Language of document : ECLI:EU:C:2012:422

ΠΡΟΤΑΣΕΙΣ ΤΗΣ ΓΕΝΙΚΗΣ ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑ

ELEANOR SHARPSTON

της 5ης Ιουλίου 2012 (1)

Υπόθεση C‑149/11

Leno Merken BV

κατά

Hagelkruis Beheer BV

[αίτηση του Gerechtshof te ’s-Gravenhage (Κάτω Χώρες)
για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως]

«Κοινοτικό σήμα – Κανονισμός 207/2009 για το κοινοτικό σήμα – Ουσιαστική χρήση – Τόπος χρήσεως»





1.        Η προστασία των σημάτων έχει χαρακτήρα κατεξοχήν εδαφικό. Τούτο οφείλεται στο ότι το σήμα αποτελεί δικαίωμα ιδιοκτησίας, βάσει του οποίου ένα σημείο τυγχάνει προστασίας σε συγκεκριμένη εδαφική περιοχή. Εντός της Ευρωπαϊκής Ένωσης, η προστασία εθνικών σημάτων συνυπάρχει με αυτή των κοινοτικών σημάτων. Ο δικαιούχος εθνικού σήματος μπορεί να ασκεί τα δικαιώματα που συνδέονται με το σήμα αυτό εντός της επικράτειας του κράτους μέλους βάσει του εθνικού δικαίου του οποίου προστατεύεται το σήμα. Ο δικαιούχος κοινοτικού σήματος μπορεί να πράττει το ίδιο στο έδαφος των 27 κρατών μελών, δεδομένου ότι το σήμα ισχύει στο σύνολο αυτής της εδαφικής περιοχής (2).

2.        Το άρθρο 15, παράγραφος 1, του κανονισμού (ΕΚ) 207/2009 (3) του Συμβουλίου (στο εξής: κανονισμός) προβλέπει ότι το κοινοτικό σήμα υπόκειται σε κυρώσεις εάν, εντός προθεσμίας πέντε ετών από την καταχώριση, δεν έχει γίνει «ουσιαστική χρήση του […] μέσα στην Κοινότητα για τα προϊόντα ή τις υπηρεσίες για τις οποίες αυτό έχει καταχωρισθεί» (εκτός εάν υπάρχει εύλογη αιτία για τη μη χρήση) (4).

3.        Ενώ το εύρος της προστασίας κοινοτικού σήματος οριοθετείται νομικώς βάσει του εδάφους των 27 κρατών μελών, το ζήτημα της περιοχής εντός της οποίας πρέπει να γίνει ουσιαστική χρήση του σήματος δεν μπορεί να επιλυθεί κατ’ ανάγκη με τον ίδιο τρόπο. Εν προκειμένω, ζητείται από το Δικαστήριο η οριοθέτηση της εδαφικής περιοχής εντός της οποίας πρέπει να χρησιμοποιείται το σήμα προκειμένου να γίνει δεκτό ότι πληρούται η προϋπόθεση περί «ουσιαστικής χρήσεως» κατά το άρθρο 15, παράγραφος 1, του κανονισμού, ειδικότερα δε τίθεται το ερώτημα αν αρκεί η χρήση του σήματος στην επικράτεια ενός μόνον κράτους μέλους.

 Νομικό πλαίσιο

 Το δίκαιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης περί σημάτων

 Ο κανονισμός

4.        Κοινοτικά σήματα είναι «τα σήματα προϊόντων ή υπηρεσιών, τα οποία καταχωρίζονται σύμφωνα με τις προϋποθέσεις και τη διαδικασία που προβλέπει ο […] κανονισμός» (5). Μπορεί να αποτελούνται από «οποιοδήποτε σημείο επιδεκτικό γραφικής παράστασης, ιδίως δε από λέξεις, συμπεριλαμβανομένων των ονομάτων προσώπων, σχέδια, γράμματα, αριθμούς, το σχήμα προϊόντος ή της συσκευασίας του, υπό την προϋπόθεση ότι τα σημεία αυτά [μπορούν], από τη φύση τους, να διακρίνουν τα προϊόντα ή τις υπηρεσίες μιας επιχείρησης από τα προϊόντα ή τις υπηρεσίες άλλων επιχειρήσεων» (6).

5.        Κατά τη δεύτερη αιτιολογική σκέψη του προοιμίου του κανονισμού «[η] δημιουργία τέτοιας αγοράς και η ενίσχυση της ενότητάς της προϋποθέτουν αφενός μεν την εξάλειψη των εμποδίων της ελεύθερης κυκλοφορίας των εμπορευμάτων και της ελεύθερης παροχής υπηρεσιών, καθώς και την επιβολή καθεστώτος το οποίο εξασφαλίζει ανόθευτο ανταγωνισμό, αφετέρου δε τη θέσπιση νομικών προϋποθέσεων οι οποίες επιτρέπουν στις επιχειρήσεις να προσαρμόζουν ευθύς εξαρχής την παραγωγή και τη διανομή των προϊόντων ή την παροχή των υπηρεσιών στις διαστάσεις της Κοινότητας». Με τη δεύτερη αιτιολογική σκέψη επισημαίνεται επίσης ότι:

«Μεταξύ των νομικών μέσων που θα έπρεπε να έχουν στη διάθεσή τους οι επιχειρήσεις για τους ως άνω σκοπούς, ενδείκνυνται ιδιαιτέρως τα σήματα με τα οποία μπορούν να προσδιορίζουν τα προϊόντα ή τις υπηρεσίες τους κατά τρόπο ενιαίο στο σύνολο της Κοινότητας, ανεξαρτήτως συνόρων».

6.        Κατά την τρίτη αιτιολογική σκέψη, για να συνεχισθεί η επιδίωξη των προεκτεθέντων σκοπών της Κοινότητας, «[παρίσταται ανάγκη] να [θεσπισθεί] κοινοτικό καθεστώς σημάτων το οποίο θα παρέχει στις επιχειρήσεις το δικαίωμα να αποκτούν, σύμφωνα με ενιαία διαδικασία, κοινοτικά σήματα τα οποία θα προστατεύονται κατά τρόπο [ομοιόμορφο] και θα παράγουν τα αποτελέσματά τους σε όλο το έδαφος της Κοινότητας». Πρόκειται για την αρχή του ενιαίου χαρακτήρα του κοινοτικού σήματος, η οποία «πρέπει να ισχύει εφόσον ο […] κανονισμός δεν προβλέπει άλλως».

7.        Βάσει της έκτης αιτιολογικής σκέψεως αναγνωρίζεται η ευχέρεια επιχειρήσεως να καταχωρίσει σήμα ως εθνικό ή ως κοινοτικό, επισημαίνεται δε ότι «δεν υπάρχει λόγος να υποχρεωθούν οι επιχειρήσεις να καταθέτουν τα σήματά τους ως κοινοτικά σήματα». Κατά την εν λόγω αιτιολογική σκέψη, «η ύπαρξη εθνικών σημάτων εξακολουθεί να είναι απαραίτητη για τις επιχειρήσεις οι οποίες δεν επιθυμούν την προστασία των σημάτων τους σε [επίπεδο Κοινότητας]».

8.        Κατά τη δέκατη αιτιολογική σκέψη «δικαιολογείται να προστατεύονται τα κοινοτικά σήματα και, έναντι αυτών, κάθε σήμα το οποίο έχει καταχωρισθεί προγενέστερα, μόνον εφόσον τα σήματα αυτά πράγματι χρησιμοποιούνται».

9.        Το άρθρο 1, παράγραφος 2, ορίζει τα εξής:

«Το κοινοτικό σήμα έχει ενιαίο χαρακτήρα. Παράγει τα αυτά αποτελέσματα σε ολόκληρη την Κοινότητα: δεν δύναται να καταχωρισθεί, να μεταβιβασθεί, να γίνει αντικείμενο παραίτησης ή απόφασης περί έκπτωσης του δικαιούχου εκ των δικαιωμάτων του ή περί ακυρότητος, ούτε να απαγορευθεί η χρήση του, παρά μόνο για ολόκληρη την Κοινότητα. Η αρχή αυτή ισχύει, εκτός αντιθέτου διατάξεως του παρόντος κανονισμού».

10.      Συνεπεία της καταχωρίσεως σημείου ως κοινοτικού σήματος παρέχονται στον δικαιούχο του ορισμένα αποκλειστικά δικαιώματα. Τα δικαιώματα αυτά απαριθμούνται ειδικώς στο άρθρο 9, το οποίο προβλέπει τα εξής:

«1.      Το κοινοτικό σήμα παρέχει στον δικαιούχο αποκλειστικό δικαίωμα. Ο δικαιούχος [δύναται] να απαγορεύει σε κάθε τρίτο να χρησιμοποιεί στις συναλλαγές, χωρίς τη συγκατάθεσή του:

α)      κάθε σημείο [που είναι πανομοιότυπο] με το κοινοτικό σήμα για προϊόντα ή υπηρεσίες που [είναι πανομοιότυπες] με εκείνες για τις οποίες το σήμα έχει καταχωρισθεί·

β)      σημείο για το οποίο, λόγω του [ότι είναι πανομοιότυπο ή παρόμοιο] με το σήμα και του [ότι είναι πανομοιότυπα ή παρόμοια τα προϊόντα και οι υπηρεσίες ] που καλύπτονται από το σήμα και το σημείο, υπάρχει κίνδυνος σύγχυσης του κοινού· ο κίνδυνος σύγχυσης συμπεριλαμβάνει τον κίνδυνο [συσχετισμού] του σημείου με το σήμα·

γ)      σημείο, που [είναι πανομοιότυπο ή παρόμοιο] με το κοινοτικό σήμα, για προϊόντα ή υπηρεσίες που δεν ομοιάζουν με εκείνες για τις οποίες έχει καταχωρισθεί το κοινοτικό σήμα, εάν αυτό χαίρει φήμης στην Κοινότητα και η χρησιμοποίηση χωρίς [νόμιμη] αιτία του σημείου θα [συνεπαγόταν την άντληση αθέμιτου οφέλους] από τον διακριτικό χαρακτήρα ή τη φήμη του κοινοτικού σήματος ή θα έβλαπτε τον εν λόγω διακριτικό χαρακτήρα ή τη φήμη.

[…]»

11.      Το άρθρο 15 ορίζει ότι ο δικαιούχος πρέπει να κάνει χρήση του κοινοτικού σήματος:

«1.      Εάν, εντός προθεσμίας πέντε ετών από την καταχώριση, ο δικαιούχος δεν έχει κάνει ουσιαστική χρήση του κοινοτικού σήματος μέσα στην Κοινότητα για τα προϊόντα ή τις υπηρεσίες για τις οποίες αυτό έχει καταχωρισθεί ή εάν έχει αναστείλει τη χρήση του επί μια συνεχή πενταετία, το κοινοτικό σήμα υπόκειται στις κυρώσεις που προβλέπονται στον παρόντα κανονισμό, εκτός εάν υπάρχει εύλογος αιτία για τη μη χρήση.

Κατά την έννοια του πρώτου εδαφίου, ως χρήση θεωρείται επίσης:

α)      η χρήση του κοινοτικού σήματος υπό μορφή που διαφέρει ως προς στοιχεία τα οποία όμως δεν μεταβάλλουν το διακριτικό χαρακτήρα του σήματος στην καταχωρισμένη του μορφή·

β)      η επίθεση του κοινοτικού σήματος σε προϊόντα ή στη συσκευασία τους στην Κοινότητα, με προορισμό αποκλειστικά την εξαγωγή.

2.      Η χρήση του κοινοτικού σήματος με τη συγκατάθεση του δικαιούχου θεωρείται ότι [αποτελεί χρήση εκ μέρους του δικαιούχου].»

12.      Το άρθρο 42, το οποίο φέρει τον τίτλο «Εξέταση της ανακοπής», ορίζει ότι:

«2.      [Κατόπιν αιτήσεως του αιτούντος την καταχώριση], ο ανακόπτων δικαιούχος προγενέστερου κοινοτικού σήματος οφείλει να αποδείξει ότι, κατά τη διάρκεια των πέντε ετών που προηγήθηκαν της δημοσίευσης της αίτησης [καταχωρίσεως] κοινοτικού σήματος, είχε γίνει ουσιαστική χρήση του προγενέστερου κοινοτικού σήματος στην Κοινότητα για τα προϊόντα ή τις υπηρεσίες για τα οποία καταχωρίσθηκε και επί των οποίων [στηρίζεται] η ανακοπή του ή ότι υπάρχει εύλογη αιτία για τη μη χρήση, εφόσον, κατά την ημερομηνία αυτή, το προγενέστερο σήμα ήταν από πενταετίας τουλάχιστον καταχωρισμένο. Αν δεν αποδειχθούν τα ανωτέρω, η ανακοπή απορρίπτεται. Αν το προγενέστερο κοινοτικό σήμα χρησιμοποιήθηκε για μέρος μόνο των προϊόντων ή υπηρεσιών για τα οποία καταχωρίσθηκε, τότε, για τους σκοπούς της εξέτασης της ανακοπής, θεωρείται καταχωρισμένο μόνο για το μέρος αυτό των προϊόντων ή υπηρεσιών.

3.      Η παράγραφος 2 εφαρμόζεται στα προγενέστερα εθνικά σήματα στα οποία αναφέρεται το άρθρο 8, παράγραφος 2, στοιχείο α΄, υπό τον όρο ότι η χρήση στην Κοινότητα αντικαθίσταται από τη χρήση στο κράτος μέλος στο οποίο προστατεύεται το προγενέστερο εθνικό σήμα.»

13.      Το άρθρο 51 φέρει τον τίτλο «Λόγοι έκπτωσης» και ορίζει τα εξής:

«1.      Ο δικαιούχος του κοινοτικού σήματος κηρύσσεται έκπτωτος των δικαιωμάτων του, μετά από αίτηση που υποβάλλεται στο Γραφείο ή μετά από ανταγωγή στα πλαίσια αγωγής για παραποίηση/απομίμηση:

α)      εάν, επί διάστημα πέντε συνεχών ετών, δεν έχει γίνει ουσιαστική χρήση του σήματος στην Κοινότητα για τα προϊόντα ή τις υπηρεσίες για τις οποίες έχει καταχωρισθεί και δεν υπάρχει εύλογη αιτία για τη μη χρήση […]·

[…]»

14.      Κατά το άρθρο 112, ο δικαιούχος μπορεί να ζητήσει τη μετατροπή του κοινοτικού σήματος σε εθνικό:

«1.      Ο [αιτών την καταχώριση] ή ο δικαιούχος κοινοτικού σήματος δικαιούται να ζητήσει τη μετατροπή της αίτησής του ή του κοινοτικού του σήματος σε αίτηση εθνικού σήματος:

α)      εφόσον η αίτηση [καταχωρίσεως] κοινοτικού σήματος απορριφθεί ή ανακληθεί ή θεωρηθεί ότι ανακλήθηκε·

β)      εφόσον το κοινοτικό σήμα παύσει να παράγει αποτελέσματα.

2.      Δεν χωρεί μετατροπή:

α)      εάν ο δικαιούχος του κοινοτικού σήματος εξέπεσε των δικαιωμάτων του λόγω μη χρήσης του εν λόγω σήματος, εκτός εάν, στο κράτος μέλος για το οποίο ζητείται η μετατροπή, το κοινοτικό σήμα έχει χρησιμοποιηθεί υπό συνθήκες οι οποίες συνιστούν ουσιαστική χρήση κατά το δίκαιο αυτού του κράτους μέλους·

[...]».

 Η οδηγία

15.      Κατά την ένατη αιτιολογική σκέψη του προοιμίου της οδηγίας, «είναι αναγκαίο να απαιτείται η ουσιαστική χρησιμοποίηση των καταχωρισμένων σημάτων επί ποινή εκπτώσεως»· τούτο απαιτείται «για να περιορισθεί ο συνολικός αριθμός των καταχωρισθέντων και προστατευόμενων σημάτων εντός της Κοινότητας και, κατ’ επέκταση, ο αριθμός των συγκρούσεων οι οποίες αναφύονται μεταξύ τους».

16.      Το άρθρο 10, το οποίο φέρει τον τίτλο «Χρήση του σήματος», προβλέπει τα εξής:

«1.      Εάν σε διάστημα πέντε ετών από την ημερομηνία κατά την οποία [ολοκληρώθηκε] η διαδικασία της καταχώρισης, ο δικαιούχος δεν έχει κάνει ουσιαστική χρήση του σήματος στο οικείο κράτος μέλος, για τα προϊόντα ή τις υπηρεσίες για τις οποίες έχει καταχωρισθεί, η εάν έχει [αναστείλει] τη χρήση του επί μια συνεχή πενταετία, το σήμα [υπόκειται] στις κυρώσεις που προβλέπονται στην παρούσα οδηγία, [εκτός αν υφίσταται εύλογη αιτία] για τη μη χρήση.

[…]»

17.      Το άρθρο 11, παράγραφος 2, ορίζει τα εξής:

«Τα κράτη μέλη μπορούν να προβλέψουν ότι η καταχώριση ενός σήματος δεν είναι απαράδεκτη λόγω της ύπαρξης προγενέστερου επίμαχου σήματος που δεν πληροί τους όρους χρήσης που προβλέπει το άρθρο 10, παράγραφοι 1 και 2, ή, ανάλογα με την περίπτωση, το άρθρο 10, παράγραφος 3.»

18.      Βάσει του άρθρου 4, παράγραφος 2, της οδηγίας καθίσταται σαφές ότι τα κοινοτικά σήματα εμπίπτουν στην έννοια των «προγενέστερων σημάτων».

 Η Σύμβαση Μπενελούξ περί πνευματικής ιδιοκτησίας (εμπορικά σήματα και σχέδια ή υποδείγματα)

19.      Η Σύμβαση Μπενελούξ περί πνευματικής ιδιοκτησίας (εμπορικά σήματα και σχέδια ή υποδείγματα) (στο εξής: Σύμβαση Μπενελούξ) καθορίζει, μεταξύ άλλων, τις προϋποθέσεις για την κτήση και την ανανέωση της ισχύος σήματος Μπενελούξ, καθώς και τα δικαιώματα που αντλούνται από το σήμα αυτό.

20.      Το σήμα Μπενελούξ αποκτάται διά καταχωρίσεως. Όσον αφορά τον καθορισμό της σειράς προτεραιότητας ως προς την κατάθεση (7), το άρθρο 2.3, στοιχείο β΄, της Συμβάσεως Μπενελούξ προβλέπει ότι λαμβάνονται υπόψη τα δικαιώματα που αντλούνται από «πανομοιότυπα ή παρόμοια σήματα τα οποία έχουν κατατεθεί για πανομοιότυπα ή παρόμοια προϊόντα και υπηρεσίες σε περίπτωση κατά την οποία υφίσταται κίνδυνος συγχύσεως για το κοινό, περιλαμβανομένου και του κινδύνου συσχετισμού με το προγενέστερο σήμα» (8). Ο δικαιούχος αυτού του προγενέστερου σήματος έχει δικαίωμα, βάσει του άρθρου 2.14, παράγραφος 1, να ασκήσει ανακοπή κατά της καταχωρίσεως του σήματος.

21.      Κατά το άρθρο 2.46, το άρθρο 2.3 «έχει [επίσης] εφαρμογή και στην περίπτωση κοινοτικών σημάτων τα οποία προβάλλονται βασίμως ως προγενέστερα εντός της Μπενελούξ, σύμφωνα με τον κανονισμό [περί κοινοτικού σήματος] […]».

 Η κύρια δίκη και τα προδικαστικά ερωτήματα

22.      Πρόκειται για διαφορά μεταξύ των επιχειρήσεων Leno Merken BV (στο εξής: Leno) και Hagelkruis Beheer BV (στο εξής: Hagelkruis), σχετικά με την από 27 Ιουλίου 2009 αίτηση της δεύτερης για την καταχώριση του λεκτικού σημείου «OMEL» ως σήματος Μπενελούξ για ορισμένες υπηρεσίες των κλάσεων 35, 41 και 45, κατά την έννοια του Διακανονισμού της Νίκαιας (9). Η Leno άσκησε ανακοπή κατά της αιτήσεως αυτής καταχωρίσεως στις 18 Αυγούστου 2009, διατεινόμενη ότι είναι δικαιούχος του κοινοτικού σήματος «ONEL», το οποίο καταχωρίσθηκε στις 2 Οκτωβρίου 2003 για ορισμένες υπηρεσίες των κλάσεων 35, 41 και 42, κατά την έννοια του Διακανονισμού της Νίκαιας (10). Η ανακοπή στηριζόταν σε επιχειρήματα που εκτέθηκαν σε επιστολή της 26ης Οκτωβρίου 2009, στην οποία απήντησε η Hagelkruis στις 2 Δεκεμβρίου 2009.

23.      Στις 6 Νοεμβρίου 2009 η Hagelkruis ζήτησε να αποδείξει η Leno την ουσιαστική χρήση του κοινοτικού σήματος «ONEL». Η Leno απάντησε στο αίτημα αυτό στις 19 Νοεμβρίου 2009.

24.      Στις 15 Ιανουαρίου 2010 το Γραφείο Πνευματικής Ιδιοκτησίας της Μπενελούξ (στο εξής: ΓΠΙΜΠ) απέρριψε την ανακοπή της Leno και αποφάνθηκε ότι πρέπει να γίνει δεκτή η αίτηση της Hagelkruis για την καταχώριση του σημείου «OMEL» ως σήματος Μπενελούξ.

25.      Η Leno προσέβαλε την απόφαση αυτή ενώπιον του Gerechtshof te ’s-Gravenhage (περιφερειακού εφετείου Χάγης). Ενώπιον του δικαστηρίου αυτού δεν αμφισβητήθηκε ότι: i) τα σήματα «ONEL» και «OMEL» είναι παρόμοια· ii) τα σήματα έχουν καταχωρισθεί για πανομοιότυπες ή, τουλάχιστον, παρόμοιες υπηρεσίες· iii) μεταξύ των σημάτων «OMEL» και «ONEL» υφίσταται κίνδυνος συγχύσεως του κοινού, κατά την έννοια του άρθρου 2.3, στοιχείο β΄, της Συμβάσεως Μπενελούξ, και iv) η Leno έχει προβεί σε ουσιαστική χρήση του σήματος «ONEL» στις Κάτω Χώρες. Η διαφορά μεταξύ Leno και Hagelkruis έγκειται στο αν απαιτείται η Leno να αποδείξει την ουσιαστική χρήση του σήματος «ONEL» σε περισσότερα του ενός κράτη μέλη προκειμένου να μπορεί να αντιταχθεί στην καταχώριση του σήματος «OMEL» δικαιούχος του οποίου είναι η Hagelkruis.

26.      Το αιτούν δικαστήριο υπέβαλε στο Δικαστήριο τα ακόλουθα προδικαστικά ερωτήματα:

«1.      Έχει το άρθρο 15, παράγραφος 1, του κανονισμού […] την έννοια ότι η χρήση κοινοτικού σήματος εντός της επικράτειας ενός μόνον κράτους μέλους αρκεί για να θεωρηθεί ότι αποτελεί ουσιαστική χρήση του σήματος αυτού, δεδομένου ότι σε περίπτωση εθνικού σήματος γίνεται δεκτό ότι πρόκειται για ουσιαστική χρήση εντός αυτού του κράτους μέλους [βλ. την αριθ. 10 κοινή δήλωση σχετικά με το άρθρο 15 του κανονισμού (ΕΚ) 40/94 του Συμβουλίου, της 20ής Δεκεμβρίου 1993, και τις κατευθυντήριες οδηγίες του ΓΕΕΑ περί ανακοπής];

2.      Σε περίπτωση αρνητικής απαντήσεως στο πρώτο ερώτημα, η προεκτεθείσα χρήση κοινοτικού σήματος εντός ενός μόνον κράτους μέλους δεν μπορεί σε καμία περίπτωση να γίνει δεκτό ότι αποτελεί ουσιαστική χρήση εντός της Κοινότητας, κατά το άρθρο 15, παράγραφος 1, του [κανονισμού];

3.      Εάν η χρήση κοινοτικού σήματος εντός ενός μόνον κράτους μέλους δεν μπορεί σε καμία περίπτωση να γίνει δεκτό ότι αποτελεί ουσιαστική χρήση εντός της Κοινότητας, ποια κριτήρια πρέπει να τύχουν εφαρμογής –πέραν των λοιπών παραγόντων– όσον αφορά την οριοθέτηση της εδαφικής περιοχής της χρήσεως κοινοτικού σήματος, για να διακριβωθεί η ουσιαστική χρήση εντός της Κοινότητας;

4.      Ή μήπως –αντιθέτως προς τα προεκτεθέντα– το άρθρο 15 του κανονισμού […] έχει την έννοια ότι η εξέταση της ουσιαστικής χρήσεως εντός της Κοινότητας πρέπει να διενεργείται κατά τρόπο καθ’ όλα γενικό, μη λαμβανομένων υπόψη των γεωγραφικών συνόρων των επιμέρους κρατών μελών [και ότι πρέπει να λαμβάνεται υπόψη ως σημείο αναφοράς, επί παραδείγματι, το μερίδιο αγοράς (αγορά του προϊόντος/γεωγραφική αγορά)];»

27.      Γραπτές παρατηρήσεις κατέθεσαν η Leno, η Hagelkruis, η Βελγική, η Δανική, η Γερμανική, η Ουγγρική και η Ολλανδική Κυβέρνηση, η Κυβέρνηση του Ηνωμένου Βασιλείου και η Ευρωπαϊκή Επιτροπή.

28.      Η Leno, η Hagelkruis, η Δανική, η Γαλλική και η Ουγγρική Κυβέρνηση, καθώς και η Επιτροπή ανέπτυξαν προφορικώς τις απόψεις τους κατά την επ’ ακροατηρίου συζήτηση της 19ης Απριλίου 2012.

 Εξέταση

 Προκαταρκτικές παρατηρήσεις

29.      Με τα τέσσερα ερωτήματα που υπέβαλε, το Gerechtshof te ’s‑Gravenhage ζητεί κατ’ ουσίαν από το Δικαστήριο να οριοθετήσει την εδαφική περιοχή εντός της οποίας ο δικαιούχος κοινοτικού σήματος πρέπει να χρησιμοποιήσει το σήμα αυτό προκειμένου να αποφύγει τις κυρώσεις που προβλέπει συναφώς ο κανονισμός και, επομένως, να διατηρήσει τα αποκλειστικά δικαιώματα που αντλούνται από το σήμα αυτό.

30.      Η δικαιολογία για την προστασία κοινοτικού σήματος εκλείπει εάν δεν χρησιμοποιείται πράγματι το σήμα (11). Εάν αρκούσε απλώς η καταχώριση σημείου ως κοινοτικού σήματος για την παροχή προστασίας στο έδαφος των 27 κρατών μελών, οι επιχειρήσεις θα επιζητούσαν την παροχή προστασίας για σήματα που δεν (προτίθενται να) χρησιμοποιήσουν. Με τον τρόπο αυτό θα στερούσαν από τους ανταγωνιστές τη δυνατότητα χρήσεως του σήματος αυτού ή παρόμοιου κατά την εντός της εσωτερικής αγοράς παροχή υπηρεσιών και/ή διάθεση προϊόντων πανομοιότυπων ή παρόμοιων αυτών που προσδιορίζονται με το σήμα. Για τον λόγο αυτό, ο δικαιούχος κοινοτικού σήματος ενδέχεται να μην μπορεί πλέον να προβάλλει αποκλειστικά δικαιώματα που αντλούνται από το σήμα, εφόσον δεν έχει προβεί σε ουσιαστική χρήση του εντός της Κοινότητας για χρονικό διάστημα πέντε ετών από της καταχωρίσεως.

31.      Η αίτηση για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως περιέχει λίγα στοιχεία σχετικά με την καταχώριση του σημείου «ONEL» ως κοινοτικού σήματος ή με τα πραγματικά περιστατικά στα οποία στηρίχθηκε η κρίση ότι έγινε ουσιαστική χρήση του σήματος στις Κάτω Χώρες (12). Όπως προκύπτει από την αίτηση για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως, δεν αμφισβητήθηκε το επιχείρημα της Leno ότι, αν το σημείο «ONEL» αποτελούσε ολλανδικό σήμα, θα γινόταν δεκτό ότι έχει γίνει ουσιαστική χρήση του στις Κάτω Χώρες. Δεν παρασχέθηκαν στο Δικαστήριο λεπτομερέστερα στοιχεία σχετικά με την αγορά εντός της οποίας παρέχονται οι υπηρεσίες που καλύπτει το σήμα «ONEL» ή σχετικά με την ειδική χρήση του σήματος αυτού στις Κάτω Χώρες. Ως εκ τούτου, θα εξετάσω γενικώς το ζήτημα της οριοθετήσεως της εδαφικής περιοχής εντός της οποίας πρέπει να αποδειχθεί η χρήση κοινοτικού σήματος.

 Η έννοια του όρου «ουσιαστική χρήση στην Κοινότητα», κατά το άρθρο 15, παράγραφος 1, του κανονισμού

32.      Το Δικαστήριο έχει ήδη εξετάσει το ζήτημα της έννοιας του όρου «ουσιαστική χρήση», σε σχέση ιδίως με εθνικά σήματα ή με σήματα Μπενελούξ (13). Στην περίπτωση των εθνικών σημάτων πρέπει να έχει γίνει «ουσιαστική χρήση [τους] στο [οικείο] κράτος μέλος» (14). Όσον αφορά τα κοινοτικά σήματα, αντιθέτως, πρέπει να έχει γίνει «ουσιαστική χρήση [τους] στην Κοινότητα» (15). Μολονότι αυτά τα είδη σημάτων υπάρχουν σε διάφορες έννομες τάξεις, φρονώ ότι η απαίτηση περί «ουσιαστικής χρήσεως» έχει τον ίδιο σκοπό. Σκοπεί να διασφαλίσει ότι δεν θα καταχωρίζονται σήματα που παρακωλύουν, αντί να ενισχύουν, την ανάπτυξη ανταγωνισμού εντός της αγοράς, καθόσον περιορίζουν το φάσμα των σημείων των οποίων την καταχώριση ως σημάτων μπορούν να ζητήσουν τρίτοι, δεν έχουν εμπορικό σκοπό και δεν βοηθούν στη διάκριση μεταξύ προϊόντων ή μεταξύ υπηρεσιών εντός της οικείας αγοράς, ούτε συνδέουν τα εν λόγω προϊόντα ή υπηρεσίες με τον δικαιούχο του σήματος.

33.      Εάν ένα κοινοτικό σήμα δεν χρησιμοποιείται κατά τρόπο σύμφωνο με τη λειτουργία του, η προστασία του σήματος στο σύνολο του εδάφους των 27 κρατών μελών πρέπει να παύσει να παρέχεται. Η ίδια αρχή ισχύει και προκειμένου περί εθνικού σήματος, μολονότι η απώλεια της προστασίας περιορίζεται προφανώς στην επικράτεια του κράτους μέλους στο οποίο είχε καταχωρισθεί το σήμα. Ως εκ τούτου, φρονώ ότι ουδόλως αποκλείεται το Δικαστήριο να ερμηνεύσει την έννοια της «ουσιαστικής χρήσεως», κατά το άρθρο 15, παράγραφος 1, του κανονισμού, κατά τρόπο αντίστοιχο εν γένει με τη σημασία που έχει δοθεί στην ίδια έννοια στο πλαίσιο της οδηγίας (16).

34.      Το γράμμα του άρθρου 10, παράγραφος 1, της οδηγίας διαφέρει πάντως από αυτό του άρθρου 15, παράγραφος 1, του κανονισμού, διότι το πρώτο κάνει λόγο για το «οικείο κράτος μέλος», ενώ το δεύτερο για την «Κοινότητα». Τούτο δηλώνει κατά τα φαινόμενα ότι το ζήτημα αν υπήρξε ουσιαστική χρήση κοινοτικού σήματος εξαρτάται από τη διακρίβωση του αν πληρούνται τα σχετικά κριτήρια εντός γεωγραφικού πλαισίου το οποίο υπερβαίνει εκείνο εντός του οποίου αποδεικνύεται η ουσιαστική χρήση εθνικού σήματος.

 Η χρήση εκτός της Κοινότητας στερείται σημασίας

35.      Ο όρος «στην Κοινότητα», κατά το άρθρο 15, παράγραφος 1, του κανονισμού, έχει σαφώς την έννοια ότι η χρήση σήματος εκτός του εδάφους των 27 κρατών μελών δεν συμβάλλει στην απόδειξη της ουσιαστικής χρήσεως του σήματος, προκειμένου να αποφευχθούν οι προβλεπόμενες από τον κανονισμό κυρώσεις (17). Η ερμηνεία αυτή του άρθρου 15, παράγραφος 1, είναι σύμφωνη με την αρχή ότι η προστασία κοινοτικού σήματος περιορίζεται στην εδαφική περιοχή αυτή.

36.      Επιπλέον, εάν προκρινόταν η αντίθετη ερμηνεία, τότε ο νομοθέτης δεν θα είχε λόγο να προβλέψει ρητώς, στο άρθρο 15, παράγραφος 1, στοιχείο β΄, ότι «ως χρήση, κατά την έννοια του πρώτου εδαφίου, θεωρείται επίσης» και η επίθεση κοινοτικού σήματος σε προϊόντα ή στη συσκευασία τους, με αποκλειστικό σκοπό την εξαγωγή.

 Η «ουσιαστική χρήση στην Κοινότητα» αποτελεί αδιαίρετη έννοια

37.      Το γράμμα του άρθρου 15, παράγραφος 1, του κανονισμού δεν διακρίνει μεταξύ διαφόρων ειδών ουσιαστικής χρήσεως, αναλόγως του τόπου στον οποίο γίνεται χρήση, εκτός από τη χρήση «στην Κοινότητα». Το καίριο ζήτημα έγκειται στο αν υπάρχει «ουσιαστική χρήση [του σήματος] στην Κοινότητα», κάτι το οποίο θεωρώ αδιαίρετη έννοια. Τούτο σημαίνει ότι οι όροι «ουσιαστική χρήση» και «στην Κοινότητα» δεν υποδηλώνουν προϋποθέσεις που πρέπει να πληρούνται σωρευτικώς και να εξετάζονται αυτοτελώς.

38.      Το Δικαστήριο έχει δεχθεί ότι «[το εδαφικό εύρος] της χρήσεως αποτελεί έναν μόνο από τους [παράγοντες] που πρέπει να λαμβάνονται υπόψη για να [καθορισθεί αν η χρήση αυτή είναι ουσιαστική ή όχι]» (18). Ως εκ τούτου, ο τόπος χρήσεως αποτελεί παράγοντα που λαμβάνεται υπόψη κατά την εκτίμηση περί του αν έχει γίνει ουσιαστική χρήση του σήματος εντός της Κοινότητας. Δεν αποτελεί ανεξάρτητη προϋπόθεση, που ισχύει σωρευτικώς με αυτήν της ουσιαστικής χρήσεως (19), ούτε τον μόνο ή τον κύριο παράγοντα για να καθορισθεί τι συνιστά ουσιαστική χρήση εντός της Κοινότητας.

39.      Για τον λόγο αυτόν και μόνο, φρονώ ότι αφεαυτής η χρήση κοινοτικού σήματος εντός της επικράτειας ενός μόνον κράτους μέλους δεν αρκεί κατ’ ανάγκη για να γίνει δεκτό ότι υπάρχει ουσιαστική χρήση του σήματος αυτού, διότι το εδαφικό εύρος της χρήσεως είναι απλώς ένας από τους παράγοντες που λαμβάνονται υπόψη κατά την εκτίμηση.

 Το εδαφικό εύρος της χρήσεως, κατά την έννοια του άρθρου 15, παράγραφος 1, του κανονισμού

–       Η εφαρμογή του κριτηρίου που χρησιμοποίησε το Δικαστήριο στην απόφαση Pago

40.      Ορισμένοι εκ των μετεχόντων στη διαδικασία που υπέβαλαν παρατηρήσεις επισημαίνουν ότι το Γενικό Δικαστήριο έχει αποφανθεί στην απόφαση HIWATT ότι «η ουσιαστική χρήση… προϋποθέτει ότι το σήμα [χρησιμοποιείται] εντός μεγάλου τμήματος της [εδαφικής περιοχής] εντός της οποίας προστατεύεται», δηλαδή εντός της Κοινότητας (20). Είναι το ίδιο κριτήριο με αυτό που χρησιμοποίησε το Δικαστήριο στην απόφαση Pago (21) για να αποφανθεί αν σήμα χαίρει φήμης εντός της Κοινότητας (22).

41.      Κατά τη γνώμη μου, η απόφαση Pago αφορούσε διαφορετικό ζήτημα. Στην υπόθεση εκείνη, το Δικαστήριο έκρινε ότι, για να γίνει δεκτό ότι σήμα χαίρει φήμης εντός της Κοινότητας, έτσι ώστε να τύχει της επιπλέον προστασίας που παρέχεται βάσει του άρθρου 9, παράγραφος 1, στοιχείο γ΄, του κανονισμού, πρέπει να έχει αποκτήσει φήμη σε σημαντικό τμήμα του εδάφους της Κοινότητας, για να μπορεί ο δικαιούχος του να ασκήσει το δικαίωμα που παρέχεται βάσει της διατάξεως αυτής (23). Η περιοχή αυτή μπορεί να συνίσταται στο έδαφος κράτους μέλους. Στην υπό κρίση υπόθεση, αντιθέτως, ζητείται από το Δικαστήριο να οριοθετήσει την εδαφική περιοχή εντός της οποίας πρέπει να χρησιμοποιείται κοινοτικό σήμα προκειμένου να αποτραπούν κυρώσεις όπως η έκπτωση.

42.      Εκκινώ, επομένως, από την παραδοχή ότι η ερμηνεία που δόθηκε με την απόφαση Pago δεν μπορεί να τύχει εφαρμογής άνευ άλλου τινός στο πλαίσιο της εκπτώσεως από δικαιώματα αντλούμενα από κοινοτικό σήμα και της προϋποθέσεως της ουσιαστικής χρήσεως.

–       Η χρήση του κοινοτικού σήματος πρέπει να είναι επαρκής για τη διατήρηση ή τη δημιουργία μεριδίου αγοράς εντός της κοινής αγοράς

43.      Στην απόφαση Sunrider, το Δικαστήριο αποφάνθηκε ότι συντρέχει ουσιαστική χρήση σήματος «όταν αυτό χρησιμοποιείται σύμφωνα με την [ουσιώδη λειτουργία του], η οποία συνίσταται στη διασφάλιση της ταυτότητας της προελεύσεως των υπηρεσιών ή των προϊόντων για τα οποία καταχωρίσθηκε, με σκοπό την εξεύρεση ή διατήρηση δυνατοτήτων πωλήσεως των εν λόγω προϊόντων και υπηρεσιών» (24). Η χρήση πρέπει να είναι «επαρκής ποσοτικώς προκειμένου να διατηρηθεί ή να δημιουργηθεί μερίδιο [αγοράς] για τα προϊόντα ή τις υπηρεσίες που προστατεύονται βάσει του σήματος» (25). Το ζήτημα της ουσιαστικής χρήσεως σήματος πρέπει να εκτιμάται βάσει του συνόλου των πραγματικών περιστατικών και περιστάσεων της υποθέσεως, περιλαμβανομένων των χαρακτηριστικών γνωρισμάτων του οικείου οικονομικού τομέα και της οικείας αγοράς, του είδους των προϊόντων και των υπηρεσιών που προστατεύονται βάσει του σήματος και του εύρους και της συχνότητας της χρήσεως (26).

44.      Ως εκ τούτου, τα σήματα χρησιμοποιούνται κατ’ ουσίαν εντός των αγορών. Προκειμένου περί κοινοτικού σήματος, οικεία είναι η εσωτερική αγορά η οποία, σύμφωνα με το άρθρο 26, παράγραφος 2, της ΣΛΕΕ, «περιλαμβάνει χώρο χωρίς εσωτερικά σύνορα μέσα στον οποίο εξασφαλίζεται η ελεύθερη κυκλοφορία των εμπορευμάτων, των προσώπων, των υπηρεσιών και των κεφαλαίων».

–       Το εύρος της εδαφικής περιοχής εντός της οποίας πρέπει να χρησιμοποιείται κοινοτικό σήμα προκειμένου να πληρούται η προϋπόθεση του άρθρου 15, παράγραφος 1, του κανονισμού

45.      Το κοινοτικό σήμα καθιστά δυνατό στις επιχειρήσεις να προσαρμόζουν τις δραστηριότητές τους στο επίπεδο της εσωτερικής αγοράς. Πράγματι, το κοινοτικό σήμα θεσπίσθηκε για επιχειρήσεις που επιθυμούν να αναπτύξουν ή να συνεχίσουν να ασκούν δραστηριότητες σε επίπεδο Κοινότητας και επιθυμούν να το πράξουν αμέσως ή συντόμως. Καθιστά δυνατό σε εμπόρους, καταναλωτές, παραγωγούς και διανομείς να αναγνωρίζουν υπηρεσίες και προϊόντα εντός της αγοράς και να τα διακρίνουν από αυτά άλλων σε ολόκληρη την Κοινότητα. Τούτο είναι σύμφωνο με τους γενικούς σκοπούς της προστασίας του κοινοτικού σήματος, οι οποίοι συνίστανται στην ενθάρρυνση και το άνοιγμα της οικονομικής δραστηριότητας σε ολόκληρη την εσωτερική αγορά, μέσω της γνωστοποιήσεως πληροφοριών για τα προϊόντα και τις υπηρεσίες που καλύπτει το σήμα (27).

46.      Για τον σκοπό αυτό, τα κοινοτικά σήματα προστατεύονται στο σύνολο του εδάφους της Κοινότητας, άνευ διακρίσεως βασιζομένης στα εδαφικά σύνορα μεταξύ κρατών μελών.

47.      Το άρθρο 15 του κανονισμού ορίζει ότι, για να διασφαλισθεί η προστασία αυτή, πρέπει να έχει γίνει «ουσιαστική χρήση του κοινοτικού σήματος μέσα στην Κοινότητα για τα προϊόντα ή τις υπηρεσίες για τις οποίες αυτό έχει καταχωρισθεί». Εάν δεν έχει γίνει τέτοια χρήση του σήματος, ο δικαιούχος του ενδέχεται να απολέσει, κατά το άρθρο 42, παράγραφος 2, του κανονισμού, το δικαίωμα ασκήσεως ανακοπής κατά της αιτήσεως καταχωρίσεως παρόμοιου σήματος για πανομοιότυπες ή παρόμοιες υπηρεσίες (28). Η αρχή ισχύει και στην περίπτωση κατά την οποία ο δικαιούχος προγενέστερου εθνικού σήματος ασκεί ανακοπή κατά της αιτήσεως καταχωρίσεως κοινοτικού σήματος: στην περίπτωση αυτή, το άρθρο 42, παράγραφος 3, του κανονισμού προβλέπει ότι, αντί της χρήσεως εντός της Κοινότητας, απαιτείται χρήση εντός του κράτους μέλους στο οποίο προστατεύεται το προγενέστερο σήμα. Φρονώ ότι η ίδια αρχή ισχύει, τηρουμένων των αναλογιών, και στην περίπτωση κατά την οποία η ανακοπή κατά εθνικού σήματος στηρίζεται σε προγενέστερο κοινοτικό σήμα: ο δικαιούχος του δεύτερου σήματος ενδέχεται να πρέπει να αποδείξει την ουσιαστική χρήση του σήματος στην Κοινότητα (29). Ο ενιαίος χαρακτήρας του κοινοτικού σήματος συνεπάγεται ότι το σήμα αυτό πρέπει να απολαύει προστασίας υπό τις ίδιες προϋποθέσεις στην περίπτωση διαδικασίας ανακοπής, είτε αυτή αφορά την καταχώριση εθνικών σημάτων είτε κοινοτικών.

48.      Φρονώ ότι το εθνικό δικαστήριο, για να διακριβώσει αν πληρούται η προϋπόθεση περί ουσιαστικής χρήσεως εντός της Κοινότητας, πρέπει να εξετάσει όλες τις μορφές χρήσεως του σήματος εντός της εσωτερικής αγοράς. Στο πλαίσιο αυτό, η οικεία αγορά οριοθετείται γεωγραφικώς ως το σύνολο του εδάφους των 27 κρατών μελών. Τα σύνορα μεταξύ κρατών μελών και το μέγεθος της αντίστοιχης επικράτειας ενός εκάστου στερούνται σημασίας κατά την εκτίμηση αυτή. Σημασία έχει η εμπορική παρουσία του σήματος αυτού, συνακόλουθα δε αυτή των προϊόντων και των υπηρεσιών που προσδιορίζει το σήμα, στην εσωτερική αγορά.

49.      Φρονώ ότι, εν προκειμένω, η χρήση του σήματος στην ολλανδική αγορά αποτελεί μέρος της εκτιμήσεως αυτής και δύναται να συμβάλει στο να αποδειχθεί αν το σήμα εισχώρησε στην εσωτερική αγορά όσον αφορά τις υπηρεσίες που προσδιορίζει το σήμα αυτό. Η χρήση (ή η έλλειψή της) εκτός των Κάτω Χωρών είναι, πάντως, εξίσου σημαντική.

50.      Συναφώς, υφίσταται διαφορά μεταξύ εθνικών και κοινοτικών σημάτων. Για να διακριβωθεί η ουσιαστική χρήση εθνικού σήματος, σημασία έχει μόνον η χρήση εντός του κράτους μέλους στο οποίο έχει καταχωρισθεί το σήμα, ακόμη κι αν ο δικαιούχος το χρησιμοποιεί και αλλού. Αντιθέτως, η χρήση κοινοτικού σήματος, κατά την έννοια του άρθρου 15, παράγραφος 1, του κανονισμού, πρέπει να εξετάζεται λαμβανομένης υπόψη της χρήσεως στο σύνολο της εσωτερικής αγοράς. Το ζήτημα αν κοινοτικό σήμα χρησιμοποιήθηκε σε ένα ή πλείονα κράτη μέλη στερείται σημασίας. Σημασία έχει ο αντίκτυπος της χρήσεως στην εσωτερική αγορά: ειδικότερα, αν αρκεί η διατήρηση ή η δημιουργία μεριδίου αγοράς εντός της αγοράς αυτής όσον αφορά τα προϊόντα και τις υπηρεσίες που προσδιορίζει το σήμα και αν συμβάλλει σε εμπορικώς σημαντική παρουσία των προϊόντων και των υπηρεσιών εντός της αγοράς αυτής (30). Τα ζήτημα αν η χρήση αυτή έχει πράγματι ως αποτέλεσμα εμπορική επιτυχία στερείται συναφώς σημασίας (31).

51.      Με τη διάταξη που εξέδωσε επί της υποθέσεως La Mer, το Δικαστήριο έκρινε ότι το ζήτημα αν χρήση σήματος είναι επαρκής «εξαρτάται από διάφορους παράγοντες και από την κατά περίπτωση εκτίμηση στην οποία πρέπει να προβαίνει κάθε φορά το εθνικό δικαστήριο»· μπορούν να λαμβάνονται υπόψη «τα χαρακτηριστικά [γνωρίσματα] των προϊόντων ή των υπηρεσιών αυτών, η συχνότητα της χρήσεως του σήματος, το γεγονός ότι το σήμα χρησιμοποιείται για τη διάθεση στο εμπόριο του συνόλου των πανομοιότυπων προϊόντων ή υπηρεσιών του δικαιούχου ή απλώς μερικών εξ αυτών, ή ακόμη [τα αποδεικτικά στοιχεία] που μπορεί να προσκομίσει ο δικαιούχος σχετικά με τη χρήση του σήματος» (32). Το Δικαστήριο αποφάνθηκε ότι «δεν είναι δυνατόν να προσδιορισθεί αφηρημένα εκ των προτέρων το ελάχιστο που πρέπει να πληρούται για να [διακριβωθεί] αν η χρήση [είναι ουσιαστική ή όχι]». Τυχόν ελάχιστο ποσοτικό όριο «δεν θα επέτρεπε στο εθνικό δικαστήριο να εκτιμήσει το σύνολο των περιστάσεων της διαφοράς που έχει υποβληθεί στην κρίση του» (33). Φρονώ ότι η συλλογιστική αυτή πρέπει να τύχει εφαρμογής και κατά την εκτίμηση της ουσιαστικής χρήσεως συνολικά –περιλαμβανομένης, κατά το προσήκον μέτρο, της εκτιμήσεως περί του εδαφικού εύρους της χρήσεως του σήματος.

52.      Φρονώ ότι η κατά περίπτωση εκτίμηση του τι αποτελεί ουσιαστική χρήση προϋποθέτει τον καθορισμό των χαρακτηριστικών γνωρισμάτων της εσωτερικής αγοράς όσον αφορά τα συγκεκριμένα προϊόντα και υπηρεσίες. Απαιτείται επίσης να λαμβάνεται υπόψη το γεγονός ότι τα χαρακτηριστικά γνωρίσματα αυτά μπορεί να μεταβάλλονται με το πέρασμα του χρόνου.

53.      Η ζήτηση ή η προσφορά, ή η πρόσβαση σε τμήματα της εσωτερικής αγοράς μπορεί να είναι περιορισμένη λόγω, παραδείγματος χάριν, γλωσσικών εμποδίων, μεταφορικών ή επενδυτικού κόστους και καταναλωτικών προτιμήσεων και συνηθειών. Η χρήση σήματος σε περιοχή στην οποία εντοπίζεται κυρίως η αγορά μπορεί, επομένως, να έχει περισσότερη σημασία κατά την εκτίμηση από ό,τι η χρήση του ιδίου σήματος σε τμήμα της αγοράς όπου οι πηγές προσφοράς και ζήτησης για αυτά τα προϊόντα και υπηρεσίες υφίστανται σε μικρό βαθμό ή μόλις αρχίζουν να υπάρχουν.

54.      Είναι επίσης πιθανό η τοπική χρήση κοινοτικού σήματος να παράγει σε κάθε περίπτωση αποτελέσματα εντός της εσωτερικής αγοράς, διασφαλίζοντας, για παράδειγμα, ότι τα προϊόντα καθίστανται γνωστά –κατά τρόπο εμπορικώς σημαντικό– από μετέχοντες σε αγορά ευρύτερη αυτής που αντιστοιχεί στην εδαφική περιοχή εντός της οποίας χρησιμοποιείται το σήμα (34).

55.      Ως εκ τούτου, φρονώ ότι η χρήση εντός περιοχής που αντιστοιχεί στο έδαφος ενός μόνον κράτους μέλους δεν αποκλείει κατ’ ανάγκη το ενδεχόμενο η χρήση αυτή να μπορεί να χαρακτηρισθεί ως ουσιαστική χρήση εντός της Κοινότητας. Ταυτόχρονα, δεν πιστεύω, για παράδειγμα, ότι η χρήση σήματος σε ιστότοπο στον οποίο είναι δυνατή η πρόσβαση και στα 27 κράτη μέλη συνιστά εξ ορισμού ουσιαστική χρήση εντός της Κοινότητας.

56.      Η κατ’ αυτόν τον τρόπο ερμηνεία της προϋποθέσεως περί «ουσιαστικής χρήσεως στην Κοινότητα» διασφαλίζει την ελευθερία των επιχειρήσεων κάθε είδους να επιλέγουν να ζητήσουν την καταχώριση σήματος είτε ως εθνικού είτε ως κοινοτικού (35). Το κοινοτικό σήμα θεσπίσθηκε, η δε συνύπαρξή του με τα εθνικά σήματα επετράπη, με σκοπό να ικανοποιηθούν οι ανάγκες όλων των παραγόντων της αγοράς και όχι αποκλειστικώς οι ανάγκες μικρών επιχειρήσεων δραστηριοποιούμενων εντός ενός μόνον κράτους μέλους ή εντός μικρού τμήματος της εσωτερικής αγοράς, ούτε αποκλειστικώς οι ανάγκες των μεγάλων επιχειρήσεων που δραστηριοποιούνται σε ολόκληρη την εσωτερική αγορά ή σε μεγάλο τμήμα της. Το κοινοτικό σήμα πρέπει να είναι διαθέσιμο σε κάθε είδους επιχείρηση που επιθυμεί να τύχει προστασίας, όσον αφορά τα σήματά της, στο έδαφος των 27 κρατών μελών και προτίθεται να χρησιμοποιήσει το σήμα κατά τρόπο που θα συμβάλλει στη διατήρηση ή στη δημιουργία μεριδίου αγοράς στην οικεία εσωτερική αγορά.

57.      Εν προκειμένω, φρονώ ότι η απόφαση του εθνικού δικαστηρίου σχετικά με το αν πληρούται η προϋπόθεση περί ουσιαστικής χρήσεως, κατά το άρθρο 15, παράγραφος 1, του κανονισμού, δεν μπορεί να στηριχθεί αποκλειστικώς στην εξέταση των περιπτώσεων χρήσεως του σήματος «ONEL» στις Κάτω Χώρες. Αντιθέτως, το εθνικό δικαστήριο πρέπει να εξετάσει όλες τις περιπτώσεις χρήσεως στην εσωτερική αγορά, περιλαμβανομένης προφανώς της χρήσεως στις Κάτω Χώρες, και να σταθμίσει κάθε περίπτωση χρήσεως με βάση τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά της αγοράς και το μερίδιο του δικαιούχου σε αυτή. Εάν το εθνικό δικαστήριο διαπιστώσει, για παράδειγμα, ότι η εσωτερική αγορά, όσον αφορά τις υπηρεσίες που προσδιορίζει το σήμα «ONEL», εντοπίζεται κυρίως στις Κάτω Χώρες και, ενδεχομένως, στις γειτονικές περιοχές, η χρήση του σήματος στις Κάτω Χώρες και μόνον μπορεί να έχει ιδιαίτερο βάρος. Παράλληλα, το εθνικό δικαστήριο πρέπει να διευρύνει το πεδίο της εξετάσεώς του ώστε να περιλάβει μορφές χρήσεως που μπορεί να μην ασκούν επιρροή κατά την εκτίμηση περί του αν υφίσταται ουσιαστική χρήση ολλανδικού εθνικού σήματος, όπως, για παράδειγμα, η χρήση του κοινοτικού σήματος που καθιστά γνωστές τις υπηρεσίες κατά τρόπο εμπορικώς σημαντικό στους δυνητικούς πελάτες εκτός Κάτω Χωρών.

58.      Κατά την εκτίμηση αυτή, το εθνικό δικαστήριο πρέπει να λάβει επίσης υπόψη του ότι τα προς απόδειξη και εκτίμηση στοιχεία δεν έχουν στατικό χαρακτήρα. Αντιθέτως, μπορεί να μεταβάλλονται στον χρόνο, ακόμη και εντός της πενταετίας κατόπιν της καταχωρίσεως του σήματος.

59.      Ως εκ τούτου, φρονώ ότι ως ουσιαστική χρήση εντός της Κοινότητας, κατά την έννοια του άρθρου 15, παράγραφος 1, του κανονισμού, νοείται η χρήση η οποία, λαμβανομένων υπόψη των ιδιαιτέρων χαρακτηριστικών γνωρισμάτων της οικείας αγοράς, είναι επαρκής για να διατηρηθεί ή να δημιουργηθεί μερίδιο αγοράς εντός της αγοράς αυτής όσον αφορά τα προϊόντα και τις υπηρεσίες που προσδιορίζει το κοινοτικό σήμα.

60.      Έχοντας καταλήξει στο συμπέρασμα αυτό, φρονώ ότι η προμνημονευθείσα κοινή δήλωση και οι κατευθυντήριες οδηγίες περί ανακοπής –έγγραφα που προφανώς δεν δεσμεύουν το Δικαστήριο– δεν είναι απαραίτητες για την ανάλυση. Κατά τη γνώμη μου, το γράμμα του άρθρου 15, παράγραφος 1, εξεταζόμενο υπό το πρίσμα του πλαισίου, του αντικειμένου και του σκοπού του, είναι επαρκώς σαφές. Εν πάση περιπτώσει, ούτε η κοινή δήλωση ούτε οι κατευθυντήριες οδηγίες περί ανακοπής αναιρούν, κατά τα φαινόμενα, την κρίση μου.

–       Το εδαφικό εύρος χρήσεως κοινοτικού σήματος και η μετατροπή του σε εθνικό σήμα σε περίπτωση μη χρήσεως

61.      Τέλος, αντιθέτως προς ορισμένους από τους μετέχοντες στη διαδικασία που υπέβαλαν παρατηρήσεις, φρονώ ότι η ερμηνεία του άρθρου 15, παράγραφος 1, του κανονισμού, την οποία προκρίνω δεν υποσκάπτει την πρακτική αποτελεσματικότητα του άρθρου 112, παράγραφος 2, στοιχείο α΄, του ιδίου αυτού κανονισμού. Ούτε το άρθρο 112 έχει καθοριστική σημασία για τη διάκριση της προϋποθέσεως περί ουσιαστικής χρήσεως κοινοτικού σήματος από την αντίστοιχη εθνικού σήματος.

62.      Το άρθρο 112 εκθέτει τις συνθήκες υπό τις οποίες ένα κοινοτικό σήμα μπορεί να μετατραπεί σε εθνικό. Η μετατροπή αποκλείεται σε περίπτωση κατά την οποία «ο δικαιούχος του κοινοτικού σήματος εξέπεσε των δικαιωμάτων του λόγω μη χρήσης του εν λόγω σήματος». Το άρθρο 112, παράγραφος 2, στοιχείο α΄, εισάγει εξαίρεση από τον κανόνα αυτό, εφόσον «στο κράτος μέλος για το οποίο ζητείται η μετατροπή, το κοινοτικό σήμα έχει χρησιμοποιηθεί υπό συνθήκες οι οποίες συνιστούν ουσιαστική χρήση κατά το δίκαιο αυτού του κράτους μέλους».

63.      Επομένως, η μη χρήση αντιπαραβάλλεται, αφενός μεν, με την ουσιαστική χρήση εντός της Κοινότητας, αφετέρου δε, με την ουσιαστική χρήση εθνικού σήματος κατά το δίκαιο κράτους μέλους. Εάν η χρήση εντός ενός μόνον κράτους μέλους μπορεί, λαμβανομένων υπόψη όλων των λοιπών στοιχείων, να συνιστά ουσιαστική χρήση εντός της Κοινότητας, δεν θα υπάρχει λόγος για έκπτωση από τα δικαιώματα εκ του σήματος και δεν θα συντρέχουν οι περιστάσεις υπό τις οποίες αποκλείεται η μετατροπή. Σε ορισμένες περιπτώσεις, η ίδια χρήση σήματος θα πληροί ταυτοχρόνως τις προϋποθέσεις τόσο της ουσιαστικής χρήσεως κοινοτικού σήματος όσο και της ουσιαστικής χρήσεως εθνικού σήματος. Στην περίπτωση αυτή δεν έχει εφαρμογή το άρθρο 112. Αντιθέτως, εφόσον εθνικό δικαστήριο διαπιστώσει, λαμβανομένων υπόψη όλων των πραγματικών περιστατικών της υποθέσεως, ότι η χρήση εντός κράτους μέλους δεν ήταν επαρκής για να συνιστά ουσιαστική χρήση εντός της Κοινότητας, ενδέχεται να εξακολουθεί να είναι δυνατή η μετατροπή του κοινοτικού σήματος σε εθνικό, κατ’ εφαρμογήν του άρθρου 112, παράγραφος 2, στοιχείο α΄.

 Πρόταση

64.      Κατόπιν των προεκτεθέντων, φρονώ ότι το Δικαστήριο πρέπει να δώσει την εξής απάντηση στα ερωτήματα που υπέβαλε το Gerechtshof te ’s‑Gravenhage:

«Το άρθρο 15, παράγραφος 1, του κανονισμού (ΕΚ) 207/2009 του Συμβουλίου, της 26ης Φεβρουαρίου 2009, για το κοινοτικό σήμα, έχει την έννοια ότι i) αφεαυτής η χρήση κοινοτικού σήματος εντός της επικράτειας ενός μόνον κράτους μέλους δεν αρκεί κατ’ ανάγκη για να γίνει δεκτό ότι υφίσταται ουσιαστική χρήση του σήματος αυτού, πλην όμως ii) είναι δυνατό, λαμβανομένων υπόψη όλων των κρίσιμων πραγματικών περιστατικών, η χρήση κοινοτικού σήματος σε περιοχή που αντιστοιχεί με το έδαφος ενός μόνον κράτους μέλους να αποτελεί ουσιαστική χρήση εντός της Κοινότητας.

Ως ουσιαστική χρήση εντός της Κοινότητας, κατά το άρθρο 15, παράγραφος 1, του κανονισμού 207/2009, νοείται η χρήση η οποία, λαμβανομένων υπόψη των ιδιαιτέρων χαρακτηριστικών γνωρισμάτων της οικείας αγοράς, είναι επαρκής για να διατηρηθεί ή να δημιουργηθεί μερίδιο αγοράς εντός της αγοράς αυτής όσον αφορά τα προϊόντα και τις υπηρεσίες που προσδιορίζει το κοινοτικό σήμα.»


1 – Γλώσσα του πρωτοτύπου: η αγγλική.


2 –      Στις προτάσεις αυτές, θα χρησιμοποιήσω κυρίως την ορολογία που χρησιμοποιείται στους εφαρμοστέους κανονισμούς και οδηγίες, όπου εξακολουθεί να γίνεται λόγος για κοινοτικό σήμα εντός της Κοινότητας και οι οποίοι δεν έχουν τροποποιηθεί κατόπιν της Συνθήκης της Λισσαβώνας.


3 –      Κανονισμός της 26ης Φεβρουαρίου 2009, για το κοινοτικό σήμα (ΕΕ L 78, σ. 1). Με τον κανονισμό αυτόν κωδικοποιήθηκαν οι διάφορες τροποποιήσεις του κανονισμού (ΕΚ) 40/94 του Συμβουλίου, της 20ής Δεκεμβρίου 1993, για το κοινοτικό σήμα (ΕΕ L 11, σ. 1), βάσει του οποίου θεσπίσθηκε το κοινοτικό σήμα. Βλ. την πρώτη αιτιολογική σκέψη του προοιμίου του κανονισμού.


4 –      Αντιθέτως, όσον αφορά εθνικό σήμα, πρέπει να έχει γίνει «ουσιαστική χρήση του […] στο οικείο κράτος μέλος»: Άρθρο 10, παράγραφος 1, της οδηγίας 2008/95/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 22ας Οκτωβρίου 2009, για την προσέγγιση των νομοθεσιών των κρατών μελών περί σημάτων (ΕΕ L 299, σ. 25, στο εξής: οδηγία). Βλ. σημεία 15 και 16 κατωτέρω.


5–      Άρθρο 1, παράγραφος 1, του κανονισμού.


6–      Άρθρο 4 του κανονισμού.


7 –      Με τον όρο κατάθεση νοείται στο πλαίσιο αυτό η υποβολή αιτήσεως για την καταχώριση σήματος.


8 –      Πρόκειται για δική μου μετάφραση του αυθεντικού κειμένου της Συμβάσεως Μπενελούξ.


9–      Διακανονισμός της Νίκαιας, της 15ης Ιουνίου 1957, για τη διεθνή ταξινόμηση των προϊόντων και των υπηρεσιών με σκοπό την καταχώριση σημάτων, όπως έχει αναθεωρηθεί και τροποποιηθεί.


10 –      Τόσο το αιτούν δικαστήριο όσο και οι μετέχοντες στη διαδικασία που υπέβαλαν παρατηρήσεις δεν διευκρίνισαν αν το σημείο «ONEL» έχει αποτελέσει αντικείμενο διεθνούς καταχωρίσεως. Στο πλαίσιο των προτάσεων αυτό, στηρίζομαι στην παραδοχή ότι αυτό το κοινοτικό σήμα δεν έχει αποτελέσει το αντικείμενο διεθνούς καταχωρίσεως.


11–      Δέκατη αιτιολογική σκέψη του προοιμίου του κανονισμού.


12 –      Πρέπει, πάντως, να γίνει δεκτό ότι κανένας από τους απόλυτους ή σχετικούς λόγους απαραδέκτου δεν συντρέχει στην περίπτωση της αιτήσεως καταχωρίσεως του σημείου «ONEL» ως κοινοτικού σήματος, κατά τα άρθρα 7 και 8 του κανονισμού. Για παράδειγμα, σύμφωνα με το άρθρο 7, παράγραφος 1, στοιχείο β΄, σε συνδυασμό με το άρθρο 7, παράγραφος 2, του κανονισμού αυτού, δεν γίνεται δεκτή η αίτηση καταχωρίσεως σημείου ως κοινοτικού σήματος εάν το σημείο αυτό στερείται παντελώς διακριτικού χαρακτήρα σε τμήμα της Κοινότητας: βλ. απόφαση της 22ας Ιουνίου 2006, C‑25/05 P, Storck (Συλλογή 2006, σ. I‑5719, σκέψη 81).


13–      Βλ., για παράδειγμα, απόφαση της 11ης Μαρτίου 2003, C‑40/01, Ansul (Συλλογή 2003, σ. I‑2439), διάταξη της 27ης Ιανουαρίου 2004, C‑259/02, La Mer (Συλλογή 2004, σ. I‑1159), και απόφαση της 11ης Μαΐου 2006, C‑416/04 P, Sunrider (Συλλογή 2006, σ. I‑4237).


14–      Άρθρο 10, παράγραφος 1, της οδηγίας. Η διάταξη αυτή και η οδηγία εν γένει έχουν εφαρμογή επί εθνικών σημάτων και σημάτων Μπενελούξ: άρθρο 1 της οδηγίας.


15–      Άρθρο 15, παράγραφος 1, του κανονισμού.


16 –      Βλ., για παράδειγμα, σημείο 43 κατωτέρω.


17 –      Φρονώ ότι η ίδια αρχή ισχύει και για τα εθνικά σήματα: η ουσιαστική χρήση εντός κράτους μέλους δεν μπορεί να αποδειχθεί βάσει της χρήσεως του σήματος εκτός της επικράτειας αυτού του κράτους μέλους.


18–      Προπαρατεθείσα στην υποσημείωση 13 απόφαση Sunrider (σκέψη 76).


19 –      Βλ. επίσης το υπόμνημα περί θεσπίσεως σήματος ΕΟΚ, που εξέδωσε η Επιτροπή στις 6 Ιουλίου 1976, SEC(76) 2462 (Ιούλιος 1976), Δελτίο των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, παράρτημα 8/76, σημείο 126: «η χρήση στο έδαφος καθορισμένου αριθμού κρατών μελών δεν πρέπει να αποτελεί καθοριστικό παράγοντα», ενώ «καταλληλότερη θα ήταν πρόβλεψη βάσει της οποίας θα απαιτείται “η χρήση σε σημαντικό τμήμα της κοινής αγοράς” ή η “ουσιαστική χρήση εντός της κοινής αγοράς”».


20 –      Απόφαση της 12ης Δεκεμβρίου 2002, T‑39/01, Fernandes κατά ΓΕΕΑ (HIWATT) (Συλλογή 2002, σ. II‑5233, σκέψη 37).


21–      Απόφαση της 6ης Οκτωβρίου 2009, C‑301/07, Pago (Συλλογή 2009, σ. I‑9429).


22–      Βλ. άρθρο 9, παράγραφος 1, στοιχείο γ΄, του κανονισμού.


23 –      Βάσει των πραγματικών περιστατικών της υποθέσεως εκείνης «[η επικράτεια] του [οικείου] κράτους μέλους [δηλαδή της Αυστρίας] μπορεί να θεωρηθεί σημαντικό τμήμα του εδάφους της Κοινότητας»: προπαρατεθείσα στην υποσημείωση 21 απόφαση Pago, σκέψη 30.


24–      Προπαρατεθείσα στην υποσημείωση 13 απόφαση Sunrider (σκέψη 70). Βλ. επίσης όγδοη αιτιολογική σκέψη του προοιμίου του κανονισμού.


25–      Προπαρατεθείσα στην υποσημείωση 13 απόφαση Sunrider (σκέψη 71 και εκεί παρατιθέμενη νομολογία).


26–      Βλ. προπαρατεθείσα στην υποσημείωση 13 απόφαση Sunrider (σκέψη 70 και εκεί παρατιθέμενη νομολογία).


27–      Προτάσεις του γενικού εισαγγελέα D. Ruiz-Jarabo Colomer στην, προπαρατεθείσα στην υποσημείωση 13, απόφαση Ansul (σημείο 44).


28–      Στο πλαίσιο αυτό, δεν μπορώ να παραπέμψω στην επισήμανση του γενικού εισαγγελέα D. Ruiz-Jarabo Colomer ότι «τα Γραφεία Σημάτων δεν υπάρχουν απλώς για να δέχονται καταθέσεις σημείων, μέχρις ότου κάποιος μη νουνεχής προσπαθήσει να τα χρησιμοποιήσει και τότε μόνον να γίνει επίκλησή τους, με πρόθεση, τουλάχιστον, κερδοσκοπική». Προτάσεις στην προπαρατεθείσα στην υποσημείωση 13 υπόθεση Ansul (σημείο 42).


29 –      Η οδηγία δεν περιλαμβάνει διάταξη πανομοιότυπη με το άρθρο 42, παράγραφος 3, του κανονισμού. Βλ., περαιτέρω, τα άρθρα 10, παράγραφος 1, και 11, παράγραφος 2, της οδηγίας.


30–      Βλ. σημεία 41 έως 44 ανωτέρω.


31 –      Συμφωνώ επομένως με το Γενικό Δικαστήριο το οποίο αποφάνθηκε κατά τον ίδιο τρόπο σε πλείονες αποφάσεις. Βλ., για παράδειγμα, απόφαση της 5ης Ιουλίου 2004, T‑203/02, Sunrider (VITAFRUIT) (Συλλογή 2004, σ. II‑2811, σκέψη 38 και εκεί παρατιθέμενη νομολογία). Για να παραθέσω ένα ελαφρώς εύθυμο παράδειγμα: επιτυχημένη επιχείρηση που διαθέτει προς πώληση στη Σκωτία τηγανητές ράβδους σοκολάτας ενδέχεται να εκπονήσει επιχειρηματικό σχέδιο επεκτάσεως των δραστηριοτήτων της στη Γαλλία, την Ιταλία, την Εσθονία και την Ουγγαρία. Προς τούτο, επιτυγχάνει την καταχώριση του κατάλληλου κοινοτικού σήματος. Μολονότι καταβάλλονται οι καλύτερες δυνατές προσπάθειες, το σχέδιο αποδεικνύεται αποτυχημένο: ανεξήγητα, οι καταναλωτές σ’ αυτά τα κράτη μέλη είναι προσκολλημένοι στις εθνικές τους λιχουδιές και απρόθυμοι να δοκιμάσουν τη νέα προσφορά. Η έλλειψη εμπορικής επιτυχίας δεν θα επηρεάσει την ανάλυση περί του αν υπήρξε ουσιαστική χρήση του σήματος. Αντιθέτως, το γεγονός ότι η ζήτηση ορισμένου προϊόντος εντοπιζόταν, κυρίως, σε συγκεκριμένη γεωγραφική περιοχή ασκεί επιρροή στην εκτίμηση.


32–      Προπαρατεθείσα στην υποσημείωση 13 διάταξη La Mer (σκέψη 22).


33–      Προπαρατεθείσα στην υποσημείωση 13 διάταξη La Mer (σκέψη 25).


34 –      Αυτά τα εξωεδαφικά αποτελέσματα της τοπικής χρήσεως εθνικού σήματος στερούνται σημασίας κατά την εκτίμηση περί ουσιαστικής χρήσεως εντός του κράτους μέλους στο οποίο έχει καταχωρισθεί το σήμα. Βλ. σημείο 50 ανωτέρω.


35–      Βλ. έκτη αιτιολογική σκέψη του προοιμίου του κανονισμού.