Language of document : ECLI:EU:T:2015:378

Υπόθεση T‑259/15 R

(δημοσίευση αποσπασμάτων)

SA Close
και

Cegelec

κατά

Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου

«Ασφαλιστικά μέτρα — Συμβάσεις δημοσίων έργων — Διαδικασία διαγωνισμού — Κατασκευή μονάδας ενέργειας — Απόρριψη της προσφοράς διαγωνιζομένου και ανάθεση του έργου σε άλλον διαγωνιζόμενο — Αίτηση αναστολής εκτελέσεως — Έλλειψη επείγοντος»

Περίληψη — Διάταξη του Προέδρου του Γενικού Δικαστηρίου
της 15ης Ιουνίου 2015

Ασφαλιστικά μέτρα — Αναστολή εκτελέσεως — Προϋποθέσεις χορηγήσεως — Επείγον — Εκτίμηση στο πλαίσιο των διαφορών σχετικά με τη σύναψη δημοσίων συμβάσεων — Σοβαρή ζημία — Αρκεί στην περίπτωση ιδιαιτέρως σοβαρού fumus boni juris που συνίσταται σε πρόδηλη και σοβαρή παρανομία — Προϋπόθεση — Άσκηση της αιτήσεως ασφαλιστικών μέτρων κατά τη διάρκεια της περιόδου αναμονής που προηγείται της συνάψεως της συμβάσεως με τον ανάδοχο

(Άρθρο 278 ΣΛΕΕ· Χάρτης των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, άρθρο 47· κανονισμός 1268/2012 της Επιτροπής, άρθρο 171 § 1)

Στο πλαίσιο των αιτήσεων ασφαλιστικών μέτρων που αφορούν δημόσιες συμβάσεις, η απαιτούμενη απόδειξη της επελεύσεως ανεπανόρθωτης ζημίας είναι πολύ δυσχερής για τον διαγωνιζόμενο του οποίου η προσφορά απορρίφθηκε. Ως εκ τούτου, δεν μπορεί να απαιτείται από τον διαγωνιζόμενο του οποίου η προσφορά απορρίφθηκε να αποδείξει ότι η απόρριψη της αιτήσεώς του για τη λήψη ασφαλιστικών μέτρων ενδέχεται να του προκαλέσει ανεπανόρθωτη ζημία, εφόσον αποδεικνύει τη συνδρομή ιδιαίτερα σοβαρού fumus boni juris, διότι άλλως θα θιγόταν υπέρμετρα και αδικαιολόγητα η αποτελεσματική ένδικη προστασία που δικαιούται βάσει του άρθρου 47 του Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Εντούτοις, η ελαστικότερη αυτή εκτίμηση της προϋποθέσεως του επείγοντος, η οποία δικαιολογείται από το δικαίωμα σε αποτελεσματική ένδικη προστασία δεν μπορεί να είναι απεριόριστη, δεδομένου ότι πρέπει να συγκερασθούν τα συμφέροντα του διαγωνιζομένου του οποίου η προσφορά απορρίφθηκε με εκείνα της αναθέτουσας αρχής και του αναδόχου. Κατά συνέπεια η ελαστικότερη αυτή εκτίμηση εφαρμόζεται μόνο κατά το προσυμβατικό στάδιο, εφόσον έχει τηρηθεί η περίοδος αναμονής την οποία προβλέπει το άρθρο 171, παράγραφος 1, του κανονισμού 1268/2012, σχετικά με τους κανόνες εφαρμογής του κανονισμού 966/2012, η διάρκεια της οποίας είναι δέκα ή δεκατέσσερις ημερολογιακές ημέρες, ανάλογα με την περίπτωση. Η ως άνω ελαστικότερη εκτίμηση δεν δικαιολογείται πλέον, εάν πριν από την κατάθεση της αιτήσεως ασφαλιστικών μέτρων η αναθέτουσα αρχή έχει συνάψει τη σύμβαση με τον ανάδοχο μετά την παρέλευση της περιόδου αυτής. Ειδικότερα, όταν η εν λόγω περίοδος αναμονής —η οποία έως τη λήξη της εμποδίζει την εκ μέρους της αναθέτουσας αρχής σύναψη της συμβάσεως και σκοπό έχει να δώσει στους ενδιαφερομένους τη δυνατότητα να αμφισβητήσουν δικαστικώς την ανάθεση δημόσιας συμβάσεως πριν τη σύναψη της— έχει όντως παρέλθει προτού συναφθεί η σύμβαση, δεν μπορεί να γίνει δεκτό ότι η παροχή στον διαγωνιζόμενο του οποίου η προσφορά απορρίφθηκε της δυνατότητας να ζητήσει ενώπιον του δικαστή της Ένωσης μόνον αποζημίωση συνιστά προσβολή του δικαιώματος σε αποτελεσματική δικαστική προσφυγή.

Εξάλλου, η περίοδος αναμονής παρέχει στους ενδιαφερομένους τη δυνατότητα να αμφισβητήσουν δικαστικώς την απόφαση περί αναθέσεως της συμβάσεως πριν από τη σύναψή της μόνον εάν έχουν στη διάθεσή τους επαρκή στοιχεία για να εντοπίσουν ενδεχόμενη παρανομία της αποφάσεως περί αναθέσεως. Ως προς το σημείο αυτό, δεν μπορεί να γίνει δεκτό ότι τηρήθηκε η περίοδος αναμονής στην περίπτωση που δεν υπήρξε πραγματική δυνατότητα ασκήσεως προσφυγής, συνοδευόμενης από αίτηση ασφαλιστικών μέτρων, πριν από τη σύναψη της συμβάσεως επειδή ο διαγωνιζόμενος του οποίου η προσφορά απορρίφθηκε δεν είχε στη διάθεσή του, κατά τη διάρκεια της περιόδου αυτής, επαρκή στοιχεία που να του παρέχουν τη δυνατότητα να ασκήσει τα ως άνω μέσα παροχής έννομης προστασίας, διότι άλλως θα παραβιαζόταν η αρχή του δικαιώματος αποτελεσματικής ένδικης προστασίας. Λαμβανομένων υπόψη των επιταγών της αρχής της ασφαλείας δικαίου, η εξαίρεση αυτή από την καθαρά τυπική εφαρμογή της περιόδου αναμονής πρέπει, εντούτοις, να επιφυλάσσεται για τις εξαιρετικές περιπτώσεις στις οποίες ο διαγωνιζόμενος του οποίου η προσφορά απορρίφθηκε δεν είχε κανένα λόγο να θεωρήσει ότι η απόφαση περί αναθέσεως της συμβάσεως ήταν παράνομη πριν από τη σύναψη της συμβάσεως με τον ανάδοχο.

(βλ. σκέψεις 36-38, 41-43)