Language of document :

Προσφυγή της 8ης Σεπτεμβρίου 2010 - Hansa Metallwerke κ.λπ. κατά Επιτροπής

(Υπόθεση T-375/10)

Γλώσσα διαδικασίας: η γερμανική

Διάδικοι

Προσφεύγουσες: Hansa Metallwerke AG (Στουτγκάρδη, Γερμανία), Hansa Nederland BV (Nijkerk, Κάτω Χώρες), Hansa Italiana Srl (Castelnuovo del Garda, Iταλία), Hansa Belgium Sprl (Asse, Bέλγιο), Hansa Austria GmbH (Σάλτζμπουργκ, Αυστρία) (εκπρόσωπος: H. J. Hellmann, δικηγόρος)

Καθής: Ευρωπαϊκή Επιτροπή

Αιτήματα των προσφευγουσών

Οι προσφεύγουσες ζητούν από το Γενικό Δικαστήριο:

να ακυρώσει την από 23 Ιουνίου 2010 απόφαση της καθής που κοινοποιήθηκε στις προσφεύγουσες στις 30 Ιουνίου 2010 σχετικά με τη διαδικασία των άρθρων 101 ΣΛΕΕ και άρθρου 53 της Συμφωνίας ΕΟΧ (Υπόθεση COMP/39092 - Εγκαταστάσεις λουτρών), καθ' ο μέρος αφορά τις προσφεύγουσες·

επικουρικώς, να ακυρώσει το πρόστιμο των προσφευγουσών·

να καταδικάσει την καθής στα δικαστικά έξοδα.

Λόγοι και κύρια επιχειρήματα

Οι προσφεύγουσες βάλλουν κατά της αποφάσεως της Επιτροπής C(2010) 4185 τελικό, της 23ης Ιουνίου 2010, στην υπόθεση COMP/39092 - εγκαταστάσεις λουτρών. Με την προσβαλλόμενη απόφαση επιβλήθηκαν στις προσφεύγουσες και σε άλλες επιχειρήσεις πρόστιμα εξαιτίας παραβάσεως του άρθρου 101 ΣΛΕΕ, καθώς και του άρθρου 53 της Συμφωνίας ΕΟΧ. Κατά την Επιτροπή, οι προσφεύγουσες συμμετείχαν σε διαρκή συμφωνία ή σε εναρμονισμένη πρακτική στον τομέα των εγκαταστάσεων λουτρών στο Βέλγιο, τη Γερμανία, τη Γαλλία, την Ιταλία, τις Κάτω Χώρες και την Αυστρία.

Προς στήριξη της προσφυγής τους, οι προσφεύγουσες προβάλλουν πρώτον ότι το επιβληθέν στις προσφεύγουσες πρόστιμο υπερβαίνει παρανόμως το ανώτατο ποσό κατά το άρθρο 23, παράγραφος 2, εδάφιο 2 του Κανονισμού (EΚ) 1/20031, καθώς η καθής στήριξε την απόφασή της σε εσφαλμένο συνολικό κύκλο εργασιών, τον οποίο πραγματοποιεί η Hansa Metallwerke AG παγκοσμίως.

Δεύτερον προβάλλεται προσβολή της αρχής της δικαιολογημένης εμπιστοσύνης. Οι προσφεύγουσες ισχυρίζονται ότι η καθής υπέπεσε σε παραβάσεις ουσιωδών τύπων στο πλαίσιο της διοικητικής διαδικασίας και κατ' αυτόν τον τρόπο τις περιήγαγε σε δυσμενέστερη θέση έναντι των λοιπών διαδίκων. Η περίσταση αυτή, την οποία αξιολόγησε η καθής κατά τη διάρκεια της διαδικασίας, δεν ελήφθη υπόψη στην προσβαλλόμενη απόφαση.

Τρίτον ισχυρίζονται οι προσφεύγουσες ότι η καθής παρέβη το άρθρο 23, παράγραφος 2, του Κανονισμού 1/2003 λόγω εσφαλμένου όσον αφορά την ανακοίνωση περί επιεικούς μεταχειρίσεως2 καθορισμού του ύψους του προστίμου. Υποστηρίζουν ότι παρότι συνεργάστηκαν, δεν τους χορηγήθηκε καμία έκπτωση από το επιβληθέν πρόστιμο.

Τέταρτον οι προσφεύγουσες προβάλλουν ότι η εφαρμογή των κατευθυντήριων γραμμών για τη μέθοδο υπολογισμού των προστίμων3 σε πραγματικά περιστατικά, τα οποία είχαν λάβει χώρα πολύ πριν τη δημοσίευση των κατευθυντήριων γραμμών, προσβάλλει την αρχή της μη αναδρομικότητας.

Περαιτέρω προβάλλεται ότι η πρακτική επιβολής προστίμων της καθής δεν καλύπτεται από την εξουσιοδοτική του άρθρου 23, παράγραφος 2 του Κανονισμού 1/2003. Οι προσφεύγουσες προβάλλουν συναφώς ότι η προσβαλλόμενη απόφαση προσβάλλει τις αρχές της ίσης μεταχειρίσεως και της αναλογικότητας. Περαιτέρω το άρθρο 23, παράγραφος 2, του κανονισμού 1/2003 σε συνδυασμό με την πρακτική της καθής να επιβάλλει πρόστιμα κατά τις κατευθυντήριες γραμμές για τη μέθοδο υπολογισμού των προστίμων προσβάλλει την αρχή nulla poena sine lege του άρθρου 7 της ΕΣΔΑ και του άρθρου 49 του Χάρτη Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Τέλος προβάλλουν οι προσφεύγουσες εσφαλμένη εφαρμογή του άρθρου 23, παράγραφος 2, του Κανονισμού 1/2003 και των κατευθυντήριων γραμμών για τη μέθοδο υπολογισμού των προστίμων λόγω πλειόνων παρατυπιών και σφαλμάτων εκτιμήσεως σε βάρος των προσφευγουσών. Ισχυρίζονται ειδικότερα ότι η διεξαγωγή και η αξιολόγηση των αποδείξεων σχετικά με τα πραγματικά περιστατικά που αφορούν τις προσφεύγουσες είναι παράτυπες.

____________

1 - Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1/2003 του Συμβουλίου της 16ης Δεκεμβρίου 2002 για την εφαρμογή των κανόνων ανταγωνισμού που προβλέπονται στα άρθρα 81 και 82 της συνθήκης (ΕΕ L 1 της 4.1.2003, σ. 1).

2 - Ανακοίνωση της Επιτροπής σχετικά με τη μη επιβολή και τη μείωση των προστίμων σε υποθέσεις συμπράξεων (ΕΕ 2002, C 45, σ. 3).

3 - Κατευθυντήριες γραμμές για τη μέθοδο υπολογισμού των προστίμων που επιβάλλονται κατ' εφαρμογή του άρθρου 23, παράγραφος 2, στοιχείο α', του κανονισμού (ΕΚ) 1/2003 (ΕΕ 2006 C 210, σ. 2).