Language of document : ECLI:EU:T:2015:776

Υπόθεση T‑104/14 P

Ευρωπαϊκή Επιτροπή

κατά

Marco Verile και Anduela Gjergji

«Αίτηση αναιρέσεως — Ανταναίρεση — Υπαλληλική υπόθεση — Υπάλληλοι — Συντάξεις — Μεταφορά εθνικών συνταξιοδοτικών δικαιωμάτων — Προτάσεις περί αναγνωρίσεως συντάξιμων ετών — Μη βλαπτική πράξη — Προσφυγή κριθείσα απαράδεκτη πρωτοδίκως — Άρθρο 11, παράγραφος 2, του παραρτήματος VIII του ΚΥΚ — Ασφάλεια δικαίου — Δικαιολογημένη εμπιστοσύνη — Ίση μεταχείριση»

Περίληψη — Απόφαση του Γενικού Δικαστηρίου (αναιρετικό τμήμα)
της 13ης Οκτωβρίου 2015

1.      Υπαλληλικές προσφυγές — Βλαπτική πράξη — Έννοια — Πρόταση περί αναγνωρίσεως συντάξιμων ετών για τη μεταφορά στο σύστημα της Ένωσης των συνταξιοδοτικών δικαιωμάτων που αποκτήθηκαν πριν την ανάληψη καθηκόντων στην Ένωση — Δεν εμπίπτει — Απόφαση περί αναγνωρίσεως συντάξιμων ετών εκδιδόμενη μετά τη μεταφορά του κεφαλαίου που αντιστοιχεί στα αποκτηθέντα συνταξιοδοτικά δικαιώματα — Εμπίπτει

(Κανονισμός Υπηρεσιακής Καταστάσεως των υπαλλήλων, άρθρο 91 § 1, και παράρτημα VIII, άρθρο 11 § 2)

2.      Υπάλληλοι — Συντάξεις — Συνταξιοδοτικά δικαιώματα αποκτηθέντα πριν την ανάληψη καθηκόντων στην Ένωση — Μεταφορά στο σύστημα της Ένωσης — Δικαίωμα του ενδιαφερόμενου να πληροφορηθεί, πριν από τη μεταφορά, τον οριστικό αριθμό των αναγνωριζόμενων συντάξιμων ετών — Δικαίωμα του ενδιαφερόμενου να ζητήσει προηγουμένως από τον δικαστή να τοποθετηθεί σχετικώς — Δεν υφίσταται

(Κανονισμός Υπηρεσιακής Καταστάσεως των υπαλλήλων, παράρτημα VIII, άρθρο 11 § 2)

3.      Υπαλληλικές προσφυγές — Αρμοδιότητα του δικαστή της Ένωσης — Γνωμοδότηση — Δεν εμπίπτει

(Άρθρο 270 ΣΛΕΕ· Κανονισμός Υπηρεσιακής Καταστάσεως των υπαλλήλων, άρθρο 91 § 1)

4.      Υπάλληλοι — Καταστατική φύση του νομικού δεσμού μεταξύ υπαλλήλου και θεσμικού οργάνου — Συνταξιοδοτικό καθεστώς — Καταστατική και όχι συμβατική φύση

(Κανονισμός Υπηρεσιακής Καταστάσεως των υπαλλήλων, παράρτημα VIII, άρθρο 11 § 2)

5.      Πράξεις των οργάνων — Διαχρονική εφαρμογή — Άμεση εφαρμογή του νέου κανόνα στα μελλοντικά αποτελέσματα καταστάσεως η οποία διαμορφώθηκε υπό το κράτος προϊσχύσαντος κανόνα — Έκδοση νέων γενικών εκτελεστικών διατάξεων των άρθρων 11 και 12 του παραρτήματος VIII του ΚΥΚ — Εφαρμογή σε μεταφορά συνταξιοδοτικών δικαιωμάτων ζητηθείσα πριν την έκδοση του νέου κανόνα αλλά πραγματοποιηθείσα μετά τη θέση του σε ισχύ — Προσβολή των κεκτημένων δικαιωμάτων και παραβίαση της αρχής της δικαιολογημένης εμπιστοσύνης — Δεν συντρέχει

(Κανονισμός Υπηρεσιακής Καταστάσεως των υπαλλήλων, παράρτημα VIII, άρθρο 11 § 2)

6.      Υπάλληλοι — Συντάξεις — Συνταξιοδοτικά δικαιώματα αποκτηθέντα πριν την ανάληψη καθηκόντων στην Ένωση — Μεταφορά στο σύστημα της Ένωσης — Έκδοση νέων γενικών εκτελεστικών διατάξεων των άρθρων 11 και 12 του παραρτήματος VIII του ΚΥΚ — Διαφορετική μεταχείριση μεταξύ υπαλλήλων ως προς τους οποίους το κεφάλαιο που αντιπροσωπεύει τα συνταξιοδοτικά τους δικαιώματα μεταφέρθηκε στο σύστημα της Ένωσης, αντιστοίχως, πριν και μετά τη θέση σε ισχύ των εν λόγω διατάξεων — Παραβίαση της αρχής της ίσης μεταχειρίσεως — Δεν συντρέχει

(Κανονισμός Υπηρεσιακής Καταστάσεως των υπαλλήλων, παράρτημα VIII, άρθρο 11 § 2)

1.      Μια πρόταση περί αναγνωρίσεως συντάξιμων ετών, η οποία κοινοποιείται σε υπάλληλο με σκοπό τη μεταφορά στο σύστημα της Ευρωπαϊκής Ένωσης των συνταξιοδοτικών δικαιωμάτων που αποκτήθηκαν στο πλαίσιο άλλου συστήματος, δεν παράγει δεσμευτικά έννομα αποτελέσματα τα οποία θίγουν απευθείας και άμεσα την έννομη κατάσταση του αποδέκτη της, μεταβάλλοντάς την ουσιωδώς. Ως εκ τούτου, η εν λόγω πρόταση δεν συνιστά βλαπτική πράξη κατά την έννοια του άρθρου 91, παράγραφος 1, του ΚΥΚ.

Σύμφωνα με το άρθρο 11, παράγραφος 2, του παραρτήματος VIII του ΚΥΚ, ο πραγματικός καθορισμός του αριθμού συντάξιμων ετών που αναγνωρίζονται στον υπάλληλο ο οποίος ζητεί τη μεταφορά στο συνταξιοδοτικό σύστημα της Ένωσης των συνταξιοδοτικών δικαιωμάτων τα οποία απέκτησε στο πλαίσιο άλλου συστήματος συντελείται κατά λογική αναγκαιότητα μετά τη μεταφορά συγκεκριμένου χρηματικού ποσού, «βάσει του μεταφερθέντος κεφαλαίου». Επομένως, δεν μπορεί να γίνει δεκτό ότι η πρόταση καθορισμού συντάξιμων ετών η οποία κοινοποιείται, ως εκ της ίδιας της φύσεώς της, πριν την πραγματοποίηση της εν λόγω μεταφοράς δύναται να έχει ως αποτέλεσμα τον καθορισμό αριθμού συντάξιμων ετών.

Ο αριθμός των αναγνωριζόμενων συντάξιμων ετών προκύπτει από την εφαρμογή της μεθόδου μετατροπής σε συντάξιμα έτη του κεφαλαίου που αντιπροσωπεύει τα προγενέστερα δικαιώματα, μεθόδου προβλεπόμενης στις γενικές εκτελεστικές διατάξεις τις οποίες εκδίδει το οικείο όργανο σύμφωνα με το άρθρο 11, παράγραφος 2, του παραρτήματος VIII του ΚΥΚ.

Συγκεκριμένα, η μόνη πράξη που αποτελεί βλαπτική πράξη και είναι δεκτική προσφυγής ακυρώσεως κατά το άρθρο 91, παράγραφος 1, του ΚΥΚ είναι η απόφαση που πρόκειται να εκδοθεί αφότου πραγματοποιηθεί η μεταφορά του κεφαλαίου του αντιστοιχούντος στα συνταξιοδοτικά δικαιώματα που απέκτησε ο ενδιαφερόμενος πριν την ανάληψη των καθηκόντων του.

(βλ. σκέψεις 56, 58, 62, 74)

2.      Το άρθρο 11, παράγραφος 2, του παραρτήματος VIII του ΚΥΚ δεν απαιτεί να διασφαλίζεται η δυνατότητα του ενδιαφερομένου, πριν αποφασίσει αν θα ασκήσει ή όχι το δικαίωμά του να μεταφέρει στο συνταξιοδοτικό σύστημα της Ένωσης τα συνταξιοδοτικά δικαιώματα που απέκτησε σε άλλο σύστημα, να πληροφορηθεί τον οριστικό αριθμό συντάξιμων ετών που θα του αναγνωριστούν μετά τη μεταφορά αυτή.

Ούτε απαιτεί η διάταξη αυτή οι διαφορές που ενδέχεται να ανακύψουν μεταξύ του ενδιαφερόμενου και του οργάνου στο οποίο ανήκει ως προς την ερμηνεία και την εφαρμογή των σχετικών διατάξεων να επιλύονται από τον δικαστή της Ένωσης πριν καν ο ενδιαφερόμενος αποφασίσει αν επιθυμεί ή όχι τη μεταφορά στο συνταξιοδοτικό σύστημα της Ένωσης των συνταξιοδοτικών δικαιωμάτων που έχει αποκτήσει σε άλλο σύστημα.

(βλ. σκέψη 79)

3.      Το άρθρο 270 ΣΛΕΕ δεν παρέχει στον δικαστή της Ένωσης την αρμοδιότητα να εκδίδει γνωμοδοτήσεις αλλά μόνον να αποφαίνεται επί οποιασδήποτε διαφοράς μεταξύ της Ένωσης και των υπαλλήλων της, εντός των ορίων και υπό τους όρους που καθορίζει ο ΚΥΚ.

Ακριβώς όμως το άρθρο 91, παράγραφος 1, του ΚΥΚ προβλέπει ότι προσφυγή ακυρώσεως μπορεί να στρέφεται μόνον κατά βλαπτικής πράξεως. Αν η πράξη κατά της οποίας ασκήθηκε η προσφυγή δεν είναι βλαπτική για τον προσφεύγοντα, η προσφυγή είναι απαράδεκτη. Το ενδεχόμενο συμφέρον του προσφεύγοντος να επιλυθεί επί της ουσίας το ζήτημα το οποίο εγείρει με την προσφυγή του είναι, συναφώς, άνευ σημασίας.

(βλ. σκέψεις 81, 82)

4.      Ο νομικός δεσμός μεταξύ των υπαλλήλων και της διοικήσεως είναι καταστατικής και όχι συμβατικής φύσεως. Από τούτο συνάγεται ότι οι έννομες σχέσεις που διέπονται απευθείας από τις διατάξεις του ΚΥΚ, όπως οι σχετικές με το συνταξιοδοτικό σύστημα της Ένωσης, δεν είναι συμβατικής φύσεως. Ως εκ τούτου, οι έννοιες που εμπίπτουν στο ιδιωτικό δίκαιο των κρατών μελών το οποίο έχει εφαρμογή στις συμβάσεις, όπως είναι η έννοια μιας προτάσεως που προσομοιάζει προς «προσφορά», δεν είναι λυσιτελείς για την εφαρμογή του άρθρου 11, παράγραφος 2, του παραρτήματος VIII του ΚΥΚ.

(βλ. σκέψη 94)

5.      Ο τροποποιητικός μιας νομοθετικής διατάξεως νόμος εφαρμόζεται, πλην εξαιρέσεως, στα μελλοντικά αποτελέσματα καταστάσεων γεγενημένων υπό το κράτος της προγενέστερης νομοθετικής διατάξεως. Το αντίθετο ισχύει μόνο για τις καταστάσεις που γεννώνται και διαμορφώνονται οριστικά υπό το κράτος του παλαιοτέρου κανόνα, οι οποίες και δημιουργούν κεκτημένα δικαιώματα. Ένα δικαίωμα θεωρείται κεκτημένο οσάκις το γεγονός που το δημιουργεί επέρχεται πριν από τη νομοθετική τροποποίηση. Εντούτοις, τούτο δεν ισχύει στην περίπτωση δικαιώματος του οποίου το γενεσιουργό γεγονός δεν επήλθε υπό το κράτος της νομοθεσίας που τροποποιήθηκε.

Η εφαρμογή νέων γενικών εκτελεστικών διατάξεων των άρθρων 11 και 12 του παραρτήματος VIII του ΚΥΚ σε μεταφορά συνταξιοδοτικών δικαιωμάτων αποκτηθέντων στο πλαίσιο άλλου συνταξιοδοτικού συστήματος, η οποία ζητήθηκε πριν την έκδοση των εν λόγω διατάξεων αλλά πραγματοποιήθηκε μετά τη θέση τους σε ισχύ, δεν είναι αντίθετη προς το άρθρο 11, παράγραφος 2, του παραρτήματος VIII του ΚΥΚ.

Συναφώς, ο ενδιαφερόμενος δεν αποκτά δικαίωμα αναγνωρίσεως συντάξιμων ετών παρά μόνον αφότου πραγματοποιηθεί η μεταφορά στο συνταξιοδοτικό σύστημα της Ένωσης του κεφαλαίου που αντιπροσωπεύει συνταξιοδοτικά δικαιώματα αποκτηθέντα σε άλλο σύστημα. Ως εκ τούτου, στο μέτρο που ούτε η πρόταση αναγνωρίσεως συντάξιμων ετών η οποία διαβιβάζεται σε υπάλληλο ή μέλος του λοιπού προσωπικού κατόπιν αιτήσεως μεταφοράς στο συνταξιοδοτικό σύστημα της Ένωσης συνταξιοδοτικών δικαιωμάτων αποκτηθέντων σε άλλο σύστημα ούτε κατά μείζονα λόγο η απλή υποβολή τέτοιας αίτησης παράγουν δεσμευτικά έννομα αποτελέσματα, ενόσω η ζητηθείσα μεταφορά δεν έχει ακόμα πραγματοποιηθεί, μπορεί να γίνει λόγος, στην περίπτωση αυτή, για «κατάσταση μέλλουσα να γεννηθεί» ή, το πολύ, για «κατάσταση γεγενημένη χωρίς ωστόσο να έχει πλήρως διαμορφωθεί». Εν πάση περιπτώσει, δεν μπορεί να γίνει λόγος για κατάσταση γεννηθείσα και διαμορφωθείσα οριστικά υπό το κράτος του παλαιοτέρου κανόνα.

Επιπλέον, ακόμα και αν γίνει δεκτή η ύπαρξη συγκεκριμένων διαβεβαιώσεων ικανών να δημιουργήσουν δικαιολογημένη εμπιστοσύνη, οι ιδιώτες δεν μπορούν να επικαλεστούν την αρχή της προστασίας της δικαιολογημένης εμπιστοσύνης για να αντιταχθούν στην εφαρμογή νέας νομοθετικής διάταξης ιδίως σε τομέα στον οποίο ο νομοθέτης διαθέτει ευρεία εξουσία εκτιμήσεως.

(βλ. σκέψεις 152-154, 170)

6.      Το θεσμικό όργανο, θεσπίζοντας τις νέες γενικές εκτελεστικές διατάξεις των άρθρων 11 και 12 του παραρτήματος VIII του ΚΥΚ, από τις οποίες προκύπτει διαφορετική μεταχείριση μεταξύ των υπαλλήλων ως προς τους οποίους το κεφάλαιο που αντιπροσωπεύει τα αποκτηθέντα σε άλλο σύστημα συνταξιοδοτικά τους δικαιώματα μεταφέρθηκε στο συνταξιοδοτικό σύστημα της Ένωσης, αντιστοίχως, πριν και μετά τη θέση σε ισχύ των διατάξεων αυτών, δεν παραβιάζει την αρχή της ίσης μεταχειρίσεως, εφόσον η διαφορετική μεταχείριση αφορά υπαλλήλους που δεν ανήκουν στην ίδια και αυτή κατηγορία.

Συγκεκριμένα, οι υπάλληλοι ως προς τους οποίους το κεφάλαιο που αντιπροσωπεύει τα αποκτηθέντα σε άλλο σύστημα συνταξιοδοτικά τους δικαιώματα δεν έχει μεταφερθεί στο συνταξιοδοτικό σύστημα της Ένωσης κατά τον χρόνο θέσεως σε ισχύ των νέων διατάξεων δεν βρίσκονται στην ίδια νομική κατάσταση με τους υπαλλήλους των οποίων τα αποκτηθέντα πριν την ανάληψη των καθηκόντων τους συνταξιοδοτικά δικαιώματα έχουν ήδη μεταφερθεί, πριν την ημερομηνία αυτή, στο συνταξιοδοτικό σύστημα της Ένωσης υπό τη μορφή κεφαλαίου και ως προς τα οποία έχει εκδοθεί απόφαση περί αναγνωρίσεως συντάξιμων ετών στο τελευταίο αυτό σύστημα. Οι πρώτοι διαθέτουν ακόμη συνταξιοδοτικά δικαιώματα σε άλλο σύστημα ενώ, ως προς τους δεύτερους, έχει ήδη πραγματοποιηθεί μεταφορά κεφαλαίου με συνέπεια την απόσβεση των δικαιωμάτων αυτών και την αντίστοιχη αναγνώριση συντάξιμων ετών στο συνταξιοδοτικό σύστημα της Ένωσης.

Εκτός αυτού, η διαφορετική αυτή μεταχείριση στηρίζεται σε ένα αντικειμενικό στοιχείο ανεξάρτητο από τη βούληση του οικείου θεσμικού οργάνου, ήτοι την ταχύτητα με την οποία το οικείο εξωτερικό συνταξιοδοτικό σύστημα διεκπεραιώνει την αίτηση μεταφοράς κεφαλαίου του ενδιαφερόμενου.

(βλ. σκέψεις 177-179)