Language of document : ECLI:EU:T:2017:386

Υπόθεση T‑9/15

Ball Beverage Packaging Europe Ltd

κατά

Γραφείου Διανοητικής Ιδιοκτησίας της Ευρωπαϊκής Ένωσης

«Κοινοτικό σχέδιο ή υπόδειγμα – Διαδικασία για την κήρυξη της ακυρότητας – Καταχωρισθέν κοινοτικό σχέδιο ή υπόδειγμα που απεικονίζει τρία μεταλλικά κουτιά ποτών – Προγενέστερο σχέδιο ή υπόδειγμα – Λόγος κηρύξεως της ακυρότητας – Εξατομικευμένος χαρακτήρας – Διαφορετική συνολική εντύπωση – Άρθρο 6 και άρθρο 25, παράγραφος 1, στοιχείο βʹ, του κανονισμού (ΕΚ) 6/2002 – Σύνολο που αποτελεί ένα ενιαίο αντικείμενο – Περιεχόμενο της περιγραφής του καταχωρισθέντος κοινοτικού σχεδίου ή υποδείγματος – Υποχρέωση αιτιολογήσεως – Υποκατάσταση διαδίκου»

Περίληψη – Απόφαση του Γενικού Δικαστηρίου (πρώτο τμήμα) της 13ης Ιουνίου 2017

1.      Ένδικη διαδικασία – Εισαγωγικό δικόγραφο – Τυπικά στοιχεία – Προσδιορισμός του αντικειμένου της διαφοράς – Συνοπτική έκθεση των προβαλλόμενων ισχυρισμών

[Κανονισμός Διαδικασίας του Γενικού Δικαστηρίου (1991), άρθρο 44 § 1, στοιχείο γʹ]

2.      Κοινοτικά σχέδια και υποδείγματα – Δικονομικές διατάξεις – Αιτιολόγηση των αποφάσεων – Άρθρο 62, πρώτη περίοδος, του κανονισμού 6/2002 – Περιεχόμενο πανομοιότυπο με αυτό του άρθρου 296 ΣΛΕΕ – Χρήση έμμεσης αιτιολογίας από το τμήμα προσφυγών – Επιτρεπτό – Προϋποθέσεις

(Άρθρο 296 ΣΛΕΕ· κανονισμός 6/2002 του Συμβουλίου, άρθρο 62, 1η περίοδος)

3.      Κοινοτικά σχέδια και υποδείγματα – Δικονομικές διατάξεις – Διαδικασία καταχωρίσεως – Διεκπεραιωτικός έλεγχος τυπικής κυρίως φύσεως

(Κανονισμός 6/2002 του Συμβουλίου, αιτιολογική σκέψη 18)

4.      Κοινοτικά σχέδια και υποδείγματα – Δικονομικές διατάξεις – Αίτηση καταχωρίσεως – Προϋποθέσεις που πρέπει να πληρούνται – Περιγραφή που επεξηγεί την απεικόνιση ή το δείγμα

(Κανονισμός 6/2002 του Συμβουλίου, άρθρα 10 § 1, και 36 §§ 3, στοιχείο αʹ, και 6· κανονισμός 2245/2002 της Επιτροπής, άρθρο 1 § 2, στοιχείο αʹ)

5.      Κοινοτικά σχέδια και υποδείγματα – Λόγοι ακυρότητας – Απουσία ατομικού χαρακτήρα – Σχέδιο ή υπόδειγμα που δεν δημιουργεί στον ενημερωμένο χρήστη διαφορετική συνολική εντύπωση από εκείνη που δημιουργεί προγενέστερο σχέδιο ή υπόδειγμα – Συνολική εκτίμηση όλων των στοιχείων του προγενέστερου σχεδίου ή υποδείγματος

(Κανονισμός 6/2002 του Συμβουλίου, άρθρα 6 § 1 και 25 § 1, στοιχείο δʹ)

6.      Κοινοτικά σχέδια και υποδείγματα – Λόγοι ακυρότητας – Απουσία ατομικού χαρακτήρα – Σχέδιο ή υπόδειγμα που δεν δημιουργεί στον ενημερωμένο χρήστη διαφορετική συνολική εντύπωση από εκείνη που δημιουργεί προγενέστερο σχέδιο ή υπόδειγμα – Ενημερωμένος χρήστης – Έννοια

(Κανονισμός 6/2002 του Συμβουλίου, άρθρα 6 § 1, 10 § 1 και 25 § 1, στοιχείο βʹ)

1.      Η συνοπτική έκθεση των λόγων ακυρώσεως και ισχυρισμών πρέπει να είναι αρκούντως σαφής και ακριβής, ώστε να μπορεί ο μεν καθού/εναγόμενος να προετοιμάσει την άμυνά του, το δε Γενικό Δικαστήριο να αποφανθεί επί της προσφυγής-αγωγής, εν ανάγκη χωρίς άλλες πληροφορίες. Εξ αυτού προκύπτει ότι η έννοια και το περιεχόμενο λόγου που προβάλλεται προς στήριξη προσφυγής πρέπει να προκύπτουν με τρόπο μη επιδεχόμενο αμφιβολία από το δικόγραφο της προσφυγής/αγωγής.

(βλ. σκέψη 20)

2.      Κατά το άρθρο 62, πρώτη περίοδος, του κανονισμού 6/2002, για τα κοινοτικά σχέδια και υποδείγματα, οι αποφάσεις του Γραφείου Διανοητικής Ιδιοκτησίας της Ευρωπαϊκής Ένωσης πρέπει να αιτιολογούνται. Η ως άνω υποχρέωση αιτιολογήσεως έχει το ίδιο περιεχόμενο με εκείνη που απορρέει από το άρθρο 296 ΣΛΕΕ, κατά την οποία η συλλογιστική του εκδότη της πράξεως πρέπει να προκύπτει κατά τρόπο σαφή και μη διφορούμενο, έχει δε διττό σκοπό, ήτοι να παρέχεται η δυνατότητα στους μεν ενδιαφερομένους να γνωρίζουν τους λόγους που δικαιολογούν τη λήψη του μέτρου προκειμένου να υπερασπίζονται τα δικαιώματά τους, στον δε δικαστή της Ευρωπαϊκής Ένωσης να ασκεί έλεγχο νομιμότητας της αποφάσεως. Ωστόσο, δεν μπορεί να απαιτείται από το τμήμα προσφυγών να παραθέτει αιτιολογία που να ακολουθεί σε όλη τους την έκταση και έναν προς έναν όλους τους συλλογισμούς που διατύπωσαν ενώπιόν του οι διάδικοι. Κατά συνέπεια, η αιτιολογία μπορεί να είναι έμμεση, υπό την προϋπόθεση ότι δίνει στους μεν ενδιαφερόμενους τη δυνατότητα να γνωρίσουν τους λόγους για τους οποίους εκδόθηκε η απόφαση του τμήματος προσφυγών, στο δε αρμόδιο δικαστήριο επαρκή στοιχεία για να ασκήσει τον έλεγχό του.

Επιπλέον, πρέπει να υπομνησθεί ότι η υποχρέωση αιτιολογήσεως των αποφάσεων αποτελεί ουσιώδη τύπο που πρέπει να διακρίνεται από το ζήτημα του βασίμου της αιτιολογίας, δεδομένου ότι αυτό αφορά την ουσιαστική νομιμότητα της επίδικης πράξεως. Συγκεκριμένα, η αιτιολογία αποφάσεως συνίσταται στη ρητή παράθεση του σκεπτικού στο οποίο αυτή στηρίζεται. Εάν το σκεπτικό αυτό ενέχει σφάλματα, αυτά πλήττουν την ουσιαστική νομιμότητα της αποφάσεως, αλλά όχι την αιτιολογία της, η οποία μπορεί να είναι επαρκής έστω και αν παραθέτει εσφαλμένο σκεπτικό.

(βλ. σκέψεις 26, 27)

3.      Η διαδικασία καταχωρίσεως των κοινοτικών σχεδίων ή υποδειγμάτων την οποία προβλέπει ο κανονισμός 6/2002, για τα κοινοτικά σχέδια και υποδείγματα, συνίσταται σε διεκπεραιωτικό έλεγχο τυπικής κυρίως φύσεως, ο οποίος, όπως αναφέρεται στην αιτιολογική σκέψη 18 του ίδιου κανονισμού, δεν απαιτεί εξέταση επί της ουσίας προκειμένου να προσδιοριστεί πριν από την καταχώριση εάν το σχέδιο ή υπόδειγμα πληροί τους όρους προστασίας και ο οποίος, εξάλλου, αντίθετα προς τη διαδικασία καταχωρίσεως κατά τον κανονισμό 207/2009, για το σήμα της Ευρωπαϊκής Ένωσης, δεν προβλέπει στάδιο παρέχον στον δικαιούχο προγενεστέρου καταχωρισμένου σχεδίου ή υποδείγματος τη δυνατότητα να εναντιωθεί στην καταχώριση.

(βλ. σκέψη 55)

4.      Αφενός, από το άρθρο 36, παράγραφος 3, στοιχείο αʹ, του κανονισμού 6/2002, για τα κοινοτικά σχέδια και υποδείγματα, προκύπτει ότι η λειτουργία της περιγραφής που μπορεί να περιλαμβάνεται στην αίτηση καταχωρίσεως σχεδίου ή υποδείγματος είναι η επεξήγηση της απεικονίσεως ή του δείγματος και, αφετέρου, από το άρθρο 36, παράγραφος 6, του εν λόγω κανονισμού επίσης προκύπτει ότι η ως άνω περιγραφή δεν μπορεί να θίξει το περιεχόμενο της προστασίας του σχεδίου ή υποδείγματος αυτού καθαυτό. Το άρθρο 10, παράγραφος 1, του κανονισμού αυτού, το οποίο τιτλοφορείται «Έκταση της προστασίας», ορίζει ότι η προστασία που παρέχει το κοινοτικό σχέδιο ή υπόδειγμα εκτείνεται σε οποιοδήποτε σχέδιο ή υπόδειγμα το οποίο δεν προκαλεί στον ενημερωμένο χρήστη διαφορετική συνολική εντύπωση.

Κατά συνέπεια, η ενδεχομένως περιλαμβανόμενη στην αίτηση καταχωρίσεως περιγραφή δεν μπορεί να επηρεάζει τις εκτιμήσεις ουσίας σχετικά με τον νεωτερικό ή τον εξατομικευμένο χαρακτήρα του οικείου σχεδίου ή υποδείγματος. Τούτο επιβεβαιώνεται, εξάλλου, από το άρθρο 1, παράγραφος 2, στοιχείο αʹ, του κανονισμού 2245/2002, σχετικά με την εφαρμογή του κανονισμού 6/2002, που προβλέπει, μεταξύ άλλων, ότι η περιγραφή πρέπει να αφορά μόνον τα χαρακτηριστικά που περιλαμβάνονται στις απεικονίσεις του σχεδίου ή υποδείγματος ή του δείγματος και ότι η εν λόγω περιγραφή δεν μπορεί να περιλαμβάνει δηλώσεις περί του προβαλλόμενου νεωτερικού ή εξατομικευμένου χαρακτήρα του σχεδίου ή υποδείγματος, ή περί της τεχνικής του αξίας.

Εξ αυτών συνάγεται επίσης ότι η ως άνω περιγραφή δεν μπορεί να επηρεάσει ούτε το ζήτημα σχετικά με το ποιο είναι το αντικείμενο της προστασίας του σχεδίου ή υποδείγματος, που συνδέεται αναμφισβήτητα με τις εκτιμήσεις σχετικά με τον νεωτερικό ή τον εξατομικευμένο χαρακτήρα.

(βλ. σκέψεις 66-68)

5.      O εξατομικευμένος χαρακτήρας ενός σχεδίου ή υποδείγματος προκύπτει από τη συνολική εντύπωση που το κάνει να διαφέρει από τα άλλα, ή από το γεγονός ότι δεν δίνει την εντύπωση στον ενημερωμένο καταναλωτή ότι αυτός το έχει ξαναδεί, σε σχέση με οποιοδήποτε προηγούμενο τέτοιο σχέδιο ή υπόδειγμα, χωρίς να λαμβάνονται υπόψη οι διαφορές εκείνες οι οποίες δεν είναι τόσο έντονες για να επηρεάσουν την εν λόγω συνολική εντύπωση, μολονότι αυτές δεν μπορούν να χαρακτηριστούν ως ασήμαντες, λαμβανομένων όμως υπόψη των αρκούντως χαρακτηριστικών διαφορών που δημιουργούν μια διαφορετική συνολική εντύπωση.

Η σύγκριση των συνολικών εντυπώσεων που δημιουργούν τα σχέδια ή υποδείγματα πρέπει να είναι σφαιρική και δεν μπορεί να περιορίζεται στην αναλυτική σύγκριση μιας απαριθμήσεως ομοιοτήτων και διαφορών. Η σύγκριση αυτή πρέπει να αφορά αποκλειστικά τα πράγματι προστατευόμενα στοιχεία, χωρίς να λαμβάνονται υπόψη τα χαρακτηριστικά που εξαιρούνται από την προστασία.

(βλ. σκέψεις 78, 79)

6.      Κατά την εκτίμηση του εξατομικευμένου χαρακτήρα ενός σχεδίου ή υποδείγματος πρέπει επίσης να λαμβάνεται υπόψη η άποψη του ενημερωμένου καταναλωτή. Κατά τη νομολογία, ως «ενημερωμένος καταναλωτής» κατά την έννοια του άρθρου 6 του κανονισμού 6/2002, για τα κοινοτικά σχέδια και υποδείγματα, δεν θεωρείται ούτε ένας κατασκευαστής ούτε ένας πωλητής προϊόντων στα οποία τα οικεία σχέδια ή υποδείγματα προορίζονται να ενσωματωθούν ή να προσαρμοστούν. Ο ενημερωμένος χρήστης επιδεικνύει ιδιαίτερη προσοχή και διαθέτει ορισμένη γνώση της προγενέστερης τεχνολογικής εξελίξεως, δηλαδή των μέχρι τούδε υφισταμένων σχεδίων ή υποδειγμάτων που αφορούν το επίμαχο προϊόν και τα οποία είχαν κυκλοφορήσει μέχρι την ημερομηνία καταχωρίσεως του προσβαλλόμενου σχεδίου ή υποδείγματος ή, ενδεχομένως, μέχρι την ημερομηνία της προβαλλομένης προτεραιότητας.

Όσον αφορά το επίπεδο προσοχής του ενημερωμένου καταναλωτή, ο δικαστής της Ένωσης διευκρίνισε ότι, καίτοι αυτός δεν είναι ο μέσος καταναλωτής που έχει τη συνήθη πληροφόρηση, είναι ευλόγως προσεκτικός και ενημερωμένος και αντιλαμβάνεται κατά κανόνα ένα σχέδιο ή υπόδειγμα ως ένα σύνολο, χωρίς να εξετάζει μεμονωμένα τις διάφορες λεπτομέρειές του, εντούτοις δεν είναι ούτε ο εμπειρογνώμων ή ο ειδικός του κλάδου που είναι ικανός να παρατηρήσει λεπτομερώς τις ελάσσονος σημασίας ενδεχόμενες διαφορές μεταξύ των αντιπαρατιθέμενων σχεδίων ή υποδειγμάτων. Έτσι, ο προσδιορισμός «ενημερωμένος» προϋποθέτει ότι, χωρίς να είναι σχεδιαστής ή ειδικός τεχνικός, ο χρήστης γνωρίζει τα διάφορα σχέδια ή υποδείγματα που υπάρχουν στον οικείο τομέα, διαθέτει ορισμένες γνώσεις ως προς τα στοιχεία που κατά κανόνα περιλαμβάνουν τα εν λόγω σχέδια ή υποδείγματα, και, λόγω του ενδιαφέροντός του για τα εν λόγω προϊόντα, επιδεικνύει σχετικά υψηλότερο βαθμό προσοχής όταν τα χρησιμοποιεί.

(βλ. σκέψεις 80, 81)