Language of document : ECLI:EU:F:2008:149

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ

(πρώτο τμήμα)

της 25ης Νοεμβρίου 2008

Υπόθεση F-145/07

Pierre Bosman

κατά

Συμβουλίου της Ευρωπαϊκής Ενώσεως

«Υπαλληλική υπόθεση – Πρώην συμβασιούχος υπάλληλος – Σύνταξη λόγω συμπληρώσεως συνταξίμου χρόνου – Επίδομα στέγης – Άρθρο 109, παράγραφος 3, του ΚΛΠ»

Αντικείμενο: Προσφυγή ασκηθείσα δυνάμει των άρθρων 236 ΕΚ και 152 ΕΑ, με την οποία ο P. Bosman ζητεί την ακύρωση της αποφάσεως του Συμβουλίου, της 28ης Φεβρουαρίου 2007, με την οποία, βάσει του άρθρου 109, παράγραφος 3, του Καθεστώτος που εφαρμόζεται επί του Λοιπού Προσωπικού των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, δεν του αναγνωρίσθηκε το δικαίωμα επιδόματος στέγης στον υπολογισμό των δικαιωμάτων συντάξεως λόγω συμπληρώσεως συνταξίμου χρόνου.

Απόφαση: Η προσφυγή απορρίπτεται. Ο προσφεύγων καταδικάζεται στο σύνολο των δικαστικών εξόδων, δηλαδή φέρει τα δικά του έξοδα καθώς και τα έξοδα του Συμβουλίου.

Περίληψη

1.      Υπάλληλοι – Καθεστώς που εφαρμόζεται επί του Λοιπού Προσωπικού – Τοπικοί υπάλληλοι – Κατηγορία αντίστοιχη της κατηγορίας των συμβασιούχων υπαλλήλων – Δεν περιλαμβάνεται

2.      Υπάλληλοι – Καθεστώς που εφαρμόζεται επί του Λοιπού Προσωπικού – Ίση μεταχείριση – Διαφορά υπολογισμού των δικαιωμάτων συντάξεως λόγω συμπληρώσεως συνταξίμου χρόνου μεταξύ των συμβασιούχων και των τοπικών υπαλλήλων

(Καθεστώς που εφαρμόζεται επί του Λοιπού Προσωπικού, άρθρο 109 § 3)

3.      Υπάλληλοι – Συντάξεις – Σύνταξη λόγω συμπληρώσεως συνταξίμου χρόνου – Υπολογισμός

(Καθεστώς που εφαρμόζεται επί του Λοιπού Προσωπικού, άρθρο 109 § 3)

1.      Η υπόθεση ότι το καθεστώς του τοπικού υπαλλήλου αποτέλεσε μόνον το αντικείμενο απλής «μεταφοράς» στο πλαίσιο της νέας κατηγορίας συμβασιούχων υπαλλήλων, η οποία δημιουργήθηκε στο νέο καθεστώς που εφαρμόζεται επί του λοιπού προσωπικού, στερείται ερείσματος· συγκεκριμένα, ακόμα και αν υποτεθεί ότι η κατηγορία των συμβασιούχων υπαλλήλων προορίζεται πράγματι να αντικαταστήσει μακροπρόθεσμα την κατηγορία των τοπικών υπαλλήλων, καθώς εξάλλου προορίζεται να αντικαταστήσει την κατηγορία των επικουρικών υπαλλήλων, παρ’ όλ’ αυτά, ο κοινοτικός νομοθέτης, δημιουργώντας νέα κατηγορία υπαλλήλων, τους υπέβαλε επίσης σε διαφορετικό νομικό και οικονομικό καθεστώς από το καθεστώς των τοπικών υπαλλήλων και, επομένως, δεν μπορεί να θεωρηθεί ότι πρώην τοπικός υπάλληλος ανήκε σε κατηγορία υπαλλήλων αντίστοιχη της κατηγορίας των συμβασιούχων υπαλλήλων.

(βλ. σκέψη 36)

Παραπομπή:

ΔΔΔ: 24 Απριλίου 2008, F‑61/05, Dalmasso κατά Επιτροπής, δεν έχει δημοσιευθεί ακόμη στη Συλλογή, σκέψη 78

2.      Ο κοινοτικός νομοθέτης δύναται ελευθέρως, ανά πάσα στιγμή, να επιφέρει τροποποιήσεις στους κανόνες του Κανονισμού Υπηρεσιακής Καταστάσεως των υπαλλήλων (στο εξής: ΚΥΚ), τις οποίες κρίνει ότι συνάδουν προς το συμφέρον της υπηρεσίας και να εκδώσει, για το μέλλον, δυσμενέστερες διατάξεις του ΚΥΚ, για τους οικείους μονίμους υπαλλήλους ή για το λοιπό προσωπικό, υπό την προϋπόθεση πάντως ότι τα πρόσωπα, τα οποία αφορά συγκεκριμένα η νέα κανονιστική ρύθμιση, χαίρουν παρεμφερούς μεταχειρίσεως.

Η εφαρμογή των σαφών και επακριβών διατάξεων του άρθρου 109, παράγραφος 3, του Καθεστώτος που εφαρμόζεται επί του Λοιπού Προσωπικού οδηγεί σε παρεμφερή μεταχείριση όλων των συμβασιούχων υπαλλήλων, ως προς το ότι οι εν λόγω διατάξεις βασίζονται στην ουσιώδη και sine qua non προϋπόθεση να έχουν εργασθεί πλέον των τριών ετών ως συμβασιούχοι υπάλληλοι, ώστε να απολαύουν του επιδόματος στέγης για τον υπολογισμό των δικαιωμάτων συντάξεως λόγω συμπληρώσεως συνταξίμου χρόνου. Ακόμα και αν, σε περιθωριακές καταστάσεις, μπορεί να προκύψουν τυχόν μειονεκτήματα από τη θέσπιση γενικής και αόριστης κανονιστικής ρυθμίσεως, δεν μπορεί να προσαφθεί στον νομοθέτη ότι προσέφυγε σε κατηγοριοποίηση, εφόσον η κατηγοριοποίηση αυτή δεν δημιουργεί ουσιαστικές δυσμενείς διακρίσεις από της απόψεως του επιδιωκομένου σκοπού.

(βλ. σκέψεις 41, 44, 46 και 47)

Παραπομπή:

ΔΕΚ: 16 Οκτωβρίου 1980, 147/79, Hochstrass κατά Δικαστηρίου, Συλλογή τόμος 1980/ΙΙΙ, σ. 191, σκέψη 14

ΔΔΔ: Dalmasso κατά Επιτροπής, προπαρατεθείσα, σκέψη 78

3.      Η αναγνώριση του δικαιώματος επιδόματος στέγης για τον υπολογισμό των αποδοχών συμβασιούχου υπαλλήλου δεν θεωρείται ως ακριβής, ανεπιφύλακτη και συγκλίνουσα ασφάλεια όσον αφορά τον συνυπολογισμό του εν λόγω επιδόματος στα συνταξιοδοτικά του δικαιώματα και ουδόλως παρέχει στον συμβασιούχο υπάλληλο κεκτημένο δικαίωμα για το εν λόγω επίδομα, εφόσον οι αποδοχές και η σύνταξη αφορούν διαφορετικές διοικητικές καταστάσεις και υπόκεινται σε διαφορετικούς κανόνες.

(βλ. σκέψεις 54 και 55)