Language of document :

Προσφυγή της 13ης Ιουνίου 2013 – Adorisio κ.λπ. κατά Επιτροπής

(Υπόθεση T-321/13)

Γλώσσα διαδικασίας: η αγγλική

Διάδικοι

Προσφεύγοντες: Stefania Adorisio (Ρώμη, Ιταλία) και άλλοι 367 (εκπρόσωποι: F. Sciaudone, L. Dezzani, D. Contini, R. Sciaudone και S. Frazzani, δικηγόροι)

Καθής: Ευρωπαϊκή Επιτροπή

Αιτήματα των προσφευγόντων

Οι προσφεύγοντες ζητούν από το Γενικό Δικαστήριο:

να ακυρώσει την από 22 Φεβρουαρίου 2013 απόφαση της Επιτροπής [C(2013) 1053 τελικό], σχετική με την κρατική ενίσχυση SA.35382 (2013/N) – Κάτω Χώρες (Διάσωση SNS REAAL 2013), (ΕΕ 2013 C 104, σ. 3)·

να καταδικάσει την καθής στα δικαστικά έξοδα.

Λόγοι ακυρώσεως και κύρια επιχειρήματα

Προς στήριξη της προσφυγής οι προσφεύγοντες προβάλλουν πέντε λόγους:

Ο πρώτος λόγος στηρίζεται σε παράβαση του άρθρου 107, παράγραφος 3, στοιχείο β΄, ΣΛΕΕ και σε πρόδηλη πλάνη εκτιμήσεως, καθόσον:

οι αμφισβητούμενες κρατικές ενισχύσεις δεν συνδέονται με εξαιρετικές περιστάσεις, αλλά με κακή διαχείριση της SNS REAAL και με ελλειπείς επιχειρηματικές ικανότητες·

η προβαλλόμενη διαταραχή της ολλανδικής οικονομίας δεν είναι σοβαρή. Οι ολλανδικές αρχές δεν απέδειξαν την ύπαρξη σοβαρών κοινωνικών και οικονομικών δυσχερειών·

η προβαλλόμενη διαταραχή δεν αφορά ούτε καν έναν ολόκληρο οικονομικό τομέα, πόσο μάλλον το σύνολο της οικονομίας των Κάτω Χωρών. Η ολλανδική κυβέρνηση δεν απέδειξε ότι η πτώχευση της SNS Bank θα είχε συστημικές επιπτώσεις στο ολλανδικό χρηματοπιστωτικό σύστημα και, γενικότερα, σε ολόκληρη την ολλανδική οικονομία και, στο πλαίσιο αυτό, δεν προχώρησε σε μια ποσοτική εκτίμηση των πιθανών συνεπειών που θα είχε η πτώχευση της τράπεζας για το σύνολο της οικονομίας.

Ο δεύτερος λόγος στηρίζεται σε παράβαση του άρθρου 4, παράγραφος 3, του κανονισμού (ΕΚ) 659/99 του Συμβουλίου, καθόσον η απόφαση της Επιτροπής περιλαμβάνει μια σειρά από όρους που επιβάλλονται από την Επιτροπή και αποσκοπούν στην τροποποίηση των κοινοποιηθέντων μέτρων ενισχύσεως, πράγμα που είναι αντίθετο προς το άρθρο 4, παράγραφος 3, του κανονισμού (ΕΚ) 659/99. Πράγματι, κατά τη διάταξη αυτή, στο προκαταρκτικό στάδιο της έρευνας η Επιτροπή δεν έχει την εξουσία να παρέμβει στο κοινοποιηθέν μέτρο κρατικής ενισχύσεως και να το τροποποιήσει επιβάλλοντας στο κράτος μέλος όρους ή άλλες υποχρεώσεις.

Ο τρίτος λόγος στηρίζεται σε παράβαση του άρθρου 4, παράγραφος 4, του κανονισμού (ΕΚ) 659/99 του Συμβουλίου, καθόσον υφίστανται στοιχεία και περιστάσεις που αποδεικνύουν ότι υπήρχαν σοβαρές αμφιβολίες όσον αφορά τη συμφωνία των μέτρων προς την κοινή αγορά, όπως η ασυνέπεια μεταξύ της δηλώσεως της Επιτροπής «ότι οι ολλανδικές τράπεζες είχαν ικανοποιητικά αποτελέσματα στο πρόσφατο τεστ αντοχής της EBA (σημ.: European Banking Authority [Ευρωπαϊκής Αρχής Τραπεζών]), χάρη σε μια ευνοϊκή στάθμιση των εκτεθειμένων σε κινδύνους στοιχείων (περιλαμβανομένων των ενυπόθηκων δανείων) και θα είναι σε θέση να αντισταθούν σε μεγάλο αριθμό περιπτώσεων αδυναμίας πληρωμής» και της άνευ ετέρου αποδοχής του επιχειρήματος των ολλανδικών αρχών ότι, αντιθέτως, ο ολλανδικός τραπεζικός τομέας είναι αδύναμος και ότι η χρήση του ολλανδικού συστήματος εγγυήσεως των καταθέσεων θα είχε επιδεινώσει την κατάσταση στον τομέα αυτόν, ή το γεγονός ότι η αμφισβητούμενη απόφαση περιέχει ορισμένους όρους που αποτελούν μια περαιτέρω σαφή ένδειξη για το ότι ήταν απαραίτητη η κίνηση της επίσημης διαδικασίας έρευνας.

Ο τέταρτος λόγος στηρίζεται σε προσβολή των δικαιωμάτων των προσφευγόντων, καθόσον:

δεν υπάρχουν στοιχεία ότι η καταγγελία των προσφευγόντων κατά των μέτρων κρατικής ενισχύσεως αποτέλεσε το αντικείμενο έρευνας ή αναλύσεως. Όντως, στην προσβαλλόμενη αμφισβητημένη απόφαση δεν γίνεται καμία σχετική αναφορά·

οι προσφεύγοντες δεν ενημερώθηκαν με κανέναν τρόπο σχετικά με την προσβαλλόμενη απόφαση.

Ο πέμπτος λόγος στηρίζεται σε παράβαση του άρθρου 17 του Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, καθόσον:

η εφαρμογή των κανόνων περί κρατικών ενισχύσεων δεν μπορεί να προσβάλλει άλλα αναγνωριζόμενα εντός της ΕΕ δικαιώματα, όπως είναι το δικαίωμα της ιδιοκτησίας. Στην υπό κρίση υπόθεση, η Επιτροπή δεν μπορούσε να στηριχθεί σε απαλλοτρίωση επενδύσεων χωρίς καν να εξετάσει αν τούτο είναι νόμιμο. Η απαλλοτρίωση συνιστά καθαυτή προσβολή του δικαιώματος της ιδιοκτησίας και η Επιτροπή δεν μπορούσε να αγνοήσει το γεγονός αυτό κατά την εκτίμησή της

η Επιτροπή έπρεπε να ελέγξει τους όρους και τις προϋποθέσεις της απαλλοτρίωσης αυτής, προκειμένου να αποφασίσει αν τούτο ήταν στοιχείο που να μπορεί να στηρίξει την εκτίμηση των μέτρων κρατικής ενισχύσεως.