Language of document : ECLI:EU:T:2014:1073

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΓΕΝΙΚΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (αναιρετικό τμήμα)

της 12ης Δεκεμβρίου 2014

Υπόθεση T‑512/13 P

AN

κατά

Ευρωπαϊκής Επιτροπής

«Αίτηση αναιρέσεως – Υπαλληλική υπόθεση – Υπάλληλοι – Ηθική παρενόχληση – Άρθρο 22α, παράγραφος 3, του ΚΥΚ – Παράλειψη αποφάνσεως επί λόγου ακυρώσεως – Παραμόρφωση του περιεχομένου των πραγματικών στοιχείων»

Αντικείμενο:      Αίτηση αναιρέσεως κατά της αποφάσεως του Δικαστηρίου Δημόσιας Διοίκησης της Ευρωπαϊκής Ένωσης (δεύτερο τμήμα) της 11ης Ιουλίου 2013, ΑΝ κατά Επιτροπής (F‑111/10, Συλλογή Υπ.Υπ., EU:F:2013:114).

Απόφαση:      Η απόφαση του Δικαστηρίου Δημόσιας Διοίκησης της Ευρωπαϊκής Ένωσης (δεύτερο τμήμα) ΑΝ κατά Επιτροπής (F‑111/10, Συλλογή Υπ.Υπ., EU:F:2013:114) αναιρείται καθόσον με αυτήν το Δικαστήριο Δημόσιας Διοίκησης παρέλειψε να αποφανθεί επί του λόγου ακυρώσεως που αντλείτο από τον παράτυπο χαρακτήρα της υπ’ αριθ. CMS 07/041 έρευνας. Η αίτηση αναιρέσεως απορρίπτεται κατά τα λοιπά. Η προσφυγή που η AN είχε ασκήσει ενώπιον του Δικαστηρίου Δημόσιας Διοίκησης στην υπόθεση F‑111/10 απορρίπτεται. Η AN φέρει τα δικαστικά έξοδά της, καθώς και το ήμισυ των δικαστικών εξόδων στα οποία υπεβλήθη η Ευρωπαϊκή Επιτροπή τόσο στο πλαίσιο της δίκης ενώπιον του Δικαστηρίου Δημόσιας Διοίκησης όσο και στο πλαίσιο της κατ’ αναίρεση δίκης. Η Επιτροπή φέρει το ήμισυ των δικαστικών εξόδων στα οποία υπεβλήθη τόσο στο πλαίσιο της δίκης ενώπιον του Δικαστηρίου Δημόσιας Διοίκησης όσο και στο πλαίσιο της κατ’ αναίρεση δίκης.

Περίληψη

Υπάλληλοι – Δικαιώματα και υποχρεώσεις – Ελευθερία εκφράσεως – Κοινολόγηση γεγονότων εκ των οποίων δύναται να τεκμαίρεται η ύπαρξη παράνομης δραστηριότητας ή σοβαρής παραβάσεως – Προστασία του υπαλλήλου που προέβη στην κοινολόγηση – Περιεχόμενο

(Κανονισμός Υπηρεσιακής Καταστάσεως των υπαλλήλων, άρθρο 22α § 3)

Το άρθρο 22α, παράγραφος 3, του ΚΥΚ ορίζει ότι ο υπάλληλος ο οποίος γνωστοποίησε, δυνάμει της παραγράφου 1 του ιδίου άρθρου, πληροφορία σχετική με γεγονότα εκ των οποίων δύναται να τεκμαίρεται η ύπαρξη πιθανής παράνομης δραστηριότητας ή συμπεριφοράς υποδηλούσας σοβαρή παράβαση των υποχρεώσεων των υπαλλήλων της Ένωσης δεν υφίσταται εκ μέρους του οργάνου καμία δυσμενή συνέπεια, εφόσον ενήργησε καλοπίστως. Ως εκ τούτου, παρατυπίες σημειωθείσες στο πλαίσιο διοικητικής διαδικασίας δύνανται να συνιστούν δυσμενή συνέπεια, κατά την έννοια της εν λόγω διατάξεως, ακόμη και αν η διαδικασία αυτή περατώθηκε με θέση της υποθέσεως στο αρχείο και άνευ της εκδόσεως βλαπτικής πράξεως. Πράγματι, ανεξαρτήτως του αποτελέσματος της διοικητικής διαδικασίας, δεν δύναται να αποκλεισθεί εκ των προτέρων το ενδεχόμενο η δυσμενής συνέπεια για τον υπάλληλο κατά του οποίου κινήθηκε η διαδικασία να απορρέει από αυτές καθ’ εαυτές τις συγκεκριμένες περιστάσεις μιας τέτοιας έρευνας, ιδίως δε από τις ακραίες, ανάρμοστες ή προσβλητικές συμπεριφορές που ο εν λόγω υπάλληλος υπέστη. Το άρθρο 22α, παράγραφος 3, του ΚΥΚ σκοπεί επομένως στην προστασία του υπάλληλου που προέβη στην αποκάλυψη όχι μόνον έναντι κινήσεως αδικαιολόγητης εις βάρος του έρευνας, αλλά και έναντι οιασδήποτε υλικής ζημίας ή ηθικής βλάβης στο πλαίσιο έρευνας, ακόμη και αν η κίνηση της εν λόγω έρευνας είναι δικαιολογημένη. Το γεγονός ότι μια διοικητική διαδικασία δεν κινήθηκε κατόπιν αιτήσεως αρωγής υπαλλήλου δεν δύναται να θέσει εν αμφιβόλω τη διαπίστωση αυτή.

Εντούτοις, οιαδήποτε παρατυπία στο πλαίσιο διοικητικής διαδικασίας δεν δύναται κατ’ ανάγκην να συνεπάγεται δυσμενή συνέπεια κατά την έννοια του εν λόγω άρθρου. Συγκεκριμένα, η κατάφαση μιας τέτοιας δυσμενούς συνέπειας, η οποία προϋποθέτει πράξεις ορισμένης σοβαρότητας, εξαρτάται από τις ιδιαίτερες περιστάσεις της εκάστοτε υποθέσεως.

(βλ. σκέψεις 30, 33, 34 και 64)