Language of document : ECLI:EU:F:2011:123

ΔΙΑΤΑΞΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ (δεύτερο τμήμα)

της 19ης Ιουλίου 2011

Υπόθεση F‑127/10

Eberhard Bömcke

κατά

Ευρωπαϊκής Τράπεζας Επενδύσεων

«Παρέμβαση – Απαράδεκτο του ενδίκου βοηθήματος που ασκήθηκε στην κύρια δίκη – Ικανότητα διαδίκου – Αντικείμενο της παρεμβάσεως – Έννομο συμφέρον προς άσκηση παρεμβάσεως – Εκλογές κατόπιν της απαλλαγής εκπροσώπου του προσωπικού από τα καθήκοντά του»

Αντικείμενο:      Προσφυγή ασκηθείσα δυνάμει του άρθρου 270 ΣΛΕΕ καθώς και του άρθρου 41 του κανονισμού του προσωπικού της Ευρωπαϊκής Τράπεζας Επενδύσεων, με την οποία ο Ε. Bömcke ζητεί, ως κύριο αίτημα, την ακύρωση της πράξεως με την οποία η εφορευτική επιτροπή διαπίστωσε, στις 8 Δεκεμβρίου 2010, την εκλογή νέου εκπροσώπου του προσωπικού κατόπιν της απαλλαγής του προσφεύγοντος από τα καθήκοντά του.

Απόφαση:      Η αίτηση παρεμβάσεως του σώματος των εκπροσώπων του προσωπικού της Ευρωπαϊκής Τράπεζας Επενδύσεων (ΕΤΕπ) απορρίπτεται. Η αίτηση παρεμβάσεως των J.-P. Bodson, Ε. Κουργιά, Μ. Sutil και P. Vanhoudt στην υπόθεση F‑105/10, Bömcke κατά ΕΤΕπ, υπέρ των αιτημάτων της ΕΤΕπ, γίνεται δεκτή. Τα αιτήματα περί εμπιστευτικής μεταχειρίσεως ορισμένων εγγράφων ή ορισμένων τμημάτων εγγράφων της δικογραφίας που υποβλήθηκαν από τον Ε. Bömcke και την ΕΤΕπ γίνονται προσωρινώς δεκτά. Ο γραμματέας θα κοινοποιήσει στους παρεμβαίνοντες κάθε διαδικαστικό έγγραφο, σε μη εμπιστευτική μορφή, που επιδόθηκε στους διαδίκους. Θα οριστεί προθεσμία εντός της οποίας οι παρεμβαίνοντες θα μπορούν να προτείνουν τυχόν ενστάσεις κατά του αιτήματος περί εμπιστευτικής μεταχειρίσεως. Το Δικαστήριο ΔΔ επιφυλάσσεται ως προς την απόφαση επί του βασίμου του ως άνω αιτήματος. Θα οριστεί προθεσμία εντός της οποίας οι παρεμβαίνοντες θα μπορούν να καταθέσουν υπόμνημα παρεμβάσεως χωρίς να θίγεται η δυνατότητά τους να το συμπληρώσουν ενδεχομένως μεταγενέστερα, όταν ληφθεί η απόφαση επί του βασίμου του αιτήματος περί εμπιστευτικής μεταχειρίσεως. Το σώμα των εκπροσώπων του προσωπικού της ΕΤΕπ φέρει τα δικαστικά του έξοδα. Το Δικαστήριο ΔΔ επιφυλάσσεται ως προς τα δικαστικά έξοδα των προσφευγόντων.

Περίληψη

1.      Διαδικασία – Παρέμβαση – Συνέπειες του απαραδέκτου του ενδίκου βοηθήματος που ασκήθηκε στην κύρια δίκη

2.      Διαδικασία – Παρέμβαση – Ενδιαφερόμενοι – Σώμα των εκπροσώπων του προσωπικού της Ευρωπαϊκής Τράπεζας Επενδύσεων – Έλλειψη ικανότητας διαδίκου – Απαράδεκτο

3.      Διαδικασία – Παρέμβαση – Προϋποθέσεις παραδεκτού – Άμεσο και ενεστώς συμφέρον – Διαφορές που αναφύονται από την εκλογή των εκπροσώπων του προσωπικού θεσμικού οργάνου – Ιδιότητα του εκλογέα

1.      Η δυνατότητα απορρίψεως της αιτήσεως παρεμβάσεως στην περίπτωση στην οποία η κύρια προσφυγή πρέπει, ως εκ της φύσεώς της, να κριθεί απαράδεκτη χωρίς να συζητηθεί επί της ουσίας στηρίζεται στην προκείμενη ότι η κύρια προσφυγή είναι προδήλως απαράδεκτη.

(βλ. σκέψη 6)

2.      Η αίτηση τρίτου να παρέμβει σε δίκη γίνεται δεκτή μόνον εφόσον αυτός έχει την ικανότητα διαδίκου. Όσον αφορά πρόσωπα εκτός των φυσικών, όπως το σώμα των εκπροσώπων του προσωπικού της Ευρωπαϊκής Τράπεζας Επενδύσεων, η νομολογία έχει αναγνωρίσει στα πρόσωπα αυτά την ικανότητα διαδίκου εφόσον έχουν νομική προσωπικότητα δυνάμει του εφαρμοστέου για τη σύστασή τους δικαίου ή τουλάχιστον εφόσον έχουν στοιχεία που αποτελούν τη βάση της νομικής προσωπικότητας, μεταξύ άλλων, αυτοτέλεια και ευθύνη, έστω και περιορισμένη, για τις πράξεις τους.

Μολονότι η εφαρμοζόμενη στην Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων νομοθεσία αναγνωρίζει την ύπαρξη του σώματος των εκπροσώπων του προσωπικού, εντούτοις από τη νομοθεσία αυτή προκύπτει ότι το εν λόγω σώμα ασκεί τα καθήκοντα με τα οποία είναι επιφορτισμένη, στα θεσμικά όργανα που υπάγονται στον ΚΥΚ, η επιτροπή προσωπικού. Όμως, η επιτροπή προσωπικού θεσμικού οργάνου έχει τη φύση εσωτερικού οργάνου, οπότε στερείται της ικανότητας διαδίκου. Δεδομένου ότι ουδεμία διάταξη εφαρμοζόμενη στο σώμα των εκπροσώπων του προσωπικού δικαιολογεί τη λήψη διαφορετικής αποφάσεως όσον αφορά το σώμα αυτό, πρέπει να γίνει δεκτό ότι το εν λόγω σώμα δεν έχει ικανότητα διαδίκου.

(βλ. σκέψεις 10 έως 12)

3.      Όσον αφορά τα όργανα εκπροσωπήσεως του προσωπικού των θεσμικών οργάνων, όλοι οι εκλογείς έχουν άμεσο και ενεστώς συμφέρον για τη διεξαγωγή εκλογών υπό συνθήκες και βάσει εκλογικού συστήματος που να συνάδουν με τις διατάξεις του ΚΥΚ στις οποίες υπόκειται η σχετική εκλογική διαδικασία, συμφέρον από το οποίο απορρέει το συμφέρον στην τήρηση του χρόνου θητείας των εκλεγμένων εκπροσώπων, δεδομένου μάλιστα ότι η λήξη της θητείας εκπροσώπου του προσωπικού συνεπάγεται καταρχήν τη διεξαγωγή εκλογών. Επομένως, επί ενδίκων διαφορών με αντικείμενο την απαλλαγή εκπροσώπου του προσωπικού από τα καθήκοντά του, ένας υπάλληλος αντλεί έννομο συμφέρον από την ιδιότητά του ως εκλογέα, το οποίο αρκεί για να δικαιολογήσει το παραδεκτό προσφυγής ή παρεμβάσεως. Η ιδιότητα και μόνο του εκλογέα αρκεί για να αποδειχθεί ότι ο ενδιαφερόμενος δεν ενεργεί μόνον υπέρ του νόμου ή προς το συμφέρον του θεσμικού οργάνου.

(βλ. σκέψεις 19 και 20)