Language of document : ECLI:EU:T:2010:111

ΔΙΑΤΑΞΗ ΤΟΥ ΓΕΝΙΚΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (αναιρετικό τμήμα)

της 23ης Μαρτίου 2010

Υπόθεση T-16/09 P

Luigi Marcuccio

κατά

Ευρωπαϊκής Επιτροπής

«Αίτηση αναιρέσεως — Υπαλληλική υπόθεση — Υπάλληλοι — Εύλογη προθεσμία για την υποβολή αιτήσεως αποζημιώσεως — Καθυστέρηση — Αίτηση αναιρέσεως εν μέρει προδήλως απαράδεκτη και εν μέρει προδήλως αβάσιμη»

Αντικείμενο: Αίτηση αναιρέσεως κατά της διατάξεως του Δικαστηρίου Δημόσιας Διοίκησης της Ευρωπαϊκής Ένωσης (πρώτο τμήμα) της 4ης Νοεμβρίου 2008, F-87/07, Marcuccio κατά Επιτροπής (Συλλογή Υπ.Υπ. 2008, σ. I–Α–1–351 και ΙΙ–Α–1–1915).

Απόφαση: Η αίτηση αναιρέσεως απορρίπτεται. Ο Luigi Marcuccio φέρει τα δικαστικά έξοδά του, καθώς και τα έξοδα στα οποία υποβλήθηκε η Ευρωπαϊκή Επιτροπή στο πλαίσιο της παρούσας διαδικασίας.

Περίληψη

1.      Αναίρεση — Λόγοι — Ανεπαρκής αιτιολογία

(Άρθρο 225 ΕΚ· Οργανισμός του Δικαστηρίου, άρθρα 36 και 53, εδ. 1)

2.      Υπάλληλοι — Προσφυγή — Αίτηση κατά την έννοια του άρθρου 90, παράγραφος 1, του ΚΥΚ

(Άρθρο 236 ΕΚ· Κανονισμός Υπηρεσιακής Καταστάσεως των υπαλλήλων, άρθρο 90 § 1)

3.      Υπάλληλοι — Προσφυγή — Προθεσμίες — Αίτημα αποζημιώσεως απευθυνόμενο σε θεσμικό όργανο

(Άρθρο 236 ΕΚ· Οργανισμός του Δικαστηρίου, άρθρο 46· Κανονισμός Υπηρεσιακής Καταστάσεως των υπαλλήλων, άρθρο 90)

4.      Υπάλληλοι — Προσφυγή — Προθεσμίες — Αίτημα αποζημιώσεως απευθυνόμενο σε θεσμικό όργανο — Τήρηση ευλόγου προθεσμίας — Κριτήρια εκτιμήσεως

(Οργανισμός του Δικαστηρίου, άρθρο 46· Κανονισμός Υπηρεσιακής Καταστάσεως των υπαλλήλων, άρθρο 90)

5.      Διαδικασία — Παραδεκτό των διαδικαστικών εγγράφων — Εκτίμηση κατά τον χρόνο καταθέσεως του εγγράφου

(Κανονισμός Διαδικασίας του Δικαστηρίου Δημόσιας Διοίκησης, άρθρο 121)

6.      Διαδικασία — Προθεσμίες ασκήσεως προσφυγής — Επίδοση του δικογράφου της προσφυγής με συστημένη ταχυδρομική αποστολή — Ημερομηνία επιδόσεως σηματοδοτούσα την έναρξη των προθεσμιών

(Κανονισμός Διαδικασίας του Δικαστηρίου Δημόσιας Διοίκησης, άρθρα 39 § 1 και 100 §§ 1, εδ. 1, 2, εδ. 3, και 3)

1.      Η υποχρέωση αιτιολογήσεως δεν επιβάλλει στο Δικαστήριο Δημόσιας Διοίκησης τη δέσμευση να παρέχει αιτιολογία που να ακολουθεί αναλυτικά έναν προς έναν όλους τους λόγους που προβάλλουν οι διάδικοι και η αιτιολογία μπορεί, ως εκ τούτου, να συνάγεται εμμέσως, υπό την προϋπόθεση ότι επιτρέπει στους μεν ενδιαφερομένους να γνωρίζουν τους λόγους για τους οποίους το Δικαστήριο Δημόσιας Διοίκησης δεν δέχθηκε τα επιχειρήματά τους, στο δε Γενικό Δικαστήριο να διαθέτει επαρκή στοιχεία ώστε να ασκήσει τον έλεγχό του

(βλ. σκέψεις 21 και 38)

Παραπομπή:

ΔΕΕ, 7 Ιανουαρίου 2004, C‑294/00 P, C‑205/00 P, C‑211/00 P, C‑213/00 P, C‑217/00 P και C‑219/00 P, Aalborg Portland κ.λπ. κατά Επιτροπής, Συλλογή 2004, σ. I‑123, σκέψη 372· 25 Οκτωβρίου 2007, C‑167/06 P, Κομνηνού κ.λπ. κατά Επιτροπής, σκέψη 22· 16 Ιουλίου 2009, C‑385/07 P, Der Grüne Punkt — Duales System Deutschland κατά Επιτροπής, Συλλογή 2009, σ. I‑6155, σκέψη 114

2.      Οι διαφορές μεταξύ υπαλλήλου και θεσμικού οργάνου στο οποίο ανήκει ή ανήκε και οι οποίες αποσκοπούν στην αποκατάσταση ζημίας εμπίπτουν, εφόσον ανάγονται στην εργασιακή σχέση που συνδέει τον ενδιαφερόμενο με το όργανο, στο πεδίο εφαρμογής του άρθρου 236 ΕΚ και των άρθρων 90 και 91 του ΚΥΚ.

Το γεγονός ότι το άρθρο 236 ΕΚ και το άρθρο 90 του ΚΥΚ δεν τάσσουν καμία προθεσμία για την υποβολή αιτήσεως αποκαταστάσεως της ζημίας δεν καθιστά παράνομη την απαίτηση τηρήσεως εύλογης προθεσμίας για την υποβολή τέτοιας αιτήσεως. Πράγματι, η εφαρμογή των διατάξεων αυτών, ιδίως στην αίτηση αποζημιώσεως, πρέπει να γίνεται τηρουμένων των γενικών αρχών του κοινοτικού δικαίου, όπως είναι οι αρχές της ασφάλειας δικαίου και της προστασίας της δικαιολογημένης εμπιστοσύνης. Οι γενικές αυτές αρχές εμποδίζουν, εφόσον τα νομοθετήματα δεν περιέχουν σχετική ρύθμιση, τα κοινοτικά όργανα και τα φυσικά ή νομικά πρόσωπα να ενεργούν χωρίς κανένα χρονικό όριο, διακυβεύοντας, μεταξύ άλλων, τη σταθερότητα κεκτημένων νομικών καταστάσεων, και απαιτούν την τήρηση εύλογης προθεσμίας.

Συνεπώς, η θέση εν αμφιβόλω, μετά την πάροδο ευλόγου προθεσμίας, γενεσιουργού αιτίας ζημίας προκληθείσας από την Κοινότητα στο πλαίσιο των σχέσεών της με τους υπαλλήλους της θίγει την ασφάλεια των εννόμων σχέσεων μεταξύ της Κοινότητας και των υπαλλήλων της και εκθέτει τον κοινοτικό προϋπολογισμό σε δαπάνες που συνδέονται με μια λίαν απομακρυσμένη χρονικά γενεσιουργό αιτία. Κατά συνέπεια, η αρχή της ασφάλειας δικαίου απαιτεί οι υπάλληλοι να υποβάλλουν εντός ευλόγου προθεσμίας τις αιτήσεις τους για αποζημίωση λόγω ζημίας που τους προκάλεσε η Κοινότητα στο πλαίσιο των σχέσεών τους μαζί της.

(βλ. σκέψεις 32 έως 35)

Παραπομπή:

ΓΔΕΕ, 6 Ιουλίου 2004, T‑281/01, Huygens κατά Επιτροπής, Συλλογή Υπ.Υπ. 2004, σ. I‑A‑203 και II‑903, σκέψη 47· 5 Οκτωβρίου 2004, T‑45/01, Sanders κ.λπ. κατά Επιτροπής, Συλλογή 2004, σ. II‑3315, σκέψη 59· 5 Οκτωβρίου 2004, T‑144/02, Eagle κ.λπ. κατά Επιτροπής, Συλλογή 2004, σ. II‑3381, σκέψεις 57 και 62· 26 Ιουνίου 2009, Marcuccio κατά Επιτροπής, T‑114/08 P, Συλλογή Υπ.Υπ. 2009, σ. Ι‑Β‑1‑53 και ΙΙ‑Β‑1‑313, σκέψη 12 και εκεί παρατιθέμενη νομολογία

3.      Οι διαφορές μεταξύ υπαλλήλου και του θεσμικού οργάνου στο οποίο ανήκει ή ανήκε που αποσκοπούν στην αποκατάσταση ζημίας εμπίπτουν, εφόσον ανάγονται στην εργασιακή σχέση που συνδέει τον ενδιαφερόμενο με το όργανο, στο πεδίο εφαρμογής του άρθρου 236 ΕΚ και όχι σε αυτό του άρθρου 46 του Οργανισμού του Δικαστηρίου. Η πενταετής παραγραφή που προβλέπει η τελευταία αυτή διάταξη δεν αποτελεί, συνεπώς, το κριτήριο εκτιμήσεως του ευλόγου χαρακτήρα της εν λόγω προθεσμίας προσφυγής, αλλά απλώς ένα κρίσιμο κατά την εκτίμηση αυτή στοιχείο συγκρίσεως, δεδομένου ότι αυτή η προθεσμία παραγραφής έχει επίσης ως σκοπό την προστασία της ασφάλειας δικαίου στο πλαίσιο αγωγών αποζημιώσεως στρεφομένων κατά της Κοινότητας. Κατά συνέπεια, το γεγονός ότι μια αίτηση υποβλήθηκε εντός πέντε ετών από το χρονικό σημείο κατά το οποίο οι ενδιαφερόμενοι έλαβαν γνώση της καταστάσεως που επικρίνουν δεν αρκεί για να γίνει δεκτό ότι η εν λόγω αίτηση υποβλήθηκε εντός εύλογης προθεσμίας.

(βλ. σκέψη 37)

Παραπομπή:

ΓΔΕΕ, Eagle κ.λπ. κατά Επιτροπής, προπαρατεθείσα, σκέψη 68· Marcuccio κατά Επιτροπής, προπαρατεθείσα, σκέψη 12

4.      Ο καθορισμός της προθεσμίας ασκήσεως αγωγής αποζημιώσεως αποτελεί νομικό ζήτημα. Ελλείψει προβλεπόμενης από την εφαρμοστέα ρύθμιση προθεσμίας για την υποβολή αιτήσεως αποζημιώσεως που απορρέει από την εργασιακή σχέση μεταξύ υπαλλήλου και του οργάνου στο οποίο ανήκει, η εν λόγω αίτηση πρέπει να υποβάλλεται εντός ευλόγου προθεσμίας καθοριζόμενης υπό το πρίσμα των περιστάσεων της συγκεκριμένης περιπτώσεως. Ως προς το ζήτημα αυτό, το Δικαστήριο Δημόσιας Διοίκησης διαπιστώνει και εκτιμά κυριαρχικώς τα ασκούντα επιρροή πραγματικά περιστατικά, υπό την επιφύλαξη της περιπτώσεως παραμορφώσεως του περιεχομένου τους, εν συνεχεία όμως τα χαρακτηρίζει νομικώς υπό το πρίσμα της αρχής της τηρήσεως εύλογης προθεσμίας και υπό τον έλεγχο του Γενικού Δικαστηρίου.

(βλ. σκέψη 39)

Παραπομπή:

ΓΔΕΕ, Marcuccio κατά Επιτροπής, προπαρατεθείσα, σκέψη 27

5.      Γίνεται εν γένει δεκτό ότι οι διαδικαστικοί κανόνες έχουν εφαρμογή εφ’ όλων των διαφορών που εκκρεμούν κατά τον χρόνο έναρξης ισχύος των κανόνων αυτών. Εξάλλου, το παραδεκτό προσφυγής εκτιμάται κατά τον χρόνο της ασκήσεώς της και το παραδεκτό των λοιπών διαδικαστικών εγγράφων πρέπει να εκτιμάται κατά τον χρόνο της καταθέσεώς τους. Κατά συνέπεια, το παραδεκτό υπομνήματος αντικρούσεως που κατατέθηκε στη Γραμματεία του Δικαστηρίου Δημόσιας Διοίκησης μετά την 1η Νοεμβρίου 2007 πρέπει να εκτιμηθεί βάσει των διατάξεων του Κανονισμού Διαδικασίας του Δικαστηρίου Δημόσιας Διοίκησης ο οποίος τέθηκε σε ισχύ, κατ’ εφαρμογή του άρθρου 121 του εν λόγω Κανονισμού, την 1η Νοεμβρίου 2007.

(βλ. σκέψη 59)

Παραπομπή:

ΔΕΕ, 12 Νοεμβρίου 1981, 212/80 έως 217/80, Meridionale Industria Salumi κ.λπ., Συλλογή 1981, σ. 2735, σκέψη 9· 27 Νοεμβρίου 1984, 50/84, Bensider κ.λπ. κατά Επιτροπής, Συλλογή 1984, σ. 3991, σκέψη 8

ΓΔΕΕ, 19 Φεβρουαρίου 1998, T‑42/96, Eyckeler & Malt κατά Επιτροπής, Συλλογή 1998, σ. II‑401, σκέψη 55· 8 Οκτωβρίου 2001, T‑236/00 R II, Stauner κ.λπ. κατά Κοινοβουλίου και Επιτροπής, Συλλογή 2001, σ. II‑2943, σκέψη 49· 12 Σεπτεμβρίου 2007, T‑25/04, González y Díez κατά Επιτροπής, Συλλογή 2007, σ. II‑3121, σκέψη 58· 3 Απριλίου 2008, T‑229/02, PKK κατά Συμβουλίου, δεν έχει δημοσιευθεί στη Συλλογή, σκέψη 30

6.      Σε περίπτωση επιδόσεως δικογράφου προσφυγής στον καθού από τη Γραμματεία του Δικαστηρίου Δημόσιας Διοίκησης με συστημένη ταχυδρομική αποστολή, η ημερομηνία επιδόσεως, η οποία σηματοδοτεί την έναρξη των προθεσμιών, είναι η ημερομηνία κατά την οποία ο εν λόγω διάδικος δήλωσε ότι παρέλαβε τη συστημένη ταχυδρομική αποστολή που απευθυνόταν σε αυτόν.

(βλ. σκέψεις 63 και 64)

Παραπομπή:

ΔΕΕ, 1 Ιουνίου 2006, C‑442/03 P και C‑471/03 P, P & O European Ferries (Vizcaya) και Diputación Foral de Vizcaya κατά Επιτροπής, Συλλογή 2006, σ. I‑4845, σκέψη 26