Language of document : ECLI:EU:T:2010:209

Υπόθεση T-181/08

Pye Phyo Tay Za

κατά

Συμβουλίου της Ευρωπαϊκής Ενώσεως

«Κοινή εξωτερική πολιτική και πολιτική ασφάλειας – Περιοριστικά μέτρα κατά της Μιανμάρ – Δέσμευση κεφαλαίων – Προσφυγή ακυρώσεως – Νομική βάση συνδυασμού των άρθρων 60 ΕΚ και 301 ΕΚ – Υποχρέωση αιτιολογήσεως – Δικαιώματα άμυνας – Δικαίωμα αποτελεσματικού δικαστικού ελέγχου – Δικαίωμα προστασίας της ιδιοκτησίας – Αναλογικότητα»

Περίληψη της αποφάσεως

1.      Πράξεις των οργάνων – Επιλογή της νομικής βάσεως – Κανονισμός για την ανανέωση της ισχύος και την ενίσχυση των περιοριστικών μέτρων που έχουν ληφθεί κατά τρίτης χώρας

(Άρθρα 60 ΕΚ και 301 ΕΚ· κοινές θέσεις 2006/318 και 2007/750 του Συμβουλίου· κανονισμός 194/2008 του Συμβουλίου)

2.      Πράξεις των οργάνων – Αιτιολογία – Υποχρέωση αιτιολογήσεως – Έκταση – Κανονισμός για την ανανέωση της ισχύος και την ενίσχυση των περιοριστικών μέτρων που έχουν ληφθεί κατά τρίτης χώρας

(Άρθρο 253 ΕΚ· κανονισμός 194/2008 του Συμβουλίου, άρθρο 11 § 1)

3.      Κοινοτικό δίκαιο – Αρχές – Δικαιώματα άμυνας – Κανονισμός για την ανανέωση της ισχύος και την ενίσχυση των περιοριστικών μέτρων που έχουν ληφθεί κατά τρίτης χώρας

(Άρθρο 249 ΕΚ· κοινές θέσεις 2006/318 και 2007/750 του Συμβουλίου· κανονισμός 194/2008 του Συμβουλίου, άρθρο 11 § 1 )

4.      Ευρωπαϊκές Κοινότητες – Δικαστικός έλεγχος της νομιμότητας των πράξεων των θεσμικών οργάνων – Οικονομικές κυρώσεις θεσπισθείσες από το Συμβούλιο βάσει των άρθρων 60 ΕΚ και 301 ΕΚ

(Άρθρο 6 ΕΕ· άρθρα 60 ΕΚ και 301 ΕΚ· Χάρτης των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, άρθρο 47· κανονισμός 194/2008 του Συμβουλίου)

5.      Κοινοτικό δίκαιο – Αρχές – Θεμελιώδη δικαιώματα – Περιορισμοί στην άσκηση θεμελιωδών δικαιωμάτων δικαιολογούμενοι από το γενικό συμφέρον – Κυρώσεις κατά τρίτης χώρας

(Κανονισμός 194/2008 του Συμβουλίου)

1.      Βάσει του άρθρου 60, παράγραφος 1, ΕΚ, το Συμβούλιο, κατά την προβλεπόμενη στο άρθρο 301 ΕΚ διαδικασία, μπορεί να λαμβάνει, έναντι των οικείων τρίτων χωρών, τα αναγκαία επείγοντα μέτρα όσον αφορά τις κινήσεις κεφαλαίων και τις πληρωμές. Το άρθρο 301 ΕΚ προβλέπει ρητώς τη δυνατότητα δράσεως της Κοινότητας για τη μερική ή ολοκληρωτική μείωση ή διακοπή των οικονομικών σχέσεων με μία ή περισσότερες τρίτες χώρες.

Συναφώς, το μέτρο το οποίο συνίσταται στη δέσμευση των κεφαλαίων και των οικονομικών πόρων ενός προσώπου βάσει του κανονισμού 194/2008, για την ανανέωση της ισχύος και την ενίσχυση των περιοριστικών μέτρων κατά της Βιρμανίας/Μιανμάρ, αποτελεί μέτρο ληφθέν κατά τρίτης χώρας, εφόσον, αφενός, η έννοια της τρίτης χώρας, κατά τα άρθρα 60 ΕΚ και 301 ΕΚ, μπορεί να περιλαμβάνει τους κυβερνώντες της χώρας αυτής καθώς και τα άτομα και τις οντότητες που συνδέονται με τους εν λόγω κυβερνώντες ή ελέγχονται άμεσα ή έμμεσα από αυτούς και, αφετέρου, υφίσταται επαρκής σύνδεσμος, κατά την έννοια των διατάξεων αυτών, μεταξύ του οικείου ατόμου και του εν λόγω καθεστώτος.

Εξάλλου, εφόσον το Συμβούλιο εξέδωσε τον κανονισμό 194/2008 για να θέσει σε εφαρμογή την κοινή θέση 2006/318, για την ανανέωση της ισχύος και την ενίσχυση των περιοριστικών μέτρων κατά της Βιρμανίας/Μιανμάρ, και την κοινή θέση 2007/750, τα περιοριστικά μέτρα που προβλέπει ο κανονισμός αυτός μπορούν να θεωρηθούν ως επείγοντα και αναγκαία μέτρα υπό την έννοια των άρθρων 60 ΕΚ και 301 ΕΚ.

(βλ. σκέψεις 54, 56, 61, 73, 76, 79, 82)

2.      Πλην της περιπτώσεως υπάρξεως επιτακτικών λόγων περί της ασφάλειας της Κοινότητας ή των κρατών μελών της ή της διεξαγωγής των διεθνών τους σχέσεων, το Συμβούλιο υποχρεούται να αναφέρει τα πραγματικά και νομικά στοιχεία από τα οποία εξαρτάται η νόμιμη δικαιολόγηση της αποφάσεως για τη λήψη μέτρου δεσμεύσεως κεφαλαίων και τις σκέψεις που το οδήγησαν να λάβει την απόφαση αυτή. Από την αιτιολογία ενός τέτοιου μέτρου πρέπει συνεπώς να προκύπτουν οι ειδικοί και συγκεκριμένοι λόγοι για τους οποίους το Συμβούλιο θεωρεί ότι η σχετική ρύθμιση μπορεί να εφαρμοστεί στον ενδιαφερόμενο.

Η απαίτηση αυτή πληρούται όταν, εκδίδοντας κανονισμό όπως ο κανονισμός 194/2008, για την ανανέωση της ισχύος και την ενίσχυση των περιοριστικών μέτρων κατά της Βιρμανίας/Μιανμάρ, το Συμβούλιο εκθέτει τους λόγους για τους οποίους θεωρεί ότι, γενικώς, τα περιοριστικά μέτρα κατά της Ένωσης της Μιανμάρ και, ειδικότερα, τα περιοριστικά μέτρα που επιβάλλονται συγκεκριμένα στα πρόσωπα ή οντότητες που αφορά δικαιολογούνται ή εξακολουθούν να δικαιολογούνται. Καθόσον ο εν λόγω κανονισμός έχει απλώς ως αντικείμενο τη διατήρηση των μέτρων αυτών, ελλείψει ουσιαστικών τροποποιήσεων των πραγματικών και νομικών στοιχείων που δικαιολόγησαν την εγγραφή του ονόματος των εν λόγω προσώπων και οντοτήτων μεταξύ των ονομάτων των προσώπων τα οποία αντλούν όφελος από την οικονομική πολιτική της Κυβερνήσεως της Μιανμάρ και των λοιπών προσώπων που συνδέονται με αυτήν, το Συμβούλιο δεν ήταν υποχρεωμένο να υπενθυμίσει ρητώς τους λόγους για τους οποίους ορισμένα περιοριστικά μέτρα κατά της Ένωσης της Μιανμάρ επιβάλλονται συγκεκριμένα στο τάδε ή δείνα πρόσωπο.

(βλ. σκέψεις 96-98, 102, 105)

3.      Κανονισμός που περιέχει κυρώσεις κατά τρίτης χώρας και πλήττει ορισμένες κατηγορίες υπηκόων της έχει χαρακτήρα γενικής νομοθετικής πράξεως ακόμα και αν τα οικεία πρόσωπα προσδιορίζονται με το όνομά τους. Είναι αληθές ότι ο κανονισμός αυτός τα θίγει άμεσα και ατομικά και μπορούν να τον προσβάλουν ασκώντας προσφυγή. Πάντως, σε νομοθετική διαδικασία καταλήγουσα στην επιβολή κυρώσεων κατά τρίτης χώρας οι οποίες πλήττουν ορισμένες κατηγορίες υπηκόων της, τα δικαιώματα άμυνας δεν έχουν εφαρμογή στις κατηγορίες αυτές. Για τη θέσπιση τέτοιου κανονισμού, τα πρόσωπα δεν διαθέτουν συναφώς δικαίωμα συμμετοχής ακόμα και αν τελικώς ο κανονισμός τα αφορά ατομικώς.

Εξάλλου, προκειμένου για περιοριστικά μέτρα ληφθέντα κατά της Ένωσης του Μιανμάρ, τα οποία προβλέπονται με τον κανονισμό 194/2008, για την ανανέωση της ισχύος και την ενίσχυση των περιοριστικών μέτρων κατά της Βιρμανίας/Μιανμάρ, δεν απαιτείται, εν πάση περιπτώσει, ιδιαίτερη κοινοποίηση των πραγματικών και νομικών στοιχείων που δικαιολογούν τα επίδικα περιοριστικά μέτρα πριν από την έκδοση του επίδικου κανονισμού, λαμβανομένου υπόψη ότι ο κανονισμός αυτός έχει ως αντικείμενο τη διατήρηση ήδη ληφθέντων περιοριστικών μέτρων. Συγκεκριμένα, ο κανονισμός 194/2008 θέτει σε εφαρμογή τις κοινές θέσεις 2006/318 και 2007/750, οι οποίες έχουν δημοσιευθεί στην Επίσημη Εφημερίδα και εκθέτουν όλα τα πραγματικά και νομικά στοιχεία που δικαιολογούν την έκδοση και τη διατήρηση των επίδικων περιοριστικών μέτρων.

Λαμβανομένων υπόψη των στοιχείων που δικαιολογούν τα προβλεπόμενα με τις κοινές αυτές θέσεις περιοριστικά μέτρα, τα πρόσωπα και οντότητες, στα οποία επιβάλλονται συγκεκριμένα τα μέτρα αυτά, μπόρεσαν να γνωστοποιήσουν επωφελώς την άποψή τους στο Συμβούλιο πριν από την έκδοση του κανονισμού 194/2008. Πάντως, η τυχόν έλλειψη προηγούμενης ακροάσεως δεν ασκεί επιρροή στη νομιμότητα της πράξεως, διότι η ακρόαση αυτή δεν θα κατέληγε σε διαφορετικό αποτέλεσμα.

(βλ. σκέψεις 123-124, 127, 130-132)

4.      Οι ιδιώτες πρέπει να έχουν τη δυνατότητα να τύχουν αποτελεσματικής δικαστικής προστασίας των δικαιωμάτων που αντλούν από την κοινοτική έννομη τάξη, δεδομένου ότι το δικαίωμα στην προστασία αυτή αποτελεί μέρος των γενικών αρχών του δικαίου οι οποίες απορρέουν από τις κοινές συνταγματικές παραδόσεις των κρατών μελών και καθιερώνεται επίσης από τα άρθρα 6 και 13 της Συμβάσεως για την Προάσπιση των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου και των Θεμελιωδών Ελευθεριών και επιβεβαιώνεται με το άρθρο 47 του Χάρτη Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Για τα πρόσωπα και τις οντότητες κατά των οποίων λαμβάνεται απόφαση για τη λήψη μέτρων δεσμεύσεως κεφαλαίων δυνάμει του κανονισμού 194/2008, για την ανανέωση της ισχύος και την ενίσχυση των περιοριστικών μέτρων κατά της Βιρμανίας/Μιανμάρ, η εγγενής στο δικαίωμα αποτελεσματικής δικαστικής προστασίας εγγύηση διασφαλίζεται με το δικαίωμα που έχουν οι ενδιαφερόμενοι να ασκήσουν προσφυγή ενώπιον του Γενικού Δικαστηρίου κατά της εν λόγω αποφάσεως.

Όσον αφορά το περιεχόμενο του ελέγχου του Γενικού Δικαστηρίου, πρέπει να γίνει δεκτό ότι το Συμβούλιο διαθέτει ευρεία εξουσία εκτιμήσεως όσον αφορά τα στοιχεία που πρέπει να λαμβάνονται υπόψη για τη λήψη μέτρων χρηματοοικονομικών κυρώσεων βάσει των άρθρων 60 ΕΚ και 301 ΕΚ, σύμφωνα με κοινή θέση εκδοθείσα στο πλαίσιο της κοινής εξωτερικής πολιτικής και πολιτικής ασφάλειας. Δεδομένου ότι ο κοινοτικός δικαστής δεν μπορεί, ειδικότερα, να υποκαταστήσει το Συμβούλιο όσον αφορά την εκτίμηση των αποδείξεων, γεγονότων και περιστάσεων που δικαιολογούν τη λήψη τέτοιων μέτρων, ο έλεγχος που ασκεί το Γενικό Δικαστήριο όσον αφορά τη νομιμότητα αποφάσεων δεσμεύσεως κεφαλαίων πρέπει να περιορίζεται στην εξακρίβωση της τηρήσεως των διαδικαστικών κανόνων και των κανόνων περί αιτιολογίας, του υποστατού των πραγματικών περιστατικών, καθώς και της απουσίας πρόδηλης πλάνης εκτιμήσεως των πραγματικών περιστατικών και καταχρήσεως εξουσίας.

(βλ. σκέψεις 141-142, 144)

5.      Η σημασία των σκοπών τους οποίους επιδιώκει η περί κυρώσεων κατά τρίτης χώρας ρύθμιση δύναται να δικαιολογήσει τις αρνητικές, και μάλιστα σημαντικές, συνέπειες για ορισμένα ενδιαφερόμενα πρόσωπα, περιλαμβανομένων αυτών που δεν έχουν καμία ευθύνη όσον αφορά την κατάσταση που οδήγησε στην επιβολή των οικείων μέτρων, των οποίων όμως θίγονται, μεταξύ άλλων, τα δικαιώματα ιδιοκτησίας.

Ο κανονισμός 194/2008, για την ανανέωση της ισχύος και την ενίσχυση των περιοριστικών μέτρων κατά της Βιρμανίας/Μιανμάρ, έχει σκοπό, λαμβανομένων υπόψη των σοβαρών και επαναλαμβανόμενων παραβιάσεων των ανθρωπίνων δικαιωμάτων που διαπράττει από μακρού χρόνου το στρατιωτικό καθεστώς της Μιανμάρ, να συμβάλει μέσω της ανανεώσεως και ενισχύσεως των περιοριστικών μέτρων κατά της Ένωσης της Μιανμάρ στην προώθηση της τηρήσεως των θεμελιωδών δικαιωμάτων και στην προάσπιση επομένως της δημόσιας ηθικής. Λαμβανομένης υπόψη της σημασίας του εν λόγω σκοπού γενικού συμφέροντος, η δέσμευση όλων των κεφαλαίων και των οικονομικών πόρων των μελών της Κυβερνήσεως της Μιανμάρ και των συνδεομένων με αυτή προσώπων, δεν δύναται, καθεαυτή, να κριθεί απρόσφορη ή δυσανάλογη.

Περαιτέρω, το γεγονός ότι ένα πρόσωπο θεωρείται, από έναν τέτοιου είδους κανονισμό, ως πρόσωπο συνδεόμενο με το εν λόγω στρατιωτικό καθεστώς δεν συνεπάγεται ότι, κατόπιν ατομικής επανεξετάσεως από το Συμβούλιο της αποφάσεως με την οποία το όνομά του προστέθηκε ή διατηρήθηκε στον κατάλογο των προσώπων στα οποία επιβάλλεται δέσμευση κεφαλαίων, το όνομά του πρέπει αυτομάτως να παραμένει στον κατάλογο αυτό, εφόσον δύναται πάντοτε να αποδείξει ότι δεν έχει σχέση με το εν λόγω καθεστώς και δεν αντλεί κανένα όφελος από την οικονομική πολιτική της τρίτης αυτής χώρας.

(βλ. σκέψεις 160-161, 163, 167)