Language of document : ECLI:EU:T:2018:471

Υπόθεση T768/16

BNP Paribas

κατά

Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας

«Οικονομική και νομισματική πολιτική – Προληπτική εποπτεία των πιστωτικών ιδρυμάτων – Άρθρο 4, παράγραφος 1, στοιχείο δʹ, και παράγραφος 3, του κανονισμού (ΕΕ) 1024/2013 – Υπολογισμός του δείκτη μοχλεύσεως – Άρνηση της ΕΚΤ να επιτρέψει στην προσφεύγουσα να εξαιρέσει από τον υπολογισμό του δείκτη μοχλεύσεως τα ανοίγματα που πληρούν ορισμένες προϋποθέσεις – Άρθρο 429, παράγραφος 14, του κανονισμού (ΕΕ) 575/2013 – Διακριτική ευχέρεια της ΕΚΤ – Πλάνη περί το δίκαιο – Πρόδηλη πλάνη εκτιμήσεως»

Περίληψη – Απόφαση του Γενικού Δικαστηρίου (δεύτερο πενταμελές τμήμα)
της 13ης Ιουλίου 2018

1.      Οικονομική και νομισματική πολιτική – Οικονομική πολιτική – Εποπτεία του χρηματοπιστωτικού τομέα της Ένωσης – Ενιαίος εποπτικός μηχανισμός – Αρμοδιότητες της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας – Αποκεντρωμένη άσκηση από τις εθνικές αρχές – Αξιολόγηση της σημασίας ορισμένης οντότητας – Αποκλειστική αρμοδιότητα της ΕΚΤ

(Κανονισμός 1024/2013 του Συμβουλίου, άρθρα 4 § 1, στοιχείο δʹ, και 6 § 4)

2.      Οικονομική και νομισματική πολιτική – Οικονομική πολιτική – Εποπτεία του χρηματοπιστωτικού τομέα της Ένωσης – Απαιτήσεις προληπτικής εποπτείας για πιστωτικά ιδρύματα και επιχειρήσεις επενδύσεων – Απαιτήσεις σχετικές με τη ρευστότητα – Δείκτης μοχλεύσεως – Υπολογισμός – Δυνατότητα εξαιρέσεως ορισμένων ανοιγμάτων έναντι οντοτήτων του δημόσιου τομέα – Απόφαση της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας περί αρνήσεως χορηγήσεως ζητηθείσας παρεκκλίσεως – Δικαστικός έλεγχος – Όρια

(Κανονισμός 575/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου όπως τροποποιήθηκε με τον κανονισμό 2015/62, άρθρο 429 § 14)

3.      Οικονομική και νομισματική πολιτική – Οικονομική πολιτική – Εποπτεία του χρηματοπιστωτικού τομέα της Ένωσης – Απαιτήσεις προληπτικής εποπτείας για πιστωτικά ιδρύματα και επιχειρήσεις επενδύσεων – Απαιτήσεις σχετικές με τη ρευστότητα– Δείκτης μοχλεύσεως – Υπολογισμός – Δυνατότητα εξαιρέσεως ορισμένων ανοιγμάτων έναντι οντοτήτων του δημόσιου τομέα – Απόφαση της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας περί αρνήσεως χορηγήσεως ζητηθείσας παρεκκλίσεως – Άρνηση στηριζόμενη σε εκτιμήσεις σύμφυτες με τα ανοίγματα τα οποία αφορά η παρέκκλιση και στο ενδεχόμενο αθετήσεως πληρωμών εκ μέρους του εμπλεκόμενου κράτους χωρίς εξέταση της πιθανότητας να επέλθει τέτοιος κίνδυνος – Δεν επιτρέπεται

(Κανονισμός 575/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, όπως τροποποιήθηκε με τον κανονισμό 2015/62, άρθρο 429 § 14)

4.      Οικονομική και νομισματική πολιτική – Οικονομική πολιτική – Εποπτεία του χρηματοπιστωτικού τομέα της Ένωσης – Απαιτήσεις προληπτικής εποπτείας για πιστωτικά ιδρύματα και επιχειρήσεις επενδύσεων – Απαιτήσεις σχετικές με τη ρευστότητα – Δείκτης μοχλεύσεως – Υπολογισμός – Δυνατότητα εξαιρέσεως ορισμένων ανοιγμάτων έναντι οντοτήτων του δημόσιου τομέα – Εξουσία εκτιμήσεως των αρμόδιων αρχών

(Κανονισμός 575/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου όπως τροποποιήθηκε με τον κανονισμό 2015/62, άρθρο 429 § 14)

5.      Οικονομική και νομισματική πολιτική – Οικονομική πολιτική – Εποπτεία του χρηματοπιστωτικού τομέα της Ένωσης – Απαιτήσεις προληπτικής εποπτείας για πιστωτικά ιδρύματα και επιχειρήσεις επενδύσεων – Απαιτήσεις σχετικές με τη ρευστότητα – Δείκτης μοχλεύσεως – Επιρροή που ασκεί η περίοδος προσαρμογής των θέσεων του πιστωτικού ιδρύματος προς τις θέσεις δημόσιου χρηματοπιστωτικού οργανισμού – Όρια

(Κανονισμός 575/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, όπως τροποποιήθηκε με τον κανονισμό 2015/62, αιτιολογική σκέψη 90 και άρθρα 4 § 1, σκέψη 94, και 412 § 1· κανονισμός 1024/2013 του Συμβουλίου, άρθρο 4 § 1, στοιχείο δʹ· κανονισμός 2015/61 της Επιτροπής, άρθρο 26]

6.      Οικονομική και νομισματική πολιτική – Οικονομική πολιτική – Εποπτεία του χρηματοπιστωτικού τομέα της Ένωσης – Απαιτήσεις προληπτικής εποπτείας για πιστωτικά ιδρύματα και επιχειρήσεις επενδύσεων – Απαιτήσεις σχετικές με τη ρευστότητα – Δείκτης μοχλεύσεως – Υπολογισμός – Δυνατότητα εξαιρέσεως ορισμένων ανοιγμάτων έναντι οντοτήτων του δημόσιου τομέα – Απόφαση της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας περί αρνήσεως χορηγήσεως ζητηθείσας παρεκκλίσεως – Άρνηση στηριζόμενη στον κίνδυνο που οφείλεται στην περίοδο προσαρμογής των θέσεων του πιστωτικού ιδρύματος προς τις θέσεις δημόσιου χρηματοπιστωτικού οργανισμού – Παράλειψη εξετάσεως των χαρακτηριστικών του συστήματος ρυθμιζόμενων αποταμιεύσεων – Δεν επιτρέπεται

(Κανονισμός 575/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, όπως τροποποιήθηκε με τον κανονισμό 2015/62, άρθρα 4 § 1, σκέψη 94, 412 § 1, και 429 § 14)

1.      Βλ. το κείμενο της αποφάσεως.

(βλ. σκέψη 19)

2.      Στο μέτρο που η ΕΚΤ διαθέτει διακριτική ευχέρεια και, κατά συνέπεια, ευρεία εξουσία εκτιμήσεως προκειμένου να αποφασίζει αν θα χορηγήσει ή όχι την παρέκκλιση που προβλέπει το άρθρο 429, παράγραφος 14, του κανονισμού 575/2013, σχετικά με τις απαιτήσεις προληπτικής εποπτείας για πιστωτικά ιδρύματα και επιχειρήσεις επενδύσεων, όπως τροποποιήθηκε με τον κανονισμό 2015/62, ο δικαστικός έλεγχος που οφείλει να ασκήσει το Γενικό Δικαστήριο επί του βασίμου της αιτιολογίας αποφάσεως με την οποία δεν χορηγείται η προβλεπόμενη κατά τη διάταξη αυτή παρέκκλιση δεν πρέπει να έχει ως αποτέλεσμα την αντικατάσταση της εκτιμήσεως της ΕΚΤ με τη δική του, αλλά σκοπό έχει να ελεγχθεί αν η προσβαλλόμενη απόφαση στηρίζεται σε αναληθή πραγματικά περιστατικά, ενέχει πλάνη περί το δίκαιο ή πρόδηλη πλάνη εκτιμήσεως ή κατάχρηση εξουσίας.

(βλ. σκέψη 30)

3.      Kαίτοι η ΕΚΤ δύναται, στο πλαίσιο της ασκήσεως της διακριτικής ευχέρειας που της αναγνωρίζει το άρθρο 429, παράγραφος 14, του κανονισμού 575/2013, σχετικά με τις απαιτήσεις προληπτικής εποπτείας για πιστωτικά ιδρύματα και επιχειρήσεις επενδύσεων, όπως τροποποιήθηκε με τον κανονισμό 2015/62, να χορηγήσει ή να μη χορηγήσει την προβλεπόμενη με τη διάταξη αυτή παρέκκλιση, η εξουσία αυτή ασκείται με την επιφύλαξη της τηρήσεως των σκοπών που επιδιώκει η παρέκκλιση αυτή και της διαφυλάξεως της πρακτικής αποτελεσματικότητάς της. Εκ των ανωτέρω συνάγεται κατ’ ανάγκη ότι η ΕΚΤ δεν δύναται να στηρίζεται σε αιτιολογία που καθιστά σχεδόν ανεφάρμοστη στην πράξη την παρεχόμενη από το άρθρο 429, παράγραφος 14, του κανονισμού 575/2013 δυνατότητα, ειδάλλως η διάταξη αυτή θα καθίστατο άνευ πρακτικής αποτελεσματικότητας και δεν θα λαμβάνονταν υπόψη οι σκοποί που υπαγόρευσαν τη θέσπισή της.

Κατά συνέπεια, η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα δεν επιτρέπεται να αποκλείει την εφαρμογή του άρθρου 429, παράγραφος 14, του κανονισμού 575/2013 επί των ανοιγμάτων ορισμένου πιστωτικού ιδρύματος έναντι δημόσιου χρηματοπιστωτικού οργανισμού, βάσει εκτιμήσεων που είναι σύμφυτες με τα προβλεπόμενα στην εν λόγω διάταξη ανοίγματα. Το ίδιο ισχύει και για την εκτίμηση κατά την οποία τα ανοίγματα του ιδρύματος αυτού έναντι του εν λόγω χρηματοπιστωτικού οργανισμού εγγράφονται στο ενεργητικό του ισολογισμού του πρώτου. Πράγματι, στο μέτρο που τα ανοίγματα σε σχέση με τα οποία η προμνησθείσα διάταξη προβλέπει δυνατότητα μη συνεκτιμήσεώς τους στο πλαίσιο του υπολογισμού του δείκτη μοχλεύσεως του πιστωτικού ιδρύματος προορίζονται, ως εκ φύσεως, να εμφανίζονται στο ενεργητικό του ισολογισμού του εν λόγω ιδρύματος, το γεγονός ότι τα ανοίγματα έναντι δημόσιου χρηματοπιστωτικού οργανισμού εμφανίζονται στο ενεργητικό του προϋπολογισμού ενός πιστωτικού ιδρύματος δεν μπορεί βασίμως να δικαιολογήσει την άρνηση χορηγήσεως της ζητηθείσας παρεκκλίσεως. Το ίδιο ισχύει, για παρεμφερείς λόγους, για την εκτίμηση κατά την οποία τα εν λόγω ανοίγματα συνιστούν μέρος των ποσών που έχουν κατατεθεί στο πιστωτικό αυτό ίδρυμα στο πλαίσιο του συστήματος ρυθμιζόμενων αποταμιεύσεων, το οποίο παραμένει στο παθητικό του ισολογισμού του.

Ομοίως, δεδομένου ότι το άρθρο 429, παράγραφος 14, του κανονισμού 575/2013 αφορά μόνο εγγυημένα από το κράτος ανοίγματα έναντι οντοτήτων του δημόσιου τομέα, άρνηση η οποία έχει ως δικαιολογητική της βάση την αφετηριακή παραδοχή ότι ένα κράτος είναι δυνατόν να περιέλθει σε κατάσταση αθετήσεως πληρωμών, χωρίς να έχει προηγηθεί εξέταση του αν όντως υφίσταται τέτοια πιθανότητα σε σχέση με το συγκεκριμένο κράτος, θα ισοδυναμούσε με το να καταστεί σχεδόν ανεφάρμοστη στην πράξη η προβλεπόμενη με την εν λόγω διάταξη δυνατότητα. Επιπλέον και κατά συνέπεια, στο μέτρο που η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα δεν έχει εξετάσει την πιθανότητα αθετήσεως πληρωμών, η αναφορά που κάνει η απόφαση περί αρνήσεως εφαρμογής της παρεκκλίσεως του άρθρου 429, παράγραφος 14, του κανονισμού 575/2013 στον όγκο των ανοιγμάτων του ενδιαφερόμενου πιστωτικού ιδρύματος έναντι δημόσιου χρηματοπιστωτικού οργανισμού επίσης δεν μπορεί να δικαιολογήσει, αφ’ εαυτής, τη συνεκτίμηση των εν λόγω ανοιγμάτων στον υπολογισμό του δείκτη μοχλεύσεως. Πράγματι, ο όγκος αυτός θα μπορούσε να ασκεί επιρροή μόνο στην περίπτωση που, λόγω αθετήσεως πληρωμών εκ μέρους του εμπλεκόμενου κράτους, το εν λόγω πιστωτικό ίδρυμα δεν θα μπορούσε να λάβει από τον δημόσιο χρηματοπιστωτικό οργανισμό αυτό τα ποσά που του μεταβίβασε στο πλαίσιο του συστήματος ρυθμιζόμενων αποταμιεύσεων και θα έπρεπε να προβεί σε αναγκαστική εκποίηση στοιχείων ενεργητικού.

(βλ. σκέψεις 39, 52-54, 56, 57, 61, 63)

4.      Με την παρέκκλιση του άρθρου 429, παράγραφος 14, του κανονισμού 575/2013, σχετικά με τις απαιτήσεις προληπτικής εποπτείας για πιστωτικά ιδρύματα και επιχειρήσεις επενδύσεων, όπως τροποποιήθηκε με τον κανονισμό 2015/62, η Επιτροπή προέβλεψε, με την έγκριση του νομοθέτη, τη δυνατότητα να μη λαμβάνονται υπόψη για τον υπολογισμό του δείκτη μοχλεύσεως και, επομένως, να μπορούν να εξαιρούνται από τον υπολογισμό αυτό τα ανοίγματα πιστωτικού ιδρύματος έναντι οντοτήτων του δημόσιου τομέα τα οποία, λόγω κρατικής εγγυήσεως, εμφανίζουν το ίδιο χαμηλό επίπεδο κινδύνου με τα ανοίγματα έναντι του οικείου κράτους και τα οποία δεν συνιστούν επενδυτική επιλογή εκ μέρους του ιδρύματος αυτού –υπό την έννοια ότι το πιστωτικό ίδρυμα υπέχει υποχρέωση μεταβιβάσεως των σχετικών ποσών. Το άρθρο 429, παράγραφος 14, του κανονισμού 575/2013 αφορά μόνο ανοίγματα επί των οποίων, κατά την εφαρμογή της τυποποιημένης προσεγγίσεως υπολογισμού των ελάχιστων απαιτήσεων ιδίων κεφαλαίων, εφαρμόζεται συντελεστής σταθμίσεως κινδύνου 0 %.

Κατά συνέπεια, η εφαρμογή του άρθρου 429, παράγραφος 14, του κανονισμού 575/2013 συνεπάγεται τον συγκερασμό δύο σκοπών: αφενός, τη συμμόρφωση προς τη λογική του δείκτη μοχλεύσεως, κατά την οποία ο υπολογισμός του δείκτη αυτού περιλαμβάνει το μέτρο του συνολικού ανοίγματος του πιστωτικού ιδρύματος, χωρίς στάθμιση αναλόγως του κινδύνου, και, αφετέρου, τη συνεκτίμηση του σκοπού της Επιτροπής, όπως εγκρίθηκε από τον νομοθέτη, κατά τον οποίο ορισμένα ανοίγματα που εμφανίζουν ιδιαίτερα χαμηλό προφίλ κινδύνου και δεν απορρέουν από επενδυτική επιλογή του πιστωτικού ιδρύματος είναι, κατά περίπτωση, δυνατόν να μη χρειάζεται να ληφθούν υπόψη για τον υπολογισμό του δείκτη μοχλεύσεως και να μπορούν να εξαιρεθούν από τον εν λόγω υπολογισμό. Συναφώς, η αναγνώριση διακριτικής ευχέρειας στις αρμόδιες αρχές στο πλαίσιο της εφαρμογής του άρθρου 429, παράγραφος 14, του κανονισμού 575/2013 παρέχει σε αυτές τη δυνατότητα να προβαίνουν σε στάθμιση των δύο αυτών σκοπών λαμβανομένων υπόψη των ιδιαιτεροτήτων κάθε περιπτώσεως.

(βλ. σκέψεις 48-51)

5.      Από τον ορισμό της έννοιας του κινδύνου υπερβολικής μοχλεύσεως, που περιλαμβάνεται στο άρθρο 4, παράγραφος 1, σημείο 94, του κανονισμού 575/2013, σχετικά με τις απαιτήσεις προληπτικής εποπτείας για πιστωτικά ιδρύματα και επιχειρήσεις επενδύσεων, όπως τροποποιήθηκε με τον κανονισμό 2015/62, συνάγεται ότι οι κίνδυνοι που συνδέονται με κατάσταση υπερβολικής μοχλεύσεως δημιουργούνται υπό συνθήκες ανεπαρκούς ρευστότητας. Συγκεκριμένα, προκειμένου να εξασφαλίσει ρευστά διαθέσιμα, το πιστωτικό ίδρυμα είναι δυνατόν να αναγκαστεί να λάβει μέτρα μη προβλεπόμενα από το επιχειρηματικό σχέδιο, περιλαμβανομένης της υπό πίεση πωλήσεως στοιχείων ενεργητικού που θα έχει τις διαλαμβανόμενες στο άρθρο 4, παράγραφος 1, σημείο 94, του κανονισμού 575/2013 συνέπειες, όπως υπενθυμίζεται στην αιτιολογική σκέψη 90 του κανονισμού 575/2013.

Δεδομένου ότι οι αρνητικές συνέπειες της υπερβολικής μοχλεύσεως εκδηλώνονται σε περίπτωση ανεπαρκούς ρευστότητας, το γεγονός ότι η περίοδος προσαρμογής των θέσεων του πιστωτικού ιδρύματος προς εκείνες ενός δημόσιου χρηματοπιστωτικού οργανισμού αφορά τον κίνδυνο ρευστότητας δεν συνεπάγεται ότι η εν λόγω περίοδος στερείται σημασίας στο πλαίσιο της εκτιμήσεως του κινδύνου που συνδέεται με τον εφαρμοζόμενο από το εν λόγω ίδρυμα δείκτη μοχλεύσεως. Εντούτοις, αυτή η περίοδος προσαρμογής δεν αποτελεί γενεσιουργό αιτία κινδύνου ρευστότητας στο πλαίσιο της εκτιμήσεως των απαιτήσεων καλύψεως ρευστότητας που προβλέπεται στο άρθρο 412 του κανονισμού 575/2013 και στον κανονισμό 2015/61, για τη συμπλήρωση του κανονισμού 575/2013 όσον αφορά την απαίτηση κάλυψης του κινδύνου ρευστότητας για τα πιστωτικά ιδρύματα. Πράγματι, η εφαρμογή από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα του άρθρου 26 του κανονισμού 2015/61 –το οποίο επιτρέπει στις αρμόδιες αρχές και, κατά συνέπεια, στην ΕΚΤ να συμψηφίζουν τις αλληλοεξαρτώμενες εισροές και εκροές ρευστότητας, εάν, λόγω της υπάρξεως εγγυήσεως της κεντρικής κυβερνήσεως κράτους μέλους και της βραχείας διάρκειας της περιόδου που μεσολαβεί μεταξύ αυτών, εκτιμούν ότι η περίοδος αυτή δεν συνεπάγεται κίνδυνο ρευστότητας– επί των εισροών και των εκροών ρευστότητας που συνδέονται με τα ανοίγματα έναντι δημόσιου χρηματοπιστωτικού οργανισμού ισοδυναμεί με αναγνώριση από την ΕΚΤ του ότι το χρονικό διάστημα που ενδέχεται να μεσολαβεί μεταξύ αυτών δεν συνεπάγεται κίνδυνο ρευστότητας.

(βλ. σκέψεις 70-73, 76, 77)

6.      Η περίοδος προσαρμογής των θέσεων του πιστωτικού ιδρύματος προς εκείνες ενός δημόσιου χρηματοπιστωτικού οργανισμού θα μπορούσε να ασκεί επιρροή αναφορικά με τον κίνδυνο μοχλεύσεως, κατά την έννοια του άρθρου 4, παράγραφος 1, σημείο 94, του κανονισμού 575/2013, σχετικά με τις απαιτήσεις προληπτικής εποπτείας για πιστωτικά ιδρύματα και επιχειρήσεις επενδύσεων, όπως τροποποιήθηκε με τον κανονισμό 2015/62, μολονότι δεν ασκεί επιρροή όσον αφορά τον κίνδυνο ρευστότητας, μόνο στην περίπτωση κατά την οποία οι αναλήψεις καταθέσεων προερχόμενων από ρυθμιζόμενες αποταμιεύσεις ήταν τέτοιας εκτάσεως ώστε να υπερβαίνουν τις «ιδιαίτερα ακραίες συνθήκες» που μπορούν να λαμβάνονται υπόψη στο πλαίσιο του υπολογισμού του δείκτη ρευστότητας βάσει του άρθρου 412, παράγραφος 1, του κανονισμού 575/2013.

Συναφώς, η συνεκτίμηση ενός τέτοιου ενδεχομένου προκειμένου να απορριφθεί αίτημα πιστωτικού ιδρύματος να υπαχθεί στην παρέκκλιση του άρθρου 429, παράγραφος 14, του εν λόγω κανονισμού είναι δυνατή μόνο κατόπιν διεξοδικής εξετάσεως από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα των χαρακτηριστικών του συστήματος ρυθμιζόμενων αποταμιεύσεων. Στο πλαίσιο τέτοιας εξετάσεως, η ΕΚΤ θα όφειλε, μεταξύ άλλων, να εξετάσει αν, λαμβανομένων υπόψη των χαρακτηριστικών του –και ιδίως της κρατικής εγγυήσεως που συνδέεται με το σύστημα ρυθμιζόμενων αποταμιεύσεων–, είναι πιθανό να υπάρξουν τόσο αιφνίδιες και εκτεταμένες αναλήψεις καταθέσεων από ρυθμιζόμενες αποταμιεύσεις ώστε το ενδιαφερόμενο πιστωτικό ίδρυμα να αναγκαστεί να λάβει τα προβλεπόμενα με το άρθρο 4, παράγραφος 1, σημείο 94, του κανονισμού 575/2013 μέτρα, χωρίς να μπορεί να αναμείνει τις μεταβιβάσεις κεφαλαίων από τον δημόσιο χρηματοπιστωτικό οργανισμό στο πλαίσιο της προσαρμογής των αντίστοιχων θέσεών τους. Συγκεκριμένα, στο πλαίσιο της εφαρμογής του άρθρου 429, παράγραφος 14, του κανονισμού 575/2013, η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα οφείλει να προβαίνει σε στάθμιση μεταξύ των σκοπών του δείκτη μοχλεύσεως και του ενδεχομένου να μπορούν ορισμένα ανοίγματα που πληρούν τις προβλεπόμενες με τη διάταξη αυτή προϋποθέσεις να εξαιρεθούν από τον υπολογισμό του δείκτη αυτού, λαμβάνοντας ακριβώς υπόψη τις ιδιαιτερότητες κάθε περιπτώσεως.

Υπό τις συνθήκες αυτές, αν η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα δεν προβαίνει σε λεπτομερή εξέταση των χαρακτηριστικών του συστήματος ρυθμιζόμενων αποταμιεύσεων, περιοριζόμενη να επισημάνει αορίστως τους κινδύνους τους οποίους συνεπάγεται η περίοδος προσαρμογής των θέσεων του ενδιαφερόμενου πιστωτικού ιδρύματος προς τις θέσεις του δημόσιου χρηματοπιστωτικού οργανισμού, παραβαίνει την υποχρέωση που υπέχει να εξετάζει, με επιμέλεια και αμεροληψία, όλα τα κρίσιμα στοιχεία της συγκεκριμένης περιπτώσεως.

(βλ. σκέψεις 80-84)