Language of document : ECLI:EU:T:2024:114

Υπόθεση T763/20

(Δημοσίευση αποσπασμάτων)

Inner Mongolia Shuangxin Environment-Friendly Material Co. Ltd

κατά

Ευρωπαϊκής Επιτροπής

 Απόφαση του Γενικού Δικαστηρίου (ένατο πενταμελές τμήμα)
της 21ης Φεβρουαρίου 2024

«Ντάμπινγκ – Εισαγωγές ορισμένων πολυβινυλικών αλκοολών καταγωγής Κίνας – Οριστικός δασμός αντιντάμπινγκ – Εκτελεστικός κανονισμός (ΕΕ) 2020/1336 – Υπολογισμός της κανονικής αξίας – Σημαντικές στρεβλώσεις στη χώρα εξαγωγής – Άρθρο 2, παράγραφος 6α, του κανονισμού (ΕE) 2016/1036 – Δίκαιο του ΠΟΕ – Αρχή της σύμφωνης ερμηνείας – Επιλογή της κατάλληλης αντιπροσωπευτικής χώρας – Άμεσα διαθέσιμα στοιχεία – Άρνηση συνεργασίας – Έννοια του όρου “απαραίτητες πληροφορίες” – Άρθρο 18 του κανονισμού 2016/1036 – Υποτιμολόγηση – Τμήματα της αγοράς – Μέθοδος στηριζόμενη στους αριθμούς ελέγχου προϊόντος – Άρθρο 3, παράγραφοι 2 και 3, του κανονισμού 2016/1036 – Δικαιώματα άμυνας – Εμπιστευτική μεταχείριση – Άρθρα 19 και 20 του κανονισμού 2016/1036»

1.      Δίκαιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης – Ερμηνεία – Μέθοδοι – Ερμηνεία υπό το πρίσμα των διεθνών συμφωνιών που έχει συνάψει η Ένωση – Ερμηνεία του κανονισμού 2016/1036 υπό το πρίσμα της συμφωνίας αντιντάμπινγκ της ΓΣΔΕ του 1994 – Συνεκτίμηση της ερμηνείας του οργάνου επιλύσεως διαφορών – Contra legem ερμηνεία του παράγωγου δικαίου της Ένωσης – Δεν επιτρέπεται

[Άρθρο 216 § 2 ΣΛΕΕ· συμφωνία για την εφαρμογή του άρθρου VI της Γενικής Συμφωνίας Δασμών και Εμπορίου (συμφωνία αντιντάμπινγκ του 1994)· κανονισμός 2016/1036 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, άρθρο 2 §§ 6α και 7]

(βλ. σκέψεις 20-22, 28-33, 39-49)

2.      Διεθνείς συμφωνίες – Συμφωνία για την ίδρυση του Παγκόσμιου Οργανισμού Εμπορίου – ΓΣΔΕ του 1994 – Δεν χωρεί επίκληση των συμφωνιών ΠΟΕ προκειμένου να αμφισβητηθεί η νομιμότητα πράξεως της Ένωσης – Εξαιρέσεις – Πράξη της Ένωσης που αποσκοπεί στην εκτέλεση των συμφωνιών ή παραπέμπει σε αυτές κατά τρόπο ρητό και συγκεκριμένο

[Άρθρο 216 § 2 ΣΛΕΕ· συμφωνία για την εφαρμογή του άρθρου VI της Γενικής Συμφωνίας Δασμών και Εμπορίου (συμφωνία αντιντάμπινγκ του 1994)· κανονισμός 2016/1036 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, άρθρο 2 § 6α]

(βλ. σκέψεις 23, 24, 38)

3.      Κοινή εμπορική πολιτική – Άμυνα κατά των πρακτικών ντάμπινγκ – Καθορισμός των δασμών αντιντάμπινγκ – Ο δασμός αντιντάμπινγκ δεν πρέπει να υπερβαίνει το ποσό που είναι αναγκαίο για την εξουδετέρωση των ζημιογόνων αποτελεσμάτων των εισαγωγών που αποτελούν αντικείμενο ντάμπινγκ – Εφαρμογή του κανόνα του χαμηλότερου δασμού

(Κανονισμός 2016/1036 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, άρθρο 2 § 6α)

(βλ. σκέψεις 56-58)

4.      Προσφυγή ακυρώσεως – Λόγοι – Αλυσιτελής λόγος – Έννοια – Λόγοι προβαλλόμενοι προς στήριξη προσφυγής με αίτημα την ακύρωση κανονισμού ο οποίος επιβάλλει δασμούς αντιντάμπινγκ – Λόγοι με τους οποίους αμφισβητείται το περιθώριο ντάμπινγκ – Περιθώριο ντάμπινγκ το οποίο δεν ελήφθη υπόψη για τον υπολογισμό των δασμών αντιντάμπινγκ – Αλυσιτελείς λόγοι – Κριτήρια εκτιμήσεως

(Άρθρο 263 ΣΛΕΕ)

(βλ. σκέψεις 62-65, 69, 173)

5.      Κοινή εμπορική πολιτική – Άμυνα κατά των πρακτικών ντάμπινγκ – Περιθώριο ντάμπινγκ – Καθορισμός της κανονικής αξίας – Σημαντικές στρεβλώσεις της αγοράς στη χώρα εξαγωγής – Υπολογισμός της κανονικής αξίας βάσει τιμών ή δεικτών αναφοράς χωρίς στρεβλώσεις – Συνεκτίμηση του αντίστοιχου κόστους παραγωγής και πώλησης σε αντιπροσωπευτική χώρα – Επιλογή της κατάλληλης αντιπροσωπευτικής χώρας – Κριτήρια – Κρίσιμα στοιχεία τα οποία είναι άμεσα διαθέσιμα – Έννοια – Χώρα η οποία προσκόμισε εμπιστευτικά στοιχεία μη διαθέσιμα στο κοινό – Δεν εμπίπτουν

(Κανονισμός 2016/1036 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, άρθρα 2 § 6α, 6 § 7, 19 και 20)

(βλ. σκέψεις 86-104)

6.      Κοινή εμπορική πολιτική – Άμυνα κατά των πρακτικών ντάμπινγκ – Περιθώριο ντάμπινγκ – Καθορισμός της κανονικής αξίας – Σημαντικές στρεβλώσεις της αγοράς στη χώρα εξαγωγής – Υπολογισμός της κανονικής αξίας βάσει τιμών ή δεικτών αναφοράς χωρίς στρεβλώσεις – Συνεκτίμηση του αντίστοιχου κόστους παραγωγής και πώλησης σε αντιπροσωπευτική χώρα – Επιλογή της κατάλληλης αντιπροσωπευτικής χώρας – Εξουσία εκτιμήσεως των θεσμικών οργάνων – Κριτήρια – Επαρκές επίπεδο κοινωνικής και περιβαλλοντικής προστασίας – Δεν ασκεί επιρροή στην περίπτωση που υπάρχει μία μόνο κατάλληλη αντιπροσωπευτική χώρα

(Κανονισμός 2016/1036 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, άρθρο 2 §§ 6α, στοιχείο αʹ, και 7, στοιχείο αʹ)

(βλ. σκέψεις 119-134)

7.      Κοινή εμπορική πολιτική – Άμυνα κατά των πρακτικών ντάμπινγκ – Διεξαγωγή της έρευνας – Χρήση των διαθέσιμων στοιχείων σε περίπτωση άρνησης συνεργασίας της επιχείρησης – Προϋποθέσεις – Άρνηση πρόσβασης σε απαραίτητες πληροφορίες – Έννοια του όρου “απαραίτητες πληροφορίες”– Στοιχεία σχετικά με τον όγκο παραγωγής και το κόστος κατασκευής – Εμπίπτουν

[Συμφωνία για την εφαρμογή του άρθρου VI της Γενικής Συμφωνίας Δασμών και Εμπορίου (συμφωνία αντιντάμπινγκ του 1994), άρθρο 6.8· κανονισμός 2016/1036 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, άρθρο 18 §§ 1 και 3]

(βλ. σκέψεις 140-161)

8.      Κοινή εμπορική πολιτική – Άμυνα κατά των πρακτικών ντάμπινγκ – Διεξαγωγή της έρευνας – Υποχρέωση της Επιτροπής να διασφαλίζει την πληροφόρηση των εμπλεκόμενων μερών – Περιεχόμενο – Δικαιώματα άμυνας – Προσβολή – Προϋποθέσεις – Δυνατότητα της οικείας επιχείρησης να οργανώσει καλύτερα την άμυνά της σε περίπτωση μη υπάρξεως διαδικαστικής παρατυπίας

(Κανονισμός 2016/1036 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, άρθρα 19 και 20)

(βλ. σκέψη 166)

9.      Κοινή εμπορική πολιτική – Άμυνα κατά των πρακτικών ντάμπινγκ – Ζημία – Εξουσία εκτιμήσεως των οργάνων – Δικαστικός έλεγχος – Όρια

(Άρθρο 263 ΣΛΕΕ· κανονισμός 2016/1036 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, άρθρο 3)

(βλ. σκέψεις 198, 199)

10.    Κοινή εμπορική πολιτική – Άμυνα κατά των πρακτικών ντάμπινγκ – Ζημία – Παράγοντες που πρέπει να λαμβάνονται υπόψη – Επίδραση των εισαγωγών που αποτελούν αντικείμενο ντάμπινγκ στις τιμές των ομοειδών προϊόντων στην αγορά της Ένωσης – Υπολογισμός του περιθωρίου υποτιμολόγησης – Μέθοδος υπολογισμού – Εξουσία εκτιμήσεως της Επιτροπής – Υποχρέωση της Επιτροπής να λαμβάνει υπόψη τα τμήματα της αγοράς του επίμαχου προϊόντος – Δεν υφίσταται πλην εξαιρετικών περιστάσεων

(Κανονισμός 2016/1036 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, άρθρα 1 § 4 και 3 §§ 2 και 3)

(βλ. σκέψεις 200-209)

11.    Κοινή εμπορική πολιτική – Άμυνα κατά των πρακτικών ντάμπινγκ – Ζημία – Παράγοντες που πρέπει να λαμβάνονται υπόψη – Επίδραση των εισαγωγών που αποτελούν αντικείμενο ντάμπινγκ στις τιμές των ομοειδών προϊόντων στην αγορά της Ένωσης – Υπολογισμός του περιθωρίου υποτιμολόγησης – Μέθοδος υπολογισμού – Υποχρέωση της Επιτροπής να λαμβάνει υπόψη το σύνολο των πωλήσεων ομοειδών προϊόντων από τους ενωσιακούς παραγωγούς που περιλήφθηκαν στο δείγμα – Δεν υφίσταται

(Κανονισμός 2016/1036 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, άρθρο 3 §§ 2 και 3)

(βλ. σκέψεις 240, 244-249)

12.    Κοινή εμπορική πολιτική – Άμυνα κατά των πρακτικών ντάμπινγκ – Έρευνα – Σεβασμός των δικαιωμάτων άμυνας – Υποχρέωση των θεσμικών οργάνων να διασφαλίζουν την πληροφόρηση των εμπλεκόμενων επιχειρήσεων και να σέβονται την εμπιστευτικότητα των πληροφοριών συνδυάζοντας τις υποχρεώσεις αυτές – Απόφαση της Επιτροπής με την οποία απορρίπτεται η αίτηση της ενδιαφερόμενης επιχείρησης για παροχή πρόσβασης σε εμπιστευτικές πληροφορίες – Απουσία νομικού σφάλματος της Επιτροπής – Επιχείρηση η οποία δεν προσέφυγε στον σύμβουλο ακροάσεων κατά της απορριπτικής αποφάσεως – Περίσταση η οποία επιβεβαιώνει το συμπέρασμα ότι η Επιτροπή δεν υπέπεσε σε νομικό σφάλμα

[Συμφωνία για την εφαρμογή του άρθρου VI της Γενικής Συμφωνίας Δασμών και Εμπορίου (συμφωνία αντιντάμπινγκ του 1994), άρθρο 6.5· κανονισμός 2016/1036 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, άρθρα 6 § 7, 19 και 20]

(βλ. σκέψεις 257, 258, 264-273)

Σύνοψη

Το Γενικό Δικαστήριο απορρίπτει προσφυγή την οποία άσκησε Κινέζος παραγωγός‑εξαγωγέας με αίτημα την ακύρωση του εκτελεστικού κανονισμού 2020/1336 της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, για την επιβολή οριστικών δασμών αντιντάμπινγκ στις εισαγωγές ορισμένων πολυβινυλικών αλκοολών (στο εξής: PVA) καταγωγής Λαϊκής Δημοκρατίας της Κίνας (1). Στην απόφασή του, το Γενικό Δικαστήριο διευκρινίζει την έννοια των «άμεσα διαθέσιμων» στοιχείων στο πλαίσιο της επιλογής της κατάλληλης αντιπροσωπευτικής χώρας για τον υπολογισμό της κανονικής αξίας προϊόντος που αποτελεί αντικείμενο έρευνας αντιντάμπινγκ, στην περίπτωση που υπάρχουν σημαντικές στρεβλώσεις της αγοράς στη χώρα εξαγωγής. Παρέχει επίσης διευκρινίσεις όσον αφορά την έννοια των «απαραίτητων πληροφοριών» τις οποίες πρέπει να προσκομίζουν τα ενδιαφερόμενα μέρη στην Επιτροπή στο πλαίσιο της έρευνας αντιντάμπινγκ. Εν προκειμένω, η Επιτροπή, κατόπιν καταγγελίας που υπέβαλε η Kuraray Europe GmbH, η οποία είναι η κύρια παραγωγός PVA της Ευρωπαϊκής Ένωσης, κίνησε διαδικασία έρευνας αντιντάμπινγκ, μετά το πέρας της οποίας εξέδωσε τον προσβαλλόμενο κανονισμό.

Στο πλαίσιο αυτό, η Inner Mongolia Shuansteuerin Environment-Friendly Material Co. Ltd, κινεζική εταιρία η οποία παράγει και εξάγει PVA στην Ευρωπαϊκή Ένωση, θεωρώντας ότι θίγεται από τους δασμούς αντιντάμπινγκ που επέβαλε η Επιτροπή, άσκησε ενώπιον του Γενικού Δικαστηρίου προσφυγή με αίτημα την ακύρωση του εκτελεστικού κανονισμού 2020/1336 κατά το μέρος που την αφορά (2).

Εκτίμηση του Γενικού Δικαστηρίου

Προς στήριξη της προσφυγής της, η προσφεύγουσα υποστηρίζει, πρώτον, ότι η Επιτροπή προέβη σε εσφαλμένη ερμηνεία του άρθρου 2, παράγραφος 6α, στοιχείο αʹ, του βασικού κανονισμού (3). Το άρθρο αυτό προβλέπει ότι, σε περίπτωση που διαπιστωθεί ότι δεν είναι σκόπιμο να χρησιμοποιούνται οι τιμές και το κόστος στην εγχώρια αγορά της χώρας εξαγωγής λόγω της ύπαρξης, στην αγορά αυτή, σημαντικών στρεβλώσεων, η κανονική αξία του υπό εξέταση προϊόντος κατασκευάζεται αποκλειστικά με βάση το κόστος παραγωγής και πώλησης που αντικατοπτρίζει τιμές ή δείκτες αναφοράς χωρίς στρεβλώσεις. Για τον σκοπό αυτόν, η Επιτροπή μπορεί να χρησιμοποιεί ως πηγές πληροφοριών, μεταξύ άλλων, το αντίστοιχο κόστος παραγωγής και πώλησης σε κατάλληλη αντιπροσωπευτική χώρα η οποία έχει επίπεδο οικονομικής ανάπτυξης παρόμοιο με εκείνο της χώρας εξαγωγής, υπό την προϋπόθεση ότι τα κρίσιμα στοιχεία είναι άμεσα διαθέσιμα. Όταν υπάρχει δυνατότητα επιλογής μεταξύ περισσότερων χωρών, προτιμάται η χώρα με επαρκές επίπεδο κοινωνικής και περιβαλλοντικής προστασίας.

Συναφώς, το Γενικό Δικαστήριο επισημαίνει ότι η Επιτροπή δεν υπέπεσε σε πλάνη επιλέγοντας την Τουρκία, και όχι το Μεξικό, ως αντιπροσωπευτική χώρα για την κατασκευή της κανονικής αξίας του υπό εξέταση προϊόντος. Συγκεκριμένα, η Επιτροπή μπορούσε να στηριχθεί μόνο στα στοιχεία που παρέσχε εταιρία εγκατεστημένη στην Τουρκία, καθώς τα στοιχεία που προσκομίστηκαν από εγκατεστημένες στο Μεξικό εταιρίες δεν ήταν δυνατόν να χαρακτηριστούν ως «άμεσα διαθέσιμα».

Ειδικότερα, όσον αφορά, κατ’ αρχάς, την έννοια των «άμεσα διαθέσιμων» στοιχείων, το Γενικό Δικαστήριο επιβεβαιώνει τη γραμματική ερμηνεία που υιοθέτησε η Επιτροπή στον προσβαλλόμενο κανονισμό, κατά την οποία «δημοσίως διαθέσιμα» σημαίνει διαθέσιμα στο ευρύ κοινό, ενώ «άμεσα διαθέσιμα» σημαίνει διαθέσιμα σε όλους εφόσον πληρούνται ορισμένες προϋποθέσεις, όπως η καταβολή τέλους. Ωστόσο, τα στοιχεία που παρασχέθηκαν από τις εγκατεστημένες στο Μεξικό εταιρίες είτε είχαν διαβιβαστεί μόνον υπό εμπιστευτική μορφή και δεν ήταν δημοσίως διαθέσιμα, είτε ήταν διαθέσιμα μόνο για μια περίοδο η οποία δεν συνέπιπτε με εκείνη που αφορούσε η έρευνα.

Κατόπιν συστηματικής και τελολογικής ερμηνείας, το Γενικό Δικαστήριο κρίνει ότι η ως άνω έννοια πρέπει να ερμηνευθεί υπό το πρίσμα των απαιτήσεων που απορρέουν από τις διατάξεις του βασικού κανονισμού περί εμπιστευτικής μεταχείρισης και περί ενημέρωσης των ενδιαφερομένων μερών, προκειμένου να προστατεύονται τα δικαιώματα άμυνάς τους. Συγκεκριμένα, ο βασικός κανονισμός επιδιώκει δύο σκοπούς, ήτοι, αφενός, την παροχή της δυνατότητας στους ενδιαφερομένους να υπερασπιστούν αποτελεσματικά τα συμφέροντά τους και, αφετέρου, την προστασία της εμπιστευτικότητας των πληροφοριών που συγκεντρώθηκαν κατά τη διάρκεια της έρευνας (4). Ως εκ τούτου, η Επιτροπή, όταν επιδιώκει να λάβει «άμεσα διαθέσιμα» στοιχεία, δύναται, λαμβανομένων υπόψη των σκοπών αυτών, να αρνηθεί να χρησιμοποιήσει δεδομένα τα οποία θεωρούνται από το μέρος που τα προσκόμισε ως εμπιστευτικά και για τα οποία η Επιτροπή δεν μπορεί να λάβει μη εμπιστευτική περίληψη βάσει της οποίας τα άλλα ενδιαφερόμενα στο πλαίσιο της έρευνας μέρη θα μπορούσαν να ασκήσουν τα δικαιώματα άμυνάς τους.

Στη συνέχεια, το Γενικό Δικαστήριο διευκρινίζει ότι η Επιτροπή, δεχόμενη τα στοιχεία που παρέσχε η εγκατεστημένη στην Τουρκία εταιρία, δεν παρέβη το καθήκον επιμέλειας που υπέχει, υπολογίζοντας την κανονική αξία του οικείου προϊόντος κατά τρόπο ο οποίος δεν ήταν κατάλληλος ή εύλογος. Συγκεκριμένα, τα επιχειρήματα της προσφεύγουσας προς αμφισβήτηση της κρισιμότητας των στοιχείων που επελέγησαν –σε σχέση με την περίοδο έρευνας και τις πληροφορίες που περιέχονται σε αυτά– δεν τεκμηριώνονται εν προκειμένω. Συνεπώς, η προσφεύγουσα δεν προσκομίζει επαρκή στοιχεία ώστε να αποδείξει το μη ευλογοφανές της εκτιμήσεως των πραγματικών περιστατικών που περιλαμβάνεται στον προσβαλλόμενο κανονισμό.

Τέλος, αφού διαπίστωσε ότι η Τουρκία ήταν η μόνη κατάλληλη αντιπροσωπευτική χώρα, η Επιτροπή ορθώς κατέληξε στο συμπέρασμα ότι δεν όφειλε να προβεί στην αξιολόγηση του επιπέδου κοινωνικής και περιβαλλοντικής προστασίας που προβλέπει το άρθρο 2, παράγραφος 6α, στοιχείο αʹ, του βασικού κανονισμού.

Όσον αφορά, δεύτερον, την παράβαση του άρθρου 18 του βασικού κανονισμού, το Γενικό Δικαστήριο απορρίπτει τον ισχυρισμό της προσφεύγουσας ότι η Επιτροπή κακώς χρησιμοποίησε τα διαθέσιμα στοιχεία κατά την έννοια του άρθρου 18 του βασικού κανονισμού προκειμένου να υπολογίσει την κανονική αξία παρότι η ίδια η προσφεύγουσα συνεργάστηκε με κάθε δυνατή επιμέλεια.

Συγκεκριμένα, ο σκοπός του άρθρου 18 του βασικού κανονισμού είναι η παροχή της δυνατότητας στην Επιτροπή να συνεχίσει την έρευνα αντιντάμπινγκ έστω και αν τα ενδιαφερόμενα μέρη αρνούνται να συνεργαστούν ή συνεργάζονται με μη ικανοποιητικό τρόπο. Συνεπώς, η πρώτη παράγραφος της διάταξης αυτής επιτρέπει στην Επιτροπή να χρησιμοποιήσει τα διαθέσιμα στοιχεία, αν τελικά δεν δοθούν τα ζητούμενα στοιχεία. Προκειμένου βάσει της διατάξεως αυτής να θεωρηθεί ότι τα ενδιαφερόμενα μέρη συνεργάζονται, πρέπει να παρέχουν όλες τις πληροφορίες που έχουν στη διάθεσή τους και τις οποίες τα θεσμικά όργανα κρίνουν απαραίτητες για να συναγάγουν τα συμπεράσματά τους.

Όσον αφορά την έννοια του όρου «απαραίτητες πληροφορίες», από το γράμμα, το πλαίσιο και τον σκοπό του άρθρου 18, παράγραφος 1, του βασικού κανονισμού προκύπτει ότι η εν λόγω έννοια παραπέμπει στις πληροφορίες που έχουν στην κατοχή τους τα ενδιαφερόμενα μέρη και τις οποίες τα θεσμικά όργανα της Ένωσης τους ζητούν να προσκομίσουν για να συναγάγουν τα συμπεράσματα που επιβάλλονται στο πλαίσιο της έρευνας αντιντάμπινγκ. Επομένως, τα στοιχεία σχετικά με τον όγκο παραγωγής και το κόστος κατασκευής του προϊόντος που αποτελεί αντικείμενο έρευνας αντιντάμπινγκ συνιστούν απαραίτητες πληροφορίες κατά την έννοια της διατάξεως αυτής.

Εν προκειμένω, το Γενικό Δικαστήριο επισημαίνει, κατ’ αρχάς, ότι η προσφεύγουσα δεν προσκόμισε τα στοιχεία που της είχε ζητήσει η Επιτροπή όσον αφορά τις εισροές των αυτοπαραγόμενων συντελεστών παραγωγής, πληροφορίες οι οποίες ήταν απαραίτητες για τον καθορισμό της κανονικής αξίας. Πράγματι, καθόσον η κανονική αξία κατασκευάστηκε σύμφωνα με μέθοδο στηριζόμενη στο κόστος παραγωγής, ήταν απαραίτητο η Επιτροπή να γνωρίζει τους όγκους κατανάλωσης όλων των εισροών που χρησιμοποιήθηκαν για την παραγωγή των PVA, περιλαμβανομένων και των εισροών που ήταν αναγκαίες για την παραγωγή των αυτοπαραγόμενων συντελεστών παραγωγής. Δεδομένου ότι η προσφεύγουσα δεν απέδειξε την προβαλλόμενη αδυναμία παροχής των εν λόγω πληροφοριών, η Επιτροπή δεν παρέβη το άρθρο 18, παράγραφος 1, χρησιμοποιώντας τα διαθέσιμα στοιχεία για να αντικαταστήσει τις πληροφορίες αυτές.

Εν συνεχεία, όσον αφορά την προβαλλόμενη παράβαση του άρθρου 18, παράγραφος 3, του βασικού κανονισμού, το Γενικό Δικαστήριο υπενθυμίζει ότι οι παράγραφοι 1 και 3 του εν λόγω άρθρου καλύπτουν διαφορετικές περιπτώσεις. Συγκεκριμένα, ενώ το άρθρο 18, παράγραφος 1, περιγράφει, κατά τρόπο γενικό, τις περιπτώσεις στις οποίες οι πληροφορίες που είναι απαραίτητες στα θεσμικά όργανα για τους σκοπούς της έρευνας δεν έχουν υποβληθεί, η παράγραφος 3 του εν λόγω άρθρου αφορά τις περιπτώσεις στις οποίες έχουν υποβληθεί τα απαραίτητα για τους σκοπούς της έρευνας στοιχεία, τα οποία όμως δεν είναι κατάλληλα και, ως εκ τούτου, δεν χρειάζεται να χρησιμοποιηθούν οπωσδήποτε τα διαθέσιμα στοιχεία. Στο μέτρο, όμως, που η προσφεύγουσα δεν υπέβαλε τις απαιτούμενες πληροφορίες, το άρθρο 18, παράγραφος 3, του βασικού κανονισμού δεν έχει εφαρμογή, οπότε η Επιτροπή μπορούσε να χρησιμοποιήσει μόνον τα διαθέσιμα στοιχεία για να αντικαταστήσει τις ελλείπουσες πληροφορίες.

Τέλος, η Επιτροπή δεν προσέβαλε ούτε τα δικαιώματα άμυνας της προσφεύγουσας, μη κοινοποιώντας της εγκαίρως την «έκθεση επαλήθευσης», η οποία έπρεπε να της διαβιβαστεί πριν από το έγγραφο με το οποίο η Επιτροπή την ενημέρωνε για την πρόθεσή της να χρησιμοποιήσει τα διαθέσιμα στοιχεία κατά την έννοια του άρθρου 18 του βασικού κανονισμού. Συναφώς, από πάγια νομολογία προκύπτει ότι η προσβολή των δικαιωμάτων άμυνας συνεπάγεται την ακύρωση της απόφασης που εκδόθηκε κατά το πέρας της σχετικής διαδικασίας μόνο στην περίπτωση που, αν δεν είχε υπάρξει η πλημμέλεια αυτή, η διαδικασία θα μπορούσε να καταλήξει σε διαφορετικό αποτέλεσμα. Πλην όμως, η προσφεύγουσα δεν επικαλέστηκε κανένα στοιχείο δυνάμενο να αποδείξει ότι δεν αποκλείεται η διαδικασία να κατέληγε σε διαφορετικό αποτέλεσμα, αν είχε λάβει νωρίτερα την εν λόγω έκθεση.

Όσον αφορά τους λοιπούς λόγους που βάλλουν κατά του περιθωρίου ντάμπινγκ που χρησιμοποίησε η Επιτροπή στον προσβαλλόμενο κανονισμό, από την ανάλυσή τους προκύπτει ότι ο υπολογισμός του περιθωρίου ντάμπινγκ δεν είναι εσφαλμένος και, ως εκ τούτου, το περιθώριο αυτό παραμένει υψηλότερο από το περιθώριο της ζημίας, το οποίο ελήφθη υπόψη για τον καθορισμό του συντελεστή αντιντάμπινγκ κατ’ εφαρμογήν του κανόνα του χαμηλότερου δασμού. Επομένως, καθώς οι λοιποί αυτοί λόγοι ακυρώσεως δεν είναι ικανοί να θέσουν υπό αμφισβήτηση το ανωτέρω συμπέρασμα, το Γενικό Δικαστήριο τους απορρίπτει ως αλυσιτελείς.


1      Εκτελεστικός κανονισμός (ΕΕ) 2020/1336 της Επιτροπής, της 25ης Σεπτεμβρίου 2020, για την επιβολή οριστικών δασμών αντιντάμπινγκ στις εισαγωγές ορισμένων πολυβινυλικών αλκοολών καταγωγής Λαϊκής Δημοκρατίας της Κίνας (ΕΕ 2020, L 315, σ. 1) (στο εξής: προσβαλλόμενος κανονισμός).


2      Σημειώνεται ότι την ίδια ημέρα εκδόθηκαν άλλες δύο αποφάσεις επί δύο προσφυγών ακυρώσεως του προσβαλλόμενου κανονισμού: η απόφαση Sinopec Chongqing SVW Chemical κ.λπ. κατά Επιτροπής (T‑762/20) και η απόφαση Anhui Wanwei Updated High-Tech Material Industry και Inner Mongolia Mengwei Technology κατά Επιτροπής (T‑764/20).


3      Κανονισμός (ΕΕ) 2016/1036 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 8ης Ιουνίου 2016, για την άμυνα κατά των εισαγωγών που αποτελούν αντικείμενο ντάμπινγκ εκ μέρους χωρών μη μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΕΕ 2016, L 176, σ. 21) (στο εξής: βασικός κανονισμός).


4      Πρβλ. άρθρο 6, παράγραφος 7, και άρθρα 19 και 20 του βασικού κανονισμού.