεως, τα επίμαχα προϊόντα δεν είναι «όλα ποτά τα οποία μπορούν να περιέχουν ανθρακικό». Τούτο ισχύει, μεταξύ άλλων, για την κατηγορία των «μη ανθρακούχων αναψυκτικών» που εμπίπτει στην κλάση 32, η οποία δεν περιλαμβάνει κανένα ανθρακούχο ποτό.

39      Εν προκειμένω, όμως, το σφάλμα αυτό δεν είναι ικανό να πλήξει το συμπέρασμα του τμήματος προσφυγών σχετικά με την έλλειψη διακριτικού χαρακτήρα του σήματος του οποίου ζητείται η καταχώριση για το σύνολο των προϊόντων που εμπίπτουν στις κλάσεις 29, 30, 32 και 33.

40      Συγκεκριμένα, αφενός, ο ήχος που παράγεται με το άνοιγμα μεταλλικού κουτιού θα θεωρηθεί, λαμβανομένου υπόψη του είδους των επίμαχων προϊόντων, ως αμιγώς τεχνικό και λειτουργικό στοιχείο, δεδομένου ότι το άνοιγμα μεταλλικού κουτιού ή φιάλης αποτελεί εγγενές στοιχείο συγκεκριμένης τεχνικής λύσης για τη χρησιμοποίηση ποτών με σκοπό την κατανάλωσή τους, ανεξαρτήτως αν τα προϊόντα αυτά περιέχουν ή όχι ανθρακικό.

41      Ωστόσο, όταν το ενδιαφερόμενο κοινό προσδίδει σε ορισμένο στοιχείο πρωτίστως τεχνική και λειτουργική σημασία, το στοιχείο αυτό δεν εκλαμβάνεται ως ένδειξη της εμπορικής προελεύσεως των οικείων προϊόντων [βλ., κατ’ αναλογία, απόφαση της 18ης Ιανουαρίου 2013, FunFactory κατά ΓΕΕΑ (δονητής), T‑137/12, μη δημοσιευθείσα, EU:T:2013:26, σκέψη 27 και εκεί μνημονευόμενη νομολογία].

42      Αφετέρου, το ενδιαφερόμενο κοινό θα εκλάβει αμέσως τον ήχο των παραγόμενων φυσαλίδων ως στοιχείο το οποίο παραπέμπει σε ποτά.

43      Επιπλέον, τα ηχητικά στοιχεία και η σιγή περίπου ενός δευτερολέπτου που συνθέτουν το σήμα του οποίου ζητείται η καταχώριση, εξεταζόμενα στο σύνολό τους, δεν διαθέτουν κανένα εγγενές χαρακτηριστικό από το οποίο να μπορεί να συναχθεί, πέραν του ότι εκλαμβάνονται από το ενδιαφερόμενο κοινό ως λειτουργική ένδειξη και στοιχεία τα οποία παραπέμπουν στα επίμαχα προϊόντα, ότι θα μπορούσαν να εκληφθούν από το ενδιαφερόμενο κοινό και ως ένδειξη της εμπορικής προελεύσεως των εν λόγω προϊόντων.

44      Βεβαίως, το σήμα του οποίου ζητείται η καταχώριση έχει δύο χαρακτηριστικά, ήτοι το γεγονός ότι η σιγή διαρκεί περίπου ένα δευτερόλεπτο ενώ ο ήχος των παραγόμενων φυσαλίδων διαρκεί περίπου εννέα δευτερόλεπτα.

45      Ωστόσο, τέτοιες διαφοροποιήσεις, σε σχέση με τους κλασικούς ήχους που παράγονται με το άνοιγμα ποτών, δεν αρκούν, εν προκειμένω, για να μη ληφθεί υπόψη ο βασιζόμενος στο άρθρο 7, παράγραφος 1, στοιχείο βʹ, του κανονισμού 2017/1001 λόγος απαραδέκτου, διότι το ενδιαφερόμενο κοινό θα τις εκλάβει, όπως εκτίθεται στις σκέψεις 19 και 21, μόνον ως παραλλαγή των ήχων που συνήθως παράγονται από ποτά με το άνοιγμα του κουτιού ή της φιάλης που τα περιέχει και, επομένως, δεν προσδίδουν στο ηχητικό σήμα του οποίου ζητείται η καταχώριση προσδιοριστική ικανότητα, υπό την έννοια ότι θα είναι αναγνωρίσιμο ως σήμα.

46      Επομένως, όπως ορθώς επισημαίνει το EUIPO, η σιγή μετά τον ήχο του ανοίγματος μεταλλικού κουτιού και ο παρατεταμένος ήχος των παραγόμενων φυσαλίδων διάρκειας περίπου εννέα δευτερολέπτων δεν είναι αρκετά κυρίαρχα στοιχεία ώστε να διακρίνονται από παρεμφερείς ήχους στον τομέα των ποτών. Το γεγονός και μόνον ότι ένας σύντομης διάρκειας ήχος των παραγόμενων φυσαλίδων αμέσως μετά το άνοιγμα μεταλλικού κουτιού είναι πιο συνήθης στον τομέα των ποτών από τη σιγή περίπου ενός δευτερολέπτου την οποία ακολουθεί ένας παρατεταμένος ήχος των παραγόμενων φυσαλίδων δεν αρκεί για να προσδώσει το ενδιαφερόμενο κοινό στους ήχους αυτούς οιαδήποτε σημασία που να καθιστά δυνατό τον προσδιορισμό της εμπορικής προελεύσεως των επίμαχων προϊόντων.

47      Αντίθετα προς όσα υποστηρίζει η προσφεύγουσα, ο συνδυασμός ηχητικών στοιχείων και σιγής δεν είναι ασυνήθης στη δομή του, δεδομένου ότι ο ήχος του ανοίγματος μεταλλικού κουτιού, η σιγή που τον ακολουθεί και ο ήχος των παραγόμενων φυσαλίδων αντιστοιχούν σε προβλέψιμα και συνήθη στοιχεία στην αγορά των ποτών.

48      Επομένως, ο συνδυασμός αυτός δεν παρωθεί το ενδιαφερόμενο κοινό να εκλάβει τα εν λόγω προϊόντα ως προερχόμενα από συγκεκριμένη επιχείρηση και να τα διακρίνει από τα προϊόντα άλλης επιχειρήσεως.

49      Από τα προεκτεθέντα προκύπτει ότι ορθώς το τμήμα προσφυγών κατέληξε στο συμπέρασμα ότι το σήμα του οποίου ζητείται η καταχώριση στερείται διακριτικού χαρακτήρα για όλα τα προϊόντα των κλάσεων 29, 30, 32 και 33.

50      Πρέπει, επομένως, να απορριφθούν ο τρίτος και ο τέταρτος λόγος ακυρώσεως, που αφορούν εσφαλμένη εκτίμηση του διακριτικού χαρακτήρα του σήματος του οποίου ζητείται η καταχώριση.

 Επί των προβαλλόμενων σφαλμάτων εκτιμήσεως

51      Κατά την προσφεύγουσα, το τμήμα προσφυγών έκρινε εσφαλμένα ότι τα οικεία προϊόντα είναι όλα ποτά που μπορούν να περιέχουν ανθρακικό, τουλάχιστον όσον αφορά τις κατηγορίες των μη ανθρακούχων αναψυκτικών και των μεταλλικών νερών. Επίσης, θεώρησε εσφαλμένα ότι δεν είθισται στις σχετικές αγορές ποτών και των συσκευασιών τους να προσδιορίζεται η εμπορική προέλευση ενός προϊόντος μόνο με τη χρήση ήχων, δεδομένου ότι υπάρχουν πολλοί τρόποι διανομής τους, στο πλαίσιο των οποίων θα μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν ήχοι. Επομένως, η Επιτροπή περιέλαβε στην εκτίμησή της ως πασίδηλο γεγονός μια εσφαλμένη προσωπική της διαπίστωση.

52      Μολονότι το EUIPO αναγνωρίζει το σφάλμα του τμήματος προσφυγών όσον αφορά την κατηγορία των «μη ανθρακούχων αναψυκτικών» που εμπίπτει στην κλάση 32, εντούτοις υποστηρίζει ότι τούτο δεν δικαιολογεί την ακύρωση της προσβαλλομένης αποφάσεως και αμφισβητεί τα λοιπά επιχειρήματα της προσφεύγουσας.

53      Συναφώς, πρώτον, επισημαίνεται ότι από τις σκέψεις 39 έως 50 προκύπτει ότι, εν προκειμένω, το εν λόγω σφάλμα του τμήματος προσφυγών δεν άσκησε καθοριστική επιρροή, κατά την έννοια της νομολογίας που παρατίθεται στη σκέψη 35, διότι το τμήμα προσφυγών ορθώς κατέληξε στο συμπέρασμα ότι το σήμα του οποίου ζητείται η καταχώριση στερείται διακριτικού χαρακτήρα για όλα τα προϊόντα των κλάσεων 29, 30, 32 και 33, είτε περιέχουν ανθρακικό είτε όχι.

54      Επομένως, η επιχειρηματολογία της προσφεύγουσας που στηρίζεται σε αυτό το σφάλμα του τμήματος προσφυγών είναι αλυσιτελής και, ως εκ τούτου, δεν είναι ικανή να επιφέρει την ακύρωση της προσβαλλομένης αποφάσεως.

55      Δεύτερον, όσον αφορά την εκτίμηση που διαλαμβάνεται στο σημείο 14 της προσβαλλομένης αποφάσεως ότι παραμένει ασύνηθες στις σχετικές αγορές ποτών και συσκευασιών ποτών να δηλώνεται η εμπορική προέλευση ενός προϊόντος μόνο με τη χρήση ήχων, πρέπει να επισημανθεί ότι το τμήμα προσφυγών ουδόλως υποστήριξε ότι πρόκειται για πασίδηλο γεγονός. Αντιθέτως, στο σημείο 15 της προσβαλλομένης αποφάσεως, αιτιολόγησε τη θέση αυτή επισημαίνοντας ότι τα επίμαχα προϊόντα είναι εν γένει αθόρυβα, τουλάχιστον μέχρι την κατανάλωσή τους. Κατά το τμήμα προσφυγών, εφόσον ο ήχος παράγεται μόνον κατά την κατανάλωση του επίμαχου προϊόντος, δηλαδή μετά την απόκτησή του, δεν μπορεί να βοηθήσει το ενδιαφερόμενο κοινό να προσανατολιστεί κατά την αγοραστική επιλογή του.

56      Ωστόσο, η εκτίμηση αυτή δεν μπορεί να γίνει δεκτή. Πράγματι, στην πλειονότητά τους, τα προϊόντα είναι αθόρυβα αυτά καθαυτά και δεν παράγουν ήχους παρά μόνον κατά τη στιγμή της κατανάλωσής τους. Επομένως, το επιχείρημα αυτό δεν μπορεί να στηρίξει την εκτίμηση του τμήματος προσφυγών στο σημείο 14 της προσβαλλομένης αποφάσεως. Πράγματι, το γεγονός και μόνον ότι η παραγωγή ήχου είναι δυνατή μόνον κατά την κατανάλωση ενός προϊόντος δεν σημαίνει ότι παραμένει ασύνηθες να χρησιμοποιούνται ήχοι ως ένδειξη της εμπορικής προελεύσεως ενός προϊόντος σε συγκεκριμένη αγορά.

57      Εντούτοις, και εν πάση περιπτώσει, ανεξαρτήτως αν παραμένει ασύνηθες ή όχι να προσδιορίζεται η εμπορική προέλευση προϊόντων, ιδίως στις σχετικές αγορές ποτών και συσκευασιών ποτών, μόνον με τη χρήση ήχων, ενδεχόμενη πλάνη του τμήματος προσφυγών ως προς το ζήτημα αυτό δεν θα επηρέαζε καθοριστικά το διατακτικό της προσβαλλομένης αποφάσεως.

58      Συγκεκριμένα, όπως επισημάνθηκε στη σκέψη 49, το Γενικό Δικαστήριο επιβεβαίωσε το συμπέρασμα του τμήματος προσφυγών ότι το σήμα του οποίου ζητείται η καταχώριση στερείται διακριτικού χαρακτήρα για όλα τα προϊόντα των κλάσεων 29, 30, 32 και 33. Το επιχείρημα της προσφεύγουσας που στηρίζεται σε ενδεχόμενη πλάνη του τμήματος προσφυγών όσον αφορά τη συνήθη χρήση ήχων στις σχετικές αγορές δεν είναι, επομένως, ικανό να επιφέρει την ακύρωση της προσβαλλομένης αποφάσεως.

59      Ως εκ τούτου, πρέπει να απορριφθούν ο πρώτος και ο πέμπτος λόγος ακυρώσεως που αφορούν, κατ’ ουσίαν, σφάλματα εκτιμήσεως.

 Επί της παραβάσεως της υποχρεώσεως αιτιολογήσεως

60      Η προσφεύγουσα φρονεί, κατ’ ουσίαν, ότι το τμήμα προσφυγών παρέλειψε να εξετάσει τον διακριτικό χαρακτήρα του σήματος του οποίου ζητείται η καταχώριση σε σχέση με τα επίμαχα προϊόντα που δεν περιέχουν ανθρακικό. Προσθέτει δε ότι δεν είναι επαρκώς τεκμηριωμένη η εκτίμηση του τμήματος προσφυγών ότι παραμένει ασύνηθες να προσδιορίζεται η εμπορική προέλευση των προϊόντων στις αγορές ποτών και των συσκευασιών τους μόνον με τη χρήση ήχων, ιδίως λόγω των δημοσιεύσεων που προσκόμισε σχετικά με τις τρέχουσες εργασίες μηχανικών ήχου για την ηχητική προώθηση τροφίμων που διατίθενται στην αγορά.

61      Το EUIPO, μολονότι αναγνωρίζει την έλλειψη αιτιολογίας όσον αφορά τα επίμαχα προϊόντα που δεν περιέχουν ανθρακικό, εκτιμά εντούτοις ότι η αιτιολογία αυτή δεν είναι ικανή να επιφέρει την ακύρωση της προσβαλλομένης αποφάσεως.

62      Πρέπει να υπομνησθεί ότι, δυνάμει του άρθρου 94, παράγραφος 1, πρώτη περίοδος, του κανονισμού 2017/1001, οι αποφάσεις του EUIPO πρέπει να αιτιολογούνται.

63      Η εν λόγω υποχρέωση αιτιολογήσεως έχει το ίδιο περιεχόμενο με την υποχρέωση που απορρέει από το άρθρο 296, δεύτερο εδάφιο, ΣΛΕΕ, όπως αυτή έχει ερμηνευθεί κατά πάγια νομολογία, κατά την οποία από την αιτιολογία πρέπει να προκύπτει με σαφήνεια και χωρίς αμφισημία η συλλογιστική του οργάνου που εκδίδει την πράξη, ώστε να παρέχεται η δυνατότητα στους μεν ενδιαφερομένους να γνωρίζουν τους λόγους για τους οποίους ελήφθη το μέτρο, προκειμένου να ασκήσουν τα δικαιώματά τους, στον δε δικαστή της Ένωσης να ασκήσει τον έλεγχό του νομιμότητας της αποφάσεως (βλ., κατ’ αναλογίαν, αποφάσεις της 10ης Μαΐου 2012, Rubinstein και L’Oréal κατά ΓΕΕΑ, C‑100/11 P, EU:C:2012:285, σκέψη 111, και της 6ης Σεπτεμβρίου 2012, Storck κατά ΓΕΕΑ, C‑96/11 P, μη δημοσιευθείσα, EU:C:2012:537, σκέψη 86).

64      Εν προκειμένω, πρέπει να γίνει δεκτό ότι το τμήμα προσφυγών στηρίχθηκε στην εσφαλμένη παραδοχή ότι όλα τα επίμαχα προϊόντα που εμπίπτουν στις κλάσεις 29, 30, 32 και 33 είναι ποτά που μπορούν να περιέχουν ανθρακικό και, επομένως, η προσβαλλόμενη απόφαση δεν περιέχει ρητή αιτιολογία όσον αφορά ειδικώς την έλλειψη διακριτικού χαρακτήρα του ηχητικού σήματος του οποίου ζητείται η καταχώριση για εκείνα από τα εν λόγω προϊόντα που δεν μπορούν να περιέχουν ανθρακικό, όπως, μεταξύ άλλων, τα «μη ανθρακούχα αναψυκτικά» που εμπίπτουν στην κλάση 32, γεγονός το οποίο δεν αμφισβητείται εξάλλου από το EUIPO.

65      Εντούτοις, επισημαίνεται ότι, παρά την έλλειψη αιτιολογίας ως προς το συγκεκριμένο αυτό σημείο, η προσβαλλόμενη απόφαση είναι επαρκώς αιτιολογημένη στο σύνολό της και, επομένως, η μεν προσφεύγουσα μπόρεσε να κατανοήσει τους λόγους για τους οποίους ελήφθη το μέτρο έναντι αυτής, ο δε δικαστής της Ένωσης είναι σε θέση να ασκήσει έλεγχο νομιμότητας της εν λόγω αποφάσεως, σύμφωνα με τη νομολογία που παρατίθεται στη σκέψη 63.

66      Το γεγονός ότι το τμήμα προσφυγών δεν σχολίασε ρητώς το επιχείρημα της προσφεύγουσας που αφορά τις τρέχουσες εργασίες μηχανικών ήχου δεν σημαίνει ότι δεν εκπλήρωσε την υποχρέωση αιτιολογήσεως που υπέχει.

67      Πράγματι, η υποχρέωση αιτιολογήσεως που υπέχει το EUIPO δεν συνιστά υποχρέωση να απαντήσει σε όλα τα επιχειρήματα και αποδεικτικά στοιχεία που υποβλήθηκαν στην εκτίμησή του [βλ. απόφαση της 9ης Ιουλίου 2008, Reber κατά ΓΕΕΑ – Chocoladefabriken Lindt & Sprüngli (Mozart), T‑304/06, EU:T:2008:268, σκέψη 55 και εκεί μνημονευόμενη νομολογία]. Αρκεί το EUIPO να εκθέτει τα πραγματικά περιστατικά και τις νομικές εκτιμήσεις που είναι ουσιώδη για την όλη οικονομία της αποφάσεώς του [πρβλ. αποφάσεις της 11ης Ιανουαρίου 2007, Technische Glaswerke Ilmenau κατά Επιτροπής, C‑404/04 P, μη δημοσιευθείσα, EU:C:2007:6, σκέψη 30, και της 9ης Δεκεμβρίου 2010, Tresplain Investments κατά ΓΕΕΑ – Hoo Hing (Golden Elephant Brand), T‑303/08, EU:T:2010:505, σκέψη 46].

68      Ως εκ τούτου, πρέπει να απορριφθεί ο λόγος ακυρώσεως που προβάλλει η προσφεύγουσα περί παραβάσεως της υποχρεώσεως αιτιολογήσεως.

 Επί της προσβολής του δικαιώματος ακροάσεως

69      Η προσφεύγουσα υποστηρίζει ότι δεν μπόρεσε να υποβάλει παρατηρήσεις σχετικά με την ανάγκη διαθεσιμότητας στην οποία αναφέρθηκε το τμήμα προσφυγών στο σημείο 23 της προσβαλλομένης αποφάσεως, με αποτέλεσμα να προσβληθεί το δικαίωμά της ακροάσεως.

70      Το EUIPO αμφισβητεί τα επιχειρήματα της προσφεύγουσας.

71      Υπενθυμίζεται ότι από το άρθρο 94, παράγραφος 1, δεύτερη περίοδος, του κανονισμού 2017/1001 προκύπτει ότι το EUIPO μπορεί να στηρίξει την απόφασή του μόνο σε πραγματικά ή νομικά στοιχεία επί των οποίων οι διάδικοι είχαν τη δυνατότητα να υποβάλουν τις παρατηρήσεις τους. Η εν λόγω διάταξη κατοχυρώνει, στο πλαίσιο του δικαίου των σημάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, τη γενική αρχή προστασίας των δικαιωμάτων άμυνας. Δυνάμει της αρχής αυτής, οι αποδέκτες των αποφάσεων των δημοσίων αρχών οι οποίες θίγουν αισθητά τα συμφέροντά τους πρέπει να έχουν τη δυνατότητα να εκφράζουν αποτελεσματικά την άποψή τους [βλ. απόφαση της 6ης Σεπτεμβρίου 2013, Eurocool Logistik κατά ΓΕΕΑ – Lenger (EUROCOOL), T‑599/10, μη δημοσιευθείσα, EU:T:2013:399, σκέψη 50 και εκεί μνημονευόμενη νομολογία].

72      Το δικαίωμα ακροάσεως υφίσταται ως προς όλα τα πραγματικά ή νομικά στοιχεία επί των οποίων στηρίζεται η πράξη με την οποία λαμβάνεται η απόφαση, όχι όμως ως προς την τελική θέση που προτίθεται να λάβει η διοίκηση [βλ. απόφαση της 12ης Μαΐου 2009, Jurado Hermanos κατά ΓΕΕΑ (JURADO), T‑410/07, EU:T:2009:153, σκέψη 31 και εκεί μνημονευόμενη νομολογία].

73      Εν προκειμένω, από τα στοιχεία του φακέλου του EUIPO, και ειδικότερα από το υπόμνημα της προσφεύγουσας στο οποίο εκτίθενται οι λόγοι της προσφυγής της κατά της αποφάσεως του εξεταστή, προκύπτει ότι η διευκρίνιση του τμήματος προσφυγών, κατά την οποία υφίσταται επιτακτική ανάγκη διαθεσιμότητας των ήχων που συνθέτουν το σήμα του οποίου ζητείται η καταχώριση, εντάσσεται στο πλαίσιο των εγγράφων που αντάλλαξαν οι διάδικοι κατά τη διοικητική διαδικασία ενώπιον του τμήματος προσφυγών. Όπως ορθώς υποστηρίζει το EUIPO, το τμήμα προσφυγών δεν προβάλλει κανένα νέο στοιχείο, αλλά απλώς αντικρούει την προσφυγή της προσφεύγουσας και, ειδικότερα, προβάλλει κατ’ ουσίαν το επιχείρημα ότι η καταχώριση του επίμαχου σήματος δεν πρέπει να εμποδίζει τους λοιπούς επιχειρηματίες να χρησιμοποιούν τα δικά τους σημεία για τη διάθεση στην αγορά διάφορων αφρωδών υγρών.

74      Επομένως, η διευκρίνιση αυτή του τμήματος προσφυγών δεν ήταν από μόνη της ικανή να του επιβάλει την υποχρέωση να παράσχει στην προσφεύγουσα τη δυνατότητα να διατυπώσει συναφώς την άποψή της.

75      Επομένως, πρέπει να απορριφθεί ο λόγος ακυρώσεως που αφορά την προσβολή του δικαιώματος ακροάσεως και, ως εκ τούτου, η προσφυγή στο σύνολό της.

 Επί των δικαστικών εξόδων

76      Κατά το άρθρο 134, παράγραφος 1, του Κανονισμού Διαδικασίας του Γενικού Δικαστηρίου, ο ηττηθείς διάδικος καταδικάζεται στα δικαστικά έξοδα, εφόσον υπάρχει σχετικό αίτημα του νικήσαντος διαδίκου. Εντούτοις, κατά το άρθρο 135, παράγραφος 1, του Κανονισμού Διαδικασίας, όταν επιβάλλεται για λόγους επιείκειας, το Γενικό Δικαστήριο μπορεί να αποφασίσει ότι ο ηττηθείς διάδικος φέρει, πέραν των δικαστικών εξόδων του, μέρος μόνον των εξόδων του αντιδίκου ή ότι δεν πρέπει να καταδικαστεί στα έξοδα αυτά.

77      Εξάλλου, κατά το άρθρο 190, παράγραφος 2, του Κανονισμού Διαδικασίας, τα αναγκαία έξοδα στα οποία υποβλήθηκαν οι διάδικοι στο πλαίσιο της ενώπιον του τμήματος προσφυγών διαδικασίας θεωρούνται ως έξοδα δυνάμενα να αναζητηθούν.

78      Εν προκειμένω, λαμβανομένων υπόψη των πολλών πλημμελειών της προσβαλλομένης αποφάσεως, και μολονότι αυτή δεν ακυρώθηκε, κάθε διάδικος φέρει τα δικαστικά έξοδά του ενώπιον του Γενικού Δικαστηρίου. Η προσφεύγουσα φέρει επίσης τα αναγκαία έξοδα στα οποία υποβλήθηκε στο πλαίσιο της ενώπιον του τμήματος προσφυγών διαδικασίας.

Για τους λόγους αυτούς,

ΤΟ ΓΕΝΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ (πέμπτο πενταμελές τμήμα)

αποφασίζει:

1)      Απορρίπτει την προσφυγή.

2)      Το Γραφείο Διανοητικής Ιδιοκτησίας της Ευρωπαϊκής Ένωσης (EUIPO) φέρει τα έξοδα στα οποία υποβλήθηκε στο πλαίσιο της ενώπιον του Γενικού Δικαστηρίου διαδικασίας.

3)      Η Ardagh Metal Beverage Holdings GmbH & Co. KG φέρει τα έξοδα στα οποία υποβλήθηκε στο πλαίσιο της ενώπιον του Γενικού Δικαστηρίου διαδικασίας, συμπεριλαμβανομένων των αναγκαίων εξόδων στα οποία υποβλήθηκε στο πλαίσιο της ενώπιον του τμήματος προσφυγών του EUIPO διαδικασίας.

Παπασάββας

Spielmann

Öberg

Spineanu-Matei

 

Norkus

Δημοσιεύθηκε σε δημόσια συνεδρίαση στο Λουξεμβούργο, στις 7 Ιουλίου 2021.

(υπογραφές)


*      Γλώσσα διαδικασίας: η γερμανική.