Language of document : ECLI:EU:T:2013:442

Υπόθεση T‑376/10

(δημοσίευση αποσπασμάτων)

Mamoli Robinetteria SpA

κατά

Ευρωπαϊκής Επιτροπής

«Ανταγωνισμός – Συμπράξεις – Βελγική, γερμανική, γαλλική, ιταλική, ολλανδική και αυστριακή αγορά ειδών υγιεινής – Απόφαση με την οποία η Επιτροπή διαπίστωσε παράβαση του άρθρου 101 ΣΛΕΕ και του άρθρου 53 της Συμφωνίας ΕΟΧ – Συντονισμένη αύξηση τιμών και ανταλλαγή εμπορικά ευαίσθητων πληροφοριών – Δικαιώματα άμυνας – Ανακοίνωση του 2002 για τη συνεργασία – Ένσταση έλλειψης νομιμότητας – Έννοια του όρου “σύμπραξη” – Υπολογισμός του προστίμου – Κατευθυντήριες γραμμές του 2006 για τον υπολογισμό των προστίμων – Σοβαρότητα της παράβασης – Συντελεστής του πρόσθετου ποσού»

Περίληψη – Απόφαση του Γενικού Δικαστηρίου (τέταρτο τμήμα)
της 16ης Σεπτεμβρίου 2013

1.      Ένσταση έλλειψης νομιμότητας – Περιεχόμενο – Πράξεις κατά των οποίων μπορεί να προβληθεί η ένσταση έλλειψης νομιμότητας – Ανακοίνωση για τη συνεργασία –Περιλαμβάνεται – Προϋποθέσεις

(Άρθρα 263 ΣΛΕΕ και 277 ΣΛΕΕ· κανονισμός 1/2003 του Συμβουλίου, άρθρο 7· ανακοίνωση 2002/C 45/03 της Επιτροπής, σημεία 8 έως 27 και 29)

2.      Ανταγωνισμός – Πρόστιμα – Ύψος – Καθορισμός – Νομικό πλαίσιο – Άρθρο 23, παράγραφος 2, του κανονισμού 1/2003 – Εξουσία εκτίμησης η οποία απονέμεται στην Επιτροπή με το άρθρο αυτό – Έλλειψη νομικής βάσης – Δεν υφίσταται – Παραβίαση της αρχής της διάκρισης των εξουσιών – Δεν συντρέχει – Παραβίαση των αρχών της διαφάνειας, της χρηστής διοίκησης και της ίσης μεταχείρισης – Δεν συντρέχει

(Άρθρο 101 § 1 ΣΛΕΕ· κανονισμοί του Συμβουλίου 17, άρθρο 15 § 2, και 1/2003, άρθρο 23 §§ 2 και 3· ανακοίνωση 96/C 207/04 της Επιτροπής)

1.      Το άρθρο 277 ΣΛΕΕ συνιστά έκφραση της γενικής αρχής βάσει της οποίας πρέπει να εξασφαλίζεται σε κάθε διάδικο, προκειμένου να επιτύχει την ακύρωση απόφασης που απευθύνεται σε αυτόν ή που τον αφορά άμεσα και ατομικά, το δικαίωμα να αμφισβητήσει το κύρος προγενέστερων πράξεων των θεσμικών οργάνων, οι οποίες αποτελούν τη νομική βάση της προσβαλλόμενης πράξης, εφόσον ο εν λόγω διάδικος δεν είχε το δικαίωμα να ασκήσει, δυνάμει του άρθρου 263 ΣΛΕΕ, ευθεία προσφυγή κατά των ως άνω πράξεων, των οποίων υφίσταται έτσι τις συνέπειες, ενώ δεν είχε τη δυνατότητα να ζητήσει την ακύρωσή τους. Δεδομένου ότι το άρθρο 277 ΣΛΕΕ δεν έχει ως σκοπό να παρέχει στους διαδίκους τη δυνατότητα να αμφισβητούν το κύρος οποιασδήποτε πράξης γενικής ισχύος προς ευδοκίμηση της όποιας τυχόν προσφυγής, πρέπει, αφενός, η πράξη γενικής ισχύος της οποίας προβάλλεται η έλλειψη νομιμότητας να έχει άμεση ή έμμεση εφαρμογή στην υπόθεση που αποτελεί το αντικείμενο της προσφυγής και, αφετέρου, να υφίσταται άμεσος νομικός δεσμός μεταξύ της προσβαλλόμενης ατομικής απόφασης και της ως άνω γενικής πράξης.

Όσον αφορά την ανακοίνωση της Επιτροπής για τη μη επιβολή και τη μείωση των προστίμων σε περιπτώσεις συμπράξεων (καρτέλ), επισημαίνεται ότι, αφενός, στα σημεία 8 έως 27 της ανακοίνωσης αυτής η Επιτροπή θέτει, γενικώς και αφηρημένως, τις προϋποθέσεις τις οποίες πρέπει να πληρούν οι επιχειρήσεις προκειμένου να μην τους επιβληθεί πρόστιμο ή να τους επιβληθεί μειωμένο πρόστιμο για παραβάσεις του άρθρου 101 ΣΛΕΕ και, αφετέρου, στο σημείο 29 της ίδιας ανακοίνωσης προβλέπεται ότι η τελευταία δημιουργεί στις επιχειρήσεις δικαιολογημένη εμπιστοσύνη. Μολονότι ομολογουμένως η ως άνω ανακοίνωση για τη συνεργασία δεν χρησιμοποιείται από την Επιτροπή ως έρεισμα για την έκδοση των αποφάσεων με τις οποίες διαπιστώνει παραβάσεις των κανόνων ανταγωνισμού, εφόσον νομική βάση για την έκδοση τέτοιων αποφάσεων είναι το άρθρο 7 του κανονισμού 1/2003, εντούτοις ενδέχεται να υφίσταται άμεσος νομικός σύνδεσμος μεταξύ τέτοιων αποφάσεων και της ανακοίνωσης για τη συνεργασία ως γενικής πράξης. Τούτο συμβαίνει ιδίως στην περίπτωση όπου παρέχονται στην Επιτροπή, στο πλαίσιο αιτήσεων για μείωση υποβαλλόμενων από ανταγωνιστές δυνάμει της ανακοίνωσης για τη συνεργασία, πληροφορίες που καθιστούν δυνατή τη διενέργεια ελέγχων και αποδεικτικά στοιχεία στα οποία στηρίζεται τελικώς η απόφασή της.

Δεδομένου ότι μια επιχείρηση δεν είναι σε θέση να ζητήσει την ακύρωση της ανακοίνωσης για τη συνεργασία ως γενικής πράξης, επιτρέπεται να προβάλει κατ’ αυτής ένσταση έλλειψης νομιμότητας.

(βλ. σκέψεις 48-52)

2.      Στις υποθέσεις ανταγωνισμού, το άρθρο 15, παράγραφος 2, του κανονισμού 17, μετέπειτα άρθρο 23, παράγραφος 2, του κανονισμού 1/2003, δεν απαριθμεί περιοριστικώς τα κριτήρια τα οποία μπορεί να λαμβάνει υπόψη η Επιτροπή κατά τον καθορισμό του ύψους του προστίμου. Για τον λόγο αυτό, η συμπεριφορά της επιχείρησης στη διάρκεια της διοικητικής διαδικασίας μπορεί όντως να καταλέγεται μεταξύ των στοιχείων τα οποία πρέπει να συνεκτιμηθούν κατά τον ως άνω καθορισμό. Υπογραμμίζεται συναφώς ότι οι δυνατότητες της πλήρους ή της μερικής απαλλαγής από την επιβολή προστίμου, οι οποίες παρέχονται στις επιχειρήσεις εντός του πλαισίου της ανακοίνωσης για τη συνεργασία, έχουν ως σκοπό να διευκολύνουν την Επιτροπή στο έργο της αποκάλυψης και της επιβολής κυρώσεων σε επιχειρήσεις που μετέχουν σε μυστικές συμπράξεις. Υπό τις συνθήκες αυτές, η Επιτροπή μπορούσε, δυνάμει ακριβώς του άρθρου 15, παράγραφος 2, του κανονισμού 17 και προς διασφάλιση της διαφάνειας και της ίσης μεταχείρισης των ενδιαφερομένων, να ορίσει τις προϋποθέσεις υπό τις οποίες οι συνεργαζόμενες με αυτήν επιχειρήσεις θα δικαιούνταν πλήρους ή μερικής απαλλαγής από την επιβολή προστίμου.

Κατά συνέπεια, είναι απορριπτέα τα επιχειρήματα που αφορούν έλλειψη νομικής βάσης για την έκδοση της ανακοίνωσης για τη συνεργασία, καθώς και παραβίαση των αρχών της διάκρισης των εξουσιών, της διαφάνειας, της χρηστής διοίκησης και της ίσης μεταχείρισης.

(βλ. σκέψεις 54-59)