Language of document :

Προσφυγή της 2ας Δεκεμβρίου 2011 - Sky Deutschland και Sky Deutschland Fernsehen κατά Επιτροπής

(Υπόθεση T-626/11)

Γλώσσα διαδικασίας: η γερμανική

Διάδικοι

Προσφεύγουσες: Sky Deutschland AG (Unterföhring, Γερμανία) και Sky Deutschland Fernsehen GmbH & Co. KG (Unterföhring) (εκπρόσωποι: A. Cordewener, F. Kutt και C. Jehke, δικηγόροι)

Καθής: Ευρωπαϊκή Επιτροπή

Αιτήματα των προσφευγουσών

Οι προσφεύγουσες ζητούν από το Γενικό Δικαστήριο:

να ακυρώσει ολικώς την απόφαση της καθής, της 26ης Ιανουαρίου 2011, στη διαδικασία κρατικής ενισχύσεως C 7/2010 (πρώην CP 250/2009 και NN 5/2010)] " KStG, Sanierungsklausel"·

επικουρικώς, να ακυρώσει την προαναφερθείσα απόφαση στο μέτρο τουλάχιστον που δεν προβλέπει προς όφελος επιχειρήσεων ευρισκόμενων στη θέση των προσφευγουσών κάποια εξαίρεση, βάσει της αρχής της προστασίας της δικαιολογημένης εμπιστοσύνης, από την ορισθείσα στα άρθρα 4 και 5 υποχρέωση ανακτήσεως ούτε, τουλάχιστον, κάποιο αποτελεσματικό μεταβατικό καθεστώς προς όφελος τέτοιων επιχειρήσεων·

να καταδικάσει την καθής στα δικαστικά έξοδα.

Λόγοι ακυρώσεως και κύρια επιχειρήματα

Προς στήριξη της προσφυγής οι προσφεύγουσες προβάλλουν ουσιαστικά τα ακόλουθα:

Στην προσβαλλόμενη απόφαση, η καθής καταλήγει εσφαλμένως στο συμπέρασμα ότι η ρήτρα περί εξυγιάνσεως (Sanierungsklausel) του άρθρου 8c, παράγραφος 1a, του γερμανικού νόμου περί φορολογίας επιχειρήσεων (Körperschaftsteuergesetz, KStG) πρόκειται περί παράνομης ενισχύσεως κατά το άρθρο 107, παράγραφος 1, ΣΛΕΕ. Οι προσφεύγουσες υποστηρίζουν σχετικώς, μεταξύ άλλων, ότι η καθής εσφαλμένως συμπεραίνει ότι η ρύθμιση του άρθρου 8c, παράγραφος 1a, KStG, έχει επιλεκτικό χαρακτήρα και αποτελεί αδικαιολόγητη εξαίρεση από την ενσωματωμένη στο άρθρο 8c, παράγραφος 1, KStG, αρχή, κατά την οποία οι φορολογικές ζημιές μιας επιχειρήσεως καταπίπτουν υπό συγκεκριμένες προϋποθέσεις σε περίπτωση μεταβολής των μετόχων αυτής. Κατά την άποψη των προσφευγουσών, η καθής αδίκως εκτιμά ότι η ρύθμιση του άρθρου 8c, παράγραφος 1, KStG, συνιστά το οικείο εσωτερικό σύστημα αναφοράς για την εξέταση της ενισχύσεως.

Το οικείο εσωτερικό σύστημα αναφοράς αποτελεί την υφιστάμενη καταρχήν στο γερμανικό δίκαιο δυνατότητα συμψηφισμού των ζημιών μεταξύ διαφορετικών οικονομικών ετών, η οποία απορρέει από τη λεγόμενη αρχή του αντικειμενικού προσδιορισμού των καθαρών αποτελεσμάτων. Κατά την άποψη των προσφευγουσών, το σύστημα αυτό αναφοράς απλώς επιβεβαιώνεται από την ρήτρα περί εξυγιάνσεως του άρθρου 8c, παράγραφος 1a, KStG. Επιπλέον, το άρθρο 8c, παράγραφος 1a, KStG, δεν μπορεί εξάλλου να συνιστά το οικείο εσωτερικό σύστημα και για τον λόγο ότι, βάσει του Γερμανικού Συντάγματος, ο κανόνας αυτός δικαίου είναι αντισυνταγματικός.

Η ρύθμιση του άρθρου 8c, παράγραφος 1a, KStG, συνιστά επιπλέον ένα λεγόμενο γενικό μέτρο, το οποίο δύναται να ωφελήσει κάθε οικονομικό φορέα που παρουσιάζει ζημίες και με το οποίο δεν ευνοείται κάποια συγκεκριμένη ομάδα παραγόντων της αγοράς. Κατά την άποψη των προσφευγουσών, η ρήτρα περί εξυγιάνσεως δεν έχει, επομένως, επιλεκτικό χαρακτήρα.

Η ρήτρα περί εξυγιάνσεως του άρθρου 8c, παράγραφος 1a, KStG, δικαιολογείται επίσης από τη φύση και την εσωτερική δομή του γερμανικού φορολογικού συστήματος, διότι ο κανόνας αυτός μειώνει τα αποτελέσματα του περιορισμού της έκπτωσης των ζημιών του άρθρου 8c, παράγραφος 1a, KStG. Οι προσφεύγουσες υποστηρίζουν σχετικώς ότι, στην αρχική του διατύπωση, το άρθρο 8c, KStG επρόκειτο περί μίας καταστήσασας πολύ ευρείας ρυθμίσεως προς αποτροπή των καταχρήσεων και ότι η εκ των υστέρων (και δη αναδρομική) τροποποίηση της διατάξεως αυτής από το άρθρο 8c, παράγραφος 1a, KStG, περιορίζει απλώς το υπερβάλλον περιεχόμενο του άρθρου 8c, παράγραφος 1, KStG και αποκαθιστά επομένως, την ισχύ του γενικού συμψηφισμού των ζημιών μεταξύ διαφορετικών οικονομικών ετών ως το οικείο σύστημα αναφοράς.

Τέλος, οι προσφεύγουσες υποστηρίζουν ότι χαίρουν προστασίας της δικαιολογημένης εμπιστοσύνης, διότι η αρνητική απόφαση της καθής δεν ήταν προβλέψιμη και, επίσης, διότι η καθής δεν επέκρινε τον παρόμοιο προγενέστερο κανόνα στο άρθρο 8, παράγραφος 4, KStG, στην παλαιά του διατύπωση, ούτε συγκρίσιμες ρυθμίσεις σε άλλα κράτη μέλη.

____________