Language of document : ECLI:EU:T:2011:739

Υπόθεση T-504/09

Völkl GmbH & Co. KG

κατά

Γραφείου Εναρμονίσεως στο πλαίσιο της Εσωτερικής Αγοράς (εμπορικά σήματα, σχέδια και υποδείγματα) (ΓΕΕΑ)

«Κοινοτικό σήμα – Διαδικασία ανακοπής – Αίτηση καταχωρίσεως λεκτικού κοινοτικού σήματος VÖLKL – Προγενέστερο λεκτικό διεθνές σήμα VÖLKL – Σχετικός λόγος απαραδέκτου – Κίνδυνος συγχύσεως – Απόρριψη εν μέρει της αιτήσεως καταχωρίσεως – Άρθρο 8, παράγραφος 1, στοιχείο β΄, του κανονισμού (ΕΚ) 207/2009 – Ουσιαστική χρήση του προγενέστερου σήματος – Άρθρο 42, παράγραφοι 2 και 3, του κανονισμού 207/2009 και κανόνας 22, παράγραφος 3, του κανονισμού (ΕΚ) 2868/95 – Αρμοδιότητα του τμήματος προσφυγών σε περίπτωση προσφυγής η οποία αφορά μέρος μόνον των προϊόντων ή των υπηρεσιών που διαλαμβάνονται στην αίτηση καταχωρίσεως – Άρθρο 64, παράγραφος 1, του κανονισμού 207/2009 – Αίτημα μεταρρυθμίσεως της αποφάσεως του τμήματος προσφυγών – Άρθρο 65, παράγραφος 3, του κανονισμού 207/2009»

Περίληψη της αποφάσεως

1.      Κοινοτικό σήμα – Διαδικασία προσφυγής – Ενεργητική νομιμοποίηση για την άσκηση προσφυγής και τη συμμετοχή στη διαδικασία – Πρόσωπα που δεν δικαιώνονται, όσον αφορά τα αιτήματά τους, από απόφαση – Απόφαση αναπέμπουσα την υπόθεση σε πρωτοβάθμιο τμήμα προς επανεξέταση

(Κανονισμός 207/2009 του Συμβουλίου, άρθρο 65 § 4)

2.      Κοινοτικό σήμα – Διαδικασία προσφυγής – Προσφυγή ενώπιον των τμημάτων προσφυγών – Αρμοδιότητα των τμημάτων προσφυγών

(Κανονισμός 207/2009 του Συμβουλίου, άρθρο 64 § 1)

3.      Κοινοτικό σήμα – Παρατηρήσεις τρίτων και ανακοπή – Εξέταση της ανακοπής – Απόδειξη της χρήσεως του προγενέστερου σήματος – Ουσιαστική χρήση – Έννοια – Κριτήρια εκτιμήσεως

(Κανονισμός 207/2009 του Συμβουλίου, άρθρο 42 §§ 2 και 3)

4.      Κοινοτικό σήμα – Παρατηρήσεις τρίτων και ανακοπή – Εξέταση της ανακοπής – Απόδειξη της χρήσεως του προγενέστερου σήματος – Ουσιαστική χρήση – Έννοια – Καθορισμός ποσοτικού ορίου ελάχιστης απαιτούμενης χρήσεως – Δεν χωρεί

(Κανονισμός 207/2009 του Συμβουλίου, άρθρο 42 §§ 2 και 3)

1.      Γίνεται δεκτό ότι απόφαση τμήματος προσφυγών του Γραφείου Εναρμονίσεως στο πλαίσιο της Εσωτερικής Αγοράς (εμπορικά σήματα, σχέδια και υποδείγματα) δικαιώνει διάδικο κατά τη διαδικασία ενώπιον του εν λόγω τμήματος σε περίπτωση κατά την οποία δέχεται το αίτημα του διαδίκου αυτού βάσει ενός εκ των λόγων απαραδέκτου της καταχωρίσεως ή ακυρότητας του σήματος ή, εν γένει, μέρους μόνο της επιχειρηματολογίας του εν λόγω διαδίκου, μολονότι παρέλειψε να εξετάσει ή απέρριψε τους λοιπούς λόγους ή τα λοιπά επιχειρήματα που προέβαλε ο ίδιος αυτός διάδικος.

Αντιθέτως, απόφαση τμήματος προσφυγών του ΓΕΕΑ δεν δικαιώνει διάδικο, κατά την έννοια του άρθρου 65, παράγραφος 4, του κανονισμού 207/2009, σε περίπτωση κατά την οποία αποφαίνεται κατά τρόπο δυσμενή για τον διάδικο αυτόν επί αιτήματος που είχε καταθέσει ενώπιον του ΓΕΕΑ.

Πρέπει να γίνει δεκτό ότι η τελευταία αυτή κατηγορία περιλαμβάνει και την περίπτωση κατά την οποία το τμήμα προσφυγών, έχοντας απορρίψει αίτημα που αν γινόταν δεκτό θα συνεπαγόταν την ολοκλήρωση της διαδικασίας ενώπιον του ΓΕΕΑ υπέρ του διαδίκου που το είχε υποβάλει, αναπέμπει την υπόθεση σε πρωτοβάθμιο τμήμα του ΓΕΕΑ προκειμένου αυτό να την εξετάσει εκ νέου, τούτο δε ανεξαρτήτως του ενδεχομένου η επανεξέταση να καταλήξει σε απόφαση ευνοϊκή για τον διάδικο αυτόν.

(βλ. σκέψεις 26-28)

2.      Οσάκις η προσφυγή ενώπιον του τμήματος προσφυγών του Γραφείου Εναρμονίσεως στο πλαίσιο της Εσωτερικής Αγοράς (εμπορικά σήματα, σχέδια και υποδείγματα) στρέφεται κατά μέρους μόνον των προϊόντων ή των υπηρεσιών που αφορά η αίτηση καταχωρίσεως ή η ανακοπή, η προσφυγή αυτή παρέχει στο τμήμα προσφυγών τη δυνατότητα να προβεί σε νέο έλεγχο της ανακοπής επί της ουσίας, πλην όμως αποκλειστικά σε σχέση με τα εν λόγω προϊόντα ή υπηρεσίες, δεδομένου ότι η ενώπιόν του αίτηση καταχωρίσεως και η ανακοπή δεν αφορούν τα λοιπά προϊόντα ή υπηρεσίες.

Τούτο συμβαίνει στην περίπτωση κατά την οποία ο προσφεύγων άσκησε ενώπιον του τμήματος προσφυγών προσφυγή στρεφόμενη κατά της αποφάσεως του τμήματος ανακοπών αποκλειστικώς καθόσον αυτή δέχθηκε την ανακοπή και απέρριψε την αίτηση καταχωρίσεως ως προς μέρος των προϊόντων για τα οποία ζητήθηκε η καταχώριση σήματος.

Κατά συνέπεια, το τμήμα προσφυγών, καθόσον ακυρώνει το τμήμα του διατακτικού της αποφάσεως του τμήματος ανακοπών με το οποίο έγινε δεκτή η αίτηση καταχωρίσεως όσον αφορά τα λοιπά προϊόντα, υπερβαίνει τα όρια της αρμοδιότητάς του, όπως αυτή ορίζεται βάσει του άρθρου 64, παράγραφος 1, του κανονισμού 207/2009 για το κοινοτικό σήμα.

(βλ. σκέψεις 54-56)

3.      Ουσιαστική χρήση σήματος υφίσταται οσάκις αυτό χρησιμοποιείται κατά τρόπο σύμφωνο με τη βασική λειτουργία του που συνίσταται στη διασφάλιση της προελεύσεως των προϊόντων ή υπηρεσιών για τα οποία καταχωρίσθηκε, προς διευκόλυνση ή διατήρηση της εμπορευσιμότητας των προϊόντων και υπηρεσιών αυτών, και όχι οσάκις αυτό χρησιμοποιείται συμβολικά με αποκλειστικό σκοπό τη διασφάλιση των δικαιωμάτων που παρέχονται βάσει του σήματος. Επιπροσθέτως, η προϋπόθεση περί ουσιαστικής χρήσεως του σήματος σημαίνει ότι το σήμα αυτό, υπό τη μορφή με την οποία προστατεύεται στην οικεία επικράτεια, πρέπει να χρησιμοποιείται δημόσια και έναντι τρίτων.

Κατά την εκτίμηση του ουσιαστικού χαρακτήρα της χρήσεως του σήματος πρέπει να λαμβάνεται υπόψη το σύνολο των πραγματικών στοιχείων και περιστάσεων εκ των οποίων μπορεί να συναχθεί ότι έχει πράγματι γίνει εμπορική εκμετάλλευσή του, ιδίως δε η χρήση που ευλόγως θεωρείται, στον οικείο οικονομικό τομέα, ότι μπορεί να συμβάλει στη διατήρηση ή κτήση μεριδίων αγοράς υπέρ των προϊόντων ή των υπηρεσιών που προστατεύει το σήμα, η φύση των προϊόντων ή των υπηρεσιών αυτών, τα χαρακτηριστικά γνωρίσματα της αγοράς, η έκταση και η συχνότητα χρήσεως του σήματος.

Όσον αφορά την έκταση της χρήσεως του προγενέστερου σήματος, πρέπει να λαμβάνεται υπόψη, μεταξύ άλλων, η εμπορική αξία του συνόλου των δηλωτικών της χρήσεως πράξεων, αφενός, και η διάρκεια της περιόδου κατά την οποία πραγματοποιήθηκαν οι δηλωτικές της χρήσεως πράξεις, καθώς και η συχνότητα των πράξεων αυτών, αφετέρου.

(βλ. σκέψεις 78-80)

4.      Κατά την εξέταση του ουσιαστικού χαρακτήρα της χρήσεως προγενέστερου σήματος απαιτείται σφαιρική εκτίμηση που να λαμβάνει υπόψη όλους τους παράγοντες που ασκούν επιρροή στη συγκεκριμένη περίπτωση. Η εκτίμηση αυτή γίνεται με δεδομένο ότι υφίσταται αμφίδρομη σχέση μεταξύ των συνεκτιμώμενων παραγόντων. Επομένως, η τυχόν μικρή ποσότητα προϊόντων που διατίθενται στο εμπόριο υπό το εν λόγω σήμα μπορεί να αντισταθμίζεται από τη μεγάλη συχνότητα ή τη μακροχρόνια συνεχή χρήση του σήματος αυτού και αντιστρόφως.

Ο πραγματοποιούμενος κύκλος εργασιών, καθώς και ο όγκος των πωλήσεων των προϊόντων που φέρουν το προγενέστερο σήμα δεν πρέπει να εκτιμώνται ως απόλυτα μεγέθη, αλλά να εξετάζονται σε σχέση με άλλους συναφείς παράγοντες, όπως ο όγκος της εμπορικής δραστηριότητας, οι δυνατότητες παραγωγής ή διαθέσεως στο εμπόριο ή ο βαθμός διαφοροποιήσεως των δραστηριοτήτων της επιχειρήσεως που εκμεταλλεύεται το σήμα, καθώς και τα χαρακτηριστικά των προϊόντων ή υπηρεσιών στην οικεία αγορά. Ως εκ τούτου, δεν είναι απαραίτητο η χρήση του προγενέστερου σήματος να είναι πάντοτε ποσοτικώς σημαντική προκειμένου να χαρακτηρισθεί ως ουσιαστική. Ακόμη και η ελάχιστη χρήση μπορεί επομένως να αρκεί για να χαρακτηρισθεί ως ουσιαστική, εφόσον ευλόγως θεωρείται, στον οικείο οικονομικό τομέα, ότι μπορεί να συμβάλει στη διατήρηση ή κτήση μεριδίων αγοράς υπέρ των προϊόντων ή των υπηρεσιών που προστατεύει το σήμα. Κατά συνέπεια, δεν είναι δυνατόν να προσδιορισθεί θεωρητικώς εκ των προτέρων το ποσοτικώς ελάχιστο όριο που πρέπει να πληρούται για να καθορισθεί αν η χρήση έχει ή όχι ουσιαστικό χαρακτήρα, οπότε δεν μπορεί να καθορισθεί de minimis κανόνας που θα καθιστούσε δυνατό στο Γραφείο Εναρμονίσεως στο πλαίσιο της Εσωτερικής Αγοράς (εμπορικά σήματα, σχέδια και υποδείγματα) ή, κατόπιν προσφυγής, στο Γενικό Δικαστήριο να εκτιμήσει το σύνολο των περιστάσεων της διαφοράς της οποίας έχει επιληφθεί.

(βλ. σκέψεις 81-82)