Language of document : ECLI:EU:C:2011:869

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (τμήμα μείζονος συνθέσεως)

της 21ης Δεκεμβρίου 2011 (*)

«Οδηγία 85/374/ΕΟΚ – Ευθύνη λόγω ελαττωματικών προϊόντων – Πεδίο εφαρμογής – Εθνικό καθεστώς βάσει του οποίου τα δημόσια νοσοκομεία υπέχουν την υποχρέωση να αποκαθιστούν, ακόμη και άνευ υπαιτιότητας, τη ζημία που υπέστη ασθενής λόγω της ελαττωματικής λειτουργίας μηχανήματος ή προϊόντος που χρησιμοποιήθηκε στο πλαίσιο της παρασχεθείσας περιθάλψεως»

Στην υπόθεση C‑495/10,

με αντικείμενο αίτηση εκδόσεως προδικαστικής αποφάσεως δυνάμει του άρθρου 267 ΣΛΕΕ, που υπέβαλε το Conseil d'État (Γαλλία) με απόφαση της 4ης Οκτωβρίου 2010, η οποία περιήλθε στο Δικαστήριο στις 15 Οκτωβρίου 2010, στο πλαίσιο της δίκης

Centre hospitalier universitaire de Besançon

κατά

Thomas Dutrueux,

Caisse primaire d’assurance maladie du Jura,

ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ (τμήμα μείζονος συνθέσεως),

συγκείμενο από τους Β. Σκουρή, Πρόεδρο, A. Tizzano, J. N. Cunha Rodrigues, K. Lenaerts, J.-C. Bonichot και M. Safjan, προέδρους τμήματος, K. Schiemann (εισηγητή), E. Juhász, A. Borg Barthet, M. Ilešič, J.-J. Kasel, D. Šváby και M. Berger, δικαστές,

γενικός εισαγγελέας: P. Mengozzi

γραμματέας: R. Şereş, υπάλληλος διοικήσεως,

έχοντας υπόψη την έγγραφη διαδικασία και κατόπιν της επ’ ακροατηρίου συζητήσεως της 20ής Σεπτεμβρίου 2011,

λαμβάνοντας υπόψη τις παρατηρήσεις που υπέβαλαν:

–        το centre hospitalier universitaire de Besançon, εκπροσωπούμενο από τον D. Le Prado, avocat,

–        η Γαλλική Κυβέρνηση, εκπροσωπούμενη από τις E. Belliard και R. Loosli-Surrans, καθώς και από τους G. de Bergues και S. Menez,

–        η Γερμανική Κυβέρνηση, εκπροσωπούμενη από τον T. Henze και την J. Kemper,

–        η Ελληνική Κυβέρνηση, εκπροσωπούμενη από τις Φ. Δεδούση και Μ. Γερμάνη,

–        η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, εκπροσωπούμενη από τους G. Wilms και Α. Μαργέλη,

αφού άκουσε τον γενικό εισαγγελέα που ανέπτυξε τις προτάσεις του κατά τη συνεδρίαση της 27ης Οκτωβρίου 2011,

εκδίδει την ακόλουθη

Απόφαση

1        Η αίτηση εκδόσεως προδικαστικής αποφάσεως αφορά την ερμηνεία της οδηγίας 85/374/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 25ης Ιουλίου 1985, για την προσέγγιση των νομοθετικών, κανονιστικών και διοικητικών διατάξεων των κρατών μελών σε θέματα ευθύνης λόγω ελαττωματικών προϊόντων (ΕΕ L 210, σ. 29), όπως τροποποιήθηκε με την οδηγία 1999/34/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 10ης Μαΐου 1999 (ΕΕ L 141, σ. 20, στο εξής: οδηγία 85/374).

2        Η αίτηση αυτή υποβλήθηκε στο πλαίσιο ένδικης διαφοράς μεταξύ του centre hospitalier universitaire de Besançon [πανεπιστημιακού νοσοκομείου Μπεζανσόν] (στο εξής: ΠΝ Μπεζανσόν), αφενός, και του T. Dutrueux και του caisse primaire d’assurance maladie du Jura [πρωτοβάθμιου ταμείου ασφαλίσεως υγείας του νομού των Jura], αφετέρου, σχετικά με την αποζημίωση για τα εγκαύματα που υπέστη ο T. Dutrueux εξαιτίας θερμαινόμενου στρώματος το οποίο χρησιμοποιήθηκε κατά τη διάρκεια χειρουργικής επεμβάσεως.

 Το νομικό πλαίσιο

 Η οδηγία 85/374

3        Η πρώτη, η τέταρτη, η δέκατη τρίτη και η δέκατη όγδοη αιτιολογική σκέψη της οδηγίας 85/374 έχουν ως εξής:

«[εκτιμώντας] ότι η προσέγγιση των νομοθεσιών των κρατών μελών σε θέματα ευθύνης του παραγωγού για ζημίες, που προκαλούνται λόγω του ελαττωματικού χαρακτήρος των προϊόντων του, είναι απαραίτητη, δεδομένου ότι οι διαφορές στις επιμέρους νομοθεσίες ενδέχεται να νοθεύσουν τον ανταγωνισμό, να επηρεάσουν την ελεύθερη κυκλοφορία εμπορευμάτων εντός της κοινής αγοράς και να προκαλέσουν διαφορές στο επίπεδο προστασίας του καταναλωτή από τις ζημίες, στην υγεία και στην περιουσία του, λόγω ενός ελαττωματικού προϊόντος·

[...]

[εκτιμώντας] ότι η προστασία του καταναλωτή απαιτεί τη γένεση ευθύνης όλων των συμμετεχόντων στην παραγωγική διαδικασία σε περίπτωση που το τελικό προϊόν, ένα συστατικό αυτού ή η χορηγηθείσα πρώτη ύλη παρουσιάζει ελάττωμα· ότι, για τον ίδιο λόγο, θα πρέπει να γεννάται ευθύνη του προσώπου που εισάγει προϊόντα στην Κοινότητα καθώς και οποιουδήποτε εμφανίζεται ως παραγωγός, θέτοντας την επωνυμία, το σήμα ή κάθε άλλο διακριτικό του σημείο ή διαθέτει ένα προϊόν του οποίου ο παραγωγός είναι αδύνατο να εντοπιστεί·

[...]

[εκτιμώντας] ότι, ανάλογα με τα νομικά συστήματα των κρατών μελών, ο ζημιωθείς μπορεί να έχει δικαίωμα επανόρθωσης, βάσει συμβατικής ή εξωσυμβατικής ευθύνης με νομική βάση άλλη από την προβλεπόμενη στην παρούσα οδηγία· ότι οι διατάξεις αυτές στο μέτρο που επιδιώκουν, επίσης, την αποτελεσματική προστασία των καταναλωτών, δεν θα πρέπει να θίγονται από την παρούσα οδηγία· ότι, εφόσον η αποτελεσματική προστασία των καταναλωτών στον τομέα των φαρμακευτικών προϊόντων εξασφαλίζεται ήδη, επίσης, σε ένα κράτος μέλος με ειδικό καθεστώς ευθύνης, θα πρέπει, επίσης, να παραμείνει δυνατή η [άσκηση] αγωγών, βάσει του καθεστώτος αυτού·

[...]

[εκτιμώντας] ότι η εναρμόνιση ως αποτέλεσμα της παρούσας οδηγίας δεν είναι δυνατόν, στην παρούσα φάση, να είναι καθολική, αλλά ανοίγει απλώς το δρόμο προς μια [πιο ολοκληρωμένη] εναρμόνιση· [...]».

4        Το άρθρο 1 της οδηγίας 85/374 ορίζει ότι «[ο] παραγωγός ευθύνεται για κάθε ζημία που οφείλεται σε ελάττωμα του προϊόντος του».

5        Το άρθρο 3 της εν λόγω οδηγίας έχει ως εξής:

«1.      Ως “παραγωγός” θεωρείται ο κατασκευαστής ενός τελικού προϊόντος, ο παραγωγός κάθε πρώτης ύλης ή ο κατασκευαστής ενός συστατικού, καθώς και κάθε πρόσωπο που εμφανίζεται ως παραγωγός του προϊόντος, επιθέτοντας σε αυτό την επωνυμία, το σήμα ή κάθε άλλο διακριτικό του σημείο.

2.      Με την επιφύλαξη της ευθύνης του παραγωγού, οποιοσδήποτε εισάγει στην Κοινότητα ένα προϊόν για πώληση, μίσθωση, [χρηματοδοτική μίσθωση] (leasing) ή οποιαδήποτε άλλη μορφή διανομής στο πλαίσιο της εμπορικής του δραστηριότητας, θεωρείται παραγωγός του, κατά την έννοια της παρούσας οδηγίας, και υπέχει ευθύνη παραγωγού.

3.      Εάν είναι αδύνατο να προσδιοριστεί η ταυτότητα του παραγωγού, κάθε προμηθευτής του προϊόντος θα θεωρείται παραγωγός του, εκτός αν ενημερώσει τον ζημιωθέντα, εντός εύλογης προθεσμίας, σχετικά με την ταυτότητα του παραγωγού ή εκείνου που του προμήθευσε το προϊόν. Το ίδιο ισχύει, όταν πρόκειται για εισαγόμενο προϊόν, εάν η ταυτότητα του εισαγωγέα, όπως την αναφέρει η παράγραφος 2, δεν αναγράφεται στο προϊόν, ακόμα και εάν αναφέρεται η επωνυμία του παραγωγού.»

6        Κατά το άρθρο 13 της οδηγίας 85/374:

«Η παρούσα οδηγία δεν θίγει τα δικαιώματα, που ενδέχεται να έχει ο ζημιωθείς, βάσει του δικαίου περί συμβατικής ή εξωσυμβατικής ευθύνης, ή βάσει ειδικού καθεστώτος ευθύνης που τυχόν ισχύει, κατά τη στιγμή κοινοποίησης της οδηγίας.»

7        Η οδηγία 85/374 κοινοποιήθηκε στα κράτη μέλη στις 30 Ιουλίου 1985.

 Η εθνική νομοθεσία

8        Οι διατάξεις της οδηγίας 85/374 μεταφέρθηκαν στη γαλλική εσωτερική έννομη τάξη με τα άρθρα 1386-1 έως 1386-18 του γαλλικού αστικού κώδικα.

9        Το αιτούν δικαστήριο επισημαίνει ότι η ευθύνη των δημόσιων νοσοκομείων έναντι των ασθενών τους αποτελεί το αντικείμενο ειδικού καθεστώτος εξωσυμβατικής ευθύνης το οποίο έχει ως νομική βάση τις ιδιαίτερες σχέσεις μεταξύ δημόσιου νοσοκομείου και ατόμων των οποίων αναλαμβάνει την περίθαλψη. Το καθεστώς αυτό διέπεται τόσο από νομοθετικές διατάξεις όσο και από τις αρχές που έχει θέσει η νομολογία των διοικητικών δικαστηρίων.

10      Μεταξύ αυτών καταλέγεται και η αρχή κατά την οποία ένα δημόσιο νοσοκομείο οφείλει να αποκαταστήσει, ακόμη και άνευ υπαιτιότητας, τη ζημία που υπέστη ασθενής εξαιτίας της ελαττωματικής λειτουργίας μηχανήματος ή προϊόντος που χρησιμοποιήθηκε στο πλαίσιο της παρασχεθείσας περιθάλψεως.

 Η διαφορά της κύριας δίκης και τα προδικαστικά ερωτήματα

11      Ο T. Dutrueux, ηλικίας 13 ετών κατά τον χρόνο των πραγματικών περιστατικών, υπέστη, κατά τη διάρκεια χειρουργικής επεμβάσεως στην οποία υπεβλήθη την 3η Οκτωβρίου 2000 στο ΠΝ Μπεζανσόν, εγκαύματα που προκλήθηκαν εξαιτίας ελαττώματος του συστήματος ρυθμίσεως της θερμοκρασίας του θερμαινόμενου στρώματος στο οποίο ήταν ξαπλωμένος ο ασθενής.

12      Με απόφαση της 27ης Μαρτίου 2007, το tribunal administratif de Besançon καταδίκασε το ΠΝ Μπεζανσόν να αποκαταστήσει τη ζημία που, όπως προμνημονεύθηκε, υπέστη ο T. Dutrueux, επιδικάζοντας σ’ αυτόν αποζημίωση ύψους 9 000 ευρώ, στο δε caisse primaire d’assurance maladie du Jura αποζημίωση ύψους 5 974,99 ευρώ.

13      Δεδομένου ότι η έφεση που ασκήθηκε κατά της αποφάσεως αυτής απορρίφθηκε από το cour administrative d’appel de Nancy με απόφαση της 26ης Φεβρουαρίου 2009, το ΠΝ Μπεζανσόν άσκησε αναίρεση κατά της δεύτερης αποφάσεως ενώπιον του Conseil d’État.

14      Προς στήριξη της αιτήσεώς του αναιρέσεως, το ΠΝ Μπεζανσόν υποστηρίζει ότι η απόφαση του Cour administrative d’appel de Nancy αντιβαίνει στην οδηγία 85/374, ιδίως δε στο άρθρο της 13, καθόσον το εν λόγω δικαστήριο έκρινε ότι η οδηγία αυτή επιτρέπει την εφαρμογή της νομολογιακής αρχής βάσει της οποίας στοιχειοθετείται ευθύνη δημόσιου νοσοκομείου, ακόμη και χωρίς να υφίσταται υπαιτιότητα, όσον αφορά τις ζημιογόνες για τους χρήστες συνέπειες του ελαττωματικού χαρακτήρα των προϊόντων ή των μηχανημάτων που χρησιμοποιήθηκαν στο πλαίσιο της παρασχεθείσας περιθάλψεως. Συγκεκριμένα, από την οδηγία αυτή, όπως μεταφέρθηκε στη γαλλική εσωτερική έννομη τάξη, προκύπτει, κατά το αναιρεσείον, ότι ευθύνεται αποκλειστικώς ο παραγωγός του στρώματος, εφόσον, όπως εν προκειμένω, έχει προσδιορισθεί δεόντως η ταυτότητά του.

15      Το Conseil d’État επισημαίνει ότι η ως άνω νομολογιακή αρχή τέθηκε με απόφαση της 9ης Ιουλίου 2003, δηλαδή κατόπιν της κοινοποιήσεως της οδηγίας 85/374 στα κράτη μέλη. Πάντως, δεδομένου ότι η απόφαση αυτή εκδόθηκε στο πλαίσιο ένδικης διαφοράς προγενέστερης της ημερομηνίας λήξεως της προθεσμίας για τη μεταφορά της οδηγίας αυτής στην εσωτερική έννομη τάξη, το Conseil d’État εκτιμά ότι μπορεί να υποστηριχθεί, λαμβανομένων υπόψη των διατάξεων του άρθρου της 13, δυνάμει των οποίων διασφαλίζονται τα «δικαιώματα που έχει ο ζημιωθείς βάσει του δικαίου περί συμβατικής ή εξωσυμβατικής ευθύνης», ότι η αρχή αυτή, η οποία εμπίπτει σε ειδικό καθεστώς ευθύνης, διαφορετικό του καθεστώτος ευθύνης που καθιερώνει η εν λόγω οδηγία, εξακολουθεί να έχει εφαρμογή στην περίπτωση των επίμαχων στην υπόθεση της κύριας δίκης ζημιών.

16      Εάν υποτεθεί ότι δεν ισχύει κάτι τέτοιο, το εν λόγω δικαστήριο εκτιμά ότι η έκβαση της κύριας δίκης θα εξαρτηθεί από το αν το καθεστώς ευθύνης που καθορίζεται με την οδηγία 85/374 αφορά τις ζημίες που προκάλεσε χρήστης ελαττωματικού προϊόντος σε τρίτον, στο πλαίσιο παροχής υπηρεσιών προς αυτόν.

17      Υπό τις συνθήκες αυτές, το Conseil d’État αποφάσισε να αναστείλει την ενώπιόν του διαδικασία και να υποβάλει στο Δικαστήριο τα ακόλουθα προδικαστικά ερωτήματα:

«1)      Επιτρέπει η οδηγία [85/374], λαμβανομένων υπόψη των διατάξεων του άρθρου της 13, την εφαρμογή καθεστώτος ευθύνης στηριζομένου στην ειδική περίπτωση των ασθενών των δημοσίων νοσοκομείων, καθόσον το καθεστώς αυτό αναγνωρίζει μεταξύ άλλων το δικαίωμα των ασθενών να λαμβάνουν αποζημίωση από τα νοσοκομεία αυτά, ακόμη και άνευ υπαιτιότητας, σε αποκατάσταση των ζημιών που προκλήθηκαν λόγω ελαττώματος των προϊόντων ή των μηχανημάτων που χρησιμοποιούνται στα νοσοκομεία, με την επιφύλαξη της δυνατότητας του νοσοκομείου να στραφεί αναγωγικώς κατά του παραγωγού;

2)      Περιορίζει η οδηγία [85/374] τη δυνατότητα των κρατών μελών να καθορίζουν την ευθύνη των προσώπων που χρησιμοποιούν ελαττωματικά μηχανήματα ή προϊόντα στο πλαίσιο παροχής υπηρεσιών και προκαλούν, ως εκ τούτου, ζημίες στον αποδέκτη της παροχής;»

 Επί των προδικαστικών ερωτημάτων

 Επί του δευτέρου ερωτήματος

18      Με το δεύτερο ερώτημά του, το οποίο πρέπει να εξετασθεί καταρχάς, το αιτούν δικαστήριο ερωτά, κατ’ ουσίαν, αν η ευθύνη παρέχοντος υπηρεσίες ο οποίος χρησιμοποιεί, στο πλαίσιο παροχής υπηρεσιών όπως είναι η νοσοκομειακή περίθαλψη, ελαττωματικά μηχανήματα ή προϊόντα και προκαλεί, ως εκ τούτου, ζημίες στον αποδέκτη της παροχής αυτής, εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής της οδηγίας 85/374, κατά τρόπο που αυτή να αντιτίθεται στην ύπαρξη εθνικού καθεστώτος, όπως το επίμαχο στην υπόθεση της κύριας δίκης, βάσει του οποίου στοιχειοθετείται η ευθύνη του εν λόγω παρέχοντος υπηρεσίες για τις ζημίες που προκάλεσε κατ’ αυτόν τον τρόπο, ακόμη και άνευ υπαιτιότητάς του.

19      Όπως προκύπτει από την πρώτη αιτιολογική σκέψη της, η οδηγία 85/374 σκοπεί στην προσέγγιση των νομοθεσιών των κρατών μελών σε ζητήματα ευθύνης του παραγωγού για τις ζημίες που οφείλονται στον ελαττωματικό χαρακτήρα των προϊόντων του.

20      Πρέπει να υπομνησθεί ότι, όπως προκύπτει από πάγια νομολογία, η οδηγία αυτή επιδιώκει, για τα θέματα που ρυθμίζει, την πλήρη εναρμόνιση των νομοθετικών, ρυθμιστικών και διοικητικών διατάξεων των κρατών μελών (βλ., μεταξύ άλλων, αποφάσεις της 25ης Απριλίου 2002, C‑52/00, Επιτροπή κατά Γαλλίας, Συλλογή 2002, σ. I‑3827, σκέψη 24, και C‑154/00, Επιτροπή κατά Ελλάδας, Συλλογή 2002, σ. I‑3879, σκέψη 20, και απόφαση της 10ης Ιανουαρίου 2006, C‑402/03, Skov και Bilka, Συλλογή 2006, σ. I‑199, σκέψη 23).

21      Αντιθέτως, όπως προκύπτει από τη δέκατη όγδοη αιτιολογική σκέψη της, η οδηγία 85/374 δεν αποσκοπεί στην εναρμόνιση κατά τρόπο εξαντλητικό του τομέα της ευθύνης λόγω ελαττωματικών προϊόντων πέραν των θεμάτων τα οποία ρυθμίζει (βλ. απόφαση της 4ης Ιουνίου 2009, C‑285/08, Moteurs Leroy Somer, Συλλογή 2009, σ. I‑4733, σκέψεις 24 και 25).

22      Το εναρμονισμένο καθεστώς αστικής ευθύνης του παραγωγού για τις ζημίες που οφείλονται σε ελαττωματικά προϊόντα, το οποίο προβλέπει η οδηγία 85/374, σκοπεί, όπως προκύπτει από την πρώτη αιτιολογική σκέψη της, να διασφαλίσει τον υγιή ανταγωνισμό μεταξύ επιχειρήσεων, να καταστήσει ευχερέστερη την ελεύθερη κυκλοφορία των εμπορευμάτων και να αποτρέψει τυχόν διαφοροποιήσεις ως προς το επίπεδο προστασίας των καταναλωτών. Η οριοθέτηση, εκ μέρους του νομοθέτη της Ενώσεως, του πεδίου εφαρμογής της εν λόγω οδηγίας είναι αποτέλεσμα σύνθετης διαδικασίας σταθμίσεως, μεταξύ άλλων, των διαφορετικών αυτών συμφερόντων (βλ., σχετικώς, προπαρατεθείσες αποφάσεις Επιτροπή κατά Γαλλίας, σκέψεις 17 και 29, και Επιτροπή κατά Ελλάδας, σκέψεις 13 και 29).

23      Με την τέταρτη αιτιολογική σκέψη της οδηγίας 85/374 επισημαίνεται συναφώς ότι η προστασία του καταναλωτή επιτάσσει να στοιχειοθετείται η ευθύνη όλων των μετεχόντων στη διαδικασία παραγωγής σε περίπτωση κατά την οποία το τελικό προϊόν, συστατικό του ή η χορηγηθείσα από αυτούς πρώτη ύλη παρουσιάζει ελάττωμα και ότι, για τον ίδιο λόγο, πρέπει να στοιχειοθετείται η ευθύνη του εισαγωγέα προϊόντων στην Κοινότητα, καθώς και οποιουδήποτε εμφανίζεται ως παραγωγός, θέτοντας την επωνυμία, το σήμα του ή οποιοδήποτε άλλο διακριτικό σημείο, ή διαθέτει προϊόν του οποίου ο παραγωγός είναι αδύνατο να εντοπισθεί.

24      Το άρθρο 1 της οδηγίας 85/374, το οποίο θέτει την αρχή κατά την οποία «[ο] παραγωγός ευθύνεται για κάθε ζημία που οφείλεται σε ελάττωμα του προϊόντος του», και το άρθρο 3 της ιδίας αυτής οδηγίας, βάσει του οποίου διευκρινίζονται, μεταξύ άλλων, οι προϋποθέσεις υπό τις οποίες πρέπει να χαρακτηρίζεται ως παραγωγός, κατά την έννοια της οδηγίας αυτής, το πρόσωπο που εμφανίζεται ως παραγωγός, ο εισαγωγέας του προϊόντος στην Ένωση ή ακόμη και ο προμηθευτής του προϊόντος αυτού, πρέπει να ερμηνεύονται με γνώμονα την πρώτη και τη δέκατη τέταρτη αιτιολογική σκέψη της εν λόγω οδηγίας.

25      Όσον αφορά, ειδικότερα, τις διατάξεις του εν λόγω άρθρου 3, το Δικαστήριο είχε την ευκαιρία να επισημάνει, αφού εξέτασε τις προπαρασκευαστικές εργασίας της για την έκδοση της οδηγίας 85/374, ότι, κατόπιν σταθμίσεως των αντίστοιχων ρόλων των διαφόρων επιχειρήσεων που μετέχουν στις αλυσίδες κατασκευής και διαθέσεως στο εμπόριο, επελέγη, βάσει του νομικού καθεστώτος που εισήγαγε η οδηγία αυτή, να θεωρείται καταρχήν υπεύθυνος για τις ζημίες που οφείλονται σε ελαττωματικά προϊόντα ο παραγωγός, μόνο δε σε ορισμένες περιοριστικώς καθοριζόμενες περιπτώσεις ο εισαγωγέας και ο προμηθευτής (προπαρατεθείσα απόφαση Skov και Bilka, σκέψη 29).

26      Επιπλέον, το Δικαστήριο δεν δέχθηκε ότι η οδηγία 85/374 προβαίνει σε πλήρη εναρμόνιση μόνον όσον αφορά την ευθύνη του παραγωγού λόγω ελαττωματικών προϊόντων, χωρίς να ρυθμίζει, αντιθέτως, την ευθύνη του προμηθευτή. Έκρινε συναφώς ότι τα άρθρα 1 και 3 της οδηγίας αυτής, βάσει των οποίων ορίζεται η έννοια του παραγωγού, δεν περιορίζονται στη ρύθμιση της ευθύνης του παραγωγού ελαττωματικού προϊόντος, αλλά καθορίζουν, μεταξύ των επαγγελματιών που μετείχαν στις διαδικασίες κατασκευής και διαθέσεως του προϊόντος στο εμπόριο, το πρόσωπο που φέρει την προβλεπόμενη από την εν λόγω οδηγία ευθύνη και αποφάνθηκε ότι ο κύκλος των υπευθύνων κατά των οποίων μπορεί ο ζημιωθείς να ασκήσει αγωγή βάσει του καθεστώτος ευθύνης που προβλέπει η ίδια οδηγία καθορίζεται, ως προς τούτο, κατά τρόπο περιοριστικό με τα εν λόγω άρθρα 1 και 3 (προπαρατεθείσα απόφαση Skov και Bilka, σκέψεις 24, 26, 30, 32 και 33).

27      Εν προκειμένω, διαπιστώνεται ότι η ευθύνη την οποία ενδεχομένως φέρει χρήστης ο οποίος, όπως το ΠΝ Μπεζανσόν, χρησιμοποιεί, στο πλαίσιο της παρεχόμενης σε ασθενή περιθάλψεως, προϊόν ή μηχάνημα το οποίο έχει προηγουμένως αποκτήσει, όπως ένα θερμαινόμενο στρώμα, δεν καταλέγεται μεταξύ των ζητημάτων που ρυθμίζει η οδηγία 85/374 και επομένως δεν εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής της.

28      Συγκεκριμένα, όπως υποστήριξε η Γαλλική και η Ελληνική Κυβέρνηση, καθώς και η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, και όπως επισήμανε ο γενικός εισαγγελέας στα σημεία 27 έως 32 των προτάσεών του, δεν μπορεί να γίνει δεκτό ότι ο χρήστης αυτός μετέχει στην αλυσίδα κατασκευής και διαθέσεως στο εμπόριο του οικείου προϊόντος, στην οποία, όπως υπομνήσθηκε, παραπέμπει ο ορισμός της έννοιας του «παραγωγού» κατά το άρθρο 3 της οδηγίας 85/374, και, ως εκ τούτου, δεν είναι δυνατόν, αντιθέτως προς ό,τι υποστηρίζει το ΠΝ Μπεζανσόν, να χαρακτηρισθεί ως προμηθευτής του προϊόντος αυτού κατά την έννοια της παραγράφου 3 του ιδίου αυτού άρθρου. Ειδικότερα, δεν μπορεί να γίνει δεκτό ότι, στην υπόθεση της κύριας δίκης, το ΠΝ Μπεζανσόν προμήθευσε στον ασθενή προϊόν προοριζόμενο να χρησιμοποιηθεί από τον δεύτερο.

29      Εξάλλου, απλώς η συνύπαρξη του καθεστώτος ευθύνης του παραγωγού που εισήγαγε η οδηγία 85/374 με εθνικό καθεστώς που προβλέπει την ευθύνη άνευ υπαιτιότητας του παρέχοντος υπηρεσίες ο οποίος, στο πλαίσιο παροχής νοσοκομειακής περιθάλψεως, προκάλεσε ζημία στον αποδέκτη της παροχής αυτής εξαιτίας της χρήσεως ελαττωματικού προϊόντος, δεν θίγει την αποτελεσματικότητα του εν λόγω καθεστώτος ευθύνης του παραγωγού, ούτε αντιβαίνει στους σκοπούς των οποίων την επίτευξη επιδιώκει, μέσω του καθεστώτος αυτού, ο νομοθέτης της Ενώσεως.

30      Συναφώς, πρέπει να διευκρινισθεί, καταρχάς, ότι τέτοια ευθύνη του παρέχοντος υπηρεσίες, σε περίπτωση κατά την οποία προβλέπεται από το δίκαιο κράτους μέλους, μπορεί να θεσπισθεί, εν πάση περιπτώσει και όπως επισήμαναν, μεταξύ άλλων, τόσο η Γαλλική, η Γερμανική, και η Ελληνική Κυβέρνηση, όσο και ο γενικός εισαγγελέας στο σημείο 45 των προτάσεών του, μόνον υπό την επιφύλαξη να μη θίγει το καθεστώς που προβλέφθηκε με την οδηγία 85/374. Συγκεκριμένα, η εφαρμογή των εθνικών διατάξεων δεν μπορεί να θίγει την πρακτική αποτελεσματικότητα της οδηγίας (απόφαση της 10ης Μαΐου 2001, C‑203/99, Veedfald, Συλλογή 2001, σ. I‑3569, σκέψη 27). Πρέπει, επομένως, να διασφαλίζεται η δυνατότητα να ασκηθεί αγωγή αποζημιώσεως κατά του παραγωγού σε περίπτωση κατά την οποία πληρούνται οι προϋποθέσεις από τις οποίες εξαρτά την ύπαρξη τέτοιας ευθύνης η οδηγία αυτή. Η δυνατότητα αυτή ασκήσεως αγωγής δεν πρέπει να παρέχεται μόνο στον ζημιωθέντα, αλλά και στον παρέχοντα υπηρεσίες, ο οποίος πρέπει, επομένως, να έχει στη διάθεσή του προς τούτο, μεταξύ άλλων, μηχανισμό όπως είναι η δυνατότητα να στραφεί αναγωγικώς κατά του παραγωγού, την οποία μνημονεύει το αιτούν δικαστήριο στο πρώτο ερώτημά του.

31      Όσον αφορά, δεύτερον, τους σκοπούς των οποίων η επίτευξη επιδιώκεται με το καθεστώς ευθύνης του παραγωγού το οποίο προβλέπει η οδηγία 85/374, όπως υπομνήσθηκε με τις σκέψεις 22 και 23 της παρούσας αποφάσεως, η εν λόγω οδηγία σκοπεί, ειδικότερα, να καταστήσει ευχερέστερη την ελεύθερη κυκλοφορία των εμπορευμάτων και να διασφαλίσει τόσο τον ανόθευτο ανταγωνισμό μεταξύ των οικείων επιχειρήσεων, όσο και την προστασία των καταναλωτών.

32      Συναφώς, πρέπει καταρχάς να επισημανθεί ότι από το γράμμα της οδηγίας 85/374 ουδόλως συνάγεται ότι ο νομοθέτης της Ενώσεως, καθιερώνοντας ευθύνη του παραγωγού λόγω ελαττωματικών προϊόντων, είχε την πρόθεση, προκειμένου να επιτευχθεί ο σκοπός να διασφαλισθεί ο ανόθευτος ανταγωνισμός και να καταστεί ευχερέστερη η ελεύθερη κυκλοφορία των εμπορευμάτων, να στερήσει από τα κράτη μέλη τη δυνατότητα να προβλέπουν, όσον αφορά την αποκατάσταση των ζημιών που προκαλούνται από ελαττωματικό προϊόν χρησιμοποιούμενο στο πλαίσιο παροχής υπηρεσιών όπως η επίμαχη στην υπόθεση της κύριας δίκης, καθεστώς ευθύνης του παρέχοντος υπηρεσίες ενδεχομένως αντίστοιχο αυτού που προβλέφθηκε βάσει της εν λόγω οδηγίας (βλ., κατ’ αναλογία, προπαρατεθείσα απόφαση Moteurs Leroy Somer, σκέψη 30).

33      Εν συνεχεία, όπως υποστήριξε η Ελληνική Κυβέρνηση, μολονότι η ελεύθερη κυκλοφορία των εμπορευμάτων εξαρτάται καταρχάς από τη δραστηριότητα των παραγωγών, εισαγωγέων και προμηθευτών των εμπορευμάτων αυτών και, ως εκ τούτου, οι διαφορές μεταξύ εθνικών καθεστώτων όσον αφορά την ευθύνη των επιχειρήσεων αυτών μπορούν προδήλως να έχουν επιπτώσεις στην εν λόγω ελεύθερη κυκλοφορία, η δραστηριότητα των παρόχων υπηρεσιών οι οποίοι, αφού απέκτησαν την κυριότητα εμπορευμάτων, τα χρησιμοποιούν στο πλαίσιο της παροχής υπηρεσιών προς τρίτους εμφανίζει, συναφώς, ουσιώδεις διαφορές και δεν μπορεί, συνεπώς, να εξομοιωθεί με τη δραστηριότητα των ως άνω παραγωγών, εισαγωγέων και προμηθευτών.

34      Εξάλλου, πρέπει να επισημανθεί επίσης ότι, καθόσον ενδεχόμενη άνευ υπαιτιότητας ευθύνη του παρέχοντος υπηρεσίες βάσει του εθνικού δικαίου θεσπίζεται, όπως υπογραμμίσθηκε στη σκέψη 30 της παρούσας αποφάσεως, υπό τον όρο να μη θίγει την ευθύνη του παραγωγού όπως αυτή απορρέει από την οδηγία 85/374, η ευθύνη αυτή του παρέχοντος υπηρεσίες δεν δύναται κατά τα φαινόμενα να νοθεύσει τον ανταγωνισμό μεταξύ επιχειρήσεων που μετέχουν στην αλυσίδα παραγωγής και διαθέσεως στο εμπόριο.

35      Τέλος, δεδομένου ότι το μόνο που είναι δυνατόν είναι να επενεργήσει σωρευτικώς προς την ευθύνη του παραγωγού βάσει της οδηγίας 85/374, τυχόν άνευ υπαιτιότητας ευθύνη του παρέχοντος υπηρεσίες δύναται, όπως επισήμανε ο γενικός εισαγγελέας στα σημεία 45 και 46 των προτάσεών του, να συμβάλει στην ενίσχυση της προστασίας των καταναλωτών.

36      Όσον αφορά τις σκέψεις 12 και 17 της προπαρατεθείσας αποφάσεως Veedfald, των οποίων έγινε επίκληση κατά την ενώπιον του Δικαστηρίου διαδικασία, πρέπει να υπομνησθεί ότι το πρώτο ερώτημα που υποβλήθηκε στο πλαίσιο της υποθέσεως επί της οποίας εκδόθηκε η εν λόγω απόφαση αφορούσε περίπτωση κατά την οποία «ο κατασκευαστής του ελαττωματικού προϊόντος, ενεργώντας στο πλαίσιο της παροχής συγκεκριμένης ιατρικής υπηρεσίας, παράγει και χρησιμοποιεί το προϊόν επί ανθρωπίνου οργάνου» και είχε σχέση αποκλειστικά με το ζήτημα αν, σε παρόμοια περίπτωση, μπορούσε να γίνει δεκτό ότι το εν λόγω ελαττωματικό προϊόν είχε ή όχι «τεθεί σε κυκλοφορία» κατά την έννοια του άρθρου 7, στοιχείο α΄, της οδηγίας 85/374.

37      Ως εκ τούτου, όπως υποστήριξε η Γαλλική Κυβέρνηση και επισήμανε ο γενικός εισαγγελέας στο σημείο 38 των προτάσεών του, δεδομένου ότι το εναγόμενο λόγω αστικής ευθύνης νομικό πρόσωπο δεν παρείχε απλώς την επίμαχη υπηρεσία, αλλά ήταν και «παραγωγός», κατά την έννοια των διατάξεων της οδηγίας 85/374, στο πλαίσιο της εν λόγω υποθέσεως ουδόλως τέθηκε το ζήτημα αν στο πεδίο εφαρμογής της οδηγίας αυτής δύναται να εμπίπτει και η ευθύνη παρέχοντος υπηρεσίες ο οποίος χρησιμοποιεί ελαττωματικά προϊόντα των οποίων δεν είναι ο παραγωγός.

38      Υπό τις συνθήκες αυτές, δεν μπορεί να γίνει δεκτό ότι με την προπαρατεθείσα απόφαση Veedfald το Δικαστήριο αποφάνθηκε επί του ζητήματος αυτού. Όπως άλλωστε επισήμανε ο γενικός εισαγγελέας στα σημεία 39 και 40 των προτάσεών του, το Δικαστήριο δεν αποφάνθηκε επί του ζητήματος αυτού ούτε με την απόφαση της 25ης Απριλίου 2002, C‑183/00, González Sánchez, Συλλογή 2002, σ. I‑3901).

39      Λαμβανομένου υπόψη του συνόλου των ανωτέρω, στο δεύτερο ερώτημα πρέπει να δοθεί η απάντηση ότι η ευθύνη παρέχοντος υπηρεσίες ο οποίος, στο πλαίσιο παροχής υπηρεσιών όπως η νοσοκομειακή περίθαλψη, χρησιμοποιεί ελαττωματικά μηχανήματα ή προϊόντα των οποίων δεν είναι ο παραγωγός, κατά την έννοια των διατάξεων του άρθρου 3 της οδηγίας 85/374, και ο οποίος, ως εκ τούτου, προκαλεί ζημίες στον αποδέκτη της παροχής, δεν εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής της οδηγίας αυτής. Ως εκ τούτου, η οδηγία αυτή επιτρέπει σε κράτος μέλος να θεσπίσει καθεστώς, όπως το επίμαχο στην υπόθεση της κύριας δίκης, βάσει του οποίου στοιχειοθετείται ευθύνη του εν λόγω παρέχοντος υπηρεσίες για τις ζημίες που προκαλεί κατ’ αυτόν τον τρόπο, ακόμη και άνευ υπαιτιότητάς του, υπό την προϋπόθεση, πάντως, να διασφαλίζεται η δυνατότητα του ζημιωθέντος και/ή αυτού του παρέχοντος υπηρεσίες να ασκήσει αγωγή λόγω ευθύνης κατά του παραγωγού βάσει της εν λόγω οδηγίας, εφόσον πληρούνται οι προβλεπόμενες από αυτήν προϋποθέσεις.

 Επί του πρώτου ερωτήματος

40      Λαμβανομένης υπόψη της απαντήσεως που δόθηκε στο δεύτερο ερώτημα, παρέλκει η εξέταση του πρώτου ερωτήματος που υπέβαλε το αιτούν δικαστήριο.

 Επί των δικαστικών εξόδων

41      Δεδομένου ότι η παρούσα διαδικασία έχει ως προς τους διαδίκους της κύριας δίκης τον χαρακτήρα παρεμπίπτοντος που ανέκυψε ενώπιον του εθνικού δικαστηρίου, σ’ αυτό εναπόκειται να αποφανθεί επί των δικαστικών εξόδων. Τα έξοδα στα οποία υποβλήθηκαν όσοι υπέβαλαν παρατηρήσεις στο Δικαστήριο, πλην των ως άνω διαδίκων, δεν αποδίδονται.

Για τους λόγους αυτούς, το Δικαστήριο (τμήμα μείζονος συνθέσεως) αποφαίνεται:

Η ευθύνη παρέχοντος υπηρεσίες ο οποίος, στο πλαίσιο παροχής υπηρεσιών όπως η νοσοκομειακή περίθαλψη, χρησιμοποιεί ελαττωματικά μηχανήματα ή προϊόντα των οποίων δεν είναι ο παραγωγός, κατά την έννοια των διατάξεων του άρθρου 3 της οδηγίας 85/374/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 25ης Ιουλίου 1985, για την προσέγγιση των νομοθετικών, κανονιστικών και διοικητικών διατάξεων των κρατών μελών σε θέματα ευθύνης λόγω ελαττωματικών προϊόντων, όπως τροποποιήθηκε με την οδηγία 1999/34/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 10ης Μαΐου 1999, και ο οποίος, ως εκ τούτου, προκαλεί ζημίες στον αποδέκτη της παροχής, δεν εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής της οδηγίας αυτής. Ως εκ τούτου, η οδηγία αυτή επιτρέπει σε κράτος μέλος να θεσπίσει καθεστώς, όπως το επίμαχο στην υπόθεση της κύριας δίκης, βάσει του οποίου στοιχειοθετείται ευθύνη του εν λόγω παρέχοντος υπηρεσίες για τις ζημίες που προκαλεί κατ’ αυτόν τον τρόπο, ακόμη και άνευ υπαιτιότητάς του, υπό την προϋπόθεση, πάντως, να διασφαλίζεται η δυνατότητα του ζημιωθέντος και/ή αυτού του παρέχοντος υπηρεσίες να ασκήσει αγωγή λόγω ευθύνης κατά του παραγωγού βάσει της εν λόγω οδηγίας, εφόσον πληρούνται οι προβλεπόμενες από αυτήν προϋποθέσεις.

(υπογραφές)


* Γλώσσα διαδικασίας: η γαλλική.