Language of document : ECLI:EU:T:2008:186

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟΥ (δεύτερο τμήμα)

της 10ης Ιουνίου 2008 (*)

«Κοινοτικό σήμα – Διαδικασία ανακοπής – Αίτηση λεκτικού κοινοτικού σήματος GABEL – Προγενέστερο εικονιστικό κοινοτικό σήμα GAREL – Μερική άρνηση καταχωρίσεως – Έκταση της εξετάσεως που πρέπει να γίνεται από το τμήμα προσφυγών – Υποχρέωση αποφάνσεως επί του συνόλου της προσφυγής – Άρθρο 62, παράγραφος 1, του κανονισμού (ΕΚ) 40/94»

Στην υπόθεση T‑85/07,

Gabel Industria Tessile SpA, με έδρα το Rovellasca (Ιταλία), εκπροσωπούμενη από τον A. Petruzzelli, δικηγόρο,

προσφεύγουσα,

κατά

Γραφείου Εναρμονίσεως στο πλαίσιο της Εσωτερικής Αγοράς (εμπορικά σήματα, σχέδια και υποδείγματα) (ΓΕΕΑ), εκπροσωπούμενου από τους O. Montalto και L. Rampini,

καθού,

αντίδικος κατά τη διαδικασία ενώπιον του τμήματος προσφυγών του ΓΕΕΑ:

Creaciones Garel, SA, με έδρα το Logroño (Ισπανία),

με αντικείμενο προσφυγή κατά της αποφάσεως του δευτέρου τμήματος προσφυγών του ΓΕΕΑ της 25ης Ιανουαρίου 2007 (υπόθεση R 960/2006-2), σχετικά με διαδικασία ανακοπής μεταξύ της Creaciones Garel, SA και της Gabel Industria Tessile SpA,

ΤΟ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ (δεύτερο τμήμα),

συγκείμενο από την I. Pelikánová (εισηγήτρια), πρόεδρο, την K. Jürimäe και τον S. Soldevila Fragoso, δικαστές,

γραμματέας: B. Pastor, αναπληρώτρια γραμματέας,

έχοντας υπόψη το δικόγραφο της προσφυγής που κατατέθηκε στη Γραμματεία του Πρωτοδικείου στις 20 Μαρτίου 2007,

έχοντας υπόψη το υπόμνημα αντικρούσεως που κατατέθηκε στη Γραμματεία του Πρωτοδικείου στις 4 Ιουλίου 2007,

έχοντας υπόψη τις γραπτές ερωτήσεις που το Πρωτοδικείο έθεσε στους διαδίκους στις 13 Δεκεμβρίου 2007,

έχοντας υπόψη τις παρατηρήσεις που οι διάδικοι κατέθεσαν στη Γραμματεία του Πρωτοδικείου στις 19 και 20 Δεκεμβρίου 2007,

κατόπιν της επ’ ακροατηρίου συζητήσεως της 30ής Ιανουαρίου 2008,

εκδίδει την ακόλουθη

Απόφαση

 Ιστορικό της διαφοράς

1        Στις 2 Απριλίου 2004 η προσφεύγουσα Gabel Industria Tessile SpA υπέβαλε στο Γραφείο Εναρμονίσεως στο πλαίσιο της Εσωτερικής Αγοράς (εμπορικά σήματα, σχέδια και υποδείγματα) (ΓΕΕΑ) αίτηση κοινοτικού σήματος βάσει του κανονισμού (ΕΚ) 40/94 του Συμβουλίου, της 20ής Δεκεμβρίου 1993, για το κοινοτικό σήμα (ΕΕ 1994, L 11, σ. 1), όπως έχει τροποποιηθεί.

2        Το σήμα του οποίου ζητήθηκε η καταχώριση είναι το λεκτικό σημείο GABEL.

3        Τα προϊόντα για τα οποία ζητήθηκε η καταχώριση υπάγονται στις κλάσεις 24 και 25 υπό την έννοια του Διακανονισμού της Νίκαιας, της 15ης Ιουνίου 1957, σχετικά με τη διεθνή ταξινόμηση προϊόντων και υπηρεσιών όσον αφορά την καταχώριση των σημάτων, όπως έχει αναθεωρηθεί και τροποποιηθεί, και, για κάθε μία από τις κλάσεις αυτές, αντιστοιχούν στην ακόλουθη περιγραφή:

–        κλάση 24: «Υφάσματα, κλινοσκεπάσματα και τραπεζομάντιλα, μάλλινα καλύμματα με πολύχρωμα καρό σχέδια, σεντόνια, μαξιλαροθήκες, πετσέτες, σφουγγάρια μπάνιου, κλινοσκεπάσματα, παπλώματα, πουπουλένια παπλώματα, λευκά είδη μπάνιου»·

–        κλάση 25: «Ενδύματα, στα οποία περιλαμβάνονται μπότες, παπούτσια και παντόφλες».

4        Η αίτηση δημοσιεύθηκε στο με αριθ. 2/05 Δελτίο κοινοτικών σημάτων της 10ης Ιανουαρίου 2005.

5        Στις 6 Απριλίου 2005, η ανακόπτουσα Creaciones Garel, SA, άσκησε, βάσει του άρθρου 42 του κανονισμού 40/94, ανακοπή κατά της καταχωρίσεως του ζητηθέντος σήματος.

6        Ο λόγος ανακοπής ήταν κίνδυνος συγχύσεως, υπό την έννοια του άρθρου 8, παράγραφος 1, στοιχείο β΄, του κανονισμού 40/94, μεταξύ του ζητηθέντος σήματος και διάφορων προγενέστερων σημάτων, και συγκεκριμένα εννέα ισπανικών σημάτων, έξι διεθνών σημάτων και δύο κοινοτικών σημάτων. Τα τελευταία αντιστοιχούν μεταξύ άλλων στο προγενέστερο εικονιστικό κοινοτικό σήμα αριθ. 1806199 (στο εξής: προγενέστερο εικονιστικό κοινοτικό σήμα), το οποίο καταχωρίστηκε στις 5 Ιανουαρίου 2005 και αναπαρίσταται αμέσως πιο κάτω:

Image not found

7        Τα προϊόντα για τα οποία καταχωρίστηκε το προγενέστερο εικονιστικό σήμα υπάγονται στις κλάσεις 24, 25 και 26 υπό την έννοια του Διακανονισμού της Νίκαιας και, για κάθε μία από τις κλάσεις αυτές, αντιστοιχούν στην ακόλουθη περιγραφή:

–        κλάση 24: «Υφάσματα και είδη υφαντουργίας μη περιλαμβανόμενα σε άλλες κλάσεις, κλινοσκεπάσματα και τραπεζομάντιλα»·

–        κλάση 25: «Κορσέδες με λαστέξ, στηθόδεσμοι, κυλόττες, μεσοφόρια και κορμάκια»·

–        κλάση 26: «Δαντέλες, κεντήματα, κορδέλες και σιρίτια».

8        Με απόφαση της 22ας Ιουνίου 2006, το τμήμα ανακοπών δέχθηκε την ανακοπή, απέρριψε στο σύνολό της την αίτηση καταχωρίσεως και καταδίκασε την προσφεύγουσα στα έξοδα. Το τμήμα ανακοπών εκτίμησε ότι, λόγω της ομοιότητας του ζητηθέντος σήματος με το προγενέστερο εικονιστικό κοινοτικό σήμα και λόγω του πανομοιότυπου των προϊόντων που αφορούν τα σήματα αυτά, υπήρχε κίνδυνος να περιέλθει σε σύγχυση το κοινό της Ευρωπαϊκής Ενώσεως. Επιπλέον, το τμήμα ανακοπών δεν έκρινε αναγκαίο να εξετάσει αν τα προγενέστερα σήματα που επικαλέστηκε η ανακόπτουσα έγιναν αντικείμενο ουσιαστικής χρήσεως στην Κοινότητα, κατά τα άρθρα 15 και 50 του κανονισμού 40/94, καθόσον η απόφασή του στηρίχθηκε μόνο στο προγενέστερο εικονιστικό κοινοτικό σήμα, το οποίο είχε καταχωριστεί πριν λιγότερο από 5 χρόνια και έτσι δεν ενέπιπτε στην προϋπόθεση αυτή.

9        Με έγγραφο της 12ης Ιουλίου 2006, η προσφεύγουσα γνωστοποίησε στο ΓΕΕΑ, σχετικά με την αίτησή της καταχωρίσεως, την απόφασή της να περιορίσει ως ακολούθως τον κατάλογο των προϊόντων που υπάγονται στην κλάση 25:

«[…] αντί των “ενδυμάτων, στα οποία περιλαμβάνονται μπότες, παπούτσια και παντόφλες”, […] ζητείται καταχώριση μόνο για “μπουρνούζια”, που τα ίδια υπάγονται στην κλάση 25.»

10      Στις 17 Ιουλίου 2006, η προσφεύγουσα άσκησε ενώπιον του ΓΕΕΑ προσφυγή, βάσει των άρθρων 57 έως 62 του κανονισμού 40/94, κατά της αποφάσεως του τμήματος ανακοπών.

11      Με απόφαση της 25ης Ιανουαρίου 2007 (στο εξής: προσβαλλόμενη απόφαση), η οποία κοινοποιήθηκε στην προσφεύγουσα στις 29 Ιανουαρίου 2007, το δεύτερο τμήμα προσφυγών του ΓΕΕΑ ακύρωσε την απόφαση του τμήματος ανακοπών, επέτρεψε την καταχώριση του ζητηθέντος σήματος για τα μπουρνούζια που υπάγονται στην κλάση 25 και καταδίκασε κάθε μέρος στα έξοδά του.

 Αιτήματα των διαδίκων

12      Η προσφεύγουσα ζητεί από το Πρωτοδικείο:

–        να ακυρώσει την προσβαλλόμενη απόφαση κατά το μέρος που σιωπηρά αρνείται την καταχώριση του ζητηθέντος σήματος για τα προϊόντα που υπάγονται στην κλάση 24·

–        να επιβεβαιώσει την προσβαλλόμενη απόφαση κατά το μέρος που επιτρέπει την καταχώριση του ζητηθέντος σήματος για τα μπουρνούζια που υπάγονται στην κλάση 25·

–        να διατάξει το ΓΕΕΑ να καταχωρίσει το ζητηθέν σήμα για τα προϊόντα που υπάγονται στην κλάση 24 και για τα μπουρνούζια που υπάγονται στην κλάση 25·

–        να αναγνωρίσει ότι τα προγενέστερα σήματα της ανακόπτουσας, εξαιρουμένου του προγενέστερου εικονιστικού κοινοτικού σήματος, δεν χρησιμοποιήθηκαν για προϊόντα που υπάγονται στην κλάση 24 και ότι με γνώμονα τα άρθρα 15 και 50 του κανονισμού 40/94 είναι καταχρηστική η καταχώριση των σημάτων αυτών·

–        να καταδικάσει το ΓΕΕΑ στα δικαστικά έξοδα.

13      Το ΓΕΕΑ ζητεί από το Πρωτοδικείο:

–        να απορρίψει την προσφυγή και

–        να καταδικάσει την προσφεύγουσα στα δικαστικά έξοδα.

14      Με τις παρατηρήσεις της σε απάντηση ερωτήσεων του Πρωτοδικείου, τις οποίες κατέθεσε στη Γραμματεία στις 19 Δεκεμβρίου 2007, η προσφεύγουσα δήλωσε ότι παραιτείται από το τρίτο αίτημά της, πράγμα που το Πρωτοδικείο σημείωσε στα πρακτικά της επ’ ακροατηρίου συζητήσεως.

 Επί του παραδεκτού

15      Εφόσον οι προϋποθέσεις του παραδεκτού της προσφυγής είναι δημοσίας τάξεως, το Πρωτοδικείο δύναται να τις εξετάσει αυτεπαγγέλτως, ο δε έλεγχός του εν προκειμένω δεν περιορίζεται στην εξέταση των ενστάσεων απαραδέκτου που προβλήθηκαν από τους διαδίκους [απόφαση του Δικαστηρίου της 23ης Απριλίου 1986, 294/83, Πράσινοι κατά Κοινοβουλίου, Συλλογή 1986, σ. 1339, σκέψη 19· αποφάσεις του Πρωτοδικείου της 12ης Δεκεμβρίου 1996, T‑99/95, Stott κατά Επιτροπής, Συλλογή 1996, σ. ΙΙ-2227, σκέψη 22, και της 27ης Σεπτεμβρίου 2006, T-172/04, Telefónica κατά ΓΕΕΑ – Branch (emergia), δεν έχει δημοσιευθεί στη Συλλογή, σκέψη 22].

16      Με το δεύτερο αίτημά της, η προσφεύγουσα ζητεί να επιβεβαιώσει το Πρωτοδικείο την προσβαλλόμενη απόφαση κατά το μέρος που επιτρέπει την καταχώριση του ζητηθέντος σήματος για τα μπουρνούζια που υπάγονται στην κλάση 25. Επιπλέον, με το τέταρτο αίτημά της, ζητεί να αναγνωρίσει το Πρωτοδικείο ότι τα προγενέστερα σήματα της ανακόπτουσας, εξαιρουμένου του προγενέστερου εικονιστικού κοινοτικού σήματος, δεν χρησιμοποιήθηκαν για προϊόντα που υπάγονται στην κλάση 24 και ότι, με γνώμονα τα άρθρα 15 και 50 του κανονισμού 40/94, είναι καταχρηστική η καταχώριση των σημάτων αυτών.

17      Διαπιστώνεται ότι, με το δεύτερο και το τέταρτο αίτημά της, η προσφεύγουσα ζητεί επιβεβαιωτική ή αναγνωριστική απόφαση του Πρωτοδικείου. Ωστόσο, από το άρθρο 63, παράγραφοι 2 και 3, του κανονισμού 40/94 προκύπτει ότι η προσφυγή που δύναται να ασκηθεί ενώπιον του Πρωτοδικείου σκοπό έχει να εξεταστεί η νομιμότητα των αποφάσεων των τμημάτων προσφυγών και, εν ανάγκη, να ακυρωθούν ή μεταρρυθμιστούν οι αποφάσεις αυτές [απόφαση του Δικαστηρίου της 12ης Οκτωβρίου 2004, C‑106/03 P, Vedial κατά ΓΕΕΑ, Συλλογή 2004, σ. I‑9573, σκέψη 28· βλ., στο ίδιο πνεύμα, και τις αποφάσεις του Πρωτοδικείου της 12ης Δεκεμβρίου 2002, T‑247/01, eCopy κατά ΓΕΕΑ (ECOPY), Συλλογή 2002, σ. II‑5301, σκέψη 46, και της 6ης Νοεμβρίου 2007, T‑407/05, SAEME κατά ΓΕΕΑ – Racke (REVIAN’s), δεν έχει ακόμη δημοσιευθεί στη Συλλογή, σκέψη 65], οπότε δεν δύναται να έχει ως αντικείμενο την έκδοση επιβεβαιωτικής ή αναγνωριστικής αποφάσεως.

18      Κατά συνέπεια, το δεύτερο και το τέταρτο αίτημα της προσφεύγουσας πρέπει να απορριφθούν ως απαράδεκτα.

 Επί της ουσίας

19      Προς στήριξη του πρώτου αιτήματός της, με το οποίο ζητεί την ακύρωση της προσβαλλομένης αποφάσεως κατά το μέρος που αρνείται την καταχώριση του ζητηθέντος σήματος για τα προϊόντα που υπάγονται στην κλάση 24, η προσφεύγουσα διατυπώνει τρεις λόγους ακυρώσεως. Με τον πρώτο προβάλλει στην ουσία παράβαση, από το τμήμα προσφυγών, της υποχρεώσεώς του να αποφανθεί ρητώς επί της αιτήσεως καταχωρίσεως για τα προϊόντα που υπάγονται στην κλάση 24. Με τον δεύτερο προβάλλει παράβαση του άρθρου 8, παράγραφος 1, στοιχείο β΄, του κανονισμού 40/94. Με τον τρίτο προβάλλει παράβαση των άρθρων 15 και 50 του ίδιου κανονισμού, η οποία ορίζεται ως καταχρηστική καταχώριση των σχετικών σημάτων.

20      Κατ’ αρχάς, πρέπει να υπομνησθεί ότι, κατά το άρθρο 62, παράγραφος 1, πρώτη περίοδος, του κανονισμού 40/94, «[μ]ετά την εξέταση της προσφυγής επί της ουσίας, το τμήμα προσφυγών αποφαίνεται επί της προσφυγής». Η υποχρέωση αυτή πρέπει να νοηθεί υπό την έννοια ότι το τμήμα προσφυγών οφείλει να αποφανθεί, είτε με το να το δεχθεί είτε με το να το απορρίψει ως απαράδεκτο ή αβάσιμο, επί κάθε αιτήματος, στο σύνολό του, που υποβλήθηκε ενώπιον του τμήματος προσφυγών (βλ., στο ίδιο πνεύμα, την απόφαση του Δικαστηρίου της 13ης Μαρτίου 2007, C‑29/05 P, ΓΕΕΑ κατά Kaul, Συλλογή 2007, σ. I‑2213, σκέψεις 56 και 57). Εφόσον η παράβαση της υποχρεώσεως αυτής δύναται να έχει συνέπειες όσον αφορά το περιεχόμενο της αποφάσεως του τμήματος προσφυγών, πρόκειται για ουσιώδη τύπο του οποίου η παράβαση δύναται να εξεταστεί αυτεπαγγέλτως από το Πρωτοδικείο.

21      Εν προκειμένω, πρέπει να εξεταστεί αυτεπαγγέλτως αν, στην προσβαλλόμενη απόφαση, το τμήμα προσφυγών αποφάνθηκε επί του αιτήματος της προσφεύγουσας που στρεφόταν κατά της αρνήσεως του τμήματος ανακοπών να καταχωρίσει το ζητηθέν σήμα για τα προϊόντα που υπάγονται στην κλάση 24.

22      Οι διάδικοι στην παρούσα δίκη συμφωνούν ως προς το ότι το τμήμα προσφυγών σιωπηρά αποφάνθηκε επί του αιτήματος αυτού στην προσβαλλόμενη απόφαση. Το ΓΕΕΑ προσθέτει ότι το τμήμα προσφυγών στην ουσία επιβεβαίωσε στο σημείο αυτό την απόφαση του τμήματος ανακοπών. Οι διάδικοι συμφωνούν και ως προς το ότι η άρνηση αυτή δικαιολογήθηκε με την ύπαρξη κινδύνου συγχύσεως, κατά το άρθρο 8, παράγραφος 1, στοιχείο β΄, του κανονισμού 40/94, κινδύνου που απέρρεε από την ομοιότητα του προγενέστερου εικονιστικού κοινοτικού σήματος με το ζητηθέν σήμα και από το πανομοιότυπο ή την ομοιότητα των προϊόντων που αφορούν τα δύο αυτά σήματα. Σε απάντηση γραπτής ερωτήσεως του Πρωτοδικείου σχετικά με το ενδεχόμενο να παρέλειψε το τμήμα προσφυγών να αποφανθεί επί της αρνήσεως καταχωρίσεως του ζητηθέντος σήματος για τα προϊόντα που υπάγονται στην κλάση 24, οι διάδικοι περιορίστηκαν να επαναλάβουν την προηγούμενη επιχειρηματολογία τους.

23      Ωστόσο, πρέπει πρώτα απ’ όλα να επισημανθεί ότι το σημείο 1 του διατακτικού της προσβαλλομένης αποφάσεως, κατά το οποίο το τμήμα προσφυγών ακύρωσε την απόφαση του τμήματος ανακοπών να απορρίψει την αίτηση καταχωρίσεως, αποκλείει τη δυνατότητα να θεωρηθεί, όπως υποστηρίζει το ΓΕΕΑ, ότι το τμήμα προσφυγών σιωπηρά επιβεβαίωσε την εν λόγω απόφαση κατά το μέρος που αρνήθηκε την καταχώριση του ζητηθέντος σήματος για τα προϊόντα που υπάγονται στην κλάση 24.

24      Στη συνέχεια, πρέπει να επισημανθεί ότι στο διατακτικό της προσβαλλομένης αποφάσεως δεν υπάρχει άλλο σημείο που ρητώς να επιτρέπει ή να απορρίπτει την καταχώριση του ζητηθέντος σήματος για τα προϊόντα που υπάγονται στην κλάση 24. Συγκεκριμένα, το σημείο 2 του διατακτικού της προσβαλλομένης αποφάσεως αρκείται να επιτρέψει την καταχώριση του ζητηθέντος σήματος για τα μπουρνούζια που υπάγονται στην κλάση 25. Ωστόσο, εφόσον το διατακτικό μιας αποφάσεως του τμήματος προσφυγών πρέπει να ερμηνεύεται υπό το φως των πραγματικών και νομικών σκέψεων που αποτελούν το αναγκαίο βάθρο της εν λόγω αποφάσεως, εν προκειμένω πρέπει να εξεταστεί αν το σημείο 2 του διατακτικού της προσβαλλομένης αποφάσεως δύναται, υπό το φως των σκέψεων της τελευταίας, να ερμηνευθεί υπό την έννοια ότι, επίσης, απορρίπτει ή αρνείται σιωπηρά την καταχώριση του ζητηθέντος σήματος για τα προϊόντα που υπάγονται στην κλάση 24 τα οποία αφορά η αίτηση καταχωρίσεως.

25      Η προσφεύγουσα δεν προσκόμισε κανένα στοιχείο που να στηρίζει τους ισχυρισμούς της ότι το τμήμα προσφυγών, στο αιτιολογικό της προσβαλλομένης αποφάσεως, διά βραχέων αναφέρθηκε στην άρνησή του να καταχωρίσει το ζητηθέν σήμα για τα προϊόντα που υπάγονται στην κλάση 24. Αντιθέτως, από το σημείο 16 του αιτιολογικού της προσβαλλομένης αποφάσεως προκύπτει ότι το τμήμα προσφυγών θεώρησε ότι, μετά την έκδοση της αποφάσεως του τμήματος ανακοπών, η αιτούσα περιόρισε στα μπουρνούζια που υπάγονται στην κλάση 25 τα προϊόντα που αφορά η αίτησή της καταχωρίσεως. Επιπλέον, από τα δύο επόμενα σημεία της προσβαλλομένης αποφάσεως προκύπτει ότι, κατά συνέπεια, το τμήμα προσφυγών εκτίμησε ότι τα μπουρνούζια που υπάγονται στην κλάση 25 είναι τα μόνα προϊόντα που ήσαν επίμαχα ενώπιόν του.

26      Κατά συνέπεια, πρέπει να εξεταστεί αν, υπό τις συνθήκες της παρούσας υποθέσεως, το τμήμα προσφυγών σωστά συνήγαγε ότι κατ’ αυτόν τον τρόπο είχε περιοριστεί η αίτηση καταχωρίσεως και, επομένως, σωστά περιόρισε την εξέτασή του στα μπουρνούζια που υπάγονται στην κλάση 25. Όπως το ΓΕΕΑ επιβεβαίωσε σε απάντηση γραπτής ερωτήσεως του Πρωτοδικείου, το σημείο 16 του αιτιολογικού της προσβαλλομένης αποφάσεως στηρίζεται στο από 12 Ιουλίου 2006 έγγραφο της προσφεύγουσας που παρατίθεται στη σκέψη 9 της παρούσας αποφάσεως. Ωστόσο, το έγγραφο αυτό, το οποίο δεν αναφέρει τα προϊόντα που υπάγονται στην κλάση 24 και που αφορά η αίτηση καταχωρίσεως, δεν δύναται να ερμηνευθεί υπό την έννοια ότι εκφράζει τη βούληση της προσφεύγουσας να παραιτηθεί από την αίτησή της καταχωρίσεως για τα εν λόγω προϊόντα. Κατά συνέπεια, πρέπει να συναχθεί ότι η προσφυγή που η προσφεύγουσα άσκησε ενώπιον του τμήματος προσφυγών στρεφόταν κατά του συνόλου της αποφάσεως του τμήματος ανακοπών, περιλαμβανομένης της αρνήσεως καταχωρίσεως του ζητηθέντος σήματος για τα προϊόντα που υπάγονται στην κλάση 24, και όχι κατά μέρους μόνον της αποφάσεως αυτής.

27      Επομένως, λαμβανομένων υπόψη του διατακτικού και του αιτιολογικού της προσβαλλομένης αποφάσεως, πρέπει να συναχθεί ότι το τμήμα προσφυγών παρέλειψε να αποφανθεί επί της προσφυγής που ασκήθηκε ενώπιόν του, κατά το μέρος που η προσφυγή αυτή αφορούσε την άρνηση του τμήματος ανακοπών να καταχωρίσει το ζητηθέν σήμα για τα προϊόντα που υπάγονται στην κλάση 24, και έτσι παρέβη το άρθρο 62, παράγραφος 1, πρώτη περίοδος, του κανονισμού 40/94, καθόσον η προσφεύγουσα δεν είχε προηγουμένως παραιτηθεί από την καταχώριση του ζητηθέντος σήματος για τα εν λόγω προϊόντα.

28      Μολονότι το άρθρο 63, παράγραφος 3, του κανονισμού 40/94 παρέχει στο Πρωτοδικείο εξουσία μεταρρυθμίσεως των αποφάσεων των τμημάτων προσφυγών, η δυνατότητα αυτή κατ’ αρχήν περιορίζεται στις καταστάσεις όπου η υπόθεση είναι ώριμη προς εκδίκαση. Εν προκειμένω, το γεγονός ότι το τμήμα προσφυγών παρέλειψε να αποφανθεί επί ενός από τα αιτήματα αποκλείει τη δυνατότητα να είναι η υπόθεση ώριμη προς εκδίκαση. Η μεταρρύθμιση της προσβαλλομένης αποφάσεως θα είχε ως συνέπεια να αξιολογήσει το Πρωτοδικείο για πρώτη φορά επί της ουσίας το αίτημα επί του οποίου το τμήμα προσφυγών παρέλειψε να αποφανθεί. Πάντως, η αξιολόγηση αυτή δεν εμπίπτει στην αρμοδιότητα του Πρωτοδικείου η οποία ορίζεται από το άρθρο 63, παράγραφοι 2 και 3, του κανονισμού 40/94 (βλ. τη σκέψη 17 της παρούσας αποφάσεως).

29      Κατόπιν όλων των ανωτέρω, διαπιστώνεται ότι η προσβαλλόμενη απόφαση εκδόθηκε κατά παράβαση ουσιώδους τύπου ο οποίος εν προκειμένω επέβαλλε στο τμήμα προσφυγών να αποφανθεί επί της αρνήσεως του τμήματος ανακοπών να καταχωρίσει το ζητηθέν σήμα για τα προϊόντα που υπάγονται στη κλάση 24 και ότι η προσβαλλόμενη απόφαση, κατόπιν της παραβάσεως αυτής, και χωρίς καν να χρειάζεται να αποφανθεί το Πρωτοδικείο επί των ισχυρισμών που η προσφεύγουσα προέβαλε προς στήριξη του πρώτου αιτήματός της, πρέπει να ακυρωθεί στο σύνολό της.

 Επί των δικαστικών εξόδων

30      Κατά το άρθρο 87, παράγραφος 3, του Κανονισμού Διαδικασίας, το Πρωτοδικείο δύναται να κατανείμει τα δικαστικά έξοδα ή να αποφασίσει ότι κάθε διάδικος φέρει τα δικαστικά του έξοδα σε περίπτωση μερικής ήττας των διαδίκων.

31      Εν προκειμένω, η προσφεύγουσα ηττήθηκε. Ωστόσο, πρέπει να ληφθεί υπόψη το διαδικαστικό ελάττωμα της προσβαλλομένης αποφάσεως. Εφόσον η προσβαλλόμενη απόφαση είναι ως εκ τούτου ακυρωτέα από το Πρωτοδικείο, πρέπει να θεωρηθεί ότι και το ΓΕΕΑ ηττήθηκε. Υπό τις συνθήκες αυτές, οι διάδικοι πρέπει να φέρουν τα δικαστικά τους έξοδα.

Για τους λόγους αυτούς,

ΤΟ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ (δεύτερο τμήμα)

αποφασίζει:

1)      Ακυρώνει την απόφαση του δευτέρου τμήματος προσφυγών του Γραφείου Εναρμονίσεως στο πλαίσιο της Εσωτερικής Αγοράς (εμπορικά σήματα, σχέδια και υποδείγματα) (ΓΕΕΑ) της 25ης Ιανουαρίου 2007 (υπόθεση R 960/2006-2).

2)      Απορρίπτει κατά τα λοιπά την προσφυγή.

3)      Η Gabel Industria Tessile SpA και το ΓΕΕΑ φέρουν τα δικαστικά τους έξοδα.

Pelikánová

Jürimäe

Soldevila Fragoso

Δημοσιεύθηκε σε δημόσια συνεδρίαση στο Λουξεμβούργο στις 10 Ιουνίου 2008.

Ο Γραμματέας

 

      Η Πρόεδρος

E. Coulon

 

      I. Pelikánová


* Γλώσσα διαδικασίας: η ιταλική.