Language of document : ECLI:EU:T:2014:1049

Υπόθεση T‑90/11

Ordre national des pharmaciens (ONP) κ.λπ.

κατά

Ευρωπαϊκής Επιτροπής

«Ανταγωνισμός — Συμπράξεις — Γαλλική αγορά των αναλύσεων κλινικής βιολογίας — Απόφαση διαπιστώνουσα παράβαση του άρθρου 101 ΣΛΕΕ — Ένωση επιχειρήσεων — Επαγγελματικός σύλλογος — Αντικείμενο του επιτόπιου ελέγχου και της έρευνας — Προϋποθέσεις εφαρμογής του άρθρου 101 ΣΛΕΕ — Παράβαση εξ αντικειμένου — Κατώτατη τιμή και παρεμπόδιση της αναπτύξεως ομίλων εργαστηρίων — Ενιαία και διαρκής παράβαση — Απόδειξη — Πραγματική πλάνη και πλάνη περί το δίκαιο — Ύψος του προστίμου — Σημείο 37 των κατευθυντήριων γραμμών του 2006 για τον υπολογισμό των προστίμων — Πλήρης δικαιοδοσία»

Περίληψη – Απόφαση του Γενικού Δικαστηρίου (ένατο τμήμα)
της 10ης Δεκεμβρίου 2014

1.      Ανταγωνισμός – Κανόνες της Ένωσης – Επιχείρηση – Έννοια – Άσκηση οικονομικής δραστηριότητας – Δραστηριότητες συνδεόμενες με την άσκηση δημόσιας εξουσίας – Δεν περιλαμβάνεται – Όρια – Κατάχρηση εξουσίας

(Άρθρο 101 § 1 ΣΛΕΕ)

2.      Συμπράξεις – Αποφάσεις ενώσεων επιχειρήσεων – Έννοια του όρου «ένωση επιχειρήσεων» – Επαγγελματικός σύλλογος – Κριτήρια εκτιμήσεως – Ordre national des pharmaciens [εθνικός φαρμακευτικός σύλλογος] – Εμπίπτει – Νόθευση του ανταγωνισμού – Δικαιολόγηση βάσει του γενικού συμφέροντος – Δεν υφίσταται σε περίπτωση υπερβάσεως από τον επαγγελματικό σύλλογο του καθορισμένου από τον νομοθέτη πλαισίου – Εφαρμογή των κανόνων ανταγωνισμού

(Άρθρο 101 § 1 ΣΛΕΕ)

3.      Ανταγωνισμός – Κανόνες της Ένωσης – Εξουσία των κρατών μελών να επιβάλλουν περιορισμούς στην ελευθερία εγκαταστάσεως για λόγους προστασίας της δημόσιας υγείας – Δεν επηρεάζει την υποχρέωση των ιδιωτικών επιχειρήσεων να τηρούν τους κανόνες του ανταγωνισμού

(Άρθρα 49 ΣΛΕΕ και 101 § 1 ΣΛΕΕ)

4.      Ανταγωνισμός – Διοικητική διαδικασία – Απόφαση της Επιτροπής διαπιστώνουσα παράβαση – Η Επιτροπή φέρει το βάρος αποδείξεως της παραβάσεως – Περιεχόμενο της έννοιας του βάρους αποδείξεως – Συνολική εκτίμηση των αποδεικτικών στοιχείων – Δικαστικός έλεγχος – Περιεχόμενο

(Άρθρο 101 § 1 ΣΛΕΕ· κανονισμός 1/2003 του Συμβουλίου, άρθρα 2 και 31)

5.      Συμπράξεις – Αποφάσεις ενώσεων επιχειρήσεων – Φαρμακευτικός σύλλογος – Υποχρέωση να ενεργεί εντός πλαισίου καθορισμένου από εθνική νομοθεσία, σύμφωνη με το δίκαιο της Ένωσης

(Άρθρο 101 § 1 ΣΛΕΕ)

6.      Συμπράξεις – Αποφάσεις ενώσεων επιχειρήσεων – Φαρμακευτικός σύλλογος – Αποφάσεις ληφθείσες καθ’ υπέρβαση των εκ του νόμου εξουσιών – Δεν επιτρέπονται

(Άρθρο 101 § 1 ΣΛΕΕ)

7.      Ανταγωνισμός – Διοικητική διαδικασία – Εξουσίες της Επιτροπής για τη διενέργεια ελέγχου – Απόφαση διατάσσουσα τη διενέργεια ελέγχου – Υποχρέωση αιτιολογήσεως – Περιεχόμενο – Υποχρέωση δηλώσεως του αντικειμένου και του σκοπού του ελέγχου, χωρίς νομικό χαρακτηρισμό των ερευνώμενων παραβάσεων

(Άρθρα 101 § 1 ΣΛΕΕ και 296 ΣΛΕΕ· κανονισμός 1/2003 του Συμβουλίου, άρθρο 20 § 4)

8.      Προσφυγή ακυρώσεως – Παραδεκτό – Φυσικά ή νομικά πρόσωπα – Επιχείρηση αποδέκτρια ανακοινώσεως αιτιάσεων, η οποία δεν αμφισβήτησε τα πραγματικά ή τα νομικά στοιχεία κατά τη διοικητική διαδικασία – Περιορισμός της ασκήσεως του δικαιώματος προσφυγής – Δεν υφίσταται

(Άρθρα 101 ΣΛΕΕ, 102 ΣΛΕΕ και 263, εδ. 4, ΣΛΕΕ· Χάρτης των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, άρθρα 47 και 52 § 1)

9.      Ανταγωνισμός – Διοικητική διαδικασία – Εξουσία ελέγχου της Επιτροπής – Χρήση πληροφοριών που έχουν συλλεγεί κατά τον έλεγχο – Όρια – Διενέργεια έρευνας για αντίθετες προς τους κανόνες του ανταγωνισμού συμπεριφορές σε άλλον κλάδο, οι οποίες αποκαλύφθηκαν παρεμπιπτόντως στο πλαίσιο ελέγχου – Επιτρέπεται

(Κανονισμός 1/2003 του Συμβουλίου, άρθρο 20 § 4)

10.    Συμπράξεις – Εναρμονισμένη πρακτική – Έννοια – Αντικείμενο ή αποτέλεσμα αντίθετο προς τους κανόνες του ανταγωνισμού – Κριτήρια εκτιμήσεως – Εφαρμογή των ίδιων κριτηρίων για συμφωνία, απόφαση ή εναρμονισμένη πρακτική

(Άρθρο 101 § 1 ΣΛΕΕ)

11.    Συμπράξεις – Νόθευση του ανταγωνισμού – Κριτήρια εκτιμήσεως – Αντικείμενο αντίθετο προς τους κανόνες ανταγωνισμού – Επαρκής διαπίστωση – Διάκριση μεταξύ παραβάσεων εξ αντικειμένου και παραβάσεων εκ του αποτελέσματος

(Άρθρο 101 § 1 ΣΛΕΕ)

12.    Συμπράξεις – Νόθευση του ανταγωνισμού – Συμφωνία σκοπούσα τον περιορισμό του ανταγωνισμού – Ταυτόχρονη επιδίωξη νόμιμων σκοπών – Δεν ασκεί επιρροή – Υπέρβαση, από επαγγελματικό σύλλογο, των ορίων της εκ του νόμου προβλεπόμενης αποστολής του – Παραβίαση των κανόνων του ανταγωνισμού

(Άρθρο 101 § 1 ΣΛΕΕ)

13.    Ένδικη διαδικασία – Προβολή νέων ισχυρισμών κατά τη διάρκεια της διαδικασίας – Προϋποθέσεις – Ανάπτυξη προβληθέντος λόγου – Δεν υφίσταται ανάπτυξη – Απαράδεκτο

(Κανονισμός Διαδικασίας του Γενικού Δικαστηρίου, άρθρα 44 § 1, στοιχείο γ΄, και 48 § 2)

14.    Ανταγωνισμός – Πρόστιμα – Ύψος – Καθορισμός – Εξουσία εκτιμήσεως της Επιτροπής – Δικαστικός έλεγχος – Πλήρης δικαιοδοσία του δικαστή της Ένωσης – Περιεχόμενο

(Άρθρα 101 ΣΛΕΕ και 261 ΣΛΕΕ· κανονισμός 1/2003 του Συμβουλίου, άρθρα 23 § 2 και 31)

15.    Ανταγωνισμός – Πρόστιμα – Απόφαση περί επιβολής προστίμου – Υποχρέωση αιτιολογήσεως – Περιεχόμενο – Μνεία των στοιχείων εκτιμήσεως τα οποία χρησιμοποίησε η Επιτροπή για να μετρήσει τη σοβαρότητα και τη διάρκεια της παραβάσεως – Επαρκής ένδειξη

(Άρθρα 101 ΣΛΕΕ, 261 ΣΛΕΕ και 296 ΣΛΕΕ· κανονισμός 1/2003 του Συμβουλίου, άρθρα 23 § 2 και 31)

16.    Ανταγωνισμός – Πρόστιμα – Ύψος – Καθορισμός – Κριτήρια – Εξουσία εκτιμήσεως της Επιτροπής – Υποχρέωση της Επιτροπής να ακολουθήσει την προηγούμενη πρακτική της όσον αφορά τη λήψη αποφάσεων – Δεν συντρέχει

(Άρθρα 101 ΣΛΕΕ και 261 ΣΛΕΕ· κανονισμός 1/2003 του Συμβουλίου, άρθρο 23 § 2)

17.    Ανταγωνισμός – Πρόστιμα – Ύψος – Καθορισμός – Κριτήρια – Αποτρεπτικός χαρακτήρας του προστίμου – Αποτρεπτικό αποτέλεσμα τόσο έναντι της αυτουργού της παραβάσεως επιχειρήσεως όσο και έναντι των τρίτων

(Άρθρο 101 § 1 ΣΛΕΕ· κανονισμός 1/2003 του Συμβουλίου, άρθρο 23 § 2)

18.    Ανταγωνισμός – Πρόστιμα – Ύψος – Καθορισμός – Κριτήρια – Σοβαρότητα της παραβάσεως – Κριτήρια εκτιμήσεως

(Άρθρο 101 § 1 ΣΛΕΕ· κανονισμός 1/2003 του Συμβουλίου, άρθρο 23 § 2)

19.    Ανταγωνισμός – Πρόστιμα – Ύψος – Καθορισμός – Κριτήρια – Σοβαρότητα της παραβάσεως – Υποχρέωση συνεκτιμήσεως των συγκεκριμένων επιπτώσεων στην αγορά – Δεν υφίσταται – Υπεροχή του κριτηρίου της φύσεως της παραβάσεως

(Άρθρο 101 § 1 ΣΛΕΕ· κανονισμός 1/2003 του Συμβουλίου, άρθρο 23 § 2)

20.    Ανταγωνισμός – Πρόστιμα – Ύψος – Καθορισμός – Κριτήρια – Ελαφρυντικές περιστάσεις – Ενέργειες των δημοσίων αρχών οι οποίες επηρέασαν την προσαπτόμενη συμπεριφορά

(Άρθρο 101 § 1 ΣΛΕΕ· κανονισμός 1/2003 του Συμβουλίου, άρθρο 23 § 2)

21.    Ανταγωνισμός – Πρόστιμα – Ύψος – Καθορισμός – Κριτήρια – Υποχρέωση συνεκτιμήσεως της οικονομικής καταστάσεως της οικείας επιχειρήσεως – Δεν υφίσταται – Πραγματική δυνατότητα της επιχειρήσεως να καταβάλει το πρόστιμο σε ένα ιδιαίτερο κοινωνικό πλαίσιο – Συνεκτίμηση

(Άρθρο 101 § 1 ΣΛΕΕ· κανονισμός 1/2003 του Συμβουλίου, άρθρο 23 § 2)

1.      Στο δίκαιο του ανταγωνισμού, οι κανόνες περί ανταγωνισμού της Συνθήκης δεν έχουν εφαρμογή σε δραστηριότητα η οποία, λόγω της φύσεώς της, των κανόνων στους οποίους υπόκειται και του αντικειμένου της, δεν εμπίπτει στη σφαίρα των οικονομικών συναλλαγών, ή συνδέεται με την άσκηση δημοσίας εξουσίας. Ωστόσο, η άσκηση πειθαρχικής εξουσίας από επαγγελματικό σύλλογο δεν παρέχει απόλυτη προστασία κατά οποιασδήποτε αιτιάσεως για περιορισμό του ανταγωνισμού, διότι η προδήλως πλημμελής άσκηση της εξουσίας αυτής συνιστά ενδεχομένως και καταχρηστική άσκησή της.

(βλ. σκέψεις 36, 197, 207)

2.      Κάθε απόφαση ενώσεως επιχειρήσεων που δύναται να περιορίσει την ελευθερία δράσεως των μερών δεν εμπίπτει οπωσδήποτε στην απαγόρευση του άρθρου 101, παράγραφος 1, ΣΛΕΕ. Συγκεκριμένα, για την εφαρμογή της διατάξεως αυτής σε συγκεκριμένη περίπτωση, πρέπει πρώτα να ληφθούν υπόψη το γενικό πλαίσιο στο οποίο ελήφθη η απόφαση περί ενώσεως των εν λόγω επιχειρήσεων ή στο οποίο αναπτύσσει τα αποτελέσματά της, και ιδίως οι στόχοι της. Εν συνεχεία, πρέπει να εξεταστεί εάν τα εντεύθεν περιοριστικά του ανταγωνισμού αποτελέσματα είναι συνυφασμένα με την επιδίωξη των εν λόγω σκοπών. Πράγματι, λόγοι γενικού συμφέροντος και, ειδικότερα, το συμφέρον για την εύρυθμη άσκηση ενός επαγγέλματος μπορούν να δικαιολογήσουν τη μη εφαρμογή του άρθρου 101, παράγραφος 1, ΣΛΕΕ σε περιορισμούς του ανταγωνισμού οι οποίοι κρίνονται αναγκαίοι. Στο πλαίσιο αυτό, η δραστηριότητα επαγγελματικού συλλόγου φαρμακοποιών αποτελεί επαγγελματικό σύλλογο των φαρμακοποιών, ορισμένοι τουλάχιστον εκ των οποίων ασκούν οικονομική δραστηριότητα και έχουν την ιδιότητα του επιχειρηματία, πρέπει να οριοθετείται από το πλαίσιο που έχει καθοριστεί από τον νομοθέτη και τις διοικητικές αρχές, καθώς ο σύλλογος δεν διαθέτει κανονιστική εξουσία.

Επομένως, όταν ο σύλλογος αυτός ενεργεί βάσει ερμηνείας αντίθετης προς το γράμμα των κείμενων διατάξεων ή ακόμη όταν υιοθετεί ακόμη πιο περιοριστική ερμηνεία στο πλαίσιο ορισμένης στρατηγικής, δεν είναι δυνατόν να εξαιρεθούν οι πρακτικές του από το πεδίο εφαρμογής του άρθρου 101, παράγραφος 1, ΣΛΕΕ, με το επιχείρημα ότι οι πρακτικές αυτές είναι απαραίτητες για την επιδίωξη θεμιτού σκοπού. Ειδικότερα, δεν μπορεί ένα όργανο που εκπροσωπεί ιδιώτες να διευρύνει το πεδίο της παρεχόμενης από τον νόμο προστασίας, προκειμένου να διαφυλάξει τα συμφέροντα μιας ομάδας, ενώ ο νομοθέτης έχει οριοθετήσει την παρεχόμενη προστασία και έχει επιτρέψει σε ορισμένο βαθμό τον ανταγωνισμό.

(βλ. σκέψεις 37, 38, 40, 41, 347)

3.      Η αναγνώριση της εξουσίας των κρατών μελών να θέτουν περιορισμούς στην ελευθερία εγκαταστάσεως εν ονόματι της προστασίας της δημόσιας υγείας δεν σημαίνει ότι επιτρέπεται σε ιδιώτες ή στα όργανα που τους εκπροσωπούν να μην εφαρμόζουν τους κανόνες της Συνθήκης περί ανταγωνισμού, επιβάλλοντας μη προβλεπόμενους από το κράτος περιορισμούς του ανταγωνισμού.

(βλ. σκέψη 49)

4.      Βλ. το κείμενο της αποφάσεως.

(βλ. σκέψεις 53-57, 61)

5.      Όσον αφορά την εφαρμογή των κανόνων του ανταγωνισμού, εφόσον ο εθνικός νομοθέτης έχει κρίνει ότι η ανεξάρτητη άσκηση ενός επαγγέλματος μπορεί να διασφαλιστεί επαρκώς από τη συνδυασμένη εφαρμογή δύο περιορισμών, και συγκεκριμένα, αφενός, δια του περιορισμού της συμμετοχής μη ασκούντων το επάγγελμα προσώπων στο κεφάλαιο εταιρίας ασκήσεως ελευθέρου επαγγέλματος σε ποσοστό 25 % κατ’ ανώτατο όριο και, αφετέρου, στην κατοχή της πλειοψηφίας των δικαιωμάτων ψήφου από πρόσωπα που ασκούν το επάγγελμά τους εντός της εν λόγω εταιρίας, ο φαρμακευτικός σύλλογος οφείλει να ενεργεί εντός των ορίων αυτών, η δε αρχή της επαγγελματικής ανεξαρτησίας δεν μπορεί να αποτελεί πρόσχημα για τον περιορισμό της προσβάσεως στο κεφάλαιο των εν λόγω εταιριών στο πλαίσιο σύμφωνων με τη νομοθεσία εταιρικών σχημάτων. Είναι, συνεπώς, υπέρμετρες οι παρεμβάσεις επαγγελματικού συλλόγου ο οποίος έχει επιλέξει να ακολουθεί συστηματικά την ερμηνεία την πλέον δυσμενή για το άνοιγμα της αγοράς σε ομίλους εργαστηρίων.

Ομοίως, όσον αφορά τη χρήση της τεχνικής της αποψιλώσεως της κυριότητας, η οποία συνίσταται στη διάσπαση της κυριότητας επί των τίτλων εταιρίας ασκήσεως ελευθέρου επαγγέλματος μεταξύ επικαρπίας, η οποία παρέχει δικαίωμα ψήφου για τη διανομή των κερδών και δικαίωμα εισπράξεως μερισμάτων, και ψιλής κυριότητας, ο επαγγελματικός σύλλογος ο οποίος απαιτεί την απάλειψη από το καταστατικό κάθε αναφοράς σε αποψίλωση της κυριότητας, ανεξαρτήτως του ποσοστού του κατεχομένου κεφαλαίου, υιοθετεί εξαρχής θέση αντίθετη στο ισχύον νομικό πλαίσιο, με συνέπεια να αντιτάσσεται σε εταιρικά σχήματα σύμφωνα με τον νόμο.

(βλ. σκέψεις 89, 91, 100, 110, 125, 126)

6.      Όσον αφορά την εφαρμογή των κανόνων του ανταγωνισμού, έναντι ενός νομοθετικού πλαισίου το οποίο αναμφισβήτητα επιδέχεται ερμηνεία, ο επαγγελματικός σύλλογος δεν τηρεί τα όρια της εκ του νόμου απορρέουσας εξουσίας του, εφόσον σφετερίζεται ορισμένες κανονιστικές αρμοδιότητες και επιβάλλει βαρύτερες υποχρεώσεις σε εταιρίες ασκήσεως ελευθέρου επαγγέλματος οι οποίες επιζητούν να κάνουν χρήση των εκ του νόμου δυνατοτήτων συμμετοχής τρίτων στο κεφάλαιό τους, ιδίως εάν επιβάλλει, επανειλημμένως και βάσει δικής του ερμηνείας του νόμου, τη γνωστοποίηση τη γνωστοποίηση μεταβολών στη μετοχική σύνθεση τέτοιων εταιριών που ενεργούν στο πλαίσιο ομίλου επιχειρήσεων, και, σε περίπτωση αρνήσεως, υποβάλλει καταγγελία και κινεί συστηματικά πειθαρχικές διαδικασίες σε βάρος τους, και προκύπτει από τα διαθέσιμα έγγραφα η ύπαρξη στρατηγικής που συνίσταται στην παρεμπόδιση της εισόδου ομίλων εργαστηρίων στην αγορά.

(βλ. σκέψεις 170, 180, 186, 192)

7.      Όσον αφορά την εφαρμογή των κανόνων του ανταγωνισμού, η υποχρέωση αιτιολογήσεως της αποφάσεως της Επιτροπής περί διενέργειας ελέγχου απορρέει από το άρθρο 20, παράγραφος 4, του κανονισμού 1/2003, κατά το οποίο με την απόφαση αυτή πρέπει να προσδιορίζονται το αντικείμενο και ο σκοπός του ελέγχου, για την προστασία των δικαιωμάτων άμυνας των επιχειρήσεων που εμπλέκονται κατά το συγκεκριμένο στάδιο της έρευνας. Συναφώς, η Επιτροπή, μολονότι υποχρεούται να προσδιορίσει με τη μεγαλύτερη δυνατή ακρίβεια τις υπόνοιες που σκοπεύει να διερευνήσει, εντούτοις δεν είναι υποχρεωμένη να προβεί στον ακριβή νομικό χαρακτηρισμό των υπό διερεύνηση παραβάσεων. Η Επιτροπή υποχρεούται μόνο να περιγράψει τα ουσιώδη χαρακτηριστικά της εικαζόμενης παραβάσεως, καθώς δεν διαθέτει ακόμη ακριβή στοιχεία για να προβεί σε εξειδικευμένη νομική αξιολόγηση, αλλά πρέπει προηγουμένως να ελέγξει την ορθότητα των υπονοιών της και να διερευνήσει την έκταση των γεγονότων.

(βλ. σκέψεις 219-221, 231)

8.      Βλ. το κείμενο της αποφάσεως.

(βλ. σκέψη 223)

9.      Βλ. το κείμενο της αποφάσεως.

(βλ. σκέψη 235)

10.    Βλ. το κείμενο της αποφάσεως.

(βλ. σκέψη 305)

11.    Βλ. το κείμενο της αποφάσεως.

(βλ. σκέψεις 307-310)

12.    Σε ένα οικονομικό και νομικό πλαίσιο που χαρακτηρίζεται από την ύπαρξη ρυθμιζόμενης και προστατευόμενης αγοράς των υπηρεσιών αναλύσεων κλινικής βιολογίας, με περιορισμένη δυνατότητα ανταγωνισμού ως προς τις τιμές, μέσω εκπτώσεων για τις αναλύσεις που πραγματοποιούνται στο πλαίσιο της ιατρικής της εργασίας, μεταξύ εργαστηρίων και νοσοκομειακών ιδρυμάτων ή οργανισμών κοινωνικής ασφαλίσεως, οι αποφάσεις και οι πρακτικές ενός φαρμακευτικού συλλόγου που αποσκοπούσαν στον καθορισμό των τιμών της αγοράς κρίνονται αντίθετες στο άρθρο 101, παράγραφος 1, ΣΛΕΕ, χωρίς να είναι απαραίτητο να αποδειχθούν ότι επέφεραν συγκεκριμένες επιπτώσεις στην αγορά. Υπό τις συνθήκες αυτές, δεν ευσταθεί η θέση ότι σκοπό του συλλόγου, όσον αφορά τις εκπτώσεις, ήταν η προστασία της δημόσιας υγείας, διά της τηρήσεως της αρχής της επαγγελματικής ανεξαρτησίας του φαρμακοποιού-βιολόγου, διότι η σχετική με τις εκπτώσεις πολιτική του συλλόγου στηρίζεται σε διασταλτική ερμηνεία του νομικού πλαισίου. Εν πάση περιπτώσει, το γεγονός ότι ο Σύλλογος επιδίωκε θεμιτό σκοπό δεν αποκλείει να έχει η σχετική με τις εκπτώσεις πολιτική του ως αντικείμενο τον περιορισμό του ανταγωνισμού.

(βλ. σκέψεις 322, 327, 346, 347)

13.    Βλ. το κείμενο της αποφάσεως.

(βλ. σκέψεις 334-342)

14.    Βλ. το κείμενο της αποφάσεως.

(βλ. σκέψεις 351-353)

15.    Βλ. το κείμενο της αποφάσεως.

(βλ. σκέψη 356)

16.    Βλ. το κείμενο της αποφάσεως.

(βλ. σκέψεις 359, 360)

17.    Βλ. το κείμενο της αποφάσεως.

(βλ. σκέψη 362)

18.    Βλ. το κείμενο της αποφάσεως.

(βλ. σκέψεις 359, 361, 365, 369)

19.    Βλ. το κείμενο της αποφάσεως.

(βλ. σκέψεις 370, 371)

20.    Βλ. το κείμενο της αποφάσεως.

(βλ. σκέψεις 375-382)

21.    Βλ. το κείμενο της αποφάσεως.

(βλ. σκέψεις 384-388)