Language of document : ECLI:EU:C:2005:753

Υπόθεση C-280/04

Jyske Finans A/S

κατά

Skatteministeriet

(αίτηση του Vestre Landsret

για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως)

«Έκτη οδηγία ΦΠΑ — Άρθρο 13, μέρος B, στοιχείο γ΄ — Απαλλαγές — Απαλλαγές για παραδόσεις αγαθών για τα οποία δεν χορηγείται δικαίωμα προς έκπτωση — Μεταπώληση, από εταιρία χρηματοδοτικής μισθώσεως, οχημάτων που αγοράσθηκαν μεταχειρισμένα — Άρθρο 26α — Ειδικό καθεστώς για τις πωλήσεις μεταχειρισμένων εμπορευμάτων»

Περίληψη της αποφάσεως

1.        Φορολογικές διατάξεις — Εναρμόνιση των νομοθεσιών — Φόροι κύκλου εργασιών — Κοινό σύστημα φόρου προστιθεμένης αξίας — Απαλλαγές προβλεπόμενες από την έκτη οδηγία — Απαλλαγές για παραδόσεις αγαθών για τα οποία δεν χορηγείται δικαίωμα προς έκπτωση — Εθνική κανονιστική ρύθμιση προβλέπουσα υπαγωγή στον φόρο προστιθεμένης αξίας πράξεων που συνίστανται στην εκ μέρους του υποκειμένου στον φόρο μεταπώληση αγαθών, προηγουμένως διατεθέντων στην εκμετάλλευσή του, η αγορά των οποίων δεν εξαιρέθηκε από το δικαίωμα εκπτώσεως — Επιτρέπεται

(Οδηγία 77/388 του Συμβουλίου, άρθρα 13, μέρος B, στοιχ. γ΄, και 17 § 6)

2.        Φορολογικές διατάξεις — Εναρμόνιση των νομοθεσιών — Φόροι κύκλου εργασιών — Κοινό σύστημα φόρου προστιθεμένης αξίας — Ειδικό καθεστώς μεταχειρισμένων εμπορευμάτων — Έννοια του υποκειμένου στον φόρο μεταπωλητή — Επιχείρηση που μεταπωλεί οχήματα τα οποία αγόρασε μεταχειρισμένα με σκοπό να τα διαθέσει για την άσκηση της δραστηριότητας χρηματοδοτικής μισθώσεως — Περιλαμβάνεται

(Οδηγία 77/388 του Συμβουλίου, άρθρο 26α, μέρος A, στοιχ. ε΄)

1.        Οι διατάξεις του άρθρου 13, μέρος B, στοιχείο γ΄, της έκτης οδηγίας 77/388, όπως τροποποιήθηκε με την οδηγία 94/5, οι οποίες αφορούν απαλλαγές για παραδόσεις αγαθών για τα οποία δεν χορηγείται δικαίωμα προς έκπτωση σύμφωνα με το άρθρο 17, παράγραφος 6, της οδηγίας, πρέπει να ερμηνευθούν υπό την έννοια ότι δεν αποκλείουν εθνική νομοθετική ρύθμιση προβλέπουσα υπαγωγή στον φόρο προστιθεμένης αξίας πράξεων που συνίστανται στην εκ μέρους του υποκειμένου στον φόρο μεταπώληση, αφού προηγουμένως τα διέθεσε στην εκμετάλλευσή του, αγαθών η αγορά των οποίων δεν εξαιρέθηκε από το δικαίωμα εκπτώσεως κατά το άρθρο 17, παράγραφος 6, της οδηγίας 77/388, όπως έχει τροποποιηθεί, ακόμη και στην περίπτωση κατά την οποία κατά την αγορά αυτών των αγαθών δεν παρασχέθηκε δικαίωμα εκπτώσεως επειδή οι υποκείμενοι στον φόρο πωλητές δεν είχαν δυνατότητα δηλώσεως φόρου προστιθεμένης αξίας.

2.        Δεδομένου ότι το κοινοτικό δίκαιο δεν περιλαμβάνει επί του παρόντος καμία διάταξη η οποία να ορίζει τις δαπάνες που εξαιρούνται από το δικαίωμα προς έκπτωση του φόρου προστιθεμένης αξίας, τα κράτη μέλη μπορούν να διατηρήσουν την ισχύουσα στον τομέα αυτό νομοθεσία τους έως ότου ο κοινοτικός νομοθέτης θεσπίσει κοινοτικό καθεστώς εξαιρέσεων. Επομένως, η απαλλαγή που προβλέπει το άρθρο 13, μέρος B, στοιχείο γ΄, της έκτης οδηγίας δεν αφορά παρά εκείνες μόνο τις παραδόσεις αγαθών η αγορά των οποίων εξαιρέθηκε, δυνάμει διατάξεων της εθνικής νομοθεσίας, από το δικαίωμα εκπτώσεως. Καμία άλλη ερμηνεία του άρθρου αυτού δεν θα καθιστούσε δυνατή την αποτροπή του ενδεχομένου διπλής φορολογήσεως όσων υποκειμένων στον φόρο δεν έχουν τη δυνατότητα να επικαλεστούν αυτήν ακριβώς την εξαίρεση από το δικαίωμα προς έκπτωση.

(βλ. σκέψεις 23-24, 26, διατακτ. 1)

3.        Το άρθρο 26α, μέρος A, στοιχείο ε΄, της έκτης οδηγίας 77/388, όπως τροποποιήθηκε με την οδηγία 94/5, το οποίο αφορά το ειδικό καθεστώς φορολογήσεως του περιθωρίου κέρδους που πραγματοποιεί ο υποκείμενος στον φόρο μεταπωλητής κατά την παράδοση μεταχειρισμένων αντικειμένων και αντικειμένων καλλιτεχνικής, συλλεκτικής ή αρχαιολογικής αξίας, πρέπει να ερμηνευθεί υπό την έννοια ότι επιχείρηση η οποία, κατά τη συνήθη άσκηση των δραστηριοτήτων της, μεταπωλεί οχήματα που αγόρασε μεταχειρισμένα με σκοπό να τα διαθέσει για την άσκηση της δραστηριότητας χρηματοδοτικής μισθώσεως και για την οποία η μεταπώληση δεν αποτελεί, κατά τον χρόνο της αγοράς του μεταχειρισμένου αντικειμένου, τον κύριο σκοπό, αλλά ένα δευτερεύοντα σε σχέση με την εκμίσθωση σκοπό, μπορεί να θεωρηθεί «υποκείμενος στον φόρο μεταπωλητής» κατά την έννοια αυτής της διατάξεως.

4.        Η φορολόγηση της παραδόσεως στην οποία προβαίνουν οι επιχειρήσεις χρηματοδοτικής μισθώσεως επί της συνολικής τιμής πωλήσεως θα συνεπαγόταν νόθευση του ανταγωνισμού στην αγορά των πωλήσεων μεταχειρισμένων οχημάτων εις βάρος των επιχειρήσεων αυτών και θα ευνοούσε, αντιθέτως, τις επιχειρήσεις εμπορίας μεταχειρισμένων οχημάτων που υπάγονται στο καθεστώς φορολογήσεως του περιθωρίου κέρδους. Πράγματι, προκειμένου να ανταποκρίνεται στη δικαιολογημένη προσδοκία των αγοραστών να καταβάλλουν το ίδιο τίμημα για οχήματα ανάλογης ποιότητας, είτε αυτά πωλούνται από επιχείρηση εμπορίας μεταχειρισμένων οχημάτων είτε από επιχείρηση χρηματοδοτικής μισθώσεως, η επιχείρηση αυτή δεν θα μπορεί, ευλόγως, να μετακυλίει στην τιμή αυτή το ποσό του φόρου προστιθεμένης αξίας που οφείλει, με αποτέλεσμα να επέρχεται αντίστοιχη μείωση του περιθωρίου κέρδους της. Η εφαρμογή, επομένως του καθεστώτος του άρθρου 26α της έκτης οδηγίας στις επιχειρήσεις χρηματοδοτικής μισθώσεως που ασκούν δραστηριότητες υπό τις συνθήκες αυτές καθιστά δυνατή την επίτευξη του σκοπού που ο κοινοτικός νομοθέτης έθεσε με την καθιέρωση αυτού του καθεστώτος, ήτοι της αποφυγής της διπλής φορολογήσεως και της νοθεύσεως του ανταγωνισμού στο πεδίο των μεταχειρισμένων εμπορευμάτων.

(βλ. σκέψεις 28, 40-41, 44, διατακτ. 2)