Language of document : ECLI:EU:T:2023:834

Υπόθεση T53/21

(δημοσίευση αποσπασμάτων)

EVH GmbH

κατά

Ευρωπαϊκής Επιτροπής

 Απόφαση του Γενικού Δικαστηρίου (πέμπτο πενταμελές τμήμα)
της 20ής Δεκεμβρίου 2023

«Ανταγωνισμός – Συγκεντρώσεις – Γερμανικές αγορές ηλεκτρικής ενέργειας και φυσικού αερίου – Απόφαση με την οποία μια συγκέντρωση κηρύσσεται συμβατή με την εσωτερική αγορά – Υποχρέωση αιτιολογήσεως – Έννοια της “ενιαίας πράξης συγκέντρωσης” – Δικαίωμα αποτελεσματικής δικαστικής προστασίας – Δικαίωμα ακροάσεως – Οριοθέτηση της αγοράς – Περίοδος ανάλυσης – Εκτίμηση των αποτελεσμάτων της συγκεντρώσεως επί του ανταγωνισμού – Πρόδηλα σφάλματα εκτιμήσεως – Δεσμεύσεις – Υποχρέωση επιμέλειας»

1.      Συγκεντρώσεις μεταξύ επιχειρήσεων – Εξέτασή τους από την Επιτροπή – Ενιαία πράξη συγκέντρωσης – Έννοια – Προϋποθέσεις – Αλληλεξαρτώμενες πράξεις οι οποίες παρέχουν σε μία ή περισσότερες επιχειρήσεις τον άμεσο ή έμμεσο οικονομικό έλεγχο της δραστηριότητας μίας ή περισσότερων άλλων επιχειρήσεων – Απόκτηση από ανεξάρτητες επιχειρήσεις του ελέγχου διαφορετικών επιχειρήσεων-στόχων στο πλαίσιο ανταλλαγής στοιχείων ενεργητικού – Δεν περιλαμβάνεται – Έλλειψη λειτουργικού δεσμού μεταξύ των επίμαχων πράξεων

(Κανονισμός 139/2004 του Συμβουλίου, αιτιολογική σκέψη 20 και άρθρο 3 § 1)

(βλ. σκέψεις 82-86, 97-102)

2.      Πράξεις των οργάνων – Αιτιολογία – Υποχρέωση – Περιεχόμενο – Απόφαση εφαρμογής των κανόνων που διέπουν τις συγκεντρώσεις επιχειρήσεων – Απόφαση που επιτρέπει πράξη συγκέντρωσης

(Άρθρο 296 ΣΛΕΕ· κανονισμός 139/2004 του Συμβουλίου, άρθρα 2, 6 § 1, στοιχείο γʹ, και 8 § 2)

(βλ. σκέψεις 107-110, 112-116, 118, 119, 125)

3.      Συγκεντρώσεις μεταξύ επιχειρήσεων – Διοικητική διαδικασία – Υποχρεώσεις της Επιτροπής έναντι τρίτων με συγκεκριμένη ιδιότητα – Δικαίωμα ακροάσεως – Περιεχόμενο

(Κανονισμός 139/2004 του Συμβουλίου, άρθρο 18 § 4· κανονισμός 802/2004 της Επιτροπής, άρθρα 11, στοιχείο γʹ, και 16 § 1)

(βλ. σκέψεις 131-143, 146-148)

4.      Συγκεντρώσεις μεταξύ επιχειρήσεων – Εξέτασή τους από την Επιτροπή – Απόφαση της Επιτροπής με την οποία πράξη συγκέντρωσης κηρύσσεται συμβατή με την εσωτερική αγορά – Απαιτήσεις οι οποίες προκύπτουν από την αρχή της αποτελεσματικής δικαστικής προστασίας – Υποχρέωση δημοσίευσης – Περιεχόμενο – Δημοσίευση σύνοψης της επίδικης απόφασης πάνω από ένα έτος μετά την έκδοσή της – Δεν επηρεάζει το κύρος της απόφασης αυτής

(Άρθρα 15, 296 και 297 § 2 ΣΛΕΕ· Χάρτης των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, άρθρο 47· κανονισμός 139/2004 του Συμβουλίου, άρθρα 6 § 1, στοιχείο γʹ, 8 § 2, και 20 § 1)

(βλ. σκέψεις 164-168)

5.      Συγκεντρώσεις μεταξύ επιχειρήσεων – Εξέτασή τους από την Επιτροπή – Έκδοση αποφάσεως με την οποία διαπιστώνεται η συμβατότητα πράξεως συγκεντρώσεως με την εσωτερική αγορά – Ανάληψη δεσμεύσεων από τις οικείες επιχειρήσεις προκειμένου η κοινοποιηθείσα πράξη να καταστεί συμβατή με την εσωτερική αγορά – Περιθώριο εκτίμησης– Δικαστικός έλεγχος – Όρια

(Άρθρο 263 ΣΛΕΕ· κανονισμός 139/2004 του Συμβουλίου, άρθρα 2, 6 § 1, στοιχείο γʹ, και 8 § 2)

(βλ. σκέψεις 171-177)

6.      Συγκεντρώσεις μεταξύ επιχειρήσεων – Εξέτασή τους από την Επιτροπή – Συνεκτίμηση των στοιχείων που προσκομίζουν οι συμμετέχουσες στη συγκέντρωση επιχειρήσεις – Επιτρέπεται

(Κανονισμός 139/2004 του Συμβουλίου, άρθρα 2, 6 § 1, στοιχείο γʹ, και 8 § 2)

(βλ. σκέψεις 185-188)

7.      Προσφυγή ακυρώσεως – Έλεγχος νομιμότητας – Κριτήρια – Λαμβάνονται υπόψη μόνο τα πραγματικά και νομικά στοιχεία που υφίσταντο κατά τον χρόνο εκδόσεως της επίμαχης πράξεως – Επιχειρηματολογία που αφορά ανάλυση η οποία πραγματοποιείται μετά την έκδοση της εν λόγω πράξης αλλά στηρίζεται σε δεδομένα που υφίσταντο κατά τον χρόνο έκδοσης της ίδιας πράξης – Παραδεκτό – Προϋποθέσεις

(Άρθρο 263 ΣΛΕΕ· κανονισμός 139/2004 του Συμβουλίου, άρθρα 2 και 8 § 2)

(βλ. σκέψεις 194, 195, 198-201)

8.      Συγκεντρώσεις μεταξύ επιχειρήσεων –Εκτίμηση της συμβατότητάς τους με την εσωτερική αγορά – Δημιουργία ή ενίσχυση δεσπόζουσας θέσης που παρακωλύει σημαντικά τον αποτελεσματικό ανταγωνισμό στην εσωτερική αγορά – Εξέτασή τους από την Επιτροπή – Ανάλυση των προοπτικών εξέλιξης – Οριοθέτηση της περιόδου της ανάλυσης – Κριτήρια

(Κανονισμός 139/2004 του Συμβουλίου, άρθρα 2 § 2 και 3)

(βλ. σκέψεις 230-233, 406, 407)

9.      Συγκεντρώσεις μεταξύ επιχειρήσεων – Εξέτασή τους από την Επιτροπή – Ορισμός της επίμαχης αγοράς – Κριτήρια – Δυνατότητα υποκατάστασης των προϊόντων – Δυνατότητα υποκατάστασης από πλευράς ζήτησης – Εκτίμηση της δυνατότητας υποκατάστασης της λιανικής προμήθειας ηλεκτρικής ενέργειας και φυσικού αερίου στο πλαίσιο, αντιστοίχως, βασικής παροχής και ειδικών συμβάσεων

(Κανονισμός 139/2004 του Συμβουλίου, άρθρο 2)

(βλ. σκέψεις 252-274)

10.    Συγκεντρώσεις μεταξύ επιχειρήσεων – Εξέτασή τους από την Επιτροπή – Ορισμός της επίμαχης αγοράς – Επιρροή της προγενέστερης πρακτικής της Επιτροπής ως προς τη λήψη αποφάσεων –Δεν υφίσταται

(Κανονισμός 139/2004 του Συμβουλίου, άρθρο 2)

(βλ. σκέψεις 275-277, 308)

11.    Συγκεντρώσεις μεταξύ επιχειρήσεων – Εξέτασή τους από την Επιτροπή – Ορισμός της επίμαχης αγοράς – Συγκέντρωση μεταξύ δύο επιχειρήσεων παροχής ενέργειας η οποία προβλέπει την ανταλλαγή στοιχείων του ενεργητικού – Το βάρος αποδείξεωςφέρει ο διάδικος ο οποίος αμφισβητεί τον ορισμό των σχετικών αγορών – Ανάγκη προσκομίσεως σοβαρών ενδείξεων ικανών να καταδείξουν τεκμηριωμένα την ύπαρξη προβλήματος σχετικά με τον ανταγωνισμό το οποίο χρήζει εξετάσεως από την Επιτροπή – Ανεπάρκεια των στοιχείων που προσκομίζει ο διάδικος ο οποίος αμφισβητεί την προκριθείσα προσέγγιση

(Κανονισμός 139/2004 του Συμβουλίου, άρθρα 2, 6 § 1,στοιχείο γʹ, και 8 § 2)

(βλ. σκέψεις 313, 314)

12.    Συγκεντρώσεις μεταξύ επιχειρήσεων – Εξέτασή τους από την Επιτροπή – Ορισμός της επίμαχης αγοράς – Δυνατότητα της Επιτροπής να αφήσει ανοικτό αυτόν τον ορισμό – Προϋποθέσεις

(Κανονισμός 139/2004 του Συμβουλίου, άρθρα 2, 6 § 1,στοιχεία βʹ και γʹ, και 8 § 2)

(βλ. σκέψεις 323, 329, 336)

13.    Συγκεντρώσεις μεταξύ επιχειρήσεων –Εκτίμηση της συμβατότητάς τους με την εσωτερική αγορά – Δημιουργία ή ενίσχυση δεσπόζουσας θέσης που παρακωλύει σημαντικά τον αποτελεσματικό ανταγωνισμό στην εσωτερική αγορά – Εξέτασή τους από την Επιτροπή – Εκτίμηση των αντίθετων προς τον ανταγωνισμό αποτελεσμάτων της πράξης συγκέντρωσης – Ενδείξεις – Υψηλά μερίδια αγοράς

(Κανονισμός 139/2004 του Συμβουλίου, αιτιολογική σκέψη 32 και άρθρο 2· ανακοίνωση 2004/C 31/03 της Επιτροπής, σημεία 17 και 18)

(βλ. σκέψεις 356-359)

14.    Συγκεντρώσεις μεταξύ επιχειρήσεων – Εξέτασή τους από την Επιτροπή – Απόφαση της Επιτροπής με την οποία πράξη συγκέντρωσης κηρύσσεται συμβατή με την εσωτερική αγορά – Εκτίμηση των αντίθετων προς τον ανταγωνισμό αποτελεσμάτων της πράξης συγκέντρωσης – Το βάρος αποδείξεωςφέρει ο διάδικος ο οποίος αμφισβητεί την ανάλυση της Επιτροπής επί του ζητήματος αυτού

(Κανονισμός 139/2004 του Συμβουλίου, άρθρα 2, 6 § 1, στοιχείο γʹ, και 8 § 2)

(βλ. σκέψεις 391-395, 400, 401, 412, 413, 421, 423, 433-435, 440, 445, 454, 465, 467)

15.    Συγκεντρώσεις μεταξύ επιχειρήσεων – Εξέτασή τους από την Επιτροπή – Εκτιμήσεις οικονομικής φύσεως – Διακριτική ευχέρεια – Υποχρέωση επιμέλειας – Περιεχόμενο

(Κανονισμός 139/2004 του Συμβουλίου)

(βλ. σκέψεις 489-493)

Σύνοψη

Τον Μάρτιο του 2018 οι εταιρίες γερμανικού δικαίου RWE AG και E.ON SE ανακοίνωσαν ότι επιθυμούσαν να προβούν σε σύνθετη ανταλλαγή στοιχείων ενεργητικού μέσω τριών πράξεων συγκέντρωσης (στο εξής: συνολική πράξη συγκέντρωσης).

Με την πρώτη πράξη, η RWE, η οποία δραστηριοποιείται στο σύνολο της αλυσίδας προμήθειας ενέργειας σε πλείονες ευρωπαϊκές χώρες, επιθυμούσε να αποκτήσει τον αποκλειστικό έλεγχο ή τον από κοινού έλεγχο ορισμένων εγκαταστάσεων παραγωγής της E.ON, προμηθευτή ηλεκτρικής ενέργειας που δραστηριοποιείται σε πλείονες ευρωπαϊκές χώρες. Η δεύτερη πράξη συνίστατο στην εκ μέρους της E.ON απόκτηση του αποκλειστικού ελέγχου των δραστηριοτήτων διανομής και λιανικού εμπορίου ενέργειας καθώς και ορισμένων εγκαταστάσεων παραγωγής της innogy SE, θυγατρικής της RWE. Η τρίτη πράξη προέβλεπε ότι η RWE αποκτά συμμετοχή ύψους 16,67 % στην E.ON.

Η πρώτη και η δεύτερη πράξη συγκέντρωσης ελέγχθηκαν από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, ενώ η τρίτη πράξη συγκέντρωσης ελέγχθηκε από την Bundeskartellamt (Ομοσπονδιακή Υπηρεσία Συμπράξεων, Γερμανία).

Τον Απρίλιο του 2018 η γερμανική επιχείρηση EVH GmbH, η οποία παράγει ηλεκτρική ενέργεια στη γερμανική επικράτεια, τόσο από συμβατικές όσο και από ανανεώσιμες πηγές ενέργειας, γνωστοποίησε στην Επιτροπή την επιθυμία της να μετάσχει στη διαδικασία σχετικά με την πρώτη και τη δεύτερη πράξη συγκέντρωσης και, ως εκ τούτου, να λάβει τα σχετικά με τις εν λόγω πράξεις έγγραφα.

Η δεύτερη πράξη συγκέντρωσης κοινοποιήθηκε στην Επιτροπή στις 31 Ιανουαρίου 2019. Με απόφαση της 7ης Μαρτίου 2019, η Επιτροπή έκρινε ότι η επίμαχη συγκέντρωση δημιουργούσε σοβαρές αμφιβολίες ως προς τη συμβατότητά της με την εσωτερική αγορά και τη Συμφωνία για τον Ευρωπαϊκό Οικονομικό Χώρο (ΕΟΧ) και ότι, ως εκ τούτου, έπρεπε να κινηθεί διαδικασία εμπεριστατωμένης εξέτασης, σύμφωνα με το άρθρο 6, παράγραφος 1, στοιχείο γʹ, του κανονισμού 139/2004 (1). Στο πλαίσιο της εν λόγω εξέτασης, η Επιτροπή έκρινε εντούτοις, λαμβανομένης υπόψη της πρότασης δεσμεύσεων που υπέβαλε η E.ON προκειμένου να αντιμετωπιστούν τα προβλήματα ανταγωνισμού που εντόπισε η Επιτροπή, ότι οι εν λόγω δεσμεύσεις αρκούσαν για να αρθούν οι σοβαρές αμφιβολίες ως προς τη συμβατότητα της συγκέντρωσης με την εσωτερική αγορά. Με απόφαση της 17ης Σεπτεμβρίου 2019, κήρυξε, επομένως, τη συγκέντρωση συμβατή με την εσωτερική αγορά και τη Συμφωνία ΕΟΧ (2).

Η EVH (3) άσκησε προσφυγή ακυρώσεως της επίδικης απόφασης ενώπιον του Γενικού Δικαστηρίου. Απορρίπτοντας την εν λόγω προσφυγή στο σύνολό της, το Γενικό Δικαστήριο στηρίζεται, εν μέρει, σε εκτιμήσεις ανάλογες με εκείνες βάσει των οποίων απέρριψε, με την απόφαση της 17ης Μαΐου 2023 (4), την προσφυγή ακυρώσεως που ασκήθηκε από την EVH κατά της απόφασης της Επιτροπής με την οποία κηρύχθηκε συμβατή με την εσωτερική αγορά η πρώτη πράξη συγκέντρωσης, ιδίως ως προς τον λόγο ακυρώσεως που αφορά την εσφαλμένη κατάτμηση της ανάλυσης της συνολικής πράξης συγκέντρωσης, τον λόγο που αφορά την προσβολή του δικαιώματος αποτελεσματικής δικαστικής προστασίας της προσφεύγουσας, καθώς και τις αιτιάσεις της σχετικά με την οριοθέτηση της περιόδου ανάλυσης. Επιπλέον, στο πλαίσιο της εξέτασης διαφόρων σφαλμάτων τα οποία προέβαλε η EVH ως ικανά να επηρεάσουν το κύρος της ανάλυσης της Επιτροπής καθώς και των συμπερασμάτων στα οποία κατέληξε η τελευταία, ιδίως όσον αφορά τον ορισμό των σχετικών αγορών καθώς και την ανάλυση των αποτελεσμάτων της επίμαχης πράξης συγκέντρωσης στον ανταγωνισμό, το Γενικό Δικαστήριο ασκεί τον δικαστικό έλεγχο για τον οποίο είναι αρμόδιο ως προς τα εν λόγω ζητήματα, λαμβάνοντας υπόψη τις ιδιαιτερότητες της ανάλυσης που πρέπει να πραγματοποιεί η Επιτροπή στο πλαίσιο των αρμοδιοτήτων της στον τομέα του ελέγχου των συγκεντρώσεων.

Εκτίμηση του Γενικού Δικαστηρίου

Κατά πρώτον, το Γενικό Δικαστήριο απορρίπτει μια σειρά λόγων ακυρώσεως που αφορούν την εσφαλμένη κατάτμηση της ανάλυσης της συνολικής πράξης συγκέντρωσης, την παράβαση της υποχρεώσεως αιτιολογήσεως, την προσβολή του δικαιώματος ακροάσεως της προσφεύγουσας καθώς και την προσβολή του δικαιώματός της σε αποτελεσματική δικαστική προστασία. Όσον αφορά, ειδικότερα, τη συμμετοχή της EVH στη διαδικασία, την οποία αυτή είχε δικαίωμα να αξιώσει δυνάμει του κοινοτικού κανονισμού συγκεντρώσεων, το Γενικό Δικαστήριο επισημαίνει ότι, στο πλαίσιο της διαδικασίας ελέγχου των συγκεντρώσεων, εάν τρίτος υποβάλλει αίτηση ακροάσεως και αποδεικνύει ότι έχει επαρκές συμφέρον συναφώς, εναπόκειται στην Επιτροπή να ενημερώσει τον τελευταίο για τη φύση και το αντικείμενο της διαδικασίας, στο μέτρο που είναι αναγκαίο ώστε να του παρασχεθεί η δυνατότητα να εκθέσει λυσιτελώς τις απόψεις του επί της συγκέντρωσης, χωρίς ωστόσο να του παρέχεται δικαίωμα πρόσβασης στο σύνολο των εγγράφων του φακέλου. Εν προκειμένω, δεν αμφισβητείται ότι η προσφεύγουσα είχε πράγματι λάβει γνώση της φύσης και του αντικειμένου της σχετικής διαδικασίας. Υπό τις συνθήκες αυτές, η προσφεύγουσα δεν δύναται να προσάψει στην Επιτροπή ότι παρέλειψε να της κοινοποιήσει όλες τις πληροφορίες που είχε στην κατοχή της ούτε, κατά συνέπεια, ότι προσέβαλε το δικαίωμά της ακροάσεως.

Κατά δεύτερον, το Γενικό Δικαστήριο εξετάζει τον λόγο ακυρώσεως που αφορά πρόδηλα σφάλματα της Επιτροπής κατά την εκτίμηση της συμβατότητας της επίμαχης συγκέντρωσης με την εσωτερική αγορά. Συναφώς, το Γενικό Δικαστήριο υπενθυμίζει κατ’ αρχάς ότι, κατά την άσκηση των αρμοδιοτήτων που της έχουν ανατεθεί από τον κοινοτικό κανονισμό συγκεντρώσεων, η Επιτροπή διαθέτει ορισμένη διακριτική ευχέρεια, ιδίως όσον αφορά τις περίπλοκες εκτιμήσεις οικονομικής φύσεως τις οποίες καλείται να πραγματοποιήσει στο πλαίσιο αυτό. Συνεπώς, ο εκ μέρους του δικαστή της Ένωσης έλεγχος της άσκησης της ευχέρειας αυτής πρέπει να γίνεται λαμβανομένου υπόψη του περιθωρίου εκτιμήσεως που αναγνωρίζεται στην Επιτροπή.

Κατόπιν της διευκρινίσεως αυτής, το Γενικό Δικαστήριο διαπιστώνει, κατ’ αρχάς, ότι από την εξέταση των συνθηκών υπό τις οποίες πραγματοποιήθηκε η διερεύνηση της υπόθεσης από την Επιτροπή δεν προκύπτει κανένα στοιχείο ικανό να τεκμηριώσει τη θέση της EVH ότι η Επιτροπή προέβη στην ανάλυσή της παραλείποντας να λάβει υπόψη το σύνολο των κρίσιμων στοιχείων. Συναφώς, το Γενικό Δικαστήριο υπογραμμίζει ότι η Επιτροπή πρέπει να συγκεράσει την ανάγκη διεξαγωγής πλήρους έρευνας προκειμένου να έχει στη διάθεσή της όλα τα κρίσιμα στοιχεία για την εκτίμησή της με την επιτακτική ανάγκη ταχύτητας που επιβάλλεται σε αυτήν, σε όλες τις διαδικασίες ελέγχου συγκεντρώσεων. Υπό τις συνθήκες αυτές, το Γενικό Δικαστήριο κρίνει, αφενός, ότι δεν δύναται να προσαφθεί στην Επιτροπή ότι στηρίχθηκε αποκλειστικά στις πληροφορίες που προσκομίστηκαν από τις συμμετέχουσες στη συγκέντρωση επιχειρήσεις, εφόσον δεν υφίστανται ενδείξεις περί ανακρίβειάς τους, και στον βαθμό που αποτελούν το σύνολο των κρίσιμων στοιχείων που πρέπει να ληφθούν υπόψη για την αξιολόγηση μιας σύνθετης κατάστασης. Εξάλλου, το Γενικό Δικαστήριο υπενθυμίζει ότι η προσφεύγουσα παραδεκτώς επικαλείται μελέτες που εκπονήθηκαν ειδικώς προκειμένου να αμφισβητηθεί η νομιμότητα της προσβαλλόμενης απόφασης, στο μέτρο που με αυτές δεν επιδιώκεται η μεταβολή του νομικού και πραγματικού πλαισίου που έχει τεθεί υπόψη της Επιτροπής ενόψει της έκδοσης της προσβαλλόμενης απόφασης. Εν προκειμένω πάντως, οι μελέτες που προσκομίστηκαν από την προσφεύγουσα στηρίζονται σε δεδομένα που διέφεραν από εκείνα που υφίσταντο κατά την έκδοση της προσβαλλόμενης απόφασης, με αποτέλεσμα να μην μπορούν να αποδείξουν ότι η Επιτροπή παρέλειψε να λάβει υπόψη ορισμένα δεδομένα. Αφετέρου, το Γενικό Δικαστήριο εκτιμά ότι η πρώτη έρευνα αγοράς διεξήχθη ορθώς, και καταλήγει εν τέλει στο συμπέρασμα ότι είναι αβάσιμη η αιτίαση με την οποία προβάλλεται ότι δεν ελήφθησαν υπόψη ορισμένα δεδομένα.

Εν συνεχεία, αφού διαπιστώνει ότι η EVH αβασίμως προσάπτει στην Επιτροπή ότι προέβη σε εσφαλμένη οριοθέτηση της περιόδου ανάλυσης για λόγους που αφορούν κατ’ ουσίαν τη φύση της ανάλυσης που η τελευταία οφείλει να πραγματοποιήσει ως ανάλυσης των προοπτικών εξέλιξης, σύμφωνα με τις εκτιμήσεις που εκτέθηκαν επί του ζητήματος αυτού στην απόφαση του Γενικού Δικαστηρίου της 17ης Μαΐου 2023, το Γενικό Δικαστήριο εξετάζει τις αιτιάσεις που αφορούν τον εσφαλμένο ορισμό των σχετικών αγορών (5).

Συναφώς, το Γενικό Δικαστήριο αποφαίνεται, πρώτον, επί της οριοθέτησης των αγορών λιανικής προμήθειας ηλεκτρικής ενέργειας και φυσικού αερίου, η οποία αμφισβητείται, εν προκειμένω, τόσο όσον αφορά τα προϊόντα όσο και ως προς τη γεωγραφική τους εμβέλεια. Επισημαίνοντας, εκ προοιμίου, ότι, για να προβεί σε διάκριση στην αγορά προϊόντων μεταξύ πελατών βασικής παροχής και πελατών ειδικών συμβάσεων, η Επιτροπή βασίστηκε στην ανάλυση, από απόψεως ανταγωνισμού, της δυνατότητας υποκατάστασης μεταξύ συμβάσεων βασικής παροχής και ειδικών συμβάσεων των ενδιαφερόμενων πελατών, καταλήγοντας, εν προκειμένω, ότι ο βαθμός υποκατάστασης δεν ήταν αρκετά ισχυρός, το Γενικό Δικαστήριο εκτιμά ότι η EVH δεν κατόρθωσε να αποδείξει την πρόδηλη πλάνη στην οποία φέρεται να υπέπεσε η Επιτροπή, προβαίνοντας, υπό το πρίσμα της ως άνω διαπίστωσης, σε διάκριση μεταξύ αυτών των δύο ειδών προμήθειας. Ομοίως, κατά τον ορισμό της γεωγραφικής αγοράς, η Επιτροπή επίσης δεν υπέπεσε σε πρόδηλη πλάνη εκτίμησης καθόσον έκρινε ότι η λιανική προμήθεια ηλεκτρικής ενέργειας και φυσικού αερίου σε νοικοκυριά και μικρές επιχειρήσεις στο πλαίσιο της βασικής παροχής είχε τοπική διάσταση, περιοριζόμενη στην οικεία ζώνη βασικής παροχής, και ότι η λιανική προμήθεια ηλεκτρικής ενέργειας και φυσικού αερίου σε νοικοκυριά και μικρές επιχειρήσεις στο πλαίσιο ειδικών συμβάσεων είχε εθνική διάσταση με τοπικά στοιχεία.

Δεύτερον, ως προς τις αγορές των υπηρεσιών μέτρησης και της ηλεκτροκίνησης, το Γενικό Δικαστήριο δέχεται ότι η προσφεύγουσα αβασίμως προσάπτει, αντιστρόφως, στην Επιτροπή ότι άφησε ανοικτό το ζήτημα του ορισμού της αγοράς των αντίστοιχων προϊόντων, δεδομένου ότι το θεσμικό αυτό όργανο επισήμανε ρητώς ότι κανένας εκ των ορισμών της αγοράς δεν καθιστούσε δυνατή τη διαπίστωση της ύπαρξης σημαντικού εμποδίου για τον αποτελεσματικό ανταγωνισμό μετά τη συγκέντρωση, χωρίς να αποδεικνύεται ότι υπέπεσε σε πρόδηλη πλάνη εκτίμησης ως προς το ζήτημα αυτό. Το ίδιο ισχύει, κατά το Γενικό Δικαστήριο, εάν η Επιτροπή διαπιστώσει ότι υφίστανται αντίθετα προς τον ανταγωνισμό αποτελέσματα ανεξάρτητα από τον ορισμό που υιοθετείται, υπό την προϋπόθεση ότι, κατόπιν των τροποποιήσεων που επέφεραν οι ενδιαφερόμενες επιχειρήσεις, η συγκέντρωση δεν είναι πλέον ικανή να παρακωλύσει σημαντικά τον αποτελεσματικό ανταγωνισμό, ανεξαρτήτως του ορισμού της σχετικής αγοράς.

Τέλος, το Γενικό Δικαστήριο εξετάζει τις αιτιάσεις που αφορούν την εσφαλμένη εκτίμηση των αποτελεσμάτων της συγκέντρωσης.

Όσον αφορά, πρώτον, τα αποτελέσματα στις αγορές λιανικής προμήθειας ηλεκτρικής ενέργειας και φυσικού αερίου, από την εξέταση των στοιχείων επί των οποίων στηρίχθηκε η Επιτροπή κατά την ανάλυσή της δεν προκύπτει η ύπαρξη πρόδηλης πλάνης εκτίμησης εκ μέρους της Επιτροπής, στο μέτρο που η τελευταία έκρινε ότι η συγκέντρωση δεν θα παρεμπόδιζε σημαντικά τον αποτελεσματικό ανταγωνισμό στις σχετικές αγορές, στο πλαίσιο της βασικής παροχής στη Γερμανία. Από την εν λόγω εξέταση προκύπτει επίσης ότι η Επιτροπή ανέλυσε επαρκώς τα αποτελέσματα της συγκέντρωσης επί των οικείων αγορών στο πλαίσιο των ειδικών συμβάσεων χωρίς να υποπέσει σε πρόδηλη πλάνη εκτίμησης, ιδίως όσον αφορά τη δημιουργία ικανότητας ή τη δημιουργία κινήτρων για μια ενδεχόμενη στρατηγική τιμών με αρνητικά περιθώρια κέρδους με στόχο τον αποκλεισμό των μικρών ανταγωνιστών από την αγορά ή την κατάληψη όλων των πρώτων θέσεων στην κατάταξη των ιστοτόπων σύγκρισης τιμών.

Όσον αφορά, δεύτερον, τα αποτελέσματα στις αγορές διανομής ηλεκτρικής ενέργειας και φυσικού αερίου, η προσφεύγουσα επίσης αβασίμως προσάπτει στην Επιτροπή ότι δεν εξέτασε επαρκώς τα αποτελέσματα των δραστηριοτήτων που αναπτύχθηκαν στις αγορές αυτές και ότι προέβη προδήλως σε εσφαλμένη εκτίμησή τους, λαμβανομένων υπόψη των στοιχείων που εξέθεσε η Επιτροπή επί του ζητήματος αυτού.

Τρίτον, το Γενικό Δικαστήριο καταλήγει σε ανάλογο συμπέρασμα όσον αφορά τα αποτελέσματα της συγκέντρωσης στις αγορές των υπηρεσιών μέτρησης και της ηλεκτροκίνησης. Όσον αφορά, ειδικότερα, την τελευταία αυτή αγορά, το Γενικό Δικαστήριο διαπιστώνει ότι η Επιτροπή προέβη σε συνεκτική και ολοκληρωμένη ανάλυση των στοιχείων ανταγωνισμού από τη σκοπιά της μικρότερης δυνατής αγοράς, ιδίως υπό το πρίσμα των μεριδίων αγοράς των συμμετεχουσών στη συγκέντρωση επιχειρήσεων, της ανταγωνιστικής τους εγγύτητας, της δομής της αγοράς και των φραγμών εισόδου στην αγορά, συμπεριλαμβάνοντας στην ανάλυσή της και την περίπτωση των σταθμών επαναφόρτισης εκτός αυτοκινητοδρόμων, τούτο δε χωρίς η προσφεύγουσα να αποδεικνύει ότι τα στοιχεία που χρησιμοποιήθηκαν από την Επιτροπή ήταν εσφαλμένα.

Τέταρτον και τελευταίον, το Γενικό Δικαστήριο απορρίπτει την αιτίαση που αφορά την εσφαλμένη εκτίμηση των αποτελεσμάτων των λύσεων για τους πελάτες βάσει των δεδομένων των εν λόγω πελατών. Υπό τις συνθήκες αυτές, το Γενικό Δικαστήριο εκτιμά, τέλος, ότι επίσης δεν δύναται να προσαφθεί στην Επιτροπή ότι παρέβη, καθ’ οιονδήποτε τρόπο, την υποχρέωση επιμέλειας που υπείχε κατά την άσκηση των αρμοδιοτήτων της.

Υπό το πρίσμα όλων των προεκτεθέντων, το Γενικό Δικαστήριο απορρίπτει, ως εκ τούτου, την προσφυγή στο σύνολό της.


1      Κανονισμός (ΕΚ) 139/2004 του Συμβουλίου, της 20ής Ιανουαρίου 2004, για τον έλεγχο των συγκεντρώσεων μεταξύ επιχειρήσεων («Κοινοτικός κανονισμός συγκεντρώσεων») (ΕΕ 2004, L 24, σ. 1).


2      Απόφαση C(2019) 6530 final, της 17ης Σεπτεμβρίου 2019, με την οποία μια συγκέντρωση κηρύσσεται συμβατή με την εσωτερική αγορά και με τη συμφωνία ΕΟΧ (υπόθεση M.8870 – E.ON/Innogy).


3      Επισημαίνεται ότι δέκα ακόμη επιχειρήσεις άσκησαν επίσης προσφυγές με αίτημα την ακύρωση της ίδιας αυτής απόφασης. Οι εν λόγω προσφυγές ακυρώσεως απορρίπτονται στο σύνολό τους είτε ως απαράδεκτες (απόφαση της 20ής Δεκεμβρίου 2023, Stadtwerke Frankfurt am Main κατά Επιτροπής, T‑63/21), είτε επί της ουσίας [αποφάσεις της 20ής Δεκεμβρίου 2023, Stadtwerke Leipzig κατά Επιτροπής (T‑55/21), TEAG κατά Επιτροπής (T‑56/21), Stadtwerke Hameln Weserbergland κατά Επιτροπής (T‑58/21), eins energie in sachsen κατά Επιτροπής (T‑59/21), Naturstrom κατά Επιτροπής (T‑60/21), EnergieVerbund Dresden κατά Επιτροπής (T‑61/21), GGEW κατά Επιτροπής (T‑62/21), Mainova κατά Επιτροπής (T‑64/21) και enercity κατά Επιτροπής (T‑65/21)].


4      Απόφαση της 17ης Μαΐου 2023, EVH κατά Επιτροπής (T‑312/20, EU:T:2023:252).


5      Εν προκειμένω, λαμβανομένων υπόψη των δραστηριοτήτων που ασκούσαν οι συμμετέχουσες στην επίμαχη συγκέντρωση επιχειρήσεις, η Επιτροπή διέκρινε, για τους σκοπούς της ανάλυσής της, μεταξύ τεσσάρων αγορών συνολικά, ήτοι των αντίστοιχων αγορών της ηλεκτρικής ενέργειας και του φυσικού αερίου, της αγοράς των υπηρεσιών μέτρησης καθώς και εκείνης της ηλεκτροκίνησης.