Language of document : ECLI:EU:T:2011:727

ΔΙΑΤΑΞΗ ΤΟΥ ΓΕΝΙΚΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (αναιρετικό τμήμα)

της 12ης Δεκεμβρίου 2011

Υπόθεση T‑365/11 P

AO

κατά

Ευρωπαϊκής Επιτροπής

«Αίτηση αναιρέσεως — Υπαλληλική υπόθεση — Υπάλληλοι — Προθεσμία ασκήσεως αναιρέσεως — Εκπρόθεσμο — Εκπρόθεσμη κατάθεση του υπογεγραμμένου πρωτοτύπου του εισαγωγικού της δίκης δικογράφου — Τυχαίο συμβάν — Άρθρο 43, παράγραφος 6, του Κανονισμού Διαδικασίας του Γενικού Δικαστηρίου — Αίτηση αναιρέσεως προδήλως απαράδεκτη»

Αντικείμενο:      Αίτηση αναιρέσεως κατά της διατάξεως του Δικαστηρίου Δημόσιας Διοίκησης της Ευρωπαϊκής Ένωσης (πρώτο τμήμα) της 4ης Απριλίου 2011, F‑45/10, ΑΟ κατά Επιτροπής.

Απόφαση:      Η αίτηση αναιρέσεως απορρίπτεται. Ο AO φέρει τα δικαστικά έξοδά του καθώς και τα έξοδα στα οποία υποβλήθηκε η Επιτροπή.

Περίληψη

1.      Αναίρεση — Προθεσμίες — Χαρακτήρας δημοσίας τάξεως

(Οργανισμός του Δικαστηρίου, παράρτημα I, άρθρο 9, εδ 1· Κανονισμός Διαδικασίας του Γενικού Δικαστηρίου, άρθρο 102 § 2)

2.      Διαδικασία — Προθεσμίες ασκήσεως προσφυγής — Εκπρόθεσμη άσκηση — Τυχαίο συμβάν ή ανωτέρα βία — Έννοια εμπεριέχουσα αντικειμενικά και υποκειμενικά στοιχεία

(Οργανισμός του Δικαστηρίου, άρθρο 45, εδ. 2)

3.      Διαδικασία — Προθεσμίες ασκήσεως προσφυγής — Εκπρόθεσμη άσκηση — Τυχαίο συμβάν ή ανωτέρα βία — Έννοια — Λάθος όσον αφορά την αναγραφή της διευθύνσεως αποστολής καταλογιστέο σε τρίτο πρόσωπο — Δεν εμπίπτει

(Οργανισμός του Δικαστηρίου, άρθρο 45, εδ. 2)

1.      Κατά το άρθρο 9, πρώτο εδάφιο, του παραρτήματος Ι του Οργανισμού του Δικαστηρίου, μπορεί να ασκηθεί αναίρεση ενώπιον του Γενικού Δικαστηρίου, εντός δύο μηνών από της κοινοποιήσεως της αναιρεσιβαλλομένης αποφάσεως ή διατάξεως, μεταξύ άλλων κατά των αποφάσεων ή διατάξεων του Δικαστηρίου Δημόσιας Διοίκησης που περατώνουν τη δίκη. Αυτή η προθεσμία ασκήσεως αναιρέσεως είναι δημοσίας τάξεως και έχει θεσπιστεί προς εξασφάλιση της σαφήνειας και της βεβαιότητας των εννόμων καταστάσεων και προς αποφυγή κάθε διακρίσεως και κάθε αυθαίρετης μεταχειρίσεως κατά την απονομή της δικαιοσύνης, εναπόκειται δε στον δικαστή της Ένωσης να εξακριβώνει αυτεπαγγέλτως την τήρησή της.

(βλ. σκέψεις 23 και 24)

Παραπομπή:

ΔΕΕ, 23 Ιανουαρίου 1997, C‑246/95, Coen, Συλλογή 1997, σ. Ι‑403, σκέψη 21

ΓΔΕΕ, 18 Σεπτεμβρίου 1997, T‑121/18 και T‑96/96, Mutual Aid Administration Services κατά Επιτροπής, Συλλογή 1997, σ. II‑1355, σκέψεις 38 και 39

2.      Κατά το άρθρο 45, δεύτερο εδάφιο, του Οργανισμού του Δικαστηρίου, παρέκκλιση από τις δικονομικές προθεσμίες είναι δυνατή μόνον σε όλως εξαιρετικές περιπτώσεις τυχαίου συμβάντος ή ανωτέρας βίας. Οι έννοιες της ανωτέρας βίας και του τυχαίου συμβάντος εμπεριέχουν ένα αντικειμενικό στοιχείο, το οποίο σχετίζεται με μη φυσιολογικές και ξένες προς τον ενδιαφερόμενο περιστάσεις, και ένα υποκειμενικό στοιχείο, το οποίο συνδέεται με την υποχρέωση του ενδιαφερομένου να προφυλαχθεί από τις συνέπειες του μη φυσιολογικού γεγονότος, λαμβάνοντας τα κατάλληλα μέτρα χωρίς να υποβληθεί σε υπερβολικές θυσίες. Ειδικότερα, ο ενδιαφερόμενος πρέπει να παρακολουθεί προσεκτικά την εξέλιξη της αρξαμένης διαδικασίας και, ιδίως, να επιδεικνύει επιμέλεια όσον αφορά την τήρηση των προβλεπομένων προθεσμιών. Λαμβανομένου υπόψη του ότι συνιστά εξαίρεση από την κύρωση του απαραδέκτου την οποία επιφέρει η μη τήρηση των προθεσμιών ασκήσεως προσφυγής οι οποίες είναι δημοσίας τάξεως, το τυχαίο γεγονός πρέπει να προβάλλεται και να αποδεικνύεται από τον διάδικο που επιθυμεί να τύχει της εξαιρέσεως αυτής.

(βλ. σκέψεις 31 έως 33)

Παραπομπή:

ΔΕΕ, 8 Νοεμβρίου 2007, C‑242/07 P, Βέλγιο κατά Επιτροπής, Συλλογή 2007, σ. I‑9757, σκέψεις 16 και 17 και εκεί παρατιθέμενη νομολογία

ΓΔΕΕ, 5 Οκτωβρίου 2009, T‑40/07 P και T‑62/07 P, de Brito Sequeira Carvalho και Επιτροπή κατά Επιτροπής και de Brito Sequeira Carvalho, Συλλογή Υπ.Υπ. 2009, σ. I‑B‑1‑89 και II‑B‑1‑551, σκέψη 205

3.      Όσον αφορά τις προθεσμίες ασκήσεως προσφυγής και την έννοια του τυχαίου συμβάντος ή της ανωτέρας βίας που μπορεί να δικαιολογήσει παρέκκλιση από τις δημοσίας τάξεως προθεσμίες ασκήσεως προσφυγής, σύμφωνα με το άρθρο 45 του Οργανισμού του Δικαστηρίου, η ευθύνη για την προετοιμασία, την παρακολούθηση και τον έλεγχο των διαδικαστικών εγγράφων που πρέπει να κατατεθούν στη Γραμματεία του Γενικού Δικαστηρίου έχουν ο ενδιαφερόμενος διάδικος και ο νόμιμος εκπρόσωπός του. Σ’ αυτούς εναπόκειται, μεταξύ άλλων, να επιβλέπουν και να εξακριβώνουν αν οι φάκελοι και τα δέματα που περιέχουν τα εν λόγω δικόγραφα, καθώς και τα δελτία με τα στοιχεία της αποστολής που επικολλώνται επί των φακέλων και δεμάτων, έχουν σωστά προετοιμαστεί και, ειδικότερα, αν αναφέρουν τη σωστή διεύθυνση του Γενικού Δικαστηρίου. Εξάλλου, στον ενδιαφερόμενο διάδικο και στον νόμιμο εκπρόσωπό του εναπόκειται να παρακολουθούν και να εξακριβώνουν ότι οι πάροχοι υπηρεσιών ταχείας επιδόσεως αλληλογραφίας στους οποίους αποφασίζουν, ενδεχομένως, να απευθυνθούν για την αποστολή των εγγράφων αυτών εκτελούν προσηκόντως την αποστολή τους, εντός των συμβατικώς συμφωνηθεισών προθεσμιών.

Εσφαλμένη αναγραφή της διευθύνσεως οφειλόμενη στο ότι ο δικηγόρος του αναιρεσείοντος ανέθεσε, στην πράξη, στον πάροχο υπηρεσιών ταχείας επιδόσεως αλληλογραφίας να προετοιμάσει την ταχυδρομική αποστολή του υπογεγραμμένου πρωτοτύπου της αιτήσεως αναιρέσεως και, ιδίως, να συμπληρώσει ο ίδιος τη διεύθυνση του παραλήπτη στο δελτίο αεροπορικής αποστολής του ομίλου του εν λόγω παρόχου υπηρεσιών ταχείας επιδόσεως αλληλογραφίας, διατρέχοντας έτσι τον κίνδυνο συγχύσεως μεταξύ των διαφόρων διευθύνσεων που αναγράφονταν στο εξώφυλλο του εν λόγω πρωτοτύπου, πρέπει, συνεπώς, να αποδοθεί σε ελλιπή παρακολούθηση και εξακρίβωση εκ μέρους του δικηγόρου του αναιρεσείοντος και, ως εκ τούτου, εκ μέρους του ίδιου του αναιρεσείοντος.

Στο πλαίσιο αυτό, το γεγονός ότι η εσφαλμένη αναγραφή της διευθύνσεως οφείλεται στην παρέμβαση τρίτου προσώπου, εντεταλμένου από τον δικηγόρο του αναιρεσείοντος για την προετοιμασία της αποστολής του υπογεγραμμένου πρωτοτύπου της αιτήσεως αναιρέσεως στη Γραμματεία του Γενικού Δικαστηρίου, δεν μπορεί να θεωρηθεί ως εξαιρετική περίσταση ή μη φυσιολογικό συμβάν ξένο προς τον αναιρεσείοντα. Επομένως, ένα τέτοιο λάθος δεν μπορεί να δικαιολογήσει την επίκληση τυχαίου συμβάντος εκ μέρους του αναιρεσείοντος.

(βλ. σκέψεις 37, 39, 40 και 44)

Παραπομπή:

ΔΕΕ, 22 Σεπτεμβρίου 2011, C‑426/10 P, Bell & Ross κατά ΓΕΕΑ, Συλλογή 2011, σ. I‑8849, σκέψεις 48 έως 50