Language of document : ECLI:EU:T:2011:252

Υπόθεση T-471/08

Ciarán Toland

κατά

Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου

«Πρόσβαση στα έγγραφα – Κανονισμός (ΕΚ) 1049/2001 – Έκθεση ελέγχου των αποζημιώσεων των βοηθών των βουλευτών – Άρνηση προσβάσεως – Εξαίρεση σχετική με την προστασία των σκοπών της επιθεωρήσεως, της έρευνας και του οικονομικού ελέγχου – Εξαίρεση σχετική με την προστασία της διαδικασίας λήψεως αποφάσεων»

Περίληψη της αποφάσεως

1.      Ευρωπαϊκή Ένωση – Θεσμικά όργανα – Δικαίωμα προσβάσεως του κοινού στα έγγραφα – Κανονισμός 1049/2001 – Εξαιρέσεις από το δικαίωμα προσβάσεως στα έγγραφα – Προστασία του σκοπού επιθεωρήσεως, έρευνας και οικονομικού ελέγχου – Περιεχόμενο

(Κανονισμός 1049/2001 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, άρθρο 4 § 2, τρίτη περίπτωση)

2.      Ευρωπαϊκή Ένωση – Θεσμικά όργανα – Δικαίωμα προσβάσεως του κοινού στα έγγραφα – Κανονισμός 1049/2001 – Εξαιρέσεις από το δικαίωμα προσβάσεως στα έγγραφα – Προστασία της διαδικασίας λήψεως αποφάσεων – Προϋποθέσεις

(Κανονισμός 1049/2001 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, άρθρο 4 § 3)

1.      Το άρθρο 4, παράγραφος 2, τρίτη περίπτωση, του κανονισμού 1049/2001, για την πρόσβαση του κοινού στα έγγραφα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, του Συμβουλίου και της Επιτροπής, πρέπει να ερμηνευθεί υπό την έννοια ότι η διάταξη αυτή, σκοπός της οποίας είναι η προστασία «του σκοπού επιθεώρησης, έρευνας και οικονομικού ελέγχου», έχει εφαρμογή μόνον όταν η γνωστοποίηση των οικείων εγγράφων ενδέχεται να θέσει σε κίνδυνο την ολοκλήρωση των εν λόγω διαδικασιών.

Βεβαίως, εφόσον οι έρευνες και οι επιθεωρήσεις συνεχίζονται, οι διάφορες ενέργειες στο πλαίσιο έρευνας ή επιθεωρήσεως ενδέχεται να εξακολουθήσουν να καλύπτονται από την εξαίρεση για την προστασία των διαδικασιών επιθεωρήσεως, έρευνας και οικονομικού ελέγχου, έστω και αν μια συγκεκριμένη έρευνα ή επιθεώρηση έχει περατωθεί με την κατάρτιση εκθέσεως στην οποία ζητείται πρόσβαση.

Ωστόσο, αν γινόταν δεκτό ότι τα διάφορα έγγραφα που αφορούν επιθεώρηση, έρευνα ή οικονομικό έλεγχο καλύπτονται από την εξαίρεση του άρθρου 4, παράγραφος 2, τρίτη περίπτωση, του κανονισμού 1049/2001, ενώ δεν έχει αποφασιστεί ακόμη η συνέχεια που θα δοθεί στις διαδικασίες αυτές, η πρόσβαση στα έγγραφα θα εξηρτάτο από αβέβαιο γεγονός, που ενδεχομένως θα συμβεί στο απώτερο μέλλον και του οποίου η επέλευση εξαρτάται από την ταχύτητα και την επιμέλεια με την οποία θα ενεργήσουν διάφορες εθνικές αρχές. Μια τέτοια ερμηνεία θα ήταν αντίθετη στον σκοπό που συνίσταται στο να διασφαλίζεται η πρόσβαση του κοινού σε έγγραφα σχετικά με τυχόν παρατυπίες στην οικονομική διαχείριση, ώστε οι πολίτες να έχουν τη δυνατότητα να ελέγχουν με πιο αποτελεσματικό τρόπο τη νομιμότητα της ασκήσεως της δημόσιας εξουσίας.

Η εξαίρεση από το δικαίωμα προσβάσεως του κοινού στα έγγραφα για την προστασία των ενεργειών επιθεωρήσεως, έρευνας ή οικονομικού ελέγχου μπορεί να κηρυχθεί εφαρμοστέα σε έκθεση οικονομικού ελέγχου, όπως μία έκθεση της υπηρεσίας εσωτερικού ελέγχου του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου σχετικά με την αποζημίωση των βοηθών των βουλευτών, της οποίας η δημοσιοποίηση θα έθετε σε κίνδυνο διαδικασίες επιθεωρήσεως ή έρευνας που θα συνεχιστούν, εντός εύλογης προθεσμίας, βάσει του περιεχομένου της. Ωστόσο, αυτό δεν συμβαίνει αν, εφαρμόζοντάς την, η απόφαση δεν αναφέρει καμία διαδικασία επιθεωρήσεως ή έρευνας ή άλλων διοικητικών ελέγχων που να διεξάγονταν κατά τον χρόνο εκδόσεως της εν λόγω αποφάσεως και που να αποτελούσαν τη θέση σε εφαρμογή των αμέσων μέτρων που συνιστούσε η εν λόγω έκθεση και αν αυτή αναφέρει μόνο, στο τμήμα της που ασχολείται με την απόρριψη της αιτήσεως προσβάσεως στην έκθεση αυτή, γενικώς και αορίστως, την ανάγκη να δοθεί στη διοίκηση εύλογη προθεσμία για την άμεση θέση σε εφαρμογή των προτάσεων που περιλαμβάνονται στην επίδικη έκθεση και κάνει μνεία διαφόρων πρωτοβουλιών που ελήφθησαν ενόψει ρυθμιστικής και/ή νομοθετικής μεταρρυθμίσεως του σχετικού κανονιστικού πλαισίου.

(βλ. σκέψεις 43-45, 47, 51-52)

2.      Η εφαρμογή της εξαιρέσεως για την προστασία της διαδικασίας λήψεως αποφάσεων που προβλέπει το άρθρο 4, παράγραφος 3, του κανονισμού 1049/2001, για την πρόσβαση του κοινού στα έγγραφα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, του Συμβουλίου και της Επιτροπής, προϋποθέτει ότι έχει αποδειχθεί ότι η πρόσβαση στο οικείο έγγραφο που έχει καταρτιστεί από το θεσμικό όργανο για εσωτερική χρήση μπορούσε να αποτελέσει συγκεκριμένη και πραγματική προσβολή στην προστασία της διαδικασίας λήψεως αποφάσεων του εν λόγω θεσμικού οργάνου και ότι ο εν λόγω κίνδυνος προσβολής μπορούσε ευλόγως να προβλεφθεί και δεν ήταν αμιγώς υποθετικός.

Επιπλέον, για να εμπίπτει στην εν λόγω εξαίρεση, η προσβολή της διαδικασίας λήψεως αποφάσεων πρέπει να είναι σοβαρή. Τούτο συμβαίνει μεταξύ άλλων όταν η δημοσιοποίηση του συγκεκριμένου εγγράφου έχει σημαντικό αντίκτυπο στη διαδικασία λήψεως αποφάσεων. Η εκτίμηση της σοβαρότητας εξαρτάται από το σύνολο των περιστάσεων της υποθέσεως, μεταξύ άλλων από τα αρνητικά αποτελέσματα της δημοσιοποιήσεως αυτής στη διαδικασία λήψεως αποφάσεων, τα οποία επικαλείται το θεσμικό όργανο.

Έκθεση οικονομικού ελέγχου σχετικά με την αποζημίωση των βοηθών των βουλευτών, καταρτισθείσα από την υπηρεσία εσωτερικού ελέγχου του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου σε εκτέλεση του άρθρου 86 του δημοσιονομικού κανονισμού, είναι έγγραφο το οποίο καταρτίστηκε από το εν λόγω όργανο για εσωτερική του χρήση. Η εφαρμογή της εξαιρέσεως για την προστασία της διαδικασίας λήψεως αποφάσεων στην εν λόγω έκθεση πάντως είναι αβάσιμη, εφόσον η απόφαση που αρνείται την πρόσβαση σ’ αυτήν δεν περιέχει κανένα απτό στοιχείο που να επιτρέπει να συναχθεί το συμπέρασμα ότι ο κίνδυνος προσβολής της διαδικασίας λήψεως αποφάσεων μπορούσε ευλόγως, κατά την ημερομηνία εκδόσεώς της, να προβλεφθεί και δεν ήταν αμιγώς υποθετικός, και εφόσον, μεταξύ άλλων, αυτή ουδόλως θέτει θέμα υπάρξεως, κατά την ημερομηνία αυτή, προσβολών ή απόπειρας προσβολών της διαδικασίας λήψεως αποφάσεων που βρισκόταν σε εξέλιξη, ούτε αντικειμενικών λόγων που να καθιστούν δυνατή την εύλογη πρόβλεψη ότι αυτές οι προσβολές θα επέρχονταν σε περίπτωση δημοσιοποιήσεως της εν λόγω εκθέσεως. Συναφώς, το γεγονός ότι η χρησιμοποίηση από τα μέλη του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου δημοσιονομικών μέσων που τέθηκαν στη διάθεσή τους αποτελεί λεπτό θέμα που παρακολουθείται με ενδιαφέρον από τα μέσα μαζικής ενημερώσεως δεν μπορεί, αυτό καθεαυτό, να δικαιολογεί επαρκώς και αντικειμενικώς τον φόβο σοβαρής προσβολής της διαδικασίας λήψεως αποφάσεων, χωρίς να τίθεται υπό αμφισβήτηση η ίδια η αρχή της διαφάνειας που επιδιώκεται από τη Συνθήκη ΕΚ. Ομοίως, η προβαλλομένη πολυπλοκότητα της διαδικασίας λήψεως αποφάσεων δεν αποτελεί, αυτή καθεαυτήν, ειδικό λόγο για να φοβάται κανείς ότι η δημοσιοποίηση της οικείας εκθέσεως θα προσέβαλε σοβαρώς τη διαδικασία αυτή.

(βλ. σκέψεις 70-72, 78-81)