Language of document : ECLI:EU:T:2011:186

Υπόθεση T-465/08

Τσεχική Δημοκρατία

κατά

Ευρωπαϊκής Επιτροπής

«Πρόγραμμα PHARE – “Ανανεώσιμα κεφάλαια” που έλαβε η Τσεχική Δημοκρατία – Επιστροφή των καταβληθέντων ποσών – Απόφαση της Επιτροπής περί εισπράξεως των οφειλομένων μέσω συμψηφισμού – Νομική βάση – Διαφορετικές έννομες τάξεις – Έννοια του βέβαιου και εκκαθαρισμένου χαρακτήρα της απαιτήσεως – Υποχρέωση αιτιολογήσεως»

Περίληψη της αποφάσεως

1.      Προσχώρηση νέων κρατών στις Κοινότητες – Τσεχική Δημοκρατία – Άμεση και πλήρης εφαρμογή του κοινοτικού δικαίου – Παρεκκλίσεις – Προϋπόθεση – Ρητή διάταξη

(Άρθρο 292 ΕΚ· Πράξη προσχωρήσεως του 2003, άρθρο 33 § 2)

2.      Προσχώρηση νέων κρατών στις Κοινότητες – Τσεχική Δημοκρατία – Συνολικές δημοσιονομικές δεσμεύσεις που αναλαμβάνονται στο πλαίσιο των προενταξιακών χρηματοδοτικών μέσων – Κανόνες ισχύοντες από της προσχωρήσεως

(Πράξη προσχωρήσεως του 2003, άρθρο 33 § 2· κανονισμός 1605/2002 του Συμβουλίου, άρθρο 73 § 1· κανονισμός 2342/2002 της Επιτροπής, άρθρα 81 § 1, και 83)

3.      Πράξεις των οργάνων – Αιτιολογία – Υποχρέωση αιτιολογήσεως – Περιεχόμενο – Απόφαση εκδοθείσα εντός πλαισίου που είναι γνωστό στον αποδέκτη

(Άρθρο 253 ΕΚ)

1.      Οι εξαιρέσεις από την άμεση και πλήρη εφαρμογή των διατάξεων του κοινοτικού δικαίου όσον αφορά τις προενταξιακές ενισχύσεις βάσει του προγράμματος PHARE που αναφέρονται στο άρθρο 33, παράγραφος 1, της Πράξεως περί των όρων προσχωρήσεως της Τσεχικής Δημοκρατίας, της Δημοκρατίας της Εσθονίας, της Κυπριακής Δημοκρατίας, της Δημοκρατίας της Λεττονίας, της Δημοκρατίας της Λιθουανίας, της Δημοκρατίας της Ουγγαρίας, της Δημοκρατίας της Μάλτας, της Δημοκρατίας της Πολωνίας, της Δημοκρατίας της Σλοβενίας και της Σλοβακικής Δημοκρατίας και των προσαρμογών των συνθηκών επί των οποίων βασίζεται η Ευρωπαϊκή Ένωση, γίνονται δεκτές, βάσει του άρθρου 33, παράγραφος 2, της ίδιας πράξεως, μόνον εφόσον προβλέπονται ρητώς από τις διατάξεις αυτές.

Πάντως, το εν λόγω άρθρο 33, παράγραφος 2, δεν προβλέπει ρητή εξαίρεση από τις διατάξεις του άρθρου 292 ΕΚ, βάσει της οποίας οι εξωδικαστικοί τρόποι επιλύσεως των διαφορών που προβλέπει η συμφωνία-πλαίσιο, σχετικά με τη συμμετοχή της Τσεχικής Δημοκρατίας στο πρόγραμμα ενισχύσεως της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, θα εξακολουθούν να ισχύουν μετά την προσχώρηση της Τσεχικής Δημοκρατίας στην Ένωση.

Επομένως, οι εξωδικαστικοί τρόποι επιλύσεως των διαφορών που προβλέπει η συμφωνία-πλαίσιο του 1996 δεν έχουν πλέον ισχύ μετά την προσχώρηση της Τσεχικής Δημοκρατίας στην Ένωση.

(βλ. σκέψεις 100-102)

2.      Το άρθρο 33, παράγραφος 2, της Πράξεως περί των όρων προσχωρήσεως της Τσεχικής Δημοκρατίας, της Δημοκρατίας της Εσθονίας, της Κυπριακής Δημοκρατίας, της Δημοκρατίας της Λεττονίας, της Δημοκρατίας της Λιθουανίας, της Δημοκρατίας της Ουγγαρίας, της Δημοκρατίας της Μάλτας, της Δημοκρατίας της Πολωνίας, της Δημοκρατίας της Σλοβενίας και της Σλοβακικής Δημοκρατίας και των προσαρμογών των συνθηκών επί των οποίων βασίζεται η Ευρωπαϊκή Ένωση, το οποίο αποσκοπεί στην εξασφάλιση της διάρκειας των δαπανών που έχουν προγραμματιστεί πριν από την προσχώρηση στην Ένωση στο πλαίσιο των συνολικών δημοσιονομικών δεσμεύσεων οι οποίες δεν έχουν ακόμη πλήρως πραγματοποιηθεί αμέσως μετά την προσχώρηση, αποκλίνει από ορισμένες διατάξεις του κανονισμού 1605/2002, για τη θέσπιση του δημοσιονομικού κανονισμού που έχει εφαρμογή στον γενικό προϋπολογισμό των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, σχετικά με τις πράξεις δαπανών. Αντιθέτως, δεν έχει ως αντικείμενο την απόκλιση από τους σχετικούς με τις πράξεις εσόδων κανόνες του δημοσιονομικού κανονισμού.

Επομένως, το άρθρο 33, παράγραφος 2, της Πράξεως περί των όρων προσχωρήσεως δεν αποκλείει ρητώς την εφαρμογή του δημοσιονομικού και του εκτελεστικού κανονισμού όσον αφορά τις πράξεις εσόδων. Αυτές διέπονται, ως εκ τούτου, από τους εν λόγω κανονισμούς μετά την προσχώρηση της Τσεχικής Δημοκρατίας στην Ένωση.

Περαιτέρω, ο συμψηφισμός, ως τρόπος εισπράξεως των απαιτήσεων, που προβλέπεται από το άρθρο 73, παράγραφος 1, του δημοσιονομικού κανονισμού, καθώς και από το άρθρο 81, παράγραφος 1, και το άρθρο 83 του κανονισμού 2342/2002, για τη θέσπιση των κανόνων εφαρμογής του δημοσιονομικού κανονισμού, δεν αποκλείεται ρητώς από τις διατάξεις του άρθρου 33, παράγραφος 2, της Πράξεως περί των όρων προσχωρήσεως. Συνεπώς, πρέπει να θεωρηθεί ότι η εν λόγω πράξη εσόδων έχει εφαρμογή, υπό τις συνθήκες που ορίζονται από τους κανονισμούς αυτούς, στις απαιτήσεις που πηγάζουν από προενταξιακές ενισχύσεις βάσει του προγράμματος PHARE του άρθρου 33, παράγραφος 1, της Πράξεως περί των όρων προσχωρήσεως.

Επομένως, η διαπίστωση και η είσπραξη, συμπεριλαμβανομένης της εισπράξεως διά συμψηφισμού, απαιτήσεως σχετικής με την επιστροφή κονδυλίων που έλαβε η Τσεχική Δημοκρατία στο πλαίσιο του προγράμματος PHARE, βαρύνουν την Επιτροπή, η οποία υποχρεούται να εφαρμόσει και να τηρήσει προς τούτο τις διατάξεις του δημοσιονομικού και του εκτελεστικού κανονισμού.

(βλ. σκέψεις 118-122)

3.      Η υποχρέωση αιτιολογήσεως βλαπτικής αποφάσεως, όπως προβλέπεται στο άρθρο 253 ΕΚ, έχει ως σκοπό, αφενός, να παράσχει στον ενδιαφερόμενο επαρκείς ενδείξεις ως προς το αν η πράξη είναι βάσιμη ή αν είναι ενδεχομένως πλημμελής οπότε μπορεί να αμφισβητηθεί το κύρος της ενώπιον του δικαστή της Ένωσης και, αφετέρου, να παράσχει τη δυνατότητα στον κοινοτικό δικαστή να ελέγξει τη νομιμότητα της πράξεως αυτής. Η ως άνω υποχρέωση αιτιολογήσεως συνιστά ουσιώδη αρχή του κοινοτικού δικαίου από την οποία μπορεί να υπάρξει παρέκκλιση μόνο για επιτακτικούς λόγους. Ως εκ τούτου, η αιτιολογία πρέπει, κατ’ αρχήν, να κοινοποιείται στον ενδιαφερόμενο ταυτόχρονα με τη βλαπτική γι’ αυτόν πράξη, καθόσον η έλλειψη αιτιολογίας δεν μπορεί να καλυφθεί λόγω του ότι ο ενδιαφερόμενος πληροφορείται την αιτιολογία της πράξεως κατά τη διαδικασία ενώπιον του δικαστή της Ένωσης.

Ωστόσο, η αιτιολογία πρέπει να προσαρμόζεται στη φύση της επίμαχης πράξεως και του πλαισίου στο οποίο αυτή εκδόθηκε. Η απαίτηση αιτιολογήσεως πρέπει να εκτιμάται αναλόγως των περιστάσεων της συγκεκριμένης υποθέσεως, και ιδίως του περιεχομένου της πράξεως, της φύσεως της παρατιθέμενης αιτιολογίας και του συμφέροντος για παροχή εξηγήσεων που ενδέχεται να έχουν οι αποδέκτες της πράξεως ή άλλα πρόσωπα τα οποία η πράξη αφορά άμεσα και ατομικά. Δεν απαιτείται η αιτιολογία να προσδιορίζει όλα τα πραγματικά και νομικά στοιχεία που έχουν επιρροή, καθόσον το ζήτημα της επάρκειας της αιτιολογίας πρέπει να εκτιμάται με γνώμονα όχι μόνον το γράμμα της πράξεως αυτής, αλλά και το πλαίσιό της και το σύνολο των νομικών κανόνων που διέπουν το σχετικό θέμα. Ειδικότερα, μια βλαπτική πράξη είναι επαρκώς αιτιολογημένη εφόσον εκδόθηκε εντός πλαισίου που είναι γνωστό στον ενδιαφερόμενο και το οποίο του παρέχει τη δυνατότητα να αντιληφθεί το περιεχόμενο του ληφθέντος έναντι αυτού μέτρου.

Στην περίπτωση αποφάσεως συμψηφισμού, η απαιτούμενη αιτιολογία πρέπει να παρέχει τη δυνατότητα προσδιορισμού με ακρίβεια των προς συμψηφισμό απαιτήσεων, χωρίς όμως να απαιτείται η αιτιολογία που έγινε αρχικά δεκτή προς στήριξη της διαπιστώσεως καθεμίας από τις απαιτήσεις αυτές να επαναλαμβάνεται στην απόφαση συμψηφισμού.

(βλ. σκέψεις 162-164)