Language of document :

Αναίρεση που άσκησε στις 2 Ιουνίου 2021 η Ευρωπαϊκή Επιτροπή κατά της αποφάσεως που εξέδωσε το Γενικό Δικαστήριο (έβδομο τμήμα) στις 24 Μαρτίου 2021 στην υπόθεση T-374/20, KM κατά Ευρωπαϊκής Επιτροπής

(Υπόθεση C-341/21 P)

Γλώσσα διαδικασίας: η γερμανική

Διάδικοι

Αναιρεσείουσα: Ευρωπαϊκή Επιτροπή (εκπρόσωποι: T. S. Bohr και B. Mongin)

Λοιποί διάδικοι στην αναιρετική διαδικασία: KM, Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης

Αιτήματα

Η Επιτροπή ζητεί από το Δικαστήριο:

να αναιρέσει την απόφαση του Γενικού Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης της 24ης Μαρτίου 2021 (έβδομο τμήμα)‚ KM κατά Επιτροπής‚ στην υπόθεση T-374/20·

να απορρίψει την προσφυγή·

να καταδικάσει την αναιρεσίβλητη στα δικαστικά έξοδα της πρωτοβάθμιας διαδικασίας·

να καταδικάσει την αναιρεσίβλητη στα δικαστικά έξοδα της αναιρετικής διαδικασίας.

Λόγοι αναιρέσεως και κύρια επιχειρήματα

Η Επιτροπή προβάλλει τρεις λόγους προς στήριξη της αναιρέσεώς της.

Με τον πρώτο λόγο αναιρέσεως, η Επιτροπή προβάλλει πλάνη περί το δίκαιο όσον αφορά τα κριτήρια εκτιμήσεως της νομιμότητας των αποφάσεων που έλαβε ο νομοθέτης και παραβίαση της υποχρεώσεως αιτιολογήσεως. Κατά την άποψή της, το Γενικό Δικαστήριο απέκλινε από την αρχή ότι η εκτίμηση του κύρους πράξεως της Ένωσης υπό το πρίσμα των θεμελιωδών δικαιωμάτων δεν μπορεί να στηρίζεται σε επιχειρήματα που αντλούνται από τις συνέπειες της πράξεως σε μια συγκεκριμένη περίπτωση· ο παράνομος χαρακτήρας διατάξεως του Κανονισμού Υπηρεσιακής Καταστάσεως των Υπαλλήλων της Ένωσης (στο εξής: ΚΥΚ) δεν μπορεί να στηριχθεί στην «ακαταλληλότητα» της αποφάσεως του νομοθέτη· Το Γενικό Δικαστήριο, κατά παράβαση των κριτηρίων που διατυπώθηκαν στην απόφαση της 19ης Δεκεμβρίου 2019 στην υπόθεση C-460/18 P 1 , δεν έλαβε υπόψη το σύνολο των στοιχείων που χαρακτηρίζουν τις δύο συγκρίσιμες περιπτώσεις.

Με τον δεύτερο λόγο αναιρέσεως, η Επιτροπή προβάλλει πλάνη περί το δίκαιο κατά την ερμηνεία της αρχής της απαγορεύσεως των διακρίσεων, δυνάμει της οποίας οι περιπτώσεις των άρθρων 18 και 20 του Παραρτήματος VIII του ΚΥΚ είναι συγκρίσιμες. Η ημερομηνία γάμου δεν είναι το μοναδικό κριτήριο που διακρίνει τα άρθρα 18 και 20 του παραρτήματος VIII. Η διάκριση στηρίζεται σε μια σειρά στοιχείων, τα οποία αρνήθηκε να λάβει υπόψη το Γενικό Δικαστήριο· το Γενικό Δικαστήριο έπρεπε, κατά την άποψη της Επιτροπής, να λάβει υπόψη τον σκοπό που επιδιώκει η προϋπόθεση της ελάχιστης διάρκειας του γάμου στα άρθρα 18 και 20 του Παραρτήματος VIII, από όπου θα συνήγαγε σαφώς τις μεταξύ τους διαφορές· το ίδιο συμπέρασμα ισχύει, κατά την Επιτροπή, και για τη δυσμενή διάκριση λόγω ηλικίας.

Τέλος, με τον τρίτο λόγο αναιρέσεως, η Επιτροπή προβάλλει πλάνη περί το δίκαιο κατά την ερμηνεία του άρθρου 52, παράγραφος 1, του Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων 2 και πλείονες παραβάσεις της υποχρεώσεως αιτιολογήσεως. Αφενός, υφίσταται πλάνη περί το δίκαιο κατά την ερμηνεία του άρθρου 52, παράγραφος 1, του Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων, δυνάμει της οποίας οι συνέπειες του θανάτου του υπαλλήλου για τον επιζώντα σύζυγο δεν πρέπει να διαφέρουν αναλόγως αν ο γάμος συνήφθη πριν ή μετά την αποχώρηση από την υπηρεσία· αφετέρου, το Γενικό Δικαστήριο υπέπεσε σε πλάνη περί το δίκαιο κατά την ερμηνεία του σκοπού της πρόληψης της απάτης και παρέβη την υποχρέωση αιτιολογήσεως.

____________

1 Απόφαση της 19ης Δεκεμβρίου 2019, HK κατά Επιτροπής, ECLI:EU:C:2019:1119.

2 Χάρτης των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΕΕ 2012, C 326, σ. 391).