Language of document : ECLI:EU:T:2023:738

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΓΕΝΙΚΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (τρίτο τμήμα)

της 22ας Νοεμβρίου 2023 (*)

«Σήμα της Ευρωπαϊκής Ένωσης – Διαδικασία για την ανάκληση αποφάσεως ή την ακύρωση εγγραφής – Ακύρωση εγγραφής που έχει γίνει στο μητρώο και ενέχει πρόδηλο σφάλμα το οποίο μπορεί να αποδοθεί στο EUIPO – Εγγραφή αδειών χρήσης των εικονιστικών σημάτων LAPLANDIA Land of purity κ.λπ. – Προϋποθέσεις εγγραφής άδειας χρήσης – Απόδειξη της παραχώρησης άδειας από την καταχωρισμένη δικαιούχο – Έννοια της φράσης “προφανές σφάλμα το οποίο μπορεί να αποδοθεί στο EUIPO” – Άρθρο 27, παράγραφος 1, δεύτερη περίοδος, του κανονισμού (ΕΕ) 2017/1001 – Άρθρο 103, παράγραφος 1, πρώτη περίοδος, του κανονισμού 2017/1001»

Στην υπόθεση T‑679/22,

Oy Shaman Spirits Ltd, με έδρα την Tyrnävä (Φινλανδία), εκπροσωπούμενη από την R. Almaraz Palmero, avocate,

προσφεύγουσα,

κατά

Γραφείου Διανοητικής Ιδιοκτησίας της Ευρωπαϊκής Ένωσης (EUIPO), εκπροσωπούμενου από τον E. Μαρκάκη,

καθού,

αντίδικος ενώπιον του τμήματος προσφυγών του EUIPO, παρεμβαίνουσα ενώπιον του Γενικού Δικαστηρίου:

Global Drinks Finland Oy, με έδρα το Ελσίνκι (Φινλανδία), εκπροσωπούμενη από τον T. Talvitie, avocat,

ΤΟ ΓΕΝΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ (τρίτο τμήμα),

συγκείμενο από τους F. Schalin, πρόεδρο, G. Steinfatt (εισηγήτρια) και D. Kukovec, δικαστές,

γραμματέας: V. Di Bucci

έχοντας υπόψη την έγγραφη διαδικασία,

έχοντας υπόψη ότι οι διάδικοι δεν υπέβαλαν αίτημα για τον καθορισμό ημερομηνίας διεξαγωγής επ’ ακροατηρίου συζητήσεως εντός τριών εβδομάδων από την επίδοση του εγγράφου με το οποίο γνωστοποιήθηκε η περάτωση της έγγραφης διαδικασίας και αποφασίζοντας, κατ’ εφαρμογήν του άρθρου 106, παράγραφος 3, του Κανονισμού Διαδικασίας του Γενικού Δικαστηρίου, να κρίνει επί της προσφυγής χωρίς να διεξαχθεί προφορική διαδικασία,

εκδίδει την ακόλουθη

Απόφαση

1        Με την προσφυγή της βάσει του άρθρου 263 ΣΛΕΕ, η προσφεύγουσα Oy Shaman Spirits Ltd ζητεί την ακύρωση της αποφάσεως του πρώτου τμήματος προσφυγών του Γραφείου Διανοητικής Ιδιοκτησίας της Ευρωπαϊκής Ένωσης (EUIPO) της 14ης Σεπτεμβρίου 2022 (υπόθεση R 909/2021-1) (στο εξής: προσβαλλόμενη απόφαση).

 Ιστορικό της διαφοράς

2        Μεταξύ 2008 και 2016, η Brandavid Oy καταχώρισε τα ακόλουθα εικονιστικά σήματα της Ευρωπαϊκής Ένωσης (στο εξής: επίμαχα σήματα):

–        το κάτωθι αναπαριστώμενο εικονιστικό σήμα της Ευρωπαϊκής Ένωσης, το οποίο καταχωρίστηκε στις 15 Σεπτεμβρίου 2008 υπό τον αριθμό 6 491 914, για προϊόντα των κλάσεων 32 και 33 του Διακανονισμού της Νίκαιας, της 15ης Ιουνίου 1957, για τη διεθνή ταξινόμηση προϊόντων και υπηρεσιών με σκοπό την καταχώριση σημάτων, όπως έχει αναθεωρηθεί και τροποποιηθεί:

Image not found

–        το κάτωθι αναπαριστώμενο εικονιστικό σήμα της Ευρωπαϊκής Ένωσης, το οποίο καταχωρίστηκε στις 20 Οκτωβρίου 2009 υπό τον αριθμό 7 087 281, για προϊόντα των κλάσεων 32 και 33:

Image not found

–        το κάτωθι αναπαριστώμενο εικονιστικό σήμα της Ευρωπαϊκής Ένωσης, το οποίο καταχωρίστηκε στις 29 Φεβρουαρίου 2016 υπό τον αριθμό 14 786 883, για προϊόντα των κλάσεων 31, 32 και 33:

Image not found

3        Στις 5 Ιανουαρίου 2017 καταχωρίστηκε στο μητρώο εγγραφή για τη μεταβίβαση των επίμαχων σημάτων στην παρεμβαίνουσα, Global Drinks Finland Oy.

4        Με αίτημα το οποίο υποβλήθηκε στις 6 Ιουλίου 2020, μαζί με αντίγραφο συμφωνίας συναφθείσας μεταξύ της προσφεύγουσας και της Brandavid Oy (στο εξής: συμφωνία παραχώρησης άδειας), η προσφεύγουσα ζήτησε από το EUIPO να καταχωρίσει στο μητρώο σημάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης ότι της παραχωρήθηκε αποκλειστική άδεια χρήσης των επίμαχων σημάτων.

5        Στις 27 Ιουλίου 2020 το όργανο που είναι αρμόδιο για την τήρηση του μητρώου του EUIPO [στο εξής: αρμόδιο όργανο] κοινοποίησε στην προσφεύγουσα και στην παρεμβαίνουσα την καταχώριση της άδειας, η οποία πραγματοποιήθηκε κατόπιν του αιτήματος της προσφεύγουσας, δυνάμει του άρθρου 111 του κανονισμού (ΕΕ) 2017/1001 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 14ης Ιουνίου 2017, για το σήμα της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΕΕ 2017, L 154, σ. 1).

6        Με επιστολές της 12ης και της 19ης Οκτωβρίου 2020, η παρεμβαίνουσα εκδήλωσε τη διαφωνία της προς την καταχώριση της άδειας.

7        Στις 25 Νοεμβρίου 2020 το αρμόδιο όργανο ανακοίνωσε ότι η καταχώριση της άδειας επρόκειτο να ανακληθεί, εκτός εάν η προσφεύγουσα αποδείκνυε ότι η παρεμβαίνουσα αποδέχεται την καταχώριση της άδειας.

8        Στις 22 Δεκεμβρίου 2020 η προσφεύγουσα προσκόμισε έξι έγγραφα προκειμένου να αποδείξει ότι η παρεμβαίνουσα είχε αποδεχθεί τη συμφωνία παραχώρησης άδειας.

9        Με απόφαση της 18ης Μαρτίου 2021, εκδοθείσα βάσει του άρθρου 103, παράγραφος 1, του κανονισμού 2017/1001, το αρμόδιο όργανο ακύρωσε την εγγραφή της άδειας στο μητρώο σημάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

10      Στις 14 Μαΐου 2021 η προσφεύγουσα άσκησε προσφυγή κατά της αποφάσεως του αρμοδίου οργάνου.

11      Στις 14 Σεπτεμβρίου 2022 το πρώτο τμήμα προσφυγών εξέδωσε την προσβαλλόμενη απόφαση, με την οποία απέρριψε την προσφυγή της προσφεύγουσας. Έκρινε ότι το μοναδικό αποδεικτικό στοιχείο που προσκομίστηκε μαζί με την αίτηση καταχωρίσεως ήταν η συμφωνία παραχώρησης άδειας η οποία είχε υπογραφεί από την Brandavid Oy και την προσφεύγουσα το 2016, πλην όμως η παρεμβαίνουσα ουδέποτε υπήρξε συμβαλλόμενο μέρος της συμφωνίας αυτής. Ελλείψει οποιουδήποτε αποδεικτικού στοιχείου από το οποίο να προκύπτει ότι η παρεμβαίνουσα, ως καταχωρισμένη δικαιούχος των επίμαχων σημάτων, είχε παραχωρήσει ή εγκρίνει άδεια χρήσης, η εγγραφή της άδειας στις 27 Ιουλίου 2020 συνιστούσε προφανές σφάλμα που μπορούσε να αποδοθεί στο EUIPO κατά την έννοια του άρθρου 103, παράγραφος 1, του κανονισμού 2017/1001, όπερ δικαιολογούσε την ακύρωσή της. Το ζήτημα αν η παρεμβαίνουσα είχε λάβει γνώση της συμφωνίας παραχώρησης άδειας κατά τον χρόνο κατάθεσης της αιτήσεως εγγραφής στερούνταν σημασίας, δεδομένου ότι η παρεμβαίνουσα δεν ήταν τρίτος, ενώ τα νομικά επιχειρήματα και τα αποδεικτικά στοιχεία που αφορούσαν το φινλανδικό δίκαιο ήταν αδύνατο να ανατρέψουν την πραγματική διαπίστωση ότι η παρεμβαίνουσα δεν είχε συγκατατεθεί στη σύναψη της συμφωνίας παραχώρησης άδειας.

 Αιτήματα των διαδίκων

12      Η προσφεύγουσα ζητεί από το Γενικό Δικαστήριο:

–        να ακυρώσει την προσβαλλόμενη απόφαση·

–        να καταδικάσει το EUIPO και την παρεμβαίνουσα στα δικαστικά έξοδα, περιλαμβανομένων των εξόδων της διαδικασίας ενώπιον του τμήματος προσφυγών.

13      Το EUIPO ζητεί από το Γενικό Δικαστήριο:

–        να απορρίψει την προσφυγή·

–        να καταδικάσει την προσφεύγουσα στα δικαστικά έξοδα εφόσον διεξαχθεί επ’ ακροατηρίου συζήτηση.

14      Η παρεμβαίνουσα ζητεί από το Γενικό Δικαστήριο:

–        να απορρίψει την προσφυγή·

–        να καταδικάσει την προσφεύγουσα στα δικαστικά έξοδα, περιλαμβανομένων των εξόδων της διαδικασίας ενώπιον του τμήματος προσφυγών.

 Σκεπτικό

15      Προς στήριξη της προσφυγής, η προσφεύγουσα προβάλλει τρεις λόγους ακυρώσεως οι οποίοι αφορούν, ο πρώτος παράβαση των άρθρων 25 έως 27 του κανονισμού 2017/1001, ο δεύτερος παράβαση των άρθρων 19 και 20 του κανονισμού αυτού και ο τρίτος παράβαση του άρθρου 103 του εν λόγω κανονισμού.

 Επί του πρώτου λόγου ακυρώσεως, ο οποίος αφορά παράβαση των άρθρων 25 έως 27 του κανονισμού 2017/1001

16      Η προσφεύγουσα προσάπτει, κατ’ ουσίαν, στο τμήμα προσφυγών ότι δεν έλαβε δεόντως υπόψη ούτε τη συμφωνία παραχώρησης αδείας, με την οποία η ίδια απέκτησε άδεια χρήσης των επίμαχων σημάτων σύμφωνα με τα όσα προβλέπει το άρθρο 25, παράγραφος 1, του κανονισμού 2017/1001, ούτε το δικαίωμά της για καταχώριση της προαναφερθείσας άδειας σύμφωνα με τα όσα ορίζει το άρθρο 26, παράγραφος 1, του ίδιου κανονισμού. Διευκρινίζει ότι η συμφωνία παραχώρησης άδειας υπογράφηκε το 2016 από την Brandavid Oy, η οποία ήταν, κατά τον χρόνο εκείνο, η δικαιούχος των επίμαχων σημάτων και παραχωρούσε ρητώς στην προσφεύγουσα τα συμβατικά δικαιώματα χρήσης τους και εγγραφής της ως κατόχου αποκλειστικής άδειας. Η προσφεύγουσα υποστηρίζει ότι όταν καταχωρίστηκε η μεταβίβαση των σημάτων αυτών, το 2017, η παρεμβαίνουσα γνώριζε την ύπαρξη της συμφωνίας παραχώρησης άδειας, όπερ σήμαινε ότι δέχθηκε κατ’ αυτόν τον τρόπο την παραχώρηση αποκλειστικής άδειας στην προσφεύγουσα.

17      Εξάλλου, η προσφεύγουσα θεωρεί ότι η αποκλειστική άδεια της είχε παραχωρηθεί ανεξαρτήτως της κυριότητας των επίμαχων σημάτων.

18      Το EUIPO και η παρεμβαίνουσα αμφισβητούν τη βασιμότητα των επιχειρημάτων της προσφεύγουσας.

19      Κατά το άρθρο 25, παράγραφος 5, του κανονισμού 2017/1001, η παραχώρηση ή η μεταβίβαση άδειας χρήσης σήματος της Ευρωπαϊκής Ένωσης καταχωρίζεται στο μητρώο και δημοσιεύεται, κατ’ αίτηση ενός εκ των συμβαλλομένων μερών της σχετικής συμφωνίας.

20      Δυνάμει του άρθρου 26, παράγραφος 1, του κανονισμού 2017/1001, το άρθρο 20, παράγραφος 5, του ίδιου κανονισμού και οι κανόνες που εκδίδονται κατ’ εφαρμογήν της συγκεκριμένης διατάξεως ισχύουν mutatis mutandis για την εγγραφή άδειας χρήσης κατά την έννοια του άρθρου 25, παράγραφος 5.

21      Το δε άρθρο 20, παράγραφος 5, του κανονισμού 2017/1001 προβλέπει ότι η αίτηση για καταχώριση μεταβίβασης περιέχει ορισμένες πληροφορίες καθώς και αποδεικτικά έγγραφα που πιστοποιούν δεόντως τη μεταβίβαση σύμφωνα με τις παραγράφους 2 και 3, η δεύτερη εκ των οποίων ορίζει ότι «η εκχώρηση του σήματος της ΕΕ ενεργείται εγγράφως και η σύμβαση πρέπει να υπογράφεται από τους συμβαλλόμενους, εκτός αν προκύπτει από δικαστική απόφαση· εν ελλείψει, η εκχώρηση είναι άκυρη».

22      Εξάλλου, το άρθρο 13, παράγραφος 3, στοιχεία αʹ, γʹ και δʹ, του εκτελεστικού κανονισμού (ΕΕ) 2018/626 της Επιτροπής, της 5ης Μαρτίου 2018, για τη θέσπιση λεπτομερών κανόνων εφαρμογής ορισμένων διατάξεων του κανονισμού (ΕΕ) 2017/1001 και για την κατάργηση του εκτελεστικού κανονισμού (ΕΕ) 2017/1431 της Επιτροπής (ΕΕ 2018, L 104, σ. 37), το οποίο εφαρμόζεται mutatis mutandis στις άδειες χρήσης δυνάμει του άρθρου 20, παράγραφος 6, στοιχείο βʹ, και του άρθρου 26, παράγραφος 1, του κανονισμού 2017/1001, διευκρινίζει ότι η υπογραφή ή η συγκατάθεση της καταχωρισμένης δικαιούχου συνιστά εκ των ων ουκ άνευ προϋπόθεση της έγκυρης παραχώρησης άδειας.

23      Ακυρώνοντας την εγγραφή της άδειας χρήσης, το EUIPO εφάρμοσε ορθώς τα άρθρα 25 και 26 του κανονισμού 2017/1001, σε συνδυασμό με τις διατάξεις στις οποίες παραπέμπουν τα εν λόγω άρθρα. Τούτο διότι η συμφωνία παραχώρησης αδείας χρήσης ούτε αναφερόταν στην παρεμβαίνουσα, η οποία ήταν η καταχωρισμένη δικαιούχος κατά τον χρόνο της κατάθεσης της αιτήσεως και της εγγραφής της άδειας, ούτε έφερε την υπογραφή της. Η πρώην καταχωρισμένη δικαιούχος δεν είχε πλέον την εξουσία να δώσει την απαιτούμενη συγκατάθεση βάσει των εφαρμοστέων διατάξεων.

24      Όπως ορθώς εκθέτει το EUIPO, οι ισχύουσες διατάξεις απαιτούν, για λόγους ασφάλειας δικαίου, η καταχωρισμένη δικαιούχος να εκδηλώνει ενεργά τη βούλησή της να παραχωρήσει άδεια χρήσης, είτε καταθέτοντας απευθείας ενώπιον του EUIPO την αίτηση εγγραφής της άδειας, βάσει του άρθρου 26, παράγραφος 1, στοιχείο βʹ, του κανονισμού 2017/1001 και του άρθρου 13, παράγραφος 3, στοιχεία αʹ και βʹ, του εκτελεστικού κανονισμού 2018/626, είτε υπογράφοντας δήλωση ή συμπληρωμένο έντυπο ή έγγραφο, όπως προβλέπεται στο άρθρο 13, παράγραφος 3, στοιχεία γʹ και δʹ, του ως άνω εκτελεστικού κανονισμού.

25      Τα επιχειρήματα που προβάλλει η προσφεύγουσα δεν θέτουν εν αμφιβόλω τη νομιμότητα της προσβαλλομένης αποφάσεως.

26      Όσον αφορά το επιχείρημα της προσφεύγουσας ότι, κατά τον χρόνο που καταχωρίστηκε η μεταβίβαση των επίμαχων σημάτων, η παρεμβαίνουσα και η Brandavid Oy γνώριζαν την ύπαρξη της συμφωνίας παραχώρησης άδειας, διαπιστώνεται ότι, ακόμη και αν υποτεθεί ότι η άδεια που παραχωρήθηκε από τη δικαιοπάροχο της παρεμβαίνουσας μπορεί να παράγει αποτελέσματα έναντι της τελευταίας δυνάμει του άρθρου 27, παράγραφος 1, δεύτερη περίοδος, του κανονισμού 2017/1001, δεν συνεπάγεται ωστόσο υποχρέωση του EUIPO να προχωρήσει στην εγγραφή της άδειας χρήσης. Πράγματι, η νομιμότητα της προσβαλλομένης αποφάσεως εξαρτάται αποκλειστικώς και μόνον από τις τυπικές προϋποθέσεις τις οποίες προβλέπουν οι ισχύουσες διατάξεις. Δεδομένου ότι οι προϋποθέσεις αυτές δεν πληρούνται εν προκειμένω (βλ. σκέψη 23 ανωτέρω), η προσβαλλόμενη απόφαση δεν είναι ακυρωτέα ούτε για τον λόγο ότι η παρεμβαίνουσα ήταν εκείνη που επέστησε την προσοχή του EUIPO στο γεγονός ότι δεν είχαν τηρηθεί οι προϋποθέσεις καταχώρισης.

27      Ακόμη και αν υποτεθεί ότι και μετά τη μεταβίβαση των επίμαχων σημάτων η άδεια χρήσης μπορεί να παραμένει έγκυρη ή να εξακολουθεί να παρέχει δικαιώματα δυνάμει του εθνικού δικαίου που διέπει τη συμφωνία παραχώρησης άδειας, εφόσον η Brandavit Oy και η παρεμβαίνουσα προέβησαν στη μεταβίβαση εν πλήρει γνώσει της ύπαρξης της άδειας όπως ισχυρίζεται η προσφεύγουσα, η ουσιαστική αυτή έννομη κατάσταση δεν μπορεί να επηρεάσει το δικαίωμα καταχώρισης, ως προς το οποίο ακολουθείται μια τυπική προσέγγιση που κωδικοποιείται με σαφήνεια στις ισχύουσες διατάξεις, των οποίων το γράμμα δεν αφήνει κανένα περιθώριο ερμηνείας. Η προσφεύγουσα έχει τη δυνατότητα να προβάλει ενώπιον των εθνικών δικαστηρίων τα δικαιώματα τα οποία αντλεί από το ουσιαστικό δίκαιο. Επ’ αυτού, όπως ορθώς επισήμανε το EUIPO, δεν αποκλείεται το ενδεχόμενο, λόγω παραβίασης της συμφωνίας παραχώρησης αδείας και της δεσμευτικής για τον δικαιοδόχο ρήτρας, να θεμελιώνεται συμβατική ευθύνη του αντισυμβαλλομένου, πλην όμως η συμβατική αυτή πτυχή δεν μπορεί να έχει συνέπειες για την εξέταση της αιτήσεως καταχώρισης.

28      Συνεπώς, ο πρώτος λόγος ακυρώσεως πρέπει να απορριφθεί.

 Επί του δεύτερου λόγου ακυρώσεως, ο οποίος αφορά παράβαση των άρθρων 19 και 20 του κανονισμού 2017/1001

29      Η προσφεύγουσα συνάγει εκ του άρθρου 19, παράγραφος 1, του κανονισμού 2017/1001 ότι το εφαρμοστέο δίκαιο επί διαφορών με αντικείμενο τη μεταβίβαση ή τις άδειες που συνδέονται με τις καταχωρίσεις των επίμαχων σημάτων είναι το φινλανδικό δίκαιο, δεδομένου ότι η ίδια, η παρεμβαίνουσα και η Brandavid Oy έχουν την έδρα τους στη Φινλανδία.

30      Όμως, αφενός, το φινλανδικό δίκαιο δεν απαιτεί έγγραφο τύπο για τις δικαιοπραξίες και, αφετέρου, βάσει του φινλανδικού δικαίου, είναι άνευ σημασίας αν η παρεμβαίνουσα υπέγραψε τη συμφωνία παραχώρησης άδειας το 2016, δεδομένου ότι διαδέχθηκε την Brandavid Oy στα δικαιώματά της κατόπιν συνολικής μεταβίβασης των ήδη καταχωρισμένων στο μητρώο δικαιωμάτων επί των σημάτων, έχοντας γνώση της ύπαρξης της συμφωνίας παραχώρησης άδειας. Οι νέοι δικαιούχοι σημάτων οφείλουν να σέβονται τις ρήτρες των προγενέστερων συμφωνιών που έχουν συναφθεί από τους προηγούμενους δικαιούχους με τους κατόχους αδειών χρήσης των σημάτων αυτών.

31      Επιπλέον, η προσφεύγουσα βάλλει κατά του σημείου 21 της προσβαλλομένης αποφάσεως, όπου το τμήμα προσφυγών παρατήρησε ότι η προσφεύγουσα ουδέποτε προσκόμισε τον κατάλογο των σημάτων της Brandavid Oy που μεταβιβάστηκαν εν συνεχεία στην ίδια. Ισχυρίζεται ότι ο κατάλογος αυτός περιλαμβανόταν στο παράρτημα 1 του υπομνήματος με το οποίο εξέθεσε τους λόγους της προσφυγής ενώπιον του τμήματος προσφυγών.

32      Το EUIPO και η παρεμβαίνουσα αμφισβητούν τα επιχειρήματα της προσφεύγουσας.

33      Κατ’ αρχάς διαπιστώνεται ότι, όπως ορθώς σημείωσε και το EUIPO, το άρθρο 19, παράγραφος 1, του κανονισμού 2017/1001, το οποίο παραπέμπει στο δίκαιο του κράτους μέλους όπου έχει την έδρα του ο δικαιούχος του σήματος της Ευρωπαϊκής Ένωσης, δεν έχει εφαρμογή εάν «άλλως προβλέπουν τα άρθρα 20 έως 28». Η δε εγγραφή άδειας χρήσης σήματος της Ευρωπαϊκής Ένωσης στο μητρώο των σημάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης ρυθμίζεται αυτοτελώς από το δίκαιο της Ένωσης στα άρθρα 25 έως 28 του κανονισμού αυτού και στο άρθρο 13 του εκτελεστικού κανονισμού 2018/626.

34      Επομένως, το ζήτημα αν το φινλανδικό δίκαιο προβλέπει συγκεκριμένο τύπο για τις δικαιοπραξίες που αφορούν άδεια χρήσης ή υπό ποιες προϋποθέσεις μια τέτοια δικαιοπραξία δεσμεύει και τον δικαιοδόχο ως επόμενο δικαιούχο των επίμαχων σημάτων δεν ασκεί επιρροή ως προς την ορθότητα της εγγραφής της σχετικής άδειας υπέρ της προσφεύγουσας στο μητρώο σημάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Ως εκ τούτου, τα επιχειρήματα τα οποία αντλεί η προσφεύγουσα από το φινλανδικό δίκαιο δεν μπορούν να θέσουν εν αμφιβόλω τη νομιμότητα της προσβαλλομένης αποφάσεως όσον αφορά τις προϋποθέσεις καταχώρισης άδειας χρήσης.

35      Εξάλλου, η αιτίαση την οποία προβάλλει η προσφεύγουσα ως προς την παρατήρηση που διατύπωσε το τμήμα προσφυγών στο σημείο 21 της προσβαλλομένης αποφάσεως είναι αλυσιτελής, εφόσον, όπως ορθώς επισήμανε το EUIPO, επρόκειτο για επάλληλη αιτιολογία του τμήματος προσφυγών. Πράγματι, η αιτιολογία της προσβαλλομένης αποφάσεως βασίζεται κυρίως στη διαπίστωση ότι η προσφεύγουσα δεν απέδειξε ότι της παραχωρήθηκε άδεια από την καταχωρισμένη δικαιούχο. Η διαπίστωση αυτή είναι ανεξάρτητη από το ζήτημα για ποια σήματα δόθηκε άδεια χρήσης.

36      Συνεπώς, ο δεύτερος λόγος ακυρώσεως πρέπει να απορριφθεί.

 Επί του τρίτου λόγου ακυρώσεως, ο οποίος αφορά παράβαση του άρθρου 103 του κανονισμού 2017/1001

37      Η προσφεύγουσα προσάπτει στο EUIPO κατάχρηση εξουσίας. Κατά την άποψή της, το EUIPO δεν διόρθωσε κανένα σφάλμα. Το EUIPO υπερέβη τα όρια της αρμοδιότητάς του ανακαλώντας, με απόφασή του, την εγγραφή της σύμβασης παραχώρησης αδείας, παρότι ήταν ορθή και σύμφωνη με το φινλανδικό δίκαιο. Το EUIPO θα όφειλε να εφαρμόσει το φινλανδικό δίκαιο δυνάμει του άρθρου 19 του κανονισμού 2017/1001, αντί να εφαρμόσει το άρθρο 103 του κανονισμού αυτού.

38      Το EUIPO και η παρεμβαίνουσα αμφισβητούν τη βασιμότητα του επιχειρήματος της προσφεύγουσας.

39      Κατά το άρθρο 103, παράγραφος 1, πρώτη περίοδος, του κανονισμού 2017/1001, «[σ]ε περίπτωση που το Γραφείο πραγματοποιήσει εγγραφή στο μητρώο ή λάβει απόφαση που περιέχει προφανές σφάλμα το οποίο μπορεί να του αποδοθεί, μεριμνά για την ακύρωση της εγγραφής ή την ανάκληση της απόφασης».

40      Πρώτον, όπως ορθώς υποστηρίζουν το EUIPO και η παρεμβαίνουσα, η ακυρωθείσα εγγραφή της 27ης Ιουλίου 2020 ενείχε προφανές σφάλμα το οποίο μπορούσε να αποδοθεί στο EUIPO. Το σφάλμα έγκειται στο γεγονός ότι η καταχώριση στο μητρώο έγινε δεκτή βάσει εγγράφων που δεν πληρούσαν τις απαιτήσεις της ισχύουσας ρυθμίσεως (βλ. σκέψη 23 ανωτέρω). Η συνημμένη στην αίτηση καταχώρισης συμφωνία παραχώρησης άδειας δεν συνιστούσε απόδειξη ότι είχε παραχωρηθεί άδεια από την καταχωρισμένη δικαιούχο των επίμαχων σημάτων. Συνακόλουθα, ορθώς το τμήμα προσφυγών διαπίστωσε, στο σημείο 15 της προσβαλλομένης αποφάσεως, ότι η προσφεύγουσα δεν είχε αποδείξει ότι η άδεια είχε παραχωρηθεί με τη συγκατάθεση της δικαιούχου των σημάτων αυτών.

41      Δεύτερον, το τμήμα προσφυγών δεν όφειλε να εφαρμόσει το εθνικό δίκαιο, δεδομένου ότι η διαδικασία εγγραφής άδειας χρήσης σήματος της Ευρωπαϊκής Ένωσης στο μητρώο των σημάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης ρυθμίζεται αυτοτελώς από το δίκαιο της Ένωσης στα άρθρα 25 έως 28 του κανονισμού 2017/1001 και στο άρθρο 13 του εκτελεστικού κανονισμού 2018/626 (βλ. σκέψη 33 ανωτέρω).

42      Τρίτον, είναι απορριπτέα η αιτίαση της προσφεύγουσας ότι το τμήμα προσφυγών υπέπεσε σε κατάχρηση εξουσίας ακυρώνοντας μια απόφαση που δεν ήταν προδήλως εσφαλμένη, αλλά ορθή με βάση το φινλανδικό δίκαιο.

43      Τούτο διότι, κατά τη νομολογία, δεν εναπόκειται στο EUIPO να εξετάζει βάσει του εθνικού δικαίου το κύρος και τα έννομα αποτελέσματα τυχόν μεταβίβασης σήματος της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Κατά την εξέταση αιτήσεως καταχώρισης μιας μεταβίβασης σήματος της Ευρωπαϊκής Ένωσης, η αρμοδιότητα του EUIPO περιορίζεται, κατ’ αρχήν, στην εξέταση των τυπικών προϋποθέσεων του άρθρου 20 του κανονισμού 2017/1001 και του άρθρου 13 του εκτελεστικού κανονισμού 2018/626, και δεν περιλαμβάνει εκτίμηση των ζητημάτων ουσίας που ανακύπτουν ενδεχομένως στο πλαίσιο του εφαρμοστέου εθνικού δικαίου [απόφαση της 22ας Σεπτεμβρίου 2021, Marina Yachting Brand Management κατά EUIPO – Industries Sportswear (MARINA YACHTING), T‑169/20, EU:T:2021:609, σκέψη 61]. Δεδομένου ότι για την καταχώριση άδειας χρήσης ισχύουν οι ίδιοι κανόνες όπως και για τη μεταβίβαση, η ως άνω νομολογία πρέπει να εφαρμοστεί mutatis mutandis εν προκειμένω (βλ. σκέψη 20 ανωτέρω).

44      Συνεπώς, ο τρίτος λόγος ακυρώσεως πρέπει να απορριφθεί και, ως εκ τούτου, η προσφυγή είναι απορριπτέα στο σύνολό της.

 Επί των δικαστικών εξόδων

45      Κατά το άρθρο 134, παράγραφος 1, του Κανονισμού Διαδικασίας του Γενικού Δικαστηρίου, ο ηττηθείς διάδικος καταδικάζεται στα δικαστικά έξοδα εφόσον υπάρχει σχετικό αίτημα.

46      Δεδομένου ότι η προσφεύγουσα ηττήθηκε, πρέπει να καταδικαστεί στα δικαστικά έξοδα της παρεμβαίνουσας σύμφωνα με το σχετικό αίτημα που προέβαλε η τελευταία, περιλαμβανομένων των αναγκαίων εξόδων στα οποία αυτή υποβλήθηκε κατά τη διαδικασία ενώπιον του τμήματος προσφυγών και τα οποία, βάσει του άρθρου 190, παράγραφος 2, του Κανονισμού Διαδικασίας, θεωρούνται ως έξοδα δυνάμενα να αναζητηθούν.

47      Αντιθέτως, δεδομένου ότι το EUIPO ζήτησε την καταδίκη της προσφεύγουσας στα δικαστικά έξοδα μόνο σε περίπτωση που διεξαγόταν επ’ ακροατηρίου συζήτηση, κρίνεται ότι, εφόσον δεν διεξήχθη επ’ ακροατηρίου συζήτηση, το EUIPO πρέπει να φέρει τα δικά του δικαστικά έξοδα.

Για τους λόγους αυτούς,

ΤΟ ΓΕΝΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ (τρίτο τμήμα)

αποφασίζει:

1)      Απορρίπτει την προσφυγή.

2)      Καταδικάζει την Oy Shaman Spirits Ltd στα δικαστικά έξοδα της Global Drinks Finland Oy, περιλαμβανομένων των εξόδων στα οποία υποβλήθηκε αυτή ενώπιον του τμήματος προσφυγών.

3)      Το EUIPO φέρει τα δικαστικά έξοδά του.

Schalin

Steinfatt

Kukovec

Δημοσιεύθηκε σε δημόσια συνεδρίαση στο Λουξεμβούργο στις 22 Νοεμβρίου 2023.

(υπογραφές)


*      Γλώσσα διαδικασίας: η αγγλική.