Language of document : ECLI:EU:F:2012:85

ΔΙΑΤΑΞΗ ΤΟΥ ΠΡΟΕΔΡΟΥ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ

της 14ης Ιουνίου 2012

Υπόθεση F‑38/12 R

BP

κατά

Οργανισμού Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης

«Υπαλληλική υπόθεση — Συμβασιούχοι υπάλληλοι — Μη ανανέωση της συμβάσεως — Τοποθέτηση σε νέα θέση — Διαδικασία ασφαλιστικών μέτρων — Αίτηση αναστολής εκτελέσεως — Επείγον — Δεν υφίσταται»

Αντικείμενο: Αίτηση ασφαλιστικών μέτρων υποβληθείσα δυνάμει των άρθρων 278 ΣΛΕΕ και 157 ΕΚΑΕ καθώς και του άρθρου 279 ΣΛΕΕ, το οποίο έχει εφαρμογή στη Συνθήκη ΕΚΑΕ βάσει του άρθρου 106α της Συνθήκης αυτής, με την οποία ο BP ζητεί, κυρίως, να ανασταλεί η εκτέλεση των αποφάσεων της 27ης Φεβρουαρίου 2012, με τις οποίες ο διευθυντής του Οργανισμού Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης (FRA) αποφάσισε, αφενός, να μην ανανεώσει τη σύμβαση συμβασιούχου υπαλλήλου του αιτούντος και, αφετέρου, να μετακινήσει αυτόν σε νέα θέση στο εσωτερικό του FRA μέχρι τη λήξη της εν λόγω συμβάσεως (στο εξής: προσβαλλόμενες αποφάσεις).

Απόφαση: Η αίτηση ασφαλιστικών μέτρων του BP απορρίπτεται. Ο Πρόεδρος του ΔΔΔ επιφυλάσσεται ως προς τα δικαστικά έξοδα.

Περίληψη

1.      Ασφαλιστικά μέτρα — Αναστολή εκτελέσεως — Αναστολή εκτελέσεως αποφάσεως περί τοποθετήσεως σε νέα θέση — Προϋποθέσεις χορηγήσεως — Σοβαρή και ανεπανόρθωτη ζημία — Έννοια

(Άρθρο 278 ΣΛΕΕ· Κανονισμός Διαδικασίας του Δικαστηρίου Δημόσιας Διοίκησης, άρθρο 102 § 2)

2.      Ασφαλιστικά μέτρα — Αναστολή εκτελέσεως — Προσωρινά μέτρα — Προϋποθέσεις χορηγήσεως — Επείγον — Σοβαρή και ανεπανόρθωτη ζημία — Βάρος αποδείξεως — Αμιγώς χρηματική ζημία

(Άρθρα 278 ΣΛΕΕ και 279 ΣΛΕΕ· Κανονισμός Διαδικασίας του Δικαστηρίου Δημόσιας Διοίκησης, άρθρο 102 § 2)

1.      Λαμβανομένης υπόψη της ευρείας εξουσίας εκτιμήσεως που διαθέτουν τα θεσμικά όργανα όσον αφορά την οργάνωση των υπηρεσιών τους, αναλόγως της ανατιθέμενης σ’ αυτές αποστολής, και, εκ του παραλλήλου, όσον αφορά την τοποθέτηση του προσωπικού τους, μια απόφαση περί τοποθετήσεως σε νέα θέση, μολονότι έχει δυσμενείς συνέπειες για τους ενδιαφερόμενους υπαλλήλους, δεν αποτελεί αφύσικο και απρόβλεπτο γεγονός κατά τη σταδιοδρομία τους. Υπό τις συνθήκες αυτές, η αναστολή εκτελέσεως τέτοιας αποφάσεως δικαιολογείται μόνον από επιτακτικές και εξαιρετικές περιστάσεις δυνάμενες να προκαλέσουν σοβαρή και ανεπανόρθωτη ζημία στον ενδιαφερόμενο υπάλληλο.

(βλ. σκέψη 24)

Παραπομπή:

ΓΔΕΕ: 12 Ιουλίου 1996, T‑93/96 R, Presle κατά Cedefop, σκέψη 45

2.      Μια χρηματική ζημία δεν μπορεί, εκτός από εξαιρετικές περιπτώσεις, να θεωρηθεί ανεπανόρθωτη ή έστω δυσχερώς επανορθώσιμη, εφόσον μπορεί συνήθως να αποκατασταθεί μεταγενέστερα μέσω καταβολής χρηματικής αποζημίωσης.

Ακόμα και σε περίπτωση αμιγώς χρηματικής ζημίας, η λήψη προσωρινών μέτρων μπορεί να δικαιολογηθεί μόνον αν προκύπτει ότι, χωρίς τα μέτρα αυτά, ο αιτών θα περιέλθει σε κατάσταση δυνάμενη να θέσει σε κίνδυνο την οικονομική του βιωσιμότητα, καθόσον δεν θα διαθέτει πόρους που, υπό κανονικές συνθήκες, θα του παράσχουν τη δυνατότητα να αντιμετωπίσει το σύνολο των δαπανών που είναι απαραίτητες για την ικανοποίηση των βασικών αναγκών του μέχρι το χρονικό σημείο κατά το οποίο θα εκδοθεί απόφαση επί της κύριας προσφυγής.

Εντούτοις, προκειμένου ο δικαστής των ασφαλιστικών μέτρων να είναι σε θέση να εκτιμήσει αν η προβαλλόμενη ζημία είναι σοβαρή και ανεπανόρθωτη, με αποτέλεσμα να δικαιολογείται, κατ’ εξαίρεση, η αναστολή εκτελέσεως της προσβαλλόμενης αποφάσεως, πρέπει εν πάση περιπτώσει να διαθέτει συγκεκριμένες και ακριβείς ενδείξεις, τεκμηριωμένες από λεπτομερή έγγραφα που να αποδεικνύουν την οικονομική κατάσταση του αιτούντος το προσωρινό μέτρο και να παρέχουν τη δυνατότητα να εκτιμηθούν οι συνέπειες που πιθανολογείται ότι θα απορρεύσουν από τη μη λήψη των ζητούμενων μέτρων.

(βλ. σκέψεις 30 έως 32)

Παραπομπή:

ΓΔΕΕ: 27 Απριλίου 2010, T‑103/10 P(R), U κατά Κοινοβουλίου, σκέψεις 35 έως 37