Language of document : ECLI:EU:T:2016:6

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΓΕΝΙΚΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (πέμπτο τμήμα)

της 14ης Ιανουαρίου 2016 (*)

«Γεωργία — Επιστροφές κατά την εξαγωγή — Κρέας πουλερικών — Καθορισμός μηδενικών επιστροφών — Υποχρέωση αιτιολογήσεως — Δυνατότητα της Επιτροπής να περιοριστεί σε τυποποιημένη αιτιολογία — Συνήθης πρακτική της Επιτροπής περί καθορισμού επιστροφών — Άρθρο 164, παράγραφος 3, του κανονισμού (ΕΚ) 1234/2007 — Μη περιοριστικός χαρακτήρας των προβλεπομένων κριτηρίων»

Στην υπόθεση T‑549/13,

Γαλλική Δημοκρατία, εκπροσωπούμενη από τους G. de Bergues, D. Colas και την C. Candat,

προσφεύγουσα,

κατά

Ευρωπαϊκής Επιτροπής, εκπροσωπούμενης από τον D. Bianchi και την K. Skelly,

καθής,

με αντικείμενο αίτημα ακυρώσεως του εκτελεστικού κανονισμού (ΕΕ) 689/2013 της Επιτροπής, της 18ης Ιουλίου 2013, για τον καθορισμό των επιστροφών κατά την εξαγωγή στον τομέα του κρέατος πουλερικών (ΕΕ L 196, σ. 13),

ΤΟ ΓΕΝΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ (πέμπτο τμήμα),

συγκείμενο από τους A. Dittrich (εισηγητή), πρόεδρο, J. Schwarcz και V. Tomljenović, δικαστές,

γραμματέας: S. Bukšek Tomac, υπάλληλος διοικήσεως,

έχοντας υπόψη την έγγραφη διαδικασία και κατόπιν της επ’ ακροατηρίου συζητήσεως της 24ης Απριλίου 2015,

εκδίδει την ακόλουθη

Απόφαση

 Ιστορικό της διαφοράς

1        Με την παρούσα προσφυγή, η Γαλλική Δημοκρατία ζητεί την ακύρωση πράξεως με την οποία η Επιτροπή καθόρισε μηδενικό ποσό επιστροφών κατά την εξαγωγή στον τομέα του κρέατος πουλερικών για τρεις κατηγορίες ολόκληρων κατεψυγμένων κοτόπουλων.

2        Οι αρχές οι οποίες διέπουν τις επιστροφές κατά την εξαγωγή διατυπώνονται στον κανονισμό (ΕΚ) 1234/2007 του Συμβουλίου, της 22ας Οκτωβρίου 2007, για τη θέσπιση κοινής οργάνωσης των γεωργικών αγορών και ειδικών διατάξεων για ορισμένα γεωργικά προϊόντα («Ενιαίος κανονισμός ΚΟΑ») (ΕΕ L 299, σ. 1), όπως τροποποιήθηκε.

3        Το κεφάλαιο III, «Εξαγωγές», του μέρους III, «Συναλλαγές με τρίτες χώρες», του κανονισμού 1234/2007 περιλαμβάνει το τμήμα II, «Άδειες εξαγωγής», το οποίο αφορά τις εν λόγω επιστροφές. Το άρθρο 162 του κανονισμού αυτού προβλέπει ότι, στον βαθμό που είναι αναγκαίο για να καταστούν δυνατές οι εξαγωγές με βάση τις συναλλαγματικές ισοτιμίες ή τις τιμές της διεθνούς αγοράς και εντός των ορίων που απορρέουν από συμφωνίες οι οποίες συνάπτονται δυνάμει του άρθρου 218 ΣΛΕΕ, η διαφορά μεταξύ των εν λόγω συναλλαγματικών ισοτιμιών ή των τιμών αυτών και των τιμών στην Ευρωπαϊκή Ένωση μπορεί να καλύπτεται με τη χορήγηση επιστροφών κατά την εξαγωγή για τα προϊόντα που υπάγονται, μεταξύ άλλων, στον τομέα του κρέατος πουλερικών.

4        Κατά το άρθρο 164, παράγραφος 1, του κανονισμού 1234/2007, οι επιστροφές κατά την εξαγωγή είναι οι ίδιες για ολόκληρη την Ένωση. Κατά την παράγραφο 2 του ίδιου αυτού άρθρου, οι επιστροφές καθορίζονται από την Επιτροπή και μπορούν να καθορίζονται τακτικά ή, για ορισμένα προϊόντα, μέσω διαγωνισμού. Η παράγραφος αυτή προβλέπει επίσης ότι, εκτός των περιπτώσεων καθορισμού με διαγωνισμό, ο κατάλογος των προϊόντων για τα οποία χορηγείται επιστροφή κατά την εξαγωγή και το ποσό της επιστροφής καθορίζονται τουλάχιστον μία φορά ανά τρίμηνο.

5        Το άρθρο 164, παράγραφος 3, του κανονισμού 1234/2007 έχει ως εξής:

«Κατά τον καθορισμό των επιστροφών για ένα συγκεκριμένο προϊόν λαμβάνονται υπόψη ένα ή περισσότερα από τα ακόλουθα στοιχεία:

α)      η επικρατούσα κατάσταση και οι μελλοντικές τάσεις όσον αφορά:

–        τις τιμές και τις διαθέσιμες ποσότητες του εν λόγω προϊόντος στην κοινοτική αγορά,

–        τις τιμές του εν λόγω προϊόντος στη διεθνή αγορά.

β)      οι στόχοι της κοινής οργάνωσης αγοράς, που συνίστανται στη διασφάλιση της ισορροπίας της εν λόγω αγοράς και της φυσικής ανάπτυξης των τιμών και των συναλλαγών·

γ)      η ανάγκη να αποφευχθούν διαταραχές οι οποίες ενδέχεται να δημιουργήσουν παρατεταμένη ανισορροπία μεταξύ της προσφοράς και της ζήτησης στην κοινοτική αγορά·

δ)      η οικονομική πλευρά των σχεδιαζόμενων εξαγωγών·

ε)      τα όρια που απορρέουν από συμφωνίες που συνάπτονται σύμφωνα με το άρθρο [218 ΣΛΕΕ]·

στ)      η ανάγκη εξισορρόπησης της χρήσης κοινοτικών βασικών προϊόντων στην παρασκευή μεταποιημένων εμπορευμάτων που προορίζονται για εξαγωγή σε τρίτες χώρες και της χρήσης των προϊόντων τρίτων χωρών που γίνονται δεκτά υπό καθεστώς τελειοποίησης·

ζ)      τα ευνοϊκότερα έξοδα εμπορίας και μεταφοράς από τις κοινοτικές αγορές μέχρι τα λιμάνια ή άλλους τόπους εξαγωγής της Κοινότητας καθώς και τα έξοδα διακίνησης μέχρι τις χώρες προορισμού·

η)      η ζήτηση στην κοινοτική αγορά·

θ)      όσον αφορά τους τομείς του χοιρείου κρέατος, των αυγών και του κρέατος των πουλερικών, η διαφορά μεταξύ των τιμών, στην Κοινότητα, αφενός, και στη διεθνή αγορά, αφετέρου, της ποσότητας κτηνοτροφικών σιτηρών που είναι αναγκαία για την παραγωγή των προϊόντων των εν λόγω τομέων στην Κοινότητα.»

6        Σύμφωνα με τους κανόνες αυτούς, η Επιτροπή καθόρισε τακτικά, μέσω εκτελεστικών κανονισμών, το ποσό των επιστροφών κατά την εξαγωγή στον τομέα του κρέατος πουλερικών.

7        Μετά την έκδοση του κανονισμού (ΕΚ) 525/2010 της Επιτροπής, της 17ης Ιουνίου 2010, για τον καθορισμό των επιστροφών κατά την εξαγωγή στον τομέα του κρέατος πουλερικών (ΕΕ L 152, σ. 5), το ποσό των επιστροφών αυτών μειώθηκε σταδιακά, για τρεις κατηγορίες κατεψυγμένων κοτόπουλων. Το ποσό των επιστροφών κατά την εξαγωγή μειώθηκε κατ’ αρχάς από 40 ευρώ/100 kg σε 32,50 ευρώ/100 kg. Το τελευταίο αυτό ποσό, αφού διατηρήθηκε με οκτώ διαδοχικούς εκτελεστικούς κανονισμούς, μειώθηκε στη συνέχεια σε 21,70 ευρώ/100 kg δυνάμει του εκτελεστικού κανονισμού (ΕΕ) 962/2012 της Επιτροπής, της 18ης Οκτωβρίου 2012, για τον καθορισμό των επιστροφών κατά την εξαγωγή στον τομέα του κρέατος πουλερικών (ΕΕ L 288, σ. 6).

8        Νέα μείωση, καθορίζουσα το ποσό των επιστροφών σε 10,85 ευρώ/100 kg για τις εν λόγω τρεις κατηγορίες κατεψυγμένων κοτόπουλων, επήλθε με τον εκτελεστικό κανονισμό (ΕΕ) 33/2013 της Επιτροπής, της 17ης Ιανουαρίου 2013, για τον καθορισμό των επιστροφών κατά την εξαγωγή στον τομέα του κρέατος πουλερικών (ΕΕ L 14, σ. 15). Το ποσόν αυτό διατηρήθηκε στη συνέχεια με τον εκτελεστικό κανονισμό (ΕΕ) 360/2013 της Επιτροπής, της 18ης Απριλίου 2013, για τον καθορισμό των επιστροφών κατά την εξαγωγή στον τομέα του κρέατος πουλερικών (ΕΕ L 109, σ. 27).

9        Με τον εκτελεστικό κανονισμό (ΕΕ) 689/2013 της 18ης Ιουλίου 2013, για τον καθορισμό των επιστροφών κατά την εξαγωγή στον τομέα του κρέατος πουλερικών (ΕΕ L 196, σ. 13, στο εξής: προσβαλλόμενος κανονισμός), η Επιτροπή καθόρισε, μεταξύ άλλων, μηδενικό ποσό επιστροφών κατά την εξαγωγή για τρεις κατηγορίες κατεψυγμένων κοτόπουλων, των οποίων οι κωδικοί είναι 0207 12 10 99 00, 0207 12 90 9190 και 0207 12 90 9990.

10      Το ποσό των επιστροφών για τα έξι λοιπά προϊόντα —κυρίως νεοσσούς— το οποίο επαναλαμβάνεται στο παράρτημα του προσβαλλόμενου κανονισμού και είχε καθορισθεί στο μηδέν με τον εκτελεστικό κανονισμό (ΕΕ) 1056/2011 της Επιτροπής, της 20ής Οκτωβρίου 2011, για τον καθορισμό των επιστροφών κατά την εξαγωγή στον τομέα του κρέατος πουλερικών (ΕΕ L 276, σ. 31), δεν τροποποιήθηκε.

11      Κατά το παράρτημα του προσβαλλόμενου κανονισμού, οι τόποι προορισμού τους οποίους αφορούν οι επιστροφές κατά την εξαγωγή είναι, μεταξύ άλλων, χώρες της Mέσης Aνατολής.

12      Περαιτέρω, ο προσβαλλόμενος κανονισμός κατήργησε τον κανονισμό 360/2013, ο οποίος καθόριζε μέχρι τότε το επίπεδο των επιστροφών για τον επίμαχο τομέα.

13      Οι αιτιολογικές σκέψεις 1 έως 3 του προσβαλλόμενου κανονισμού έχουν ως εξής:

«(1)      Σύμφωνα με το άρθρο 162, παράγραφος 1, του κανονισμού (ΕΚ) 1234/2007, η διαφορά μεταξύ των τιμών των προϊόντων που απαριθμούνται στο μέρος ΧΧ του παραρτήματος Ι του εν λόγω κανονισμού στην παγκόσμια αγορά και των τιμών των εν λόγω προϊόντων στην Ένωση μπορεί να καλυφθεί με επιστροφή κατά την εξαγωγή.

(2)      Λαμβανομένης υπόψη της παρούσας κατάστασης της αγοράς κρέατος πουλερικών, είναι σκόπιμο να καθοριστούν επιστροφές κατά την εξαγωγή σύμφωνα με τους κανόνες και τα κριτήρια που προβλέπονται στα άρθρα 162, 163, 164, 167 και 169 του κανονισμού (ΕΚ) 1234/2007.

(3)      Το άρθρο 164, παράγραφος 1, του κανονισμού (ΕΚ) 1234/2007 ορίζει ότι η επιστροφή είναι δυνατόν να διαφοροποιηθεί ανάλογα με τον τόπο προορισμού, ιδίως εάν η κατάσταση της διεθνούς αγοράς, οι ειδικές ανάγκες ορισμένων αγορών ή οι υποχρεώσεις που απορρέουν από τις συμφωνίες που συνάπτονται σύμφωνα με το άρθρο [218 ΣΛΕΕ] το καθιστούν αναγκαίο.»

 Διαδικασία και αιτήματα των διαδίκων

14      H Γαλλική Δημοκρατία, με δικόγραφο που κατέθεσε στη Γραμματεία του Γενικού Δικαστηρίου στις 14 Οκτωβρίου 2013, άσκησε την υπό κρίση προσφυγή.

15      Κατόπιν εκθέσεως του εισηγητή δικαστή, το Γενικό Δικαστήριο αποφάσισε να προχωρήσει στην προφορική διαδικασία και, ως μέτρα οργανώσεως της διαδικασίας κατά το άρθρο 64 του Κανονισμού Διαδικασίας του Γενικού Δικαστηρίου της 2ας Μαΐου 1991, κάλεσε τους διαδίκους να απαντήσουν γραπτώς σε ερωτήσεις. Οι διάδικοι συμμορφώθηκαν εμπροθέσμως στο αίτημα αυτό.

16      Η Γαλλική Δημοκρατία ζητεί από το Γενικό Δικαστήριο:

–        να ακυρώσει τον προσβαλλόμενο κανονισμό·

–        να καταδικάσει την Επιτροπή στα δικαστικά έξοδα.

17      Η Επιτροπή ζητεί από το Γενικό Δικαστήριο:

–        να απορρίψει την προσφυγή ως αβάσιμη·

–        να επιφυλαχθεί ως προς τα δικαστικά έξοδα.

 Σκεπτικό

18      Προς στήριξη της προσφυγής της, η Γαλλική Δημοκρατία προβάλλει δύο λόγους οι οποίοι αφορούν, ο πρώτος, παράβαση της υποχρεώσεως αιτιολογήσεως του άρθρου 296, δεύτερο εδάφιο, ΣΛΕΕ και, ο δεύτερος, παράβαση του άρθρου 164, παράγραφος 3, του κανονισμού 1234/2007.

1.     Επί του πρώτου λόγου ακυρώσεως, ο οποίος αφορά αθέτηση της υποχρεώσεως αιτιολογήσεως του άρθρου 296, δεύτερο εδάφιο, ΣΛΕΕ

19      Η Γαλλική Δημοκρατία διατείνεται ότι, στον προσβαλλόμενο κανονισμό, η Επιτροπή δεν εξέθεσε κατά τρόπο σαφή και μη διφορούμενο τη συλλογιστική της και, κατά συνέπεια, οι ενδιαφερόμενοι δεν είχαν τη δυνατότητα να υπερασπισθούν τα δικαιώματά τους και το Γενικό Δικαστήριο να ασκήσει τον έλεγχό του. Κατά τη Γαλλική Δημοκρατία, η Επιτροπή όφειλε να αναπτύξει με σαφήνεια τη συλλογιστική της, καθόσον ο προσβαλλόμενος κανονισμός βαίνει αισθητώς πέραν των προηγούμενων κανονισμών.

20      Η Επιτροπή αμφισβητεί τα επιχειρήματα της Γαλλικής Δημοκρατίας.

 Επί της νομολογίας η οποία αφορά την υποχρέωση αιτιολογήσεως

21      Κατά πάγια νομολογία, η επιβαλλόμενη από το άρθρο 296, δεύτερο εδάφιο, ΣΛΕΕ αιτιολογία πρέπει να είναι προσαρμοσμένη στη φύση της οικείας πράξεως και πρέπει να διαφαίνεται από αυτήν κατά τρόπο σαφή και μη διφορούμενο η συλλογιστική του θεσμικού οργάνου που εκδίδει την προσβαλλόμενη πράξη, κατά τρόπο που να καθιστά δυνατό στους ενδιαφερομένους να γνωρίζουν τους λόγους που δικαιολογούν τη λήψη του μέτρου και στο αρμόδιο δικαιοδοτικό όργανο να ασκεί τον έλεγχό του (βλ. απόφαση της 15ης Απριλίου 1997, Irish Farmers Association κ.λπ., C‑22/94, Συλλογή, EU:C:1997:187, σκέψη 39 και εκεί παρατιθέμενη νομολογία). Η αιτιολογία δεν απαιτείται να διασαφηνίζει όλα τα ουσιώδη πραγματικά και νομικά στοιχεία, καθόσον το ζήτημα αν η αιτιολογία μιας πράξεως ικανοποιεί τις απαιτήσεις του άρθρου 296, δεύτερο εδάφιο, ΣΛΕΕ πρέπει να εκτιμάται όχι μόνο βάσει του περιεχομένου της, αλλά και του πλαισίου στο οποίο εντάσσεται καθώς και του συνόλου των κανόνων δικαίου που διέπουν το σχετικό θέμα (βλ. απόφαση της 6ης Μαρτίου 2003, Interporc κατά Επιτροπής, C‑41/00 P, Συλλογή, EU:C:2003:125, σκέψη 55 και εκεί παρατιθέμενη νομολογία).

22      Από πάγια, επίσης, νομολογία προκύπτει ότι η έκταση της υποχρεώσεως αιτιολογήσεως εξαρτάται από τη φύση της οικείας πράξεως και ότι, προκειμένου για πράξεις γενικής ισχύος, η αιτιολογία μπορεί να περιορίζεται, αφενός, στην περιγραφή της όλης καταστάσεως που οδήγησε στην έκδοση της πράξεως και, αφετέρου, στην παράθεση των γενικών στόχων που η πράξη αυτή επιδιώκει (βλ. απόφαση της 9ης Σεπτεμβρίου 2004, Ισπανία κατά Επιτροπής, C‑304/01, Συλλογή, EU:C:2004:495, σκέψη 51 και εκεί παρατιθέμενη νομολογία).

23      Επιπροσθέτως, ο βαθμός ακρίβειας της αιτιολογίας της αποφάσεως πρέπει να είναι ανάλογος των υλικών δυνατοτήτων και των τεχνικών συνθηκών ή της προθεσμίας εντός της οποίας πρέπει να εκδοθεί η απόφαση (απόφαση της 1ης Δεκεμβρίου 1965, Schwarze, 16/65, Συλλογή, EU:C:1965:117).

24      Εξάλλου, από τη νομολογία προκύπτει ότι απόφαση η οποία ακολουθεί την πάγια σχετική πρακτική δύναται να αιτιολογηθεί συνοπτικώς, ιδίως δε με επίκληση της πρακτικής αυτής (βλ. απόφαση της 14ης Φεβρουαρίου 1990, Delacre κ.λπ. κατά Επιτροπής, C‑350/88, Συλλογή, EU:C:1990:71, σκέψη 15 και εκεί παρατιθέμενη νομολογία· απόφαση της 8ης Νοεμβρίου 2001, Silos, C‑228/99, Συλλογή, EU:C:2001:599, σκέψη 28). Στην προπαρατεθείσα απόφαση Delacre κ.λπ. κατά Επιτροπής (EU:C:1990:71, σκέψη 19), το Δικαστήριο επισήμανε ότι, υπό τις περιστάσεις της συγκεκριμένης περιπτώσεως, η αναφορά της τότε προσβαλλόμενης αποφάσεως στις εφαρμοστέες νομικές βάσεις πληρούσε την υπoχρέωση αιτιoλoγήσεως και η τρoπoπoίηση τoυ ύψoυς της επίμαχης ενισχύσεως σε σχέση πρoς τoυς πρoηγoυμένoυς ειδικoύς διαγωνισμoύς δεν απαιτούσε ειδική αιτιoλόγηση. Το Δικαστήριο διαπίστωσε, στη σκέψη 17 της αποφάσεως αυτής, ότι ο καθορισμός ανωτάτων ποσών ενισχύσεως «συνιστά oμoιόμoρφη διαδικασία επαναλαμβανόμενη ανά δεκαπενθήμερo περίπoυ, στo πλαίσιo της oπoίας oι απoφάσεις λαμβάνoνται βάσει σαφών κριτηρίων, τα oπoία θεσπίζoνται από μια κανoνιστική ρύθμιση απoλύτως γνωστή στoυς κύκλoυς των ενδιαφερoμένων και δεν διαφέρoυν αισθητά μεταξύ τoυς oύτε ως πρoς τoν τρόπo με τoν oπoίo λαμβάνoνται oύτε ως πρoς τo περιεχόμενό τoυς».

25      Αντιθέτως, από τη νομολογία προκύπτει ότι εναπόκειται στην αρμόδια αρχή της Ένωσης να αναπτύξει με σαφήνεια τη συλλογιστική της όταν η απόφασή της βαίνει αισθητώς πέραν των προηγούμενων αποφάσεων (βλ. απόφαση Delacre κ.λπ. κατά Επιτροπής, σκέψη 24 ανωτέρω, EU:C:1990:71, σκέψη 15 και εκεί παρατιθέμενη νομολογία· απόφαση Silos, σκέψη 24 ανωτέρω, EU:C:2001:599, σκέψη 28).

26      Στην απόφαση Silos, σκέψη 24 ανωτέρω (EU:C:2001:599, σκέψη 29), την οποία επικαλείται η Γαλλική Δημοκρατία, το Δικαστήριο διαπίστωσε ότι η αιτιολογία κανονισμού περί καθορισμού μηδενικού ποσού επιστροφών κατά την εξαγωγή στον τομέα των σιτηρών δεν πληρούσε την υποχρέωση αιτιολογήσεως. Το Δικαστήριο διαπίστωσε ότι η αιτιολογία του κανονισμού αυτού, η οποία ήταν πανομοιότυπη με την αιτιολογία του προγενέστερου κανονισμού με τον οποίο η Επιτροπή είχε αυξήσει το ποσό των επιστροφών σχετικά με τα επίμαχα στην κύρια δίκη προϊόντα σε 74,93 ECU ανά τόνο, δεν έδωσε καμία ιδιαίτερη εξήγηση σχετικά με τους λόγους που οδήγησαν την Επιτροπή, μία εβδομάδα μετά την έκδοση του δεύτερου κανονισμού, να καταργήσει στην πράξη τις πιο πάνω επιστροφές μειώνοντας το ποσό τους σε 0 ECU ανά τόνο. Εξάλλου, το Δικαστήριο επισήμανε, στη σκέψη 30 της αποφάσεως αυτής, ότι απλώς και μόνον η αναφορά των δυνατοτήτων και συνθηκών πωλήσεως στην παγκόσμια αγορά, της ανάγκης αποτροπής διαταράξεων στην αγορά της Ένωσης και της οικονομικής πτυχής των εξαγωγών, αντιθέτως προς όσα υποστήριζε η Επιτροπή, δεν μπορεί να αποτελέσει επαρκή αιτιολογία για έναν κανονισμό που έρχεται σε αντίθεση με τη συνήθη πρακτική της Επιτροπής, η οποία συνίσταται στον καθορισμό του ποσού των επιστροφών αναλόγως της διαφοράς μεταξύ των τιμών των σχετικών προϊόντων στην αγορά της Ένωσης, αφενός, και των τιμών αυτών στην παγκόσμια αγορά, αφετέρου.

27      Διαπιστώνεται ωστόσο ότι από τη νομολογία που έχει διαμορφωθεί κατόπιν της αποφάσεως Schwarze, σκέψη 23 ανωτέρω (EU:C:1965:117), προκύπτει ότι, στον γεωργικό τομέα, η χρησιμοποίηση τυποποιημένων αιτιολογιών γίνεται, υπό ορισμένες προϋποθέσεις, δεκτή.

28      Επιπροσθέτως, από την απόφαση Delacre κ.λπ. κατά Επιτροπής, σκέψη 24 ανωτέρω (EU:C:1990:71, σκέψεις 15, 17 και 19), προκύπτει ότι η αναφορά, πoυ περιέχεται στην αιτιολογία πράξεως, «στις εφαρμοστέες νομικές βάσεις» μπορεί να αρκεί εφόσον η πράξη αυτή ακολουθεί πάγια σχετική πρακτική.

29      Όπως επισήμανε ο γενικός εισαγγελέας L. A. Geelhoed στο σημείο 52 των προτάσεών του στην υπόθεση Silos (C‑228/99, Συλλογή, EU:C:2001:196), ως συνήθης πρακτική νοείται η πάγια συμπεριφορά την οποία τηρεί η Επιτροπή υπό το πρίσμα των επικρατουσών στην αγορά περιστάσεων.

 Επί του επαρκούς χαρακτήρα της αιτιολογίας του προσβαλλόμενου κανονισμού

30      Εν προκειμένω, διαπιστώνεται ότι η αιτιολογία του προσβαλλόμενου κανονισμού αντιστοιχεί σε τυποποιημένη αιτιολογία. Όπως τονίζει η Γαλλική Δημοκρατία, η αιτιολογία αυτή ταυτίζεται με την αιτιολογία των προγενέστερων κανονισμών οι οποίοι είχαν καθορίσει το ποσό των επιστροφών σε 32,50 ευρώ/100 kg, σε 21,70 ευρώ/100 kg και σε 10,85 ευρώ/100 kg, αντιστοίχως (βλ. σκέψεις 7 και 8 ανωτέρω).

31      Επιβάλλεται η διαπίστωση ότι, δεδομένου του περιοδικού καθορισμού του ποσού επιστροφών κατά την εξαγωγή και της κοινής διαδικασίας που εφαρμόζεται για την έκδοση των αντίστοιχων κανονισμών, τυποποιημένη αιτιολογία γίνεται, κατά την παρατεθείσα στη σκέψη 24 ανωτέρω νομολογία, δεκτή εφόσον η Επιτροπή ενεργεί σύμφωνα με τη συνήθη πρακτική της κατά τον καθορισμό του ποσού αυτού. Εξάλλου, η Γαλλική Δημοκρατία δέχεται, στο σημείο 31 του δικογράφου της προσφυγής, ότι ο προσβαλλόμενος κανονισμός ακολουθεί την πάγια σχετική πρακτική και, επομένως, μπορεί κατ’ αρχήν να έχει συνοπτική αιτιολογία. Εντούτοις, η Γαλλική Δημοκρατία φρονεί ότι η Επιτροπή όφειλε να αναπτύξει τη συλλογιστική της με σαφή τρόπο, καθόσον ο προσβαλλόμενος κανονισμός βαίνει αισθητώς πέραν των προηγούμενων κανονισμών.

32      Επομένως, πρέπει να εξετασθεί κατά πόσον η Επιτροπή ενήργησε σύμφωνα με τη συνήθη πρακτική της, καθορίζοντας το ποσό των επιστροφών κατά την εξαγωγή στον προσβαλλόμενο κανονισμό.

 Επί της συνήθους πρακτικής της Επιτροπής

33      Απαντώντας σε γραπτή ερώτηση υποβληθείσα από το Γενικό Δικαστήριο, η Επιτροπή εξήγησε λεπτομερώς τη συνήθη πρακτική την οποία ακολουθούσε, κατά τον χρόνο εκδόσεως του προσβαλλόμενου κανονισμού, σε θέματα καθορισμού του ποσού επιστροφών κατά την εξαγωγή στον τομέα του κρέατος πουλερικών.

34      Η Επιτροπή επισήμανε, μεταξύ άλλων, ότι η συνήθης πρακτική της συνίστατο, αφενός, σε θεωρητικό υπολογισμό του ποσού των επιστροφών κατά την εξαγωγή, βάσει της διαφοράς μεταξύ των τιμών στην αγορά της Ένωσης και των τιμών στην παγκόσμια αγορά και, αφετέρου, σε ανάλυση της καταστάσεως της αγοράς.

35      Επιπροσθέτως, η Επιτροπή εξήγησε ότι, όσον αφορά τα ολόκληρα κατεψυγμένα κοτόπουλα, η διαφορά τιμής υπολογίζεται, αφενός, βάσει της διαφοράς μεταξύ της τιμής κόστους στη Γαλλία που υπολογίζεται σε βάση αξίας fob (ελεύθερο επί του μεταφορικού μέσου) και της τιμής πωλήσεως στον τόπο προορισμού (τιμή που γίνεται δεκτή διεθνώς) που είναι η διαβιβαζόμενη από τους επιχειρηματίες τιμή και, αφετέρου, βάσει της διαφοράς μεταξύ της τιμής κόστους στη Γαλλία που υπολογίζεται σε βάση αξίας fob και της τιμής στη Βραζιλία, όταν είναι διαθέσιμη και επικαιροποιημένη.

36      Η Επιτροπή επισήμανε ότι η ανάλυση της αγοράς την οποία πραγματοποιούσε συνίστατο στην πληρέστερη κατά το δυνατό συλλογή οικονομικών στοιχείων του τομέα, στα οποία συμπεριλαμβάνονται, μεταξύ άλλων, η εξέλιξη της μέσης εβδομαδιαίας τιμής του κοτόπουλου στην Ένωση· η ποσοστιαία διακύμανση των τιμών του κοτόπουλου· οι προθεσμιακές τιμές των σπόρων σόγιας, αραβόσιτου και κτηνοτροφικού σίτου· οι τιμές συναλλάγματος· οι τιμές των βασικών συστατικών· οι εξελίξεις των σύνθετων τροφίμων· οι προβλέψεις παραγωγής και η παραγωγή των κοτόπουλων· οι εισαγωγές και οι εξαγωγές.

37      Εξάλλου, η Επιτροπή διευκρίνισε ότι, βάσει όλων των στοιχείων αυτών, κατέστη δυνατόν να αντληθούν γενικά συμπεράσματα για την κατάσταση της αγοράς τα οποία περιελάμβαναν: την παραγωγή στην Ένωση, τις τιμές του κρέατος πουλερικών στην αγορά της Ένωσης, τα περιθώρια των Ευρωπαίων παραγωγών βάσει του κόστους των τροφίμων, την κατάσταση των εξαγωγών και εισαγωγών για την αγορά της Ένωσης περιλαμβανομένων των εξαγωγών με επιστροφές, την κατάσταση και τις τιμές στις διεθνείς αγορές (Βραζιλία και Ηνωμένες Πολιτείες) λαμβανομένων υπόψη των τιμών του συναλλάγματος.

38      Σύμφωνα με τις παρασχεθείσες από την Επιτροπή διευκρινίσεις, η Επιτροπή συνήγε το ποσό της επιστροφής από τον συνδυασμό των δύο αυτών στοιχείων, ήτοι τον θεωρητικό υπολογισμό και την ανάλυση της αγοράς.

39      Όσον αφορά τις συνέπειες που πρέπει να αντληθούν από την απόφαση Silos, σκέψη 24 ανωτέρω (EU:C:2001:599), και ειδικότερα από τη σκέψη 30 της εν λόγω αποφάσεως, στην οποία το Δικαστήριο, όσον αφορά τον τομέα των σιτηρών, επισήμανε ότι η συνήθης πρακτική της Επιτροπής συνίστατο στον καθορισμό του ποσού των επιστροφών αναλόγως της διαφοράς μεταξύ των τιμών των σχετικών προϊόντων στην αγορά της Ένωσης, αφενός, και των τιμών αυτών στην παγκόσμια αγορά, αφετέρου, η Επιτροπή αναφέρει ότι καθόριζε το ποσό των επιστροφών «αναλόγως» της εν λόγω διαφοράς τιμών υπό την έννοια ότι η διαφορά αυτή αποτελούσε στοιχείο το οποίο ελάμβανε υπόψη. Η Επιτροπή επισήμανε ότι η συνήθης πρακτική της ουδέποτε συνίστατο στο να λαμβάνει αποκλειστικώς υπόψη της μόνον το στοιχείο αυτό και να καθορίζει τις επιστροφές κατά την εξαγωγή μέχρι του ύψους της διαφοράς μεταξύ της τιμής αγοράς της Ένωσης και της τιμής της παγκόσμιας αγοράς, αλλά ελάμβανε πάντοτε υπόψη τα λοιπά κριτήρια για τον καθορισμό των επιστροφών, τα οποία αναφέρει η εφαρμοστέα κανονιστική ρύθμιση.

40      Ερωτηθείσα συναφώς κατά την επ’ ακροατηρίου συζήτηση, η Γαλλική Δημοκρατία δεν αμφισβήτησε ότι η συνήθης πρακτική της Επιτροπής συνίστατο, αφενός, σε θεωρητικό υπολογισμό του ποσού επιστροφών κατά την εξαγωγή και, αφετέρου, σε ανάλυση της καταστάσεως της αγοράς, σύμφωνα με τις παρασχεθείσες από την Επιτροπή διευκρινίσεις σε απάντηση στις γραπτές ερωτήσεις που της υποβλήθηκαν.

41      Επομένως, πρέπει να εξετασθεί το ζήτημα αν, κατά την έκδοση του προσβαλλόμενου κανονισμού, η Επιτροπή παρέκκλινε από τη συνήθη πρακτική της όπως την περιγράφει. Συγκεκριμένα, στην περίπτωση κατά την οποία η Επιτροπή παρέκκλινε, κατά την έκδοση του προσβαλλόμενου κανονισμού, από τη συνήθη πρακτική της, η τυποποιημένη αιτιολογία του προσβαλλόμενου κανονισμού δεν αρκεί, σύμφωνα με την παρατεθείσα στις σκέψεις 25 και 26 ανωτέρω νομολογία.

 Επί του ζητήματος κατά πόσον η Επιτροπή παρέκκλινε από τη συνήθη πρακτική της

42      Απαντώντας σε ερώτηση του Γενικού Δικαστηρίου κατά την επ’ ακροατηρίου συζήτηση, η Γαλλική Δημοκρατία δεν αμφισβήτησε ότι, εν προκειμένω, η Επιτροπή πραγματοποίησε, αφενός, θεωρητικό υπολογισμό του ποσού επιστροφών κατά την εξαγωγή και, αφετέρου, ανάλυση της καταστάσεως της αγοράς. Η Γαλλική Δημοκρατία δεν αμφισβητεί ότι η Επιτροπή ακολούθησε, από τυπικής απόψεως, τη συνήθη διαδικασία για τον καθορισμό του ποσού των επιστροφών κατά την εξαγωγή στον προσβαλλόμενο κανονισμό.

43      Η Γαλλική Δημοκρατία στηρίζεται σε δύο στοιχεία για να υποστηρίξει ότι ο προσβαλλόμενος κανονισμός βαίνει αισθητώς πέραν των προηγούμενων κανονισμών. Πρώτον, ισχυρίζεται ότι ο καθορισμός μηδενικού ποσού επιστροφών συνιστά εντελώς νέο μέτρο για τα επίμαχα προϊόντα. Δεύτερον, διατείνεται ότι η Επιτροπή δεν ακολούθησε τη συνήθη πρακτική της καθόσον στηρίχθηκε, κατά την έκδοση του προσβαλλόμενου κανονισμού, στην εγχώρια και στη διεθνή συγκυρία.

–       Επί του επιχειρήματος σχετικά με την ύπαρξη εντελώς νέου μέτρου

44      Η Γαλλική Δημοκρατία υποστηρίζει ότι η Επιτροπή δεν ακολούθησε τη συνήθη πρακτική της, διότι ο καθορισμός μηδενικού ποσού επιστροφών συνιστά εντελώς νέο μέτρο για τα επίμαχα προϊόντα.

45      Εντούτοις, επισημαίνεται ότι το γεγονός και μόνον ότι καθορίστηκε για πρώτη φορά μηδενικό ποσό επιστροφών για τα επίμαχα προϊόντα δεν σημαίνει αυτομάτως ότι η Επιτροπή δεν ακολούθησε τη συνήθη πρακτική της.

46      Η μεταβολή του ποσού επιστροφών κατά την εξαγωγή είναι εγγενής του συστήματος περιοδικού καθορισμού του ποσού των επιστροφών αυτών, και επομένως η ίδια αιτιολογία μπορεί να καλύπτει πολύ διαφορετικά ποσά επιστροφών.

47      Επισημαίνεται επίσης ότι, όπως τονίζει η Επιτροπή, το απόλυτο ποσό της μειώσεως ήταν της ίδιας εκτάσεως με το ποσό των δύο προηγουμένων μειώσεων (από 32,50 ευρώ/100 kg σε 21,70 ευρώ/100 kg και στη συνέχεια σε 10,85 ευρώ/100 kg). Εξάλλου, για τα λοιπά προϊόντα του τομέα των πουλερικών, κυρίως νεοσσούς, είχε ήδη καθορισθεί μηδενικό ποσό επιστροφών κατά την εξαγωγή το 2011.

48      Καθόσον η Γαλλική Δημοκρατία διατείνεται ότι ο καθορισμός του ποσού επιστροφών κατά την εξαγωγή στους προηγούμενους κανονισμούς αφορούσε προϊόντα εμπίπτοντα στην κατηγορία των ζώντων ζώων, τα οποία δεν μπορούν να συγκριθούν με το κρέας πουλερικών που αποτελεί το αντικείμενο του καθορισμού μηδενικού ποσού επιστροφών κατά την εξαγωγή στον προσβαλλόμενο κανονισμό, καθώς και ότι οι προηγούμενοι κανονισμοί αφορούσαν τις εξαγωγές προς όλους τους τόπους προορισμού εκτός από τις Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής, επισημαίνεται ότι τα επιχειρήματα αυτά στηρίζονται σε υπέρμετρα ευρεία ερμηνεία της έννοιας του «εντελώς νέου μέτρου». Δεν μπορεί να υποστηριχθεί ότι, την πρώτη φορά που καθορίζεται μηδενικό ποσό επιστροφών κατά την εξαγωγή για ένα συγκεκριμένο προϊόν και τόπο προορισμού, πρόκειται πάντοτε για εντελώς νέο μέτρο. Ο τομέας των πουλερικών χαρακτηρίστηκε από σταδιακή μείωση του ποσού των επιστροφών κατά την εξαγωγή και, για ένα μέρος των προϊόντων του τομέα αυτού, υπήρξε ήδη καθορισμός μηδενικού ποσού επιστροφών.

49      Όπως τονίζει η Επιτροπή, δεν επρόκειτο για απότομο καθορισμό μηδενικού ποσού επιστροφών κατά την εξαγωγή. Η μείωση του ποσού των εν λόγω επιστροφών από 10,85 ευρώ/100 kg σε 0 ευρώ δεν έχει διαφορετική διάρθρωση από τις προηγούμενες μειώσεις από 32,50 ευρώ/100 kg σε 21,70 ευρώ/100 kg και στη συνέχεια σε 10,85 ευρώ/100 kg.

50      Καθόσον η Γαλλική Δημοκρατία στηρίζεται στην απόφαση Silos, σκέψη 24 ανωτέρω (EU:C:2001:599), επισημαίνεται ότι, με την απόφαση αυτή, το Δικαστήριο δεν βασίστηκε στο γεγονός και μόνον του καθορισμού μηδενικού ποσού για να διαπιστώσει ότι ο επίμαχος κανονισμός δεν ακολουθούσε τη συνήθη πρακτική της Επιτροπής, η οποία συνίστατο στον καθορισμό του ποσού των επιστροφών αναλόγως της διαφοράς μεταξύ των τιμών στην αγορά της Ένωσης και των τιμών στην παγκόσμια αγορά. Η Γαλλική Δημοκρατία στηρίχθηκε επίσης στο γεγονός ότι, μία μόνον εβδομάδα πριν από την έκδοση του επίμαχου στην υπόθεση αυτή κανονισμού, η Επιτροπή είχε αυξήσει το ποσό των επιστροφών κατά την εξαγωγή σε 74,93 Ecu ανά τόνο. Στην υπόθεση αυτή, επρόκειτο επομένως για απότομη μείωση του ποσού των επιστροφών κατά την εξαγωγή, η οποία προφανώς δεν μπορούσε να εξηγηθεί από μεταβολή της καταστάσεως της αγοράς.

51      Εν προκειμένω, η μείωση δεν μπορεί να χαρακτηρισθεί ως απότομη, διότι εντάσσεται στο πλαίσιο σταδιακής μειώσεως του ποσού των επιστροφών κατά την εξαγωγή και διότι το απόλυτο ποσό της μειώσεως αντιστοιχεί σε αυτό των προηγουμένων μειώσεων.

52      Περαιτέρω, η Γαλλική Δημοκρατία δέχθηκε, κατά την επ’ ακροατηρίου συζήτηση, ότι ο καθορισμός μηδενικού ποσού επιστροφών κατά την εξαγωγή δεν είναι αναγκαίο να αιτιολογείται ειδικώς όταν υπαγορεύεται από δεδομένα οικονομικής φύσεως. Επισημαίνεται ότι, όπως προκύπτει από την εξέταση του πρώτου σκέλους του δεύτερου λόγου (βλ. σκέψεις 87 έως 142 κατωτέρω), η Επιτροπή ορθώς έκρινε, χωρίς να υποπέσει σε πρόδηλη πλάνη εκτιμήσεως, ότι, δεδομένης της καταστάσεως της αγοράς, δεν ήταν αναγκαίο να χορηγηθούν επιστροφές κατά την εξαγωγή σε ποσό άνω του μηδενός.

53      Από τα προεκτεθέντα προκύπτει ότι πρέπει να απορριφθεί το επιχείρημα της Γαλλικής Δημοκρατίας όσον αφορά την ύπαρξη «εντελώς νέου» μέτρου το οποίο βαίνει αισθητώς πέραν των προηγούμενων κανονισμών λόγω του ότι καθοριζόταν για πρώτη φορά μηδενικό ποσό επιστροφών για ορισμένα προϊόντα.

–       Επί της συνεκτιμήσεως της εγχώριας και της διεθνούς συγκυρίας

54      Η Γαλλική Δημοκρατία υποστηρίζει ότι η Επιτροπή δεν ακολούθησε τη συνήθη πρακτική της καθόσον στηρίχθηκε, κατά την έκδοση του προσβαλλόμενου κανονισμού, στην εγχώρια και στη διεθνή συγκυρία, ήτοι στην προοπτική της μελλοντικής ενάρξεως ισχύος της νέας κοινής γεωργικής πολιτικής (ΚΓΠ) και στην προβλέψιμη κατάληξη των διεθνών διαπραγματεύσεων σχετικά με τις επιστροφές κατά την εξαγωγή στο πλαίσιο του Παγκόσμιου Οργανισμού Εμπορίου (ΠΟΕ).

55      Η Επιτροπή υποστηρίζει ότι η συνεκτίμηση της εγχώριας και της διεθνούς συγκυρίας δεν συνιστά αλλαγή πρακτικής διότι πρόκειται για στοιχεία που αποτελούν μέρος του γενικού πλαισίου και πρέπει να λαμβάνονται υπόψη σε κάθε καθορισμό του ποσού των επιστροφών δυνάμει του άρθρου 164, παράγραφος 3, του κανονισμού 1234/2007.

56      Όσον αφορά το τελευταίο αυτό επιχείρημα, η Γαλλική Δημοκρατία υποστηρίζει ότι η συλλογιστική της Επιτροπής δεν έχει συνοχή, καθόσον η Επιτροπή ισχυρίζεται, στο σημείο 38 του υπομνήματος αντικρούσεως, ότι υποχρεούται να λαμβάνει υπόψη την εγχώρια και τη διεθνή συγκυρία, ενώ, στα σημεία 59 και 61 του υπομνήματος αντικρούσεως, ισχυρίζεται απλώς ότι το άρθρο 164, παράγραφος 3, του κανονισμού 1234/2007 δεν απαγορεύει τη συνεκτίμηση των στοιχείων αυτών.

57      Διαπιστώνεται ότι δεν υπάρχει καμία υποχρέωση της Επιτροπής να λαμβάνει υπόψη τις εν εξελίξει διαπραγματεύσεις εντός του ΠΟΕ ή την οριστικοποίηση νομοθετικών κειμένων που περιέχουν τροποποιήσεις πολιτικών κατευθύνσεων. Συγκεκριμένα, η Επιτροπή δεν έχει καμία υποχρέωση, όταν καθορίζει τα ποσά επιστροφών κατά την εξαγωγή, να λαμβάνει υπόψη το γεγονός ότι διεξάγονται εντός του ΠΟΕ διαπραγματεύσεις περί καταργήσεως των ποσών αυτών, καθόσον οι εν λόγω διαπραγματεύσεις δεν έχουν καταλήξει στη σύναψη δεσμευτικής συμφωνίας. Όσον αφορά την εξέλιξη της ΚΓΠ, επισημαίνεται ότι μόλις στις 17 Δεκεμβρίου 2013 εκδόθηκε κανονισμός, ο οποίος προέβλεπε, με ισχύ από 1ης Ιανουαρίου 2014, ότι χορηγούνται επιστροφές κατά την εξαγωγή σε ποσό άνω του μηδενός μόνον σε περίπτωση κρίσης [βλ. άρθρο 196, παράγραφοι 1 και 3, και άρθρο 232, παράγραφος 1, πρώτο εδάφιο, του κανονισμού (ΕΕ) 1308/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 17ης Δεκεμβρίου 2013, για τη θέσπιση κοινής οργάνωσης των αγορών γεωργικών προϊόντων και την κατάργηση των κανονισμών (ΕΟΚ) 922/72, (ΕΟΚ) 234/79, (ΕΚ) 1037/2001 και 1234/2007 του Συμβουλίου (ΕΕ L 347, σ. 671)]. Η Επιτροπή δεν είχε καμία υποχρέωση να λάβει υπόψη της τις νέες πολιτικές κατευθύνσεις, όταν καθόρισε τα ποσά επιστροφών κατά την εξαγωγή, πριν από την 1η Ιανουαρίου 2014, ημερομηνία ενάρξεως ισχύος των εν λόγω νέων διατάξεων.

58      Εντούτοις, ήταν απολύτως θεμιτό για την Επιτροπή να λάβει υπόψη της, κατά τον καθορισμό του ποσού επιστροφών, τη μελλοντική εξέλιξη της ΚΓΠ και τις διαπραγματεύσεις εντός του ΠΟΕ, καίτοι τα στοιχεία αυτά δεν προβλέπονται ρητώς στο άρθρο 164, παράγραφος 3, του κανονισμού 1234/2007 (βλ., για περισσότερες λεπτομέρειες, σκέψεις 143 έως 158 κατωτέρω).

59      Πρέπει πάντως να εξετασθεί κατά πόσον η Επιτροπή, όταν λαμβάνει υπόψη της στοιχεία τα οποία δεν προβλέπονται ρητώς στο άρθρο 164, παράγραφος 3, του κανονισμού 1234/2007, πρέπει να αναφέρει ρητώς τα στοιχεία αυτά στην αιτιολογία κανονισμού περί καθορισμού του ποσού των επιστροφών κατά την εξαγωγή.

60      Συναφώς, επισημαίνεται ότι η έκδοση πράξεων γενικής ισχύος εντάσσεται πάντοτε σε ένα γενικό πολιτικό και οικονομικό πλαίσιο. Καίτοι το άρθρο 164, παράγραφος 3, του κανονισμού 1234/2007 προβλέπει ρητώς ορισμένα κριτήρια τα οποία μπορούν να λαμβάνονται υπόψη, εντούτοις η έκδοση κανονισμού περί καθορισμού του ποσού των επιστροφών κατά την εξαγωγή δεν παύει να λαμβάνει χώρα εντός τέτοιου πλαισίου, το οποίο η Επιτροπή δύναται, κατά περίπτωση, να λαμβάνει υπόψη της.

61      Επισημαίνεται ότι δεν απαιτείται πάντοτε να αναφέρεται το εν λόγω γενικό πλαίσιο στην αιτιολογία κανονισμού. Συγκεκριμένα, δεδομένου ότι είναι απολύτως φυσικό να λαμβάνει υπόψη της η Επιτροπή το γενικό πολιτικό και οικονομικό πλαίσιο, το γεγονός και μόνον ότι το πράττει δεν συνεπάγεται ότι ενεργεί πέραν της συνήθους πρακτικής της. Εξάλλου, οι ενδιαφερόμενοι φορείς συνήθως γνωρίζουν το γενικό πολιτικό και οικονομικό πλαίσιο.

62      Όσον αφορά, ειδικότερα, τα στοιχεία που έλαβε η Επιτροπή υπόψη της εν προκειμένω, επισημαίνονται τα εξής.

63      Πρώτον, οι εν εξελίξει διαπραγματεύσεις εντός του ΠΟΕ περί καταργήσεως ή περιορισμού του ποσού των επιστροφών κατά την εξαγωγή αποτελούν μέρος του γενικού πλαισίου το οποίο δεν πρέπει κατ’ ανάγκη να αναφέρεται στην αιτιολογία κανονισμού περί καθορισμού του ποσού των επιστροφών κατά την εξαγωγή.

64      Συγκεκριμένα, όταν το σύστημα επιστροφών κατά την εξαγωγή επικρίνεται σε διεθνές επίπεδο και η Επιτροπή έχει αναλάβει τη δέσμευση, υπό την αίρεση συνάψεως σχετικής συμφωνίας, να καταργήσει τις επιστροφές κατά την εξαγωγή, πρόκειται για στοιχείο το οποίο μπορεί να ασκήσει επιρροή στις αποφάσεις της Επιτροπής σε θέματα καθορισμού του ποσού επιστροφών κατά την εξαγωγή. Παρατηρείται ότι η δέσμευση, υπό την αίρεση συνάψεως σχετικής συμφωνίας, για την κατάργηση των επιστροφών κατά την εξαγωγή στο τέλος του 2013, είχε ήδη αναληφθεί το 2005 στο πλαίσιο του γύρου της Ντόχα του ΠΟΕ.

65      Εξάλλου, όπως επισημαίνει η Επιτροπή, κατ’ ουσίαν, οι εν εξελίξει διαπραγματεύσεις εντός του ΠΟΕ αποτελούν μέρος του πλαισίου το οποίο γνωρίζουν οι ενδιαφερόμενοι φορείς. Συγκεκριμένα, είναι φυσικό οι επιχειρηματίες που δραστηριοποιούνται στον τομέα της εξαγωγής πουλερικών προς τρίτες χώρες να παρακολουθούν στενώς τις εν εξελίξει διαπραγματεύσεις εντός του ΠΟΕ σχετικά με τις επιστροφές κατά την εξαγωγή.

66      Τέτοιου είδους εν εξελίξει διαπραγματεύσεις αποτελούν μέρος ενός γενικού πλαισίου λόγω του οποίου η Επιτροπή μπορεί να είναι περισσότερο διστακτική κατά τον καθορισμό του ποσού επιστροφών κατά την εξαγωγή.

67      Δεδομένου ότι είναι φυσικό η Επιτροπή να λαμβάνει υπόψη της το γενικό πλαίσιο, η συνεκτίμηση των εν εξελίξει διαπραγματεύσεων δεν επάγεται ότι η Επιτροπή δεν ακολουθεί τη συνήθη πρακτική της.

68      Δεύτερον, όσον αφορά τη συνεκτίμηση των μελλοντικών πολιτικών κατευθύνσεων, επισημαίνονται τα εξής.

69      Κατά τον χρόνο εκδόσεως του προσβαλλόμενου κανονισμού, είχε επιτευχθεί πολιτική συμφωνία για τη μεταρρύθμιση της ΚΓΠ και τα νομοθετικά κείμενα ευρίσκονταν στο στάδιο τελικής επεξεργασίας.

70      Κατά την πολιτική αυτή συμφωνία, οι επιστροφές κατά την εξαγωγή σε ποσό άνω του μηδενός μπορούσαν να χορηγηθούν μόνον σε περίπτωση κρίσης (βλ., όσον αφορά τον συναφή κανονισμό που εκδόθηκε στις 20 Δεκεμβρίου 2013, σκέψη 57 ανωτέρω).

71      Ωστόσο, πολιτική συμφωνία περί των μελλοντικών κατευθύνσεων της ΚΓΠ αποτελεί μέρος του γενικού πολιτικού και οικονομικού πλαισίου το οποίο μπορεί να λαμβάνει υπόψη της η Επιτροπή. Συγκεκριμένα, αν διαφαίνεται ότι στο εγγύς μέλλον θα καθορίζεται μονίμως μηδενικό ποσό επιστροφών κατά την εξαγωγή, εκτός της περιπτώσεως κρίσεως στην αγορά, τούτο μπορεί να ωθήσει την Επιτροπή σε μειώσεις του ποσού των επιστροφών κατά την εξαγωγή.

72      Εξάλλου, επισημαίνεται ότι οι μελλοντικές πολιτικές κατευθύνσεις αποτελούν μέρος του γενικού πλαισίου το οποίο γνωρίζουν οι ενδιαφερόμενοι φορείς.

73      Συνεπώς, η συνεκτίμηση των εν εξελίξει διαπραγματεύσεων εντός του ΠΟΕ και των μελλοντικών πολιτικών εκτιμήσεων δεν χρήζει ρητής μνείας στην αιτιολογία του προσβαλλόμενου κανονισμού, εκτός εάν τα στοιχεία αυτά δεν αποτελούν μόνον μέρος του γενικού πολιτικού και οικονομικού πλαισίου, το οποίο λαμβάνεται υπόψη όταν καθορίζονται τα ποσά των επιστροφών κατά την εξαγωγή, αλλά αποτελούν τον λόγο υπάρξεως του προσβαλλόμενου κανονισμού.

74      Εν προκειμένω, η Γαλλική Δημοκρατία δέχθηκε, κατά την επ’ ακροατηρίου συζήτηση, ότι η Επιτροπή είχε προβεί σε θεωρητικό υπολογισμό του ποσού των επιστροφών κατά την εξαγωγή. Περαιτέρω, από την ανάλυση του δευτέρου λόγου προκύπτει ότι η Επιτροπή προέβη σε ανάλυση της καταστάσεως της αγοράς βάσει της οποίας μπόρεσε να κρίνει, χωρίς να υποπέσει σε πρόδηλη πλάνη εκτιμήσεως, ότι η κατάσταση στην αγορά ήταν σταθερή και δεν ήταν αναγκαία η χορήγηση επιστροφών κατά την εξαγωγή σε ποσό άνω του μηδενός (βλ. σκέψεις 87 έως 142 κατωτέρω).

75      Υπό τις περιστάσεις αυτές, ουδείς λόγος συντρέχει για να θεωρηθεί ότι οι εν εξελίξει διαπραγματεύσεις εντός του ΠΟΕ και οι μελλοντικές πολιτικές κατευθύνσεις ήσαν ο λόγος υπάρξεως του προσβαλλόμενου κανονισμού.

76      Κατά την επ’ ακροατηρίου συζήτηση, η Επιτροπή επιβεβαίωσε ότι ο καθορισμός μηδενικού ποσού επιστροφών κατά την εξαγωγή εξηγείται από την ανάλυση της καταστάσεως της αγοράς και ούτε οι εν εξελίξει διαπραγματεύσεις εντός του ΠΟΕ ούτε οι μελλοντικές κατευθύνσεις της ΚΓΠ υπήρξαν βασικά στοιχεία για τον καθορισμό αυτόν.

77      Η Γαλλική Δημοκρατία ισχυρίστηκε, κατά την επ’ ακροατηρίου συζήτηση, ότι η Επιτροπή δεν ακολούθησε την οικονομική ανάλυση επιβάλλοντας μηδενικό ποσό επιστροφών κατά την εξαγωγή, ανεξαρτήτως του αποτελέσματος της οικονομικής αναλύσεως, ώστε να παραμείνει πιστή στη θέση που υποστήριζε στις εν εξελίξει διαπραγματεύσεις εντός του ΠΟΕ.

78      Πάντως, η Γαλλική Δημοκρατία δεν προέβαλε επιχειρήματα επιρρωννύοντα την άποψη αυτή. Καθόσον η Γαλλική Δημοκρατία διατείνεται ότι η Επιτροπή δέχθηκε την εν λόγω άποψη, αρκεί η διαπίστωση ότι η Επιτροπή ανέφερε μόνον ότι οι εν εξελίξει διαπραγματεύσεις εντός του ΠΟΕ και οι νέες κατευθύνσεις της ΚΓΠ ελήφθησαν υπόψη κατά την έκδοση του προσβαλλόμενου κανονισμού, αλλά ουδέποτε ισχυρίστηκε ότι αποτέλεσαν είτε τον λόγο υπάρξεως είτε τους κύριους παράγοντες του καθορισμού μηδενικού ποσού επιστροφών. Όσον αφορά το επιχείρημα της Γαλλικής Δημοκρατίας ότι, από οικονομικής απόψεως, απαιτούνταν επιστροφή, αρκεί η διαπίστωση ότι το επιχείρημα αυτό δεν είναι βάσιμο, όπως προκύπτει από την ανάλυση του πρώτου σκέλους του δεύτερου λόγου. Το γεγονός και μόνον ότι ο θεωρητικός υπολογισμός του ποσού των επιστροφών κατά την εξαγωγή κατέληξε σε θετικό αποτέλεσμα ουδόλως αποκλείει τον καθορισμό από την Επιτροπή μηδενικού ποσού βάσει της αναλύσεως της αγοράς (βλ. σκέψεις 94 έως 99 κατωτέρω). Επομένως, βάσει του γεγονότος ότι υπήρχε απόκλιση μεταξύ του αποτελέσματος του θεωρητικού υπολογισμού και του καθορισθέντος στον προσβαλλόμενο κανονισμό ποσού δεν μπορεί να θεωρηθεί ότι οι εν εξελίξει διαπραγματεύσεις εντός του ΠΟΕ ή οι μελλοντικές κατευθύνσεις της ΚΓΠ αποτέλεσαν είτε τον λόγο υπάρξεως είτε βασικό στοιχείο του καθορισμού μηδενικού ποσού επιστροφών κατά την εξαγωγή.

79      Από τα προεκτεθέντα προκύπτει ότι, κατά την έκδοση του προσβαλλόμενου κανονισμού, η Επιτροπή δεν παρέκκλινε από τη συνήθη πρακτική της και, επομένως, μπορούσε να παράσχει απλώς τυποποιημένη αιτιολογία, σύμφωνα με την παρατεθείσα στη σκέψη 24 ανωτέρω νομολογία, και ότι η συνεκτίμηση των εν εξελίξει διαπραγματεύσεων εντός του ΠΟΕ και των μελλοντικών πολιτικών κατευθύνσεων δεν έχρηζαν συγκεκριμένης μνείας στην αιτιολογία του προσβαλλόμενου κανονισμού.

 Επί των λοιπών επιχειρημάτων που προέβαλε η Γαλλική Δημοκρατία

80      Η Γαλλική Δημοκρατία προσάπτει στην Επιτροπή ότι απλώς απαρίθμησε τα στοιχεία επί των οποίων, κατ’ εφαρμογήν του άρθρου 164, παράγραφος 3, του κανονισμού 1234/2007, υποχρεούται να βασιστεί, όταν καθορίζει το ποσό των επιστροφών κατά την εξαγωγή, χωρίς να διευκρινίσει σε ποια από τα στοιχεία αυτά στηρίχθηκε ειδικότερα ούτε τη σχετική εκτίμηση στην οποία προέβη. Συναφώς, επισημαίνεται ότι η Επιτροπή ορθώς παρατηρεί ότι δεν υποχρεούται να απαριθμεί με σειρά σπουδαιότητας τα κριτήρια επί των οποίων στήριξε ειδικότερα την απόφασή της ούτε να αναφέρει τα πραγματικά στοιχεία τα οποία έκανε δεκτά προς στήριξη της αναλύσεώς της.

81      Εξάλλου, η Γαλλική Δημοκρατία θεωρεί ότι, στον προσβαλλόμενο κανονισμό, η Επιτροπή ουδόλως διευκρίνισε τα στοιχεία επί των οποίων στήριξε την εκτίμησή της και ότι τέτοιου είδους αιτιολογία ισοδυναμεί με έλλειψη αιτιολογίας.

82      Επισημαίνεται ότι από τη σκέψη 19 της αποφάσεως Delacre κ.λπ. κατά Επιτροπής, σκέψη 24 ανωτέρω (EU:C:1990:71), προκύπτει ότι, όταν αρκεί τυποποιημένη αιτιολογία διότι η Επιτροπή ακολούθησε κατά την έκδοση της επίμαχης πράξεως πάγια σχετική πρακτική, η αναφορά της επίμαχης πράξεως «στις εφαρμοστέες νομικές βάσεις» πληροί την υποχρέωση αιτιολογήσεως. Εν προκειμένω, η Επιτροπή έκανε μνεία των εφαρμοστέων νομικών βάσεων για τoν καθoρισμό των επιστροφών κατά την εξαγωγή στις αιτιολογικές σκέψεις του προσβαλλόμενου κανονισμού, ιδίως δε στην αιτιολογική σκέψη 2.

83      Περαιτέρω, η Γαλλική Δημοκρατία ισχυρίστηκε ότι, οσάκις τα θεσμικά όργανα της Ένωσης διαθέτουν εξουσία εκτιμήσεως, ο σεβασμός των εγγυήσεων που παρέχει η έννομη τάξη της Ένωσης στο πλαίσιο των διοικητικών διαδικασιών, μεταξύ άλλων, της υποχρεώσεως επαρκούς αιτιολογήσεως της αποφάσεως, έχει ακόμη πιο θεμελιώδη σημασία.

84      Συναφώς, αρκεί η διαπίστωση ότι οι προπαρατεθείσες στις σκέψεις 24 και 28 ανωτέρω αποφάσεις, σύμφωνα με τις οποίες η Επιτροπή έχει τη δυνατότητα να χρησιμοποιεί τυποποιημένη αιτιολογία όταν ακολουθεί πάγια σχετική πρακτική, αφορούσαν υποθέσεις του τομέα της γεωργίας. Επομένως, η νομολογία αυτή δεν μπορεί να τεθεί υπό αμφισβήτηση για τον λόγο ότι η Επιτροπή διαθέτει γενικώς, στον τομέα αυτόν, ευρύ περιθώριο εκτιμήσεως.

85      Από το σύνολο των προεκτεθέντων προκύπτει ότι η αιτιολογία του προσβαλλόμενου κανονισμού ήταν επαρκής. Συνεπώς, ο πρώτος λόγος ακυρώσεως πρέπει να απορριφθεί.

2.     Επί του δευτέρου λόγου ακυρώσεως, ο οποίος αντλείται από παράβαση του άρθρου 164, παράγραφος 3, του κανονισμού 1234/2007

86      Ο δεύτερος λόγος ακυρώσεως έχει δύο σκέλη, από τα οποία το πρώτο αφορά προδήλως εσφαλμένη εκτίμηση της καταστάσεως της αγοράς και το δεύτερο την πρόδηλη υπέρβαση εκ μέρους της Επιτροπής των ορίων της εξουσίας εκτιμήσεως την οποία διαθέτει, καθόσον έλαβε υπόψη, για την έκδοση του προσβαλλόμενου κανονισμού, στοιχεία που δεν προβλέπονται στο άρθρο 164, παράγραφος 3, του κανονισμού 1234/2007

 Επί του πρώτου σκέλους, το οποίο αφορά προδήλως εσφαλμένη εκτίμηση της καταστάσεως της αγοράς

87      Η Γαλλική Δημοκρατία φρονεί ότι, θεωρώντας ότι η κατάσταση στην αγορά δικαιολογούσε τον καθορισμό μηδενικού ποσού επιστροφών κατά την εξαγωγή στον τομέα του κρέατος πουλερικών, η Επιτροπή υπέπεσε σε πρόδηλη πλάνη εκτιμήσεως.

88      Η Επιτροπή αμφισβητεί τα επιχειρήματα της Γαλλικής Δημοκρατίας.

89      Προκαταρκτικώς, υπενθυμίζεται ότι, ο νομοθέτης της Ένωσης διαθέτει στον τομέα της γεωργίας ευρεία εξουσία εκτιμήσεως η οποία αντιστοιχεί στις πολιτικές ευθύνες που του αναθέτουν τα άρθρα 40 ΣΛΕΕ έως 43 ΣΛΕΕ. Κατά συνέπεια, ο έλεγχος του δικαστή πρέπει να περιορίζεται στην εξακρίβωση του αν το σχετικό μέτρο ενέχει πρόδηλη πλάνη ή κατάχρηση εξουσίας ή αν το αρμόδιο όργανο προδήλως υπερέβη τα όρια της διακριτικής του ευχέρειας (βλ. απόφαση της 14ης Μαρτίου 2013, Agrargenossenschaft Neuzelle, C‑545/11, Συλλογή, EU:C:2013:169, σκέψη 43 και εκεί παρατιθέμενη νομολογία).

 Επί ορισμένων εσφαλμένων παραδοχών στις οποίες στηρίζεται η συλλογιστική της Γαλλικής Δημοκρατίας

90      Επισημαίνεται ότι η επιχειρηματολογία της Γαλλικής Δημοκρατίας στηρίζεται σε εσφαλμένη παραδοχή σχετικά με τον λόγο υπάρξεως των επιστροφών κατά την εξαγωγή.

91      Η Γαλλική Δημοκρατία υποστηρίζει, στο υπόμνημα απαντήσεως, ότι από το άρθρο 162, παράγραφος 1, του κανονισμού 1234/2007 προκύπτει ότι ο λόγος υπάρξεως των επιστροφών κατά την εξαγωγή είναι να καλύψει τη διαφορά μεταξύ των συναλλαγματικών ισοτιμιών ή των τιμών της παγκόσμιας αγοράς και των τιμών της Ένωσης.

92      Εντούτοις, επισημαίνεται ότι ο λόγος υπάρξεως των επιστροφών κατά την εξαγωγή είναι ότι επιτρέπει στην Ένωση να διοχετεύει προς τρίτες χώρες τις πλεονάζουσες, στην εσωτερική αγορά, ποσότητες του επίμαχου προϊόντος προς τρίτες χώρες (βλ. διάταξη της 26ης Σεπτεμβρίου 2013, Tilly-Sabco κατά Επιτροπής, T-397/13 R, Συλλογή, EU:T:2013:502, σκέψη 31 και εκεί παρατιθέμενη νομολογία). Ο σκοπός του καθεστώτος των επιστροφών κατά την εξαγωγή δεν είναι να επιδοτεί έναν οποιονδήποτε εξαγωγέα, αλλά να διευκολύνει, εν ανάγκη, τις εξαγωγές στο πλαίσιο της υλοποιήσεως των σκοπών της ΚΓΠ, όπως προβλέπονται στο άρθρο 39 ΣΛΕΕ, ήτοι, μεταξύ άλλων, της σταθεροποιήσεως των αγορών και της εξασφαλίσεως δίκαιου βιοτικού επιπέδου για τον γεωργικό πληθυσμό, καθώς και λογικών τιμών για τους καταναλωτές (προπαρατεθείσα διάταξη Tilly-Sabco κατά Επιτροπής, EU:T:2013:502, σκέψη 30).

93      Επομένως, η κάλυψη της διαφοράς μεταξύ των συναλλαγματικών ισοτιμιών ή των τιμών της παγκόσμιας αγοράς και των τιμών της Ένωσης δεν είναι ο λόγος υπάρξεως των επιστροφών κατά την εξαγωγή, αλλά ένα μόνον μέσο το οποίο καθιστά δυνατό στην Ένωση να διοχετεύει την πλεονάζουσα παραγωγική της ικανότητα προς τρίτες χώρες, για να διασφαλίζει, μεταξύ άλλων, τη σταθερότητα της αγοράς της. Συναφώς, το άρθρο 164, παράγραφος 3, στοιχείο βʹ, του κανονισμού 1234/2007 προβλέπει ότι η Επιτροπή μπορεί να λαμβάνει υπόψη «τους στόχους της κοινής οργάνωσης αγοράς, που συνίστανται στη διασφάλιση της ισορροπίας της εν λόγω αγοράς και της φυσικής ανάπτυξης των τιμών και των συναλλαγών».

94      Εξάλλου, η επιχειρηματολογία της Γαλλικής Δημοκρατίας στηρίζεται στην παραδοχή ότι η εξέλιξη των τιμών του υπό εξέταση προϊόντος εντός της Ένωσης και στην παγκόσμια αγορά συνιστά πρωταρχικό παράγοντα για τον καθορισμό των επιστροφών κατά την εξαγωγή.

95      Κατά την επ’ ακροατηρίου συζήτηση, η Γαλλική Δημοκρατία προσέθεσε ότι ο θεωρητικός υπολογισμός του ποσού των επιστροφών κατά την εξαγωγή, βάσει της διαφοράς μεταξύ των τιμών στην αγορά της Ένωσης και των τιμών στην παγκόσμια αγορά, αποτελεί πρωταρχικό παράγοντα για τον καθορισμό των επιστροφών κατά την εξαγωγή και το ποσό της επιστροφής που προκύπτει από τον θεωρητικό υπολογισμό μπορεί μόνον να «προσαρμοστεί» κατόπιν της αναλύσεως της καταστάσεως της αγοράς. Περαιτέρω, η Γαλλική Δημοκρατία φρονεί ότι, μόνον σε περίπτωση σοβαρής κρίσης στην αγορά, η ανάλυση της αγοράς υπερισχύει του αποτελέσματος του θεωρητικού υπολογισμού. Κατά την άποψή της, η ανάλυση της αγοράς μπορεί πάντοτε να «αυξομειώνει λίγο» το ποσό της επιστροφής, αλλά η μόνη περίπτωση, κατά την οποία η Επιτροπή έχει τη δυνατότητα να μη χορηγήσει την επιστροφή ενώ «απαιτείται» επιστροφή, είναι η περίπτωση ελλείμματος σε κρέας πουλερικών στην αγορά της Ένωσης.

96      Ωστόσο, οι παραδοχές αυτές είναι εσφαλμένες. Συγκεκριμένα, κατά το γράμμα του άρθρου 164, παράγραφος 3, του κανονισμού 1234/2007, η Επιτροπή πρέπει να λαμβάνει υπόψη «ένα ή πλείονα» από τα στοιχεία που προβλέπει η διάταξη αυτή. Κατά το γράμμα του άρθρου αυτού, η Επιτροπή έχει μάλιστα τη δυνατότητα να στηριχθεί σε ένα και μόνον από τα προβλεπόμενα στη διάταξη αυτή στοιχεία. Η εν λόγω διάταξη δεν ιεραρχεί τα διάφορα αυτά στοιχεία. Τίποτα δεν αποκλείει ότι η Επιτροπή μπορεί να προσδώσει ιδιαίτερη σημασία, παραδείγματος χάρη, στο στοιχείο που περιλαμβάνεται στο άρθρο 164, παράγραφος 3, στοιχείο βʹ, του κανονισμού 1234/2007, ήτοι στους «στόχους της κοινής οργάνωσης αγοράς, που συνίστανται στη διασφάλιση της ισορροπίας της εν λόγω αγοράς και της φυσικής ανάπτυξης των τιμών και των συναλλαγών». Επομένως, η Επιτροπή δύναται, όταν καθορίζει τα ποσά επιστροφών κατά την εξαγωγή, να προσδώσει μεγαλύτερη σημασία στο αποτέλεσμα της αναλύσεως της αγοράς από ό,τι στο αποτέλεσμα του θεωρητικού υπολογισμού.

97      Το επιχείρημα της Γαλλικής Δημοκρατίας ότι η ανάλυση της καταστάσεως της αγοράς μπορεί να οδηγήσει μόνον σε «προσαρμογή» του αποτελέσματος του υπολογισμού δεν βρίσκει κανένα έρεισμα στον κανονισμό 1234/2007. Το αυτό ισχύει όσον αφορά την άποψη της Γαλλικής Δημοκρατίας ότι η μόνη περίπτωση κατά την οποία η Επιτροπή δύναται να μη χορηγήσει την επιστροφή, ενώ «απαιτείται» επιστροφή, είναι η περίπτωση ελλείμματος σε κρέας πουλερικών στην αγορά της Ένωσης.

98      Επισημαίνεται ότι, όταν η Γαλλική Δημοκρατία κάνει μνεία, στο πλαίσιο αυτό, σε «αναγκαία επιστροφή», πρόκειται για το αποτέλεσμα του θεωρητικού υπολογισμού του ποσού της επιστροφής. Ο εν λόγω θεωρητικός υπολογισμός αφορά μόνον το ζήτημα κατά πόσο επιστροφή κατά την εξαγωγή σε ποσό άνω του μηδενός «είναι αναγκαία» για τους εξαγωγείς κρέατος πουλερικών ώστε να είναι σε θέση να πωλούν τα προϊόντα τους στις περιοχές τις οποίες αφορούν οι επιστροφές αυτές. Εντούτοις, στο πλαίσιο της συνολικής αναλύσεως της καταστάσεως της αγοράς, η Επιτροπή δεν υποχρεούται να κρίνει την ιδιαίτερη κατάσταση των εξαγωγικών επιχειρήσεων. Ακόμα και αν η επιστροφή κατά την εξαγωγή «είναι αναγκαία» για τους εξαγωγείς ώστε να είναι σε θέση να πωλούν τα προϊόντα τους, τούτο δεν σημαίνει ότι «είναι αναγκαία», λαμβανομένης υπόψη της συνολικής καταστάσεως της αγοράς, η χορήγηση επιστροφών κατά την εξαγωγή σε ποσό άνω του μηδενός.

99      Είναι δυνατόν, βάσει της αναλύσεως της καταστάσεως της αγοράς, η Επιτροπή να θεωρήσει ότι η κατάσταση στην αγορά της Ένωσης είναι σταθερή και ότι δεν είναι αναγκαία η χορήγηση επιστροφών κατά την εξαγωγή σε ποσό άνω του μηδενός προκειμένου να σταθεροποιηθούν οι αγορές και να εξασφαλισθεί δίκαιο βιοτικό επίπεδο για τον γεωργικό πληθυσμό. Στην περίπτωση αυτή, η Επιτροπή έχει τη δυνατότητα να μη χορηγήσει επιστροφές κατά την εξαγωγή ή να καθορίσει μηδενικό ποσό επιστροφής, ακόμα και αν το αποτέλεσμα του θεωρητικού υπολογισμού του ποσού επιστροφών κατά την εξαγωγή είναι θετικό. Η περίπτωση αυτή δεν περιορίζεται σε καταστάσεις στις οποίες υφίσταται έλλειμμα σε κρέας πουλερικών ή σοβαρή κρίση στην αγορά της Ένωσης.

100    Πρέπει να αναλυθούν τώρα τα στοιχεία επί των οποίων στηρίχθηκε η Επιτροπή όταν καθόρισε μηδενικό ποσό επιστροφών κατά την εξαγωγή, λαμβανομένων υπόψη των διευκρινίσεων τις οποίες προσκόμισε κατά την παρούσα διαδικασία, και, στη συνέχεια, να εξετασθούν τα συγκεκριμένα επιχειρήματα τα οποία προέβαλε η Γαλλική Δημοκρατία προς στήριξη της απόψεώς της ότι η Επιτροπή εκτίμησε προδήλως εσφαλμένα την κατάσταση της αγοράς.

 Επί των στοιχείων στα οποία στηρίχθηκε η Επιτροπή για να καθορίσει μηδενικό ποσό επιστροφών κατά την εξαγωγή

101    Η Επιτροπή επισήμανε, στο υπόμνημά της αντικρούσεως, ότι, όταν καθόρισε μηδενικό ποσό επιστροφών κατά την εξαγωγή στον προσβαλλόμενο κανονισμό, έλαβε, μεταξύ άλλων, υπόψη της τα εξής στοιχεία:

–        οι τιμές του κρέατος πουλερικών για την εσωτερική αγορά ήσαν υψηλές, λόγω σταθερής εσωτερικής ζήτησης·

–        τα περιθώρια των παραγωγών βάσει του κόστους των τροφίμων ήσαν κάτω του ιστορικού μέσου όρου τους παρά την υψηλή τιμή των τροφίμων επί μήνες· επιπλέον, το κόστος των δημητριακών, αφού ανήλθε σε ιστορικά επίπεδα, έπρεπε να μειωθεί·

–        οι εξαγωγές μετ’ επιστροφών εξακολουθούσαν να αυξάνουν παρά τις τρεις διαδοχικές μειώσεις του ποσού των επιστροφών (κατά 7 % για τους πέντε πρώτους μήνες του 2013)·

–        οι εξαγωγές κρέατος πουλερικών αύξαναν (κατά 0,6 % σε όγκο και 1 % σε αξία για τους πέντε πρώτους μήνες του 2013), περιλαμβανομένων των εξαγωγών προϊόντων άνευ επιστροφών που αντιπροσώπευαν το μεγαλύτερο μέρος των εξαγωγών, αποδεικνύοντας την ανταγωνιστικότητα του τομέα·

–        οι προοπτικές εξελίξεως της αγοράς ήσαν καλές με προβλέψεις αυξήσεως της ευρωπαϊκής παραγωγής κρέατος πουλερικών κατά 0,7 %, ενισχυθείσας από την αύξηση της ζητήσεως στην εγχώρια αγορά και στη διεθνή αγορά·

–        αντιθέτως, λαμβανομένων υπόψη των υψηλών τιμών του κοτόπουλου στην εγχώρια αγορά, του υψηλού κόστους των τροφίμων και την υποτίμηση του ρεάλ Βραζιλίας (BRL), η διαφοράς τιμής με τα πουλερικά καταγωγής Βραζιλίας υπολογιζόταν σε 44,73 ευρώ/100 kg·

–        η εξέλιξη της συναλλαγματικής ισοτιμίας συνυπολογίστηκε.

102    Εξάλλου, η Επιτροπή επισήμανε ότι, λαμβανομένης υπόψη της καταστάσεως της αγοράς και της εξελίξεώς της, οι επιστροφές κατά την εξαγωγή δεν ήσαν απαραίτητες για τη διασφάλιση της ισορροπίας της αγοράς, μεταξύ άλλων, στην Ένωση, καθώς και μιας φυσιολογικής εξελίξεως στο επίπεδο των τιμών.

103    Από τις παρασχεθείσες εκ μέρους της Επιτροπής διευκρινίσεις προκύπτει ότι, καίτοι το αποτέλεσμα του θεωρητικού υπολογισμού του ποσού των επιστροφών ήταν θετικό, η Επιτροπή έκρινε ότι η κατάσταση στην αγορά της Ένωσης ήταν σταθερή και δεν ήταν αναγκαία η χορήγηση επιστροφών κατά την εξαγωγή σε ποσό άνω του μηδενός προκειμένου να διασφαλισθεί η σταθερότητα της αγοράς και η φυσιολογική εξέλιξη στο επίπεδο των τιμών. Επομένως, έδωσε ιδιαίτερη σημασία στο κριτήριο του άρθρου 164, παράγραφος 3, στοιχείο βʹ, του κανονισμού 1234/2007.

104    Επισημαίνεται ότι στοιχεία όπως η αύξηση των τιμών στην αγορά της Ένωσης, η ύπαρξη περιθωρίων των παραγωγών της Ένωσης μεγαλύτερων από τον ιστορικό μέσο όρο και η αύξηση των εξαγωγών είναι στοιχεία βάσει των οποίων η Επιτροπή μπορούσε, κατ’ αρχήν, να κρίνει, χωρίς να υποπέσει σε πρόδηλη πλάνη εκτιμήσεως, ότι η κατάσταση στην αγορά της Ένωσης ήταν σταθερή και δεν ήταν αναγκαία η χορήγηση επιστροφών κατά την εξαγωγή σε ποσό άνω του μηδενός προκειμένου να διασφαλισθεί η σταθερότητα της αγοράς.

105    Επομένως, πρέπει να εξετασθούν τα συγκεκριμένα επιχειρήματα τα οποία προέβαλε η Γαλλική Δημοκρατία σχετικά με την πρόδηλη πλάνη εκτιμήσεως στην οποία φέρεται να υπέπεσε η Επιτροπή.

 Επί των συγκεκριμένων επιχειρημάτων τα οποία προέβαλε η Γαλλική Δημοκρατία περί προδήλως εσφαλμένης εκτιμήσεως της καταστάσεως της αγοράς

106    Η Γαλλική Δημοκρατία υποστηρίζει ότι, όσον αφορά την εξέλιξη των τιμών εντός της Ένωσης και των τιμών στην παγκόσμια αγορά του υπό εξέταση προϊόντος, η προβληθείσα από την Επιτροπή ανάλυση κατά τη συνάντηση της 18ης Ιουλίου 2013 της επιτροπής διαχειρίσεως για την κοινή οργάνωση των γεωργικών αγορών βάσει εγγράφου με τίτλο «EU Market situation for poultry» (Κατάσταση στην αγορά πουλερικών της Ένωσης, στο εξής: έγγραφο που υποβλήθηκε στην επιτροπή διαχειρίσεως) είναι προδήλως εσφαλμένη.

107    Η Γαλλική Δημοκρατία επισημαίνει ότι η Επιτροπή θεώρησε ότι είχαν αυξηθεί οι τιμές του κρέατος των πουλερικών στην αγορά. Ισχυρίζεται ότι, με τον τρόπο αυτό, η Επιτροπή δεν έλαβε υπόψη της τη μεταβλητή που αφορά τη συναλλαγματική ισοτιμία μεταξύ του ευρώ και του δολαρίου των Ηνωμένων Πολιτειών (USD) και ο συνυπολογισμός της μεταβλητής αυτής οδήγησε την Επιτροπή στη διαπίστωση ότι οι παγκόσμιες τιμές του κρέατος πουλερικών είχαν γενικώς μείνει σταθερές ή τουλάχιστον είχαν ελάχιστα αυξηθεί.

108    Συναφώς, η Γαλλική Δημοκρατία επισημαίνει ότι οι τιμές του κρέατος των πουλερικών στην παγκόσμια αγορά ανήλθαν από σχεδόν 185 USD/100 kg σε 204 USD/100 kg κατά τη διάρκεια του προηγουμένου της εκδόσεως του προσβαλλόμενου κανονισμού έτους, ήτοι αύξηση 9,3 %, αλλά η αύξηση αυτή αντισταθμίστηκε κατά μεγάλο μέρος από την κατά 6,5 % ανατίμηση του ευρώ έναντι του δολαρίου των Ηνωμένων Πολιτειών κατά τη διάρκεια της ίδιας περιόδου.

109    Πρώτον, διαπιστώνεται ότι, ακόμα και λαμβάνοντας υπόψη τα αριθμητικά στοιχεία που προσκόμισε η Γαλλική Δημοκρατία, δεν προκύπτει ότι η Επιτροπή υπέπεσε σε πρόδηλη πλάνη εκτιμήσεως διαπιστώνοντας αύξηση τιμών στην παγκόσμια αγορά. Η Γαλλική Δημοκρατία δέχεται ότι η αύξηση των τιμών κατά 9,3 % αντισταθμίστηκε «κατά μεγάλο μέρος», αλλά όχι πλήρως, με την ανατίμηση του ευρώ έναντι του δολαρίου των Ηνωμένων Πολιτειών. Επισημαίνεται ότι μια αύξηση, έστω και σχετικώς αμελητέα, παραμένει αύξηση.

110    Δεύτερον, επισημαίνεται ότι τα αριθμητικά στοιχεία σχετικά με τις τιμές στην παγκόσμια αγορά επί των οποίων στηρίζεται η Γαλλική Δημοκρατία (αύξηση από 185 USD/100 kg σε 204 USD/100 kg) ανταποκρίνονται στα αριθμητικά στοιχεία τα οποία διαβίβασαν οι επιχειρηματίες στην Επιτροπή, καθώς επιβεβαίωσε και η Γαλλική Δημοκρατία απαντώντας σε ερώτηση υποβληθείσα από το Γενικό Δικαστήριο κατά την επ’ ακροατηρίου συζήτηση. Πρόκειται για την τιμή πωλήσεων στον τόπο προορισμού, ήτοι στη Μέση Ανατολή. Επομένως, πρόκειται για αριθμητικά στοιχεία ληφθέντα υπόψη από την Επιτροπή κατά τον θεωρητικό υπολογισμό του ποσού των επιστροφών κατά την εξαγωγή.

111    Κατά την επ’ ακροατηρίου συζήτηση, η Γαλλική Δημοκρατία επισήμανε ότι το αποτέλεσμα του θεωρητικού υπολογισμού του ποσού επιστροφών, τον οποίο πραγματοποίησε η Επιτροπή, αντιστοιχούσε, εξ όσων γνώριζε, περίπου στο αριθμητικό αποτέλεσμα στο οποίο είχαν καταλήξει οι ενδιαφερόμενοι φορείς. Επομένως, η Γαλλική Δημοκρατία δεν ισχυρίζεται ότι η Επιτροπή υπέπεσε σε πρόδηλη πλάνη εκτιμήσεως στο πλαίσιο του θεωρητικού υπολογισμού. Δεν διατείνεται ιδίως ότι η Επιτροπή υπολόγισε εσφαλμένα το θεωρητικό ποσό των επιστροφών κατά την εξαγωγή λόγω μη συνυπολογισμού των μεταβλητών της συναλλαγματικής ισοτιμίας, κατά τη σύγκριση των τιμών στην αγορά της Ένωσης και στην παγκόσμια αγορά.

112    Όσον αφορά το επιχείρημα της Γαλλικής Δημοκρατίας ότι η Επιτροπή κακώς εκτίμησε, βάσει των δεδομένων που περιλαμβάνονται στη σελίδα 18 του εγγράφου που υποβλήθηκε στην επιτροπή διαχειρίσεως, ότι οι τιμές του κρέατος πουλερικών είχαν αυξηθεί στην παγκόσμια αγορά, επισημαίνονται τα εξής.

113    Η σελίδα 18 του εγγράφου που υποβλήθηκε στην επιτροπή διαχειρίσεως δείχνει την εξέλιξη των τιμών στην αγορά της Ένωσης, των Ηνωμένων Πολιτειών και της Βραζιλίας. Οι τιμές αυτές εκφράζονται σε ευρώ, όπερ σημαίνει ότι λαμβάνουν υπόψη τη μεταβλητή της συναλλαγματικής ισοτιμίας του δολαρίου των Ηνωμένων Πολιτειών και του ρεάλ Βραζιλίας έναντι του ευρώ.

114    Επισημαίνεται ότι το έγγραφο που υποβλήθηκε στην επιτροπή διαχειρίσεως αφορά κυρίως την ανάλυση της καταστάσεως της αγοράς. Στο πλαίσιο της αναλύσεως της καταστάσεως της αγοράς, η Επιτροπή δεν υποχρεούται να λαμβάνει υπόψη την ιδιαίτερη κατάσταση των επιχειρήσεων που εξάγουν τα προϊόντα τα οποία αφορούν οι επιστροφές κατά την εξαγωγή προς τους οικείους τόπους προορισμού, αλλά μπορεί να εξετάζει τη γενική κατάσταση της αγοράς.

115    Η επιλογή της Επιτροπής να μην υποβάλει στην επιτροπή διαχειρίσεως τις τιμές πωλήσεως των εξαγωγέων στη Μέση Ανατολή εξηγείται από το γεγονός ότι το έγγραφο που υποβλήθηκε στην επιτροπή διαχειρίσεως δεν έχει σκοπό να διευκρινίσει τον θεωρητικό υπολογισμό του ποσού επιστροφών κατά την εξαγωγή, αλλά κυρίως να παρουσιάσει την κατάσταση της αγοράς. Απαντώντας σε ερώτηση υποβληθείσα συναφώς από το Γενικό Δικαστήριο κατά την επ’ ακροατηρίου συζήτηση, η Γαλλική Δημοκρατία επιβεβαίωσε ότι γνώριζε την πρακτική της Επιτροπής να κρατά για εσωτερική μόνο χρήση τις λεπτομέρειες του θεωρητικού υπολογισμού των επιστροφών καθώς και το αποτέλεσμα του υπολογισμού αυτού και να μην κοινοποιεί τα στοιχεία αυτά στην επιτροπή διαχειρίσεως.

116    Κατά την επ’ ακροατηρίου συζήτηση, η Γαλλική Δημοκρατία ζήτησε να διευκρινιστεί γιατί η Επιτροπή δεν προσκομίζει στην επιτροπή διαχειρίσεως τα δεδομένα επί των οποίων στηρίζει τον θεωρητικό υπολογισμό του ποσού επιστροφών κατά την εξαγωγή καθώς και το αποτέλεσμα του υπολογισμού αυτού. Συναφώς, διαπιστώνεται ότι η Γαλλική Δημοκρατία δεν προέβαλε λόγο ακυρώσεως αφορώντα το ότι η επιτροπή διαχειρίσεως παραπλανήθηκε επί ουσιώδους στοιχείου λόγω παραλείψεων της Επιτροπής. Εξάλλου, η Γαλλική Δημοκρατία δεν διατείνεται ότι η ίδια ή άλλο κράτος μέλος έθεσε ερώτημα ως προς τον θεωρητικό υπολογισμό κατά τη συνεδρίαση της επιτροπής διαχειρίσεως και ότι η Επιτροπή αρνήθηκε να απαντήσει στο ερώτημα αυτό.

117    Επιπλέον, η Γαλλική Δημοκρατία ισχυρίζεται ότι η μείωση των τιμών του κρέατος των πουλερικών στην αγορά της Βραζιλίας κατά τη διάρκεια του προηγούμενου της εκδόσεως του προσβαλλόμενου κανονισμού έτους, όπως προκύπτει από τα αριθμητικά στοιχεία που περιλαμβάνονται στη σελίδα 18 του εγγράφου που υποβλήθηκε στην επιτροπή διαχειρίσεως, είχε μεγαλύτερη επίπτωση στις παγκόσμιες τιμές από την αύξηση των τιμών στην αμερικανική αγορά, όπως επίσης προκύπτει από τα αριθμητικά στοιχεία που περιλαμβάνονται στην ίδια αυτή σελίδα, συνεπεία τούτων δε οι παγκόσμιες τιμές του κρέατος πουλερικών δεν αυξήθηκαν κατά τη διάρκεια του προηγούμενου της εκδόσεως του προσβαλλόμενου κανονισμού έτους.

118    Το επιχείρημα αυτό δεν μπορεί να γίνει δεκτό. Καίτοι είναι αληθές ότι οι τιμές στην Βραζιλία λαμβάνονται υπόψη για τον θεωρητικό υπολογισμό του ποσού επιστροφών κατά την εξαγωγή, όταν είναι διαθέσιμες και επικαιροποιημένες (βλ. σκέψη 35 ανωτέρω), τούτο δεν σημαίνει ότι, στο πλαίσιο της αναλύσεως της γενικής καταστάσεως της αγοράς, η Επιτροπή υποχρεούται να στηρίξει την ανάλυσή της περί της εξελίξεως των τιμών στην παγκόσμια αγορά πρωτίστως στις τιμές στην Βραζιλία.

119    Εξάλλου, επισημαίνεται ότι η σελίδα 18 του εγγράφου που υποβλήθηκε στην επιτροπή διαχειρίσεως δείχνει την εξέλιξη των τιμών μακροπρόθεσμα, ήτοι για την περίοδο από το 2009 έως το 2013.

120    Συναφώς, υπενθυμίζεται ότι το έγγραφο που υποβλήθηκε στην επιτροπή διαχειρίσεως δεν επιδιώκει να διευκρινίσει τον θεωρητικό υπολογισμό του ποσού επιστροφών κατά την εξαγωγή, αλλά κυρίως να παρουσιάσει τη γενική κατάσταση της αγοράς. Καίτοι για τον θεωρητικό υπολογισμό λαμβάνεται υπόψη η εξέλιξη των τιμών βραχυπρόθεσμα, η Επιτροπή έχει τη δυνατότητα να λαμβάνει υπόψη, για την εκτίμηση της καταστάσεως της αγοράς, την εξέλιξη των τιμών μακροπρόθεσμα.

121    Από τη σελίδα 18 του εγγράφου που υποβλήθηκε στην επιτροπή διαχειρίσεως προκύπτει σαφώς ότι η μακροπρόθεσμη τάση των τιμών του κοτόπουλου στην Ένωση και στις Ηνωμένες Πολιτείες ήταν ανοδική.

122    Όσον αφορά τις τιμές του κοτόπουλου στη Βραζιλία, από τη σελίδα 18 του εγγράφου που υποβλήθηκε στην επιτροπή διαχειρίσεως προκύπτει ότι, στο τέλος της υπό εξέταση περιόδου, υπήρξε μείωση των τιμών. Εντούτοις, δεν υπήρχε τάση μειώσεως των τιμών στη Βραζιλία, αν ληφθεί υπόψη το σύνολο της υπό εξέταση περιόδου από το 2009 έως το 2013.

123    Λαμβανομένης υπόψη της σαφούς τάσεως αυξήσεως των τιμών του κοτόπουλου στις Ηνωμένες Πολιτείες, και ελλείψει τάσεως μειώσεως των τιμών στη Βραζιλία μακροπρόθεσμα, η Επιτροπή δεν υπέπεσε σε πρόδηλη πλάνη εκτιμήσεως διαπιστώνοντας ότι οι τιμές στην παγκόσμια αγορά αυξάνονταν.

124    Η Γαλλική Δημοκρατία διατείνεται ότι η Επιτροπή όφειλε να συγκρίνει, αφενός, τις τιμές του κρέατος πουλερικών στην αγορά της Ένωσης και, αφετέρου, τις τιμές του κρέατος πουλερικών στη Μέση Ανατολή.

125    Συναφώς, αρκεί η διαπίστωση ότι η Επιτροπή όντως συνέκρινε τις τιμές αυτές, τούτο δε στο πλαίσιο του θεωρητικού υπολογισμού του ποσού επιστροφών κατά την εξαγωγή.

126    Το επιχείρημα της Γαλλικής Δημοκρατίας ότι η σύγκριση αυτή δεν θα μπορούσε παρά να οδηγήσει την Επιτροπή να διατηρήσει, αν όχι να αυξήσει, το ποσό των επιστροφών κατά την εξαγωγή βασίζεται στην εσφαλμένη παραδοχή ότι ο θεωρητικός υπολογισμός πρέπει να αποτελεί τον πρωταρχικό παράγοντα για τον καθορισμό του ποσού επιστροφών κατά την εξαγωγή και ότι η ανάλυση της αγοράς μπορεί να οδηγήσει μόνον σε «προσαρμογή» του εν λόγω ποσού.

127    Περαιτέρω, η Γαλλική Δημοκρατία ισχυρίζεται ότι, λόγω της υποτιμήσεως του ρεάλ Βραζιλίας, η οποία επήλθε το 2012, οι τιμές του κρέατος πουλερικών στη Μέση Ανατολή ήταν πιθανότερο να μειωθούν και, εν πάση περιπτώσει, όχι να αυξηθούν, πολλώ δε μάλλον να αυξηθούν περισσότερο από τις τιμές του κρέατος των πουλερικών στην αγορά της Ένωσης. Η Γαλλική Δημοκρατία υποστηρίζει ότι η Επιτροπή όφειλε να διαπιστώσει ότι η απόκλιση μεταξύ των τιμών στην αγορά της Ένωσης και των τιμών στην αγορά της Μέσης Ανατολής δεν ήταν πιθανό να μειωθεί και υπήρχε μάλιστα το ενδεχόμενο η απόκλιση αυτή να αυξηθεί κατά την επόμενη περίοδο, συνεπώς δε, κατ’ εφαρμογήν του άρθρου 164, παράγραφος 3, του κανονισμού 1234/2007, οι προοπτικές εξελίξεως των τιμών στην αγορά της Ένωσης και στην παγκόσμια αγορά έπρεπε να οδηγήσουν την Επιτροπή, κατά την έκδοση του προσβαλλόμενου κανονισμού, να διατηρήσει, αν όχι να αυξήσει, το ποσό των επιστροφών κατά την εξαγωγή για το κρέας πουλερικών.

128    Συναφώς, υπενθυμίζεται ότι η απόκλιση μεταξύ, αφενός, των τιμών στην αγορά της Ένωσης και, αφετέρου, των τιμών πωλήσεως στη Μέση Ανατολή αφορά τον θεωρητικό υπολογισμό του ποσού επιστροφών κατά την εξαγωγή. Επομένως, το επιχείρημα της Γαλλικής Δημοκρατίας στηρίζεται στην εσφαλμένη παραδοχή ότι η Επιτροπή πρέπει να λαμβάνει υπόψη της το αποτέλεσμα του θεωρητικού υπολογισμού ως πρωταρχικό στοιχείο όταν καθορίζει το ποσό των επιστροφών κατά την εξαγωγή.

129    Επιπροσθέτως, με το επιχείρημα της Γαλλικής Δημοκρατίας προβάλλεται κατ’ ουσίαν ότι η αύξηση των τιμών εντός της Ένωσης ήταν παράγων ο οποίος όφειλε να οδηγήσει την Επιτροπή να αυξήσει το ποσό των επιστροφών κατά την εξαγωγή, διότι η αύξηση αυτή μεγάλωσε την απόκλιση μεταξύ των τιμών στην αγορά της Ένωσης και των τιμών στη Μέση Ανατολή και, επομένως, το αποτέλεσμα του θεωρητικού υπολογισμού. Εντούτοις, η επιχειρηματολογία αυτή δεν λαμβάνει υπόψη ότι η αύξηση των τιμών του επίμαχου προϊόντος στην αγορά της Ένωσης συνηγορεί υπέρ μιας σταθερής καταστάσεως στην εν λόγω αγορά και, συνεπώς, μπορεί να είναι ένας από τους παράγοντες που μπορούν να οδηγήσουν την Επιτροπή να μη χορηγήσει επιστροφές κατά την εξαγωγή ή να καθορίσει μηδενικό ποσό επιστροφών. Συγκεκριμένα, μια ήδη σταθερή κατάσταση στην αγορά της Ένωσης μπορεί να οδηγήσει την Επιτροπή να θεωρήσει ότι δεν απαιτούνται επιστροφές κατά την εξαγωγή σε ποσό άνω του μηδενός για να απορροφηθεί η πλεονάζουσα παραγωγή και να διασφαλισθεί η σταθερότητα της αγοράς.

130    Περαιτέρω, η Γαλλική Δημοκρατία διατείνεται ότι η Επιτροπή δεν έλαβε υπόψη της τη σημαντική αύξηση της τιμής των δημητριακών και της σόγιας στην παγκόσμια αγορά, η οποία οδήγησε αυτομάτως σε αύξηση της τιμής της διατροφής των πουλερικών και, κατά συνέπεια, σε σημαντική αύξηση του κόστους παραγωγής του κρέατος των πουλερικών για τους κτηνοτρόφους της Ένωσης.

131    Συναφώς, η Επιτροπή τονίζει ότι έλαβε υπόψη της το γεγονός ότι τα περιθώρια των παραγωγών βάσει του κόστους των τροφίμων ήσαν κάτω του ιστορικού μέσου όρου παρά την υψηλή τιμή των τροφίμων επί μήνες. Εξάλλου, η τιμή των δημητριακών, αφού ανήλθε σε ιστορικά επίπεδα, έπρεπε, κατά την άποψή της, να μειωθεί.

132    Επισημαίνεται ότι, στις σελίδες 8 και 9 του εγγράφου που υποβλήθηκε στην επιτροπή διαχειρίσεως, αναφέρεται η εξέλιξη των τιμών για τα κοτόπουλα. Περαιτέρω, η σελίδα 10 του ιδίου εγγράφου αναφέρει τα περιθώρια των παραγωγών βάσει του κόστους της διατροφής των κοτόπουλων.

133    Υπό τις περιστάσεις αυτές, ουδείς λόγος υπάρχει για να θεωρηθεί ότι η Επιτροπή δεν έλαβε υπόψη της την αύξηση του κόστους των τροφίμων.

134    Ερωτηθείσα επί του σημείου αυτού κατά την επ’ ακροατηρίου συζήτηση, η Γαλλική Δημοκρατία απλώς ισχυρίστηκε ότι το γεγονός και μόνον ότι η Επιτροπή ανέφερε την αύξηση των τιμών των τροφίμων στους πίνακες που υποβλήθηκαν στην επιτροπή διαχειρίσεως δεν αποδεικνύει ότι έλαβε πράγματι υπόψη το στοιχείο αυτό.

135    Συναφώς, πρώτον, επισημαίνεται ότι στη Γαλλική Δημοκρατία απόκειται να αποδείξει ότι η Επιτροπή υπέπεσε σε πρόδηλη πλάνη εκτιμήσεως. Το έγγραφο που υποβλήθηκε στην επιτροπή διαχειρίσεως, το οποίο προσκόμισε η Γαλλική Δημοκρατία ως παράρτημα στο δικόγραφο της προσφυγής της και επί του οποίου στηρίζεται, παρουσιάζει την εκ μέρους της Επιτροπής ανάλυση της καταστάσεως της αγοράς και, επομένως, παρέχει πληροφορίες για τα στοιχεία τα οποία έλαβε υπόψη της η Επιτροπή κατά την ανάλυση αυτή. Αν η Γαλλική Δημοκρατία θεωρεί ότι ένα στοιχείο δεν ελήφθη υπόψη, μολονότι περιλαμβάνεται στο έγγραφο που υποβλήθηκε στην επιτροπή διαχειρίσεως, σε αυτήν απόκειται να προσκομίσει συγκεκριμένα στοιχεία βάσει των οποίων να μπορεί να κριθεί ότι η Επιτροπή δεν έλαβε πάντως υπόψη το εν λόγω στοιχείο.

136    Δεύτερον, επισημαίνεται ότι το γεγονός ότι τα περιθώρια των παραγωγών βάσει του κόστους των τροφίμων ήσαν κάτω του ιστορικού μέσου όρου, παρά την αύξηση του κόστους των τροφίμων, αποτελεί ακριβώς στοιχείο που συνηγορεί υπέρ μιας σταθερής καταστάσεως στην αγορά της Ένωσης. Ο συνυπολογισμός του γεγονότος αυτού σημαίνει ότι η Επιτροπή έλαβε οπωσδήποτε υπόψη της την αύξηση του κόστους των τροφίμων, το οποίο αποτελεί έναν από τους παράγοντες του υπολογισμού αυτού.

137    Τρίτον, υπενθυμίζεται ότι, στο πλαίσιο του θεωρητικού υπολογισμού του ποσού επιστροφών κατά την εξαγωγή, η διαφορά της τιμής υπολογίζεται βάσει της διαφοράς μεταξύ της τιμής κόστους στη Γαλλία, υπολογισθείσας σε βάση fob (ελεύθερο επί του μεταφορικού μέσου), και της τιμής πωλήσεως στον τόπο προορισμού (βλ. σκέψη 35 ανωτέρω). Ο συνυπολογισμός του κόστους παραγωγής σημαίνει ότι η Επιτροπή έλαβε υπόψη της το κόστος των τροφίμων. Όπως εξήγησε η Επιτροπή, απαντώντας στις γραπτές ερωτήσεις του Γενικού Δικαστηρίου, η τιμή κόστους στη Γαλλία υπολογίζεται λαμβάνοντας υπόψη το κόστος των τροφίμων, το κόστος του ζώντος ζώου, το κόστος του νεκρού ζώου, το κόστος του σφαγείου και το κόστος της υπαγωγής σε καθεστώς fob. Εξάλλου, υπενθυμίζεται ότι η Γαλλική Δημοκρατία δεν διατείνεται ότι η Επιτροπή υπέπεσε σε πρόδηλη πλάνη εκτιμήσεως στο πλαίσιο του θεωρητικού υπολογισμού του ποσού επιστροφών κατά την εξαγωγή (βλ. σκέψη 111 ανωτέρω).

138    Σε απάντηση στο προβληθέν, με το υπόμνημα αντικρούσεως, από την Επιτροπή επιχείρημα ότι οι εξαγωγές κρέατος πουλερικών παρουσίαζαν αυξητικές τάσεις, η Γαλλική Δημοκρατία ισχυρίζεται ότι, με αύξηση των εξαγωγών του κρέατος πουλερικών κατά 0,6 % σε όγκο και 1 % σε αξία για τους πέντε πρώτους μήνες του 2013, η Επιτροπή έπρεπε να θεωρήσει ότι οι εξαγωγές είχαν παραμείνει σταθερές την περίοδο αυτή.

139    Συναφώς, αρκεί η διαπίστωση ότι μια αύξηση, έστω και αμελητέα, παραμένει αύξηση. Η Επιτροπή είχε τη δυνατότητα να λάβει υπόψη της την έστω και αμελητέα αύξηση των εξαγωγών ως στοιχείο αντιτιθέμενο στην ανάγκη καθορισμού επιστροφών κατά την εξαγωγή σε ποσό άνω του μηδενός.

140    Τέλος, η Γαλλική Δημοκρατία ισχυρίστηκε, κατά την επ’ ακροατηρίου συζήτηση, ότι η κατάσταση στην αγορά τον Ιούλιο του 2013 ήταν ίδια με τον Απρίλιο και τον Ιανουάριο του 2013.

141    Εντούτοις, η Γαλλική Δημοκρατία δεν στήριξε τον ισχυρισμό αυτό με συγκεκριμένα επιχειρήματα. Εξάλλου, από το έγγραφο που υποβλήθηκε στην επιτροπή διαχειρίσεως προκύπτει ότι η κατάσταση στην αγορά τον Ιούλιο του 2013 δεν ήταν η ίδια με αυτή που επικρατούσε τον Απρίλιο ή τον Ιανουάριο του 2013. Παραδείγματος χάρη, από τη σελίδα 10 του εγγράφου που υποβλήθηκε στην επιτροπή διαχειρίσεως προκύπτει ότι τα περιθώρια των παραγωγών βάσει του κόστους των τροφίμων ήσαν υψηλότερα τον Ιούλιο του 2013 από ό,τι τον Απρίλιο ή τον Ιανουάριο του 2013.

142    Από το σύνολο των προεκτεθέντων προκύπτει ότι το πρώτο σκέλος του δεύτερου λόγου ακυρώσεως πρέπει να απορριφθεί.

 Επί του δευτέρου σκέλους, με το οποίο προβάλλεται ότι η Επιτροπή υπερέβη προδήλως την εξουσία εκτιμήσεως που διαθέτει, καθόσον έλαβε υπόψη, κατά την έκδοση του προσβαλλόμενου κανονισμού, στοιχεία που δεν προβλέπονται στο άρθρο 164, παράγραφος 3, του κανονισμού 1234/2007

143    Η Γαλλική Δημοκρατία θεωρεί ότι η Επιτροπή υποχρεούται, όταν καθορίζει τα ποσά επιστροφών κατά την εξαγωγή, να λαμβάνει αποκλειστικώς υπόψη στοιχεία τα οποία περιλαμβάνονται μεταξύ αυτών που απαριθμούνται στο 164, παράγραφος 3, του κανονισμού 1234/2007, καθόσον ο κατάλογος αυτός είναι περιοριστικός. Η Γαλλική Δημοκρατία φρονεί ότι η Επιτροπή, λαμβάνοντας υπόψη, κατά την έκδοση του προσβαλλόμενου κανονισμού, την εγχώρια και τη διεθνή συγκυρία, ήτοι την ύπαρξη πολιτικής συμφωνίας επί της μεταρρυθμίσεως της ΚΓΠ και την ύπαρξη, στο πλαίσιο των διαπραγματεύσεων του γύρου της Ντόχα του ΠΟΕ, δεσμεύσεως, υπό την αίρεση συνάψεως σχετικής συμφωνίας, να καταργήσει τις επιστροφές κατά την εξαγωγή, έλαβε υπόψη της στοιχεία μη προβλεπόμενα στο άρθρο 164, παράγραφος 3, του κανονισμού 1234/2007 και, επομένως, υπερέβη τα όρια της εξουσίας της εκτιμήσεως.

144    Η Επιτροπή αμφισβητεί τα επιχειρήματα της Γαλλικής Δημοκρατίας.

145    Η επιχειρηματολογία της Γαλλικής Δημοκρατίας βασίζεται στην παραδοχή ότι η απαρίθμηση, η οποία περιλαμβάνεται στο άρθρο 164, παράγραφος 3, του κανονισμού 1234/2007, των παραγόντων τους οποίους η Επιτροπή μπορεί να λάβει υπόψη της κατά τον καθορισμό του ποσού επιστροφών είναι περιοριστική.

146    Επομένως, πρέπει να εξετασθεί αν η παραδοχή αυτή είναι ορθή.

147    Επισημαίνεται ότι η διατύπωση του άρθρου 164, παράγραφος 3, του κανονισμού 1234/2007 είναι αρκετά ευρεία. Συγκεκριμένα, σύμφωνα με την παράγραφο αυτή, «[κ]ατά τον καθορισμό των επιστροφών για ένα συγκεκριμένο προϊόν, λαμβάνονται υπόψη ένα ή περισσότερα από τα ακόλουθα στοιχεία […]».

148    Από τη διατύπωση αυτή προκύπτει ότι η Επιτροπή υποχρεούται να λάβει υπόψη της τουλάχιστον ένα από τα απαριθμούμενα στο άρθρο αυτό στοιχεία. Πάντως, από τη διάταξη αυτή δεν προκύπτει ότι ο κατάλογος των εν λόγω στοιχείων είναι περιοριστικός. Η διατύπωση «λαμβάνονται υπόψη» δεν απαγορεύει τον συνυπολογισμό άλλων στοιχείων.

149    Η ελαστικότητα της επιλεγείσας διατυπώσεως συνηγορεί υπέρ της απόψεως ότι η απαρίθμηση δεν έχει περιοριστικό χαρακτήρα. Παραδείγματος χάρη, η ελαστικότητα αυτή επιβεβαιώνεται από άλλες γλωσσικές αποδόσεις της επίμαχης διατάξεως. Επομένως, στην αγγλική γλώσσα, «One or more of the following aspects shall be taken into account when refunds for a certain product are being fixed», και στη γερμανική, «Die Ausfuhrerstattungen werden je nach Erzeugnis unter Berücksichtigung eines oder mehrerer der folgenden Faktoren festgesetzt», επιβεβαιώνεται ότι η Επιτροπή υποχρεούται μόνον να «λαμβάνει υπόψη» ένα ή περισσότερα από τα απαριθμούμενα στοιχεία, όπερ δεν σημαίνει ότι οφείλει να βασίζεται αποκλειστικώς στους παράγοντες αυτούς.

150    Περαιτέρω, το γεγονός ότι, κατά το άρθρο 162, παράγραφος 1, του κανονισμού 1234/2007, η χορήγηση των επιστροφών κατά την εξαγωγή είναι προαιρετική, συνηγορεί υπέρ του ευρύτατου περιθωρίου εκτιμήσεως και της μεγάλης ευελιξίας που διαθέτει η Επιτροπή όταν πρόκειται για τον υπολογισμό του ποσού τους.

151    Πράγματι, δυσκόλως φαίνεται πειστική η άποψη ότι η Επιτροπή μπορεί να αποφασίσει να μη χορηγήσει καθόλου επιστροφές κατά την εξαγωγή, και μάλιστα χωρίς να είναι αναγκασμένη να στηρίξει την απόφαση αυτή σε συγκεκριμένα κριτήρια, αλλά ότι οφείλει, κατά τον καθορισμό του ποσού των επιστροφών αυτών, να λαμβάνει αποκλειστικώς υπόψη περιοριστικώς απαριθμούμενα στοιχεία.

152    Αντιθέτως προς όσα ισχυρίζεται η Γαλλική Δημοκρατία, το άρθρο 164, παράγραφος 3, του κανονισμού 1234/2007 ουδόλως στερείται πρακτικής αποτελεσματικότητας αν ο κατάλογος των απαριθμούμενων στοιχείων δεν θεωρηθεί περιοριστικός.

153    Συγκεκριμένα, ακόμα και αν το άρθρο 164, παράγραφος 3, του κανονισμού 1234/2007 δεν απαγορεύει τη συνεκτίμηση άλλων στοιχείων, από την παράγραφο αυτή προκύπτει ότι η Επιτροπή υποχρεούται να λαμβάνει (επίσης) υπόψη της τουλάχιστον ένα από τα απαριθμούμενα στη διάταξη αυτή στοιχεία.

154    Από τα προεκτεθέντα προκύπτει ότι η παραδοχή επί της οποίας η Γαλλική Δημοκρατία στηρίζει την επιχειρηματολογία της είναι εσφαλμένη.

155    Επιπροσθέτως, επισημαίνεται ότι, όπως κατ’ ουσίαν τονίζει η Επιτροπή, ακόμα και αν η απαρίθμηση των κριτηρίων του άρθρου 164, παράγραφος 3, του κανονισμού 1234/2007 θεωρηθεί περιοριστική, τούτο δεν απαγορεύει τη συνεκτίμηση του γενικού πολιτικού και οικονομικού πλαισίου.

156    Συγκεκριμένα, υπενθυμίζεται ότι η έκδοση πράξεων γενικής ισχύος τοποθετείται πάντοτε σε ένα γενικό πολιτικό και οικονομικό πλαίσιο και είναι εντελώς φυσικό ότι η Επιτροπή λαμβάνει υπόψη το πλαίσιο αυτό (βλ. σκέψεις 60 και 61 ανωτέρω).

157    Όταν η Επιτροπή λαμβάνει υπόψη μελλοντικές πολιτικές κατευθύνσεις και εν εξελίξει διαπραγματεύσεις σε διεθνές επίπεδο, κατά τον καθορισμό των ποσών των επιστροφών κατά την εξαγωγή σύμφωνα με τα ελαστικά κριτήρια του άρθρου 164, παράγραφος 3, του κανονισμού 1234/2007, τούτο δεν σημαίνει ότι υπερβαίνει τα όρια της εξουσίας της εκτιμήσεως, ακόμα και αν ο κατάλογος των κριτηρίων της επίμαχης διατάξεως θεωρηθεί περιοριστικός. Συγκεκριμένα, το γενικό πλαίσιο μπορεί πάντοτε να ασκεί επιρροή στην άσκηση της εξουσίας εκτιμήσεως της Επιτροπής και η έστω περιοριστική απαρίθμηση των κριτηρίων που μπορεί να λαμβάνει υπόψη της η Επιτροπή δεν δύναται να την εμποδίσει να λάβει υπόψη της το γενικό αυτό πλαίσιο.

158    Από τα προεκτεθέντα προκύπτει ότι δεν μπορεί να επικριθεί η απόφαση της Επιτροπής να λάβει υπόψη της τις προοπτικές μεταρρυθμίσεως της ΚΓΠ καθώς και τις εν εξελίξει διαπραγματεύσεις εντός του ΠΟΕ.

159    Επομένως, πρέπει να απορριφθεί και το δεύτερο σκέλος του δεύτερου λόγου ακυρώσεως και, συνεπώς, να απορριφθεί η προσφυγή στο σύνολό της.

 Επί των δικαστικών εξόδων

160    Κατά το άρθρο 134, παράγραφος 1, του Κανονισμού Διαδικασίας του Γενικού Δικαστηρίου, ο ηττηθείς διάδικος καταδικάζεται στα δικαστικά έξοδα εφόσον υπάρχει σχετικό αίτημα.

161    Εν προκειμένω, η Επιτροπή ζητεί από το Γενικό Δικαστήριο να «επιφυλαχθεί ως προς τα δικαστικά έξοδα». Κατ’ αυτόν τον τρόπο, δεν ζήτησε προσηκόντως την καταδίκη της Γαλλικής Δημοκρατίας στα δικαστικά έξοδα. Συγκεκριμένα, η αίτηση με σκοπό να επιφυλαχθεί το Γενικό Δικαστήριο ως προς τα δικαστικά έξοδα δεν έχει εν προκειμένω κανένα νόημα και ισοδυναμεί με απουσία αιτημάτων επί των δικαστικών εξόδων εκ μέρους της Επιτροπής.

162    Υπό τις περιστάσεις αυτές, πρέπει να κριθεί ότι κάθε διάδικος θα φέρει τα δικαστικά του έξοδα.

Για τους λόγους αυτούς,

ΤΟ ΓΕΝΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ (πέμπτο τμήμα)

αποφασίζει:

1)      Απορρίπτει την προσφυγή.

2)      Έκαστος διάδικος φέρει τα δικαστικά του έξοδα.

Dittrich

Schwarcz

Tomljenović

Δημοσιεύθηκε σε δημόσια συνεδρίαση στο Λουξεμβούργο στις 14 Ιανουαρίου 2016.

(υπογραφές)


* Γλώσσα διαδικασίας: η γαλλική.