Language of document : ECLI:EU:T:2023:828

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΓΕΝΙΚΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (πρώτο πενταμελές τμήμα)

της 20ής Δεκεμβρίου 2023 (*)

«Προσφυγή ακυρώσεως – Κοινή εξωτερική πολιτική και πολιτική ασφάλειας – Περιοριστικά μέτρα λόγω ενεργειών της Ρωσίας που αποσταθεροποιούν την κατάσταση στην Ουκρανία – Απαγόρευση προσγείωσης, απογείωσης ή πτήσης πάνω από το έδαφος της Ένωσης από αεροσκάφος μη νηολογημένο στη Ρωσία, το οποίο ανήκει σε οποιοδήποτε φυσικό ή νομικό πρόσωπο, οντότητα ή φορέα της Ρωσίας, ή ναυλώνεται ή άλλως ελέγχεται από αυτό – Άρθρο 4ε της απόφασης 2014/512/ΚΕΠΠΑ – Αναρμοδιότητα του Γενικού Δικαστηρίου – Άρθρο 3δ του κανονισμού (ΕΕ) 833/2014 – Έλλειψη ενεργητικής νομιμοποίησης – Απαράδεκτο»

Στην υπόθεση T‑233/22,

Ekaterina Islentyeva, κάτοικος Strassen (Λουξεμβούργο), εκπροσωπούμενη από τους F. Moyse και V. Sulea, δικηγόρους,

προσφεύγουσα,

κατά

Συμβουλίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης, εκπροσωπούμενου από τον V. Piessevaux και την M.‑C. Cadilhac,

καθού,

υποστηριζόμενο από την

Ευρωπαϊκή Επιτροπή, εκπροσωπούμενη από τους J.‑F. Brakeland, C. Giolito, K. Simonsson και τις M. Carpus Carcea και B. Sasinowska,

παρεμβαίνουσα,

ΤΟ ΓΕΝΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ (πρώτο πενταμελές τμήμα),

συγκείμενο από τους D. Spielmann, πρόεδρο, R. Mastroianni, M. Brkan, I. Gâlea (εισηγητή) και S. L. Kalėda, δικαστές,

γραμματέας: H. Eriksson, διοικητική υπάλληλος,

έχοντας υπόψη την έγγραφη διαδικασία,

και κατόπιν της επ’ ακροατηρίου συζήτησης της 10ης Οκτωβρίου 2023,

εκδίδει την ακόλουθη

Απόφαση

1        Με την προσφυγή την οποία άσκησε δυνάμει του άρθρου 263 ΣΛΕΕ, η προσφεύγουσα Ekaterina Islentyeva ζητεί την ακύρωση, αφενός, της απόφασης (ΚΕΠΠΑ) 2022/335 του Συμβουλίου, της 28ης Φεβρουαρίου 2022, για την τροποποίηση της απόφασης 2014/512/ΚΕΠΠΑ σχετικά με περιοριστικά μέτρα λόγω ενεργειών της Ρωσίας που αποσταθεροποιούν την κατάσταση στην Ουκρανία (ΕΕ 2022, L 57, σ. 4, στο εξής: προσβαλλόμενη απόφαση), και, αφετέρου, του κανονισμού (ΕΕ) 2022/334 του Συμβουλίου, της 28ης Φεβρουαρίου 2022, για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΕ) 833/2014 του Συμβουλίου σχετικά με περιοριστικά μέτρα λόγω ενεργειών της Ρωσίας που αποσταθεροποιούν την κατάσταση στην Ουκρανία (ΕΕ 2022, L 57, σ. 1, στο εξής: προσβαλλόμενος κανονισμός) (στο εξής από κοινού: προσβαλλόμενες πράξεις).

 Ιστορικό της διαφοράς

2        Η παρούσα υπόθεση εντάσσεται στο πλαίσιο των περιοριστικών μέτρων που αποφάσισε η Ευρωπαϊκή Ένωση όσον αφορά ενέργειες που υπονομεύουν ή απειλούν την εδαφική ακεραιότητα, την κυριαρχία και την ανεξαρτησία της Ουκρανίας.

3        Η προσφεύγουσα έχει τόσο λουξεμβουργιανή όσο και ρωσική ιθαγένεια. Είναι κάτοχος άδειας χειριστή ιδιωτικού αεροσκάφους που έχει εκδοθεί από την Direction de l’aviation civile du Grand-Duché de Luxembourg (DAC) [Διεύθυνση Πολιτικής Αεροπορίας του Μεγάλου Δουκάτου του Λουξεμβούργου]. Πριν από την έκδοση των προσβαλλομένων πράξεων, χρησιμοποιούσε αεροσκάφη που ανήκαν στη λουξεμβουργιανή μη κερδοσκοπική ένωση Avia Sport II, με έδρα τον αερολιμένα Luxembourg-Findel (Λουξεμβούργο), και πετούσε πάνω από το Λουξεμβούργο, τη Γαλλία, τη Γερμανία, το Βέλγιο και το Ηνωμένο Βασίλειο. Πετούσε μόνη της ή με εκπαιδευτή, έχοντας πάντοτε την ιδιότητα του κυβερνήτη κατά την έννοια του σημείου 93 του παραρτήματος Ι του κανονισμού (ΕΕ) 965/2012 της Επιτροπής, της 5ης Οκτωβρίου 2012, για καθορισμό τεχνικών απαιτήσεων και διοικητικών διαδικασιών όσον αφορά τις πτητικές λειτουργίες δυνάμει του κανονισμού (ΕΚ) 216/2008 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (ΕΕ 2012, L 296, σ. 1). Το 2021 πραγματοποίησε δεκατέσσερις πτήσεις.

4        Τον Μάρτιο του 2014 η Ρωσική Ομοσπονδία προσάρτησε παρανόμως την Αυτόνομη Δημοκρατία της Κριμαίας, καθώς και τη Σεβαστούπολη, προβαίνει δε έκτοτε σε συνεχείς ενέργειες αποσταθεροποίησης στην ανατολική Ουκρανία. Αντιδρώντας στην κατάσταση αυτή, η Ένωση έλαβε περιοριστικά μέτρα λόγω των ενεργειών της Ρωσικής Ομοσπονδίας που αποσταθεροποιούν την κατάσταση στην Ουκρανία, περιοριστικά μέτρα όσον αφορά ενέργειες που υπονομεύουν ή απειλούν την εδαφική ακεραιότητα, την κυριαρχία και την ανεξαρτησία της Ουκρανίας, καθώς και περιοριστικά μέτρα ως απάντηση στην παράνομη προσάρτηση της Αυτόνομης Δημοκρατίας της Κριμαίας και της Σεβαστούπολης από τη Ρωσική Ομοσπονδία.

5        Στις 24 Φεβρουαρίου 2022 ο Πρόεδρος της Ρωσικής Ομοσπονδίας εξήγγειλε τη διεξαγωγή στρατιωτικής επιχείρησης στην Ουκρανία, αυθημερόν δε οι ρωσικές ένοπλες δυνάμεις εξαπέλυσαν επίθεση κατά της Ουκρανίας σε πλείονες περιοχές της.

6        Στις 28 Φεβρουαρίου 2022, στο πλαίσιο σειράς περιοριστικών μέτρων που αφορούν, μεταξύ άλλων, το κλείσιμο του εναέριου χώρου της Ένωσης για ορισμένες κατηγορίες αεροσκαφών, το σύστημα χρηματοπιστωτικών μηνυμάτων SWIFT και τους πόρους της Ρωσικής Κεντρικής Τράπεζας, το Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης εξέδωσε, βάσει του άρθρου 29 ΣΕΕ, την προσβαλλόμενη απόφαση και, βάσει του άρθρου 215 ΣΛΕΕ, τον προσβαλλόμενο κανονισμό.

7        Το άρθρο 4ε της απόφασης 2014/512/ΚΕΠΠΑ του Συμβουλίου, της 31ης Ιουλίου 2014, σχετικά με περιοριστικά μέτρα λόγω ενεργειών της Ρωσίας που αποσταθεροποιούν την κατάσταση στην Ουκρανία (ΕΕ 2014, L 229, σ. 13), όπως προστέθηκε με το άρθρο 1, σημείο 2, της προσβαλλόμενης απόφασης, έχει ως εξής:

«1.      Τα κράτη μέλη, σύμφωνα με τους εθνικούς κανόνες και το εθνικό τους δίκαιο και κατά τρόπο που να συνάδει με το διεθνές δίκαιο, ιδίως τις σχετικές διεθνείς συμφωνίες πολιτικής αεροπορίας, αρνούνται την άδεια προσγείωσης, απογείωσης ή πτήσης πάνω από το έδαφος της Ένωσης σε κάθε αεροσκάφος που χρησιμοποιείται από ρωσικούς αερομεταφορείς, συμπεριλαμβανομένων αερομεταφορέων εμπορίας με τη χρήση ρυθμίσεων για την κοινή εκμετάλλευση πτήσεων ή τη δέσμευση χώρου, σε οποιοδήποτε αεροσκάφος νηολογημένο στη Ρωσία και σε οποιοδήποτε αεροσκάφος μη νηολογημένο στη Ρωσία το οποίο ανήκει σε οποιοδήποτε φυσικό ή νομικό πρόσωπο, οντότητα ή φορέα της Ρωσίας ή ναυλώνεται ή άλλως ελέγχεται από αυτό.

2.      Η παράγραφος 1 δεν εφαρμόζεται σε περίπτωση αναγκαστικής προσγείωσης ή αναγκαστικής εναέριας διέλευσης.

3.      Κατά παρέκκλιση από την παράγραφο 1, οι αρμόδιες αρχές μπορούν να επιτρέπουν σε αεροσκάφος την προσγείωση, την απογείωση ή την πτήση πάνω από το έδαφος της Ένωσης αν οι αρμόδιες αρχές έχουν καθορίσει εκ των προτέρων ότι η εν λόγω προσγείωση, απογείωση ή πτήση επιβάλλεται για ανθρωπιστικούς σκοπούς ή για οποιονδήποτε άλλο σκοπό σύμφωνο με τους στόχους της παρούσας απόφασης.

4.      Το οικείο κράτος μέλος ή τα οικεία κράτη μέλη ενημερώνουν τα άλλα κράτη μέλη και την Επιτροπή για κάθε άδεια την οποία χορηγούν δυνάμει της παραγράφου 3, εντός δύο εβδομάδων από τη χορήγηση της άδειας.»

8        Το άρθρο 3δ του κανονισμού (ΕΕ) 833/2014 του Συμβουλίου, της 31ης Ιουλίου 2014, σχετικά με περιοριστικά μέτρα λόγω ενεργειών της Ρωσίας που αποσταθεροποιούν την κατάσταση στην Ουκρανία (ΕΕ 2014, L 229, σ. 1), όπως προστέθηκε με το άρθρο 1, σημείο 2, του προσβαλλομένου κανονισμού, έχει ως εξής:

«1.      Απαγορεύεται η προσγείωση, η απογείωση ή η πτήση πάνω από το έδαφος της Ένωσης για κάθε αεροσκάφος που χρησιμοποιείται από ρωσικούς αερομεταφορείς, συμπεριλαμβανομένων αερομεταφορέων εμπορίας με τη χρήση ρυθμίσεων για την κοινή εκμετάλλευση πτήσεων ή τη δέσμευση χώρου, ή για οποιοδήποτε αεροσκάφος νηολογημένο στη Ρωσία, ή για αεροσκάφος μη νηολογημένο στη Ρωσία το οποίο ανήκει σε οποιοδήποτε φυσικό ή νομικό πρόσωπο, οντότητα ή φορέα της Ρωσίας ή ναυλώνεται ή άλλως ελέγχεται από αυτό.

2.      Η παράγραφος 1 δεν εφαρμόζεται σε περίπτωση αναγκαστικής προσγείωσης ή αναγκαστικής εναέριας διέλευσης.

3.      Κατά παρέκκλιση από την παράγραφο 1, οι αρμόδιες αρχές μπορούν να επιτρέπουν σε αεροσκάφος την προσγείωση, την απογείωση ή την πτήση πάνω από το έδαφος της Ένωσης αν οι αρμόδιες αρχές έχουν καθορίσει εκ των προτέρων ότι η εν λόγω προσγείωση, απογείωση ή πτήση επιβάλλεται για ανθρωπιστικούς σκοπούς ή για οποιονδήποτε άλλο σκοπό σύμφωνο με τους στόχους του παρόντος κανονισμού.

4.      Το οικείο κράτος μέλος ή τα οικεία κράτη μέλη ενημερώνουν τα άλλα κράτη μέλη και την Επιτροπή για κάθε άδεια την οποία χορηγούν δυνάμει της παραγράφου 3, εντός δύο εβδομάδων από τη χορήγηση της άδειας.»

9        Μετά την έκδοση των προσβαλλομένων πράξεων, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή και ο Ευρωπαϊκός Οργανισμός Ασφάλειας της Αεροπορίας (EASA) δημοσίευσαν σε έγγραφο ή σε τμήμα τους ιστοτόπους τους τις απαντήσεις τους σε συχνές ερωτήσεις σχετικά με τις εν λόγω πράξεις. Σύμφωνα με το έγγραφο που δημοσίευσε η Επιτροπή με ημερομηνία 21 Μαρτίου 2022, η απαγόρευση που εισήχθη από τις προσβαλλόμενες πράξεις αφορούσε πρόσωπα με διπλή ιθαγένεια, ρωσική και ιθαγένεια άλλου κράτους μέλους, καθώς και ιδιωτικές πτήσεις. Ομοίως, σύμφωνα με τις απαντήσεις σε συχνές ερωτήσεις που δημοσιεύθηκαν στις 15 Μαρτίου 2023 στον ιστότοπο του EASA, η απαγόρευση αυτή ίσχυε για τα πρόσωπα με διπλή ιθαγένεια, ρωσική και ιθαγένεια άλλου κράτους μέλους. Επιπλέον, διευκρινίστηκε επίσης ότι η απαγόρευση ίσχυε και για την περίπτωση που πρόσωπο ρωσικής ιθαγένειας πετούσε ιδιωτικά ως πιλότος, έχοντας επομένως τον έλεγχο του πότε και πού πετάει το αεροσκάφος, πλην της περίπτωσης κατά την οποία το εν λόγω πρόσωπο πετούσε ως υπάλληλος μη ρωσικού αερομεταφορέα, υπό την προϋπόθεση ότι, στην περίπτωση αυτή, δεν είχε τον έλεγχο του αεροσκάφους.

10      Οι αρχές του αερολιμένα Luxembourg-Findel δημοσίευσαν «notice to airmen» (NOTAM, αγγελία προς αεροναυτιλόμενους), παρέχοντας πληροφορίες σχετικά με τα περιοριστικά μέτρα στον τομέα των αερομεταφορών που θεσπίστηκαν με τις προσβαλλόμενες πράξεις.

11      Στις 21 Απριλίου 2022, απαντώντας σε ερώτηση του εκπροσώπου της προσφεύγουσας, η DAC ανέφερε, μεταξύ άλλων, ότι οι διευκρινίσεις που παρέχονται στον ιστότοπο του EASA βασίζονταν σε κοινή προσέγγιση εντός της Ένωσης και σε ομοιόμορφη ερμηνεία των υπηρεσιών της Επιτροπής. Η DAC διευκρίνισε επίσης ότι ο όρος «έλεγχος» ερμηνευόταν ευρέως, περιλαμβάνοντας τον πραγματικό και φυσικό έλεγχο ενός αεροσκάφους χωρίς να περιορίζεται αποκλειστικά στον οικονομικό και χρηματοπιστωτικό έλεγχο.

 Αιτήματα των διαδίκων

12      Σύμφωνα με τις διευκρινίσεις που παρέσχε όσον αφορά τα αιτήματά της, κατόπιν σχετικού ερωτήματος κατά την επ’ ακροατηρίου συζήτηση, η προσφεύγουσα ζητεί από το Γενικό Δικαστήριο:

–        να κρίνει την προσφυγή παραδεκτή·

–        να ακυρώσει, αφενός, τον προσβαλλόμενο κανονισμό, κατά το μέρος που προσθέτει το άρθρο 3δ στον κανονισμό 833/2014, και αφετέρου, την προσβαλλόμενη απόφαση, κατά το μέρος που προσθέτει το άρθρο 4ε στην απόφαση 2014/512·

–        να της αναγνωρίσει το δικαίωμα να χρησιμοποιεί την άδεια χειριστή ιδιωτικού αεροσκάφους και να προσγειώνεται, να απογειώνεται ή να πετά πάνω από το έδαφος της Ένωσης·

–        να καταδικάσει το Συμβούλιο στα δικαστικά έξοδα.

13      Το Συμβούλιο, υποστηριζόμενο από την Επιτροπή, ζητεί από το Γενικό Δικαστήριο:

–        να κηρύξει την προσφυγή απαράδεκτη·

–        επικουρικώς, να απορρίψει την προσφυγή ως αβάσιμη·

–        να καταδικάσει την προσφεύγουσα στα δικαστικά έξοδα.

 Σκεπτικό

 Επί της αρμοδιότητας του Γενικού Δικαστηρίου να επιληφθεί της προσφυγής κατά το μέρος με το οποίο ζητείται από το Γενικό Δικαστήριο να αναγνωρίσει το δικαίωμα της προσφεύγουσας να χρησιμοποιεί την άδεια χειριστή ιδιωτικού αεροσκάφους και να προσγειώνεται, να απογειώνεται ή να πετά πάνω από το έδαφος της Ένωσης

14      Με ένα από τα αιτήματά της, η προσφεύγουσα ζητεί από το Γενικό Δικαστήριο να της αναγνωρίσει το δικαίωμα να χρησιμοποιεί την άδεια χειριστή ιδιωτικού αεροσκάφους και να προσγειώνεται, να απογειώνεται ή να πετά πάνω από το έδαφος της Ένωσης.

15      Συναφώς, αρκεί η διαπίστωση ότι το Γενικό Δικαστήριο δεν έχει αρμοδιότητα κατά τον έλεγχο νομιμότητας που στηρίζεται στο άρθρο 263 ΣΛΕΕ, να εκδίδει αναγνωριστικές ή επιβεβαιωτικές αποφάσεις (πρβλ. διάταξη της 9ης Δεκεμβρίου 2003, Ιταλία κατά Επιτροπής, C‑224/03, μη δημοσιευθείσα, EU:C:2003:658, σκέψεις 20 και 21, και απόφαση της 4ης Φεβρουαρίου 2009, Omya κατά Επιτροπής, T‑145/06, EU:T:2009:27, σκέψη 23).

16      Από τα προεκτεθέντα προκύπτει ότι, κατά το μέρος με το οποίο ζητείται από το Γενικό Δικαστήριο να αναγνωρίσει στην προσφεύγουσα το δικαίωμα να χρησιμοποιεί την άδεια χειριστή ιδιωτικού αεροσκάφους και να προσγειώνεται, να απογειώνεται ή να πετά πάνω από το έδαφος της Ένωσης, η προσφυγή πρέπει να απορριφθεί ως ασκηθείσα ενώπιον αναρμόδιου δικαστηρίου.

 Επί της αρμοδιότητας του Γενικού Δικαστηρίου να επιληφθεί της προσφυγής κατά το μέρος που ζητείται η ακύρωση της προσβαλλόμενης απόφασης

17      Το Συμβούλιο προβάλλει αναρμοδιότητα του Γενικού Δικαστηρίου να αποφανθεί επί της νομιμότητας της προσβαλλόμενης απόφασης. Υποστηρίζει ότι, δυνάμει του άρθρου 275 ΣΛΕΕ, τα δικαστήρια της Ένωσης δεν είναι αρμόδια να αποφαίνονται επί προσφυγών ακυρώσεως κατά περιοριστικών μέτρων που λαμβάνονται με απόφαση εμπίπτουσα στο πεδίο εφαρμογής της Κοινής Εξωτερικής Πολιτικής και Πολιτικής Ασφαλείας (ΚΕΠΠΑ), τα οποία συνιστούν μέτρα γενικής εφαρμογής. Εν προκειμένω, υποστηρίζει ότι η απαγόρευση που προβλέπεται στο άρθρο 4ε της απόφασης 2014/512, όπως τροποποιήθηκε με την προσβαλλόμενη απόφαση, αποτελεί γενικό μέτρο του οποίου το πεδίο εφαρμογής καθορίζεται βάσει αντικειμενικών κριτηρίων, και συγκεκριμένα βάσει κατηγοριών αεροσκαφών, και ότι δεν αφορά συγκεκριμένα φυσικά ή νομικά πρόσωπα.

18      Η Επιτροπή θεωρεί ότι το Γενικό Δικαστήριο είναι αρμόδιο να ελέγχει τη νομιμότητα όλων των μέτρων που λαμβάνονται βάσει του άρθρου 215 ΣΛΕΕ καθώς και των περιοριστικών μέτρων που λαμβάνονται βάσει του άρθρου 29 ΣΕΕ. Ισχυρίζεται ότι το Συμβούλιο στηρίζει το σκεπτικό του σε μια «μηχανιστική» ερμηνεία του γράμματος του άρθρου 275 ΣΛΕΕ και ότι η αναρμοδιότητα του δικαστή της Ένωσης στον τομέα της ΚΕΠΠΑ επιδέχεται εξαιρέσεων. Επιπλέον, ο δικαστής της Ένωσης είναι επίσης αρμόδιος να ελέγχει τη νομιμότητα των κανονισμών που εκδίδονται βάσει του άρθρου 215, παράγραφος 1, ΣΛΕΕ καθώς και των αποφάσεων στον τομέα της ΚΕΠΠΑ που εκδίδονται βάσει του άρθρου 29 ΣΕΕ. Τέλος, η αρμοδιότητα του δικαστή της Ένωσης δεν απορρέει από τον εικαζόμενο υποκειμενικό χαρακτήρα του κριτηρίου του «ελέγχου».

19      Η προσφεύγουσα αμφισβητεί τα επιχειρήματα του Συμβουλίου. Υποστηρίζει ότι η προβλεπόμενη στο άρθρο 275 ΣΛΕΕ εξαίρεση της ΚΕΠΠΑ από την αρμοδιότητα του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης πρέπει να ερμηνεύεται στενά. Ισχυρίζεται ότι το περιεχόμενο του επίμαχου περιοριστικού μέτρου δεν καθορίζεται βάσει αντικειμενικών κριτηρίων. Κατά την προσφεύγουσα, αφενός, τα μέτρα που λαμβάνονται από τις προσβαλλόμενες πράξεις έχουν αντίκτυπο όχι μόνο στη Ρωσική Ομοσπονδία, αλλά και σε τρίτους, όπως οι Ρώσοι πολίτες, και, αφετέρου, η έννοια του «ελέγχου» του αεροσκάφους, όπως ερμηνεύεται από τα θεσμικά όργανα της Ένωσης, αποτελεί υποκειμενικό κριτήριο. Επιπλέον, η προσφεύγουσα υποστηρίζει ότι η αρμοδιότητα του Γενικού Δικαστηρίου θεμελιώνεται επίσης στο άρθρο 47 του Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, το οποίο επιτρέπει, τηρουμένων των Συνθηκών, την ερμηνεία των ισχυουσών διατάξεων κατά τρόπο ώστε να διασφαλίζεται ο σεβασμός των θεμελιωδών δικαιωμάτων και ελευθεριών. Η προσφεύγουσα προσθέτει ότι είναι επιτακτική ανάγκη τα περιοριστικά μέτρα που λαμβάνονται με τις προσβαλλόμενες πράξεις να υπόκεινται σε έλεγχο, προκειμένου να διαπιστωθεί αν συνάδουν με τα θεμελιώδη δικαιώματα και την αρχή της αναλογικότητας.

20      Υπενθυμίζεται ότι, μολονότι, δυνάμει του άρθρου 24, παράγραφος 1, δεύτερο εδάφιο, τελευταία περίοδος, ΣΕΕ και του άρθρου 275, πρώτο εδάφιο, ΣΛΕΕ, το Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης δεν είναι, καταρχήν, αρμόδιο όσον αφορά τις διατάξεις που αφορούν την ΚΕΠΠΑ καθώς και τις πράξεις που εκδίδονται βάσει των διατάξεων αυτών, ωστόσο, οι Συνθήκες προβλέπουν ρητά δύο εξαιρέσεις από την αρχή αυτή. Αφενός, τόσο το άρθρο 24, παράγραφος 1, δεύτερο εδάφιο, τελευταία περίοδος, ΣΕΕ όσο και το άρθρο 275, δεύτερο εδάφιο, ΣΛΕΕ προβλέπουν ότι το Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης είναι αρμόδιο να ελέγχει την τήρηση του άρθρου 40 ΣΕΕ. Αφετέρου, το άρθρο 24, παράγραφος 1, δεύτερο εδάφιο, τελευταία περίοδος, ΣΕΕ τού απονέμει την αρμοδιότητα να ελέγχει τη νομιμότητα ορισμένων αποφάσεων του άρθρου 275, δεύτερο εδάφιο, ΣΛΕΕ. Η τελευταία αυτή διάταξη προβλέπει την αρμοδιότητα του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης να αποφαίνεται επί των προσφυγών, που ασκούνται σύμφωνα με τις προϋποθέσεις του άρθρου 263, τέταρτο εδάφιο, ΣΛΕΕ και αφορούν τον έλεγχο της νομιμότητας των αποφάσεων που προβλέπουν περιοριστικά μέτρα κατά φυσικών ή νομικών προσώπων και τις οποίες εκδίδει το Συμβούλιο βάσει των σχετικών με την ΚΕΠΠΑ διατάξεων (απόφαση της 28ης Μαρτίου 2017, Rosneft, C‑72/15, EU:C:2017:236, σκέψη 60).

21      Επομένως, όσον αφορά τις πράξεις που εκδίδονται βάσει των διατάξεων περί ΚΕΠΠΑ, το καθοριστικό στοιχείο για την πρόσβαση στον δικαστή της Ένωσης είναι, κατά το άρθρο 275, δεύτερο εδάφιο, ΣΛΕΕ, η ατομική φύση των πράξεων αυτών (βλ. απόφαση της 28ης Μαρτίου 2017, Rosneft, C‑72/15, EU:C:2017:236, σκέψη 103 και εκεί μνημονευόμενη νομολογία· απόφαση της 13ης Σεπτεμβρίου 2018, Gazprom Neft κατά Συμβουλίου, T‑735/14 και T‑799/14, EU:T:2018:548, σκέψη 53).

22      Συναφώς, επισημαίνεται ότι το Δικαστήριο έχει κρίνει ότι τα άρθρα 4 και 4α της απόφασης 2014/512 προβλέπουν μέτρα των οποίων το πεδίο εφαρμογής καθοριζόταν βάσει αντικειμενικών κριτηρίων, ιδίως βάσει κατηγοριών έργων έρευνας και παραγωγής πετρελαίου. Αντιθέτως, τα μέτρα αυτά δεν έχουν ως στόχο συγκεκριμένα φυσικά ή νομικά πρόσωπα, αλλά εφαρμόζονται, κατά τρόπο γενικό, σε όλους τους επιχειρηματίες που εμπλέκονται στην πώληση, την προμήθεια, τη μεταβίβαση ή την εξαγωγή εξοπλισμού τον οποίον αφορά η υποχρέωση προηγούμενης αδειοδοτήσεως και σε όλους τους παρόχους συναφών υπηρεσιών (απόφαση της 28ης Μαρτίου 2017, Rosneft, C‑72/15, EU:C:2017:236, σκέψη 97). Επομένως, το Δικαστήριο έκρινε ότι τα μέτρα αυτά συνιστούν όχι περιοριστικά μέτρα κατά φυσικών ή νομικών προσώπων, κατά την έννοια του άρθρου 275, δεύτερο εδάφιο, ΣΛΕΕ, αλλά μέτρα γενικής ισχύος, και ότι δεν ήταν αρμόδιο να ελέγξει το κύρος τους (απόφαση της 28ης Μαρτίου 2017, Rosneft, C‑72/15, EU:C:2017:236, σκέψεις 98 και 99).

23      Εξάλλου, όσον αφορά το άρθρο 1, παράγραφος 2, στοιχεία βʹ έως δʹ, και παράγραφος 3, του άρθρου 7 και του παραρτήματος ΙΙΙ της απόφασης 2014/512, το Δικαστήριο διαπίστωσε ότι το αντικείμενο των μέτρων αυτών προσδιορίζεται με αναφορά σε συγκεκριμένες οντότητες. Έκρινε ότι οι διατάξεις αυτές απαγορεύουν, μεταξύ άλλων, την εκτέλεση διαφόρων οικονομικών συναλλαγών που αφορούν τις οντότητες που περιλαμβάνονται στο παράρτημα III της απόφασης αυτής και ότι ήταν αρμόδιο να αποφανθεί επί του κύρους τους (πρβλ. απόφαση της 28ης Μαρτίου 2017, Rosneft, C‑72/15, EU:C:2017:236, σκέψεις 100 και 107).

24      Ως εκ τούτου, θεσπίζοντας κριτήρια τα οποία καθιστούν δυνατή την ταυτοποίηση φυσικού ή νομικού προσώπου και αναφέροντας το όνομα του εν λόγω προσώπου στο παράρτημα απόφασης που λαμβάνεται βάσει των διατάξεων της ΚΕΠΠΑ, το Συμβούλιο θεσπίζει περιοριστικά μέτρα κατά του εν λόγω φυσικού ή νομικού προσώπου, παρά το γεγονός ότι τα μέτρα αυτά ενδέχεται επίσης να στοχεύουν, κατά τρόπο εξατομικευμένο, και άλλες οντότητες (πρβλ. αποφάσεις της 28ης Μαρτίου 2017, Rosneft, C‑72/15, EU:C:2017:236, σκέψη 104, και της 13ης Σεπτεμβρίου 2018, Gazprom Neft κατά Συμβουλίου, T‑735/14 και T‑799/14, EU:T:2018:548, σκέψη 54).

25      Εν προκειμένω, η απαγόρευση που προβλέπεται στο άρθρο 4ε της απόφασης 2014/512, όπως προστέθηκε με το άρθρο 1, σημείο 2, της προσβαλλόμενης απόφασης, αφορά «κάθε αεροσκάφος που χρησιμοποιείται από ρωσικούς αερομεταφορείς, συμπεριλαμβανομένων αερομεταφορέων εμπορίας με τη χρήση ρυθμίσεων για την κοινή εκμετάλλευση πτήσεων ή τη δέσμευση χώρου, [καθώς και] οποιοδήποτε αεροσκάφος νηολογημένο στη Ρωσία, [και] αεροσκάφος μη νηολογημένο στη Ρωσία το οποίο ανήκει σε οποιοδήποτε φυσικό ή νομικό πρόσωπο, οντότητα ή φορέα της Ρωσίας ή ναυλώνεται ή άλλως ελέγχεται από αυτό».

26      Συναφώς, επισημαίνεται ότι το πεδίο εφαρμογής του επίμαχου μέτρου καθορίζεται βάσει αντικειμενικών κριτηρίων, ήτοι βάσει κατηγοριών αεροσκαφών. Ειδικότερα, τα επίμαχα μέτρα αφορούν αεροσκάφη τα οποία χρησιμοποιούνται από ρωσικούς αερομεταφορείς, συμπεριλαμβανομένων αερομεταφορέων εμπορίας με τη χρήση ρυθμίσεων για την κοινή εκμετάλλευση πτήσεων ή τη δέσμευση χώρου, αεροσκάφη νηολογημένα στη Ρωσία και αεροσκάφη μη νηολογημένα στη Ρωσία τα οποία ανήκουν σε οποιοδήποτε φυσικό ή νομικό πρόσωπο, οντότητα ή φορέα της Ρωσίας ή ναυλώνονται ή άλλως ελέγχονται από αυτό. Κατά συνέπεια, τα επίμαχα περιοριστικά μέτρα δεν αφορούν συγκεκριμένα φυσικά ή νομικά πρόσωπα, αλλά εφαρμόζονται σε όλα τα αεροσκάφη που πληρούν τα προεκτεθέντα κριτήρια.

27      Επιπλέον από τη νομολογία προκύπτει ότι τα περιοριστικά μέτρα προσιδιάζουν ταυτοχρόνως σε πράξεις γενικού περιεχομένου, στο μέτρο που απαγορεύουν σε μια κατηγορία αποδεκτών, καθορισθέντων κατά τρόπο γενικό και αόριστο, να θέτουν οικονομικούς πόρους στη διάθεση των οντοτήτων που περιλαμβάνονται στους καταλόγους των παραρτημάτων τους, και σε ατομικές αποφάσεις οι οποίες αφορούν τις εν λόγω οντότητες (βλ. απόφαση της 28ης Μαρτίου 2017, Rosneft, C‑72/15, EU:C:2017:236, σκέψη 102 και εκεί μνημονευόμενη νομολογία). Εντούτοις, επισημαίνεται ότι, εν προκειμένω, τα περιοριστικά μέτρα που θεσπίστηκαν δυνάμει του άρθρου 4ε της απόφασης 2014/512, όπως τροποποιήθηκε με την προσβαλλόμενη απόφαση, δεν έχουν σχεδιαστεί με τον τρόπο αυτό και ότι το εν λόγω άρθρο δεν παραπέμπει σε κανένα παράρτημα. Ωστόσο, σύμφωνα με τη νομολογία που υπενθυμίζεται στη σκέψη 21 ανωτέρω, το καθοριστικό στοιχείο για την πρόσβαση στον δικαστή της Ένωσης είναι, κατά το άρθρο 275, δεύτερο εδάφιο, ΣΛΕΕ, η ατομική φύση των πράξεων αυτών.

28      Υπό τις συνθήκες αυτές, διαπιστώνεται ότι τα μέτρα που θεσπίστηκαν με το άρθρο 4ε της απόφασης 2014/512, όπως τροποποιήθηκε με την προσβαλλόμενη απόφαση, δεν συνιστούν περιοριστικά μέτρα κατά φυσικών ή νομικών προσώπων κατά την έννοια του άρθρου 275, δεύτερο εδάφιο, ΣΛΕΕ, αλλά μέτρα γενικής ισχύος.

29      Το συμπέρασμα αυτό δεν αναιρείται από το επιχείρημα της προσφεύγουσας κατά το οποίο η αρμοδιότητα του δικαστή της Ένωσης θεμελιώνεται στην εικαζόμενη παραβίαση της αρχής της αναλογικότητας και των θεμελιωδών δικαιωμάτων, δοθέντος ότι, κατά τη νομολογία, τα επιχειρήματα που αφορούν αποκλειστικώς την ουσία της προσφυγής δεν μπορούν να θέσουν υπό αμφισβήτηση την αναρμοδιότητα του Γενικού Δικαστηρίου να επιληφθεί προσφυγής ακυρώσεως κατά διάταξης της προσβαλλόμενης απόφασης (πρβλ. διάταξη της 3ης Ιουλίου 2007, Commune de Champagne κ.λπ. κατά Συμβουλίου και Επιτροπής, T‑212/02, EU:T:2007:194, σκέψη 217).

30      Λαμβανομένων υπόψη των προεκτεθέντων, πρέπει να κριθεί ότι το Γενικό Δικαστήριο δεν είναι αρμόδιο να ελέγξει το κύρος του άρθρου 4ε της απόφασης 2014/512, όπως τροποποιήθηκε. Κατά συνέπεια, κατά το μέρος με το οποίο ζητείται να ακυρωθεί η προσβαλλόμενη απόφαση, η προσφυγή πρέπει να απορριφθεί ως ασκηθείσα ενώπιον αναρμόδιου δικαστηρίου.

 Επί του παραδεκτού της προσφυγής κατά το μέρος με το οποίο ζητείται η ακύρωση του προσβαλλομένου κανονισμού

31      Το Συμβούλιο υποστηρίζει ότι η προσφυγή είναι απαράδεκτη κατά το μέρος με το οποίο ζητείται η ακύρωση του προσβαλλομένου κανονισμού. Μολονότι δέχεται ότι το άρθρο 3δ, παράγραφος 1, του κανονισμού 833/2014, όπως τροποποιήθηκε, αποτελεί κανονιστική πράξη που αφορά άμεσα την προσφεύγουσα, κατά το μέρος που η διάταξη αυτή την εμποδίζει να χρησιμοποιεί την άδεια χειριστή ιδιωτικού αεροσκάφους, υποστηρίζει ότι η διάταξη αυτή απαιτεί, αντιθέτως, εκτελεστικά μέτρα. Επομένως, η προσφεύγουσα πρέπει να αποδείξει ότι ο προσβαλλόμενος κανονισμός την αφορά όχι μόνο άμεσα, αλλά και ατομικά. Ωστόσο, κατά το Συμβούλιο, ο προσβαλλόμενος κανονισμός δεν αφορά ατομικά την προσφεύγουσα.

32      Επιπλέον, όσον αφορά τους ισχυρισμούς της προσφεύγουσας σχετικά με τις συνέπειες που έχει για την κατάστασή της η ερμηνεία του άρθρου 3δ, παράγραφος 1, του κανονισμού 833/2014, όπως τροποποιήθηκε, το Συμβούλιο υποστηρίζει ότι, θεσπίζοντας τη διάταξη αυτή, πρόθεσή του δεν ήταν να απαγορεύσει στους Ρώσους υπηκόους κατόχους άδειας χειριστή ιδιωτικού αεροσκάφους να χρησιμοποιούν την άδεια αυτή για να πετάξουν, ιδιωτικά, ένα αεροσκάφος που δεν είναι νηολογημένο στη Ρωσία και δεν ανήκει ή ναυλώνεται από αυτούς. Κατά το Συμβούλιο, η έκφραση «άλλως ελέγχεται από αυτό», που αναφέρεται στο άρθρο 3δ, παράγραφος 1, του κανονισμού 833/2014, όπως τροποποιήθηκε, έχει μόνο την έννοια του οικονομικού και χρηματοπιστωτικού ελέγχου. Υποστηρίζει ότι η ερμηνεία αυτή ανταποκρίνεται στον σκοπό των προσβαλλομένων πράξεων, ήτοι στην άσκηση πιέσεων στον Πρόεδρο της Ρωσικής Ομοσπονδίας και στη Ρωσική Κυβέρνηση, προκειμένου να παύσουν τις ενέργειές τους που αποσκοπούν στην αποσταθεροποίηση της Ουκρανίας. Το Συμβούλιο διευκρινίζει ότι ο σκοπός αυτός δεν μπορεί να επιτευχθεί με περιορισμούς που επιβάλλονται σε ρωσικά φυσικά πρόσωπα για τον λόγο και μόνον ότι πετούν ένα αεροσκάφος. Εξάλλου, υπενθυμίζει ότι, όταν ένα νομοθέτημα επιδέχεται πλείονες ερμηνείες, πρέπει να προτιμάται αυτή που καθιστά τη διάταξη σύμφωνη με τις Συνθήκες. Ως εκ τούτου, θεωρεί ότι, ερμηνευόμενο κατά τη δική του άποψη, το άρθρο 3δ, παράγραφος 1, του κανονισμού 833/2014, όπως τροποποιήθηκε, δεν μπορεί να αντιβαίνει σε διατάξεις των Συνθηκών ή του Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων.

33      Η Επιτροπή υποστηρίζει ότι ο προσβαλλόμενος κανονισμός, μολονότι είναι κανονιστική πράξη, απαιτεί ωστόσο εκτελεστικά μέτρα, οπότε η προσφεύγουσα πρέπει να αποδείξει ότι την αφορά άμεσα και ατομικά. Όπως και το Συμβούλιο, η Επιτροπή υποστηρίζει ότι ο εν λόγω κανονισμός δεν αφορά ατομικά την προσφεύγουσα.

34      Όσον αφορά την ερμηνεία του άρθρου 3δ, παράγραφος 1, του κανονισμού 833/2014, όπως τροποποιήθηκε, η Επιτροπή υποστηρίζει ότι η έννοια του «ελέγχου» πρέπει να ερμηνεύεται διασταλτικώς, υπό την έννοια ότι ένα πρόσωπο θεωρείται ότι «ελέγχει» το αεροσκάφος, όταν διατηρεί τον τεχνικό ή επιχειρησιακό έλεγχό του, ιδίως πετώντας ιδιωτικά ως χειριστής. Κατά την Επιτροπή, η φράση «άλλως ελέγχεται» επιβεβαιώνει τον μη περιοριστικό χαρακτήρα της έννοιας του ελέγχου. Επισημαίνει ότι η νομοθεσία περί περιοριστικών μέτρων χρησιμοποιεί τις έννοιες της «κτήσης, κατοχής και ελέγχου» στο πλαίσιο της δέσμευσης κεφαλαίων, προκειμένου να καθοριστεί το προσωπικό πεδίο εφαρμογής ενός μέτρου, και ότι, υπό το πρίσμα αυτό, ο όρος «έλεγχος» χρησιμοποιείται υπό οικονομική έννοια. Εντούτοις, μια τέτοια ερμηνεία δεν θα μπορούσε να τύχει εφαρμογής στην προκειμένη περίπτωση, κατά την οποία το ζήτημα του ελέγχου είναι κρίσιμο για τον προσδιορισμό των αεροσκαφών στα οποία απαγορεύεται η προσγείωση στο έδαφος της Ένωσης. Τέλος, η διασταλτική ερμηνεία ανταποκρίνεται στον σκοπό να αποτραπεί η καταστρατήγηση των περιοριστικών μέτρων.

35      Η προσφεύγουσα υποστηρίζει ότι η προσφυγή της ασκείται παραδεκτώς κατά το μέρος με το οποίο επιδιώκεται η ακύρωση του προσβαλλομένου κανονισμού. Μολονότι δέχεται ότι δεν είναι αποδέκτης αυτού, ισχυρίζεται ότι θίγεται άμεσα από τις διατάξεις του τις οποίες αμφισβητεί. Υποστηρίζει ότι η ερμηνευτική εκδοχή που ακολουθεί η Επιτροπή, ο EASA και η DAC, σε σχέση με το άρθρο 3δ, παράγραφος 1, του κανονισμού 883/2014, όπως τροποποιήθηκε, σύμφωνα με την οποία θεωρείται ότι η προσφεύγουσα ελέγχει ένα αεροσκάφος, καθόσον αποφασίζει πότε και πού θα πετάξει το εν λόγω αεροσκάφος, έχει ως συνέπεια, κατ’ εφαρμογήν της διάταξης αυτής, να την εμποδίζει να χρησιμοποιεί την άδεια χειριστή ιδιωτικού αεροσκάφους. Η προσφεύγουσα υποστηρίζει επίσης ότι ο προσβαλλόμενος κανονισμός την αφορά ατομικά και ότι, σε κάθε περίπτωση, πρόκειται για κανονιστική πράξη που δεν απαιτεί εκτελεστικά μέτρα.

36      Εξάλλου, όσον αφορά την ερμηνεία που πρέπει να δοθεί στο άρθρο 3δ, παράγραφος 1, του κανονισμού 833/2014, όπως τροποποιήθηκε, θεωρεί ότι ο όρος «έλεγχος» έχει την έννοια του οικονομικού ή χρηματοπιστωτικού ελέγχου του αεροσκάφους, με αποτέλεσμα να μη θίγεται από την απαγόρευση που προβλέπει η διάταξη αυτή και να μπορεί να συνεχίσει να χρησιμοποιεί την άδεια χειριστή ιδιωτικού αεροσκάφους.

37      Υπενθυμίζεται ότι, σύμφωνα με το άρθρο 263, τέταρτο εδάφιο, ΣΛΕΕ, κάθε φυσικό ή νομικό πρόσωπο μπορεί, υπό τις προϋποθέσεις του πρώτου και δεύτερου εδαφίου, να ασκεί προσφυγή κατά των πράξεων των οποίων είναι αποδέκτης ή που το αφορούν άμεσα και ατομικά, καθώς και κατά των κανονιστικών πράξεων που το αφορούν άμεσα χωρίς να περιλαμβάνουν εκτελεστικά μέτρα.

38      Καθόσον η προϋπόθεση του άμεσου επηρεασμού είναι κοινή τόσο στο δεύτερο όσο και στο τρίτο σκέλος της περιόδου του τετάρτου εδαφίου του άρθρου 263 ΣΛΕΕ και καθόσον, κατά τη νομολογία, η προϋπόθεση αυτή έχει την ίδια έννοια και στα δύο εν λόγω σκέλη της περιόδου (πρβλ. απόφαση της 12ης Ιουλίου 2022, Nord Stream 2 κατά Κοινοβουλίου και Συμβουλίου, C‑348/20 P, EU:C:2022:548, σκέψη 73), είναι σκόπιμο να εξεταστεί αν πληρούται η προϋπόθεση αυτή.

39      Κατά πάγια νομολογία, η προϋπόθεση του άρθρου 263, τέταρτο εδάφιο, ΣΛΕΕ, κατά την οποία το μέτρο που προσβάλλεται με προσφυγή πρέπει να αφορά άμεσα ένα φυσικό ή νομικό πρόσωπο, απαιτεί τη συνδρομή δύο σωρευτικών κριτηρίων, δηλαδή το προσβαλλόμενο μέτρο πρέπει, αφενός, να επάγεται άμεσα αποτελέσματα επί της έννομης καταστάσεως του προσώπου αυτού και, αφετέρου, να μην καταλείπει εξουσία εκτιμήσεως στους αποδέκτες του, οι οποίοι είναι επιφορτισμένοι με την εφαρμογή του, δεδομένου ότι η τελευταία έχει αμιγώς αυτόματο χαρακτήρα και απορρέει αποκλειστικά από τη ρύθμιση της Ένωσης, χωρίς εφαρμογή άλλων παρεμβαλλόμενων κανόνων [βλ. απόφαση της 22ας Ιουνίου 2021, Βενεζουέλα κατά Συμβουλίου (Πράξη που αφορά τρίτο κράτος), C‑872/19 P, EU:C:2021:507, σκέψη 61 και εκεί μνημονευόμενη νομολογία].

40      Εν προκειμένω, για να διαπιστωθεί αν τα επίμαχα περιοριστικά μέτρα αφορούν άμεσα την προσφεύγουσα, πρέπει προηγουμένως να εξεταστεί το ζήτημα αν αυτή εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής του άρθρου 3δ, παράγραφος 1, του κανονισμού 883/2014, όπως τροποποιήθηκε.

41      Για τον σκοπό αυτό, είναι απαραίτητο να ερμηνευθεί ο όρος «έλεγχος» ενός αεροσκάφους.

42      Κατά τη νομολογία, προκειμένου να ερμηνευθεί διάταξη του δικαίου της Ένωσης, πρέπει να λαμβάνεται υπόψη όχι μόνο το γράμμα της, αλλά και το πλαίσιο στο οποίο εντάσσεται και οι σκοποί που επιδιώκονται με τη ρύθμιση της οποίας αποτελεί μέρος (βλ. απόφαση της 10ης Ιουλίου 2014, D. και G., C‑358/13 και C‑181/14, EU:C:2014:2060, σκέψη 32 και εκεί μνημονευόμενη νομολογία).

43      Πρώτον, από την ίδια τη γραμματική διατύπωση του άρθρου 3δ, παράγραφος 1, του κανονισμού 833/2014, όπως τροποποιήθηκε, προκύπτει ότι η απαγόρευση που προβλέπει η διάταξη αυτή εφαρμόζεται σε κάθε αεροσκάφος που εκμεταλλεύονται ρωσικοί αερομεταφορείς, σε κάθε αεροσκάφος νηολογημένο στη Ρωσία, καθώς και σε κάθε αεροσκάφος μη νηολογημένο στη Ρωσία, το οποίο ανήκει, σε οποιοδήποτε φυσικό ή νομικό πρόσωπο, οντότητα ή φορέα της Ρωσίας, ή ναυλώνεται ή άλλως ελέγχεται από αυτό.

44      Συναφώς, από την γραμματική ερμηνεία της φράσης «άλλως ελέγχεται» για αεροσκάφος μη νηολογημένο στη Ρωσία μπορεί να συναχθεί το συμπέρασμα ότι αυτή αφορά, όπως υποστηρίζει το Συμβούλιο, μόνο τον έλεγχο οικονομικής ή χρηματοπιστωτικής φύσης ή το συμπέρασμα ότι αφορά, όπως υποστηρίζει η Επιτροπή, και τον «τεχνικό ή επιχειρησιακό» έλεγχο, με αποτέλεσμα η απαγόρευση να αφορά αεροσκάφος το οποίο πετά φυσικό πρόσωπο ρωσικής ιθαγένειας.

45      Δεύτερον, όσον αφορά τη συστηματική ερμηνεία της έννοιας του μη νηολογημένου στη Ρωσία αεροσκάφους που «άλλως ελέγχεται», κατά πρώτον, επισημαίνεται ότι ο προσβαλλόμενος κανονισμός τροποποιεί τον κανονισμό 833/2014, ο οποίος προβλέπει περιοριστικά μέτρα οικονομικού χαρακτήρα σε συγκεκριμένο κλάδο, που θεσπίζονται βάσει του άρθρου 215, παράγραφος 1, ΣΛΕΕ. Κατά δεύτερον, πρέπει να υπογραμμιστεί ότι η έκφραση «άλλως ελέγχεται» συνδέεται με τους όρους «ανήκει» και «ναυλώνεται», οι οποίοι είναι όροι που προσδιορίζουν έννοιες κρίσιμες από οικονομική ή χρηματοπιστωτική άποψη. Κατά τρίτον, όπως αναγνωρίζει η Επιτροπή, ο όρος «έλεγχος» χρησιμοποιείται υπό οικονομική ή χρηματοπιστωτική έννοια στο πλαίσιο άλλων διατάξεων του κανονισμού 833/2014, προκειμένου να καθοριστεί το προσωπικό πεδίο εφαρμογής των περιοριστικών μέτρων σε συγκεκριμένο κλάδο (βλ., επί παραδείγματι, το άρθρο 2, παράγραφος 4, στοιχεία εʹ και στʹ, και το άρθρο 3, παράγραφος 6, στοιχείο βʹ, του εν λόγω κανονισμού), ή του κανονισμού (ΕΕ) 269/2014 του Συμβουλίου, της 17ης Μαρτίου 2014, σχετικά με περιοριστικά μέτρα για ενέργειες που υπονομεύουν ή απειλούν την εδαφική ακεραιότητα, την κυριαρχία και την ανεξαρτησία της Ουκρανίας (ΕΕ 2014, L 78, σ. 6), για ατομικά περιοριστικά μέτρα όσον αφορά τη δέσμευση κεφαλαίων ή οικονομικών πόρων (βλ. το άρθρο 2, παράγραφος 1, του εν λόγω κανονισμού).

46      Τρίτον, όσον αφορά την τελολογική ερμηνεία της φράσης «άλλως ελέγχεται» για αεροσκάφος μη νηολογημένο στη Ρωσία, κατά πρώτον, επισημαίνεται ότι ο σκοπός που επιδιώκεται από τον προσβαλλόμενο κανονισμό είναι, ιδίως, η άσκηση της μέγιστης δυνατής πίεσης στις ρωσικές αρχές, προκειμένου να παύσουν τις ενέργειες και τις πολιτικές τους που αποσταθεροποιούν την Ουκρανία, καθώς και τη στρατιωτική επίθεση κατά της εν λόγω χώρας (πρβλ., κατ’ αναλογίαν, απόφαση της 27ης Ιουλίου 2022, RT France κατά Συμβουλίου, T‑125/22, EU:T:2022:483, σκέψη 163).

47      Εν προκειμένω, πρέπει να γίνει δεκτό, όπως επισήμανε και το Συμβούλιο, ότι η επιβολή περιορισμών στα μη νηολογημένα στη Ρωσία αεροσκάφη, που ανήκουν, ναυλώνονται ή άλλως ελέγχονται, από οικονομικής ή χρηματοπιστωτικής άποψης, από οποιοδήποτε φυσικό ή νομικό πρόσωπο, οντότητα ή φορέα της Ρωσίας, συμβάλλει στην άσκηση τέτοιων πιέσεων στις ρωσικές αρχές. Πράγματι, οι περιορισμοί αυτοί, στον βαθμό που επηρεάζουν οικονομικά τον τομέα των ρωσικών αερομεταφορών, συμβάλλουν στην επίτευξη του σκοπού να αυξηθεί το κόστος των ενεργειών της Ρωσικής Ομοσπονδίας που υπονομεύουν την εδαφική ακεραιότητα, την κυριαρχία και την ανεξαρτησία της Ουκρανίας (πρβλ. απόφαση της 13ης Σεπτεμβρίου 2018, Rosneft κ.λπ. κατά Συμβουλίου, Τ-715/14, μη δημοσιευθείσα, EU:T:2018:544, σκέψη 157 και εκεί μνημονευόμενη νομολογία).

48      Κατά δεύτερον, όσον αφορά την ενδεχόμενη ανάγκη διασταλτικής ερμηνείας του άρθρου 3δ, παράγραφος 1, του κανονισμού 833/2014, όπως τροποποιήθηκε, προκειμένου να αποφευχθεί κάθε κίνδυνος καταστρατήγησης των περιοριστικών μέτρων που είναι συμφυής με τις πολυάριθμες δυνατότητες που υπάρχουν για τη διενέργεια αεροπορικών μεταφορών μέσω της απόκρυψης της ταυτότητας και της ιθαγένειας του δικαιούχου, αρκεί να σημειωθεί ότι, σε αντίθεση με όσα υποστηρίζει η Επιτροπή (βλ. σκέψη 33 παραπάνω), η δυνατότητα απόκρυψης της ταυτότητας και της ιθαγένειας του δικαιούχου εμπίπτει στην έννοια του «ελέγχου» υπό την οικονομική ή χρηματοπιστωτική έννοια και όχι υπό την «τεχνική» ή «επιχειρησιακή».

49      Κατά τρίτον, υπενθυμίζεται ότι, κατά πάγια νομολογία, η αρχή της αναλογικότητας, η οποία αποτελεί γενική αρχή του δικαίου της Ένωσης και επαναλαμβάνεται στο άρθρο 5, παράγραφος 4, ΣΕΕ, απαιτεί να είναι τα προβλεπόμενα από διάταξη του δικαίου της Ένωσης μέσα πρόσφορα για την υλοποίηση των επιδιωκόμενων από την οικεία ρύθμιση σκοπών και να μην υπερβαίνουν το αναγκαίο για την επίτευξη των σκοπών αυτών μέτρο [αποφάσεις της 15ης Νοεμβρίου 2012, Al‑Aqsa κατά Συμβουλίου και Κάτω Χώρες κατά Al‑Aqsa, C‑539/10 P και C‑550/10 P, EU:C:2012:711, σκέψη 122, και της 24ης Νοεμβρίου 2021, Assi κατά Συμβουλίου, T‑256/19, EU:T:2021:818, σκέψη 194 (μη δημοσιευθείσα)].

50      Εν προκειμένω, επισημαίνεται ότι, όπως υποστηρίζει το Συμβούλιο, μολονότι η επιβολή περιορισμών κατά προσώπων και οντοτήτων από τη Ρωσία που ελέγχουν, από οικονομική ή χρηματοπιστωτική άποψη, ένα αεροσκάφος μη νηολογημένο στη Ρωσία συμβάλλει στην άσκηση πίεσης κατά του Ρώσου Προέδρου και της Κυβέρνησής του, ωστόσο δεν ισχύει το ίδιο για τους περιορισμούς που επιβάλλονται σε βάρος φυσικών προσώπων από τη Ρωσία που απλώς «πετούν» ένα τέτοιο αεροσκάφος. Κατά συνέπεια, πρέπει να γίνει δεκτό ότι η απαγόρευση προσγείωσης, απογείωσης ή πτήσης πάνω από το έδαφος της Ένωσης, η οποία εφαρμόζεται σε κάθε αεροσκάφος που ελέγχεται σε «τεχνικό ή επιχειρησιακό» επίπεδο από Ρώσο πολίτη, στον βαθμό που περιλαμβάνει Ρώσους πολίτες που κατέχουν άδεια χειριστή ιδιωτικού αεροσκάφους, θα ήταν προδήλως απρόσφορη υπό το πρίσμα του σκοπού άσκησης πίεσης στον Ρώσο Πρόεδρο και την Κυβέρνησή του, δυνάμενης να θέσει τέρμα στις παραβιάσεις του διεθνούς δικαίου και να διατηρήσει την εδαφική ακεραιότητα της Ουκρανίας.

51      Κατά τη νομολογία, όταν νομοθέτημα του παραγώγου δικαίου επιδέχεται περισσότερες από μία ερμηνείες, πρέπει να προτιμάται η ερμηνεία που καθιστά την εν λόγω διάταξη σύμφωνη προς τις Συνθήκες και όχι εκείνη που συνεπάγεται το ασυμβίβαστό της προς αυτές (βλ. απόφαση της 4ης Μαΐου 2016, Philip Morris Brands κ.λπ., C‑547/14, EU:C:2016:325, σκέψη 70 και εκεί μνημονευόμενη νομολογία). Ως εκ τούτου, πρέπει να γίνει δεκτό ότι το άρθρο 3δ, του κανονισμού 833/2014, όπως τροποποιήθηκε, έχει την έννοια ότι η απαγόρευση προσγείωσης, απογείωσης ή πτήσης πάνω από το έδαφος της Ένωσης, που εφαρμόζεται «σε οποιοδήποτε αεροσκάφος μη νηολογημένο στη Ρωσία το οποίο ανήκει σε οποιοδήποτε φυσικό ή νομικό πρόσωπο, οντότητα ή φορέα της Ρωσίας ή ναυλώνεται ή άλλως ελέγχεται από αυτό» αφορά κάθε αεροσκάφος μη νηολογημένο στη Ρωσία το οποίο ελέγχεται από οικονομική ή χρηματοπιστωτική άποψη από φυσικό ή νομικό πρόσωπο, οντότητα ή φορέα της Ρωσίας, χωρίς να ασκεί οποιαδήποτε επιρροή σε περίπτωση, όπως την προκειμένη, κατά την οποία Ρώσος πολίτης κάτοχος άδειας χειριστή ιδιωτικού αεροσκάφους χρησιμοποιεί την άδεια αυτή για να πετάξει αεροσκάφος μη νηολογημένο στη Ρωσία, το οποίο δεν ανήκει ή δεν έχει ναυλωθεί από φυσικό ή νομικό πρόσωπο, οντότητα ή φορέα της Ρωσίας.

52      Επομένως, η κατάσταση της προσφεύγουσας, η οποία ούτε κατέχει ούτε ναυλώνει αεροσκάφος μη νηολογημένο στη Ρωσία και δεν διατηρεί έλεγχο, οικονομικό ή χρηματοπιστωτικό, επί του αεροσκάφους αυτού, δεν εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής του άρθρου 3δ του κανονισμού 833/2014, όπως τροποποιήθηκε. Κατά συνέπεια, η απαγόρευση του άρθρου αυτού δεν την αφορά άμεσα, οπότε δεν νομιμοποιείται ενεργητικώς να ασκήσει προσφυγή κατά της διατάξεως αυτής (πρβλ., κατ’ αναλογία, απόφαση της 21ης Δεκεμβρίου 2016, Συμβούλιο κατά Front Polisario, C‑104/16 P, EU:C:2016:973, σκέψεις 132 και 133).

53      Ως εκ τούτου, κατά το μέρος με το οποίο ζητείται η ακύρωση του προσβαλλομένου κανονισμού, η προσφυγή πρέπει να απορριφθεί ως απαράδεκτη.

54      Βάσει των προεκτεθέντων, επιβάλλεται να απορριφθεί η προσφυγή στο σύνολό της, εν μέρει ως ασκηθείσα ενώπιον αναρμόδιου δικαστηρίου και εν μέρει ως απαράδεκτη.

 Επί των δικαστικών εξόδων

55      Κατά το άρθρο 134, παράγραφος 1, του Κανονισμού Διαδικασίας του Γενικού Δικαστηρίου, ο ηττηθείς διάδικος καταδικάζεται στα δικαστικά έξοδα, εφόσον υπάρχει σχετικό αίτημα. Ωστόσο, κατά το άρθρο 135, παράγραφος 1, του Κανονισμού Διαδικασίας, όταν τούτο επιβάλλεται για λόγους επιείκειας, το Γενικό Δικαστήριο μπορεί να αποφασίσει ότι ο ηττηθείς διάδικος φέρει, πέραν των δικαστικών εξόδων του, μέρος μόνον των εξόδων του αντιδίκου, ή ότι δεν πρέπει να καταδικαστεί στα έξοδα αυτά.

56      Εν προκειμένω, το Γενικό Δικαστήριο κρίνει ότι, λαμβανομένων υπόψη των δυσχερειών ερμηνείας της φράσης «άλλως ελέγχεται», οι οποίες ευνόησαν, σε ορισμένο βαθμό, τη δημιουργία της υπό κρίση διαφοράς, μολονότι η προσφεύγουσα ηττήθηκε, κατά δίκαιη εκτίμηση όλων των περιστάσεων της υπόθεσης, η προσφεύγουσα και το Συμβούλιο θα φέρουν τα δικαστικά έξοδά τους.

57      Κατά το άρθρο 138, παράγραφος 1, του Κανονισμού Διαδικασίας, τα κράτη μέλη και τα θεσμικά όργανα που παρεμβαίνουν στη δίκη φέρουν τα δικαστικά έξοδά τους. Η Επιτροπή φέρει, επομένως, τα δικαστικά έξοδά της.

Για τους λόγους αυτούς,

ΤΟ ΓΕΝΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ (πρώτο πενταμελές τμήμα)

αποφασίζει:

1)      Απορρίπτει την προσφυγή.

2)      Η Ekaterina Islentyeva και το Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης φέρουν τα δικαστικά έξοδά τους.

3)      Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή φέρει τα δικαστικά έξοδά της.

Spielmann

Mastroianni

Brkan

Gâlea

 

      Kalėda

Δημοσιεύθηκε σε δημόσια συνεδρίαση στο Λουξεμβούργο στις 20 Δεκεμβρίου 2023.

(υπογραφές)


*      Γλώσσα της διαδικασίας: η γαλλική.