Language of document : ECLI:EU:F:2015:72

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ
ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ
(δεύτερο τμήμα)

της 30ής Ιουνίου 2015

Υπόθεση F‑64/13

Z

κατά

Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης

«Υπαλληλική υπόθεση – Υπάλληλοι – Έκθεση βαθμολογίας – Καθυστερημένη κατάρτιση της εκθέσεως βαθμολογίας – Προσφυγή ακυρώσεως – Αγωγή αποζημιώσεως»

Αντικείμενο:      Προσφυγή‑αγωγή ασκηθείσα δυνάμει του άρθρου 270 ΣΛΕΕ, το οποίο έχει εφαρμογή στη Συνθήκη ΕΚΑΕ βάσει του άρθρου 106α της Συνθήκης αυτής, με την οποία η Z ζητεί, αφενός, την ακύρωση της εκθέσεως βαθμολογίας της για την περίοδο από 1ης Ιανουαρίου έως 31 Δεκεμβρίου 2008, καθώς και της αποφάσεως περί απορρίψεως της διοικητικής ενστάσεως που υπέβαλε κατά της εν λόγω εκθέσεως βαθμολογίας, και, αφετέρου, να υποχρεωθεί το Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης να ικανοποιήσει την ηθική βλάβη που εκτιμά ότι υπέστη.

Απόφαση:      Η προσφυγή-αγωγή απορρίπτεται. Η Z φέρει τα δικαστικά έξοδά της και καταδικάζεται στα έξοδα του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Περίληψη

1.      Υπάλληλοι – Βαθμολογία – Ύπαρξη διαφωνιών μεταξύ υπαλλήλου και του προϊσταμένου του – Δεν ασκεί επιρροή στην ικανότητα του δευτέρου να αξιολογήσει τα προσόντα του ενδιαφερομένου

(Κανονισμός Υπηρεσιακής Καταστάσεως των υπαλλήλων, άρθρα 11α και 43)

2.      Υπάλληλοι – Δικαιώματα και υποχρεώσεις – Ελευθερία εκφράσεως – Γνωστοποίηση πραγματικών περιστατικών βάσει των οποίων είναι δυνατόν να τεκμαίρεται η ύπαρξη παράνομης δραστηριότητας ή σοβαρού παραπτώματος – Προστασία του υπαλλήλου που προέβη στη γνωστοποίηση αυτών των περιστατικών – Περιεχόμενο

(Κανονισμός Υπηρεσιακής Καταστάσεως των υπαλλήλων, άρθρο 22α § 3)

3.      Υπάλληλοι – Βαθμολογία – Έκθεση βαθμολογίας – Κατάρτιση – Διάλογος μεταξύ βαθμολογητή και βαθμολογουμένου – Ανάγκη υπάρξεως άμεσης επαφής

(Κανονισμός Υπηρεσιακής Καταστάσεως των υπαλλήλων, άρθρο 43)

4.      Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης – Υποχρέωση ανεξαρτησίας των δικαστών της Ένωσης – Περιεχόμενο – Άσκηση των σχετικών με την εσωτερική διοίκηση του οργάνου καθηκόντων – Επιτρέπεται

(Άρθρο 257, εδ. 4, ΣΛΕΕ· Οργανισμός του Δικαστηρίου, άρθρο 4, εδ. 1)

1.      Μολονότι δεν αποκλείεται οι διαφωνίες μεταξύ ενός υπαλλήλου και του προϊσταμένου του να προκαλέσουν κάποια ενόχληση στον προϊστάμενο, το ενδεχόμενο αυτό δεν συνεπάγεται άνευ ετέρου ότι ο τελευταίος δεν είναι πλέον σε θέση να αξιολογήσει αντικειμενικά τα προσόντα του ενδιαφερομένου. Εξάλλου, ακόμα και το γεγονός ότι ένας έκτακτος υπάλληλος έχει υποβάλει καταγγελία για ηθική παρενόχληση κατά του μονίμου υπαλλήλου που καλείται να αξιολογήσει την εργασία του, δεν μπορεί, αυτό καθαυτό, ανεξαρτήτως οποιασδήποτε άλλης περιστάσεως, να θέσει εν αμφιβόλω την αμεροληψία του προσώπου κατά του οποίου στρέφεται η καταγγελία.

(βλ. σκέψεις 71 και 77)

Παραπομπή:

ΓΔΕΕ: απόφαση Combescot κατά Επιτροπής, T‑249/04, EU:T:2007:261, σκέψη 71 και εκεί παρατιθέμενη νομολογία

ΔΔΔΕΕ: αποφάσεις Bogusz κατά Frontex, F‑5/12, EU:F:2013:75, σκέψη 76, και BY κατά ΕΑSA, F‑81/11, EU:F:2013:82, σκέψη 72

2.      Κατά το άρθρο 22α, παράγραφος 3, του ΚΥΚ, ο υπάλληλος που ενημερώνει τους ιεραρχικώς ανωτέρους του σχετικά με πραγματικά περιστατικά βάσει των οποίων είναι δυνατόν να τεκμαίρεται η ύπαρξη πιθανής παράνομης δραστηριότητας της οποίας έλαβε γνώση κατά την άσκηση ή επ’ ευκαιρία της ασκήσεως των καθηκόντων του δεν υφίσταται από το όργανο καμία δυσμενή συνέπεια, εφόσον ενήργησε με καλή πίστη. Ωστόσο, η διάταξη αυτή δεν προστατεύει τον υπάλληλο κατά κάθε αποφάσεως που μπορεί να τον θίξει, αλλά μόνον κατά των αποφάσεων που συνδέονται με τις καταγγελίες που οφείλονται σε ενέργειές του.

(βλ. σκέψη 74)

Παραπομπή:

ΔΔΔΕΕ: απόφαση Menghi κατά ENISA, F‑2/09, EU:F:2010:12, σκέψη 139

3.      Η άμεση επαφή μεταξύ βαθμολογητή και βαθμολογουμένου μπορεί να ευνοήσει ειλικρινή και ουσιαστικό διάλογο που επιτρέπει στους ενδιαφερομένους, αφενός, να εκτιμήσουν επακριβώς τη φύση, τους λόγους και το περιεχόμενο των τυχόν διαφωνιών τους και, αφετέρου, να επιτύχουν καλύτερη αμοιβαία κατανόηση, κατά μείζονα δε λόγο σε περίπτωση κατά την οποία είναι απαραίτητη η ανόρθωση μιας ιδιαιτέρως βεβαρημένης προσωπικής καταστάσεως.

(βλ. σκέψη 93)

Παραπομπή:

ΓΔΕΕ: αποφάσεις Ferrer de Moncada κατά Επιτροπής, T‑16/03, EU:T:2004:283, σκέψη 45, και Lo Giudice κατά Επιτροπής, T‑27/05, EU:T:2007:321, σκέψη 49

4.      Το άρθρο 4, πρώτο εδάφιο, του Οργανισμού του Δικαστηρίου αποσκοπεί στη διασφάλιση της ανεξαρτησίας των δικαστών, τόσο κατά την περίοδο ασκήσεως των καθηκόντων τους όσο και μετά την περίοδο αυτή, έναντι ιδίως των κρατών μελών και των λοιπών θεσμικών οργάνων της Ένωσης. Ωστόσο, από τη διάταξη αυτή δεν μπορεί να συναχθεί αδυναμία ασκήσεως καθηκόντων σχετικών με την εσωτερική διοίκηση του οργάνου. Η άσκηση τέτοιων καθηκόντων από τους δικαστές δεν θίγει την ανεξαρτησία τους και επιτρέπει τη διασφάλιση της διοικητικής αυτοτέλειας του θεσμικού οργάνου.

Τέλος, όταν αποφασίζουν επί διαφοράς που έχει υποβληθεί στο Δικαστήριο Δημόσιας Διοίκησης, τα μέλη του δικαιοδοτικού αυτού οργάνου ενεργούν υπό την ιδιότητα του δικαστή και στο πλαίσιο της πλήρους ανεξαρτησίας κατά την άσκηση των καθηκόντων τους, την οποία διασφαλίζουν τόσο οι Συνθήκες, και ιδίως το τέταρτο εδάφιο του άρθρου 257 ΣΛΕΕ όσο και ο Οργανισμός του Δικαστηρίου.

(βλ. σκέψεις 120 και 122)