Language of document : ECLI:EU:T:2018:305

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΓΕΝΙΚΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (πρώτο τμήμα)

της 29ης Μαΐου 2018 (*)

«Σήμα της Ευρωπαϊκής Ένωσης – Διαδικασία κήρυξης ακυρότητας – Λεκτικό σήμα της Ευρωπαϊκής Ένωσης SHERPA – Προγενέστερο λεκτικό εθνικό σήμα SHERPA – Κήρυξη μερικής ακυρότητας – Αντικείμενο της διαφοράς ενώπιον του τμήματος προσφυγών – Ουσιαστική χρήση του σήματος – Άρθρο 42, παράγραφος 2, του κανονισμού (ΕΚ) 207/2009 [νυν άρθρο 47, παράγραφος 2, του κανονισμού (ΕΕ) 2017/1001] – Άρθρο 53, παράγραφος 1, στοιχείο αʹ, του κανονισμού 207/2009 (νυν άρθρο 60, παράγραφος 2, στοιχείο αʹ, του κανονισμού 2017/1001) – Σχετικός λόγος απαραδέκτου – Κίνδυνος σύγχυσης – Άρθρο 8, παράγραφος 1, στοιχεία αʹ και βʹ, του κανονισμού 207/2009 (νυν άρθρο 8, παράγραφος 1, στοιχεία αʹ και βʹ, του κανονισμού 2017/1001)»

Στην υπόθεση T‑577/15,

Xabier UribeEtxebarría Jiménez, κάτοικος Erandio (Ισπανία), εκπροσωπούμενος από τον M. Esteve Sanz, δικηγόρο,

προσφεύγων,

κατά

Γραφείου Διανοητικής Ιδιοκτησίας της Ευρωπαϊκής Ένωσης (EUIPO), εκπροσωπούμενου από τον J. Crespo Carrillo,

καθού,

αντίδικος ενώπιον του τμήματος προσφυγών του EUIPO και παρεμβαίνουσα ενώπιον του Γενικού Δικαστηρίου:

Núcleo de comunicaciones y control, SL, με έδρα τη Μαδρίτη (Ισπανία), εκπροσωπούμενη από τους P. López Ronda, G. Macías Bonilla, G. Marín Raigal και την E. Armero Lavie, δικηγόρους,

με αντικείμενο προσφυγή ασκηθείσα κατά της απόφασης του δεύτερου τμήματος προσφυγών του EUIPO της 17ης Ιουλίου 2015 (υπόθεση R 1135/2014‑2), σχετικά με διαδικασία κήρυξης ακυρότητας μεταξύ των Núcleo de comunicaciones y control και Xabier Uribe‑Etxebarría Jiménez,

ΤΟ ΓΕΝΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ (πρώτο τμήμα),

συγκείμενο από τους I. Pelikánová, πρόεδρο, P. Nihoul (εισηγητή) και J. Svenningsen, δικαστές,

γραμματέας: J. Palacio González, κύριος διοικητικός υπάλληλος,

έχοντας υπόψη το δικόγραφο της προσφυγής που κατατέθηκε στη Γραμματεία του Γενικού Δικαστηρίου την 1η Οκτωβρίου 2015,

έχοντας υπόψη το υπόμνημα αντίκρουσης του EUIPO που κατατέθηκε στη Γραμματεία του Γενικού Δικαστηρίου στις 14 Ιανουαρίου 2016,

έχοντας υπόψη το υπόμνημα αντίκρουσης της παρεμβαίνουσας που κατατέθηκε στη Γραμματεία του Γενικού Δικαστηρίου στις 12 Φεβρουαρίου 2016,

έχοντας υπόψη την εκ νέου παραπομπή της υπόθεσης στο πρώτο τμήμα και την ανάθεσή της σε νέο εισηγητή δικαστή,

έχοντας υπόψη τις γραπτές ερωτήσεις που έθεσε το Γενικό Δικαστήριο στον προσφεύγοντα και στο EUIPO και τις απαντήσεις τους σε αυτές, οι οποίες κατατέθηκαν στη Γραμματεία του Γενικού Δικαστηρίου στις 16 και στις 15 Δεκεμβρίου 2016 αντιστοίχως,

κατόπιν της επ’ ακροατηρίου συζήτησης της 28ης Νοεμβρίου 2017,

εκδίδει την ακόλουθη

Απόφαση

 Ιστορικό της διαφοράς

1        Στις 26 Μαΐου 2011, ο προσφεύγων, Xabier Uribe‑Etxebarría Jiménez, υπέβαλε στο Γραφείο Διανοητικής Ιδιοκτησίας της Ευρωπαϊκής Ένωσης (EUIPO) αίτηση καταχώρισης σήματος της Ευρωπαϊκής Ένωσης δυνάμει του κανονισμού (ΕΚ) 207/2009 του Συμβουλίου, της 26ης Φεβρουαρίου 2009, για το σήμα της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΕΕ 2009, L 78, σ. 1), όπως έχει τροποποιηθεί [αντικατασταθεί από τον κανονισμό (ΕΕ) 2017/1001 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 14ης Ιουνίου 2017, για το σήμα της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΕΕ 2017, L 154, σ. 1)].

2        Το σήμα του οποίου ζητήθηκε η καταχώριση είναι το λεκτικό σημείο SHERPA.

3        Τα προϊόντα και οι υπηρεσίες για τις οποίες ζητήθηκε η καταχώριση εμπίπτουν, μεταξύ άλλων, στις κλάσεις 9 και 42 κατά την έννοια του Διακανονισμού της Νίκαιας για τη διεθνή ταξινόμηση των προϊόντων και των υπηρεσιών με σκοπό την καταχώριση των σημάτων, της 15ης Ιουνίου 1957, όπως έχει αναθεωρηθεί και τροποποιηθεί. Κατά την αίτηση καταχώρισης σήματος, τα προϊόντα και οι υπηρεσίες αυτές αντιστοιχούσαν, για καθεμία από τις εν λόγω κλάσεις, στην ακόλουθη περιγραφή:

–        κλάση 9: «Ψηφιακές ηλεκτρονικές διατάξεις χειρός και φορητές για την αποστολή και λήψη τηλεφωνικών κλήσεων, τηλεομοιοτύπων, ηλεκτρονικού ταχυδρομείου, βίντεο, στιγμιαίας μηνυματοδοσίας, μουσικής, οπτικοακουστικών έργων και λοιπών έργων πολυμέσων και άλλων ψηφιακών δεδομένων· συσκευές αναπαραγωγής MP3 και άλλων ψηφιακών μορφότυπων ήχου και βίντεο· ηλεκτρονικοί υπολογιστές χειρός, προσωπικοί ψηφιακοί βοηθοί, ηλεκτρονικοί οργανωτές, ηλεκτρονικά σημειωματάρια· μέσα αποθήκευσης μαγνητικών δεδομένων· τηλέφωνα, κινητά τηλέφωνα, μηχανές παιχνιδιών ηλεκτρονικών υπολογιστών, εικονοτηλέφωνα, κάμερες· ραδιοδέκτες· ραδιομεταδότες· κάμερες βίντεο· υλισμικό και λογισμικό ηλεκτρονικών υπολογιστών· λογισμικό και σταθερολογισμικό ηλεκτρονικών υπολογιστών, συγκεκριμένα, προγράμματα λειτουργικών συστημάτων, προγράμματα συγχρονισμού δεδομένων και προγράμματα εργαλείων ανάπτυξης εφαρμογών για προσωπικούς υπολογιστές και υπολογιστές χειρός· λογισμικό για την αναγνώριση χαρακτήρων, λογισμικό τηλεφωνικής διαχείρισης, λογισμικό για κινητά τηλέφωνα μικρού μεγέθους· λογισμικό και υλικό ανάκτησης πληροφοριών με βάση το τηλέφωνο· λογισμικό για την επανακατεύθυνση μηνυμάτων· λογισμικό ηλεκτρονικών παιχνιδιών· προεγγεγραμμένα προγράμματα ηλεκτρονικών υπολογιστών για τη διαχείριση προσωπικών πληροφοριών· λογισμικό διαχείρισης βάσης δεδομένων· λογισμικό ηλεκτρονικού ταχυδρομείου και μηνυματοδοσίας· λογισμικό συγχρονισμού βάσεων δεδομένων· προγράμματα ηλεκτρονικών υπολογιστών για πρόσβαση, φυλλομέτρηση και αναζήτηση βάσεων δεδομένων επί γραμμής· υλισμικό και λογισμικό ηλεκτρονικών υπολογιστών για παροχή ολοκληρωμένης τηλεφωνικής επικοινωνίας με παγκόσμια δίκτυα πληροφοριών μέσω ηλεκτρονικού υπολογιστή· μέρη και εξαρτήματα για ψηφιακές ηλεκτρονικές διατάξεις χειρός και κινητές· μέρη και εξαρτήματα για κινητά τηλέφωνα· τσάντες για κυψελοειδή τηλέφωνα· θήκες για κινητά τηλέφωνα· θήκες κινητών τηλεφώνων από δέρμα ή απομιμήσεις δέρματος· καλύμματα κινητών τηλεφώνων από πανί ή ύφασμα· μπαταρίες και ηλεκτρικά στοιχεία· επαναφορτιζόμενες μπαταρίες· φορτιστές· φορτιστές για ηλεκτρικές μπαταρίες· κάσκες ακουστικών· στερεοφωνικά ακουστικά κεφαλής· κεφαλόφωνα για τοποθέτηση εντός του αυτιού· ηχεία στερεοφωνικών· ηχεία· ηχεία για οικιακή χρήση· ηχεία για προσωπικά στερεοφωνικά· μικρόφωνα· συσκευές ήχου για αυτοκίνητα· συσκευές για σύνδεση και φόρτιση ψηφιακών ηλεκτρονικών διατάξεων φορητών και χειρός· εγχειρίδια χρήσης σε μορφή ηλεκτρονικά αναγνώσιμη, μηχαναγνώσιμη ή αναγνώσιμη από ηλεκτρονικό υπολογιστή για χρήση με και πωλούμενα μαζί με το σύνολο των προαναφερόμενων ειδών· μέρη και εξαρτήματα για όλα τα προαναφερθέντα είδη. Εξαιρούνται οι συσκευές και όργανα επιλογής τηλεοπτικών προγραμμάτων και άλλων προγραμμάτων, και εξαιρείται ρητώς οποιοδήποτε προϊόν το οποίο χρησιμοποιείται σε σχέση με στρατιωτικά οχήματα και με οχήματα παντός εδάφους (στρατιωτικά ή μη), καθώς και οποιοδήποτε προϊόν το οποίο προορίζεται για στρατιωτικούς σκοπούς»·

–        κλάση 42: «Επιστημονικές υπηρεσίες· υπηρεσίες ανάλυσης και βιομηχανικής έρευνας· σχεδιασμός και ανάπτυξη υλισμικού και λογισμικού· υπηρεσίες παροχής συμβουλών σε θέματα λογισμικού πολυμέσων και οπτικοακουστικού λογισμικού· παροχή μηχανών αναζήτησης για εύρεση δεδομένων μέσω δικτύων επικοινωνίας· υπηρεσίες παροχέα υπηρεσιών εφαρμογών με περιεχόμενο λογισμικό για χρήση σχετικά με τις υπηρεσίες εγγραφών μελών σε μουσική επί γραμμής, λογισμικό που παρέχει στους χρήστες τη δυνατότητα να αναπαραγάγουν και να προγραμματίσουν μουσική και ήχο, εικόνα, κείμενα και άλλα περιεχόμενα πολυμέσων σχετικά με την ψυχαγωγία και λογισμικό με περιεχόμενο μουσικές εγγραφές, ήχο, εικόνα, κείμενα και περιεχόμενο πολυμέσων σχετικά με την ψυχαγωγία· παροχή προσωρινής χρήσης λογισμικού επί γραμμής χωρίς δυνατότητα τηλεφόρτωσης για την παροχή της δυνατότητας στους χρήστες να προγραμματίσουν ήχο, εικόνα, κείμενα και άλλα περιεχόμενα πολυμέσων, στα οποία περιλαμβάνονται η μουσική, οι συναυλίες, τα βίντεο, το ραδιόφωνο, η τηλεόραση, οι ειδήσεις, ο αθλητισμός, τα παιχνίδια, οι πολιτιστικές εκδηλώσεις και ψυχαγωγικά προγράμματα· παροχή υπηρεσιών επί γραμμής μέσω παγκόσμιου ηλεκτρονικού δικτύου για την παροχή στους χρήστες της δυνατότητας να προγραμματίσουν τον ήχο, την εικόνα, τα κείμενα και άλλα περιεχόμενα πολυμέσων, στα οποία περιλαμβάνονται η μουσική, οι συναυλίες, τα βίντεο, το ραδιόφωνο, η τηλεόραση, οι ειδήσεις, ο αθλητισμός, τα παιχνίδια, οι πολιτιστικές εκδηλώσεις και ψυχαγωγικά προγράμματα, κατά τη μετάδοσή τους· παροχή μηχανών αναζήτησης για ανάκληση πληροφοριών σε παγκόσμιο ηλεκτρονικό δίκτυο· λειτουργία μηχανών αναζήτησης· υπηρεσίες παροχής συμβουλών και υποστήριξης σε θέματα ηλεκτρονικών υπολογιστών για σάρωση πληροφοριών σε δίσκους ηλεκτρονικών υπολογιστών. Όλες οι προαναφερόμενες υπηρεσίες, που συγκαταλέγονται στην κλάση 42, δεν σχετίζονται με την παροχή δυνατότητας πρόσβασης (λογισμικού) σε ψηφιακές πλατφόρμες διαπραγμάτευσης ενόψει της πραγματοποίησης και εκτέλεσης πράξεων με κινητές αξίες και πράξεων με άλλα διαπραγματεύσιμα χρηματοοικονομικά μέσα (εξαιρείται η παροχή προσβάσεων στο Διαδίκτυο)».

4        Η αίτηση καταχώρισης σήματος δημοσιεύθηκε στο Δελτίο κοινοτικών σημάτων αριθ. 135/2011, της 20ής Ιουλίου 2011, και το λεκτικό σημείο SHERPA καταχωρίστηκε ως σήμα της Ευρωπαϊκής Ένωσης στις 27 Απριλίου 2012, με τον αριθμό 10000339.

5        Στις 23 Νοεμβρίου 2012, η παρεμβαίνουσα, Núcleo de comunicaciones y control, SL, υπέβαλε ενώπιον του EUIPO αίτηση κήρυξης ακυρότητας βάσει του άρθρου 53, παράγραφος 1, στοιχείο αʹ, του κανονισμού 207/2009 (νυν άρθρου 60, παράγραφος 1, στοιχείο αʹ, του κανονισμού 2017/1001), σε συνδυασμό με το άρθρο 8, παράγραφος 1, στοιχεία αʹ και βʹ, του εν λόγω κανονισμού (νυν άρθρο 8, παράγραφος 1, στοιχεία αʹ και βʹ, του κανονισμού 2017/1001).

6        Η αίτηση αυτή αφορούσε το σύνολο των καλυπτόμενων από το επίμαχο σήμα προϊόντων και υπηρεσιών και στηριζόταν στην ύπαρξη προγενέστερου σήματος, δηλαδή του λεκτικού ισπανικού σήματος SHERPA, το οποίο είχε καταχωριστεί στις 22 Μαρτίου 1999 με τον αριθμό 2187342, για προϊόντα της κλάσης 9 που αντιστοιχούν στην ακόλουθη περιγραφή: «Συστήματα επεξεργασίας πληροφοριών και ιδίως συστήματα επίβλεψης και ελέγχου».

7        Ενώπιον του τμήματος ακυρώσεων, ο προσφεύγων ζήτησε να αποδείξει η παρεμβαίνουσα την ουσιαστική χρήση του προγενέστερου σήματος. Το αίτημα αυτό στηριζόταν στο άρθρο 57, παράγραφοι 2 και 3, του κανονισμού 207/2009 (νυν άρθρο 64, παράγραφοι 2 και 3, του κανονισμού 2017/1001), κατά το οποίο ο δικαιούχος σήματος της Ευρωπαϊκής Ένωσης μπορεί να ζητήσει να αποδειχθεί ότι έγινε ουσιαστική χρήση του προγενέστερου σήματος, εντός της εδαφικής περιοχής στην οποία αυτό απολαύει προστασίας, κατά τη διάρκεια των πέντε ετών που προηγούνται της υποβολής της αίτησης κήρυξης της ακυρότητας.

8        Κατόπιν του αιτήματος αυτού, η παρεμβαίνουσα προσκόμισε έγγραφα προς απόδειξη της εν λόγω ουσιαστικής χρήσης.

9        Στις 31 Ιουλίου 2013, ο προσφεύγων τροποποίησε την αίτησή του καταχώρισης σήματος προσθέτοντας στο τέλος του καταλόγου των προϊόντων της κλάσης 9 τον ακόλουθο περιορισμό (στο εξής: περιορισμός): «εξαιρούνται ρητώς τα συστήματα επίβλεψης και ελέγχου και τα συστήματα επεξεργασίας πληροφοριών προς χρήση σε εργασίες επίβλεψης και ελέγχου».

10      Με τις παρατηρήσεις που υπέβαλε στις 11 Οκτωβρίου 2013, η παρεμβαίνουσα επισήμανε στο EUIPO ότι, παρά τον περιορισμό, ενέμενε στην αίτησή της για κήρυξη της ακυρότητας του επίμαχου σήματος.

11      Στις 27 Φεβρουαρίου 2014, το τμήμα ακυρώσεων του EUIPO εξέδωσε απόφαση με την οποία δέχθηκε εν μέρει την αίτηση της παρεμβαίνουσας για κήρυξη ακυρότητας. Με την απόφαση αυτή, έκρινε ότι τα αποδεικτικά στοιχεία που προσκόμισε η παρεμβαίνουσα καταδείκνυαν τη χρήση του προγενέστερου σήματος μόνο όσον αφορά τα συστήματα επεξεργασίας πληροφοριών και τα συστήματα επίβλεψης και ελέγχου σε βιομηχανικές διαδικασίες.

12      Στις 25 Απριλίου 2014, ο προσφεύγων άσκησε προσφυγή ενώπιον του EUIPO, δυνάμει των άρθρων 58 έως 64 του κανονισμού 207/2009 (νυν άρθρων 66 έως 71 του κανονισμού 2017/1001), κατά της απόφασης του τμήματος ακυρώσεων.

13      Στο πλαίσιο της διαδικασίας αυτής, ο προσφεύγων κατέθεσε, στις 27 Ιουνίου 2014, υπόμνημα στο οποίο εξέθετε τους λόγους της προσφυγής του. Την ίδια ημέρα, υπέβαλε στο EUIPO ένα ακόμη έγγραφο, τιτλοφορούμενο «Συμπληρωματικό υπόμνημα στο οποίο εκτίθενται οι λόγοι της προσφυγής». Η κατάθεση των δύο αυτών εγγράφων έγινε πριν από την παρέλευση της προς τούτο προβλεπόμενης προθεσμίας.

14      Με απόφαση της 17ης Ιουλίου 2015 (στο εξής: προσβαλλόμενη απόφαση), το δεύτερο τμήμα προσφυγών του EUIPO απέρριψε την προσφυγή. Κρίνοντας ότι κανένας διάδικος δεν είχε εκδηλώσει τη διαφωνία του ως προς την εκ μέρους του τμήματος ακυρώσεων εκτίμηση της απόδειξης της ουσιαστικής χρήσης του προγενέστερου σήματος, το τμήμα προσφυγών περιόρισε την εξέτασή του στην ανάλυση της εφαρμογής του άρθρου 53, παράγραφος 1, στοιχείο αʹ, του κανονισμού 207/2009, σε συνδυασμό με το άρθρο 8, παράγραφος 1, στοιχεία αʹ και βʹ, του ίδιου κανονισμού.

15      Στο πλαίσιο αυτό, το τμήμα προσφυγών προσδιόρισε το κοινό που έπρεπε να ληφθεί υπόψη για την εκτίμηση των σημάτων. Κατά την άποψή του, ο προσδιορισμός αυτός εξαρτιόταν από τα σχετικά προϊόντα και υπηρεσίες. Ως προς τα προϊόντα της κλάσης 9, επρόκειτο για το ευρύ κοινό και για εξειδικευμένο κοινό, αλλά, ως προς τις υπηρεσίες της κλάσης 42, μόνο για εξειδικευμένο κοινό (σημείο 26 της προσβαλλόμενης απόφασης).

16      Όσον αφορά τη σύγκριση των προϊόντων και των υπηρεσιών, το τμήμα προσφυγών επικύρωσε την εκτίμηση του τμήματος ακυρώσεων κατά την οποία ορισμένα από τα επίμαχα προϊόντα, εμπίπτοντα στην κλάση 9, ήταν πανομοιότυπα με τα προσδιοριζόμενα από το προγενέστερο σήμα προϊόντα, που ενέπιπταν στην κλάση 9 (σημεία 32, 33 και 34 της προσβαλλόμενης απόφασης). Έκρινε εξάλλου, όπως και το τμήμα ακυρώσεων, ότι ορισμένα άλλα προϊόντα της κλάσης 9 που καλύπτονται από το επίμαχο σήμα και ορισμένες υπηρεσίες της κλάσης 42 που προσδιορίζονται από το ίδιο αυτό σήμα παρουσίαζαν ομοιότητα με τα προϊόντα που προσδιορίζονται από το προγενέστερο σήμα (σημεία 31, 36 και 37 της προσβαλλόμενης απόφασης).

17      Ως προς τη σύγκριση των σημείων, το τμήμα προσφυγών συντάχθηκε με την εκτίμηση του τμήματος ακυρώσεων, η οποία δεν αμφισβητήθηκε από τους διαδίκους, για να συναγάγει ότι ήταν πανομοιότυπα (σημείο 39 της προσβαλλόμενης απόφασης).

18      Λαμβανομένων υπόψη των ανωτέρω στοιχείων, το τμήμα προσφυγών συνήγαγε ότι συνέτρεχε περίπτωση διπλής ταυτότητας, δηλαδή ότι, αφενός, τα σημεία και, αφετέρου, ένα τμήμα των αντιπαρατιθέμενων προϊόντων ήταν πανομοιότυπα. Έκρινε επίσης ότι υφίστατο κίνδυνος σύγχυσης μεταξύ των αντιπαρατιθέμενων σημάτων όσον αφορά ένα άλλο τμήμα των προϊόντων και όσον αφορά υπηρεσίες καλυπτόμενες από το επίμαχο σήμα και θεωρούμενες παρόμοιες (σημεία 40 έως 47 της προσβαλλόμενης απόφασης).

 Αιτήματα των διαδίκων

19      Ο προσφεύγων ζητεί από το Γενικό Δικαστήριο:

–        να ακυρώσει την προσβαλλόμενη απόφαση·

–        να καταδικάσει το EUIPO και, εφόσον συντρέχει περίπτωση, την παρεμβαίνουσα στα δικαστικά έξοδα, συμπεριλαμβανομένων των εξόδων της διαδικασίας ενώπιον του τμήματος προσφυγών.

20      Το EUIPO ζητεί από το Γενικό Δικαστήριο:

–        να απορρίψει την προσφυγή·

–        να καταδικάσει τον προσφεύγοντα στα δικαστικά έξοδα.

21      Η παρεμβαίνουσα ζητεί από το Γενικό Δικαστήριο:

–        να απορρίψει την προσφυγή·

–        να επικυρώσει την προσβαλλόμενη απόφαση·

–        να καταδικάσει τον προσφεύγοντα στα δικαστικά έξοδα.

 Σκεπτικό

22      Καταρχάς, επισημαίνεται ότι, με το δεύτερο αίτημά της, η παρεμβαίνουσα ζητεί από το Γενικό Δικαστήριο να εκδώσει απόφαση επικυρώνουσα την προσβαλλόμενη απόφαση.

23      Συναφώς, διαπιστώνεται ότι, αφ’ ης στιγμής η «επικ[ύρωση] τη[ς] προσβαλλόμενη[ς] απόφαση[ς]» ισοδυναμεί με απόρριψη της προσφυγής, το αίτημα αυτό σκοπεί, κατ’ ουσίαν, στην απόρριψη της προσφυγής και ταυτίζεται, επομένως, με το πρώτο αίτημα της παρεμβαίνουσας [βλ. απόφαση της 11ης Ιουλίου 2017, Dogg Label κατά EUIPO – Chemoul (JAPRAG), T‑406/16, μη δημοσιευθείσα, EU:T:2017:482, σκέψη 19 και εκεί παρατιθέμενη νομολογία].

24      Από την πλευρά του, ο προσφεύγων προβάλλει, προς στήριξη της προσφυγής του, τρεις λόγους ακύρωσης, οι οποίοι αντλούνται, πρώτον, από παράβαση του άρθρου 63, παράγραφος 1, του άρθρου 64, παράγραφος 1, και του άρθρου 76, παράγραφος 1, του κανονισμού 207/2009 (νυν, αντιστοίχως, άρθρου 70, παράγραφος 1, άρθρου 71, παράγραφος 1, και άρθρου 95, παράγραφος 1, του κανονισμού 2017/1001), δεύτερον, από παράβαση του άρθρου 57, παράγραφοι 2 και 3, του κανονισμού 207/2009, σε συνδυασμό με το άρθρο 42, παράγραφοι 2 και 3, του ίδιου κανονισμού (νυν άρθρο 47, παράγραφοι 2 και 3, του κανονισμού 2017/1001) καθώς και με τον κανόνα 22 του κανονισμού (ΕΚ) 2868/95 της Επιτροπής, της 13ης Δεκεμβρίου 1995, περί της εφαρμογής του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 40/94 του Συμβουλίου για το κοινοτικό σήμα (ΕΕ 1995, L 303, σ. 1) [νυν άρθρο 10 του κατ’ εξουσιοδότηση κανονισμού (ΕΕ) 2017/1430 της Επιτροπής, της 18ης Μαΐου 2017, για τη συμπλήρωση του κανονισμού 207/2009 και για την κατάργηση των κανονισμών 2868/95 και (ΕΚ) 216/96 (ΕΕ 2017, L 205, σ. 1)], και, τρίτον, από παράβαση του άρθρου 8, παράγραφος 1, στοιχεία αʹ και βʹ, του κανονισμού 207/2009.

 Επί του πρώτου λόγου ακύρωσης, ο οποίος αφορά την άρνηση εξέτασης της ουσιαστικής χρήσης του προγενέστερου σήματος

25      Με τον πρώτο λόγο ακύρωσης, ο προσφεύγων προσάπτει στο τμήμα προσφυγών ότι δεν εξέτασε την ουσιαστική χρήση του προγενέστερου σήματος, μολονότι έπρεπε να το πράξει βάσει του άρθρου 63, παράγραφος 1, του άρθρου 64, παράγραφος 1, και του άρθρου 76, παράγραφος 1, του κανονισμού 207/2009.

26      Ο λόγος αυτός στηρίζεται σε δύο αιτιάσεις.

 Επί της πρώτης αιτίασης, η οποία αφορά τη μη εξέταση της ουσιαστικής χρήσης, παρά την υποβολή σχετικού αιτήματος

27      Με την πρώτη αιτίαση, ο προσφεύγων υποστηρίζει ότι έπρεπε το τμήμα προσφυγών να εξετάσει την ουσιαστική χρήση, καθώς, με το υπόμνημα στο οποίο εξέθετε τους λόγους της προσφυγής, του είχε ζητήσει ρητώς να προβεί στην εξέταση αυτή.

28      Το EUIPO και η παρεμβαίνουσα αμφισβητούν το βάσιμο της αιτίασης αυτής.

29      Καταρχάς, υπενθυμίζεται ότι, με την προσβαλλόμενη απόφαση, το τμήμα προσφυγών δεν εξέτασε το βάσιμο της εκτίμησης του τμήματος ακυρώσεων όσον αφορά την απόδειξη της ουσιαστικής χρήσης του προγενέστερου σήματος, καθόσον έκρινε ότι η εκτίμηση αυτή δεν είχε αμφισβητηθεί ενώπιόν του (βλ. σκέψη 14 ανωτέρω).

30      Επιπλέον, επισημαίνεται ότι, προς στήριξη της προσφυγής του, ο προσφεύγων υπέβαλε, στο τμήμα προσφυγών, δύο υπομνήματα.

31      Με το πρώτο υπόμνημα, συμφώνησε με την εκτίμηση του τμήματος ακυρώσεων ως προς την ουσιαστική χρήση του προγενέστερου σήματος.

32      Με το δεύτερο υπόμνημα, το οποίο υπέβαλε ως «συμπληρωματικό» του πρώτου, ο προσφεύγων ανέφερε, μεταξύ άλλων, «ότι [ήταν] προς το συμφέρον [του] […] να επανεξετάσει το τμήμα προσφυγών, ως [ό]φε[ι]λ[ε], τα προσκομισθέντα από την αιτούσα την κήρυξη ακυρότητας και αμφισβητούμενα αποδεικτικά στοιχεία περί της χρήσης του προγενέστερου καταχωρισμένου σήματος του οποίου η αιτούσα είναι δικαιούχος και στο οποίο στ[ή]ρ[ι]ζ[ε] την αίτησή της για κήρυξη ακυρότητας, διότι, κατ’ αυτόν τον τρόπο, θα επιβεβαιω[νόταν] ότι δεν [εί]χ[ε] αποδειχθεί η επαρκής χρήση του σήματος που θα ήταν ικανή να δικαιολογήσει την εν λόγω αίτηση», και ότι, «επικουρικώς, θα επιβεβαιω[νόταν], κατ’ αυτόν τον τρόπο, ότι το σήμα δεν [εί]χ[ε] χρησιμοποιηθεί παρά σε πολύ περιορισμένο βαθμό για ένα πολύ συγκεκριμένο προϊόν το οποίο ουδόλως [εί]χ[ε] σχέση με το προϊόν και τις υπηρεσίες που προσδιορίζονται από το σήμα του προσφεύγοντος» (σελίδες 2 και 3 του δεύτερου υπομνήματος).

33      Έχοντας γνωστοποιήσει, επομένως, την πρόθεσή του να επικρίνει την εκτίμηση του τμήματος ακυρώσεων όσον αφορά την ουσιαστική χρήση του προγενέστερου σήματος, ο προσφεύγων ανέπτυξε επιπλέον, στο δεύτερο αυτό υπόμνημα, διάφορα επιχειρήματα που έβαλλαν κατά της εν λόγω εκτίμησης (σελίδες 3 έως 8 του δεύτερου υπομνήματος).

34      Βάσει των επιχειρημάτων αυτών, ανέφερε ότι, κατά την άποψή του, «δεν [ήταν] δυνατόν […] να συναχθεί ότι [εί]χ[ε] αποδειχθεί η ύπαρξη ουσιαστικής χρήσης του [προγενέστερου] σήματος» (σελίδα 8 του δεύτερου υπομνήματος).

35      Πρώτον, από την παρουσίαση αυτή προκύπτει ότι, όπως ανέφερε το EUIPO, ο προσφεύγων, με το δεύτερο υπόμνημά του, έλαβε, επί του ζητήματος της ουσιαστικής χρήσης του προγενέστερου σήματος, θέση αντίθετη προς εκείνη την οποία είχε υποστηρίξει, επί του ίδιου ζητήματος, με το πρώτο υπόμνημά του, τούτο δε μολονότι το δεύτερο έγγραφο υποβλήθηκε απλώς ως «συμπληρωματικό» του πρώτου, επίθετο το οποίο υποδήλωνε στο EUIPO ότι οι πληροφορίες που παρέχονταν με το δεύτερο υπόμνημα στήριζαν απλώς και μόνον τις θέσεις που είχαν αναπτυχθεί με το πρώτο υπόμνημα.

36      Δεύτερον, προκύπτει ότι το «συμπληρωματικό υπόμνημα» που υπέβαλε ο προσφεύγων περιλαμβάνει δύο χωρία ασυμβίβαστα μεταξύ τους, εκ των οποίων το μεν ένα αμφισβητεί την εκτίμηση του τμήματος ακυρώσεων, το δε άλλο δέχεται την εκτίμηση αυτή. Πράγματι, αφενός, όπως υπογραμμίστηκε με τις σκέψεις 32 έως 34 ανωτέρω, ο προσφεύγων επέκρινε, στις σελίδες 2 έως 8 του υπομνήματος αυτού, τη θέση του τμήματος ακυρώσεων επί του ζητήματος της ουσιαστικής χρήσης. Αφετέρου, υποστήριξε, στη σελίδα 8 του εν λόγω υπομνήματος, ότι, «όπως [είχε] αν[α]φ[έ]ρ[ει] στο προηγούμενο υπόμνημά [του], συμφων[ούσε], επομένως, με την κρίση του τμήματος ακυρώσεων ότι “τα προσκομισθέντα από την αιτούσα αποδεικτικά στοιχεία περί της χρήσης του σήματος δεν καταδε[ί]κν[υα]ν ότι αυτό [εί]χ[ε] χρησιμοποιηθεί για το σύνολο της ευρείας αυτής κατηγορίας προϊόντων, αλλά αποδε[ί]κν[υα]ν τη χρήση του προγενέστερου σήματος μόνον όσον αφορ[ούσε] τα συστήματα επεξεργασίας πληροφοριών και τα συστήματα επίβλεψης και ελέγχου σε βιομηχανικές διαδικασίες”».

37      Σε μια τέτοια περίπτωση, το τμήμα προσφυγών θα υποκαθιστούσε τον προσφεύγοντα εάν προέβαινε σε επιλογή μεταξύ των αντιφατικών θέσεων που υποστηρίζει ο προσφεύγων και εάν προσδιόριζε, διά της επαγωγής, τους λόγους στους οποίους, κατά την άποψη του τμήματος, στηρίζεται το αίτημα. Κατά τη νομολογία, εναπόκειται στον προσφεύγοντα να καθορίσει το πλαίσιο της διαφοράς διατυπώνοντας κατά τρόπο ακριβή και συνεπή τα αιτήματα που υποβάλλει και τα επιχειρήματα που προβάλλει. Τα κατατεθέντα από τον προσφεύγοντα έγγραφα πρέπει, αυτά καθεαυτά, να παρέχουν στο τμήμα προσφυγών τη δυνατότητα να αντιληφθεί γιατί ο προσφεύγων τού ζητεί να ακυρώσει ή να τροποποιήσει μια απόφαση [βλ., υπό την έννοια αυτή, αποφάσεις της 28ης Απριλίου 2010, Claro κατά ΓΕΕΑ – Telefónica (Claro), T‑225/09, μη δημοσιευθείσα, EU:T:2010:169, σκέψη 28, και της 16ης Μαΐου 2011, Atlas Transport κατά ΓΕΕΑ – Atlas Air (ATLAS), T‑145/08, EU:T:2011:213, σκέψη 41].

38      Κατά την επ’ ακροατηρίου συζήτηση ενώπιον του Γενικού Δικαστηρίου, ο προσφεύγων ανέφερε ότι το πρώτο υπόμνημα περιείχε την κύρια επιχειρηματολογία του, έπρεπε όμως, κατά την άποψή του, να θεωρηθεί επικουρικό κατόπιν της κατάθεσης του δεύτερου υπομνήματος, καθόσον το δεύτερο αυτό υπόμνημα, μολονότι είχε υποβληθεί ως συμπληρωματικό, επέφερε σημαντική αλλαγή στην άμυνα του προσφεύγοντος, δεδομένου ότι ένα σημείο για το οποίο δεν είχε γίνει προηγουμένως λόγος κατέστη το κύριο αντικείμενο των επικρίσεων που διατύπωσε πλέον ο διάδικος αυτός κατά της προσβαλλόμενης απόφασης.

39      Συναφώς, τονίζεται ότι, όπως ανέφερε κατά την επ’ ακροατηρίου συζήτηση το EUIPO, υποστηριζόμενο επί του σημείου αυτού από την παρεμβαίνουσα, τα υποβαλλόμενα ενώπιον του EUIPO υπομνήματα των διαδίκων πρέπει να είναι, αυτά καθεαυτά, κατανοητά, κατ’ εφαρμογή της νομολογίας που μνημονεύεται στη σκέψη 37 ανωτέρω. Εν προκειμένω, όπως επισημάνθηκε με τις σκέψεις 35 έως 38 ανωτέρω, τα έγγραφα που υπέβαλε ο προσφεύγων δεν πληρούσαν την απαίτηση αυτή κατά τον χρόνο υποβολής τους.

40      Υπό τις συνθήκες αυτές, το τμήμα προσφυγών βασίμως απέρριψε το δεύτερο υπόμνημα του προσφεύγοντος λόγω της αντίφασης που περιείχε το έγγραφο αυτό και λαμβανομένου υπόψη του γεγονότος ότι το εν λόγω υπόμνημα υποβλήθηκε ως απλώς συμπληρωματικό, καθώς, κατ’ αυτόν τον τρόπο, ο προσφεύγων δήλωσε ότι η κύρια επιχειρηματολογία περιλαμβανόταν στο πρώτο υπόμνημα.

41      Για τους λόγους αυτούς, η πρώτη αιτίαση που προβάλλει ο προσφεύγων πρέπει να απορριφθεί ως αβάσιμη.

 Επί της δεύτερης αιτίασης, η οποία αφορά τη λειτουργική συνέχεια μεταξύ των τμημάτων του EUIPO και το μεταβιβαστικό αποτέλεσμα της προσφυγής

42      Με τη δεύτερη αιτίαση, ο προσφεύγων υποστηρίζει ότι το τμήμα προσφυγών έπρεπε να εξετάσει την ουσιαστική χρήση του προγενέστερου σήματος, χωρίς να είναι αναγκαία η υποβολή σχετικού αιτήματος. Κατά την άποψη του προσφεύγοντος, η εξέταση αυτή ήταν επιβεβλημένη, ανεξαρτήτως της υποβολής τέτοιου αιτήματος, λόγω της αρχής της λειτουργικής συνέχειας μεταξύ των τμημάτων του EUIPO και λόγω του μεταβιβαστικού αποτελέσματος που συνεπάγεται η άσκηση της προσφυγής στο πλαίσιο αυτό. Από την εν λόγω αρχή και το εν λόγω αποτέλεσμα συνάγεται ότι τα τμήματα προσφυγών οφείλουν να στηρίζουν τις αποφάσεις τους σε όλα τα πραγματικά και νομικά στοιχεία που προσκόμισαν οι διάδικοι ενώπιον των τμημάτων που επιλήφθηκαν σε πρώτο βαθμό.

43      Το EUIPO και η παρεμβαίνουσα αμφισβητούν τους ισχυρισμούς του προσφεύγοντος.

44      Συναφώς, πρέπει να επισημανθεί ότι, κατά τη νομολογία, το αίτημα απόδειξης της ουσιαστικής χρήσης προγενέστερου σήματος προσθέτει στη διαδικασία κήρυξης ακυρότητας το ειδικό και προκαταρκτικό ζήτημα της ουσιαστικής χρήσης του προγενέστερου σήματος, ζήτημα το οποίο, εάν τεθεί από τον δικαιούχο του σήματος, πρέπει να επιλυθεί πριν εκδοθεί απόφαση επί της αίτησης κήρυξης ακυρότητας αυτής καθεαυτήν [απόφαση της 13ης Σεπτεμβρίου 2010, Inditex κατά ΓΕΕΑ – Marín Díaz de Cerio (OFTEN), T‑292/08, EU:T:2010:399, σκέψη 31].

45      Ο ειδικός και προκαταρκτικός αυτός χαρακτήρας απορρέει από το γεγονός ότι η ανάλυση της ουσιαστικής χρήσης έχει ως αποτέλεσμα να καθοριστεί αν, στο πλαίσιο της εξέτασης της αίτησης κήρυξης ακυρότητας, το προγενέστερο σήμα δύναται να θεωρηθεί καταχωρισμένο για τα σχετικά προϊόντα ή τις σχετικές υπηρεσίες. Η ανάλυση αυτή δεν εντάσσεται, ως εκ τούτου, στο πλαίσιο της εξέτασης της αίτησης κήρυξης ακυρότητας αυτής καθεαυτήν, αίτησης με την οποία προβάλλεται ύπαρξη κινδύνου σύγχυσης με το εν λόγω σήμα (βλ., υπό την έννοια αυτή, απόφαση της 13ης Σεπτεμβρίου 2010, OFTEN, T‑292/08, EU:T:2010:399, σκέψη 33).

46      Επομένως, το ζήτημα της ουσιαστικής χρήσης, όταν δεν έχει τεθεί ρητώς ενώπιον του τμήματος προσφυγών, δεν συνιστά νομικό στοιχείο το οποίο πρέπει κατ’ ανάγκη να εξεταστεί από το τμήμα αυτό προκειμένου να επιλυθεί η ενώπιόν του διαφορά. Υπό τις περιστάσεις αυτές, το εν λόγω ζήτημα πρέπει να θεωρηθεί ότι δεν εμπίπτει στο αντικείμενο της διαφοράς ενώπιον του τμήματος προσφυγών [βλ. απόφαση της 12ης Μαρτίου 2014, El Corte Inglés κατά ΓΕΕΑ – Technisynthese (BTS), T‑592/10, μη δημοσιευθείσα, EU:T:2014:117, σκέψη 21 και εκεί παρατιθέμενη νομολογία].

47      Από τα ανωτέρω προκύπτει ότι, αντιθέτως προς τους ισχυρισμούς του προσφεύγοντος, η λειτουργική συνέχεια μεταξύ των τμημάτων του EUIPO και το μεταβιβαστικό αποτέλεσμα της προσφυγής ενώπιον του τμήματος προσφυγών δεν συνεπάγονται ότι το τελευταίο επιλαμβάνεται αυτομάτως των ζητημάτων που αφορούν την ουσιαστική χρήση του προγενέστερου σήματος, όταν τα ζητήματα αυτά δεν έχουν τεθεί ρητώς ενώπιόν του από τον προσφεύγοντα.

48      Επομένως, πρέπει να απορριφθούν η δεύτερη αιτίαση του πρώτου λόγου ακύρωσης καθώς και, λαμβανομένης υπόψη της απάντησης που δόθηκε επί της πρώτης αιτίασης, ο πρώτος λόγος ακύρωσης στο σύνολό του.

 Επί του δεύτερου λόγου ακύρωσης, που αντλείται από πλάνη εκτίμησης κατά την ανάλυση των αποδεικτικών στοιχείων περί της ουσιαστικής χρήσης του προγενέστερου σήματος

49      Με τον δεύτερο λόγο ακύρωσης, ο προσφεύγων υποστηρίζει ότι η απόφαση του τμήματος ακυρώσεων ενέχει, όσον αφορά τη χρήση του προγενέστερου σήματος, πλάνη εκτίμησης κατά παράβαση του άρθρου 42, παράγραφος 2, του κανονισμού 207/2009 και του κανόνα 22 του κανονισμού 2868/95. Απαντώντας σε ερώτηση τεθείσα από το Γενικό Δικαστήριο κατά την επ’ ακροατηρίου συζήτηση, ο προσφεύγων διευκρίνισε ότι, με αυτόν τον λόγο ακύρωσης, προβάλλεται επίσης παράβαση του άρθρου 57, παράγραφοι 2 και 3, του κανονισμού 207/2009, το οποίο αφορά την απόδειξη της ουσιαστικής χρήσης του προγενέστερου σήματος στο πλαίσιο διαδικασίας κήρυξης ακυρότητας.

50      Με τα δικόγραφά του, ο προσφεύγων διευκρινίζει ότι ο λόγος αυτός προβάλλεται επικουρικώς και ότι το Γενικό Δικαστήριο πρέπει να τον εξετάσει μόνο εφόσον απορρίψει τον, ανωτέρω εξετασθέντα, πρώτο λόγο ακύρωσης. Αφ’ ης στιγμής ο πρώτος αυτός λόγος απορρίφθηκε με τη σκέψη 48 ανωτέρω, πρέπει να εξεταστεί ο δεύτερος λόγος ακύρωσης. Στο πλαίσιο του επικουρικού αυτού λόγου ακύρωσης, ο προσφεύγων αναλύει διάφορα έγγραφα προσκομισθέντα από την παρεμβαίνουσα κατά τη διαδικασία ενώπιον του τμήματος ακυρώσεων, ζητώντας από το Γενικό Δικαστήριο να διαπιστώσει ότι τα έγγραφα αυτά δεν έχουν την αποδεικτική ισχύ που απαιτείται για να καταδειχθεί η ουσιαστική χρήση του προγενέστερου σήματος.

51      Το EUIPO και η παρεμβαίνουσα αμφισβητούν το παραδεκτό και το βάσιμο του λόγου ακύρωσης.

52      Συναφώς, υπενθυμίζεται ότι, κατά τη νομολογία, οι σχετικές με σήματα προσφυγές ενώπιον του Γενικού Δικαστηρίου σκοπούν στον έλεγχο της νομιμότητας των αποφάσεων των τμημάτων προσφυγών του EUIPO. Στο πλαίσιο αυτό, το Γενικό Δικαστήριο δεν μπορεί να επανεξετάσει τα πραγματικά περιστατικά υπό το πρίσμα στοιχείων προσκομισθέντων για πρώτη φορά ενώπιόν του [βλ. απόφαση της 16ης Απριλίου 2015, Matratzen Concord κατά ΓΕΕΑ – KBT (ARKTIS), T‑258/13, μη δημοσιευθείσα, EU:T:2015:207, σκέψη 46 και εκεί παρατιθέμενη νομολογία].

53      Εν προκειμένω, είναι βέβαιο ότι το τμήμα προσφυγών δεν εξέτασε κατά τρόπο αυτοτελή και ολοκληρωμένο τα προσκομισθέντα από την παρεμβαίνουσα στοιχεία προς απόδειξη της ουσιαστικής χρήσης του προγενέστερου σήματος και ότι δεν χρειαζόταν να το πράξει, καθώς ο προσφεύγων δεν είχε υποβάλει ενώπιόν του σαφές αίτημα προς τούτο.

54      Επομένως, κατ’ εφαρμογή της νομολογίας που μνημονεύεται στη σκέψη 52 ανωτέρω, τα στοιχεία αυτά δεν μπορούν να εξεταστούν από το Γενικό Δικαστήριο και, ως εκ τούτου, πρέπει να απορριφθεί ο δεύτερος λόγος ακύρωσης.

 Επί του τρίτου λόγου ακύρωσης, που αντλείται από πλάνη κατά την εκτίμηση σχετικά με το πανομοιότυπο ή την ομοιότητα των προϊόντων και των υπηρεσιών

55      Με τον τρίτο λόγο ακύρωσης, που αντλείται από παράβαση του άρθρου 8, παράγραφος 1, στοιχεία αʹ και βʹ, του κανονισμού 207/2009, ο προσφεύγων προσάπτει στο τμήμα προσφυγών ότι υπέπεσε σε πλάνη κατά την εκτίμηση σχετικά με το πανομοιότυπο ή την ομοιότητα των προσδιοριζόμενων από τα αντιπαρατιθέμενα σήματα προϊόντων και υπηρεσιών.

56      Με τα δικόγραφά του, ο προσφεύγων διευκρινίζει ότι ο λόγος αυτός προβάλλεται όλως επικουρικώς και πρέπει να εξεταστεί εάν η προσβαλλόμενη απόφαση δεν ακυρωθεί βάσει του πρώτου και του δευτέρου λόγου ακύρωσης. Αφ’ ης στιγμής οι δύο αυτοί λόγοι απορρίφθηκαν, πρέπει να αναλυθεί ο τρίτος λόγος ακύρωσης, εξεταζομένων, καταρχάς, των παρατηρήσεων του τμήματος προσφυγών ως προς το ενδιαφερόμενο κοινό και τη σύγκριση των σημείων.

 Επί του ενδιαφερόμενου κοινού

57      Για την εκτίμηση του κινδύνου σύγχυσης, πρέπει να λαμβάνεται υπόψη ο μέσος καταναλωτής της κατηγορίας των σχετικών προϊόντων, εξυπακουομένου, κατ’ αρχάς, ότι ο καταναλωτής αυτός έχει τη συνήθη πληροφόρηση και είναι ευλόγως προσεκτικός και ενημερωμένος και, περαιτέρω, ότι ο βαθμός προσοχής του μπορεί να μεταβάλλεται αναλόγως της κατηγορίας των οικείων προϊόντων ή υπηρεσιών [βλ. απόφαση της 13ης Φεβρουαρίου 2007, Mundipharma κατά ΓΕΕΑ – Altana Pharma (RESPICUR), T‑256/04, EU:T:2007:46, σκέψη 42 και εκεί παρατιθέμενη νομολογία].

58      Με το σημείο 26 της προσβαλλόμενης απόφασης, το τμήμα προσφυγών διαπίστωσε ότι το ενδιαφερόμενο για τα προϊόντα της κλάσης 9 κοινό περιελάμβανε, αφενός, το ευρύ κοινό και, αφετέρου, εξειδικευμένο κοινό, αποτελούμενο από επιχειρήσεις με ειδικές γνώσεις ή ειδική επαγγελματική πείρα. Με το ίδιο σημείο, επισήμανε ότι οι υπηρεσίες της κλάσης 42 προορίζονταν για κοινό με επιστημονικές και τεχνικές γνώσεις, του οποίου ο βαθμός προσοχής ήταν υψηλότερος. Οι εκτιμήσεις αυτές, καθώς δεν αμφισβητήθηκαν από τον προσφεύγοντα και είναι βάσιμες, μπορούν να επικυρωθούν από το Γενικό Δικαστήριο.

59      Επιπλέον, το τμήμα προσφυγών έκρινε με το σημείο 25 της προσβαλλόμενης απόφασης, χωρίς τούτο να αμφισβητηθεί από τον προσφεύγοντα, ότι η κρίσιμη εδαφική περιοχή ήταν εκείνη της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Απαντώντας σε ερώτηση τεθείσα κατά την επ’ ακροατηρίου συζήτηση, το EUIPO παραδέχθηκε ότι, προσδιορίζοντας κατ’ αυτόν τον τρόπο την κρίσιμη εδαφική περιοχή, υπέπεσε σε πλάνη, η οποία όμως, όπως υποστήριξε, δεν επηρέαζε τη νομιμότητα της προσβαλλόμενης απόφασης. Ο προσφεύγων υποστήριξε ότι η εν λόγω πλάνη μπορούσε να επηρεάσει την εκτίμηση της εννοιολογικής ομοιότητας των αντιπαρατιθέμενων σημάτων. Συναφώς, επισημαίνεται ότι, μολονότι το τμήμα προσφυγών υπέπεσε σε πλάνη, καθώς, αφ’ ης στιγμής το προγενέστερο σήμα ήταν ισπανικό, η κρίσιμη εδαφική περιοχή που έπρεπε να ληφθεί υπόψη ήταν εκείνη της Ισπανίας, η πλάνη αυτή δεν επηρέασε τη νομιμότητα της προσβαλλόμενης απόφασης. Πράγματι, δεν είναι ικανή να ασκήσει επιρροή στην εκτίμηση της οπτικής, της ηχητικής ή ακόμη και της εννοιολογικής ομοιότητας των αντιπαρατιθέμενων σημάτων, δεδομένου ότι αυτά είναι πανομοιότυπα, ή στην εκτίμηση της ομοιότητας των επίμαχων προϊόντων και υπηρεσιών, καθώς δεν προκύπτει ότι η εκτίμηση αυτή μπορεί να εξαρτάται από την κρίσιμη εδαφική περιοχή, πράγμα το οποίο, εξάλλου, δεν υποστηρίχθηκε εν προκειμένω.

 Επί της σύγκρισης των σημείων

60      Εν προκειμένω, το τμήμα προσφυγών έκρινε, με το σημείο 39 της προσβαλλόμενης απόφασης, ότι τα αντιπαρατιθέμενα σημεία, αποτελούμενα αποκλειστικά από τον όρο «sherpa», ήταν πανομοιότυπα. Η διαπίστωση αυτή, η οποία είναι προφανής και δεν έχει αμφισβητηθεί από τον προσφεύγοντα, μπορεί να επικυρωθεί.

 Επί της σύγκρισης των προϊόντων και των υπηρεσιών

–       Επί της πρώτης αιτίασης, η οποία αφορά την εκτίμηση της ομοιότητας των προϊόντων της κλάσης 9 που καλύπτονται από το προγενέστερο σήμα και υπηρεσιών της κλάσης 42 που προσδιορίζονται από το επίμαχο σήμα

61      Με την προσβαλλόμενη απόφαση, το τμήμα προσφυγών έκρινε ότι ορισμένες υπηρεσίες της κλάσης 42 που μνημονεύονται στην υποβληθείσα από τον προσφεύγοντα αίτηση καταχώρισης ήταν παρόμοιες με τα προϊόντα της κλάσης 9 που καλύπτονται από το προγενέστερο σήμα.

62      Η εκτίμηση αυτή αμφισβητείται από τον προσφεύγοντα όσον αφορά τις ακόλουθες υπηρεσίες: «υπηρεσίες παροχής συμβουλών σε θέματα λογισμικού πολυμέσων και οπτικοακουστικού λογισμικού· παροχή μηχανών αναζήτησης για εύρεση δεδομένων μέσω δικτύων επικοινωνίας· παροχή μηχανών αναζήτησης για ανάκληση πληροφοριών σε παγκόσμιο ηλεκτρονικό δίκτυο».

63      Ο προσφεύγων επικρίνει επίσης την εκ μέρους του τμήματος προσφυγών διαπίστωση ομοιότητας όσον αφορά τις εξής υπηρεσίες: «υπηρεσίες παροχέα υπηρεσιών εφαρμογών με περιεχόμενο λογισμικό για χρήση σχετικά με τις υπηρεσίες εγγραφών μελών σε μουσική επί γραμμής, λογισμικό που παρέχει στους χρήστες τη δυνατότητα να αναπαραγάγουν και να προγραμματίσουν μουσική και ήχο, εικόνα, κείμενα και άλλα περιεχόμενα πολυμέσων σχετικά με την ψυχαγωγία και λογισμικό με περιεχόμενο μουσικές εγγραφές, ήχο, εικόνα, κείμενα και περιεχόμενο πολυμέσων σχετικά με την ψυχαγωγία· παροχή προσωρινής χρήσης λογισμικού επί γραμμής χωρίς δυνατότητα τηλεφόρτωσης για την παροχή της δυνατότητας στους χρήστες να προγραμματίσουν ήχο, εικόνα, κείμενα και άλλα περιεχόμενα πολυμέσων, στα οποία περιλαμβάνονται η μουσική, οι συναυλίες, τα βίντεο, το ραδιόφωνο, η τηλεόραση, οι ειδήσεις, ο αθλητισμός, τα παιχνίδια, οι πολιτιστικές εκδηλώσεις και ψυχαγωγικά προγράμματα· παροχή υπηρεσιών επί γραμμής μέσω παγκόσμιου ηλεκτρονικού δικτύου για την παροχή στους χρήστες της δυνατότητας να προγραμματίσουν τον ήχο, την εικόνα, τα κείμενα και άλλα περιεχόμενα πολυμέσων, στα οποία περιλαμβάνονται η μουσική, οι συναυλίες, τα βίντεο, το ραδιόφωνο, η τηλεόραση, οι ειδήσεις, ο αθλητισμός, τα παιχνίδια, οι πολιτιστικές εκδηλώσεις και ψυχαγωγικά προγράμματα, κατά τη μετάδοσή τους».

64      Κατά τον προσφεύγοντα, οι υπηρεσίες αυτές δεν είναι συμπληρωματικές ή παρόμοιες σε σχέση με το πωλούμενο υπό το προγενέστερο σήμα λογισμικό βιομηχανικών λειτουργιών, διότι οι υπηρεσίες, σε αντίθεση με το λογισμικό, μπορούν να χρησιμοποιηθούν μόνο από έναν τελικό χρήστη κάθε φορά.

65      Συναφώς, επισημαίνεται ότι, όπως έκρινε το τμήμα προσφυγών, η πρώτη σειρά υπηρεσιών, που διαλαμβάνονται στη σκέψη 62 ανωτέρω, και τα προσδιοριζόμενα από το προγενέστερο σήμα προϊόντα, ως προς τα οποία έχει αποδειχθεί η ουσιαστική χρήση, λειτουργούν συμπληρωματικά.

66      Πράγματι, ο συμπληρωματικός χαρακτήρας απορρέει από το γεγονός ότι τα προσδιοριζόμενα από το προγενέστερο σήμα προϊόντα απαιτούν, προκειμένου να χρησιμοποιηθούν, τη χρήση «λογισμικού» και «εφαρμογών» που μνημονεύονται από το τμήμα προσφυγών. Κατά τον ίδιο τρόπο, το εν λόγω «λογισμικό» και οι εν λόγω «εφαρμογές» δεν μπορούν να διατίθενται στους χρήστες χωρίς τα προϊόντα που καθιστούν δυνατή τη χρήση τους, προϊόντα μεταξύ των οποίων συγκαταλέγονται τα συστήματα επίβλεψης και ελέγχου που εμπορεύεται η παρεμβαίνουσα υπό το προγενέστερο σήμα του οποίου η χρήση έχει αποδειχθεί.

67      Η εκτίμηση αυτή δεν μεταβάλλεται λόγω της χρήσης των καλυπτόμενων από το προγενέστερο σήμα προϊόντων στις βιομηχανικές διαδικασίες, αφ’ ης στιγμής ο όρος «βιομηχανικές» σημαίνει απλώς ότι τα προσδιοριζόμενα από το εν λόγω σήμα προϊόντα επίβλεψης και ελέγχου, όταν χρησιμοποιούνται σε βιομηχανικό πλαίσιο, μπορούν να προορίζονται για σημαντικό αριθμό χρηστών και να εντάσσονται σε δυναμική ανάλογη με εκείνη η οποία χαρακτηρίζει τη μαζική παραγωγή.

68      Πάντως, η ύπαρξη τέτοιας σχέσης συμπληρωματικής λειτουργίας μεταξύ των εν λόγω προϊόντων που πωλούνται υπό το προγενέστερο σήμα και των προσδιοριζόμενων από το επίμαχο σήμα υπηρεσιών δεν εμποδίζει το ενδεχόμενο ομοιότητάς τους, δεδομένου ότι, κατά τη νομολογία, η ομοιότητα πρέπει να εκτιμάται λαμβανομένων υπόψη όλων των ασκούντων επιρροή παραγόντων που χαρακτηρίζουν τη σχέση μεταξύ των σχετικών προϊόντων και υπηρεσιών, συμπεριλαμβανομένων της φύσης, του προορισμού, της χρήσης καθώς και του ανταγωνιστικού ή συμπληρωματικού χαρακτήρα τους [βλ. απόφαση της 11ης Ιουλίου 2007, El Corte Inglés κατά ΓΕΕΑ – Bolaños Sabri (PiraÑAM diseño original Juan Bolaños), T‑443/05, EU:T:2007:219, σκέψη 37 και εκεί παρατιθέμενη νομολογία].

69      Επομένως, ο συμπληρωματικός χαρακτήρας των προϊόντων και των υπηρεσιών, ιδίως δε το γεγονός ότι χρησιμοποιούνται σε συνδυασμό ή από κοινού μεταξύ τους, μπορεί να οδηγήσει το ενδιαφερόμενο κοινό στην αντίληψη ότι τα προϊόντα και οι υπηρεσίες αυτές παρουσιάζουν ομοιότητα.

70      Εν προκειμένω, η εκ μέρους του τμήματος προσφυγών διαπίστωση περί ομοιότητας, η οποία στηρίζεται στη συμπληρωματική λειτουργία, πρέπει να επικυρωθεί λαμβανομένων υπόψη του σύνθετου χαρακτήρα των σχετικών προϊόντων και υπηρεσιών και, ειδικότερα, της δυσκολίας την οποία αντιμετωπίζει ακόμη και εξειδικευμένο κοινό, ως προς τον διαχωρισμό όσων εμπίπτουν στον εξοπλισμό από όσα εμπίπτουν στο λογισμικό ή στις εφαρμογές, καθώς αμφότερα καλούνται να λειτουργήσουν σε συνδυασμό.

71      Όσον αφορά τη δεύτερη σειρά υπηρεσιών, που διαλαμβάνονται στη σκέψη 63 ανωτέρω, οι υπηρεσίες αυτές μπορούν να θεωρηθούν παρόμοιες, έστω και αν, όπως έκρινε το τμήμα προσφυγών, ο βαθμός ομοιότητας με τα προσδιοριζόμενα από το προγενέστερο σήμα προϊόντα είναι μικρός, στο μέτρο κατά το οποίο οι υπηρεσίες αυτές μπορούν να παρέχονται από τις ίδιες επιχειρήσεις και προορίζονται για το ίδιο κοινό.

72      Για τους λόγους αυτούς, το τμήμα προσφυγών βασίμως έκρινε ότι οι οικείες υπηρεσίες ήταν παρόμοιες με τα καλυπτόμενα από το προγενέστερο σήμα προϊόντα ως προς τα οποία έχει αποδειχθεί η ουσιαστική χρήση.

–       Επί της δεύτερης αιτίασης, η οποία αφορά την εκτίμηση σχετικά με το πανομοιότυπο ή την ομοιότητα των προϊόντων της κλάσης 9 που καλύπτονται από το προγενέστερο σήμα και προϊόντων της κλάσης 9 που προσδιορίζονται από το επίμαχο σήμα

73      Όσον αφορά τη σύγκριση των προϊόντων της κλάσης 9, το τμήμα προσφυγών έκρινε, με την προσβαλλόμενη απόφαση, ότι τα ακόλουθα προϊόντα, τα οποία προσδιορίζονται από το επίμαχο σήμα, ήταν πανομοιότυπα με τα προϊόντα που καλύπτονται από το προγενέστερο σήμα: «υλισμικό και λογισμικό ηλεκτρονικών υπολογιστών· λογισμικό και σταθερολογισμικό ηλεκτρονικών υπολογιστών, συγκεκριμένα, προγράμματα λειτουργικών συστημάτων, προγράμματα συγχρονισμού δεδομένων και προγράμματα εργαλείων ανάπτυξης εφαρμογών για προσωπικούς υπολογιστές και υπολογιστές χειρός· λογισμικό για την αναγνώριση χαρακτήρων, λογισμικό τηλεφωνικής διαχείρισης, λογισμικό για κινητά τηλέφωνα μικρού μεγέθους· λογισμικό και υλικό ανάκτησης πληροφοριών με βάση το τηλέφωνο· λογισμικό για την επανακατεύθυνση μηνυμάτων· προεγγεγραμμένα προγράμματα ηλεκτρονικών υπολογιστών για τη διαχείριση προσωπικών πληροφοριών· λογισμικό διαχείρισης βάσης δεδομένων· λογισμικό ηλεκτρονικού ταχυδρομείου και μηνυματοδοσίας· λογισμικό συγχρονισμού βάσεων δεδομένων· προγράμματα ηλεκτρονικών υπολογιστών για πρόσβαση, φυλλομέτρηση και αναζήτηση βάσεων δεδομένων επί γραμμής· υλισμικό και λογισμικό ηλεκτρονικών υπολογιστών για παροχή ολοκληρωμένης τηλεφωνικής επικοινωνίας με παγκόσμια δίκτυα πληροφοριών μέσω ηλεκτρονικού υπολογιστή».

74      Επιπλέον, το τμήμα προσφυγών διαπίστωσε ότι άλλα προϊόντα, προσδιοριζόμενα κατωτέρω και εμπίπτοντα επίσης στην κλάση 9, ήταν παρόμοια με τα προϊόντα της κλάσης 9 που καλύπτονται από το προγενέστερο σήμα: «ψηφιακές ηλεκτρονικές διατάξεις χειρός και φορητές για την αποστολή και λήψη τηλεφωνικών κλήσεων, τηλεομοιοτύπων, ηλεκτρονικού ταχυδρομείου, βίντεο, στιγμιαίας μηνυματοδοσίας, μουσικής, οπτικοακουστικών έργων και λοιπών έργων πολυμέσων και άλλων ψηφιακών δεδομένων· συσκευές αναπαραγωγής MP3 και άλλων ψηφιακών μορφότυπων ήχου και βίντεο· ηλεκτρονικοί υπολογιστές χειρός, προσωπικοί ψηφιακοί βοηθοί, ηλεκτρονικοί οργανωτές, ηλεκτρονικά σημειωματάρια· μέσα αποθήκευσης μαγνητικών δεδομένων· τηλέφωνα, κινητά τηλέφωνα, εικονοτηλέφωνα, κάμερες· ραδιοδέκτες· ραδιομεταδότες· κάμερες βίντεο· μέρη και εξαρτήματα για ψηφιακές ηλεκτρονικές διατάξεις χειρός και κινητές· μέρη και εξαρτήματα για κινητά τηλέφωνα· εγχειρίδια χρήσης σε μορφή ηλεκτρονικά αναγνώσιμη, μηχαναγνώσιμη ή αναγνώσιμη από ηλεκτρονικό υπολογιστή για χρήση με και πωλούμενα μαζί με το σύνολο των προαναφερόμενων ειδών· μέρη και εξαρτήματα για όλα τα προαναφερθέντα είδη. Εξαιρούνται οι συσκευές και όργανα επιλογής τηλεοπτικών προγραμμάτων και άλλων προγραμμάτων, και εξαιρείται ρητώς οποιοδήποτε προϊόν το οποίο χρησιμοποιείται σε σχέση με στρατιωτικά οχήματα και με οχήματα παντός εδάφους (στρατιωτικά ή μη), καθώς και οποιοδήποτε προϊόν το οποίο προορίζεται για στρατιωτικούς σκοπούς· εξαιρούνται ρητώς τα συστήματα επίβλεψης και ελέγχου και τα συστήματα επεξεργασίας πληροφοριών προς χρήση σε εργασίες επίβλεψης και ελέγχου».

75      Ως προς τα διάφορα αυτά προϊόντα, ο προσφεύγων υποστηρίζει, κυρίως, ότι το τμήμα προσφυγών, όταν προέβη, με την προσβαλλόμενη απόφαση, στη σύγκριση των εν λόγω προϊόντων, δεν έλαβε υπόψη τον περιορισμό. Ο περιορισμός αυτός αποκλείει όμως, κατά τον προσφεύγοντα, κάθε περίπτωση να είναι τα προϊόντα που προσδιορίζονται από το επίμαχο σήμα πανομοιότυπα ή παρόμοια με τα προϊόντα που καλύπτονται από το προγενέστερο σήμα.

76      Επικουρικώς, ο προσφεύγων αμφισβητεί την ανάλυση στην οποία προέβη το τμήμα προσφυγών για να συναγάγει ότι τα επίμαχα προϊόντα ήταν πανομοιότυπα και παρόμοια.

77      Το EUIPO και η παρεμβαίνουσα απορρίπτουν την επιχειρηματολογία του προσφεύγοντος.

78      Συναφώς, υπενθυμίζεται ότι, κατά το άρθρο 26, παράγραφος 1, στοιχείο γʹ, του κανονισμού 207/2009 (νυν άρθρο 31, παράγραφος 1, στοιχείο γʹ, του κανονισμού 2017/1001), οι αιτήσεις για την καταχώριση σημάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης περιλαμβάνουν τον κατάλογο των προϊόντων ή των υπηρεσιών για τις οποίες ζητείται η καταχώριση.

79      Επιπλέον, κατά το άρθρο 43, παράγραφος 1, του κανονισμού 207/2009 (νυν άρθρο 49, παράγραφος 1, του κανονισμού 2017/1001), ο καταθέτης μπορεί ανά πάσα στιγμή να ανακαλέσει την αίτηση σήματος της Ευρωπαϊκής Ένωσης ή να περιορίσει τον κατάλογο προϊόντων ή υπηρεσιών που η αίτηση περιλαμβάνει.

80      Εν προκειμένω, όπως επισημάνθηκε με τη σκέψη 9 ανωτέρω, ο προσφεύγων εισήγαγε τον περιορισμό κατά τη διάρκεια της διαδικασίας κήρυξης ακυρότητας ενώπιον του τμήματος ακυρώσεων.

81      Κατόπιν του περιορισμού, ο κατάλογος των προσδιοριζόμενων από το επίμαχο σήμα προϊόντων της κλάσης 9 καταλήγει σε φράση η οποία ορίζει ότι από τον κατάλογο αυτόν «εξαιρούνται ρητώς τα συστήματα επίβλεψης και ελέγχου και τα συστήματα επεξεργασίας πληροφοριών προς χρήση σε εργασίες επίβλεψης και ελέγχου».

82      Πέραν της απλής μνείας του περιορισμού στα σημεία 30 και 35 της προσβαλλόμενης απόφασης σε σχέση με ορισμένα προϊόντα, χωρίς καμία άλλη ένδειξη, διευκρίνιση ή αιτιολογία, από την απόφαση αυτή δεν προκύπτει ότι ο εν λόγω περιορισμός αποτέλεσε ρητώς αντικείμενο ιδιαίτερης ανάλυσης, εκ μέρους του τμήματος προσφυγών, στο πλαίσιο των εκτιμήσεών του σχετικά με το πανομοιότυπο ή την ομοιότητα των καλυπτόμενων από τα αντιπαρατιθέμενα σήματα προϊόντων της κλάσης 9.

83      Ωστόσο, κατά τη νομολογία, η συνεκτίμηση ενός τέτοιου περιορισμού κατά τη διάρκεια της διοικητικής διαδικασίας μπορεί να οδηγήσει, αναλόγως των περιστάσεων της συγκεκριμένης υπόθεσης, στο ενδεχόμενο προϊόντα που προηγουμένως θεωρούνταν πανομοιότυπα να θεωρούνται πλέον απλώς παρόμοια [βλ., υπό την έννοια αυτή, απόφαση της 30ής Σεπτεμβρίου 2015, Gat Microencapsulation κατά ΓΕΕΑ – BASF (KARIS), T‑720/13, μη δημοσιευθείσα, EU:T:2015:735, σκέψη 40], με συνέπεια, σε περίπτωση που τα αντιπαρατιθέμενα σήματα είναι πανομοιότυπα, η εφαρμοστέα διάταξη να μην είναι πλέον, ενδεχομένως, το άρθρο 8, παράγραφος 1, στοιχείο αʹ, του κανονισμού 207/2009, αλλά το άρθρο 8, παράγραφος 1, στοιχείο βʹ, του ίδιου κανονισμού.

84      Υπό τις συνθήκες αυτές, πρέπει να γίνει δεκτό ότι το τμήμα προσφυγών υπέπεσε σε πλάνη δυνάμενη να επηρεάσει τις εκτιμήσεις του ως προς το αν τα καλυπτόμενα από τα αντιπαρατιθέμενα σήματα προϊόντα της κλάσης 9 είναι πανομοιότυπα ή παρόμοια.

85      Η πλάνη στην οποία υπέπεσε, κατ’ αυτόν τον τρόπο, το τμήμα προσφυγών πρέπει, δεδομένου ότι μπόρεσε να ασκήσει καθοριστική επιρροή στο περιεχόμενο της προσβαλλόμενης απόφασης, καθόσον η τελευταία αφορούσε την αίτηση καταχώρισης του επίμαχου σήματος για τα προϊόντα της κλάσης 9, να έχει ως συνέπεια την ακύρωση της προσβαλλόμενης απόφασης όσον αφορά την εκτίμηση περί των προϊόντων της εν λόγω κλάσης [βλ., υπό την έννοια αυτή, απόφαση της 9ης Μαρτίου 2012, Colas κατά ΓΕΕΑ – García-Teresa Gárate και Bouffard Vicente (BASE-SEAL), T‑172/10, μη δημοσιευθείσα, EU:T:2012:119, σκέψη 50 και εκεί παρατιθέμενη νομολογία].

86      Με τα δικόγραφά τους, το EUIPO και η παρεμβαίνουσα ζήτησαν, κατ’ ουσίαν, από το Γενικό Δικαστήριο να μεταρρυθμίσει την προσβαλλόμενη απόφαση σε περίπτωση κατά την οποία κρίνει ότι η απόφαση αυτή ενέχει πλάνη ως προς την εξέταση του περιορισμού.

87      Συναφώς, επισημαίνεται ότι, κατά τη νομολογία, το Γενικό Δικαστήριο διαθέτει εξουσία μεταρρύθμισης, αλλά η άσκηση της εξουσίας αυτής περιορίζεται στις περιπτώσεις κατά τις οποίες το Γενικό Δικαστήριο, έχοντας ελέγξει την κρίση του τμήματος προσφυγών, είναι σε θέση να προσδιορίσει βάσει αποδειχθέντων πραγματικών και νομικών στοιχείων την απόφαση που έπρεπε να έχει λάβει το τμήμα προσφυγών. Το Γενικό Δικαστήριο δεν μπορεί να υποκαθιστά με τη δική του κρίση την κρίση του τμήματος προσφυγών ούτε να αποφαίνεται επί ζητήματος ως προς το οποίο δεν έχει ακόμη αποφανθεί το εν λόγω τμήμα (βλ., υπό την έννοια αυτή, απόφαση της 5ης Ιουλίου 2011, Edwin κατά ΓΕΕΑ, C‑263/09 P, EU:C:2011:452, σκέψη 72).

88      Υπό τις περιστάσεις της υπό κρίση υπόθεσης, το Γενικό Δικαστήριο δεν θα μπορούσε να ασκήσει την εν λόγω εξουσία μεταρρύθμισης χωρίς να υπερβεί τα όρια που του επιβάλλονται από τη νομολογία, αφ’ ης στιγμής το τμήμα προσφυγών δεν αποφάνθηκε, με την προσβαλλόμενη απόφαση, επί της έκτασης και των συνεπειών του περιορισμού όσον αφορά την εκτίμηση σχετικά με το πανομοιότυπο ή την ομοιότητα των καλυπτόμενων από τα αντιπαρατιθέμενα σήματα προϊόντων της κλάσης 9, με αποτέλεσμα το Γενικό Δικαστήριο να μη βρίσκεται, συναφώς, ενώπιον κρίσης την οποία θα μπορούσε, σύμφωνα με τη νομολογία, να ελέγξει και, εφόσον το κρίνει αναγκαίο, να μεταρρυθμίσει.

89      Υπό τις συνθήκες αυτές, πρέπει να γίνει δεκτή η δεύτερη αιτίαση του τρίτου λόγου ακύρωσης, να ακυρωθεί η προσβαλλόμενη απόφαση, καθόσον αφορά την αίτηση καταχώρισης του επίμαχου σήματος για τα προϊόντα της κλάσης 9, και, όπως εν τέλει πρότεινε το EUIPO κατά την επ’ ακροατηρίου συζήτηση, να αναπεμφθεί η υπόθεση στο τμήμα προσφυγών προκειμένου αυτό να αποφανθεί εκ νέου επί του εν λόγω μέρους της αίτησης.

90      Αντιθέτως, στο μέτρο κατά το οποίο, αφενός, το τμήμα προσφυγών βασίμως έκρινε ότι οι καλυπτόμενες από το επίμαχο σήμα υπηρεσίες της κλάσης 42 ήταν παρόμοιες με τα καλυπτόμενα από το προγενέστερο σήμα προϊόντα της κλάσης 9 ως προς τα οποία είχε αποδειχθεί η ουσιαστική χρήση (βλ. σκέψη 72 ανωτέρω) και, αφετέρου, η εκ μέρους του τμήματος προσφυγών σφαιρική εκτίμηση του κινδύνου σύγχυσης, εκτίμηση την οποία ο προσφεύγων δεν αμφισβήτησε ειδικώς, μπορεί να επικυρωθεί από το Γενικό Δικαστήριο ως βάσιμη, πρέπει να απορριφθεί η υπό κρίση προσφυγή, καθόσον αφορά την αίτηση καταχώρισης του επίμαχου σήματος για τις υπηρεσίες της κλάσης 42.

 Επί των δικαστικών εξόδων

91      Με το δικόγραφο της προσφυγής, ο προσφεύγων ζήτησε να καταδικαστούν στα δικαστικά έξοδα το EUIPO καθώς και, εφόσον συντρέχει περίπτωση, η παρεμβαίνουσα.

92      Κατά το άρθρο 134, παράγραφος 3, του Κανονισμού Διαδικασίας του Γενικού Δικαστηρίου, σε περίπτωση μερικής ήττας των διαδίκων, κάθε διάδικος φέρει τα δικαστικά έξοδά του. Πάντως, αν τούτο δικαιολογείται από τις περιστάσεις της συγκεκριμένης υπόθεσης, το Γενικό Δικαστήριο μπορεί να αποφασίσει ότι ένας διάδικος, πέραν των δικαστικών εξόδων του, φέρει και μέρος των εξόδων του αντιδίκου. Εν προκειμένω, το EUIPO πρέπει να υποχρεωθεί να φέρει, πέραν των δικαστικών εξόδων του, το ένα τρίτο των εξόδων του προσφεύγοντος.

93      Κατά το άρθρο 138, παράγραφος 3, του Κανονισμού Διαδικασίας, το Γενικό Δικαστήριο μπορεί να αποφασίσει ότι ο παρεμβαίνων θα φέρει τα δικαστικά του έξοδα. Εν προκειμένω, η παρεμβαίνουσα, η οποία άσκησε παρέμβαση υπέρ του EUIPO, θα φέρει τα δικαστικά έξοδά της.

94      Όσον αφορά το αίτημα του προσφεύγοντος περί των εξόδων της διαδικασίας ενώπιον του τμήματος προσφυγών, εναπόκειται στο τμήμα προσφυγών να αποφανθεί, λαμβάνοντας υπόψη την παρούσα απόφαση, επί των εξόδων που αφορούν τη διαδικασία αυτή [απόφαση της 4ης Οκτωβρίου 2017, Gappol Marzena Porczyńska κατά EUIPO – GAP (ITM) (GAPPOL), T‑411/15, μη δημοσιευθείσα, EU:T:2017:689, σκέψη 209].

Για τους λόγους αυτούς,

ΤΟ ΓΕΝΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ (πρώτο τμήμα)

αποφασίζει:

1)      Ακυρώνει την απόφαση του δεύτερου τμήματος προσφυγών του Γραφείου Διανοητικής Ιδιοκτησίας της Ευρωπαϊκής Ένωσης (EUIPO) της 17ης Ιουλίου 2015 (υπόθεση R 1135/2014‑2), όσον αφορά τα προϊόντα της κλάσης 9 που προσδιορίζονται από το επίμαχο σήμα.

2)      Απορρίπτει την προσφυγή κατά τα λοιπά.

3)      Το EUIPO φέρει τα δικαστικά έξοδά του καθώς και το ένα τρίτο των εξόδων του Xabier UribeEtxebarría Jiménez.

4)      Ο Xabier UribeEtxebarría Jiménez φέρει τα δύο τρίτα των δικαστικών εξόδων του.

5)      Η Núcleo de comunicaciones y control, SL, φέρει τα δικαστικά έξοδά της.

Pelikánová

Nihoul

Svenningsen

Δημοσιεύθηκε σε δημόσια συνεδρίαση στο Λουξεμβούργο στις 29 Μαΐου 2018.

(υπογραφές)


*      Γλώσσα διαδικασίας: η ισπανική.