Language of document : ECLI:EU:F:2010:154

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ (τρίτο τμήμα)

της 1ης Δεκεμβρίου 2010

Υπόθεση F-82/09

Michel Nolin

κατά

Ευρωπαϊκής Επιτροπής

«Υπαλληλική υπόθεση — Υπάλληλοι — Προαγωγή — Διαγραφή των μορίων προαγωγής και προτεραιότητας»

Αντικείμενο: Προσφυγή ασκηθείσα δυνάμει των άρθρων 236 ΕΚ και 152 ΕΑ, με την οποία ο M. Nolin ζητεί την ακύρωση της αποφάσεως του διευθυντή της Γενικής Διευθύνσεως «Προσωπικό και Διοίκηση» της Επιτροπής, της 19ης Δεκεμβρίου 2008, περί διαγραφής των 87,5 μορίων προαγωγής και προτεραιότητας τα οποία συγκέντρωσε ο προσφεύγων με σκοπό την προαγωγή του.

Απόφαση: Η προσφυγή απορρίπτεται. Ο προσφεύγων φέρει το σύνολο των δικαστικών εξόδων.

Περίληψη

1.      Υπάλληλοι — Προαγωγή — Διαδικασία — Μόρια προαγωγής και προτεραιότητας

(Κανονισμός Υπηρεσιακής Καταστάσεως των υπαλλήλων, άρθρα 29 και 45)

2.      Υπάλληλοι — Αρχές — Αρχή της νομιμότητας

(Κανονισμός Υπηρεσιακής Καταστάσεως των υπαλλήλων, άρθρα 90 και 91)

3.      Υπάλληλοι — Προαγωγή — Διαδικασία — Μόρια προαγωγής και προτεραιότητας

4.      Υπάλληλοι — Πράξεις της διοικήσεως — Σιωπηρή απόφαση — Έννοια

5.      Υπάλληλοι — Αρχές — Προστασία της δικαιολογημένης εμπιστοσύνης — Προϋποθέσεις

6.      Υπάλληλοι — Προαγωγή — Διαδικασία — Μόρια προαγωγής και προτεραιότητας

(Κανονισμός Υπηρεσιακής Καταστάσεως των υπαλλήλων, άρθρα 29 και 45)

7.      Δίκαιο της Ένωσης — Αρχές — Θεμελιώδη δικαιώματα — Δικαίωμα σε κατ’ αντιμωλία δίκη

(Άρθρο 6 § 2 ΣΕΕ)

1.      Από την όλη οικονομία των διατάξεων περί προαγωγής των υπαλλήλων, η ερμηνεία των οποίων γίνεται τηρουμένης της αρχής της ίσης μεταχειρίσεως, προκύπτει ότι ο αριθμός των μορίων προαγωγής και προτεραιότητας τα οποία αντιστοιχούν στο όριο προαγωγών πρέπει να αφαιρείται από τον συνολικό αριθμό μορίων που έχει συγκεντρώσει ο υπάλληλος ο οποίος έχει προαχθεί είτε βάσει του άρθρου 29 του Κανονισμού Υπηρεσιακής Καταστάσεως των υπαλλήλων της Ευρωπαϊκής Ένωσης (στο εξής: ΚΥΚ) είτε βάσει του άρθρου 45 του ΚΥΚ.

Ειδικότερα, μολονότι τα δυο εν λόγω άρθρα προβλέπουν δυο χωριστές διαδικασίες προαγωγής, το άρθρο 29, σε αντίθεση με το άρθρο 45, αναφέρεται αποκλειστικώς στη δυνατότητα προαγωγής επ’ ευκαιρία της πληρώσεως κενής θέσεως, χωρίς όμως να προσδιορίζει τις συνέπειες μιας τέτοιας προαγωγής. Πάντως, δεδομένου ότι το άρθρο 29 του ΚΥΚ δεν περιέχει σχετικώς ρητή ρύθμιση, δεν μπορεί να γίνει δεκτό ότι η προαγωγή βάσει της διατάξεως αυτής δεν έχει τις ίδιες έννομες συνέπειες με αυτές που έχει η προαγωγή βάσει του άρθρου 45 του ΚΥΚ. Αντιθέτως, από τα ανωτέρω συνάγεται ότι βούληση του νομοθέτη, με την καθιέρωση δυο διαφορετικών διαδικασιών προαγωγής, δεν ήταν η παραγωγή διαφορετικών εννόμων συνεπειών αναλόγως του αν οι προαγωγές γίνονται βάσει του άρθρου 29 του ΚΥΚ ή βάσει του άρθρου 45 του ΚΥΚ.

(βλ. σκέψεις 46 και 48)

2.      Όλες οι αποφάσεις της διοικήσεως πρέπει να προσδιορίζουν με σαφή και ακριβή τρόπο τη νομική βάση στην οποία στηρίζεται η έκδοσή τους, λαμβανομένου υπόψη ότι η μνημονευόμενη νομική βάση πρέπει να μπορεί εγκύρως να θεμελιώνει την αρμοδιότητα της διοικήσεως στο οικείο ζήτημα.

(βλ. σκέψη 51)

3.      Η απόφαση περί διαγραφής των μορίων προαγωγής και προτεραιότητας υπαλλήλου αποτελεί συνέπεια της αποφάσεως περί προαγωγής του. Επομένως, η αρμόδια για τις προαγωγές αρχή διαθέτει αρμοδιότητα η οποία περιορίζεται απλώς στην εφαρμογή των συνεπειών της προαγωγής του υπαλλήλου.

(βλ. σκέψη 57)

4.      Για την ύπαρξη σιωπηρής αποφάσεως απαιτείται να έχει προηγηθεί η υποβολή αιτήματος προς τη διοίκηση στο οποίο αυτή δεν έδωσε απάντηση ή να μπορεί να συναχθεί από τα πραγματικά περιστατικά της οικείας υποθέσεως ότι η διοίκηση έλαβε απόφαση την οποία παρέλειψε να περιβάλει με ορισμένο τύπο. Αντιθέτως, η μη μεταβολή και μόνο της έννομης καταστάσεως του ενδιαφερομένου δεν μπορεί να λογίζεται ως έκδοση αποφάσεως.

(βλ. σκέψεις 68 και 70)

Παραπομπή:

ΔΔΔΕΕ: 11 Μαΐου 2010, F‑55/09, Maxwell κατά Επιτροπής, σκέψη 66

5.      Το δικαίωμα για την προστασία της δικαιολογημένης εμπιστοσύνης προϋποθέτει τη συνδρομή τριών προϋποθέσεων. Πρώτον, η διοίκηση πρέπει να έχει παράσχει στον ενδιαφερόμενο συγκεκριμένες, ανεπιφύλακτες και συγκλίνουσες διαβεβαιώσεις, προερχόμενες από αρμόδιες και αξιόπιστες πηγές. Δεύτερον, οι διαβεβαιώσεις αυτές πρέπει να μπορούν να δημιουργήσουν θεμιτή προσδοκία σε αυτόν προς τον οποίο απευθύνονται. Τρίτον, οι διαβεβαιώσεις που δόθηκαν πρέπει να είναι σύμφωνες προς τον ΚΥΚ και, εν γένει, προς τους ισχύοντες κανόνες ή, τουλάχιστον, η ενδεχόμενη παρανομία τους πρέπει να μπορεί να μη γίνεται αντιληπτή από υπάλληλο με τη δέουσα κρίση και επιμέλεια βάσει των στοιχείων που αυτός διαθέτει και της δυνατότητάς του να προβεί στους απαραίτητους ελέγχους.

Συναφώς, ελλείψει διαβεβαιώσεως που να έχει δοθεί εγγράφως ή προφορικώς, μόνον η παρέλευση ορισμένου χρονικού διαστήματος μεταξύ της διαγραφής των μορίων προαγωγής και προτεραιότητας του υπαλλήλου και της προαγωγής του δεν αποτελεί συγκεκριμένη διαβεβαίωση εκ μέρους της διοικήσεως προς τον ενδιαφερόμενο εφόσον οι εφαρμοζόμενοι για την προαγωγή κανόνες των οποίων τη νομιμότητα δεν αμφισβήτησε ο υπάλληλος, επιβάλλουν στη διοίκηση να αφαιρέσει από τον συνολικό αριθμό μορίων που έχει συγκεντρώσει αυτός τον αριθμό των μορίων προαγωγής και προτεραιότητας που αντιστοιχούν στο όριο προαγωγής.

(βλ. σκέψεις 74 και 75)

Παραπομπή:

ΓΔΕΕ: 6 Ιουλίου 1999, T‑203/97, Forvass κατά Επιτροπής, Συλλογή Υπ.Υπ. 1999, σ. I‑A‑129 και II‑705, σκέψη 70· 11 Ιουλίου 2002, T‑381/00, Wasmeier κατά Επιτροπής, Συλλογή Υπ.Υπ. 2002, σ. I‑A‑125 και II‑677, σκέψη 106· 5 Νοεμβρίου 2002, T‑205/01, Ronsse κατά Επιτροπής, Συλλογή Υπ.Υπ. 2002, σ. I‑A‑211 και II‑1065, σκέψεις 54 και 55· 15 Νοεμβρίου 2005, T‑145/04, Righini κατά Επιτροπής, Συλλογή Υπ.Υπ. 2005, σ. I‑A‑349 και II‑1547, σκέψη 130

6.      Το γεγονός και μόνο της προαγωγής του υπαλλήλου, είτε αυτή αποφασίστηκε βάσει του άρθρου 29 είτε βάσει του άρθρου 45 του ΚΥΚ, αρκεί για να δικαιολογηθεί η αφαίρεση των μορίων προαγωγής και προτεραιότητας που αντιστοιχούν στο όριο προαγωγής από τον συνολικό αριθμό μορίων που έχει συγκεντρώσει ο υπάλληλος αυτός. Επομένως, όσοι υπάλληλοι προάγονται υπόκεινται στον ίδιο κανόνα όσον αφορά την αφαίρεση ορισμένων μορίων από τον συνολικό αριθμό που έχει συγκεντρώσει καθένας από αυτούς, ανεξαρτήτως της νομικής βάσεως η οποία χρησιμοποιήθηκε για την προαγωγή τους. Κατά συνέπεια, η πανομοιότυπη μεταχείριση υπαλλήλου που προήχθη βάσει του άρθρου 29 του ΚΥΚ και υπαλλήλου που προήχθη βάσει του άρθρου 45 του ΚΥΚ δεν συνιστά δυσμενή διάκριση.

(βλ. σκέψη 88)

7.      Δυνάμει του δικαιώματος σε κατ’ αντιμωλία δίκη, κάθε διάδικος έχει τη δυνατότητα να προβάλει όσα επιχειρήματα επί νομικών ζητημάτων και επί των πραγματικών περιστατικών κρίνει σκόπιμα για την υποστήριξη των αιτημάτων του, συμπεριλαμβανομένης της προτάσεως ενδεχόμενων ενστάσεων απαραδέκτου. Πάντως, προκειμένου να μπορεί να υποστηριχθεί ότι η άσκηση ορισμένου δικαιώματος είναι καταχρηστική, απαιτείται να καταδειχθεί ότι με την άσκηση του δικαιώματος επιδιώκεται σκοπός διαφορετικός αυτού τον οποίο επιδιώκει το εν λόγω δικαίωμα, ιδίως ότι με την άσκηση του δικαιώματος εκδηλώνεται πρόθεση βλάβης.

(βλ. σκέψη 96)