Language of document : ECLI:EU:T:2015:769

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΓΕΝΙΚΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (όγδοο τμήμα)

της 8ης Οκτωβρίου 2015 (*)

«Κοινοτικό σήμα — Αίτηση καταχωρίσεως τρισδιάστατου κοινοτικού σήματος — Σχήμα συσκευασίας παιχνιδιού — Απόλυτος λόγος απαραδέκτου — Έλλειψη διακριτικού χαρακτήρα — Άρθρο 7, παράγραφος 1, στοιχείο βʹ, του κανονισμού (ΕΚ) 207/2009 — Υποχρέωση αιτιολογήσεως — Δικαίωμα ακροάσεως — Άρθρο 75 του κανονισμού 207/2009»

Στην υπόθεση T‑547/13,

Rosian Express SRL, με έδρα τo Medias (Ρουμανία), εκπροσωπούμενη από τους E. Grecu και A. Tigau, δικηγόρους

προσφεύγουσα,

κατά

Γραφείου Εναρμονίσεως στο πλαίσιο της Εσωτερικής Αγοράς (εμπορικά σήματα, σχέδια και υποδείγματα) (ΓΕΕΑ), εκπροσωπούμενου από τη V. Melgar και τον A. Geavela,

καθού,

με αντικείμενο προσφυγή κατά της αποφάσεως του πέμπτου τμήματος προσφυγών του ΓΕΕΑ της 11ης Ιουλίου 2013 (υπόθεση R 797/2013‑5), σχετικά με αίτηση καταχωρίσεως τρισδιάστατου σημείου, συνιστάμενου στο σχήμα συσκευασίας παιχνιδιού, ως κοινοτικού σήματος,

ΤΟ ΓΕΝΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ (όγδοο τμήμα),

συγκείμενο από τον Δ. Γρατσία, πρόεδρο, M. Kancheva και C. Wetter (εισηγητή), δικαστές,

γραμματέας: I. Dragan, υπάλληλος διοικήσεως,

έχοντας υπόψη το δικόγραφο της προσφυγής που κατατέθηκε στη Γραμματεία του Γενικού Δικαστηρίου στις 8 Οκτωβρίου 2013,

έχοντας υπόψη το υπόμνημα αντικρούσεως που κατατέθηκε στη Γραμματεία του Γενικού Δικαστηρίου στις 7 Φεβρουαρίου 2014,

έχοντας υπόψη το υπόμνημα απαντήσεως που κατατέθηκε στη Γραμματεία του Γενικού Δικαστηρίου στις 24 Απριλίου 2014,

κατόπιν της συνεδριάσεως της 21ης Μαΐου 2015,

εκδίδει την ακόλουθη

Απόφαση

 Ιστορικό της διαφοράς

1        Στις 11 Σεπτεμβρίου 2012 η προσφεύγουσα, Rosian Express SRL, υπέβαλε στο Γραφείο Εναρμονίσεως στο πλαίσιο της Εσωτερικής Αγοράς (εμπορικά σήματα, σχέδια και υποδείγματα) (ΓΕΕΑ) αίτηση καταχωρίσεως κοινοτικού σήματος, δυνάμει του κανονισμού (ΕΚ) 207/2009 του Συμβουλίου, της 26ης Φεβρουαρίου 2009, για το κοινοτικό σήμα (ΕΕ L 78, σ. 1).

2        Το σήμα του οποίου ζητήθηκε η καταχώριση είναι το εξής τρισδιάστατο σημείο:

Image not found

3        Τα προϊόντα για τα οποία ζητήθηκε η καταχώριση υπάγονται στις κλάσεις 28 και 35, κατά την έννοια του Διακανονισμού της Νίκαιας για τη διεθνή ταξινόμηση των προϊόντων και των υπηρεσιών ενόψει καταχωρίσεως των σημάτων, της 15ης Ιουνίου 1957, όπως έχει αναθεωρηθεί και τροποποιηθεί, και αντιστοιχούν, για κάθε μία από τις κλάσεις αυτές, στην ακόλουθη περιγραφή:

–        κλάση 28: «Παιχνίδια, αθύρματα· είδη γυμναστικής και αθλητισμού (μη περιλαμβανόμενα σε άλλες κλάσεις)· διακοσμήσεις χριστουγεννιάτικων δένδρων»·

–        κλάση 35: «Διαφήμιση· διοίκηση επιχειρήσεων· διαχείριση επιχειρήσεων· εργασίες γραφείου».

4        Την 1η Φεβρουαρίου 2013 ο εξεταστής απέρριψε την αίτηση καταχωρίσεως για «παιχνίδια κάθε είδους» τα οποία υπάγονται στην κλάση 28, βάσει του άρθρου 7, παράγραφος 1, στοιχείο βʹ, και παράγραφος 2, του κανονισμού 207/2009.

5        Στις 28 Μαρτίου 2013 η προσφεύγουσα άσκησε προσφυγή κατά της αποφάσεως του εξεταστή ενώπιον του ΓΕΕΑ, δυνάμει των άρθρων 58 έως 64 του κανονισμού 207/2009.

6        Με απόφαση της 11ης Ιουλίου 2013 (στο εξής: προσβαλλόμενη απόφαση), το πέμπτο τμήμα προσφυγών του ΓΕΕΑ απέρριψε την προσφυγή για τον λόγο ότι, αναφορικά με τα επίμαχα προϊόντα, το τρισδιάστατο σημείο του οποίου είχε ζητηθεί η καταχώριση ως κοινοτικού σήματος εστερείτο διακριτικού χαρακτήρα κατά την έννοια του άρθρου 7, παράγραφος 1, στοιχείο βʹ, του κανονισμού 207/2009.

 Αιτήματα των διαδίκων

7        Η προσφεύγουσα ζητεί από το Γενικό Δικαστήριο:

–        να ακυρώσει την προσβαλλόμενη απόφαση και να διατάξει τη ζητηθείσα καταχώριση του σήματος για το σύνολο των οικείων προϊόντων και υπηρεσιών·

–        να καταδικάσει το ΓΕΕΑ στα δικαστικά έξοδα.

8        Το ΓΕΕΑ ζητεί από το Γενικό Δικαστήριο:

–        να απορρίψει την προσφυγή·

–        να καταδικάσει την προσφεύγουσα στα δικαστικά έξοδα.

 Σκεπτικό

9        Η προσφεύγουσα προβάλλει δύο λόγους οι οποίοι αντλούνται, ο μεν πρώτος, από το άρθρο 7, παράγραφος 1, στοιχείο βʹ, του κανονισμού 207/2009, ο δε δεύτερος, ο οποίος εγέρθηκε στο στάδιο του υπομνήματος απαντήσεως, από παράβαση της υποχρεώσεως αιτιολογήσεως και προσβολή του δικαιώματος ακροάσεως, κατά την έννοια του άρθρου 75 του ως άνω κανονισμού.

10      Το Γενικό Δικαστήριο κρίνει σκόπιμο να εξετάσει πρώτα τον δεύτερο λόγο, ο οποίος αντλείται από παράβαση του άρθρου 75 του κανονισμού 207/2009.

 Επί του δευτέρου λόγου, ο οποίος αντλείται από παράβαση του άρθρου 75 του κανονισμού 207/2009

11      Καταρχάς, η προσφεύγουσα υποστηρίζει ότι το τμήμα προσφυγών παρέβη την υποχρέωσή του αιτιολογήσεως. Στηρίζεται δε σε δύο επιχειρήματα. Πρώτον, προβάλλει ότι δεν διευκρινίζεται στην προσβαλλόμενη απόφαση με ποια σχήματα συγκρίνεται το σήμα του οποίου ζητείται η καταχώριση προκειμένου να κριθεί εάν αυτό έχει διακριτικό χαρακτήρα. Δεύτερον, δεν διευκρινίζεται ούτε σε σχέση με ποιο ενδιαφερόμενο κοινό εκτιμήθηκε ο διακριτικός χαρακτήρας του σήματος του οποίου ζητήθηκε η καταχώριση.

12      Δεύτερον, η προσφεύγουσα υποστηρίζει, κατ’ ουσίαν, ότι το τμήμα προσφυγών προσέβαλε το δικαίωμά της ακροάσεως. Συγκεκριμένα, υποστηρίζει ότι το τμήμα προσφυγών βάσισε την απόφασή του σε δεδομένα ευρισκόμενα σε ιστοτόπους, καίτοι το περιεχόμενο αυτό άλλαξε ή θα μπορούσε να έχει αλλάξει από τον χρόνο εξετάσεως της αιτήσεως καταχωρίσεως σήματος από τον εξεταστή ή από το τμήμα προσφυγών μέχρι σήμερα.

13      Προκαταρκτικώς, πρέπει να επισημανθεί ότι η επίκληση από την προσφεύγουσα του λόγου ο οποίος αντλείται από το άρθρο 75 του κανονισμού 207/2009 έγινε μόλις στο στάδιο του υπομνήματος απαντήσεως. Εντούτοις, υπενθυμίζεται ότι, όπως προκύπτει από τη νομολογία, ο λόγος ακυρώσεως που αντλείται από ελλιπή ή ανεπαρκή αιτιολογία πράξεως αποτελεί λόγο ακυρώσεως δημοσίας τάξεως, τον οποίο ο δικαστής της Ένωσης οφείλει να εξετάζει αυτεπαγγέλτως (αποφάσεις της 2ας Απριλίου 1998, Επιτροπή κατά Sytraval και Brink’s France, C‑367/95 P, Συλλογή, EU:C:1998:154, σκέψη 67, και της 12ης Μαρτίου 2014, Tubes Radiatori κατά ΓΕΕΑ — Antrax It (Θερμαντικό σώμα), T‑315/12, EU:T:2014:115, σκέψη 96). Επομένως, τέτοιος λόγος μπορεί να εξετάζεται σε κάθε στάδιο της δίκης (βλ., σχετικώς, απόφαση της 20ής Φεβρουαρίου 1997, Επιτροπή κατά Daffix, C‑166/95 P, Συλλογή, EU:C:1997:73, σκέψη 25).

14      Κατά το άρθρο 75 του κανονισμού 207/2009, οι αποφάσεις του ΓΕΕΑ αιτιολογούνται και μπορούν να στηρίζονται μόνο στους λόγους επί των οποίων οι διάδικοι είχαν τη δυνατότητα να λάβουν θέση.

15      Όσον αφορά την υποχρέωση αιτιολογήσεως, αυτή έχει το ίδιο περιεχόμενο με εκείνη που απορρέει από το άρθρο 296 ΣΛΕΕ, κατά την οποία η συλλογιστική του εκδότη της πράξεως πρέπει να προκύπτει κατά τρόπο σαφή και αναμφίλεκτο. Η υποχρέωση αυτή έχει διττό σκοπό, ήτοι να παρέχεται η δυνατότητα στους μεν ενδιαφερομένους να γνωρίζουν τους λόγους που δικαιολογούν τη λήψη του μέτρου προκειμένου να υπερασπίζονται τα δικαιώματά τους, στον δε δικαστή της Ένωσης να ασκεί έλεγχο νομιμότητας της αποφάσεως [αποφάσεις της 19ης Μαΐου 2010, Zeta Europe κατά ΓΕΕΑ (Superleggera), T‑464/08, EU:T:2010:212, σκέψη 47, και της 21ης Μαΐου 2014, Eni κατά ΓΕΕΑ — Emi (IP) (ENI), T‑599/11, EU:T:2014:269, σκέψη 29].

16      Από το σημείο 12 της προσβαλλομένης αποφάσεως προκύπτει ότι το τμήμα προσφυγών βασίστηκε ιδίως στα γενικώς και συνήθως ισχύοντα στον οικείο τομέα, εν προκειμένω τον τομέα των επιτραπέζιων παιχνιδιών και των παιχνιδιών κάθε είδους, προκειμένου να κρίνει εάν το σήμα του οποίου ζητήθηκε η καταχώριση είχε διακριτικό χαρακτήρα κατά την έννοια του άρθρου 7, παράγραφος 1, στοιχείο βʹ, του κανονισμού 207/2009. Από το ίδιο σημείο προκύπτει ότι η παρουσίαση του παιχνιδιού, καθώς και η ξύλινη συσκευασία του, αποτελούν συνήθη σχήματα και υλικά στον οικείο τομέα.

17      Στο σημείο 13 της προσβαλλομένης αποφάσεως, το τμήμα προσφυγών υπενθυμίζει ότι μπορεί να βασιστεί σε πασίδηλα πραγματικά περιστατικά προκειμένου να εκτιμήσει τον διακριτικό χαρακτήρα σήματος του οποίου ζητήθηκε η καταχώριση.

18      Στο σημείο 14 της προσβαλλομένης αποφάσεως, χρησιμοποιώντας την έκφραση «[ε]ν πάση περιπτώσει», το τμήμα προσφυγών αναφέρεται εμμέσως στους ιστοτόπους όπου πωλούνται πανομοιότυπα προϊόντα επισημαίνοντας ότι «η ίδια η προσφεύγουσα παραδέχεται ότι η έρευνα στο διαδίκτυο αποκάλυψε δύο προϊόντα τα οποία έχουν πανομοιότυπο σχήμα προς εκείνο για το οποίο υποβλήθηκε η αίτηση καταχωρίσεως».

19      Επομένως, από την προσβαλλόμενη απόφαση προκύπτει ότι το τμήμα προσφυγών εκτίμησε, βασιζόμενο σε πασίδηλα πραγματικά περιστατικά, ότι η ξύλινη συσκευασία καθώς και το σχήμα του σήματος του οποίου ζητήθηκε η καταχώριση ήταν συνήθη στον οικείο τομέα και, κατά συνέπεια, το σήμα του οποίου ζητήθηκε η καταχώριση δεν είχε διακριτικό χαρακτήρα. Ως εκ τούτου, η απόφαση είναι αιτιολογημένη, ούτως ώστε η μεν προσφεύγουσα να γνωρίζει το σκεπτικό της, το δε Γενικό Δικαστήριο να είναι σε θέση να ασκήσει, σχετικώς, τον έλεγχό του.

20      Όσον αφορά την προβαλλόμενη έλλειψη προσδιορισμού του ενδιαφερόμενου κοινού και του επιπέδου προσοχής του, πρέπει να υπομνησθεί ότι, κατά πάγια νομολογία, η υποχρέωση αιτιολογήσεως αποτελεί ουσιώδη τύπο που πρέπει να διακρίνεται από το ζήτημα της βασιμότητας της αιτιολογίας. Πράγματι, το γεγονός ότι μια αιτιολογία είναι, ενδεχομένως, πεπλανημένη δεν την καθιστά ανύπαρκτη [απόφαση της 17ης Μαΐου 2011, Διαγνωστικό και Θεραπευτικό Κέντρο Αθηνών «Υγεία» κατά ΓΕΕΑ (υγεία), T‑7/10, EU:T:2011:221, σκέψη 59, και απόφαση της 12ης Σεπτεμβρίου 2012, Duscholux Ibérica κατά ΓΕΕΑ — Duschprodukter i Skandinavien (duschy), T‑295/11, EU:T:2012:420, σκέψη 41].

21      Διαπιστώνεται ότι το ενδιαφερόμενο κοινό και το επίπεδο προσοχής του ορίστηκαν ορθώς στο σημείο 11 της προσβαλλομένης αποφάσεως (βλ. σκέψη 42 κατωτέρω) και ότι η ίδια η προσφεύγουσα αναγνώρισε, κατά την επ’ ακροατηρίου συζήτηση, ότι έβαλε κατά του βασίμου του εν λόγω προσδιορισμού.

22      Ως εκ τούτου, με την επιφύλαξη της εξετάσεως του βασίμου της, η οποία θα πραγματοποιηθεί στο πλαίσιο του λόγου ο οποίος αντλείται από παράβαση του άρθρου 7, παράγραφος 1, στοιχείο βʹ, του κανονισμού 207/2009, η προσβαλλόμενη απόφαση είναι αρκούντως αιτιολογημένη όσον αφορά το ενδιαφερόμενο κοινό και το επίπεδο προσοχής του.

23      Κατόπιν των προεκτεθέντων κρίνεται, αντιθέτως από όσα υποστηρίζει η προσφεύγουσα, ότι δεν υπάρχει παράβαση του άρθρου 75 του κανονισμού 207/2009, το οποίο προβλέπει ότι οι αποφάσεις του ΓΕΕΑ πρέπει να είναι αιτιολογημένες.

24      Η δεύτερη περίοδος του άρθρου 75 του κανονισμού 207/2009 κατοχυρώνει, στο πλαίσιο του δικαίου περί κοινοτικών σημάτων, τη γενική αρχή προστασίας των δικαιωμάτων άμυνας, η οποία περιλαμβάνει το δικαίωμα ακροάσεως. Δυνάμει της εν λόγω γενικής αρχής του δικαίου της Ένωσης, οι αποδέκτες των αποφάσεων των δημοσίων αρχών οι οποίες θίγουν αισθητώς τα συμφέροντά τους πρέπει να έχουν τη δυνατότητα να εκφράζουν αποτελεσματικώς την άποψή τους [απόφαση της 7ης Φεβρουαρίου 2007, Kustom Musical Amplification κατά ΓΕΕΑ (Σχήμα κιθάρας), T‑317/05, Συλλογή, EU:T:2007:39, σκέψη 26].

25      Σύμφωνα με την ανωτέρω διάταξη, το τμήμα προσφυγών του ΓΕΕΑ μπορεί να στηρίξει την απόφασή του μόνον επί των πραγματικών ή νομικών στοιχείων επί των οποίων οι διάδικοι είχαν τη δυνατότητα να υποβάλουν τις παρατηρήσεις τους. Επομένως, στην περίπτωση κατά την οποία το τμήμα προσφυγών εξετάζει αυτεπαγγέλτως πραγματικά περιστατικά επί των οποίων πρόκειται να θεμελιώσει την απόφασή του οφείλει να τα κοινοποιήσει στους διαδίκους προκειμένου αυτοί να μπορέσουν να υποβάλουν τις παρατηρήσεις τους (απόφαση της 21ης Οκτωβρίου 2004, KWS Saat κατά ΓΕΕΑ, C‑447/02 P, Συλλογή, EU:C:2004:649, σκέψεις 42 και 43).

26      Συναφώς, διαπιστώνεται ότι, όπως προκύπτει από τις σκέψεις 16 έως 19 ανωτέρω, η προσβαλλόμενη απόφαση δεν βασίζεται στο περιεχόμενο των επίμαχων ιστοτόπων, αλλά σε πασίδηλα πραγματικά περιστατικά. Πρέπει, επομένως, να απορριφθεί το επιχείρημα περί προσβολής του δικαιώματος ακροάσεως.

27      Επιπροσθέτως, προκύπτει από την απόφαση του εξεταστή ότι αυτός περιέλαβε σε αυτήν εικόνες προϊόντων που έκρινε πανομοιότυπες προς το σήμα του οποίου ζητήθηκε η καταχώριση, προερχόμενες από τους επίμαχους ιστοτόπους. Επομένως, κρίνεται ότι, ακόμα κι αν η προσβαλλόμενη απόφαση είχε βασιστεί σε σύγκριση μεταξύ του σήματος του οποίου ζητείται η καταχώριση και των προϊόντων που βρίσκονται στους επίμαχους ιστοτόπους και το περιεχόμενο των ιστοτόπων αυτών είχε εν τω μεταξύ αλλάξει, η προσφεύγουσα είχε την ευκαιρία να υποβάλει παρατηρήσεις επί των οικείων εικόνων, καθόσον περιελήφθησαν στην απόφαση του εξεταστή. Εξάλλου, ορθώς σημειώνει το τμήμα προσφυγών στο σημείο 13 της προσβαλλομένης αποφάσεως ότι η ίδια η προσφεύγουσα αναγνωρίζει την ύπαρξη πανομοιότυπων προϊόντων στην αγορά. Συγκεκριμένα, προκύπτει από τον φάκελο της υποθέσεως και από την επιχειρηματολογία της προσφεύγουσας ενώπιον του Γενικού Δικαστηρίου ότι υπέβαλε παρατηρήσεις όσον αφορά το περιεχόμενο των επίμαχων ιστοτόπων, υποστηρίζοντας ότι οι ως άνω ιστότοποι ήταν γνωστοί για πώληση παραποιημένων προϊόντων. Επομένως, η προσφεύγουσα ήταν απολύτως σε θέση ακόμα και να υποβάλει παρατηρήσεις επί του περιεχομένου των ιστοτόπων αυτών, κάτι το οποίο έπραξε εξάλλου.

28      Κατόπιν των προεκτεθέντων κρίνεται, αντιθέτως από όσα υποστηρίζει η προσφεύγουσα, ότι δεν υπάρχει παράβαση του άρθρου 75 του κανονισμού 207/2009.

 Επί της παραβάσεως του άρθρου 7, παράγραφος 1, στοιχείο βʹ, του κανονισμού 207/2009

29      Η προσφεύγουσα προσάπτει στο τμήμα προσφυγών ότι δεν έλαβε υπόψη το γεγονός ότι τα επιτραπέζια παιχνίδια όπως το ράμι δεν αποτελούν καταναλωτικά αγαθά, αλλά βιώσιμα προϊόντα μακράς διαρκείας και ότι πρέπει να θεωρηθεί ότι, κατά τον χρόνο αγοράς των προϊόντων αυτών, το ενδιαφερόμενο κοινό επιδεικνύει υψηλό επίπεδο προσοχής.

30      Όσον αφορά τον διακριτικό χαρακτήρα του σήματος του οποίου ζητείται η καταχώριση, η προσφεύγουσα αμφισβητεί το σκεπτικό του τμήματος προσφυγών, κατά το οποίο ο μέσος καταναλωτής δεν συνηθίζει να αναγνωρίζει την προέλευση ενός προϊόντος βάσει του σχήματός του ή της μορφής της συσκευασίας του, χωρίς την ύπαρξη κάποιου εικονιστικού ή λεκτικού στοιχείου. Υποστηρίζει ότι ουδόλως προκύπτει από τον κανονισμό 207/2009 ότι τα τρισδιάστατα σήματα πρέπει να αντιμετωπίζονται διαφορετικά από άλλους τύπους σημάτων και ότι, εάν υιοθετείτο αυτή η προσέγγιση, θα έπρεπε να απορρίπτεται κάθε αίτηση καταχωρίσεως τρισδιάστατου σήματος.

31      Προς στήριξη του επιχειρήματος κατά το οποίο το σήμα του οποίου ζητείται η καταχώριση έχει διακριτικό χαρακτήρα, η προσφεύγουσα επικαλείται την ακολουθούμενη από το ΓΕΕΑ πρακτική η οποία, κατ’ αυτήν, αποδεικνύει ότι τρισδιάστατα σήματα τα οποία προσομοιάζουν στο σήμα του οποίου ζητείται η καταχώριση καταχωρίσθηκαν για προϊόντα υπαγόμενα στην κλάση 28 και ότι το τμήμα προσφυγών θα έπρεπε να είχε λάβει υπόψη το στοιχείο αυτό. Υποστηρίζει, επίσης, ότι, αντιθέτως προς το συμπέρασμα του τμήματος προσφυγών στο σημείο 12 της προσβαλλομένης αποφάσεως, ήτοι ότι το σήμα του οποίου ζητήθηκε η καταχώριση αποτελούσε απλή παραλλαγή τύπου παρουσιάσεως και συσκευασίας απολύτως συνήθους για τα επίμαχα προϊόντα, το σήμα του οποίου ζητείται η καταχώριση διαφέρει σημαντικά από τα γενικώς και συνήθως ισχύοντα στον τομέα των παιχνιδιών. Συναφώς, η προσφεύγουσα υποστηρίζει ότι το τμήμα προσφυγών παρέλειψε να διευκρινίσει τι εννοούσε με τον όρο «βασικές μορφές» και ότι, εν πάση περιπτώσει, δεν υπάρχουν «βασικές μορφές» για τα παιχνίδια ράμι, αλλά πλείστοι όσοι τρόποι παρουσιάσεως και συναρμολογήσεως αυτού του τύπου παιχνιδιού. Κατά συνέπεια, η προσφεύγουσα εκτιμά ότι το τμήμα προσφυγών θα έπρεπε να είχε λάβει ιδιαιτέρως υπόψη του τον τρόπο με τον οποίο τα διαφορετικά στοιχεία του ράμι έχουν κατασκευασθεί και συναρμολογηθεί.

32      Η προσφεύγουσα προσάπτει επίσης στο τμήμα προσφυγών ότι δεν τεκμηρίωσε το συμπέρασμα του σημείου 12 της προσβαλλομένης αποφάσεως, κατά το οποίο «[ε]ίναι σύνηθες τα επιτραπέζια παιχνίδια και τα παιχνίδια κάθε είδους (λόγου χάρη, η μίνι έκδοση του ράμι) να συσκευάζονται και να πωλούνται σε συσκευασίες διαφόρων τύπων υλικών, περιλαμβανομένων των ξύλινων κουτιών», και κατά το οποίο «[η] συσκευασία και η παρουσίαση αυτού του τύπου είναι συνήθεις για τα οικεία παιχνίδια και το ενδιαφερόμενο κοινό δεν θα τα συγχέει με τίποτα άλλο». Κατά την προσφεύγουσα, το τμήμα προσφυγών δεν έλαβε επίσης υπόψη του όλους τους κρίσιμους στην προκειμένη περίπτωση παράγοντες και ιδίως την κατάσταση στην αγορά, η οποία αποδεικνύει ότι το σχήμα του σήματος του οποίου ζητήθηκε η καταχώριση διαφέρει σημαντικά από άλλα σχήματα που εμφανίζονται σε αυτήν.

33      Κατά την προσφεύγουσα, τα επίμαχα προϊόντα, ιδίως το ράμι, δεν απαιτούν συγκεκριμένη μορφή συσκευασίας. Επομένως, εσφαλμένως το τμήμα προσφυγών κατέληξε στο συμπέρασμα ότι το σχήμα του σήματος του οποίου ζητείται η καταχώριση οφειλόταν στη φύση του επίμαχου προϊόντος.

34      Τέλος, η προσφεύγουσα προσάπτει στο τμήμα προσφυγών ότι συνέκρινε το σήμα του οποίου ζητήθηκε η καταχώριση με πανομοιότυπα προϊόντα τα οποία πωλούνται στο διαδίκτυο και κατέληξε στο συμπέρασμα ότι υπήρχαν παρεμφερή σχήματα στην αγορά, καίτοι επρόκειτο για απομιμήσεις. Προς στήριξη του εν λόγω επιχειρήματος, η προσφεύγουσα προσκομίζει για πρώτη φορά ενώπιον του Γενικού Δικαστηρίου, ως παράρτημα του υπομνήματος απαντήσεως, άρθρα εγκρίτων εξειδικευμένων περιοδικών, τα οποία έχουν ως θέμα τους τις απομιμήσεις που δημιουργούνται μέσω των ιστότοπων στους οποίους αναφέρονται ο εξεταστής και το τμήμα προσφυγών.

35      Υπενθυμίζεται, καταρχάς, ότι, κατά το άρθρο 7, παράγραφος 1, στοιχείο βʹ, του κανονισμού 207/2009, δεν γίνονται δεκτά προς καταχώριση τα «σήματα που στερούνται διακριτικού χαρακτήρα».

36      Ο διακριτικός χαρακτήρας σήματος, υπό την έννοια του άρθρου 7, παράγραφος 1, στοιχείο βʹ, του κανονισμού 207/2009, σημαίνει ότι το σήμα αυτό καθιστά δυνατό τον προσδιορισμό του προϊόντος για το οποίο έχει ζητηθεί η καταχώριση ως προερχομένου από συγκεκριμένη επιχείρηση και, επομένως, δυνατή τη διάκριση του προϊόντος αυτού από αντίστοιχα προϊόντα άλλων επιχειρήσεων [βλ. απόφαση της 9ης Δεκεμβρίου 2010, Wilo κατά ΓΕΕΑ (Πολυεδρικό περικάλυμμα ηλεκτρικού κινητήρα και απεικόνιση πράσινου πολύεδρου), T‑253/09 και T‑254/09, EU:T:2010:507, σκέψη 17 και εκεί παρατιθέμενη νομολογία].

37      Ο διακριτικός χαρακτήρας σήματος πρέπει να εκτιμάται, αφενός, σε σχέση με τα προϊόντα ή τις υπηρεσίες για τα οποία ζητείται η καταχώρισή του και, αφετέρου, σε σχέση με την περί αυτών αντίληψη του ενδιαφερομένου κοινού, το οποίο αποτελείται από τον μέσο καταναλωτή των προϊόντων ή των υπηρεσιών αυτών, ο οποίος έχει τη συνήθη πληροφόρηση και είναι ευλόγως προσεκτικός και ενημερωμένος (βλ. απόφαση Πολυεδρικό περικάλυμμα ηλεκτρικού κινητήρα και απεικόνιση πράσινου πολύεδρου, σκέψη 36 ανωτέρω, EU:T:2010:507, σκέψη 18 και εκεί παρατιθέμενη νομολογία).

38      Κατά πάγια νομολογία, τα κριτήρια βάσει των οποίων εκτιμάται ο διακριτικός χαρακτήρας των σημάτων που συνίστανται στην εμφάνιση του ίδιου του προϊόντος δεν διαφέρουν από τα κριτήρια που ισχύουν για άλλες κατηγορίες σημάτων (βλ. απόφαση Πολυεδρικό περικάλυμμα ηλεκτρικού κινητήρα και απεικόνιση πράσινου πολύεδρου, σκέψη 36 ανωτέρω, EU:T:2010:507, σκέψη 19 και εκεί παρατιθέμενη νομολογία).

39      Ωστόσο, στο πλαίσιο της εφαρμογής των κριτηρίων αυτών, η αντίληψη του ενδιαφερομένου κοινού δεν είναι κατ’ ανάγκην η ίδια στην περίπτωση τρισδιάστατου σήματος, συνιστάμενου στην εμφάνιση του ίδιου του προϊόντος, και στην περίπτωση λεκτικού ή εικονιστικού σήματος, αποτελούμενου από σημείο ανεξάρτητο της όψεως των προϊόντων που προσδιορίζει. Πράγματι, ο μέσος καταναλωτής δεν συνηθίζει να αναγνωρίζει την προέλευση ενός προϊόντος βάσει της μορφής του προϊόντος ή της συσκευασίας του, αν δεν υπάρχει κανένα γραφιστικό ή λεκτικό στοιχείο, και, κατά συνέπεια, θα μπορούσε να αποδειχθεί δυσχερέστερη η απόδειξη του διακριτικού χαρακτήρα ενός τέτοιου τρισδιάστατου σήματος, απ’ ό,τι αυτή του διακριτικού χαρακτήρα κάποιου λεκτικού ή εικονιστικού σήματος (βλ. απόφαση Πολυεδρικό περικάλυμμα ηλεκτρικού κινητήρα και απεικόνιση πράσινου πολύεδρου, σκέψη 36 ανωτέρω, EU:T:2010:507, σκέψη 20 και εκεί παρατιθέμενη νομολογία).

40      Περαιτέρω, κατά τη νομολογία, όσο περισσότερο ομοιάζει το σχήμα του οποίου ζητείται η καταχώριση προς το πλέον σύνηθες σχήμα του επίμαχου προϊόντος τόσο πιθανότερο είναι το εν λόγω σχήμα να στερείται διακριτικού χαρακτήρα κατά την έννοια του άρθρου 7, παράγραφος 1, στοιχείο βʹ, του κανονισμού 207/2009. Υπό τις συνθήκες αυτές, μόνο το σήμα το οποίο αποκλίνει σημαντικά από τα γενικώς και συνήθως ισχύοντα στον οικείο τομέα και, ως εκ τούτου, δύναται να επιτελεί τη βασική του λειτουργία προσδιορισμού της προελεύσεως του προϊόντος δεν στερείται διακριτικού χαρακτήρα, κατά την έννοια του άρθρου 7, παράγραφος 1, στοιχείο βʹ, του κανονισμού 207/2009 (βλ. απόφαση Πολυεδρικό περικάλυμμα ηλεκτρικού κινητήρα και απεικόνιση πράσινου πολύεδρου, σκέψη 36 ανωτέρω, EU:T:2010:507, σκέψη 21 και εκεί παρατιθέμενη νομολογία).

41      Η προσβαλλόμενη απόφαση πρέπει να εξετασθεί υπό το πρίσμα των αρχών αυτών.

42      Όσον αφορά το ενδιαφερόμενο κοινό, ορθώς έκρινε το τμήμα προσφυγών ότι επρόκειτο για κοινό συντιθέμενο κυρίως από τον μέσο καταναλωτή, ο οποίος έχει τη συνήθη πληροφόρηση και είναι ευλόγως προσεκτικός και ενημερωμένος και ότι, υπό το πρίσμα της φύσεως και της τιμής των επίμαχων προϊόντων, ο βαθμός γνώσεως του ενδιαφερόμενου κοινού μπορούσε να ποικίλλει, κυμαινόμενος από μέσο έως υψηλό (σημείο 11 της προσβαλλομένης αποφάσεως). Συγκεκριμένα, τα επίμαχα προϊόντα, λαμβανομένης υπόψη της περιγραφής τους, υπάγονται στον τομέα των παιχνιδιών κάθε είδους. Προορίζονται για γενική κατανάλωση και όχι μόνο για τους επαγγελματίες ή τους ερασιτέχνες, εφόσον καθένας είναι δυνατόν, σε κάποια δεδομένη στιγμή, να αποκτήσει τέτοια προϊόντα, είτε για τακτική είτε για συγκυριακή χρήση [βλ. κατ’ αυτήν την έννοια απόφαση της 24ης Μαρτίου 2011, Cybergun κατά ΓΕΕΑ — Umarex Sportwaffen (AK 47), T‑419/09, EU:T:2011:121, σκέψη 37 και εκεί παρατιθέμενη νομολογία]. Επομένως, εσφαλμένως υποστηρίζει η προσφεύγουσα ότι το τμήμα προσφυγών θα έπρεπε να είχε κρίνει ότι το ενδιαφερόμενο κοινό επιδεικνύει αποκλειστικώς υψηλό επίπεδο προσοχής.

43      Εξάλλου, το επιχείρημα με το οποίο προβάλλεται ότι το τμήμα προσφυγών υπέπεσε σε πλάνη, καθόσον δεν προσκόμισε στοιχεία τα οποία να αποδεικνύουν ποιο ήταν το ενδιαφερόμενο κοινό και το επίπεδο προσοχής του, πρέπει επίσης να απορριφθεί. Ειδικότερα, δεν μπορεί να απαιτηθεί από το ΓΕΕΑ να προβαίνει σε οικονομική ανάλυση της αγοράς ή και σε έρευνες μεταξύ των καταναλωτών προκειμένου να διαπιστώσει σε ποιο βαθμό οι καταναλωτές αυτοί προσέχουν την εμφάνιση των προϊόντων που ανήκουν σε συγκεκριμένη κατηγορία [απόφαση της 5ης Μαρτίου 2003, Unilever κατά ΓΕΕΑ (Ωοειδής ταμπλέτα), T‑194/01, Συλλογή, EU:T:2003:53, σκέψη 48].

44      Όσον αφορά τον διακριτικό χαρακτήρα του σήματος του οποίου ζητείται η καταχώριση, πρέπει καταρχήν να ληφθεί υπόψη η περιγραφή της προσφεύγουσας, κατά την οποία το σήμα του οποίου ζητείται η καταχώριση συνίσταται σε ένα ορθογώνιο ξύλινο κουτί με σύστημα συρόμενων φύλλων συγκρατήσεως των κομματιών και σύστημα κλεισίματος αυτών των φύλλων και στα δύο άκρα του κουτιού. Επομένως, το σήμα του οποίου ζητείται η καταχώριση διαθέτει σύστημα ολισθήσεως το οποίο καθιστά δυνατή την ενσωμάτωση των τεσσάρων φύλλων παιχνιδιού σε ενιαίο σύνολο, και τα κομμάτια του παιχνιδιού, καθώς και τα στηρίγματα των φύλλων περικλείονται από τα τέσσερα φύλλα, τα οποία σχηματίζουν τα τοιχώματα τα οποία στηρίζουν το σύνολο, το οποίο διαθέτει δύο μικρές βιδωτές πλάκες που λειτουργούν ως σύστημα κλεισίματος, χωρίς να είναι αναγκαία πρόσθετη συσκευασία. Κάθε πλευρικό τοίχωμα έχει στο εσωτερικό του δύο αυλακώσεις, προϊόν εκγλυφάνσεως, οι οποίες καθιστούν δυνατή την κύλιση των δύο ζευγών φύλλων. Οι μικρές πλάκες οι οποίες χρησιμεύουν για το κλείσιμο είναι ορθογώνιου σχήματος με στρογγυλεμένες άκρες και λοξές γωνίες, στερεωμένες στο πλαίσιο με μια βίδα.

45      Λαμβανομένης υπόψη της περιγραφής αυτής, ορθώς κατέληξε το τμήμα προσφυγών στο συμπέρασμα, στο σημείο 12 της προσβαλλομένης αποφάσεως, ότι το σήμα του οποίου ζητείται η καταχώριση «δεν διαφέρει σημαντικά από τα γενικώς και συνήθως ισχύοντα στον οικείο τομέα» και ότι «[ε]ίναι σύνηθες τα επιτραπέζια παιχνίδια και τα παιχνίδια κάθε είδους (λόγου χάρη, η μίνι έκδοση του ράμι για παιδιά) να συσκευάζονται και να πωλούνται σε συσκευασίες διαφόρων τύπων υλικών, περιλαμβανομένων των ξύλινων κουτιών».

46      Ειδικότερα, είναι παγκοίνως γνωστό ότι τα επίμαχα προϊόντα παρουσιάζονται συχνά σε ορθογώνιο ξύλινο κουτί. Ομοίως, ο τρόπος ξεδιπλώματος και συναρμολογήσεως του κουτιού στο σχήμα του οποίου συνίσταται το σήμα του οποίου ζητείται η καταχώριση, ήτοι σύστημα ολισθήσεως φύλλων το οποίο καθιστά δυνατό το άνοιγμα του παιχνιδιού ή τη συναρμολόγησή του, δεν διαφέρει σημαντικά από τα γενικώς και συνήθως ισχύοντα στον οικείο τομέα. Πράγματι, είναι παγκοίνως γνωστό ότι υπάρχουν παρόμοια συστήματα ολισθήσεως για το άνοιγμα και τη συναρμολόγηση των επίμαχων προϊόντων. Εξεταζόμενα στο σύνολό τους, τα διαφορετικά χαρακτηριστικά του σήματος του οποίου ζητήθηκε η καταχώριση, όπως περιγράφηκαν στη σκέψη 44 ανωτέρω, ουδόλως άγουν στο συμπέρασμα ότι το σήμα του οποίου ζητήθηκε η καταχώριση διαφέρει σημαντικά από τα γενικώς και συνήθως ισχύοντα στον οικείο τομέα. Κατά συνέπεια, κρίνεται ότι το σήμα του οποίου ζητείται η καταχώριση δεν έχει διακριτικό χαρακτήρα ο οποίος να καθιστά δυνατή για το κοινό την ταυτοποίηση των επίμαχων προϊόντων ως προερχομένων από συγκεκριμένη επιχείρηση και, επομένως, τη διάκριση των προϊόντων αυτών από εκείνα τα οποία προέρχονται από άλλες επιχειρήσεις.

47      Όσον αφορά το επιχείρημα κατά το οποίο το τμήμα προσφυγών, κατά την εκτίμηση του διακριτικού χαρακτήρα του σήματος του οποίου ζητήθηκε η καταχώριση, παρέλειψε να ορίσει τη φράση «βασικές μορφές» και να τεκμηριώσει τα σχετικά συμπεράσματά του βάσει αποδεικτικών στοιχείων, πρέπει να υπομνησθεί ότι, δυνάμει του άρθρου 76, παράγραφος 1, του κανονισμού 207/2009, το ΓΕΕΑ υποχρεούται να εξετάσει αυτεπαγγέλτως τα κρίσιμα πραγματικά περιστατικά τα οποία θα μπορούσαν να οδηγήσουν σε εφαρμογή του απόλυτου λόγου απαραδέκτου του άρθρου 7, παράγραφος 1, του ίδιου κανονισμού. Ως εκ τούτου, το ΓΕΕΑ μπορεί να χρειαστεί να θεμελιώσει τις αποφάσεις του σε πραγματικά περιστατικά τα οποία δεν επικαλέστηκε ο αιτών (βλ. κατ’ αυτήν την έννοια αποφάσεις της 19ης Απριλίου 2007, ΓΕΕΑ κατά Celltech, C‑273/05 P, Συλλογή, EU:C:2007:224, σκέψη 38 και εκεί παρατιθέμενη νομολογία, και απόφαση της 14ης Ιουλίου 2014, BSH κατά ΓΕΕΑ (Wash & Coffee), T‑5/12, EU:T:2014:647, σκέψη 46].

48      Καίτοι, καταρχήν, στα όργανα αυτά απόκειται να τεκμηριώσουν στις αποφάσεις τους, την ακρίβεια τέτοιων πραγματικών περιστατικών, τούτο δεν ισχύει όταν επικαλούνται πασίδηλα περιστατικά (βλ. απόφαση ΓΕΕΑ κατά Celltech, σκέψη 47 ανωτέρω, EU:C:2007:224, σκέψη 39 και εκεί παρατιθέμενη νομολογία· απόφαση Wash & Coffee, σκέψη 47 ανωτέρω, EU:T:2014:647, σκέψη 47). Επομένως, τίποτα δεν εμποδίζει το ΓΕΕΑ να λάβει υπόψη του πασίδηλα πραγματικά περιστατικά κατά την εκτίμησή του [βλ. απόφαση της 25ης Μαρτίου 2014, Deutsche Bank κατά ΓΕΕΑ (Passion to Perform), T‑291/12, EU:T:2014:155, σκέψη 51 και εκεί παρατιθέμενη νομολογία]. Ως εκ τούτου, στην προκειμένη περίπτωση, το τμήμα προσφυγών μπορούσε σύννομα να διαπιστώσει την έλλειψη διακριτικού χαρακτήρα του σήματος του οποίου ζητήθηκε η καταχώριση βασιζόμενο σε πασίδηλα πραγματικά περιστατικά τα οποία απορρέουν από την πρακτική πείρα της εμπορίας καταναλωτικών προϊόντων, χωρίς να είναι αναγκαία η παράθεση συγκεκριμένων παραδειγμάτων [βλ. κατ’ αυτήν την έννοια απόφαση της 10ης Νοεμβρίου 2004, Storck κατά ΓΕΕΑ (Σχήμα περιτυλίγματος ζαχαρωτών με στριμμένα τα δύο άκρα), T‑402/02, Συλλογή, EU:T:2004:330, σκέψη 58]. Επιπροσθέτως, διαπιστώνεται ότι προκύπτει από το σημείο 12 της προσβαλλομένης αποφάσεως πως το τμήμα προσφυγών δεν βάσισε την εκτίμησή του περί του σήματος του οποίου ζητήθηκε η καταχώριση σε σύγκριση μεταξύ αυτού και των «βασικών μορφών», αλλά σε σχέση με τα γενικώς και συνήθως ισχύοντα στον οικείο τομέα, ερειδόμενο στη νομολογία την οποία παραθέτει στο σημείο 9 της προσβαλλομένης αποφάσεως. Το τμήμα προσφυγών αναφέρεται, βεβαίως, στο σημείο 10 της προσβαλλομένης αποφάσεως, στις «βασικές μορφές των επίμαχων προϊόντων». Εντούτοις, αυτή η αναφορά αποτελεί απλώς και μόνο μέρος της υπομνήσεως των διαπλασμένων από τη νομολογία αρχών οι οποίες πρέπει να λαμβάνονται υπόψη κατά την εκτίμηση του διακριτικού χαρακτήρα των τρισδιάστατων σημάτων. Συγκεκριμένα, το τμήμα προσφυγών δεν αναφέρεται σε αυτές κατά τη στιγμή της εκτιμήσεως του διακριτικού χαρακτήρα του σήματος του οποίου ζητήθηκε η καταχώριση.

49      Όσον αφορά τα στοιχεία τα οποία προσκόμισε η προσφεύγουσα με σκοπό να αποδείξει ότι δεν υπάρχουν σχήματα παρόμοια προς το σήμα του οποίου ζητήθηκε η καταχώριση, πρέπει να υπομνησθεί ότι η έλλειψη διακριτικού χαρακτήρα όσον αφορά ένα σήμα δεν εξουδετερώνεται από τον μικρότερο ή μεγαλύτερο αριθμό παρομοίων μορφών στην αγορά [απόφαση της 29ης Απριλίου 2004, Henkel κατά ΓΕΕΑ, C‑456/01 P και C‑457/01 P, Συλλογή, EU:C:2004:258, σκέψη 62, και απόφαση της 23ης Μαΐου 2007, Procter & Gamble κατά ΓΕΕΑ (Λευκό τετράγωνο πλακίδιο με χρωματιστό σχέδιο άνθους), T‑241/05, T‑262/05 έως T‑264/05, T‑346/05, T‑347/05 και T‑29/06 έως T‑31/06, Συλλογή, EU:T:2007:151, σκέψη 81], ούτε από την ανυπαρξία στην αγορά μορφών ομοίων προς αυτή της οποίας ζητείται η καταχώριση [βλ. κατ’ αυτήν την έννοια απόφαση της 31ης Μαΐου 2006, De Waele κατά ΓΕΕΑ (Σχήμα ενός λουκάνικου), T‑15/05, Συλλογή EU:T:2006:142, σκέψη 40].

50      Συναφώς, πρέπει να τονισθεί ότι ο μέσος καταναλωτής, ο οποίος δεν προβαίνει σε έρευνα αγοράς, δεν αντιλαμβάνεται εξαρχής τη χρήση από μια επιχείρηση συγκεκριμένου τύπου συσκευασίας για τη διάθεση στην αγορά ενός προϊόντος ως ένδειξη προελεύσεως, ακόμη και όταν οι ανταγωνιστές της επιχειρήσεως αυτής χρησιμοποιούν άλλους τρόπους συσκευασίας για να διαθέσουν στην αγορά το ίδιο προϊόν (απόφαση της 12ης Ιανουαρίου 2006, Deutsche SiSi-Werke κατά ΓΕΕΑ, C‑173/04 P, Συλλογή, EU:C:2006:20, σκέψη 34).

51      Εκ των ανωτέρω προκύπτει, επίσης, χωρίς να είναι αναγκαίο να κριθεί το παραδεκτό των αποδεικτικών στοιχείων τα οποία προσκομίσθηκαν σχετικώς, ότι τα επιχειρήματα της προσφεύγουσας, κατά τα οποία το τμήμα προσφυγών υπέπεσε σε πλάνη αναφερόμενο σε άλλα προϊόντα τα οποία υπάρχουν στην αγορά, καίτοι τα τελευταία αποτελούν απομιμήσεις, είναι αλυσιτελή.

52      Όσον αφορά το επιχείρημα κατά το οποίο το ΓΕΕΑ έχει κάνει δεκτή την καταχώριση τρισδιάστατων σημάτων παρεμφερών προς το σήμα του οποίου ζητήθηκε η καταχώριση για προϊόντα τα οποία υπάγονται στην κλάση 28, πρέπει να υπομνησθεί ότι το ΓΕΕΑ υποχρεούται να ασκεί τις αρμοδιότητές του τηρώντας τις γενικές αρχές του δικαίου της Ένωσης. Βάσει των αρχών της ίσης μεταχειρίσεως και της χρηστής διοικήσεως, το ΓΕΕΑ οφείλει να λαμβάνει υπόψη τις αποφάσεις που έχουν ληφθεί επί παρόμοιων αιτήσεων και να εξετάζει με ιδιαίτερη προσοχή κατά πόσον θα πρέπει να εκδώσει απόφαση με το ίδιο περιεχόμενο. Η εφαρμογή των αρχών αυτών πρέπει, ωστόσο, να συμβιβάζεται με την τήρηση της αρχής της νομιμότητας. Συνεπώς, το πρόσωπο που ζητεί την καταχώριση ενός σημείου ως σήματος δεν μπορεί να επικαλεστεί προς όφελός του τυχόν παρανομία που διαπράχθηκε προς όφελος άλλου προκειμένου να επιτύχει την έκδοση όμοιας αποφάσεως. Κατά τα λοιπά, για λόγους ασφάλειας δικαίου και, ιδίως, χρηστής διοικήσεως, η εξέταση κάθε αιτήσεως καταχωρίσεως πρέπει να είναι αυστηρή και πλήρης ώστε να αποτρέπεται η αντικανονική καταχώριση σημάτων. Συνεπώς, τέτοια εξέταση πρέπει να λαμβάνει χώρα σε κάθε συγκεκριμένη περίπτωση. Πράγματι, η καταχώριση ενός σημείου ως σήματος εξαρτάται από ειδικά κριτήρια που έχουν εφαρμογή στο πλαίσιο των πραγματικών περιστάσεων της συγκεκριμένης περιπτώσεως, σκοπός των οποίων είναι να εξακριβώνεται μήπως το επίμαχο σημείο εμπίπτει σε λόγο απαραδέκτου [βλ. απόφαση του Γενικού Δικαστηρίου της 14ης Ιανουαρίου 2015, Melt Water κατά ΓΕΕΑ (Σχήμα διάφανης κυλινδρικής φιάλης), T‑70/14, EU:T:2015:9, σκέψη 39 και εκεί παρατιθέμενη νομολογία].

53      Στην προκειμένη περίπτωση, το τμήμα προσφυγών κατέληξε στο συμπέρασμα, κατόπιν πλήρους ελέγχου και έχοντας λάβει υπόψη την αντίληψη του ενδιαφερόμενου κοινού, ότι το σήμα του οποίου ζητείται η καταχώριση εστερείτο διακριτικού χαρακτήρα. Όπως προκύπτει από τις ανωτέρω σκέψεις 42 έως 51, αυτή και μόνο η εν λόγω διαπίστωση αρκεί για να θεωρηθεί ότι η καταχώριση του επίμαχου τρισδιάστατου σημείου ως κοινοτικού σήματος προσκρούει, όσον αφορά τα οικεία προϊόντα, στον απόλυτο λόγο απαραδέκτου του άρθρου 7, παράγραφος 1, στοιχείο βʹ, του κανονισμού 207/2009.

54      Ως εκ τούτου, εφόσον η νομιμότητα της προσβαλλομένης αποφάσεως όσον αφορά τη δυνατότητα καταχωρίσεως του επίμαχου σήματος ως κοινοτικού σήματος για τα οικεία προϊόντα θεμελιώνεται ευθέως στο άρθρο 7, παράγραφος 1, στοιχείο βʹ, του κανονισμού 207/2009, από την παρατεθείσα στη σκέψη 52 νομολογία προκύπτει ότι δεν μπορεί να αμφισβητηθεί για τον λόγο και μόνον ότι το τμήμα προσφυγών δεν ακολούθησε εν προκειμένω την πρακτική που ακολουθεί το ΓΕΕΑ κατά τη λήψη των συναφών αποφάσεων.

55      Επομένως, ορθώς το τμήμα προσφυγών διαπίστωσε ότι το επίμαχο τρισδιάστατο σήμα εστερείτο διακριτικού χαρακτήρα για το σύνολο των οικείων προϊόντων, κατά την έννοια του άρθρου 7, παράγραφος 1, στοιχείο βʹ, του κανονισμού 207/2009.

56      Κατά συνέπεια, πρέπει να απορριφθεί ο πρώτος λόγος και, δεδομένου ότι παρέλκει η απόφαση επί του σκέλους του αιτήματος της προσφεύγουσας να διατάξει το Γενικό Δικαστήριο την καταχώριση του σήματος για το σύνολο των οικείων προϊόντων και υπηρεσιών, απορρίπτεται και η προσφυγή στο σύνολό της.

 Επί των δικαστικών εξόδων

57      Κατά το άρθρο 134, παράγραφος 1, του Κανονισμού Διαδικασίας του Γενικού Δικαστηρίου, ο ηττηθείς διάδικος καταδικάζεται στα δικαστικά έξοδα εφόσον υπάρχει σχετικό αίτημα.

58      Δεδομένου ότι η προσφεύγουσα ηττήθηκε, πρέπει να καταδικασθεί στα δικαστικά έξοδα σύμφωνα με το αίτημα του ΓΕΕΑ.

Για τους λόγους αυτούς,

ΤΟ ΓΕΝΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ (όγδοο τμήμα)

αποφασίζει:

1)      Απορρίπτει την προσφυγή.

2)      Καταδικάζει τη Rosian Express SRL στα δικαστικά έξοδα.

Γρατσίας

Kancheva

Wetter

Δημοσιεύθηκε σε δημόσια συνεδρίαση στο Λουξεμβούργο στις 8 Οκτωβρίου 2015.

(υπογραφές)


* Γλώσσα διαδικασίας: η ρουμανική.