Language of document :

Προσφυγή της 29ης Απριλίου 2010 - Stichting Woonlinie κ.λπ. κατά Επιτροπής

(Υπόθεση T-202/10)

Γλώσσα διαδικασίας: η ολλανδική

Διάδικοι

Προσφεύγουσες: Stichting Woonlinie (Woudrichem, Κάτω Χώρες), Stichting Allee Wonen (Roosendaal, Κάτω Χώρες), Woningstichting Volksbelang (Wijk bij Duurstede, Κάτω Χώρες), Stichting WoonInvest (Leidschendam-Voorburg, Κάτω Χώρες) και Stichting Woonstede (Ede, Κάτω Χώρες) (εκπρόσωποι: E. Henny, T. Ottervanger και P. Glazener, δικηγόροι)

Καθής: Ευρωπαϊκή Επιτροπή

Αιτήματα των προσφευγουσών

Οι προσφεύγουσες ζητούν από το Γενικό Δικαστήριο:

να ακυρώσει κατά το άρθρο 263 ΣΛΕΕ την απόφαση της Επιτροπής σχετικά με την υφιστάμενη ενίσχυση·

να καταδικάσει την Επιτροπή στα δικαστικά έξοδα.

Ισχυρισμοί και κύρια επιχειρήματα

Οι προσφεύγουσες ζητούν την ακύρωση της αποφάσεως C(2009) 9963 τελικό της Επιτροπής, της 15ης Δεκεμβρίου 2009, σχετικά με το μέτρο ενισχύσεως E 2/2005 και N 642/2009 (Κάτω Χώρες) - υφιστάμενη ενίσχυση και ενίσχυση υπέρ ενός ειδικού σχεδίου προοριζόμενες για εταιρίες κοινωνικής στέγης. Διατυπώνουν οκτώ λόγους ακυρώσεως.

Πρώτον, η Επιτροπή χαρακτηρίζοντας όλα τα μέτρα ως μέρος ενός καθεστώτος ενισχύσεων υπέπεσε σε νομική πλάνη. Κατά τις προσφεύγουσες, κακώς θεωρήθηκε ότι το τρίτο και το τέταρτο μέτρο που αναφέρει η Επιτροπή, παρά το ότι μπορούν να χαρακτηριστούν ως μέτρα ενισχύσεως υπό την έννοια του άρθρου 107, παράγραφος 1, ΣΛΕΕ, αποτελούν μέρος ενός υφιστάμενου καθεστώτος ενισχύσεων υπό την έννοια του άρθρου 1, στοιχείο δ΄, του κανονισμού 659/19991. Κατά συνέπεια, η Επιτροπή, περιλαμβάνοντας και τα δύο μέτρα στην έρευνά της ως προς το αν το υφιστάμενο καθεστώς ενισχύσεων είναι συμβατό με την κοινή αγορά, υπερέβη την εξουσία της.

Δεύτερον, η απόφαση της Επιτροπής στην υπόθεση Ε 2/2005 στηρίζεται σε ελλιπή και προδήλως εσφαλμένη αξιολόγηση της σχετικής εθνικής νομοθεσίας και των κρίσιμων πραγματικών περιστατικών. Κατά τις προσφεύγουσες, η Επιτροπή δεν εξέτασε αν πράγματι υπάρχει πρόδηλο σφάλμα στον ορισμό των υπηρεσιών γενικού οικονομικού συμφέροντος στο τωρινό ολλανδικό σύστημα για τη χρηματοδότηση της κοινωνικής στέγης

Τρίτον, η Επιτροπή προέβη σε εσφαλμένη και πρόχειρη αξιολόγηση κατά το μέρος που συνήγαγε ότι η εκμίσθωση κοινωνικής στέγης σε άτομα με σχετικά υψηλό εισόδημα εντάσσεται στα δημόσια καθήκοντα που έχουν ανατεθεί στις εταιρίες κοινωνικής στέγης.

Τέταρτον, η Επιτροπή υπέπεσε σε νομική πλάνη και ενήργησε κατά κατάχρηση εξουσίας στο μέτρο που ανέμενε από το Ολλανδικό Δημόσιο νέο ορισμό της "κοινωνικής στέγης". Κατά τις προσφεύγουσες, η Επιτροπή με το να διατυπώσει τον δικό της ορισμό της κοινωνικής στέγης ως υπηρεσίας γενικού οικονομικού συμφέροντος υπερέβη την εξουσία της, ενώ πρέπει να θεωρηθεί ότι οι Κάτω Χώρες έχουν ευρεία διακριτική ευχέρεια να χαράξουν οι ίδιες την πολιτική τους στον τομέα αυτόν.

Πέμπτον, η Επιτροπή υπέπεσε σε νομική πλάνη κατά το μέρος που δεν διέκρινε μεταξύ του ορισμού μιας υπηρεσίας γενικού οικονομικού συμφέροντος και του τρόπου χρηματοδοτήσεώς της.

Έκτον, η Επιτροπή παρέβλεψε την απόφαση 2005/842/ΕΚ2 αναμένοντας συγκεκριμένο ορισμό της υπηρεσίας γενικού οικονομικού συμφέροντος. Κατά τις προσφεύγουσες, η Επιτροπή εσφαλμένως έκρινε ότι ένα κράτος μέλος οφείλει να ορίσει την υπηρεσία γενικού οικονομικού συμφέροντος με βάση κάποιο όριο εισοδήματος.

Έβδομον, η Επιτροπή υπέπεσε σε πλάνη εκτιμήσεως και παρέβλεψε το άρθρο 5 της αποφάσεως 2005/842/ΕΚ κατά το μέρος που δεν διαπίστωσε ότι ο τρόπος χρηματοδοτήσεως της υπηρεσίας γενικού οικονομικού συμφέροντος ήταν προδήλως ακατάλληλος. Κατά τις προσφεύγουσες, η Επιτροπή παρέλειψε να εξετάσει αν, λαμβανομένου υπόψη του ορισμού της υπηρεσίας γενικού οικονομικού συμφέροντος, μπορούσε να πρόκειται για υπεραντιστάθμιση.

Όγδοον, η Επιτροπή καταστρατήγησε τη διαδικασία αξιολογήσεως των υφισταμένων καθεστώτων ενισχύσεως επειδή με βάση τη διαδικασία αυτή επέβαλε περιοριστική απαρίθμηση των κτηρίων που χαρακτηρίζονται ως κοινωνικά ακίνητα, οπότε τα κτήρια που δεν περιλαμβάνονται στην απαρίθμηση αυτή δεν εμπίπτουν πλέον στην υπηρεσία γενικού οικονομικού συμφέροντος.

____________

1 - Κανονισμός (ΕΚ) 659/1999 του Συμβουλίου, της 22ας Μαρτίου 1999, για τη θέσπιση λεπτομερών κανόνων εφαρμογής του άρθρου 93 της Συνθήκης ΕΚ (ΕΕ L 83, σ. 1).

2 - Απόφαση 2005/842/ΕΚ της Επιτροπής, της 28ης Νοεμβρίου 2005, για την εφαρμογή του άρθρου 86, παράγραφος 2, της Συνθήκης ΕΚ στις κρατικές ενισχύσεις υπό μορφή αντισταθμίσεως για την παροχή δημόσιας υπηρεσίας που χορηγούνται σε ορισμένες επιχειρήσεις επιφορτισμένες με τη διαχείριση υπηρεσιών γενικού οικονομικού συμφέροντος (ΕΕ L 312, σ. 67).