Language of document : ECLI:EU:T:2001:34

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟΥ (δεύτερο τμήμα)

της 31ης Ιανουαρίου 2001 (1)

«Κοινοτικό σήμα - Λέξημα VITALITE - Απόλυτος λόγος απαραδέκτου - Αρθρο 7, παράγραφος 1, στοιχείο γ´, του κανονισμού (ΕΚ) 40/94»

Στην υπόθεση T-24/00,

The Sunrider Corporation, με έδρα τo Torrance, Καλιφόρνια, (Ηνωμένες Πολιτείες Αμερικής), εκπροσωπούμενη από τον A. Kocklaüner, δικηγόρο Μονάχου, με αντίκλητο στο Λουξεμβούργο τον Ernest T. Freylinger, 234, route d'Arlon,

προσφεύγουσα,

κατά

Γραφείου Εναρμονίσεως στο πλαίσιο της Εσωτερικής Αγοράς (εμπορικά σήματα, σχέδια και υποδείγματα) (ΓΕΕΑ), εκπροσωπούμενο από τους C. Rusconi, προϊστάμενο της διοικήσεως του μητρώου σημάτων, και G. Humphreys, μέλος της ίδιας υπηρεσίας, με αντίκλητο στο Λουξεμβούργο τον C. Gómez de la Cruz, μέλος της Νομικής Υπηρεσίας της Επιτροπής, Centre Wagner, Kirchberg,

καθού,

που έχει ως αντικείμενο προσφυγή κατά της αποφάσεως του δευτέρου τμήματος προσφυγών του Γραφείου Εναρμονίσεως στο πλαίσιο της Εσωτερικής Αγοράς (εμπορικά σήματα, σχέδια και υποδείγματα) της 26ης Νοεμβρίου 1999 (υπόθεση R 137/1999-2) σχετικά με την καταχώρηση του λεξήματος VITALITE ως κοινοτικού σήματος,

ΤΟ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΙΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ (δεύτερο τμήμα),

συγκείμενο από τους J. Pirrung, Πρόεδρο, A. Potocki και A. W. H. Meij, δικαστές,

γραμματέας: J. Palacio González, υπάλληλος διοικήσεως,

έχοντας υπόψη το δικόγραφο που κατατέθηκε στη Γραμματεία του Πρωτοδικείου στις 9 Φεβρουαρίου 2000,

έχοντας υπόψη το υπόμνημα απαντήσεως που κατατέθηκε στη Γραμματεία του Πρωτοδικείου στις 9 Ιουνίου 2000,

κατόπιν της προφορικής διαδικασίας της 27ης Σεπτεμβρίου 2000,

εκδίδει την ακόλουθη

Απόφαση

Ιστορικό της διαφοράς

1.
    Την 1η Απριλίου 1996, η προσφεύγουσα υπέβαλε, βάσει του κανονισμού ΕΚ 40/94 του Συμβουλίου, της 20ής Δεκεμβρίου 1993, για το κοινοτικό σήμα (ΕΕ 1994, L 11, σ. 1) , όπως έχει τροποποιηθεί, αίτηση καταχωρήσεως κοινοτικού λεξήματος στο Γραφείο Εναρμονίσεως στο πλαίσιο της Εσωτερικής Αγοράς (εμπορικά σήματα, σχέδια και υποδείγματα) (ΓΕΕΑ) (στο εξής: Γραφείο).

2.
    Το σήμα του οποίου ζητήθηκε η καταχώρηση είναι το VITALITE.

3.
    Τα προϊόντα για τα οποία ζητήθηκε η καταχώρηση υπάγονται στις κλάσεις 5, 29 και 32, κατά την έννοια της συμφωνίας της Νίκαιας για τη διεθνή κατάταξη των προϊόντων και των υπηρεσιών εν όψει καταχωρήσεως των σημάτων, της 15ης Ιουνίου 1957, όπως έχει αναθεωρηθεί και τροποποιηθεί.

4.
    Με απόφαση της 19ης Ιανουαρίου 1999, ο εξεταστής απέρριψε την αίτηση βάσει του άρθρου 38 του κανονισμού 40/94.

5.
    Στις 17 Μαρτίου 1999, η προσφεύγουσα άσκησε προσφυγή στο Γραφείο βάσει του άρθρου 59 του κανονισμού 40/94 κατά της αποφάσεως του εξεταστή.

6.
    Η προσφυγή διαβιβάστηκε στον εξεταστή για προδικαστική αναθεώρηση, βάσει του άρθρου 60 του κανονισμού 40/94.

7.
    Στη συνέχεια παραπέμφθηκε στο τμήμα προσφυγών.

8.
    Με απόφαση της 26ης Νοεμβρίου 1999 (στο εξής: απόφαση), το τμήμα προσφυγών ακύρωσε εν μέρει την απόφαση του εξεταστή. Απέρριψε την προσφυγή κατά το μέτρο που η αίτηση καταχωρήσεως σήματος αφορούσε τα ακόλουθα προϊόντα: «φάρμακα, φαρμακευτικά προϊόντα· διαιτητικές ουσίες και υποκατάστατα θρεπτικών συστατικών για ιατρική χρήση· τροφές για βρέφη· σκευάσματα με βάση βιταμίνες, μικροστοιχεία και/ή μέταλλα χρησιμοποιούμενα για διαιτητικούς σκοπούς ή ως συμπληρώματα διατροφής· συμπυκνώματα ή συμπληρώματα διατροφής με βάση βότανα, αφεψήματα υγειονομικής χρήσεως», που υπάγονται στην κλάση 5· «συμπυκνώματα και συμπληρώματα διατροφής μη φαρμακευτικά με βάση βότανα, τροφές με βάση βότανα επίσης και υπό μορφή πρόχειρου φαγητού» υπαγόμενα στην κλάση 29· «ποτά με βάση βότανα και βιταμίνες· μεταλλικά και ανθρακούχα νερά και άλλα ποτά, μη αλκοολούχα», υπαγόμενα στην κλάση 32. Στην ουσία, το τμήμα προσφυγών έκρινε ότι, δεδομένου ότι τα κεφαλαία γράμματα δεν τονίζονται κατά κανόνα στη γαλλική γλώσσα, το σήμα VITALITE θα μπορούσε, στη γλώσσα αυτή, να εκληφθεί ως «vitalité». Αφού επισήμανε την έννοια του όρου αυτού, κατέληξε στο συμπέρασμα ότι το άρθρο 7, παράγραφος 1, στοιχεία β´ και γ´, του κανονισμού 40/94 δεν επιτρέπει την καταχώρησή του ως κοινοτικού σήματος.

Αιτήματα των διαδίκων

9.
    Η προσφεύγουσα ζητεί από το Πρωτοδικείο:

-    να ακυρώσει την απόφαση καθόσον απέρριψε το αίτημά της·

-    να καταδικάσει το καθού στα δικαστικά έξοδα.

10.
    Κατά την προφορική διαδικασία, η προσφεύγουσα ζήτησε επίσης από το Πρωτοδικείο, επικουρικώς, να μεταρρυθμίσει την απόφαση εφαρμόζοντας το άρθρο 38, παράγραφος 2, του κανονισμού 40/94. Τέλος, προσκόμισε ορισμένα έγγραφα προκειμένου να αποδείξει τους ισχυρισμούς που προβάλλει με την προσφυγή της.

11.
    Το Γραφείο ζητεί από το Πρωτοδικείο:

-    να απορρίψει την προσφυγή·

-    να καταδικάσει την προσφεύγουσα στα δικαστικά έξοδα.

Επί του παραδεκτού

12.
    Κατά το άρθρο 19 του Οργανισμού ΕΚ του Δικαστηρίου και το άρθρο 44, παράγραφος 1, στοιχεία γ´ και δ´, του Κανονισμού Διαδικασίας του Πρωτοδικείου, το δικόγραφο της προσφυγής αναφέρει το αντικείμενο της διαφοράς και τα αιτήματα του προσφεύγοντος. Συνεπώς τα αιτήματα που προβλήθηκαν κατά τη συνεδρίαση, έστω και αν χαρακτηρίζονται επικουρικά σε σχέση με τα προβαλλόμενα με την προσφυγή, πρέπει να απορριφθούν ως απαράδεκτα (απόφαση του Πρωτοδικείου της 5ης Ιουνίου 1996, Τ-398/94, Kahn Scheepvaart κατά Επιτροπής, Συλλογή 1996, σ. ΙΙ-477, σκέψη 20).

13.
    Επιπλέον, βάσει του άρθρου 135, παράγραφος 4, του Κανονισμού Διαδικασίας, τα υπομνήματα των διαδίκων που κατατίθενται ενώπιον του Πρωτοδικείου δεν μπορούν να τροποποιήσουν το αντικείμενο της ενώπιον του τμήματος προσφυγών διαφοράς. Από τη δικογραφία όμως δεν προκύπτει ότι η προσφεύγουσα διατύπωσε παρόμοιο αίτημα ενώπιον του τμήματος προσφυγών. Συνεπώς, το εν λόγω αίτημα είναι απαράδεκτο και γι' αυτόν τον λόγο.

14.
    Όσον αφορά τα αποδεικτικά στοιχεία που η προσφεύγουσα θέλησε να προσκομίσει κατά τη συνεδρίαση, το Πρωτοδικείο διαπιστώνει ότι αυτά σκοπούν να στηρίξουν ισχυρισμούς που διατυπώθηκαν με το δικόγραφο της προσφυγής και επομένως προτείνονται εκπρόθεσμα, χωρίς να προβάλλεται κανένας λόγος. Η εκπρόθεσμη αυτή προσκόμιση, τη στιγμή που η προσφεύγουσα δεν πρότεινε καν αποδείξεις με το δικόγραφο της προσφυγής, συνιστά παραβίαση της αρχής της αντιδικίας και προσβολή των δικαιωμάτων άμυνας (βλ. άρθρο 44, παράγραφος 1, στοιχείο ε´, και 48, παράγραφος 1, του Κανονισμού Διαδικασίας). Συνεπώς, τα έγγραφα αυτά δεν γίνονται δεκτά ως απαράδεκτα.

Επί της ουσίας

Προκαταρκτικές παρατηρήσεις

15.
    Η εκτίμηση των απολύτων λόγων απαραδέκτου που διατυπώνει το άρθρο 7, παράγραφος 1, στοιχεία β´ και γ´, του κανονισμού 40/94 συνεπάγεται την εξέταση δέσμης στοιχείων όπως είναι η γενική εντύπωση που δίνει το υπό εξέταση σήμα στο σύνολό του και η αντίληψη που ο μέσος καταναλωτής μπορεί να σχηματίσει για τα προϊόντα ή τις υπηρεσίες για τις οποίες ζητείται η καταχώρηση, σε κάθε μία από τις γλώσσες της Ευρωπαϊκής Ένωσης και για καθένα από τα σχετικά προϊόντα ή τις υπηρεσίες.

Επί του λόγου ακυρώσεως του άρθρου 7, παράγραφος 1, στοιχείο γ´, του κανονισμού 40/94

Επιχειρήματα της προσφεύγουσας

16.
    Η προσφεύγουσα υποστηρίζει ότι η απαγόρευση της καταχωρήσεως ως σήματος λέξεων αποκλειστικά περιγραφικών στηρίζεται στη σκέψη ότι τέτοιοι όροι πρέπει να παραμένουν στη διάθεση όλων. Ωστόσο, αυτό πρέπει να νοηθεί υπό το φως του άρθρου 12, στοιχείο β´ του κανονισμού 40/94. Για τον λόγο αυτό, το Γραφείο οφείλει να αποδεικνύει σε κάθε περίπτωση την ύπαρξη πραγματικής και επαληθεύσιμης χρήσης της οικείας λέξης από τους ανταγωνιστές για την περιγραφή των προϊόντων για τα οποία ζητείται η καταχώρηση ή την ύπαρξη ανάγκης να παραμένει διαθέσιμος ο όρος αυτός.

17.
    Εξάλλου, η προσφεύγουσα υποστηρίζει ότι ο μέσος καταναλωτής δεν ζητεί να εξετάσει λεπτομερώς ή να αναλύσει τη σημασία ενός σήματος. Στην πραγματικότητα, ο καταναλωτής δεν συνδέει ευχερώς τη λέξη VITALITE με τον προορισμό, λόγου χάρη, των οικείων προϊόντων. Η λέξη αυτή δεν δηλώνει κάποιο ουσιώδες χαρακτηριστικό των προϊόντων. Εξάλλου, η λέξη VITALITE χωρίς τόνο δεν αντιστοιχεί στη γαλλική λέξη «vitalité».

Εκτίμηση του Πρωτοδικείου

18.
    Κατά το άρθρο 7, παράγραφος 1, στοιχείο γ´, του κανονισμού 40/94, δεν γίνονται δεκτά για καταχώρηση «τα σήματα που αποτελούνται αποκλειστικά από σημεία ή ενδείξεις που μπορούν να χρησιμεύσουν στις συναλλαγές για τη δήλωση (...) του προορισμού (...) του προϊόντος».

19.
    Εξάλλου, το άρθρο 7, παράγραφος 2, του κανονισμού 40/94 ορίζει ότι η παράγραφος 1 του εν λόγω άρθρου «εφαρμόζεται ακόμη και αν οι λόγοι απαραδέκτου υφίστανται μόνο σε τμήμα της Κοινότητας».

20.
    Εν προκειμένω, πρέπει να σημειωθεί, καταρχάς, ότι δεν υπάρχει γραμματικός ή τυπογραφικός κανόνας που επιβάλλει, στη γαλλική γλώσσα, τον τονισμό των κεφαλαίων γραμμάτων. Πολλοί συγγραφείς επικρίνουν αυτή την έλλειψη τονισμού (π.χ. A. Jouette, Dictionnaire d'orthographe et d'expression écrite, Le Robert, Παρίσι, 1993, σ. 404). Συνεπώς, δεν αποδεικνύεται ότι το τμήμα προσφυγών κακώς επισήμανε αυτή την έλλειψη τονισμού των κεφαλαίων γραμμάτων και έκρινε κατά συνέπεια ότι ο όρος VITALITE μπορούσε να εκληφθεί από ένα γαλλόφωνο καταναλωτή ως η λέξη «vitalité».

21.
    Αντιθέτως, διαπιστώνεται ότι ο όρος VITALITE, έστω και αν εκληφθεί στη γαλλική γλώσσα ως «vitalité», δεν θα μπορούσε να δηλώσει τον προορισμό των «τροφών για βρέφη» και των «μεταλλικών και ανθρακούχων νερών».

22.
    Με το υπόμνημα απαντήσεως, το Γραφείο παρατήρησε ότι οι τροφές για βρέφη συχνά «δεν περιέχουν συντηρητικές ουσίες αλλά βιταμίνες και μικροστοιχεία». Το επιχείρημα αυτό δεν μπορεί να γίνει δεκτό. Πράγματι, η λέξη VITALITE δενμπορεί να θεωρηθεί ως η δήλωση των χαρακτηριστικών αυτών, αλλά το πολύ πολύ ως έμμεση αναφορά σ' αυτά. Το Γραφείο πρόσθεσε ωστόσο ότι «οι τροφές αυτές μπορούν να δώσουν δύναμη ή ζωτικότητα στα βρέφη». Ωστόσο, πρέπει να σημειωθεί ότι, καίτοι ορισμένες τροφές για βρέφη μπορούν βεβαίως να παρασκευαστούν ώστε να ευνοήσουν την ανάπτυξη των βρεφών, το σημείο VITALITE δεν υπερβαίνει συναφώς τα θεμιτά όρια της υποβολής.

23.
    Το Γραφείο επισήμανε εξάλλου με το υπόμνημα απαντήσεως ότι τα μεταλλικά ή ανθρακούχα νερά «συχνά εμφανίζονται στις διαφημίσεις ότι προάγουν την εικόνα του υγιούς και αθλητικού ατόμου και συμβάλλουν στη γενική εντύπωση ευζωίας». Οι διευκρινίσεις αυτές δεν είναι καθοριστικής σημασίας. Αντιθέτως, δείχνουν ότι το επίδικο σημείο εν προκειμένω δεν είναι η δήλωση ενός χαρακτηριστικού του προϊόντος αλλά η απλή υποβολή μιας εικόνας που αποδίδεται για διαφημιστικούς λόγους στο προϊόν αυτό. Σημειωτέον εξάλλου ότι το τμήμα προσφυγών δεν έκρινε ότι ο όρος VITALITE δηλώνει τα χαρακτηριστικά των «γαλακτοκομικών προϊόντων» και των «ποτών με βάση το γάλα», η εμπορία των οποίων συχνά συνοδεύεται ωστόσο από παρόμοιες διαφημίσεις.

24.
    Έτσι, η λέξη VITALITE δεν πληροφορεί άμεσα και απευθείας τον καταναλωτή για κάποιο χαρακτηριστικό των «τροφών για βρέφη» και των «μεταλλικών και ανθρακούχων νερών». Κατά συνέπεια, η σχέση που υπάρχει μεταξύ της έννοιας της λέξης VITALITE αφενός και των επιδίκων προϊόντων αφετέρου δεν εμφανίζεται αρκούντως στενή ώστε να εμπίπτει στο πεδίο της απαγορεύσεως του άρθρου 7, παράγραφος 1, στοιχείο γ´, του κανονισμού 40/94. Πράγματι, η λέξη αυτή αφορά υπαινιγμό και όχι δήλωση κατά την έννοια της εν λόγω διάταξης.

25.
    Αντιθέτως, όσον αφορά άλλα προϊόντα που είναι φύσεως φαρμακευτικής, διατροφικής ή ειδικής διαιτητικής, δεν αποδείχθηκε ότι το τμήμα προσφυγών εσφαλμένα έκρινε ότι το σημείο μπορούσε να χρησιμεύσει στο εμπόριο για να δηλώσει τον προορισμό των προϊόντων αυτών. Εξάλλου, η προσφεύγουσα δεν προέβαλε κανένα συγκεκριμένο επιχείρημα προκειμένου να αποδείξει ότι η ανάκτηση ζωτικότητας δεν αποτελεί κάποιο προορισμό των προϊόντων αυτών.

26.
    Επομένως, το τμήμα προσφυγών δεν εφάρμοσε ορθά το άρθρο 7, παράγραφος 1, στοιχείο γ´, του κανονισμού 40/94, όσον αφορά τις «τροφές για βρέφη» και τα «μεταλλικά και ανθρακούχα νερά». Κατά συνέπεια, η απόφαση πρέπει να ακυρωθεί στο μέτρο αυτό.

Επί του λόγου ακυρώσεως της παραβάσεως του άρθρου 7, παράγραφος 1, στοιχείο β´, του κανονισμού 40/94

27.
    Η προσφεύγουσα παρατηρεί ότι μόνον τα σήματα που στερούνται διακριτικού χαρακτήρα δεν μπορούν να καταχωρηθούν, βάσει του άρθρου 7, παράγραφος 1, στοιχείο β´, του κανονισμού 40/94. Όμως, βάσει των προεκτεθέντων επιχειρημάτων όσον αφορά το δηλωτικό στοιχείο, ο όρος VITALITE δεν στερείται διακριτικού χαρακτήρα.

28.
    Το Πρωτοδικείο κρίνει ότι, όπως προκύπτει από το άρθρο 7, παράγραφος 1, του κανονισμού 40/94, αρκεί να έχει εφαρμογή ένας από τους απόλυτους λόγους απαραδέκτου ώστε το σημείο να μην μπορεί να καταχωρηθεί ως κοινοτικό σήμα. Συνεπώς, το λέξημα VITALITE δεν μπορεί εν πάση περιπτώσει να καταχωρηθεί για τα προϊόντα για τα οποία δεν αποδείχθηκε ότι το τμήμα προσφυγών παρέβη το άρθρο 7, παράγραφος 1, στοιχείο γ´, του κανονισμού 40/94.

29.
    Όσον αφορά τις «τροφές για βρέφη» και τα «μεταλλικά και ανθρακούχα νερά», αρκεί να σημειωθεί εν προκειμένω ότι το τμήμα προσφυγών έκρινε ότι το λεκτικό σήμα VITALITE δεν ανταποκρίνεται στο άρθρο 7, παράγραφος 1, στοιχείο β´, του κανονισμού 40/94 διότι δεν ανταποκρίνεται στο στοιχείο γ´ του άρθρου αυτού. Όπως όμως κρίθηκε ανωτέρω, ο όρος VITALITE έστω και αν διαβαστεί ως VITALITE υπαινίσσεται τον προορισμό των οικείων προϊόντων χωρίς να τον δηλώνει, κατά την έννοια του άρθρου 7, παράγραφος 1, στοιχείο γ´, του κανονισμού 40/94.

30.
    Συνεπώς, η απόφαση πρέπει να ακυρωθεί για παράβαση του άρθρου 7, παράγραφος 1, στοιχείο β´, του κανονισμού 40/94, όσον αφορά τις «τροφές για βρέφη και τα μεταλλικά και ανθρακούχα νερά».

Επί του λόγου ακυρώσεως που αντλείται από την υπάρχουσα καταχώρηση του σήματος

Επιχειρήματα της προσφεύγουσας

31.
    Η προσφεύγουσα υποστηρίζει ότι το τμήμα προσφυγών όφειλε να λάβει υπόψη το γεγονός ότι η λέξη VITALITE έχει καταχωρηθεί ως σήμα σε δεκαπέντε ευρωπαϊκά κράτη, από τα οποία δώδεκα είναι μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης και ορισμένα από τα οποία έχουν ως επίσημη γλώσσα τη γαλλική στο οικείο γραφείο καταχωρήσεως σημάτων.

32.
    Απορρίπτοντας την αίτηση καταχωρήσεως ενός σήματος, που έχει γίνει δεκτό σε δώδεκα από τα δεκαπέντε κράτη μέλη, το Γραφείο, μόνος φορέας αρμόδιος για τη χορήγηση σήματος ισχύοντος στο σύνολο του κοινοτικού εδάφους, προσβάλλει την ελεύθερη κυκλοφορία των εμπορευμάτων. Κατά τούτο αγνοεί το πνεύμα της οδηγίας 89/104/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 21ης Δεκεμβρίου 1988, για την προσέγγιση των νομοθεσιών των κρατών μελών περί σημάτων (ΕΕ 1989, L 40, σ. 1), όπως προκύπτει από την έβδομη και την όγδοη αιτιολογική σκέψη της οδηγίας.

Εκτίμηση του Πρωτοδικείου

33.
    Οι καταχωρήσεις που έχουν ήδη γίνει σε κράτη μέλη αποτελούν απλώς ένα στοιχείο το οποίο δεν είναι καθοριστικό, αλλά μπορεί να ληφθεί υπόψη μόνον εν όψει της καταχωρήσεως ενός κοινοτικού σήματος [απόφαση του Πρωτοδικείου της 16ης Φεβρουαρίου 2000, Procter & Gamble κατά ΓΕΕΑ (σχήμα ενός σαπουνιού),Τ-122/99, Συλλογή 2000, σ. ΙΙ-265, σκέψη 61]. Συνεπώς, το τμήμα προσφυγών δεν υπέπεσε σε νομική πλάνη λόγω του ότι αρνήθηκε την καταχώρηση σήματος το οποίο είχε ήδη καταχωρηθεί σε ορισμένα ευρωπαϊκά κράτη.

34.
    Κατά τα λοιπά, οι καταχωρήσεις σε γαλλόφωνες χώρες τις οποίες επικαλείται η προσφεύγουσα αφορούν στις πιο πολλές περιπτώσεις ένα σήμα παραστατικό στο οποίο η λέξη VITALITE είναι γραμμένη με μικρά γράμματα σε ένα χαρακτηριστικό σύνολο με αρχικό ιδιαίτερης μορφής (Benelux, Μονακό και Ελβετία), πράγμα που διακρίνει το εν λόγω σήμα από το εν προκειμένω επίδικο σημείο. Επιπλέον, οι καταχωρήσεις αυτές αφορούν προϊόντα τελείως (Γαλλία, Μονακό και Benelux) ή κατά τα ουσιώδη (Ελβετία) διαφορετικά αυτών τα οποία αφορά η αίτηση της προσφεύγουσας. Εξάλλου, ορισμένες από τις καταχωρήσεις έγιναν σε τρίτες, έναντι της Ευρωπαϊκής Ένωσης, χώρες (Ελβετία, Μονακό) ή σε χρόνο στον οποίο δεν γινόταν, πριν από την καταχώρηση, εξέταση βάσει απολύτων λόγων απαραδέκτου (Benelux).

35.
    Τέλος, το επιχείρημα που στηρίζεται στην παράβαση των αιτιολογικών σκέψεων της οδηγίας 89/104 στερείται βάσεως. Συγκεκριμένα, το κύρος της αποφάσεως του τμήματος εξετάζεται μόνον υπό το φως των σχετικών διατάξεων δηλαδή εν προκειμένω του άρθρου 7, παράγραφος 1, στοιχεία β´ και γ´, του κανονισμού 40/94.

36.
    Συνεπώς, ο υπό κρίση λόγος ακυρώσεως πρέπει ν' απορριφθεί.

Επί των δικαστικών εξόδων

37.
    Κατά το άρθρο 87, παράγραφος 3, του Κανονισμού Διαδικασίας, το Πρωτοδικείο μπορεί να κατανείμει τα δικαστικά έξοδα σε περίπτωση μερικής ήττας των διαδίκων. Εν προκειμένω, δεδομένου ότι η προσφυγή γίνεται δεκτή μόνο για ορισμένο αριθμό προϊόντων, η προσφεύγουσα πρέπει να φέρει τα δικά της έξοδα και το ήμισυ των εξόδων του καθού.

Για τους λόγους αυτούς,

ΤΟ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ (δεύτερο τμήμα)

αποφασίζει:

1)    Ακυρώνει την απόφαση του δευτέρου τμήματος προσφυγών του Γραφείου Εναρμονίσεως στο πλαίσιο της Εσωτερικής Αγοράς (εμπορικά σήματα, σχέδια και υποδείγματα) της 26ης Νοεμβρίου 1999 (υπόθεση R 137/1999-2) όσον αφορά τα ακόλουθα προϊόντα: «τροφές για βρέφη» και «μεταλλικά και ανθρακούχα νερά».

2)    Απορρίπτει την προσφυγή κατά τα λοιπά.

3)    Η προσφεύγουσα φέρει τα δικαστικά της έξοδα και το ήμισυ των εξόδων του καθού. Το καθού φέρει το έτερο ήμισυ των εξόδων του.

Pirrung

Potocki
Meij

Δημοσιεύθηκε σε δημόσια συνεδρίαση στο Λουξεμβούργο στις 31 Ιανουαρίου 2001.

Ο Γραμματέας

Ο Πρόεδρος

H. Jung

A. W. H. Meij


1: Γλώσσα διαδικασίας: η αγγλική.