Language of document : ECLI:EU:T:2013:487

ΔΙΑΤΑΞΗ ΤΟΥ ΓΕΝΙΚΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (αναιρετικό τμήμα)

της 10ης Σεπτεμβρίου 2013

Υπόθεση T‑199/11 P-REV

Guido Strack

κατά

Ευρωπαϊκής Επιτροπής

«Διαδικασία – Αίτηση αναθεωρήσεως – Έλλειψη νέου πραγματικού περιστατικού – Απαράδεκτο»

Αντικείμενο:      Αίτηση αναθεωρήσεως της αποφάσεως του Γενικού Δικαστηρίου της 13ης Δεκεμβρίου 2012, Τ-199/11 Ρ, Strack κατά Επιτροπής.

Απόφαση:      Η αίτηση αναθεωρήσεως απορρίπτεται ως προδήλως απαράδεκτη. Ο Guido Strack φέρει τα δικαστικά του έξοδα και καταδικάζεται στα έξοδα στα οποία υποβλήθηκε η Ευρωπαϊκή Επιτροπή.

Περίληψη

1.      Ένδικη διαδικασία – Αναθεώρηση αποφάσεως – Προϋποθέσεις παραδεκτού της αιτήσεως – Νέο περιστατικό – Έννοια – Γεγονός γνωστό πριν από την έκδοση της δικαστικής αποφάσεως – Δεν εμπίπτει – Απαράδεκτο

(Οργανισμός του Δικαστηρίου, άρθρα 44, εδ. 1, και 53, εδ. 1)

2.      Ένδικη διαδικασία – Δικαστικά έξοδα – Έξοδα στα οποία υποβλήθηκε θεσμικό όργανο χωρίς εύλογη αιτία ή κακοβούλως λόγω ασκήσεως απαράδεκτης αιτήσεως αναθεωρήσεως εκ μέρους πρώην υπαλλήλου

(Κανονισμός Διαδικασίας του Γενικού Δικαστηρίου, άρθρο 87 § 3, εδ. 2)

1.      Κατά το άρθρο 44, πρώτο εδάφιο, του Οργανισμού του Δικαστηρίου, που εφαρμόζεται στη διαδικασία ενώπιον του Γενικού Δικαστηρίου δυνάμει του άρθρου 53, πρώτο εδάφιο, του εν λόγω Οργανισμού, η αναθεώρηση αποφάσεως δύναται να ζητείται μόνον εφόσον γίνουν γνωστά ένα ή περισσότερα γεγονότα αποφασιστικής σημασίας τα οποία ήταν άγνωστα στο επιληφθέν δικαστήριο και στον διάδικο που ζητεί την αναθεώρηση πριν από την έκδοση της αποφάσεως. Κατά το δεύτερο εδάφιο του άρθρου αυτού, η εξέταση της υποθέσεως επί της ουσίας είναι δυνατή μόνον εφόσον το δικαστήριο διαπιστώσει την ύπαρξη νέου γεγονότος, αναγνωρίσει τα χαρακτηριστικά που επιτρέπουν την έναρξη της διαδικασίας αναθεωρήσεως και κηρύξει για τον λόγο αυτό παραδεκτή την αίτηση.

Εξ αυτού προκύπτει ότι η αναθεώρηση δεν αποτελεί είδος εφέσεως, αλλά έκτακτο ένδικο μέσο, που παρέχει τη δυνατότητα αμφισβητήσεως της ισχύος δεδικασμένου οριστικής αποφάσεως όσον αφορά τις διαπιστώσεις πραγματικών περιστατικών στις οποίες στηρίχθηκε το δικαστήριο. Η αναθεώρηση προϋποθέτει την αποκάλυψη πραγματικών στοιχείων προγενέστερων της εκδόσεως της αποφάσεως και αγνώστων μέχρι τότε στον δικαστή που εξέδωσε την απόφαση αυτή καθώς και στον αιτούντα την αναθεώρηση διάδικο, τα οποία, αν είχαν ληφθεί υπόψη από τον δικαστή αυτόν, θα μπορούσαν να οδηγήσουν σε διαφορετική λύση της διαφοράς. Εξάλλου, λαμβανομένου υπόψη του εξαιρετικού χαρακτήρα της διαδικασίας αναθεωρήσεως, οι προϋποθέσεις του παραδεκτού αιτήσεως αναθεωρήσεως δικαστικής αποφάσεως πρέπει να ερμηνεύονται συσταλτικώς.

Ως εκ τούτου, είναι προδήλως απαράδεκτη αίτηση αναθεωρήσεως προς στήριξη της οποίας ο αιτών προβάλλει γεγονός το οποίο του ήταν γνωστό προ της δημοσιεύσεως της δικαστικής αποφάσεως.

(βλ. σκέψεις 11, 12 και 22)

Παραπομπή:

ΓΔΕΕ: 16 Απριλίου 2012, T‑40/07 P-REV και T‑62/07 P-REV, de Brito Sequeira Carvalho κατά Επιτροπής, σκέψη 12 και εκεί παρατιθέμενη νομολογία

2.      Βλ. το κείμενο της διατάξεως.

(βλ. σκέψεις 23 και 24)