Language of document : ECLI:EU:T:2013:441

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΓΕΝΙΚΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (πρώτο τμήμα)

της 16ης Σεπτεμβρίου 2013 (*)

«Κοινοτικό σήμα – Διαδικασία ανακοπής – Αίτηση καταχωρίσεως του λεκτικού κοινοτικού σήματος GOLDEN BALLS – Προγενέστερο λεκτικό κοινοτικό σήμα BALLON D’OR – Ομοιότητα των σημείων – Κίνδυνος συγχύσεως – Άρθρο 8, παράγραφος 1, στοιχείο β΄, του κανονισμού (ΕΚ) 207/2009 – Αίτηση ακυρώσεως την οποία άσκησε η παρεμβαίνουσα – Άρθρο 134, παράγραφος 3, του Κανονισμού Διαδικασίας του Γενικού Δικαστηρίου – Έκταση της εξετάσεως στην οποία οφείλει να προβεί το τμήμα προσφυγών – Υποχρέωση του τμήματος προσφυγών να αποφανθεί επί του συνόλου της προσφυγής – Άρθρο 8, παράγραφος 5, άρθρο 64, παράγραφος 1, και άρθρο 76, παράγραφος 1, του κανονισμού 207/2009»

Στην υπόθεση T‑437/11,

Golden Balls Ltd, με έδρα το Λονδίνο (Ηνωμένο Βασίλειο), εκπροσωπούμενη από τον M. Edenborough, QC, και την S. Smith, solicitor,

προσφεύγουσα,

κατά

Γραφείου Εναρμονίσεως στο πλαίσιο της Εσωτερικής Αγοράς (εμπορικά σήματα, σχέδια και υποδείγματα) (ΓΕΕΑ), εκπροσωπούμενου από τον A. Folliard-Monguiral,

καθού,

αντίδικος κατά τη διαδικασία ενώπιον του τμήματος προσφυγών του ΓΕΕΑ και παρεμβαίνουσα ενώπιον του Γενικού Δικαστηρίου:

Intra-Presse, με έδρα την Boulogne-Billancourt (Γαλλία), εκπροσωπούμενη από τους P. Péters, T. De Haan και M. Laborde, δικηγόρους,

με αντικείμενο προσφυγή κατά της αποφάσεως του πρώτου τμήματος προσφυγών του ΓΕΕΑ της 26ης Μαΐου 2011 (υπόθεση R 1310/2010‑1), σχετικά με διαδικασία ανακοπής μεταξύ της Intra-Presse και της Golden Balls Ltd,

ΤΟ ΓΕΝΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ (πρώτο τμήμα),

συγκείμενο από τους J. Azizi (εισηγητή), S. Frimodt Nielsen και M. Kancheva, δικαστές,

γραμματέας: T. Weiler, υπάλληλος διοικήσεως,

έχοντας υπόψη το δικόγραφο της προσφυγής που κατατέθηκε στη Γραμματεία του Γενικού Δικαστηρίου στις 5 Αυγούστου 2011,

έχοντας υπόψη το υπόμνημα αντικρούσεως του ΓΕΕΑ που κατατέθηκε στη Γραμματεία του Γενικού Δικαστηρίου στις 19 Δεκεμβρίου 2011,

έχοντας υπόψη το υπόμνημα αντικρούσεως της παρεμβαίνουσας που κατατέθηκε στη Γραμματεία του Γενικού Δικαστηρίου στις 12 Δεκεμβρίου 2011,

έχοντας υπόψη το υπόμνημα απαντήσεως που κατατέθηκε στη Γραμματεία του Γενικού Δικαστηρίου στις 26 Μαρτίου 2012,

κατόπιν της συνεδριάσεως της 30ής Απριλίου 2013,

εκδίδει την ακόλουθη

Απόφαση

 Ιστορικό της διαφοράς

1        Η προσφεύγουσα, Golden Balls Ltd, υπέβαλε την 1η Οκτωβρίου 2007 αίτηση καταχωρίσεως του κοινοτικού σήματος στο Γραφείο Εναρμονίσεως στο πλαίσιο της Εσωτερικής Αγοράς (εμπορικά σήματα, σχέδια και υποδείγματα) (ΓΕΕΑ), δυνάμει του κανονισμού (ΕΚ) 40/94 του Συμβουλίου, της 20ής Δεκεμβρίου 1993, για το κοινοτικό σήμα (EE 1994, L 11, σ. 1), όπως τροποποιήθηκε [αντικαταστάθηκε από τον κανονισμό (ΕΚ) 207/2009 του Συμβουλίου, της 26ης Φεβρουαρίου 2009, για το κοινοτικό σήμα (EE L 78, σ. 1)].

2        Το σήμα του οποίου ζητήθηκε η καταχώριση είναι το λεκτικό σημείο GOLDEN BALLS.

3        Τα προϊόντα για τα οποία ζητήθηκε η καταχώριση εμπίπτουν στις κλάσεις 16, 21 και 24, κατά την έννοια του Διακανονισμού της Νίκαιας για τη διεθνή ταξινόμηση των προϊόντων και των υπηρεσιών ενόψει καταχωρίσεως των σημάτων, της 15ης Ιουνίου 1957, όπως έχει αναθεωρηθεί και τροποποιηθεί, και αντιστοιχούν, για κάθε μία από τις κλάσεις αυτές, στην ακόλουθη περιγραφή:

–        κλάση 16: «Χαρτί και χαρτόνι και προϊόντα από τα υλικά αυτά μη περιλαμβανόμενα σε άλλες κλάσεις· έντυπη ύλη· υλικό βιβλιοδεσίας· φωτογραφίες· χαρτικά είδη· κόλλες για χαρτικά ή οικιακές χρήσεις· υλικά για καλλιτέχνες· χρωστήρες (πινέλα)· γραφομηχανές και είδη γραφείου (εκτός των επίπλων) παιδαγωγικό ή εκπαιδευτικό υλικό (εκτός συσκευών)· πλαστικά υλικά περιτυλίγματος (μη περιλαμβανόμενα σε άλλες κλάσεις)· τυπογραφικά στοιχεία· στερεότυπα (κλισέ)»·

–        κλάση 21: «Σκεύη και δοχεία οικιακής ή μαγειρικής χρήσης· χτένια και σφουγγάρια· βούρτσες (εκτός πινέλων)· υλικά ψηκτροποιΐας· είδη καθαρισμού· σύρμα καθαρισμού· ακατέργαστο ή μη κατεργασμένο γυαλί (εκτός της οικοδομικής υάλου)· είδη υαλουργίας, πορσελάνη και φαγεντιανά μη περιλαμβανόμενα σε άλλες κλάσεις»·

–        κλάση 24: «Υφάσματα και είδη υφαντουργίας μη περιλαμβανόμενα σε άλλες κλάσεις· κλινοσκεπάσματα και τραπεζομάντηλα».

4        Η αίτηση καταχωρίσεως κοινοτικού σήματος δημοσιεύθηκε στο Δελτίο κοινοτικών σημάτων αριθ. 8/2008, της 18ης Φεβρουαρίου 2008.

5        Στις 16 Μαΐου 2008, η παρεμβαίνουσα, Intra-Presse, άσκησε ανακοπή δυνάμει του άρθρου 42 του κανονισμού 40/94 (νυν άρθρου 41 του κανονισμού 207/2009) κατά της αιτήσεως με την οποία ζητήθηκε η καταχώριση του σήματος για τα προϊόντα για τα οποία γίνεται λόγος στη σκέψη 3 ανωτέρω.

6        Η ανακοπή στηριζόταν, μεταξύ άλλων, στο προγενέστερο λεκτικό κοινοτικό σήμα BALLON D’OR, που κατατέθηκε στις 24 Δεκεμβρίου 2004 και καταχωρίσθηκε στις 7 Νοεμβρίου 2006 υπό τον αριθμό 4226148, που προσδιορίζει τα προϊόντα και τις υπηρεσίες των κλάσεων 9, 14, 16, 18, 25, 28, 38 και 41, τα οποία αντιστοιχούν, για κάθε μία από τις κλάσεις αυτές, στην ακόλουθη περιγραφή:

–        κλάση 9: «Συσκευές και όργανα επιστημονικά (με εξαίρεση όσα προορίζονται για ιατρική χρήση), ναυτικά, τοπογραφικά, ηλεκτρικά, φωτογραφικά, κινηματογραφικά, οπτικά, ζύγισης, μέτρησης, σηματοδότησης, ελέγχου (επιτήρησης), βοηθείας (διάσωσης)· συσκευές και όργανα διδασκαλίας· συσκευές για την εγγραφή, τη μετάδοση, την αναπαραγωγή ήχου και εικόνας· σύμπυκνοι δίσκοι (CD), μέσα αποθήκευσης μαγνητικών και οπτικών δεδομένων, δίσκοι εγγραφών· κασέτες βίντεο, κασέτες ήχου, ραδιόφωνα, τηλεοράσεις, τηλεφωνικές συσκευές, αυτόματοι πωλητές και μηχανισμοί με κερματοδέκτη· ταμειακές μηχανές, αριθμομηχανές· συσκευές πυρόσβεσης· συσκευές και εξοπλισμός επεξεργασίας δεδομένων, ηλεκτρονικοί υπολογιστές, λογισμικό (εγγεγραμμένα προγράμματα), τηλεπικοινωνιακές συσκευές και όργανα, συσκευές και όργανα μετάδοσης και λήψης εικόνων, ήχων και δεδομένων, ηλεκτρονικές ατζέντες, μάσκες κατάδυσης, οπτικά είδη, γυαλιά όρασης, γυαλιά ηλίου»·

–        κλάση 14: «Πολύτιμα μέταλλα και κράματα αυτών όχι για οδοντιατρική χρήση· κοσμήματα, πολύτιμοι λίθοι· είδη ωρολογοποιίας και άλλα χρονομετρικά όργανα, ρολόγια τοίχου, ρολόγια χειρός, ξυπνητήρια, χρονόμετρα, καρφίτσες (κοσμήματα), ηλιακά ρολόγια, ταυτότητες (κοσμήματα), αγαλματίδια από πολύτιμα μέταλλα, θήκες πούρων, τσιγάρων και αναπτήρες από πολύτιμα μέταλλα, σταχτοδοχεία (από πολύτιμα μέταλλα), τσιγαροθήκες (από πολύτιμα μέταλλα), κλειδοθήκες (μπρελόκ) σε πρωτότυπα σχέδια»·

–        κλάση 16: «Χαρτί και χαρτόνι (ακατέργαστο, ημικατεργασμένο και ως είδος χαρτοπωλείου)· έντυπη ύλη· υλικό βιβλιοδεσίας· φωτογραφίες· χαρτικά είδη· κόλλες για χαρτικά ή οικιακές χρήσεις· υλικά για καλλιτέχνες· χρωστήρες (πινέλα)· γραφομηχανές και είδη γραφείου (εκτός των επίπλων)· παιδαγωγικό ή εκπαιδευτικό υλικό (εκτός συσκευών)· χαρτί περιτυλίγματος· χάρτινα ή πλαστικά φύλλα και σακούλες περιτυλίγματος· τυπογραφικά στοιχεία· στερεότυπα (κλισέ), εφημερίδες, βιβλία, επιθεωρήσεις (περιοδικά), περιοδικά»·

–        κλάση 18: «Δέρμα και απομιμήσεις δέρματος και είδη από αυτά τα υλικά μη περιλαμβανόμενα σε άλλες κλάσεις· κιβώτια και βαλίτσες ταξιδίου, ομπρέλες, αλεξήλια και ράβδοι περιπάτου, μαστίγια, είδη σελοποιίας»·

–        κλάση 25: «Ενδύματα, υποδήματα (με εξαίρεση τα ορθοπεδικά)· είδη πιλοποιίας· ενδύματα αυτοκινητιστή· μαγιό και σκουφάκια θαλάσσης· ρόμπες μπάνιου· σκούφοι· μπλούζες εργασίας· κορμάκια· σκούφοι· μπότες· τιράντες· κιλότες· κασκέτα· ζώνες· σάλια (ενδύματα)· γυναικείες ρόμπες· μάλλινες μπλούζες· καπέλα· κάλτσες κοντές· μποτάκια· παπούτσια ποδοσφαίρου· μπότες χιονοδρομίας (σκι)· αθλητικά παπούτσια· πουκάμισα· φανέλες· καλσόν· στολές για θαλάσσιο σκι· κοστούμια· ενδύματα ποδηλασίας· κασκόλ· εσπαντρίγιες· μαντήλια για το λαιμό· καμπαρντίνες (ενδύματα)· γιλέκα· παπούτσια γυμναστικής· αδιάβροχα· μεσοφόρια (κομπινεζόν)· φασκιές· σακάκια· παντελόνια· παντόφλες· παλτά· δερμάτινα σακάκια με κουκούλα· ρόμπες μπάνιου· πουλόβερ· πιτζάμες· φορέματα· γυναικείες ρόμπες· ξύλινα παπούτσια· ποδιές (είδη ένδυσης)· στολές· μπουφάν· ενδύματα γυμναστικής· ένδυμα από δέρμα ή απομιμήσεις δέρματος· γείσα (είδη πιλοποιίας)»·

–        κλάση 28: «Παιχνίδια, αθύρματα· είδη γυμναστικής και αθλητισμού (με εξαίρεση τα ενδύματα, τα υποδήματα και τους τάπητες)· διακοσμήσεις χριστουγεννιάτικων δένδρων· αιωρόπτερα· φυσερά, εσωτερικά, για μπάλες παιχνιδιών· αεροβόλα πιστόλια (παιχνίδια)· τεχνητά δολώματα· πυροκροτικά καψούλια (παιχνίδια)· παιχνίδια για κατοικίδια ζώα· κρίκοι για παιχνίδια· διακοσμητικά χριστουγεννιάτικων δέντρων (εξαιρέσει συσκευών φωτισμού και ζαχαρωτών)· βάσεις χριστουγεννιάτικων δέντρων· χριστουγεννιάτικα δένδρα από συνθετικό υλικό· εξαρτήματα τοξοβολίας· τόξα για τοξοβολία· πρωτότυπες φάρσες· κούνιες (παιδικής χαράς κλπ)· σφαίρες και μπαλόνια για παιχνίδι· γάντια του μπέιζμπολ· λεκάνες (πισίνες, είδη παιχνιδιού ή αθλητικά είδη)· στατικά ποδήλατα γυμναστικής· μπάλες, στέκες ή τραπέζια μπιλιάρδου· βώλοι για παιχνίδι· έλκηθρα παγοδρομίας· μπάλες παιχνιδιού· γάντια πυγμαχίας· χορδές κατασκευασμένες από έντερα ζώων για ρακέτες· καλάμια αλιείας· μπαστούνια του γκολφ· μάσκες (παιχνίδια)· χαρταετοί· δωμάτια για κούκλες· κουνιστά αλογάκια· στόχοι σκοποβολής· κατασκευές ως παιδικά παιχνίδια· μηχανήματα σωματικής άσκησης· σάκοι του κρίκετ· μπαστούνια του γκολφ· σάκοι για μπαστούνια του γκολφ με ή χωρίς τροχίσκους· μπαστούνια του χόκεϊ· συσκευές φυσικής άσκησης· σετ ντάμας· ζάρια· δίσκοι για αθλήματα· ντόμινο· σετ σκακιού· όπλα· γάντια και προσωπίδες ξιφασκίας· ιμάντες για ορειβάτες· εξοπλισμός άσκησης (συσκευές διαστολής των μυών)· δίχτυα για αθλήματα· δετήρες χιονοπέδιλων· βελάκια· ξίφη ξιφασκίας· πλωτήρες αλιείας· τραπέζια για ποδοσφαιράκια· ψαροντούφεκα (είδη αθλητισμού)· γάντια του γκολφ· βαράκια· αγκίστρια αλιείας· κουδουνίστρες (παιχνίδια)· λογισμικό για παιχνίδια· αυτόματα παιχνίδια και ηλεκτρονικά παιχνίδια εκτός αυτών που τίθενται σε κίνηση με την εισαγωγή νομίσματος ή κέρματος και όσων προορίζονται για χρήση μόνο με τηλεοπτικούς δέκτες· παιχνίδι Mahjong (είδος ντόμινο)· μαριονέτες· μοντέλα οχημάτων· βατραχοπέδιλα· αρκουδάκια· αλεξίπτωτα πλαγιάς· παγοπέδιλα· τροχοπέδιλα· σύνεργα αλιείας· τροχοσανίδες (skateboard)· ιστιοσανίδες· σανίδες κυματοδρομίας· κούκλες· προστατευτικά επιθέματα (μέρος αθλητικής στολής)· προστατευτικά αγκώνων, γονάτων και περικνήμια (είδη αθλητισμού)· σετ μπόουλινγκ (με εννέα κορύνες)· ρακέτες, μπαστούνια για παιχνίδια· χιονοπέδιλα· σκι επί υδάτων· πέδιλα κυματοδρομίας· επιτραπέζια παιχνίδια· τραπέζια επιτραπέζιας αντισφαίρισης (πινγκ-πονγκ)· έλκηθρα· σβούρες· έλκηθρα (αθλητικά είδη)· βατήρες (αθλητικά είδη)· πατίνια· αυτοκινητάκια· παιχνίδια τύπου μπάντμιντον· ενδύματα για κούκλες· παιγνιόχαρτα (τράπουλες)·

–        κλάση 38: «Τηλεπικοινωνίες· μετάδοση εικόνων, ήχων και δεδομένων μέσω τηλεφωνικής οδού, μέσω τερματικών ηλεκτρονικών υπολογιστών, μέσω παγκόσμιου δικτύου επικοινωνίας (Διαδικτύου) ή τοπικού δικτύου επικοινωνίας (ενδοδικτύου), μέσω δορυφόρου, ηλεκτρονικό ταχυδρομείο· επεξεργασία, εποπτεία, εκπομπή και λήψη δεδομένων, σημάτων, εικόνων και πληροφοριών επεξεργασμένων από υπολογιστή ή από τηλεπικοινωνιακές συσκευές και όργανα· μετάδοση πληροφοριών από τράπεζες δεδομένων και από τράπεζες εικόνων· υπηρεσίες ηλεκτρονικής μετάδοσης πληροφοριών, πρακτορεία τύπου και πληροφοριών (ειδησεογραφικά)· επικοινωνία μέσω δικτύων οπτικών ινών· υπηρεσίες ραδιοφωνικών, τηλεφωνικών ή τηλεγραφικών επικοινωνιών· μετάδοση τηλεοπτικών προγραμμάτων· ραδιοφωνικές εκπομπές· τηλεοπτικές εκπομπές, αποστολή τηλεγραφημάτων· ραδιοφωνικές εκπομπές· δορυφορική μετάδοση· υπηρεσίες τηλεματικής· καλωδιακή τηλεόραση»·

–        κλάση 41: «Εκπαίδευση· επιμόρφωση (επαγγελματική κατάρτιση)· ψυχαγωγία· αθλητικές και πολιτιστικές δραστηριότητες· χρονομέτρηση σε αθλητικούς αγώνες, διοργάνωση αθλητικών αγώνων και απονομών επάθλων, υπηρεσίες λεσχών ψυχαγωγίας και αθλητικών λεσχών, ραδιοφωνική και τηλεοπτική ψυχαγωγία, εκμετάλλευση αθλητικών εγκαταστάσεων, εκμετάλλευση πάρκων ψυχαγωγίας και αναψυχής· έκδοση βιβλίων, περιοδικών, επιθεωρήσεων (περιοδικών) και εφημερίδων, συρραφή (μοντάζ) ραδιοφωνικών και τηλεοπτικών προγραμμάτων, μίσθωση αθλητικού εξοπλισμού (εκτός των οχημάτων)· διοργάνωση και διεξαγωγή διασκέψεων, φόρουμ και διαλέξεων· μαθήματα γυμναστικής, ψυχαγωγικά πάρκα, οργάνωση διαγωνισμών (εκπαίδευσης ή ψυχαγωγίας), παραγωγή θεαμάτων, αθλητικές κατασκηνώσεις, παραγωγή ταινιών, μίσθωση σταδίων».

7        Προς στήριξη της ανακοπής προβλήθηκαν οι λόγοι που διαλαμβάνονται στο άρθρο 8, παράγραφος 1, στοιχείο β΄, και στο άρθρο 8, παράγραφος 5, του κανονισμού 40/94 [νυν άρθρο 8, παράγραφος 1, στοιχείο β΄, και άρθρο 8, παράγραφος 5, του κανονισμού 207/2009].

8        Στις 19 Μαΐου 2010, το τμήμα ανακοπών απέρριψε την ανακοπή στο σύνολό της. Τα προσδιοριζόμενα από τα επίμαχα σημεία προϊόντα και οι υπηρεσίες είναι εν μέρει πανομοιότυπα και εν μέρει διαφορετικά. Τα σημεία είναι διαφορετικά από οπτική και φωνητική άποψη και ελαφρώς παρεμφερή από εννοιολογική άποψη για ένα μέρος του ενδιαφερόμενου κοινού. Εφόσον τα σημεία διαφέρουν στο σύνολό τους, δεν υφίσταται κίνδυνος συγχύσεως μεταξύ των σημείων κατά το άρθρο 8, παράγραφος 1, στοιχείο β΄, του κανονισμού 207/2009. Όσον αφορά τον λόγο που στηρίζεται στη φήμη του προγενέστερου σήματος, εφόσον τα σημεία είναι διαφορετικά, το άρθρο 8, παράγραφος 5, του κανονισμού 207/2009 δεν έχει δυνατότητα εφαρμογής.

9        Στις 15 Ιουλίου 2010, η παρεμβαίνουσα άσκησε προσφυγή ενώπιον του ΓΕΕΑ, βάσει των άρθρων 58 έως 64 του κανονισμού 207/2009, κατά της αποφάσεως του τμήματος ανακοπών.

10      Με απόφαση της 26ης Μαΐου 2011 (στο εξής: προσβαλλόμενη απόφαση), το πρώτο τμήμα προσφυγών του ΓΕΕΑ δέχθηκε εν μέρει την προσφυγή, ήτοι για τα προϊόντα της κλάσεως 16, και εν μέρει την απέρριψε, ήτοι για τα προϊόντα των κλάσεων 21 και 24. Ειδικότερα, έκρινε τα εξής:

–        το ενδιαφερόμενο κοινό είναι το ευρύ κοινό της Ευρωπαϊκής Ένωσης (σκέψη 12 της προσβαλλομένης αποφάσεως)·

–        ως προς τη σύγκριση των προϊόντων, το τμήμα προσφυγών συντάχθηκε με την εκτίμηση του τμήματος ανακοπών, την οποία δεν αμφισβήτησαν οι διάδικοι. Συνεπώς, έκρινε ότι τα προσδιοριζόμενα από το σήμα του οποίου ζητήθηκε η καταχώριση προϊόντα που υπάγονται στην κλάση 16 είναι πανομοιότυπα με τα προσδιοριζόμενα από το προγενέστερο σήμα προϊόντα που υπάγονται στην ίδια κλάση και εκείνα που υπάγονται στις κλάσεις 21 και 24 είναι διαφορετικά από τα προσδιοριζόμενα με το προγενέστερο σήμα (σκέψεις 13 έως 16 της προσβαλλομένης αποφάσεως)·

–        ως προς τη σύγκριση των σημείων, σχετικά με την οπτική και φωνητική σύγκρισή τους, το τμήμα προσφυγών συντάχθηκε με τη συλλογιστική του τμήματος ανακοπών κρίνοντας ότι τα σημεία διαφέρουν από οπτικής και φωνητικής απόψεως (σκέψη 18 της προσβαλλομένης αποφάσεως). Όσον αφορά την εννοιολογική σύγκριση, αντιθέτως προς το τμήμα ανακοπών, το τμήμα προσφυγών κατέληξε στο ότι τα σημεία είναι πανομοιότυπα «ή, τουλάχιστον» έχουν έντονη εννοιολογική ομοιότητα (σκέψη 22 της προσβαλλομένης αποφάσεως)·

–        έχοντας υπόψη τα προηγούμενα στοιχεία, το τμήμα προσφυγών έκρινε ότι υφίσταται κίνδυνος συγχύσεως ή συσχετίσεως μεταξύ των επίμαχων σημείων για τα πανομοιότυπα προϊόντα, ήτοι τα προϊόντα της κλάσεως 16, και δεν υφίσταται κίνδυνος συγχύσεως για τα διαφορετικά προϊόντα που υπάγονται στις κλάσεις 21 και 24 (σκέψεις 23 έως 32 της προσβαλλομένης αποφάσεως)·

–        όσον αφορά το άρθρο 8, παράγραφος 5, του κανονισμού 207/2009, το τμήμα προσφυγών έκρινε ότι δεν είναι αναγκαίο να το εξετάσει (σκέψη 33 της προσβαλλομένης αποφάσεως).

 Αιτήματα των διαδίκων

11      Η προσφεύγουσα ζητεί από το Γενικό Δικαστήριο:

–        να ακυρώσει την προσβαλλόμενη απόφαση σχετικά με τα προϊόντα της κλάσεως 16·

–        να καταδικάσει το ΓΕΕΑ ή, επικουρικώς, την παρεμβαίνουσα στα δικαστικά έξοδα.

12      Εξάλλου, η προσφεύγουσα ζητεί από το Γενικό Δικαστήριο, με το υπόμνημα απαντήσεως που κατέθεσε σύμφωνα με το άρθρο 135, παράγραφος 3, του Κανονισμού Διαδικασίας του Γενικού Δικαστηρίου, «να απορρίψει το υπόμνημα αντικρούσεως» το οποίο κατέθεσε η παρεμβαίνουσα σύμφωνα με άρθρο 134, παράγραφος 3, του εν λόγω κανονισμού.

13      Το ΓΕΕΑ ζητεί από το Γενικό Δικαστήριο:

–        να απορρίψει την προσφυγή στο σύνολό της·

–        να καταδικάσει την προσφεύγουσα στα δικαστικά έξοδα.

14      Η παρεμβαίνουσα ζητεί από το Γενικό Δικαστήριο:

–        να απορρίψει την προσφυγή στο σύνολό της·

–        να ακυρώσει την προσβαλλόμενη απόφαση καθόσον απορρίπτει την ανακοπή που στρέφεται κατά των προσδιοριζόμενων από το σήμα του οποίου ζητήθηκε η καταχώριση προϊόντων που υπάγονται στις κλάσεις 21 και 24·

–        να καταδικάσει την προσφεύγουσα στα δικαστικά έξοδα, συμπεριλαμβανομένων και των αναγκαίων δικαστικών εξόδων στα οποία υποβλήθηκε η παρεμβαίνουσα στο πλαίσιο της ενώπιον του τμήματος προσφυγών του ΓΕΕΑ διαδικασίας.

 Σκεπτικό

 Προκαταρκτικά στοιχεία

15      Προς στήριξη της προσφυγής, η προσφεύγουσα προβάλλει ένα μοναδικό λόγο, τον οποίο αντλεί από παράβαση του άρθρου 8, παράγραφος 1, στοιχείο β΄, του κανονισμού 207/2009. Επιπλέον, προς στήριξη της αιτήσεως ακυρώσεως η οποία υποβλήθηκε δυνάμει του άρθρου 134, παράγραφος 3, του Κανονισμού Διαδικασίας, η παρεμβαίνουσα προβάλλει ένα μοναδικό λόγο τον οποίο αντλεί από παράβαση του άρθρου 8, παράγραφος 5, του άρθρου 64, παράγραφος 1, και του άρθρου 76, παράγραφος 1, του κανονισμού 207/2009.

 Επί του προβληθέντος από την προσφεύγουσα λόγου, ο οποίος αντλείται από παράβαση του άρθρου 8, παράγραφος 1, στοιχείο β΄, του κανονισμού 207/2009

16      Προς στήριξη της προσφυγής, η προσφεύγουσα προβάλλει την παράβαση του άρθρου 8, παράγραφος 1, στοιχείο β΄, του κανονισμού 207/2009.

17      Κατ’ ουσίαν, η προσφεύγουσα αμφισβητεί την κρίση του τμήματος προσφυγών ότι υφίσταται κίνδυνος συγχύσεως μεταξύ των επίμαχων σημείων για τα προϊόντα της κλάσεως 16. Ειδικότερα, αμφισβητεί την εννοιολογική και συνολική ομοιότητα μεταξύ των επίμαχων σημείων την οποία δέχθηκε το τμήμα προσφυγών στην προσβαλλόμενη απόφαση.

18      Το ΓΕΕΑ και η παρεμβαίνουσα αμφισβητούν τη βασιμότητα του προβληθέντος από την προσφεύγουσα λόγου και προβάλλουν την ύπαρξη κινδύνου συγχύσεως μεταξύ των επίμαχων σημείων για τα πανομοιότυπα προϊόντα της κλάσεως 16.

19      Το Γενικό Δικαστήριο υπενθυμίζει ότι, κατά το άρθρο 8, παράγραφος 1, στοιχείο β΄, του κανονισμού 207/2009, κατόπιν ανακοπής από δικαιούχο προγενέστερου σήματος, το ζητηθέν σήμα δεν γίνεται δεκτό προς καταχώριση όταν, λόγω του πανομοιότυπου ή της ομοιότητάς του με προγενέστερο σήμα και λόγω του πανομοιότυπου ή της ομοιότητας των προϊόντων ή υπηρεσιών που προσδιορίζονται από τα δύο σήματα, υπάρχει κίνδυνος να περιέλθει σε σύγχυση το κοινό της περιοχής στην οποία προστατεύεται το προγενέστερο σήμα. Ο κίνδυνος συγχύσεως περιλαμβάνει τον κίνδυνο συσχετίσεως με το προγενέστερο σήμα.

20      Όπως γίνεται δεκτό κατά πάγια νομολογία, κίνδυνος συγχύσεως υφίσταται όταν το κοινό ενδέχεται να σχηματίσει την πεποίθηση ότι τα επίμαχα προϊόντα ή οι επίμαχες υπηρεσίες προέρχονται από την ίδια επιχείρηση ή από οικονομικώς συνδεόμενες μεταξύ τους επιχειρήσεις. Ο κίνδυνος συγχύσεως πρέπει να εκτιμάται σφαιρικά, βάσει του τρόπου με τον οποίο το ενδιαφερόμενο κοινό αντιλαμβάνεται τόσο τα επίμαχα σημεία όσο και τα οικεία προϊόντα ή υπηρεσίες, συνεκτιμωμένων όλων των παραγόντων που ασκούν επιρροή στη συγκεκριμένη περίπτωση, και ιδίως της αμφίδρομης σχέσης μεταξύ της ομοιότητας των σημείων και της ομοιότητας των προϊόντων ή υπηρεσιών που αυτά προσδιορίζουν [βλ. απόφαση του Γενικού Δικαστηρίου της 9ης Ιουλίου 2003, T‑162/01, Laboratorios RTB κατά ΓΕΕΑ – Giorgio Beverly Hills (GIORGIO BEVERLY HILLS), Συλλογή 2003, σ. II‑2821, σκέψεις 30 έως 33 και εκεί παρατιθέμενη νομολογία].

21      Για τους σκοπούς της εφαρμογής του άρθρου 8, παράγραφος 1, στοιχείο β΄, του κανονισμού 207/2009, ο κίνδυνος συγχύσεως προϋποθέτει το πανομοιότυπο ή την ομοιότητα των συγκρουόμενων σημάτων και το πανομοιότυπο ή την ομοιότητα των προσδιοριζόμενων προϊόντων ή υπηρεσιών. Πρόκειται για προϋποθέσεις που προβλέπονται σωρευτικά [βλ. απόφαση του Γενικού Δικαστηρίου της 22ας Ιανουαρίου 2009, T‑316/07, Commercy κατά ΓΕΕΑ – easyGroup IP Licensing (easyHotel), Συλλογή 2009, σ. II‑43, σκέψη 42 και εκεί παρατιθέμενη νομολογία].

22      Η ύπαρξη κινδύνου συγχύσεως του κοινού πρέπει να εκτιμάται σφαιρικά, λαμβανομένων υπόψη όλων των παραγόντων που ασκούν επιρροή στη συγκεκριμένη περίπτωση. Η σφαιρική αυτή εκτίμηση πρέπει, καθόσον αφορά την οπτική, φωνητική ή εννοιολογική ομοιότητα των επίμαχων σημάτων, να στηρίζεται στη συνολική εντύπωση που δημιουργούν τα σήματα αυτά, λαμβανομένων υπόψη ιδίως των διακριτικών και κυρίαρχων στοιχείων τους (βλ. αποφάσεις του Δικαστηρίου της 12ης Ιουνίου 2007, C‑334/05 P, ΓΕΕΑ κατά Shaker, Συλλογή 2007, σ. I‑4529, σκέψεις 34 και 35, και της 3ης Σεπτεμβρίου 2009, C‑498/07 P, Aceites del Sur-Coosur κατά Koipe, Συλλογή 2009, σ. I‑7371, σκέψεις 59 και 60 και εκεί παρατιθέμενη νομολογία). Εξάλλου, η εκτίμηση αυτή γίνεται με δεδομένο ότι υπάρχει αμφίδρομη σχέση μεταξύ των συνεκτιμωμένων παραγόντων, οπότε, η μικρή ομοιότητα μεταξύ των προσδιοριζόμενων προϊόντων ή υπηρεσιών μπορεί να αντισταθμίζεται από την έντονη ομοιότητα μεταξύ των σημάτων, και αντιστρόφως (απόφαση του Δικαστηρίου της 17ης Απριλίου 2008, Ferrero Deutschland κατά ΓΕΕΑ, C‑108/07 P, που δεν έχει δημοσιευθεί στη Συλλογή, σκέψεις 44 και 45, και απόφαση easyHotel, σκέψη 21 ανωτέρω, σκέψη 41).

 Επί του ενδιαφερομένου κοινού

23      Κατά τη νομολογία, στο πλαίσιο της σφαιρικής εκτιμήσεως του κινδύνου συγχύσεως, πρέπει να λαμβάνεται υπόψη ο μέσος καταναλωτής της οικείας κατηγορίας προϊόντων ή υπηρεσιών, ο οποίος θεωρείται ότι έχει τη συνήθη πληροφόρηση και είναι ευλόγως συνετός και ενημερωμένος. Πρέπει επίσης να λαμβάνεται υπόψη ότι το επίπεδο της προσοχής του μέσου καταναλωτή είναι δυνατόν να μεταβάλλεται σε συνάρτηση με την κατηγορία των επίμαχων προϊόντων ή υπηρεσιών [βλ. απόφαση του Γενικού Δικαστηρίου της 13ης Φεβρουαρίου 2007, T‑256/04, Mundipharma κατά ΓΕΕΑ – Altana Pharma (RESPICUR), Συλλογή 2007, σ. II‑449, σκέψη 42 και εκεί παρατιθέμενη νομολογία].

24      Συναφώς, η προσφεύγουσα προσάπτει στο τμήμα προσφυγών ότι προσδιόρισε το επίπεδο προσοχής του ενδιαφερόμενου κοινού ως χαμηλότερο του συνήθους ενώ όφειλε να δεχθεί ότι το εν λόγω κοινό έχει σύνηθες επίπεδο προσοχής.

25      Ωστόσο, επιβάλλεται η διαπίστωση, όπως υποστηρίζει το ΓΕΕΑ και η παρεμβαίνουσα, ότι η αιτίαση αυτή βασίζεται σε εσφαλμένη ερμηνεία της προσβαλλομένης αποφάσεως εκ μέρους της προσφεύγουσας.

26      Συγκεκριμένα, το τμήμα προσφυγών επισήμανε ότι, στη σκέψη 12 της προσβαλλομένης αποφάσεως, το ενδιαφερόμενο κοινό για τα προϊόντα των κλάσεων 16, 21 και 24 αποτελείται από μέσους καταναλωτές, που έχουν τη συνήθη πληροφόρηση και είναι ευλόγως προσεκτικοί και ενημερωμένοι, και ορισμένα προϊόντα, ήτοι τα «υλικά για καλλιτέχνες» της κλάσεως 16 καθώς και τα «υλικά ψηκτροποιΐας» και το «ακατέργαστο ή ημι-κατεργασμένο γυαλί» της κλάσεως 21, απευθύνονται και σε επαγγελματίες. Στη συνέχεια, διαπίστωσε ότι, σε περίπτωση κατά την οποία το ενδιαφερόμενο κοινό αποτελούνταν τόσο από μέσους καταναλωτές όσο και από επαγγελματίες, ο κίνδυνος συγχύσεως έπρεπε να εκτιμηθεί σε σχέση με το τμήμα του κοινού που έχει το χαμηλότερο επίπεδο προσοχής, ήτοι τους μέσους καταναλωτές στην Ένωση, και όχι με τους επαγγελματίες, όπως τούτο έχει επίσης αναγνωρισθεί από τη νομολογία [απόφαση του Γενικού Δικαστηρίου της 15ης Φεβρουαρίου 2011, T‑213/09, Yorma’s κατά ΓΕΕΑ – Norma Lebensmittelfilialbetrieb (YORMA’S), που δεν έχει δημοσιευθεί στη Συλλογή, σκέψη 25].

27      Επομένως, το τμήμα προσφυγών, στην πραγματικότητα –και ορθώς–, έκρινε ότι το ενδιαφερόμενο κοινό αποτελούνταν εν προκειμένω από μέσους καταναλωτές της Ένωσης, που έχουν τη συνήθη πληροφόρηση και είναι ευλόγως προσεκτικοί και ενημερωμένοι. Συνεπώς, βασίστηκε, αντιθέτως προς όσα υποστηρίζει η προσφεύγουσα, σε κοινό με σύνηθες επίπεδο προσοχής.

28      Κατά συνέπεια, επιβάλλεται η διαπίστωση ότι δεν είναι εσφαλμένη η εκτίμηση του τμήματος προσφυγών όσον αφορά το ενδιαφερόμενο κοινό και το επίπεδο προσοχής του.

 Επί της συγκρίσεως των προϊόντων

29      Όπως γίνεται δεκτό κατά πάγια νομολογία, για την εκτίμηση της ομοιότητας μεταξύ των επίμαχων προϊόντων ή υπηρεσιών, επιβάλλεται να λαμβάνονται υπόψη όλοι οι ασκούντες επιρροή παράγοντες που χαρακτηρίζουν τη σχέση μεταξύ των προϊόντων ή υπηρεσιών αυτών. Στους παράγοντες αυτούς περιλαμβάνονται, ειδικότερα, η φύση τους, ο προορισμός τους, η χρήση τους καθώς και ο ανταγωνιστικός ή συμπληρωματικός χαρακτήρας τους. Μπορούν επίσης να λαμβάνονται υπόψη και άλλοι παράγοντες, όπως τα δίκτυα διανομής των οικείων προϊόντων [βλ. απόφαση του Γενικού Δικαστηρίου της 11ης Ιουλίου 2007, T‑443/05, El Corte Inglés κατά ΓΕΕΑ – Bolaños Sabri (PiraÑAM diseño original Juan Bolaños), Συλλογή 2007, σ. II‑2579, σκέψη 37 και εκεί παρατιθέμενη νομολογία].

30      Στην προσβαλλόμενη απόφαση, το τμήμα προσφυγών συντάχθηκε με την εκτίμηση του τμήματος ανακοπών όσον αφορά τη σύγκριση των προϊόντων τα οποία αφορούν τα επίμαχα σημεία, η οποία, εξάλλου, δεν αμφισβητήθηκε από τους διαδίκους. Επομένως, τα προϊόντα που καλύπτονται από τα επίμαχα σημεία της κλάσεως 16 είναι πανομοιότυπα, ενώ αυτά των κλάσεων 21 και 24 διαφέρουν (σκέψεις 13 έως 16 της προσβαλλομένης αποφάσεως).

31      Στην προκειμένη περίπτωση, οι κρίσεις του τμήματος προσφυγών σχετικά με τη σύγκριση των προϊόντων, ειδικότερα όσον αφορά τα επίμαχα προϊόντα της κλάσεως 16, δεν αμφισβητούνται από τους διαδίκους. Εφόσον, εξάλλου, βάσει ουδενός στοιχείου της δικογραφίας δύναται να τεθεί εν αμφιβόλω η εκτίμηση αυτή, πρέπει να γίνει δεκτή.

 Επί της συγκρίσεως των σημείων

32      Κατά τη νομολογία, δύο σήματα είναι παρόμοια όταν, από την άποψη του ενδιαφερόμενου κοινού, υπάρχει μια τουλάχιστον μερική ταυτότητα μεταξύ τους όσον αφορά μία ή πλείονες ουσιώδεις πτυχές [αποφάσεις του Γενικού Δικαστηρίου της 23ης Οκτωβρίου 2002, T‑6/01, Matratzen Concord κατά ΓΕΕΑ – Hukla Germany (MATRATZEN), Συλλογή 2002, σ. II‑4335, σκέψη 30, επιβεβαιωθείσα με τη διάταξη του Δικαστηρίου της 28ης Απριλίου 2004, C‑3/03 P, Matratzen Concord κατά ΓΕΕΑ, Συλλογή 2004, σ. I‑3657]. Όπως διαπιστώθηκε από τη νομολογία, επιρροή ασκούν η οπτική, ακουστική και εννοιολογική πτυχή (αποφάσεις του Δικαστηρίου της 11ης Νοεμβρίου 1997, C‑251/95, SABEL, Συλλογή 1997, σ. I‑6191, σκέψη 23, και της 22ας Ιουνίου 1999, C‑342/97, Lloyd Schuhfabrik Meyer, Συλλογή 1999, σ. I‑3819, σκέψη 25).

33      Η σφαιρική εκτίμηση του κινδύνου συγχύσεως πρέπει, όσον αφορά την οπτική, φωνητική ή εννοιολογική ομοιότητα των επίμαχων σημείων, να στηρίζεται στη συνολική εντύπωση που δημιουργούν τα εν λόγω σημεία, λαμβανομένων ιδίως υπόψη των διακριτικών και κυρίαρχων στοιχείων τους. Ο τρόπος με τον οποίο προσλαμβάνει τα σήματα ο μέσος καταναλωτής των οικείων προϊόντων ή υπηρεσιών έχει καθοριστική σημασία για τη σφαιρική εκτίμηση του εν λόγω κινδύνου. Συναφώς, ο μέσος καταναλωτής αντιλαμβάνεται συνήθως το σήμα ως ένα όλον και δεν επιδίδεται στην εξέταση των διαφόρων λεπτομερειών του (βλ. απόφαση ΓΕΕΑ κατά Shaker, σκέψη 22 ανωτέρω, σκέψη 35 και εκεί παρατιθέμενη νομολογία).

34      Εν προκειμένω, το τμήμα προσφυγών έκρινε τα επίμαχα σημεία ως διαφορετικά από οπτικής και φωνητικής απόψεως, συντασσόμενο με τη συλλογιστική του τμήματος ανακοπών (σκέψη 18 της προσβαλλομένης αποφάσεως). Εντούτοις, από εννοιολογικής απόψεως, τα επίμαχα σημεία είναι πανομοιότυπα ή, τουλάχιστον έχουν έντονη ομοιότητα (σκέψη 22 της προσβαλλομένης αποφάσεως). Οι όροι «golden» και «balls» αποτελούν μέρος του βασικού λεξιλογίου της αγγλικής γλώσσας το οποίο είναι γνωστό σε μεγάλο μέρος του ενδιαφερόμενου κοινού και γίνονται κατανοητοί ως αναφερόμενοι σε μια «χρυσή μπάλα» ή ακόμη σε «μπάλα χρυσού» ή «από χρυσό» (σκέψη 21 της προσβαλλομένης αποφάσεως).

35      Η προσφεύγουσα επιβεβαιώνει ότι δεν υφίσταται οπτική ή φωνητική ομοιότητα μεταξύ των επίμαχων σημείων, αλλά αμφισβητεί την εννοιολογική τους ομοιότητα την οποία διαπίστωσε το τμήμα προσφυγών στην προσβαλλόμενη απόφαση. Κατά την προσφεύγουσα, ακόμα και το λιγότερο παρατηρητικό ή ενημερωμένο άτομο θα αντιλαμβανόταν το σήμα του οποίου ζητείται η καταχώριση ως αγγλικό και το προγενέστερο ως γαλλικό. Η θεμελιώδης αυτή διαφορά διασφαλίζει ότι, εν πάση περιπτώσει, ουδέποτε θα υπάρξει δυνατότητα συγχύσεως ενός σήματος με ένα άλλο. Εξάλλου, τα επίμαχα σημεία δεν συνιστούν ούτε μεταγραφή, ούτε ακριβή μετάφραση το ένα του άλλου. Επομένως, καταρχάς, ο αγγλικός όρος «balls» είναι στον πληθυντικό και δημιουργεί την ιδέα πολλών μπαλών, ενώ ο γαλλικός όρος «ballon» είναι στον ενικό και περιέχει την ιδέα μιας μόνον μπάλας. Ακολούθως, ο γαλλικός όρος «ballon», ο οποίος θα μπορούσε επίσης να σημαίνει «κατευθυνόμενο», δεν είναι ακριβώς το ισοδύναμο του αγγλικού όρου «ball» και τα σημεία δεν είναι πανομοιότυπα. Τέλος, το προγενέστερο σήμα BALLON D’OR μεταφράζεται στα αγγλικά ως «balloon of gold» ή «ball of gold» και όχι ως «golden ball».

36      Το ΓΕΕΑ και η παρεμβαίνουσα δεν αμφισβητούν τις οπτικές και φωνητικές διαφορές μεταξύ των επίμαχων σημείων, αλλά διατείνονται, αντιθέτως προς την προσφεύγουσα, ότι τα επίμαχα σημεία είναι πανομοιότυπα ή έχουν οιονεί εννοιολογική ομοιότητα και συνολική ομοιότητα.

37      Το Γενικό Δικαστήριο διαπιστώνει ότι είναι ορθή η εκτίμηση του τμήματος προσφυγών όσον αφορά την οπτική και φωνητική σύγκριση των αντιπαρατιθέμενων σημείων, την οποία, εξάλλου, δεν αμφισβητούν οι διάδικοι.

38      Συγκεκριμένα, από οπτικής απόψεως, τα επίμαχα σημεία έχουν από κοινού μόνον την ομάδα γραμμάτων «ball», η οποία είναι τοποθετημένη στην αρχή του σημείου στο προγενέστερο σήμα και στο τέλος του σημείου στο σήμα του οποίου ζητείται η καταχώριση. Τα εν λόγω σημεία διαφέρουν οπτικώς κατά τα λοιπά. Συγκεκριμένα, πέραν της ομάδας γραμμάτων «ball», το προγενέστερο σήμα περιλαμβάνει την ομάδα γραμμάτων «on» και το στοιχείο «d’or» στο τέλος του σημείου και το σήμα του οποίου ζητείται η καταχώριση αρχίζει με το στοιχείο «golden» και τελειώνει με το γράμμα «s». Κατά συνέπεια, τα επίμαχα σημεία διαφέρουν, συνολικώς, από οπτικής απόψεως.

39      Τα επίμαχα σημεία προφέρονται με εντελώς διαφορετικό τρόπο, σε διαφορετικές γλώσσες, και επομένως διαφέρουν και από φωνητικής απόψεως.

40      Κατά συνέπεια, πρέπει να επιβεβαιωθεί η εκτίμηση του τμήματος προσφυγών ότι τα επίμαχα σημεία διαφέρουν από οπτικής και φωνητικής απόψεως.

41      Όσον αφορά, στη συνέχεια, την εκτίμηση του τμήματος προσφυγών ότι τα επίμαχα σημεία είναι εννοιολογικώς πανομοιότυπα ή, τουλάχιστον προσομοιάζουν εντόνως, το Γενικό Δικαστήριο επισημαίνει, καταρχάς, ότι τα εν λόγω σημεία παραπέμπουν ασφαλώς, αντικειμενικώς και αφαιρουμένων ορισμένων διαφορετικών λεπτομερειών (βλ. σκέψη 47 κατωτέρω), καταρχήν στο ίδιο σημασιολογικό περιεχόμενο ή στην ίδια ιδέα, ήτοι σε ένα χρυσό μπαλόνι ή μια χρυσή μπάλα ή μπάλα από χρυσό. Στο πλαίσιο αυτό, επιβάλλεται η διαπίστωση ότι η προσφεύγουσα δεν μπόρεσε, απαντώντας σε ερώτηση του Γενικού Δικαστηρίου κατά την επ’ ακροατηρίου συζήτηση, να παραθέσει κανένα παράδειγμα μεταφράσεως στις αγγλικές εφημερίδες της φράσεως «ballon d’or» πλην της φράσεως «golden ball».

42      Ωστόσο, για τους σκοπούς εκτιμήσεως της εννοιολογικής ομοιότητας για το ενδιαφερόμενο κοινό, ειδικότερα το μέσο αγγλόφωνο και γαλλόφωνο κοινό, πρέπει να ληφθεί προσηκόντως υπόψη το γεγονός ότι το προγενέστερο σήμα είναι στη γαλλική γλώσσα ενώ το σήμα του οποίου ζητείται η καταχώριση είναι στην αγγλική γλώσσα, ούτως ώστε τα επίμαχα σημεία διακρίνονται όσον αφορά τη γλώσσα βάσει της οποίας καθίσταται δυνατή η εννοιολογική κατανόησή τους αντιστοίχως.

43      Συναφώς, γλωσσική διαφορά μεταξύ των σημείων δεν μπορεί, αντιθέτως προς όσα προτείνει προφανώς η προσφεύγουσα, να αρκεί αυτομάτως για να αποκλειστεί η ύπαρξη εννοιολογικής ομοιότητας από της απόψεως των ενδιαφερομένων καταναλωτών. Παρ’ όλ’ αυτά, τέτοιου είδους διαφορά –στον βαθμό που απαιτεί μετάφραση εκ μέρους του καταναλωτή– δύναται, αναλόγως, μεταξύ άλλων, των γλωσσικών γνώσεων του ενδιαφερόμενου κοινού, του βαθμού συγγένειας μεταξύ των οικείων γλωσσών και των όρων που χρησιμοποιούνται στα επίμαχα σημεία καθεαυτούς, να αποτελέσουν κατά το μάλλον ή ήττον εμπόδιο για τον άμεσο εννοιολογικό συσχετισμό στην αντίληψη του ενδιαφερόμενου κοινού [βλ., συναφώς, αποφάσεις του Γενικού Δικαστηρίου της 28ης Ιουνίου 2011, T‑471/09, Oetker Nahrungsmittel κατά ΓΕΕΑ – Bonfait (Buonfatti), που δεν έχει δημοσιευθεί ακόμη στη Συλλογή, σκέψη 82, και της 26ης Σεπτεμβρίου 2012, Serrano Aranda κατά ΓΕΕΑ – Burg Groep (LE LANCIER), T‑265/09, σκέψη 66].

44      Υπό τις περιστάσεις αυτές, επιβάλλεται η διαπίστωση ότι, εν προκειμένω, δεν αποδείχθηκε ότι το νόημα του σήματος του οποίου ζητείται η καταχώριση, το οποίο αποτελείται από τις λέξεις «golden» και «balls» θα γίνει άμεσα κατανοητό από το ενδιαφερόμενο κοινό, ήτοι το ευρύ κοινό στην Ένωση, μεταξύ άλλων από το γαλλόφωνο κοινό, το οποίο αντιλαμβάνεται τη γαλλική φράση «ballon d’or» η οποία αποτελεί το προγενέστερο σήμα.

45      Συγκεκριμένα, ακόμα και αν γίνει δεκτό, όπως δέχθηκε το τμήμα προσφυγών, ότι οι λέξεις «golden» και «ball» αποτελούν μέρος του βασικού λεξιλογίου της αγγλικής γλώσσας και, επομένως, είναι, καθεαυτές, κατανοητές στον μέσο καταναλωτή, περιλαμβανομένου του μέσου γαλλόφωνου καταναλωτή, τούτο δεν σημαίνει ότι ο εν λόγω καταναλωτής, ο οποίος διαθέτει γενικώς, καθώς συνομολογείται μεταξύ των διαδίκων, ελάχιστη γνώση της αγγλικής γλώσσας, θα αντιληφθεί αυθορμήτως τον συγκεκριμένο συνδυασμό των λέξεων «golden balls» ως αγγλική μετάφραση της γαλλικής φράσεως «ballon d’or» η οποία αποτελεί το προγενέστερο σήμα.

46      Συναφώς, πρέπει να επισημανθούν οι διαφορές μεταξύ των επίμαχων σημείων οι οποίες τάσσονται κατά της εν λόγω άμεσης εννοιολογικής συσχετίσεως.

47       Πρώτον, καθόσον η προσφεύγουσα ισχυρίζεται ότι το σήμα GOLDEN BALLS δεν αποτελεί ακριβή μετάφραση του σημείου BALLON D’OR, διότι η γαλλική λέξη «ballon» δεν είναι ακριβώς η αντίστοιχη της αγγλικής λέξης «ball» και η γαλλική φράση «ballon d’or» μεταφράζεται ορθώς στα αγγλικά ως «gold ball» ή «ball of gold» αντί ως «golden ball», πρέπει να θεωρηθεί, όπως θεώρησαν το ΓΕΕΑ και η παρεμβαίνουσα, ότι οι εν λόγω μεταφραστικές ανακρίβειες, ακόμα και αν υποτεθεί ότι υφίστανται, είναι αλυσιτελείς, εφόσον τέτοιου είδους γλωσσικές λεπτές διακρίσεις διαλανθάνουν της αντιλήψεως του ενδιαφερόμενου κοινού, ειδικότερα του γαλλόφωνου καταναλωτή, το οποίο έχει περιορισμένη γνώση της αγγλικής. Ωστόσο, το Γενικό Δικαστήριο εκτιμά ότι, αντιθέτως προς την εκτίμηση του τμήματος προσφυγών, δεν ισχύει το αυτό όσον αφορά το γεγονός ότι το σημείο GOLDEN BALLS διακρίνεται του σημείου BALLON D’OR με τη χρήση του πληθυντικού. Πρόκειται για αρκετά βασικό γραμματικό στοιχείο το οποίο δύναται να είναι γνωστό και αντιληπτό και από το γαλλικό κοινό, κατά μείζονα λόγο που, όπως ορθώς επισήμανε η προσφεύγουσα, ο πληθυντικός αριθμός των λέξεων σχηματίζεται με τον ίδιο τρόπο στην αγγλική και στη γαλλική γλώσσα. Επομένως, ο μέσος καταναλωτής, μεταξύ άλλων ο γαλλόφωνος, ο οποίος διαθέτει, όπως υποστηρίζουν το ΓΕΕΑ και η παρεμβαίνουσα, περιορισμένη γνώση της αγγλικής, αλλά επαρκή ώστε να αντιληφθεί τις λέξεις «golden» και «balls», θα αντιληφθεί επίσης τη χρήση του πληθυντικού αριθμού.

48      Δεύτερον, πρέπει να σημειωθεί η διαφορετική θέση των στοιχείων «golden» και «d’or», στην αρχή του σημείου για το μεν και στο τέλος του σημείου για το δε, αντιστοίχως, καθώς και τη σαφώς διαφορετική προέλευση της αγγλικής λέξης «gold» στην οποία παραπέμπει το πρώτο στοιχείο και της γαλλικής λέξης στην οποία παραπέμπει το δεύτερο στοιχείο. Μολονότι οι διαφορές αυτές καθιστούν, ασφαλώς, ελαφρώς μόνον δυσχερέστερη τη μετάφραση της εν λόγω αγγλικής λέξης προς τα γαλλικά και τη μετάφραση της γαλλικής αυτής λέξης προς τα αγγλικά, εντούτοις οι διαφορές αυτές δύνανται να εμποδίζουν τόσο τον μέσο προσεκτικό γαλλόφωνο όσο και αγγλόφωνο καταναλωτή να αντιληφθεί άμεσα την παρεμφερή συγκαλυμμένη έννοια των αντιπαρατιθέμενων σημείων.

49      Επομένως, ακόμα και αν υποτεθεί ότι οι γαλλόφωνοι καταναλωτές έχουν, καταρχήν, επαρκή γνώση της αγγλικής γλώσσας για να αντιληφθούν το νόημα της φράσεως «golden balls» και αρχίσουν, παρά το γεγονός ότι πρόκειται για απλή πράξη αγοράς αφορώσα προϊόντα τρέχουσας καταναλώσεως, να μεταφράζουν το εν λόγω σημείο για να το συσχετίσουν με το νόημα του σήματος BALLON D’OR, είναι απίθανο ότι ο μέσος ενδιαφερόμενος καταναλωτής θα αντιληφθεί αυθορμήτως το αποτέλεσμα της αναλύσεως αυτής (βλ., συναφώς, απόφαση Buonfatti, σκέψη 43 ανωτέρω, σκέψη 82).

50      Κατά συνέπεια, συνάγεται ότι κακώς το τμήμα προσφυγών έκρινε ότι τα επίμαχα σημεία έχουν έντονη ομοιότητα ή ταυτίζονται από εννοιολογικής απόψεως. Συγκεκριμένα, τα εν λόγω σημεία έχουν το πολύ έναν ελάχιστο –αν όχι αμελητέο– βαθμό εννοιολογικής ομοιότητας για το κατά κύριο λόγο γαλλόφωνο, μετρίως ενημερωμένο και προσεκτικό ενδιαφερόμενο κοινό.

51      Έχοντας υπόψη τα προεκτεθέντα, διαπιστώνεται ότι, εν προκειμένω, δεν υφίσταται καμία οπτική ή φωνητική ομοιότητα μεταξύ των επίμαχων σημάτων και μια κατά το μάλλον ή ήττον αμελητέα εννοιολογική ομοιότητα, χρήζουσα προηγούμενης μεταφράσεως.

52      Επομένως, πρέπει να εκτιμηθεί συνολικώς αν, στην υπό κρίση υπόθεση, η εννοιολογική αυτή ομοιότητα αρκεί για να στοιχειοθετηθεί κίνδυνος συγχύσεως [βλ., συναφώς, αποφάσεις του Γενικού Δικαστηρίου της 9ης Μαρτίου 2005, T‑33/03, Osotspa κατά ΓΕΕΑ – Distribution & Marketing (Hai), Συλλογή 2005, σ. II‑763, σκέψη 62, και της 13ης Ιουνίου 2012, T‑534/10, Οργανισμός Κυπριακής Γαλακτοκομικής Βιομηχανίας κατά ΓΕΕΑ – Garmo (HELLIM), σκέψη 43].

 Επί της σφαιρικής εκτιμήσεως του κινδύνου συγχύσεως μεταξύ των επίμαχων σημείων

53      Υπενθυμίζεται ότι, αφενός, κατά πάγια νομολογία, αναγνωρίζεται ότι ο κίνδυνος συγχύσεως αυξάνει όσο σημαντικότερος αποδεικνύεται ο διακριτικός χαρακτήρας του προγενέστερου σήματος. Δεν μπορεί, συνεπώς, να αποκλείεται ότι η εννοιολογική ομοιότητα που απορρέει από το γεγονός ότι σε δύο σήματα χρησιμοποιούν σημεία συμπίπτοντα ως προς το εννοιολογικό περιεχόμενό τους μπορεί να δημιουργήσει κίνδυνο συγχύσεως, σε περίπτωση που το προγενέστερο σήμα, είτε καθαυτό είτε λόγω του ότι είναι ευρέως γνωστό στο κοινό, έχει ιδιαίτερο διακριτικό χαρακτήρα [βλ. απόφαση Hai, σκέψη 52 ανωτέρω, σκέψη 56 και εκεί παρατιθέμενη νομολογία· απόφαση SABEL, σκέψη 32 ανωτέρω, σκέψη 24, και απόφαση του Γενικού Δικαστηρίου της 18ης Φεβρουαρίου 2004, T‑10/03, Koubi κατά ΓΕΕΑ – Flabesa (CONFORFLEX), Συλλογή 2004, σ. II‑719, σκέψη 50].

54      Αφετέρου, κατά την ίδια νομολογία, η εννοιολογική απλώς ομοιότητα μεταξύ των σημάτων δεν αρκεί για να δημιουργήσει κίνδυνο συγχύσεως υπό περιστάσεις όπου το προγενέστερο σήμα δεν χαίρει ιδιαίτερης φήμης και συνίσταται σε σημείο που έχει λίγα φανταστικά στοιχεία (αποφάσεις SABEL, σκέψη 32 ανωτέρω, σκέψη 25, και Hai, σκέψη 52 ανωτέρω, σκέψη 55).

55      Το τμήμα προσφυγών έκρινε, στις σκέψεις 31 και 32 της προσβαλλομένης αποφάσεως, ότι η ταυτότητα των επίμαχων προϊόντων, σε συνδυασμό με την ταυτότητα ή την πολύ έντονη εννοιολογική ομοιότητα, μπορούσε να αντισταθμίσει τις οπτικές και φωνητικές ανομοιότητες, και, κατά συνέπεια, υφίστατο κίνδυνος συγχύσεως ή συσχετισμού, κατά την έννοια του άρθρου 8, παράγραφος 1, στοιχείο β΄, του κανονισμού 207/2009, μεταξύ των επίμαχων σημείων για τα πανομοιότυπα προϊόντα της κλάσεως 16 τα οποία προσδιορίζει το σήμα του οποίου ζητήθηκε η καταχώριση. Συναφώς, το τμήμα προσφυγών, παρατηρώντας ότι η παρεμβαίνουσα προσκόμισε τουλάχιστον εντυπωσιακό όγκο εγγράφων προς απόδειξη της φήμης του σήματος BALLON D’OR σε σχέση με «αθλητικές διοργανώσεις», διαπίστωσε ότι, στο πλαίσιο της αναλύσεως του κινδύνου συγχύσεως κατά την έννοια της διατάξεως αυτής, η φήμη και, εξ αυτού, ο διακριτικός χαρακτήρας του σήματος ελήφθησαν υπόψη μόνον αφού αποδείχθηκε η φήμη αυτή ως προς τα επίμαχα προϊόντα (σκέψεις 27 και 28 της προσβαλλομένης αποφάσεως).

56      Η προσφεύγουσα αμφισβητεί την ύπαρξη κινδύνου συγχύσεως μεταξύ των επίμαχων σημείων. Ειδικότερα, προβάλλει τον συνήθη διακριτικό χαρακτήρα του προγενέστερου σήματος για τα προϊόντα της κλάσεως 16 και αμφισβητεί την ταυτότητα ή την έντονη εννοιολογική ομοιότητα των αντιπαρατιθέμενων σημείων.

57      Το ΓΕΕΑ και η παρεμβαίνουσα αμφισβητούν τα επιχειρήματα της προσφεύγουσας. Εξάλλου, η παρεμβαίνουσα προβάλλει τον έντονο διακριτικό χαρακτήρα και τη φήμη του προγενέστερου σήματος.

58      Όσον αφορά τη σφαιρική εκτίμηση του κινδύνου συγχύσεως, το Γενικό Δικαστήριο επισημαίνει, καταρχάς, όπως έκρινε στις σκέψεις 50 και 51 ανωτέρω, ότι τα επίμαχα σημεία δεν ταυτίζονται ή δεν έχουν έντονη εννοιολογική ομοιότητα, αλλά έχουν, το πολύ, ελάχιστη ομοιότητα. Επομένως, αντιθέτως προς όσα έκρινε στη σκέψη 31 της προσβαλλομένης αποφάσεως το τμήμα προσφυγών, επισημαίνεται ότι, ακόμα και ενόψει της ταυτότητας των επίμαχων προϊόντων, η εν λόγω ελάχιστη, αν όχι αμελητέα, εννοιολογική ομοιότητα, χρήζουσα προηγούμενης μεταφράσεως, δεν αρκεί προς αντιστάθμιση των υφισταμένων οπτικών και φωνητικών ανομοιοτήτων.

59      Στο πλαίσιο αυτό, προκύπτει, ασφαλώς, από πάγια νομολογία, όπως υπομνήσθηκε στις σκέψεις 53 και 54 ανωτέρω, ότι δεν αποκλείεται μια απλή εννοιολογική ομοιότητα μεταξύ δύο σημάτων να δημιουργήσει κίνδυνο συγχύσεως σε περίπτωση ομοιότητας των προϊόντων, υπό την προϋπόθεση, εντούτοις, ότι το προγενέστερο σήμα διαθέτει έντονο διακριτικό χαρακτήρα. Ωστόσο, αρκεί η διαπίστωση ότι τέτοιου είδους ιδιαίτερος διακριτικός χαρακτήρας του σήματος BALLON D’OR δεν αποδείχθηκε εν προκειμένω όσον αφορά τα οικεία προϊόντα. Επιπλέον, και αν ακόμα υποτεθεί ότι το σήμα αυτό έχει έντονο διακριτικό χαρακτήρα, και λαμβανομένου υπόψη του πανομοιότυπου χαρακτήρα των επίμαχων προϊόντων, μόνον η αμελητέα εννοιολογική ομοιότητα, η οποία χρήζει προηγούμενης μεταφράσεως, δεν μπορεί, υπό τις περιστάσεις της προκειμένης περιπτώσεως, να αρκεί για να δημιουργήσει κίνδυνο συγχύσεως στο οικείο κοινό (απόφαση Hai, σκέψη 52 ανωτέρω, σκέψεις 61, 64 και 65).

60      Επομένως, επιβάλλεται η διαπίστωση ότι το τμήμα προσφυγών κακώς κατέληξε στην ύπαρξη κινδύνου συγχύσεως του ενδιαφερόμενου κοινού για προϊόντα πανομοιότυπα τα οποία καλύπτονται από τα επίμαχα σημεία και υπάγονται στην κλάση 16. Συγκεκριμένα, λόγω των διαφορετικών γλωσσών των αντιπαρατιθέμενων σημείων, έχει δημιουργηθεί μεταξύ τους καταφανής διάκριση ούτως ώστε, όπως επισημάνθηκε στις σκέψεις 44 έως 48 ανωτέρω, ο μέσος καταναλωτής να μην τα συσχετίζει άμεσα χωρίς διανοητική διαδικασία μεταφράσεως (βλ., συναφώς, απόφαση Buonfatti, σκέψη 43 ανωτέρω, σκέψη 87).

61      Κατά συνέπεια, συνάγεται ότι η προσβαλλόμενη απόφαση πρέπει να ακυρωθεί ως προς το πρώτο σημείο του διατακτικού της, καθόσον ακυρώνει την απόφαση του τμήματος ανακοπών και κάνει δεκτή την ανακοπή για τα προσδιοριζόμενα από το σήμα του οποίου ζητήθηκε η καταχώριση προϊόντα που υπάγονται στην κλάση 16, λόγω παραβάσεως του άρθρου 8, παράγραφος 1, στοιχείο β΄, του κανονισμού 207/2009.

 Επί του λόγου ο οποίος αντλείται από παράβαση του άρθρου 8, παράγραφος 5, του άρθρου 64, παράγραφος 1, και του άρθρου 76, παράγραφος 1, του κανονισμού 207/2009, τον οποίο προβάλλει η παρεμβαίνουσα

62      Η παρεμβαίνουσα άσκησε αίτηση βάσει του άρθρου 134, παράγραφος 3, του Κανονισμού Διαδικασίας.

63      Κατ’ ουσίαν, η παρεμβαίνουσα προβάλλει ανεξάρτητο λόγο τον οποίο αντλεί από παράβαση του άρθρου 8, παράγραφος 5, του άρθρου 64, παράγραφος 1, και του άρθρου 76, παράγραφος 1, του κανονισμού 207/2009 προς στήριξη της αιτήσεώς της περί ακυρώσεως της προσβαλλομένης αποφάσεως όσον αφορά την απόρριψη της ανακοπής για τα προσδιοριζόμενα από το σήμα του οποίου ζητήθηκε η καταχώριση προϊόντα που υπάγονται στις κλάσεις 21 και 24 στο δεύτερο σημείο του διατακτικού της προσβαλλομένης αποφάσεως. Κατά την παρεμβαίνουσα, το τμήμα προσφυγών όφειλε να εκτιμήσει τον λόγο που αντλείται από παράβαση του άρθρου 8, παράγραφος 5, του εν λόγω κανονισμού, όσον αφορά τα προϊόντα αυτά τα οποία υπάγονται στις κλάσεις 21 και 24. Πρόκειται για παράβαση ουσιώδους τύπου καθώς και για πλάνη περί το δίκαιο.

64      Η προσφεύγουσα αμφισβητεί τα επιχειρήματα της παρεμβαίνουσας. Ορθώς το τμήμα προσφυγών έκρινε ότι δεν απαιτούνταν να αποφανθεί επί του επιχειρήματος που αντλείται από το άρθρο 8, παράγραφος 5, του κανονισμού 207/2009, το οποίο προβάλλει η παρεμβαίνουσα, εφόσον το επιχείρημα αυτό είναι προδήλως αβάσιμο.

65      Το ΓΕΕΑ, το οποίο δεν έκανε χρήση της δυνατότητας υποβολής υπομνήματος προκειμένου να απαντήσει στα προβληθέντα αιτήματα και ισχυρισμούς, βάσει του άρθρου 134, παράγραφος 3, του Κανονισμού Διαδικασίας, για πρώτη φορά στο υπόμνημα αντικρούσεως της παρεμβαίνουσας, δέχθηκε κατ’ ουσίαν, κατά την επ’ ακροατηρίου συζήτηση, ότι η μη απόφανση του τμήματος προσφυγών επί του λόγου που αντλείται από παράβαση του άρθρου 8, παράγραφος 5, του κανονισμού 207/2009 συνιστά παράβαση ουσιώδους τύπου.

66      Το Γενικό Δικαστήριο διαπιστώνει ότι η παρεμβαίνουσα, με την αίτησή της περί απορρίψεως της προσφυγής της προσφεύγουσας και ακυρώσεως της προσβαλλόμενης αποφάσεως όσον αφορά την απόρριψη της ανακοπής της παρεμβαίνουσας, η οποία στρέφεται κατά της καταχωρίσεως του σήματος του οποίου ζητήθηκε η καταχώριση για προϊόντα των κλάσεων 21 και 24, κάνει χρήση της δυνατότητας που της παρέχει το άρθρο 134, παράγραφος 3, του Κανονισμού Διαδικασίας να διατυπώσει, με το υπόμνημά της αντικρούσεως, αιτήματα με σκοπό την ακύρωση της προσβαλλομένης αποφάσεως όσον αφορά ζήτημα που δεν τέθηκε με το δικόγραφο της προσφυγής [βλ., συναφώς, απόφαση του Γενικού Δικαστηρίου της 21ης Φεβρουαρίου 2006, T‑214/04, Royal County of Berkshire Polo Club κατά ΓΕΕΑ – Polo/Lauren (ROYAL COUNTY OF BERKSHIRE POLO CLUB), Συλλογή 2006, σ. II‑239, σκέψη 50].

67      Καθόσον η παρεμβαίνουσα ισχυρίζεται, στο πλαίσιο του παρόντος λόγου, παράβαση του άρθρου 8, παράγραφος 5, του άρθρου 64, παράγραφος 1, και του άρθρου 76, παράγραφος 1, του κανονισμού 207/2009, αμφισβητεί τη νομιμότητα της προσβαλλομένης αποφάσεως στο μέτρο που το τμήμα προσφυγών δεν εξέτασε τον λόγο της ανακοπής ο οποίος αντλείται από παράβαση του άρθρου 8, παράγραφος 5, του κανονισμού 207/2009.

68      Εν προκειμένω, αντιθέτως προς το τμήμα ανακοπών, το τμήμα προσφυγών έκρινε ότι τα επίμαχα σημεία είναι συνολικώς παρόμοια και υφίσταται κίνδυνος συγχύσεως για τα πανομοιότυπα προϊόντα της κλάσεως 16 κατ’ εφαρμογήν του άρθρου 8, παράγραφος 1, στοιχείο β΄, του κανονισμού 207/2009. Όσον αφορά το συμπέρασμα αυτό, το τμήμα προσφυγών έκρινε ότι δεν απαιτούνταν να εξετάσει τους λόγους τους οποίους προέβαλε η παρεμβαίνουσα βάσει του άρθρου 8, παράγραφος 5, του κανονισμού 207/2009 (σκέψη 33 της προσβαλλομένης αποφάσεως), παρά το γεγονός ότι στο αντικείμενο της διαφοράς περιλαμβάνονταν και προσδιοριζόμενα από το σήμα του οποίου ζητήθηκε η καταχώριση διαφορετικά προϊόντα των κλάσεων 21 και 24, τα οποία δεν καλύπτονται από την εκτίμηση του κινδύνου συγχύσεως όσον αφορά τα κριθέντα ως πανομοιότυπα προϊόντα της κλάσεως 16.

69      Συναφώς, υπενθυμίζεται ότι, κατά το άρθρο 64, παράγραφος 1, πρώτη περίπτωση, του κανονισμού 107/2009, «[μ]ετά την εξέταση της προσφυγής επί της ουσίας, το τμήμα προσφυγών αποφαίνεται επί της προσφυγής». Το τμήμα προσφυγών καλείται να προβεί εκ νέου σε πλήρη επί της ουσίας εξέταση της ανακοπής, τόσο από νομικής απόψεως όσο και από απόψεως πραγματικών περιστατικών [απόφαση του Δικαστηρίου της 13ης Μαρτίου 2007, C‑29/05 P, ΓΕΕΑ κατά Kaul, Συλλογή 2007, σ. I‑2213, σκέψη 57, και απόφαση του Γενικού Δικαστηρίου της 22ας Μαρτίου 2007, T‑215/03, Sigla κατά ΓΕΕΑ – Elleni Holding (VIPS), Συλλογή 2007, σ. II‑711, σκέψη 96]. Κατά τη νομολογία, η υποχρέωση αυτή εξετάσεως της ουσίας της προσφυγής πρέπει να νοηθεί υπό την έννοια ότι το τμήμα προσφυγών οφείλει να αποφανθεί, είτε με το να το δεχθεί είτε με το να το απορρίψει ως απαράδεκτο ή αβάσιμο, επί κάθε αιτήματος, στο σύνολό του, που υποβλήθηκε ενώπιον του τμήματος προσφυγών. Στο μέτρο που η παράβαση της υποχρεώσεως αυτής μπορεί να επηρεάζει το περιεχόμενο της αποφάσεως του τμήματος προσφυγών, συνιστά παράβαση ουσιώδους τύπου [βλ., συναφώς, απόφαση του Γενικού Δικαστηρίου της 9ης Σεπτεμβρίου 2011, T‑382/09, Ergo Versicherungsgruppe κατά ΓΕΕΑ – DeguDent (ERGO), σκέψη 15 και εκεί παρατιθέμενη νομολογία].

70      Ωστόσο, σημειωτέον ότι, εν προκειμένω, από το γράμμα του άρθρου 8, παράγραφος 5, του κανονισμού 207/2009 προκύπτει ότι η ταυτότητα ή η ομοιότητα των αντιπαρατιθέμενων σημείων αποτελεί επίσης μία από τις τρεις σωρευτικώς προβλεπόμενες προϋποθέσεις εφαρμογής του εν λόγω άρθρου [βλ., συναφώς, απόφαση του Γενικού Δικαστηρίου, της 25ης Μαΐου 2005, T‑67/04, Spa Monopole κατά ΓΕΕΑ – Spa-Finders Travel Arrangements (SPA-FINDERS), Συλλογή 2005, σ. II‑1825, σκέψη 30].

71      Υπενθυμίζεται επίσης ότι, όπως προκύπτει από τη νομολογία, οι περιπτώσεις προσβολών στις οποίες αναφέρεται το άρθρο 8, παράγραφος 5, του κανονισμού 207/27, οσάκις συντρέχουν, συνιστούν επακόλουθο της υπάρξεως ορισμένου βαθμού ομοιότητας μεταξύ των αντιπαρατιθέμενων σημάτων, λόγω της οποίας το ενδιαφερόμενο κοινό συσχετίζει τα σήματα αυτά, δηλαδή τα συνδέει μεταξύ τους, χωρίς κατ’ ανάγκην να τα συγχέει (βλ. συναφώς, απόφαση του Δικαστηρίου της 27ης Νοεμβρίου 2008, C‑252/07, Intel Corporation, Συλλογή 2008, σ. I‑8823, σκέψη 30 και εκεί παρατιθέμενη νομολογία).

72      Ωστόσο, λαμβανομένων υπόψη των εκτιμήσεων που διατυπώθηκαν στις σκέψεις 41 έως 51 ανωτέρω, επιβάλλεται η διαπίστωση ότι τα επίμαχα σημεία δεν έχουν την ομοιότητα που απαιτείται για την εφαρμογή του άρθρου 8, παράγραφος 5, του κανονισμού 207/2009. Επομένως, το τμήμα προσφυγών υποχρεούνταν, εν πάση περιπτώσει, ακόμα και αν είχε εξετάσει τον λόγο τον οποίο η παρεμβαίνουσα αντλεί από παράβαση της διατάξεως αυτής, να απορρίψει την ανακοπή σχετικά με τα προϊόντα των κλάσεων 21 και 24.

73      Επομένως, η ανακοπή πρέπει, εν πάση περιπτώσει, να απορριφθεί στο σύνολό της λόγω ελλείψεως τόσο του κατά την έννοια του άρθρου 8, παράγραφος 1, στοιχείο β΄, κινδύνου συγχύσεως όσο και του κατά την έννοια του άρθρου 8, παράγραφος 5, του κανονισμού 207/2009 κινδύνου συσχετίσεως.

74      Υπό τις περιστάσεις αυτές, ακόμη και αν θεωρηθεί ότι το τμήμα προσφυγών εσφαλμένως παρέλειψε να αποφανθεί επί του λόγου που αντλείται από παράβαση του άρθρου 8, παράγραφος 5, του κανονισμού 207/2009 όσον αφορά τα προσδιοριζόμενα από το σήμα του οποίου ζητήθηκε η καταχώριση προϊόντα που υπάγονται στις κλάσεις 21 και 24, δεν πρέπει να ακυρωθεί το δεύτερο σημείο του διατακτικού της προσβαλλομένης αποφάσεως, καθόσον, υπό τις ιδιαίτερες περιστάσεις της υπό κρίση υποθέσεως, το σφάλμα αυτό δεν μπορούσε, να επηρεάσει καθοριστικά το εν λόγω σημείο του διατακτικού της προσβαλλομένης αποφάσεως (βλ., συναφώς, απόφαση του Γενικού Δικαστηρίου της 9ης Ιουλίου 2008, T‑301/01, Alitalia – Linee aeree italiane SpA κατά Επιτροπής, Συλλογή 2008, σ. II‑1753, σκέψη 307 και εκεί παρατιθέμενη νομολογία).

75      Κατά συνέπεια, ο λόγος ο οποίος αντλείται από παράβαση του άρθρου 8, παράγραφος 5, του άρθρου 64, παράγραφος 1, και του άρθρου 76, παράγραφος 1, του κανονισμού 207/2009, τον οποίο προέβαλε η παρεμβαίνουσα προς στήριξη της αιτήσεως μερικής ακυρώσεως της προσβαλλομένης αποφάσεως όσον αφορά τα προσδιοριζόμενα από το σήμα του οποίου ζητήθηκε η καταχώριση προϊόντα που υπάγονται στις κλάσεις 21 και 24, πρέπει να απορριφθεί ως αλυσιτελής. Εν συνεχεία, η υποβληθείσα από την παρεμβαίνουσα αίτηση ακυρώσεως πρέπει να απορριφθεί.

76      Όπως προκύπτει από τις ανωτέρω σκέψεις, πρέπει να ακυρωθεί αποκλειστικώς το πρώτο σημείο του διατακτικού της προσβαλλομένης αποφάσεως.

 Επί των δικαστικών εξόδων

77      Κατά το άρθρο 87, παράγραφος 2, του Κανονισμού Διαδικασίας, ο ηττηθείς διάδικος καταδικάζεται στα δικαστικά έξοδα, εφόσον υπάρχει σχετικό αίτημα.

78      Αφενός, εφόσον το ΓΕΕΑ ηττήθηκε, πρέπει να καταδικαστεί στα δικαστικά του έξοδα και στα δικαστικά έξοδα της προσφεύγουσας, σύμφωνα με το σχετικό αίτημά της. Αφετέρου, αποφασίζεται ότι η παρεμβαίνουσα, η οποία ηττήθηκε στη βάσει του άρθρου 134, παράγραφος 3, του Κανονισμού Διαδικασίας, αίτηση ακυρώσεώς της, φέρει τα δικαστικά της έξοδα καθώς και αυτά στα οποία υποβλήθηκε ως προς την εν λόγω αίτηση η προσφεύγουσα, σύμφωνα με το σχετικό αίτημα της προσφεύγουσας.

Για τους λόγους αυτούς,

ΤΟ ΓΕΝΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ (πρώτο τμήμα)

αποφασίζει:

1)      Ακυρώνει το πρώτο σημείο του διατακτικού της αποφάσεως του πρώτου τμήματος προσφυγών του Γραφείου Εναρμονίσεως στο πλαίσιο της Εσωτερικής Αγοράς (εμπορικά σήματα, σχέδια και υποδείγματα) (ΓΕΕΑ) της 26ης Μαΐου 2011 (υπόθεση R 1310/2010-1).

2)      Απορρίπτει την υποβληθείσα από την Intra-Presse αίτηση ακυρώσεως.

3)      Το ΓΕΕΑ φέρει, πέραν των δικαστικών του εξόδων, τα δικαστικά έξοδα στα οποία υποβλήθηκε η Golden Balls Ltd, πλην των εξόδων της Golden Balls Ltd σχετικά με τη βάσει του άρθρου 134, παράγραφος 3, του Κανονισμού Διαδικασίας του Γενικού Δικαστηρίου αίτηση ακυρώσεως.

4)      Η Intra-Presse φέρει, πέραν των δικαστικών της εξόδων, τα δικαστικά έξοδα στα οποία υποβλήθηκε η Golden Balls Ltd σχετικά με τη βάσει του άρθρου 134, παράγραφος 3, του Κανονισμού Διαδικασίας αίτηση ακυρώσεως.

Azizi

Frimodt Nielsen

Kancheva

Δημοσιεύθηκε σε δημόσια συνεδρίαση στο Λουξεμβούργο στις 16 Σεπτεμβρίου 2013.

(υπογραφές)


* Γλώσσα διαδικασίας: η αγγλική.